Γενοκτονίες και γενοκτονολόγοι

Η σύμβαση περί γενοκτονίας επιτρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε την κομμουνιστική βαρβαρότητα στο επίπεδο όχι μιας συζήτησης για τον “διαλεκτικό υλισμό” του Μαρξ, αλλά της κοινής εγκληματικότητας του Αλ Καπόνε και των ομοίων του

Ραφαήλ Λέμκιν (δημιουργός του όρου «γενοκτονία»), 30.1.1953

Αν βγαίνει κάποιο συμπέρασμα από τον πρόσφατο θόρυβο γύρω από την απάντηση του υπουργού Παιδείας στο ερώτημα του Νίκου Χατζηνικολάου περί «ποντιακής γενοκτονίας», αυτό είναι η διαπίστωση της σύγχυσης που επικρατεί στον δημόσιο λόγο.

Οχι μόνο για το τι ακριβώς συνέβη στον Πόντο κατά το πρώτο τέταρτο του εικοστού αιώνα, αλλά και για τις ίδιες τις έννοιες της γενοκτονίας και της εθνοκάθαρσης.

Αντιμέτωποι με τη ρευστότητα και την αντιφατική χρήση των επίμαχων όρων, πολλοί απ’ όσους τοποθετήθηκαν δημόσια κατέληξαν έτσι σε μια αφοριστική απόφανση:αφού, έτσι κι αλλιώς, τόσο η γενοκτονία όσο και η εθνοκάθαρση αφορούν στοχευμένες βιαιοπραγίες σε βάρος κάποιας μειονοτικής ομάδας, τι νόημα έχει η όποια διάκριση;

Κατανοητή ως ενστικτώδης αντίδραση σε μια διένεξη σημαδεμένη από ανερμήνευτες (κι ενίοτε κακοχωνεμένες) βυζαντινολογίες, η προσέγγιση αυτή δεν παύει ωστόσο να είναι βαθιά λανθασμένη.

Τουλάχιστον όσο και η δογματική εξίσωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας με τον φασισμό, βάσει της (επίσης ορθής) διαπίστωσης ότι και τα δυο καθεστώτα συνιστούν πολιτικές μορφές κυριαρχίας του κεφαλαίου πάνω στις εργαζόμενες μάζες.

Θα προσπαθήσουμε ως εκ τούτου σήμερα να ξεκαθαρίσουμε τις βασικές πτυχές του ζητήματος, συνοψίζοντας τη σχετική διεθνή επιστημονική συζήτηση κι εντοπίζοντας τα βασικά σημεία τριβής στους κόλπους της.

Κυρίως θα σταθούμε στη διαπλοκή του επιστημονικού λόγου με τις πολιτικές στοχεύσεις που αυτός καλείται κάθε φορά να νομιμοποιήσει, καθώς και με την υλική βάση της ανάπτυξης των λεγόμενων «γενοκτονικών σπουδών» (Genocide Studies) σε υπερατλαντικά πανεπιστήμια την τελευταία εικοσαετία.

Γενοκτονία: προβλήματα ορισμού

Αφίσα για την σφαγή στην Σρεμπρένιτσα
Αφίσα για την σφαγή στην Σρεμπρένιτσα |

Κάθε συζήτηση περί γενοκτονίας ξεκινά με τον νομικό ορισμό του φαινομένου από τη σχετική σύμβαση που ψήφισε η Γ.Σ. του ΟΗΕ στις 9.12.1948 και κυρώθηκε από την Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1954 (Ν.Δ. 3091).

Σύμφωνα με το άρθρο 2, «ως γενοκτονία νοείται οιαδήποτε εκ των κατωτέρω πράξεων, ενεργουμένη με την πρόθεσιν ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδος, εθνικής, εθνολογικής [=εθνοτικής], φυλετικής ή θρησκευτικής, ως τοιαύτης:

α) Φόνος των μελών της ομάδος

β) Σοβαρά βλάβη της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητος των μελών της ομάδος

γ) Εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος εις συνθήκας διαβιώσεως δυναμένας να επιφέρωσιν την πλήρη ή μερικήν σωματικήν καταστροφήν αυτής

δ) Μέτρα αποβλέποντα εις την παρεμπόδισιν των γεννήσεων εις τους κόλπους ωρισμένης ομάδος

ε) Αναγκαστική μεταφορά παίδων μιας ομάδος εις ετέραν ομάδα».

Ακόμη ευρύτερος ήταν ο αρχικός ορισμός της γενοκτονίας από τον δημιουργό του όρου, τον Πολωνοεβραίο νομικό Ραφαήλ Λέμκιν, εκ των συντακτών επίσης της σύμβασης.

Στο βιβλίο του «Η διακυβέρνηση του Αξονα στην κατεχόμενη Ευρώπη» (1944), ο Λέμκιν όρισε ως γενοκτονία «την καταστροφή ενός έθνους ή μιας εθνοτικής ομάδας», όχι μόνο «όταν επιτυγχάνεται με μαζικούς φόνους όλων των μελών ενός έθνους»αλλά και όταν περιορίζεται στην καταστροφή «των ουσιωδών θεμελίων της ζωής των εθνικών ομάδων» (πολιτικές, πολιτισμικές, οικονομικές κ.λπ. δομές), με σκοπό την εξάλειψή τους ως διακριτών οντοτήτων.

Ξεκαθάρισε, μάλιστα, πως το περιγραφόμενο έγκλημα διαφέρει ριζικά από τις νομικά θεσπισμένες προσβολές των ατομικών δικαιωμάτων, επειδή ως θύμα του εκλαμβάνονται όχι άτομα αλλά συλλογικότητες:

«Η γενοκτονία στρέφεται κατά της εθνικής ομάδας ως οντότητας κι οι ενέργειες που περιλαμβάνει στρέφονται εναντίον ατόμων, όχι με την ατομική τους ιδιότητα, αλλά ως μελών της εθνικής ομάδας».

Ετσι κι αλλιώς, η πρακτική εφαρμογή αυτών των διατάξεων υπήρξε εξαιρετικά περιορισμένη.

Ξεκίνησε μετά την (άκρως καθυστερημένη) κύρωση της σύμβασης του ΟΗΕ από τις ΗΠΑ (1988) και μέχρι σήμερα έχει εφαρμοστεί μόνο από τα ειδικά δικαστήρια που συστήθηκαν για τη Ρουάντα και την πρώην Γιουγκοσλαβία.

Οσο για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο που συγκροτήθηκε το 2003, μέχρι σήμερα έχει ασκήσει δίωξη για γενοκτονία μόνο κατά του ισλαμιστή ηγέτη του Σουδάν Ομάρ αλ-Μπασίρ (14.7.2008)· ακόμη κι εδώ υπαναχώρησε όμως ταχύτατα (4.3.2009), με το σκεπτικό ότι για το συγκεκριμένο αδίκημα «δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις».

Η πολιτική σκοπιμότητα της επιλεκτικής επίκλησης αυτών των διατάξεων είναι άλλωστε προφανής: κανείς δεν διανοείται να τις εφαρμόσει σε βάρος των ηγετών κάποιας μεγάλης δύναμης όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα ή η Ρωσία, για εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί σε βάρος μικρότερων λαών.

Η σφαγή της Σρεμπρένιτσα θεωρείται «γενοκτονία», η ισοπέδωση της Φαλούτζα και του Γκρόζνι «παράπλευρη απώλεια».

Ακόμη σοβαρότερα προβλήματα παρουσιάζει η μεταφύτευση αυτού του αμφιλεγόμενου όρου από τον χώρο του διεθνούς ποινικού δικαίου στο πεδίο της ιστοριογραφίας:

⬣ Σε ποιο χρονικό βάθος μπορεί να γίνει λόγος για γενοκτονίες; Δεδομένου ότι ακόμη και η έννοια του «εγκλήματος πολέμου» συνιστά πρόσφατη επινόηση (των αρχών του εικοστού αιώνα), πόσο θεμιτό είναι να μεταφέρει κανείς αυθαίρετα κάτι τέτοιο στο απώτερο παρελθόν;

Για να σταθούμε στα δικά μας: οι «τιμωρητικές» σφαγές της Χίου από τους Οθωμανούς το 1822 ή η αστραπιαία εξολόθρευση των 50.000 μουσουλμάνων της Πελοποννήσου από τους Ελληνες επαναστάτες του 1821, στρατηγική επιλογή για την εκκαθάριση των μετόπισθεν της εξέγερσης που αναγορεύτηκε κατόπιν από το εθνικιστικό φολκλόρ σε προγραμματική στόχευση («Τούρκος μη μείνει στο Μοριά, μηδέ στον κόσμον όλο») εμπίπτουν ή όχι σ’ αυτή την κατηγορία;

Ο ίδιος ο Λέμκιν, στην ημιτελή «Ιστορία της γενοκτονίας» που ετοίμαζε απάντησε καταφατικά, ασχολούμενος με την αποικιακή εξολόθρευση ιθαγενών λαών και τους διωγμούς των πρώτων χριστιανών στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή των Εβραίων στη μεσαιωνική Ευρώπη.

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο γνωστός ιστορικός της αρμενικής γενοκτονίας Βαχάκν Νταντριάν τοποθετεί τις απαρχές του φαινομένου στην Παλαιά Διαθήκη και την εξόντωση των λαών της Χαναάν από τους Εβραίους.

Αλλοι κοινωνικοί επιστήμονες προτιμούν να περιορίσουν το χρονικό εύρος των γενοκτονιών στους τελευταίους αιώνες, συνδέοντας άρρηκτα αυτή την πρακτική με τη νεωτερικότητα –επιλογή, φυσικά, εξίσου πολιτικά φορτισμένη.

⬣ Τι έκταση πρέπει να έχει η φυσική εξολόθρευση μιας πληθυσμιακής ομάδας για να μπορεί κανείς να μιλήσει αξιόπιστα για γενοκτονία;

Καθώς η ιστορία της ανθρωπότητας είναι γεμάτη με έμπρακτες στοχοποιήσεις κάθε λογής εξωτερικών κι εσωτερικών εχθρών, είναι προφανές πως η νομική προσέγγιση του φαινομένου, σύμφωνα με την οποία ακόμη κι ένας μεμονωμένος φόνος συνιστά πράξη γενοκτονίας εφόσον εντάσσεται σε σχεδιασμό για την καταστροφή μιας εθνικής, εθνοτικής ή θρησκευτικής ομάδας «ως τέτοιας» (δηλαδή ακόμη και για τον εξαναγκασμό των υπόλοιπων μελών της σε βίαιη αφομοίωση ή/και αλλαξοπιστία), δύσκολα μπορεί να βρει αξιόπιστη εφαρμογή στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών.

Ο αριθμός των θυμάτων, και δη ως ποσοστό του συνολικού μεγέθους της ομάδας, αναδεικνύεται εδώ σε καθοριστικό στοιχείο.

Πού όμως μπορεί να τοποθετηθεί η διαχωριστική γραμμή, που διακρίνει μια γενοκτονία από «απλές» βιαιότητες;

Αν η απώλεια ενός 20% των Ελληνορθόδοξων του Πόντου μέσα σε μια δεκαετία (1914-24), αποτέλεσμα όχι μόνο σφαγών ή πολεμικών συγκρούσεων αλλά κι επιδημιών (όπως η πολύνεκρη ισπανική γρίπη που το 1918 ρήμαξε όλη την Ευρώπη) δικαιολογεί έναν τέτοιο χαρακτηρισμό, γιατί να μην ειπωθεί το ίδιο και για την εξολόθρευση του 10% των Τσάμηδων της Ελλάδας από τον ΕΔΕΣ μέσα σε λίγες εβδομάδες το 1944;

⬣ Σε ποιο βαθμό πρέπει να τεκμηριωθεί η πρόθεση των αρχών για καταστροφή της επίμαχης πληθυσμιακής ομάδας;

Αρκούν η απόφαση για διάπραξη κατασταλτικών βιαιοτήτων, η διάχυτη εχθρική πρόθεση, ο περιρρέων ρατσισμός ή οι αιμοχαρείς διαθέσεις των εκτελεστικών οργάνων;

Τα πολιτιστικά προϊόντα που μαρτυρούν ένα τέτοιο κλίμα είναι δυνατόν να εκληφθούν ως επαρκές «τεκμήριο» ή έστω ένδειξη;

Η χρησιμοποίηση ενός μέρους της ίδιας ομάδας για την εξόντωση μιας αντίπαλης μερίδας, όπως έγινε π.χ. τη δεκαετία του ’80 με τους Ινδιάνους της Γουατεμάλας για την καταστολή του «Αντάρτικου Στρατού των Φτωχών», είναι δυνατό να θεωρηθεί γενοκτονία;

Και τι γίνεται όταν συγκεκριμένες εντολές της κεντρικής διοίκησης σταματούν αρκετά νωρίς τις αθρόες εκτελέσεις, όπως συνέβη στον Δυτικό Πόντο τον Ιούνιο του 1921, οκτώ μέρες μετά την έναρξη των εκτοπίσεων του ελληνικού πληθυσμού των παραλίων;

1, 2, χιλιάδες «γενοκτονίες»

Βαρσοβία 9.5.2015. Πολωνοί γιορτάζουν την επέτειο της αντιχιτλερικής νίκης,Βαρσοβία 9.5.2015. Πολωνοί γιορτάζουν την επέτειο της αντιχιτλερικής νίκης, ζητώντας επίσημη αναγνώριση της «γενοκτονίας του πολωνικού έθνους» από τους Σοβιετικούς | ΑΠΕ/ΜΠΕ

Οι απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα ποικίλλουν ανάλογα με τους ερευνητές, τις πολιτικές απόψεις και διασυνδέσεις τους, αλλά και την ατζέντα των επιμέρους φορέων που ασχολούνται με το αντικείμενο.

Ενας πρώτος παράγοντας που επηρεάζει τη συζήτηση είναι οι παρεμβάσεις των ενδιαφερόμενων συλλογικοτήτων, εθνικών και πολιτικών, που εκλαμβάνουν την αναγόρευση των βασάνων τους (ή όσων πέρασαν οι πρόγονοί τους) σε «γενοκτονία» σαν το αποκορύφωμα μιας ιστορικής και πολιτικής δικαίωσης.

Ιδιαίτερη επίδοση σ’ αυτό το άθλημα έχουν οι πάσης φύσης εθνικισμοί, ιδίως όταν η προβολή «γενοκτονιών» συνδέεται με την ηθική κατατρόπωση κάποιου γειτονικού κράτους.

Ο καταστροφικός λιμός που έπληξε την ΕΣΣΔ μετά την αναγκαστική κολεκτιβοποίηση της δεκαετίας του ’30 έχει έτσι αναγορευτεί από τους εθνικιστές του Κιέβου σε«γενοκτονία» ειδικά των Ουκρανών· το Εθνικό Μουσείο της Ντάκα διαθέτει ειδική αίθουσα για τη «γενοκτονία» που οι κάτοικοι του Μπανγκλαντές -τότε Ανατολικό Πακιστάν- υπέστησαν το 1971 από τον (δυτικο)πακιστανικό στρατό· το κοινοβούλιο των Τιράνων υιοθέτησε το ελληνικό παράδειγμα και στις 30.6.1994 ψήφισε τον Ν.7839 για την «ημέρα γενοκτονίας των Αλβανών της Τσαμουριάς από τους Ελληνες σοβινιστές»· ακόμη και το τουρκικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας απείλησε το 2001 να καθιερώσει την επέτειο της ελληνικής απόβασης στη Σμύρνη σαν επίσημη «ημέρα γενοκτονίας των Τούρκων».

Αντιμέτωπος με την άρνηση των ψυχροπολεμικών ΗΠΑ να κυρώσουν τη σύμβαση του ΟΗΕ, ο ίδιος ο Λέμκιν προσπάθησε απεγνωσμένα να υπερασπίσει το δημιούργημά του προσφεύγοντας στον πιο ακραίο αντικομμουνισμό, αναπαράγοντας τους σχετικούς ισχυρισμούς κάθε λογής Σοβιετικών εμιγκρέδων αλλά και των ελληνικών κυβερνήσεων του εμφυλίου περί «παιδομαζώματος».

Στο καθαρά πολιτικό επίπεδο, η πρωτοφανής θνησιμότητα που συνόδευσε την προσπάθεια των Κόκκινων Χμερ να επαναφέρουν την Καμπότζη στην «ένδοξη αυτάρκεια» του 13ου αιώνα έθεσε νέα διλήμματα –από την αυθαίρετη διεύρυνση της έννοιας της «γενοκτονίας», ώστε να περιλάβει ακόμη και την εξολόθρευση μελών της οικείας εθνικής ομάδας, μέχρι την εμφάνιση των άκρως συζητήσιμων νεολογισμών«αυτογενοκτονία» και «πολιτικοκτονία» (politicide).

Ακόμη και μικρότερα μακελειά, όπως ο βρόμικος πόλεμος κατά της Αριστεράς στην Αργεντινή τη δεκαετία του 1970, ταξινομούνται από τo επιστημονικό λόμπι της IAGS ως «γενοκτονίες».

Ενας άλλος πάλι νεολογισμός των τελευταίων χρόνων, η «γενοκτονία από τα κάτω»(subaltern genocide), μεταμόρφωσε τα επαναστατικά ξεσπάσματα του παρελθόντος -από τις εξεγέρσεις των σκλάβων και δώθε- σε δυνάμει «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».

Εξίσου σαφής είναι η πρόθεση αξιοποίησης της «γενοκτονολογίας» ως οργάνου προπαγανδιστικής νομιμοποίησης κάθε είδους ιμπεριαλιστικών πολέμων κι επεμβάσεων, κατά το πρότυπο των αποικιακών εξορμήσεων του παρελθόντος.

Ενας δεύτερος παράγοντας που συνέβαλε στην επέκταση των «γενοκτονικών σπουδών» πηγάζει από την εντροπία των ακαδημαϊκών δομών στις αγγλοσαξονικές χώρες.

Η προϋπάρχουσα τάση παραγωγής νέων διεπιστημονικών πεδίων, από τις γυναικείες σπουδές μέχρι τα queer studies, προσέδωσε μια αυτοτελή δυναμική στις προσπάθειες μιας μερίδας υπερατλαντικών πανεπιστημιακών ν’ αναδείξουν τη μαζική εξολόθρευση σε διακριτό επιστημονικό αντικείμενο.

Σήμερα υπάρχουν ένα γερμανόγλωσσο και τρία αγγλόγλωσσα περιοδικά ειδικευμένα στις «γενοκτονίες» (Journal of Genocide Research, Genocide Studies and Prevention, Holocaust and Genocide Studies, Zeitschrift für Genozidforschung).

Μια απλή αναζήτηση στο google με το ερώτημα «genocide studies» αποκαλύπτει επίσης την ύπαρξη εκατοντάδων τμημάτων «γενοκτονολογίας» που ιδρύθηκαν σε αγγλοσαξονικές κυρίως χώρες από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και δώθε.

Ακόμη και η στρατιωτική ακαδημία των ΗΠΑ διαθέτει από το 2012 το δικό της «Κέντρο Σπουδών Γενοκτονιών και Ολοκαυτώματος»·  όπως μας πληροφορεί ο ιστότοπός του, «το 2012 ο εντοπισμός και η πρόληψη γενοκτονιών και μαζικών θηριωδιών κατέστη μέρος του στρατιωτικού δόγματος κι επιτακτικό καθήκον για τις [αμερικανικές] ένοπλες δυνάμεις».

Οι υλικές προεκτάσεις αυτής της εξέλιξης είναι προφανείς (δημιουργία νέων εδρών, απόσπαση κονδυλίων, σύσταση ειδικών ερευνητικών κέντρων και συγκρότηση μιας αυτοτελούς κάστας εντός των ΑΕΙ), όπως και η διαπλοκή της με την έμμεση ιδιωτικοποίηση του πανεπιστημιακού έργου μέσω σπονσόρων.

Απόρροια της ανάπτυξης των «γενοκτολογικών σπουδών» υπήρξε έτσι τελικά ο πολλαπλασιασμός των υπό εξέταση «γενοκτονιών», με κριτήρια κάθε άλλο παρά αμιγώς επιστημονικά.

Ετσι κι αλλιώς, η τάση διεύρυνσης του πεδίου ήταν από καιρό ορατή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η τυπολογία των γενοκτονιών που επιχείρησε εν έτει 1975 ο Νταντριάν:δίπλα στον «ιδεοτυπικό ορισμό» που εισηγήθηκε («γενοκτονία είναι η επιτυχημένη απόπειρα μείωσης του αριθμού μιας μειονοτικής ομάδας, η τελική εξολόθρευση της οποίας θεωρείται επιθυμητή και χρήσιμη, με καταναγκαστικά μέσα από μια κυρίαρχη ομάδα») πρόσθεσε μια σειρά από επιμέρους κατηγοριοποιήσεις που καλύπτουν μια ευρύτατη γκάμα καταπιεστικών πρακτικών:

➤ γενοκτονία «πολιτισμική» (αναγκαστική αφομοίωση των μειονοτήτων στον εθνικό κορμό),

➤ «λανθάνουσα» (μαζικοί βομβαρδισμοί, εκτοπίσεις που καταλήγουν σε μη προγραμματισμένη εξολόθρευση),

➤ «ανταποδοτική» (σποραδικές σφαγές αμάχων σε αντίποινα για ένοπλες ενέργειες)

➤ ή «χρησιμοθηρική» (με κύριο σκοπό την αρπαγή πλουτοπαραγωγικών πηγών ή τον εξανδραποδισμό)⦁ όσο για την προσπάθεια καθολικής εξολόθρευσης μιας πληθυσμιακής ομάδας, όπως συνέβη με τους Αρμενίους και τους Εβραίους, αυτή μετονομάστηκε απλά σε «βέλτιστη γενοκτονία» (optimal genocide).

Τα αδιέξοδα μιας τέτοιας προσέγγισης είναι προφανή. Αν σχεδόν κάθε μορφή εθνικής ή θρησκευτικής καταπίεσης συνιστά γενοκτονία, τότε η έννοια χάνει ουσιαστικά το νόημά της και η συστηματική εξολόθρευση ολόκληρων λαών εξισώνεται αξιακά με οφθαλμοφανώς ελάσσονα συμβάντα.

Για την υπέρβαση αυτού του αδιεξόδου, ο νεολογισμός «εθνοκάθαρση» μας προσφέρει ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο.

Ενας χρήσιμος νεολογισμός

Σε αντίθεση με τη γενοκτονία, η εθνοκάθαρση δεν αποτελεί νομική έννοια.

Ως νεολογισμός πρωτοδιατυπώθηκε στα ρωσικά (етническое чищенье), στα τέλη της δεκαετίας του 1980, για να περιγράψει τις βιαιότητες κατά της αρμενικής μειονότητας στο (τότε σοβιετικό) Αζερμπαϊτζάν.

Από εκεί πέρασε στα σερβοκροατικά (етничко чишчење) και, το 1992, στις δυτικοευρωπαϊκές γλώσσες (ethnic cleansing, épuration ethnique).

Ως έννοια, υποδηλώνει την εκδίωξη μιας πληθυσμιακής ομάδας από τις περιοχές όπου κατοικεί με τη χρήση βίαιων μέσων, τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν ομαδικούς φόνους· αυτό που τη διαφοροποιεί από τη γενοκτονία είναι η επιδίωξη της απαλλαγής από τους ανεπιθύμητους πληθυσμούς κι όχι η βιολογική εξόντωση των τελευταίων.

Η περιγραφική χρησιμότητα αυτού του νεολογισμού, και ο συνακόλουθος περιορισμός της γενοκτονίας στις (κατά Νταντριάν) «βέλτιστες», είναι προφανής.

Με εθνοκαθάρσεις, όχι όμως και με γενοκτονίες, βαρύνονται λίγο-πολύ οι περισσότεροι εθνικισμοί, καθώς μάλιστα η επίτευξη «εθνικής ομοιογένειας» θεωρούνταν μέχρι πρότινος θεμιτός αν όχι ευκταίος στόχος σε παγκόσμια κλίμακα.

Η εκδίωξη των Παλαιστινίων από τα ισραηλινά εδάφη, των Σέρβων και των Τσιγγάνων από το Κοσσυφοπέδιο μετά το 1999, των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης το 1955 και το 1964, των Τσάμηδων της Θεσπρωτίας το 1944-45, των γερμανικών και ιταλικών μειονοτήτων από τις απελευθερωμένες χώρες των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης την ίδια εποχή, αποτελούν μερικές μόνο από τις ψηφίδες μιας ευρύτερης διαδικασίας.

Απάνθρωπης μεν, η οποία είναι όμως απαράδεκτο να συγκρίνεται με το απόλυτο έγκλημα της οργανωμένης εξολόθρευσης εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων.

«Μικρασιατική γενοκτονία» τίνος;

Η ταυτότητα του Ραφαήλ Λέμκιν, ως συμβούλου του αμερικανικού υπουργείου Πολέμου για τις διεθνείς σχέσεις (1946)Η ταυτότητα του Ραφαήλ Λέμκιν, ως συμβούλου του αμερικανικού υπουργείου Πολέμου για τις διεθνείς σχέσεις (1946) |

Η Ιστορία παίζει καμιά φορά περίεργα παιχνίδια σ’ όσους την επικαλούνται ως πολιτικό επιχείρημα. Ξεφυλλίζοντας το προσωπικό αρχείο του Ραφαήλ Λέμκιν, προσβάσιμο πλέον σε μεγάλο βαθμό στο Διαδίκτυο, ο ερευνητής διαπιστώνει πως ο επιφανής νομικός που επινόησε τον όρο «γενοκτονία» όντως πίστευε ότι στη διάρκεια του μικρασιατικού πολέμου συντελέστηκε κάτι τέτοιο.

Οχι όμως των Ελλήνων από τους Τούρκους, αλλά το αντίθετο!

Το πιστοποιεί ένα αδημοσίευτο -μέχρι σήμερα- ντοκουμέντο που εντοπίσαμε σ’ αυτό το αρχείο (κυτίο 8, φάκελος 8).

Πρόκειται για ένα δισέλιδο δακτυλόγραφο, το οποίο αποτελεί μέρος του υλικού που ο Λέμκιν είχε συγκεντρώσει για τη συγγραφή της -ανολοκλήρωτης- «Ιστορίας των γενοκτονιών» που ετοίμαζε.

Οπως προκύπτει απ’ το σύνολο των σημειώσεών του, ο Λέμκιν σχεδίαζε ν’ αναλύσει δυο επιμέρους στιγμές των ελληνοτουρκικών συρράξεων του παρελθόντος σαν συμμετρικές «γενοκτονίες»: τη σφαγή της Χίου το 1822 (Ελλήνων από Τούρκους) και τη μικρασιατική εκστρατεία (Τούρκων από Ελληνες).

Η δεύτερη «τεκμηριώνεται» με αναδρομή στο βιβλίο του γνωστού Αγγλου ιστορικού Αρνολντ Τόινμπι «Το Δυτικό ζήτημα στην Ελλάδα και την Τουρκία» (1922).

Από την αντιπαραβολή με το πρωτότυπο, διαπιστώνουμε μάλιστα πως ο συντάκτης του σημειώματος παρέλειψε τη συγκριτική αναφορά του Τόινμπι σε αντίστοιχες επιδόσεις των κεμαλικών στον τουρκόφωνο Δυτικό Πόντο.

Μολονότι ο Λέμκιν τις τελευταίες δεκαετίες έχει αναγορευτεί σε ιερή αγελάδα των «γενοκτονολόγων», επί της ουσίας η εκτίμησή του δεν αποτελεί φυσικά θέσφατο.

Αποδεικνύει όμως τα εγγενή όρια της «γενοκτονολογίας», τη δομική ασάφεια και τον πολιτικό κατά βάση χαρακτήρα μιας νομικής έννοιας εκ γενετής τόσο διευρυμένης, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πολιτικό όπλο.

Το πλήρες σημείωμα του Ραφαήλ Λέμκιν

Λεμκιν

Ελληνες εναντίον Τούρκων – μέθοδοι Ι (υλικ.) 
Μέθοδοι Γενοκτονίας 
Υλική
Σφαγή
Στις 15 Μαΐου 1919 άρχισαν σφαγές Τούρκων σε διάφορα μέρη της Μικράς Ασίας. Πολίτες κι αφοπλισμένοι στρατιώτες σφαγιάζονταν στους δρόμους. Αργότερα ολόκληρες συνοικίες και χωριά λεηλατούνταν, άνθρωποι σκοτώνονταν ή εκτοπίζονταν.

Επειτα από οκτώ μήνες το κύμα της γενοκτονίας είχε φτάσει στην Κιλικία, στο ανατολικό άκρο της Ανατολίας. Υστερα από 18 μήνες εξαπλώθηκε στην αρμενική δημοκρατία του Ερεβάν. Στη Σμύρνη η γενοκτονία πήρε τραγικές διαστάσεις.

Ενα ελληνικό εκστρατευτικό σώμα κατέφθασε συνοδευόμενο από μια μοίρα συμμαχικών πολεμικών πλοίων μ’ επικεφαλής έναν Βρετανό ναύαρχο. Τα τουρκικά στρατεύματα στη Σμύρνη είχαν αφοπλιστεί, αλλά δεν είχαν όλα απομακρυνθεί.

Ο ορθόδοξος μητροπολίτης προϋπάντησε πανηγυρικά τα ελληνικά στρατεύματα κατά την άφιξή τους. Υπήρξαν θρησκευτικές τελετές κι εθνικοί χοροί. Κατόπιν οι Ελληνες παρήλασαν στην προκυμαία.

Ενα μικτό πλήθος παρακολουθούσε με ένταση. Ξαφνικά κάποιος έριξε έναν πυροβολισμό κι αμέσως άρχισε αχαλίνωτος καταιγισμός πυρών. Τα ελληνικά στρατεύματα πυροβολούσαν αδιακρίτως το πλήθος.

Τούρκοι αξιωματικοί σύρθηκαν έξω από τους στρατώνες κι εξαναγκάστηκαν να βαδίσουν κατά μήκος της προκυμαίας με υψωμένα χέρια. Υποχρεώθηκαν να φωνάξουν ελληνικά πατριωτικά συνθήματα.

Οταν σκόνταφταν ή ξέμεναν πίσω, λογχίζονταν χωρίς πολλά-πολλά και τα πτώματά τους ρίχνονταν στη θάλασσα. Αργότερα, ντόπιοι Ελληνες πολίτες σκότωσαν κάποιους από τους εναπομείναντες Τούρκους αξιωματικούς.

Οι Ελληνες επιτίθεντο σ’ οποιονδήποτε φορούσε φέσι, παρόλο που στη Σμύρνη οι μη Τούρκοι φορούσαν κι αυτοί φέσι. Το φονικό κράτησε δυο μέρες (Τόινμπι, Το Δυτικό ζήτημα, σ. 270).

Το σύνολο των σκοτωμένων στη Σμύρνη ήταν τουλάχιστον 200 (όπ.π., σ. 272). Κατά τη διάρκεια της επίθεσης του 1920 ο ελληνικός στρατός δολοφονούσε Τούρκους παντού (σ. 274-5).

Την επόμενη χρονιά η υλική γενοκτονία συνεχίστηκε⦁ «τα εγκλήματα διαπράττονταν εν ψυχρώ» (σ. 276).  Στις προσχεδιασμένες σφαγές των Ελλήνων ακολουθήθηκε η παρακάτω διαδικασία, σύμφωνα με τον Τόινμπι

❝ Αυτή η “άμεση δράση” ξεκινούσε συνήθως στα απομακρυσμένα τμήματα μιας επαρχίας. Πρώτα ερευνούνταν τα μικρά κρησφύγετα και, ως δεξιοτέχνες “παγανιέρηδες”, οι παραστρατιωτικοί συγκέντρωναν τους επιζώντες σαν κοπάδια στο κεντρικό χωριό ή κωμόπολη, όπου μπορούσαν να τους ξεφορτωθούν με άνεση. Το πρώτο στάδιο πραγματοποιούνταν συνήθως γρήγορα, το δεύτερο χαλαρά. Εχοντας κορέσει την όρεξή τους για λάφυρα και αίμα, οι παραστρατιωτικοί έπαιζαν ένα παιχνίδι γάτας και ποντικιού με τα εναπομείναντα θύματα τους. Τα υπέβαλλαν σε ανελέητο αποκλεισμό, σκοτώνοντας όποιον τολμούσε να πάει για δουλειά στα χωράφια. Κάποιες σκοτεινές νύχτες ορμούσαν, αποσύρονταν και ξαναορμούσαν, πραγματοποιώντας κάθε φορά μερικές λεηλασίες και φόνους. Στο τέλος χυμούσαν· γινόταν η τελική σφαγή, το χωριό παραδιδόταν στις φλόγες και το επικερδές άθλημα ενός μήνα κατέληγε στην εξάλειψη της αντίζηλης εθνότητας από εκείνη τη συγκεκριμένη περιοχή❞ (σ. 292). 

[Raphael Lemkin Papers, American Jewish Archives (Σινσινάτι του Οχάιο), Box 8, Folder 8. Μεγάλο μέρος του αρχείου είναι προσπελάσιμο διαδικτυακά]

Γενοκτονολόγοι διά πάσαν νόσον

Οι σύνεδροι του IAGS στο μνημείο αρμενικής γενοκτονίας του Ερεβάν (2015)Οι σύνεδροι του IAGS στο μνημείο αρμενικής γενοκτονίας του Ερεβάν (2015) |

Το εντυπωσιακότερο επιχείρημα των υποστηρικτών της ποντιακής (και μικρασιατικής) «γενοκτονίας» αποτελεί η αναγνώριση αυτών των τελευταίων το 2007 από τη Διεθνή Ενωση Γενοκτονολόγων (IAGS).

Τι ακριβώς είναι όμως αυτή η τελευταία;

Αντίθετα απ’ ό,τι υπονοεί η επίκλησή της, η IAGS δεν αποτελεί κάποιο αναγνωρισμένο όργανο αλλά μια απλή ΜΚΟ που ιδρύθηκε το 1994 με έδρα τη Βιρτζίνια των ΗΠΑ και καταστατικό σκοπό, αφ’ ενός μεν την έρευνα και διδασκαλία περί γενοκτονιών, αφ’ ετέρου δε την «προώθηση μελετών σχετικά με την πολιτική πρόληψης των γενοκτονιών».

Οπως πληροφορούμαστε από τον ιστότοπό της, για να εγγραφεί κανείς πρέπει απλώς να καταβάλλει 30-100 δολάρια τον χρόνο, ανάλογα με το εισόδημά του, ή 1.000 δολάρια εφάπαξ, για την ιδιότητα του «ισόβιου μέλους».

Οι αποφάσεις των συνεδρίων της, όπως αυτή για την «ελληνική γενοκτονία», λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των ταμειακώς εντάξει μελών (§6Α του καταστατικού).

Για το δεύτερο σκέλος της στοχοθεσίας, τη διαπλοκή με την «πολιτική πρόληψης», αρκετά εύγλωττη είναι η εποικοδομητική παρουσίαση από το επίσημο όργανο της IAGS, του εγχειριδίου του αμερικανικού στρατού για τις «Επιχειρήσεις Απάντησης σε Μαζικές Ωμότητες», από έναν εκπαιδευτή της πολεμικής αεροπορίας (Stephen Burgess, «Comments on the Mass Atrocity Response Operations (MARO) Handbook», Genocide Studies and Prevention, τχ.6/1, 2011, σ.66-69).

Ο καθηγητής Γκρέγκορι Στάντον, πρόεδρος του IAGS κατά την εθνικά επωφελή ψηφοφορία του 2007, σε άρθρο του για τα «αναδυόμενα υποδείγματα πρόληψης γενοκτονιών» (περ. Politorbis, τχ.47/2010) προβάλλει πάλι ως πρότυπο τη γιουγκοσλαβική πολιτική της κυβέρνησης Κλίντον.

Ο ίδιος είναι επικεφαλής και άλλης ΜΚΟ, του «Παρατηρητηρίου Γενοκτονιών»(Genocide Watch), με αποστολή «την προώθηση της πολιτικής βούλησης για επέμβαση του ΟΗΕ κι εξουσιοδοτημένων περιφερειακών κι εθνικών δυνάμεων» όπου διαπιστωθεί κίνδυνος «γενοκτονίας».

Για τους πολιτικούς προσανατολισμούς της IAGS, αποκαλυπτικός είναι ο πλήρης κατάλογος των αποφάσεων των συνεδρίων της.

Εκτός από την αναγνώριση της «γενοκτονίας» Ελλήνων και Ασσυρίων (2007) και τέσσερα κείμενα για την αρμενική γενοκτονία, οι υπόλοιπες καταγγέλλουν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν (2006) και τρεις «γενοκτονίες» (εν εξελίξει ή επικείμενες), σε άμεση συνάρτηση με την εκάστοτε συγκυρία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής: στο Σουδάν (2005), στη Ζιμπάμπουε (2005) και φυσικά στη Συρία, με έκκληση για στρατιωτική επέμβαση «του ΟΗΕ, του Αραβικού Συνδέσμου και άλλων ειρηνευτικών δυνάμεων» κατά του καθεστώτος Ασαντ (2012).

Εξίσου εύγλωττο για την απεριόριστη διεύρυνση του πεδίου είναι το πρόγραμμα του τελευταίου συνεδρίου της IAGS (8-12.7.2015).

Οι σφαγές των Κούρδων από τον Σαντάμ (1988) και των Βεγγαλέζων από τον πακιστανικό στρατό (1971), ο αλληλοσκοτωμός στη Σιέρα Λεόνε και το Κονγκό, η κρατική καταπίεση στην ΕΣΣΔ και την Κίνα, ακόμη και η αιματηρή καταστολή της Αριστεράς στην Αργεντινή της δεκαετίας του ’70 αναγορεύτηκαν σε «γενοκτονίες», κατά τη διαθεσιμότητα και τα γούστα των συμμετεχόντων.

Το συνέδριο του 2007, πάλι, περιελάμβανε εισήγηση, δημοσιευμένη λίγο αργότερα στο επίσημο όργανο της ένωσης, για τη συμμετοχή των Ελλήνων εθελοντών (αλλά και «της Ελλάδας και των Ελλήνων», γενικότερα) στη βοσνιακή «γενοκτονία».

Ως άμεσοι ή έμμεσοι συνεργοί κατονομάζονται εκεί η Εκκλησία της Ελλάδας και οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. (Hikmet Karčić, «“Fear not, for you have brothers in Greece”: A Research Note», Genocide Studies and Prevention, τχ.3/1, 2008, σ.147-152).

Ας μην πανηγυρίζουν λοιπόν και τόσο οι εθνικόφρονές μας γι’ αυτή την αναγνώριση των ιστορικών μας δικαίων.

Με τη φόρα που έχουν πάρει τα πράγματα στον κλάδο, δεν είναι καθόλου απίθανο να βρεθούν και οι ίδιοι, μαζί με το φάντασμα του Κεμάλ, κάποια στιγμή στον πάγκο ως «γενοκτόνοι».

Διαβάστε

▩ Vakahn Dadrian, «A Typology of Genocide» (περ. International Review of Modern Sociology, 5/2, 1975, σ.201-212). Η απόπειρα του γνωστού Αρμένιου ιστορικού να διακρίνει δευτερεύουσες εκδοχές γενοκτονίας, προτού επινοηθεί η έννοια της εθνοκάθαρσης.

▩ Donald Bloxham – A. Dirk Moses (eds), The Oxford Handbook of Genocide Studies(Οξφόρδη 2010, εκδ. Oxford University Press). Εξαντλητική επισκόπηση των «γενοκτονικών σπουδών», της σχέσης τους με τις επιμέρους κοινωνικές επιστήμες και των εξωεπιστημονικών προεκτάσεών τους. Μεταξύ άλλων, ειδικά κεφάλαια για τη διάκριση γενοκτονίας κι εθνοκάθαρσης αλλά και για την πρόληψη και καταστολή των γενοκτονιών με «ανθρωπιστικές» στρατιωτικές επεμβάσεις.

▩ Robert Gellately – Ben Kiernan (eds), The Spectre of Genocide. Mass Murder in Historical perspective (Κέμπριτζ 2003, εκδ. Cambridge University Press). Συλλογικό έργο για τις μαζικότερες σφαγές του εικοστού αιώνα, με εισαγωγική επισκόπηση της σχετικής διεθνούς συζήτησης.

▩ Dominik Schaller – Jurgen Zimmerer (eds), The Origins of Genocide. Raphael Lemkin as a historian of mass violence (Λονδίνο 2009, εκδ. Routledge). Συλλογή άρθρων για τη ζωή και επιμέρους πτυχές του έργου του Λέμκιν.

▩ Nicholas Robins – Adam Jones (eds), Genocides by the Oppressed. Subaltern Genicide in Theory and Practice (Μπλούμινγκτον-Ινδιανάπολη 2009, εκδ. Indiana University Press). Οι επαναστάσεις και κοινωνικές εξεγέρσεις ως διαχρονική «γενοκτονία από τα κάτω».

▩ Paul Mojzes, Balkan Genocides. Holocaust and Ethnic Cleansing in the Twentieth Century (Ν. Υόρκη – Τορόντο – Πλίμουθ 2011, εκδ. Rowman & Littlefield). Τυπικό δείγμα συγχυτικού λόγου γύρω από το αντικείμενό μας, από έναν Αμερικανό πανεπιστημιακό γιουγκοσλαβικής καταγωγής. Η «γενοκτονία» των μουσουλμάνων κατά τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-13 ως απαρχή του φαινομένου στην Ευρώπη.

▩ Τάσος Κωστόπουλος, Πόλεμος και εθνοκάθαρση. Η ξεχασμένη πλευρά μιας δεκαετούς εθνικής εξόρμησης, 1912-1922 (Αθήνα 2007, εκδ. Βιβλιόραμα). Η αμφίπλευρη εκκαθάριση των ανεπιθύμητων πληθυσμών, ως δομική πτυχή των εθνικών ολοκληρώσεων της ευρύτερης περιοχής μας. Ειδικό κεφάλαιο για τα γεγονότα του Πόντου και για το ζήτημα της ποντιακής και μικρασιατικής «γενοκτονίας».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *