Ο κύκλος των χαμένων αφισών και ο Γιώργος Βακιρτζής

Ο κύκλος των χαμένων αφισών και ο Γιώργος Βακιρτζής

Του Δημήτρη Θ. Αρβανίτη.

Το βιβλίο με τίτλο “Προσεχώς: Με τις αφίσες και τα σχέδια για τον κινηματογράφο” του Γιώργου Βακιρτζή, περιλαμβάνει μια μεγάλη συλλογή αφισών σχεδιασμένων κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, κυρίως, για την προβολή κινηματογραφικών ταινιών.

Ακόμα περιλαμβάνει προσχεδιακές προσεγγίσεις για τα μεγάλα πανό για τις προσόψεις των κινηματογραφικών αιθουσών της Αθήνας. Μας προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία να παρακολουθήσουμε, να θαυμάσουμε και να διδαχθούμε τα μυστικά της τέχνης ενός σπουδαίου εικαστικού που σφράγισε με την παρουσία του μια ολόκληρη εποχή.

Ο Γιώργος Βακιρτζής, τολμώ να πω, αποτελεί την ελληνική εκδοχή του προπάτορα της αφίσας Ανρί Τουλούζ Λουτρέκ. Τα κοινά σημεία τους είναι πολλά. Ζωγράφοι και οι δυο δεν αποδέχθηκαν το σύνολο των γραφιστικών ειδών, αλλά επικεντρώθηκαν στο σχεδιασμό αφισών για την προβολή του θεάματος. Το συντακτικό των εικόνων του μέσα από τον ιδιαίτερο χειρονομιακό του χαρακτήρα, μας αποκαλύπτει έναν εύστροφο εκφραστή επικοινωνιακού λόγου, ο οποίος γνώριζε πολύ καλά τους κανόνες για να συλλαμβάνει τις έκπληκτες ματιές των θεατών τους.

Ένα ακόμα κοινό σημείο με τον Λοτρέκ είναι η διαχείριση του χρόνου. Ο Λοτρέκ σκιτσάρει μέσα στο καμπαρέ και σχεδιάζει τις αφίσες στο ατελιέ του, αργά το βράδυ, για να τις παραδώσει την επόμενη μέρα για τεχνική επεξεργασία και εκτύπωση. Δεν του προσφέρεται χρόνος. Έτσι, με την εκφραστική τεχνική που επιλέγει κερδίζει αυτήν τη χρονική ανεπάρκεια.

Ο Βακιρτζής σχεδιάζει όλο το βράδυ τα τεράστια σε μέγεθος πανό του, κυνηγώντας τον χρόνο που απομένει μέχρι το ξημέρωμα, αλλά δεχόμενος και την πίεση του υλικού του, της καζεΐνης, που πρέπει να τελειώσει πριν στεγνώσει. Οδηγείται αντικειμενικά σε κινήσεις γρήγορου χρόνου. Στις αφίσες τους διακρίνουμε απίστευτες λεπτομέρειες, αλλά καθόλου σχολαστικότητα. Οι κινήσεις τους είναι απόλυτα σίγουρες, προκειμένου να συνθέσουν σχήματα και να επιλέξουν χρώματα. Γρήγορες και αποφασιστικές. Η γραφή, όταν εμφανίζεται σε τίτλους και συμπληρωματικές πληροφορίες, στηρίζεται στην εκφραστική καλλιγραφία και το τελικό σχήμα αποτελεί δεμένο υποσύνολο με όλα τα στοιχεία που συνθέτουν τις εικόνες που προτείνουν.

Σε ό,τι αφορά την απεικόνιση προσώπων, χώρων και αντικειμένων, o Βακιρτζής είναι ο μάστορας ζωγράφος που, όχι μόνο γνωρίζει, μπορεί και σχεδιάζει με έναν υπερβατικό ρεαλισμό, αλλά κυρίως γνωρίζει πού πρέπει να σταματήσει.

Μεγάλο του προσόν αποτελεί η αγάπη του για την τυπογραφία και η εμπειρία του από τη βαθιά μελέτη της ελληνικής επιγραφοποιίας. Είναι γνωστό το λεύκωμά του με την καταγραφή εκατοντάδων λαϊκών επιγραφών και οι μελέτες αυτής της ιδιαίτερης τέχνης που δυστυχώς εξαφανίστηκε, παραδίνοντας τα καλόγουστα έργα της στην υπερβολή μιας άτεχνης πλαστικής κακογουστιάς. Γνωρίζει καλά ότι οι λέξεις είναι γέφυρες προς την όραση κι αυτή είναι σε απευθείας σύνδεση με τη νόηση. Έτσι, χρησιμοποιεί, όταν πρέπει, τις γραφές που θα χαρακτηρίσουν με τη δύναμή τους αυτό που κατά τη γνώμη του είναι το είδος και το ύφος της ταινίας. Η εκφραστική καλλιγραφία δεν αποτελεί απλά συνήθεια των ημερών του. Οι τίτλοι του είναι επιβλητικοί. Καλοσχεδιασμένοι αλάνθαστοι λογότυποι. Εκφράζουν την εποχή και το στυλ. Η δύναμη των χειρόγραφων φράσεων απορρέει συχνά μέσα από την αντίθεσή της με τους κυρίως τίτλους. Πολλά χρόνια αργότερα, οι art directors ξένων εντύπων θα χρησιμοποιήσουν τέτοιου είδους αντιθέσεις συνδυασμών στην τυπογραφική τους σύνθεση. Ο τίτλος και τα ονόματα των πρωταγωνιστών «τρυπάνε» τη σύνθεση και κατορθώνουν να διαβάζονται από τους πεζούς τραβώντας τους την προσοχή στους τοίχους ή στις προθήκες των κινηματογράφων.

Οι μικρές αφίσες του Βακιρτζή αποτελούν «σινιάλα» που προέρχονται από τη βασική σύνθεση της γιγαντοαφίσας. Μικρά κομμάτια που σπέρνονται σε πολλά σημεία της πόλης και αποτελούν το πρώτο δόλωμα για τη μεγάλη αλίευση θεατών.

Δεν γνωρίζουμε γιατί συχνά εμφανίζονται αφίσες που προσπερνούν το «δόγμα» της προβολής των σταρ, αλλά αφηγούνται θεματικά το είδος της ταινίας. Αφίσες όπως για τις ταινίες Ηλέκτρα, Ντετέκτιβς, Αλλού τα κακαρίσματα, Γκόλφω, αποτελούν παράδειγμα μιας άλλης αναζήτησης και φυσικά κερδίζουν με την ευρηματικότητα και την απολύτως προσωπική τους έκφραση. Σ’ αυτές ενεργεί όπως ο Saoul Bass όταν σχεδιάζει αφίσες για τις ταινίες του Otto Premiger και του Hitckock. Αγνοεί, δηλαδή, το box office.

Το μεγαλύτερο «δώρο» που μας προσφέρει αυτή η συλλογή του λευκώματος είναι, κατά τη γνώμη μου, τα παραδειγματικά προσχεδιάσματα του Βακιρτζή για τις τελικές μακέτες των γιγαντοαφισών του. Αποτελούν ένα αναλυτικό μάθημα προσέγγισης της ιδέας, της επιλογής του θέματος και της άσκησης, στον προβληματισμό για την τελική σύνθεση. Μπορούμε να διακρίνουμε την επιλογή του θέματός του, μιας ιδέας που συλλαμβάνεται στη σκέψη του, και την κατάθεση της εικονοποίησής της, για πρώτη φορά στο χαρτί. Ακόμη, την επιλογή της βασικής χρωματικής παλέτας, τη σύνθεση των όγκων, την εξεύρεση των γραμματοσειρών που θα συνθέσουν τον τίτλο και τα ονόματα. Από τα πρώτα κιόλας σκαριφήματα, ο καλλιτέχνης γνωρίζει το θέμα με το οποίο θα ασχοληθεί. Δεν θα κάνει κανένα εκφραστικό λάθος. Ο χρόνος, το είδος και το περιβάλλον ορίζονται ξεκάθαρα από την αρχή. Κανένας εννοιολογικός υπαινιγμός. Το «concept», στις μέρες του, δεν ήταν κάτι περισσότερο από μια καλή ιδέα. Σχεδιάζει με απόλυτο σεβασμό στις τελικές αναλογίες, που όμως ίσως και να μην ακολουθήσει στην τελική φάση. Έτσι κι αλλιώς οι μοναδικές πινελιές του θα έχουν τον τελικό λόγο. Πάντοτε, όπως όλοι οι αυθεντικοί δημιουργοί, ο Βακιρτζής έχει προσανατολισμό σε εικόνες διαλόγου. Εμπεριέχουν τη ροή των ιδεών του καιρού του, καλούν τους θεατές σ’ αυτόν το διάλογο και στο αστικό τοπίο εμφανίζονταν σαν μια θερμή χειραψία.

(Το παραπάνω άρθρο αποτέλεσε την παρέμβαση του Δημήτρη Θ. Αρβανίτη στην παρουσίαση του βιβλίου “Προσεχώς: Με τις αφίσες και τα σχέδια για τον κινηματογράφο” του Γιώργου Βακιρτζή)

* Ο Δημήτρης Θ. Αρβανίτης
είναι σχεδιαστής, μέλος της AGI

Πηγή: δρόμος της αριστεράς

 

Η κινηματογραφική γιγαντοαφίσα ως εικαστικό γεγονός

 

Για το εξαιρετικό λεύκωμα “Προσεχώς: Με τις αφίσες και τα σχέδια για τον κινηματογράφο” του Γιώργου Βακιρτζή.

Της Ιφιγένειας Καλαντζή

 

Στα πρώτα καρέ της ταινίας Ο Δράκος (1956), πάνω σ’ ένα τοίχο γεμάτο κινηματογραφικές αφίσες, διακρίνεται φευγαλέα Η ανταρσία του Κέιν, με τον Μπόγκαρντ, τη στιγμή που κάποιος κολλάει από πάνω την αφίσα της ταινίας που μόλις έχει ξεκινήσει. Αυτό το ευρηματικό στιγμιότυπο του Νίκου Κούνδουρου, περιλαμβάνεται σε μια παλιότερη εκπομπή, αφιερωμένη στον Γιώργο Βακιρτζή, από τη σειρά «Παρασκήνιο» και προβλήθηκε στην κατάμεστη αίθουσα της Ταινιοθήκης, στο πλαίσιο της παρουσίασης του λευκώματος Προσεχώς: Με τις αφίσες και τα σχέδια για τον κινηματογράφο του Γιώργου Βακιρτζή (Εκδ. ITANOS), με αφίσες και σχέδια για τον Κινηματογράφο, του Γιώργου Βακιρτζή.

 

Στην εκπομπή αυτή, για τον σπουδαίο και εκφραστικό ζωγράφο των γιγαντοαφισών που κοσμούσαν, άλλοτε, τις προσόψεις των κινηματογράφων, ο Κούνδουρος λέει: «Ήταν ένα πανηγύρι χρωμάτων και σχημάτων σε μεγάλες διαστάσεις, που άλλαζε κάθε εβδομάδα. Χρώματα προκλητικά και κενά που ο Βακιρτζής ήξερε να τα ντύνει με μαγική μαεστρία, ώστε να λειτουργούν κι αυτά σαν χρώματα… Όλα ενταγμένα σε ένα περίβλημα στοχαστικότητας, μέσα στο λίγο χρόνο που είχε για να γίνει η σύλληψη της σύνθεσης».

 

Στην εκδήλωση, ο πάντα στοχαστικός Νίκος Κούνδουρος, αφού αναφέρθηκε στην προσωπική του περιπέτεια, θέλησε να στιγματίσει την είσοδο της Χρυσής Αυγής στο Κοινοβούλιο, από μια κοινωνία τρομαγμένων πολιτών. Στη συνέχεια, σχολίασε για το έργο του Βακιρτζή: «…Aυτά τα τερατώδη μεγέθη, που αποκλείουν τη δυνατότητα μιας πιο αισθαντικής προσέγγισης, κατάφερε ο Βακιρτζής να τα κάνει έργα τέχνης, ανάγοντας την ευτελή τέχνη της διαφήμισης, σε αληθινό εικαστικό γεγονός. Το βιβλίο αυτό, κόπος και μόχθος πολλών χρόνων, αποκαλύπτει την ιδιοφυή σχέση του Βακιρτζή με την αφίσα και τη λαϊκοσύνη… Δεν θα ζωγράφιζε με τέτοια ευκολία τις ανθρώπινες μορφές να ξεπροβάλλουν αφαιρετικά, αν δεν είχε προηγηθεί η τεράστια εμπειρία του με την αφίσα, που μετέχει στη ζωγραφική του σαν μακρινή μνήμη».

 

Η Ειρήνη Οράτη, ιστορικός τέχνης, ανέφερε: «Η ζωγραφική αυτή του ντεκόρ για κινηματογράφους πρωτοεμφανίστηκε στις προσόψεις των αιθουσών θεάματος στο κέντρο της Αθήνας, στις αρχές του ’20 και ανακόπηκε με την κρίση του κινηματογράφου, γύρω στο ’70… Ο Βακιρτζής μετέτρεψε τη γιγαντοαφίσα σε μοναδικό είδος κοινωνικής τοιχογραφίας, αστικό ορόσημο με αξεπέραστη δύναμη επιβολής. Οι συνθέσεις του, με μέση επιφάνεια 10-15 τ.μ., προσαρμόζονταν στις προσόψεις των κινηματογράφων Αττικόν, Ρεξ, Πάνθεον, Κοτοπούλη, Απόλλων, μόνιμο καμβά των έργων του». Την ταχύτητα και τη σιγουριά με την οποία σχεδίαζε ο Βακιρτζής τις τεράστιες αυτές διαστάσεις, θαύμασαν όλοι, κατά την προβολή του σπάνιου ντοκουμέντου του Μένη Θεοδωρίδη.

 

Σχολιάζοντας την ταχύτητα της χειρονομίας, ο σχεδιαστής Δημήτρης Αρβανίτης αναφέρθηκε στον Τζάκσον Πόλοκ, ενώ παραλλήλισε εύστοχα τον Βακιρτζή με τον Ανρί ντε Τουλούζ Λοτρέκ, που είχε επίσης επικεντρωθεί στο σχεδιασμό αφισών του θεάματος (διαβάστε πιο κάτω ολόκληρη την παρέμβαση του Δ. Αρβανίτη).

 

Από τις γιγαντοαφίσες του Βαρκιτζή έχει διασωθεί μόνο ένα μικρό ποσοστό. Μέρος της δουλειάς του αποκαλύπτεται από τα προσχέδια της πολύτιμης συλλογής starlets, του Χρήστου Μαργαρίτη, επιμελητή του εξαιρετικού λευκώματος και οικοδεσπότη της εκδήλωσης.

 

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή
είναι κριτικός κινηματογράφου

 

Πηγή: δρόμος της αριστεράς

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *