Ταξίδι μνήμης στα νησιά της εξορίας: Φολέγανδρος

folegandrosΑπόσπασμα από το βιβλίο του Πολύδωρου Δανιηλίδη: «Ο Πολύδωρος Θυμάται…», Ιστορικές Εκδόσεις -Αθήνα 1990:

“Στο τέλος του μήνα ήρθε η διαταγή της μετακίνησής μας. ‘ Ηθελαν να μας συγκεντρώσουν όλους τους εξόριστους σε τρία νησιά: Ίο, Ανάφη και Φολέγανδρο.

Στην ‘ Ιο πήγαν ο Μάξιμος, Γραμματέας του Κόμματος και πρώην βουλευτής, ο Χαϊτάς, ο κατόπιν Γραμματέας του Κόμματος, και δυό-τρία άλλα στελέχη, που είχαν περάσει στρατοδικείο, είχαν αθωωθεί, και εξορίστηκαν στην Ίο.

Στη Φολέγανδρο

Εμένα με πήγαν στη Φολέγανδρο. Εκεί βρήκα καμιά εικοσαριά συντρόφους. Ανάμεσά τους τον Πουλιόπουλο, το Γιάννη Ζεύγο, (δηλαδή τον Ταλαγάνη), τον Γιώργη Κολοζώφ Γραμματέα της Νεολαίας (ΟΚΝΕ), το δημοσιογράφο Ορφέα Οικονομίδη πατέρα του δημοσιογράφου και συγγραφέα κι έναν άλλο δημοσιογράφο από την Καλαμάτα, που δεν είχε ιδέα από τα δικά μας, αλλά είχε εξοριστεί για λόγους ερωτικής αντιζηλίας με έναν αστυνομικό.

Επίσης ανάμεσά τους ήταν ο Παρασκευάς, Γραμματέας του Σωματείου Καπνεργατών Ξάνθης, ένας Γεωργιάδης, καπνεργάτης από την Κομοτηνή, ο Βασίλης ο Καρασκόγιας από τα Γιάννενα, ένας καθηγητής από τη Λειβαδιά, που μας έφυγε νωρίς κι’ αρκετοί καπνεργάτες από την Καβάλα.

Ο καλύτερος τύπος απ’ όλους ήταν ένας σ. Κοσμίδης από την Καλαμαριά της Θεσσαλονίκης, πολύ αυστηρός απέναντι στις παρεκτροπές. Αξίωνε να κάνουμε ένα πειθαρχείο, για να βάζουμε μέσα τους παρεκτρεπόμενους, τους ανυπάκοους και τους παραφερόμενους.

Τότε έγινε ένα επεισόδιο με το Γεωργιάδη τον καπνεργάτη. Ήταν ένας ήσυχος άνθρωπος και γυρίζαμε μαζί όλα τα κατσάβραχα της Φολέγανδρου. Μια μέρα, μόλις μπήκαμε στο μοναδικό καφενείο του χωριού, ήρθε σε συμπλοκή με έναν χωροφύλακα. Άγνωστο για ποιό λόγο, μάλλον επρόκειτο για προβοκάτσια, ο χωροφύλακας τον πυροβόλησε στην καρδιά. Ευτυχώς, επειδή ήταν εξ επαφής, η σφαίρα δεν κτύπησε την καρδιά.

Αναστατωθήκαμε όλοι και κάναμε μεγάλη φασαρία. Τον πήραμε και τον κατεβάσαμε κάτω στο λιμάνι, για να μεταφερθεί σε νοσοκομείο. Ευτυχώς ο Κολοζώφ, σα φαρμακοποιός, είχε ορισμένες ιατρικές γνώσεις και τον βοήθησε πολύ. Έτσι σώσαμε τον σύντροφο.

Από τους συντρόφους γίνονταν μαθήματα και διαλέξεις πάνω σε διά-φορα θέματα κι επακολουθούσε συζήτηση. Επειδή είδαν ότι κάτι καταλάβαινα απ’ αυτά τα πράγματα, με ρώτησαν αν ξέρω να τους αναπτύξω κανένα θέμα σχετικά με το αγροτικό ζήτημα. Είπα πως μπορούσα να τους μιλήσω για το σταφιδικό ζήτημα της περιοχής μου, της Πελοποννήσου. ‘ Εδειξαν ότι ευχαριστήθηκαν, γιατί επρόκειτο για ένα σοβαρότατο πρόβλημα, που δεν το είχαν αγγίξει καθόλου τότε ακόμα.

‘Εκανα λοιπόν δύο διαλέξεις, με βάση στοιχεία που μάζευα από καιρό και τις προσωπικές μου παρατηρήσεις, γιατί ήξερα όλες τις λεπτομέρειες, μια και ήταν η περιοχή μου. Οι ομιλίες μου εντυπωσίασαν, και πιο πολύ η ανάλυση του περίπλοκου μηχανισμού, που επέτρεπε να κατακλέβονται οι αγρότες σταφιδοπαραγωγοί.

Όμως μας έλειπαν τα μαρξιστικά βιβλία κι εδώ κυκλοφορούσαν πολύ λίγες τέτοιες εκδόσεις εκείνο τον καιρό. Αν εξαιρέσουμε τις μεταφράσεις μερικών άρθρων στην «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», τίποτε άλλο δεν υπήρχε για θεωρητική κατάρτιση.

Μερικές φορές μας βοηθούσε η Ντόμνα του Κολοζώφ, η συντρόφισσα γυναίκα του, όταν έρχονταν να δει τον άνδρα της. Μας μετέφραζε άρθρα από Γαλλικές εφημερίδες (τη Monde κ.α.) και από περιοδικά. Χαρακτηριστικό είναι αυτό που είπε ο Πουλιόπουλος κάποτε: «Αν τυχόν κάνουμε καμιά σχολή, τί θα διδάξουμε; Εγώ τουλάχιστον δεν θα μπορέσω να διδάξω, γιατί δεν έχουμε τίποτε μαρξιστικό, καμιά θεωρητική υποδομή. Απλώς κάνω το μαρξιστή, χωρίς να ξέρω μαρξισμό. Ακόμα και να μου προτείνουν, εγώ θ’ αρνηθώ να διδάξω».

Η Φολέγανδρος για μένα στάθηκε η πρώτη ομαδική εξορία. Οργανωθήκαμε γρήγορα σε κολλεκτίβα. Η Εργατική Βοήθεια μας έστελνε ένα ποσόν εκτός αυτού είχε καθιερωθεί και το 50% από τις ατομικές επιταγές. Είχαμε καζάνι δικό μας και συχνά καλοτρώγαμε. Και τούτο γιατί, όσες φορές οι ψαράδες, που ψάρευαν καλής ποιότητας ψάρια, δεν μπορούσαν να τα στείλουν στην Αθήνα, τάφερναν στις κολλεκτίβες και μας τα πουλούσαν πολύ φθηνά.

Κι από άποψη στέγης είχαμε βολευτεί. Είχαμε νοικιάσει 3-4 σπίτια σχετικά καλά στο χωριό κι έτσι δεν υποφέραμε. Γενικά η ατμόσφαιρα μεταξύ μας ήταν ζεστή, συντροφική. Κάθε μέρα φυσικά δίναμε το «παρών» στην αστυνομία.

Στις 22 Αυγούστου 1926 ανατράπηκε ο Πάγκαλος. Σχημάτισε κυβέρνηση ο Κονδύλης και μας απέλυσε. Μερικοί από μας προλάβαμε και φύγαμε με το ίδιο βαπόρι που μας έφερε την είδηση. Γιατί βαπόρι ερχόταν στη Φολέγανδρο μόνο μια φορά την εβδομάδα.

Έτσι χωρίσαμε με τους συντρόφους αυτούς. Ήταν όλοι τους άνθρωποι, που πραγματικά κάτι ήθελαν να κάνουν, μ’ αυτές τις γνώσεις και την πείρα και τις δυνάμεις που διέθεταν. Βέβαια διαφωνούσαν και χωρίζονταν σε ομάδες παρ’ όλ’ αυτά είχε αρκετή συνοχή η κολλεχτίβα μας.

Πάλι στην Καλαμάτα

Την επόμενη της άφιξης μου στην Αθήνα αναχώρησα για την Καλαμάτα. Ως συνήθως, πρώτη με υποδέχτηκε η αστυνομία. Το χειρότερο ήταν πως είχα χάσει τη δουλειά μου και δεν είχα και δωμάτιο να μείνω. ‘Ετσι αναγκάσθηκα κι έκανα ό,τι έβρισκα: πότε έκανα μεροκάματο στα καΐκια, πότε φόρτωνα πέτρες, άμμο και άλλα τέτοια.

Το μεγαλύτερο κακό μου έγινε όταν με έβαλαν υποψήφιο βουλευτή στις εκλογές της 7ης Σεπτέμβρη 1926, παρά τις διαμαρτυρίες μου. Πρώτη φορά θα εμφανίζονταν στη Βουλή το κόμμα μας.

Τότε πρότειναν και στον Πουλιόπουλο να βάλει υποψηφιότητα και δήλωσε πως, αν τον βάλουν χωρίς τη συγκατάθεσή του, θα ανακαλέσει την υποψηφιότητα και θα είναι χειρότερα. Προσπάθησαν να τον μεταπείσουν, μα αυτός έμεινε ανένδοτος. Από τότε ήρθε σε ρήξη με το κόμμα, του έκαναν κριτική και τον διέγραψαν.

Ο Μάξιμος βγήκε τότε βουλευτής. Ο Χαϊτάς δε βγήκε. Εμένα θεώρησαν σκόπιμο να με βάλουν σε δυό νομούς. Με βάλαν στην Πάτρα, όπου συμπεριλαμβάνονταν και το Αγρίνιο, κι από όπου πήραμε 3-4 χιλιάδες ψήφους. Κι ήταν το Αγρίνιο που μας σήκωσε σε ψήφους. Με βάλαν και στην Καλαμάτα, όπου επί 42.000 περίπου ψηφοφόρων πήραμε μόνον 149 ψήφους. Η Πελοπόννησος τότε ακόμα ελέγχονταν από την αντίδραση.”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *