Κριτική παρουσίαση του νομοσχεδίου της κυβέρνησης «Διαφάνεια, Αξιοκρατία και αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης»

1112ipoteliaΕισαγωγικά:

Για να αποτιμήσουμε κάθε μεταρρύθμιση στο δημόσιο τομέα από την πλευρά των εργατικών και λαϊκών αναγκών, χρειάζεται να επισημάνουμε τον προσανατολισμό του κράτους και τα κοινωνικά και ταξικά συμφέροντα τα οποία εξυπηρετεί.

Δεδομένου ότι οι καπιταλιστικές ανάγκες και μάλιστα σε συνθήκες δομικής και βαθιάς κρίσης του συστήματος απαιτούν ένα κράτος αυταρχικό, αυστηρά προσανατολισμένο στην επίτευξη των αντεργατικών-αντιλαϊκών στόχων που επιτάσσουν τα ιδιωτικά- καπιταλιστικά συμφέροντα με το λιγότερο δυνατό κόστος, οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να είναι αντίστοιχες των παραπάνω στόχων.

Τα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια ο δημόσιος τομέας αναδιαρθρώνεται ολοταχώς, προκειμένου να εξυπηρετήσει τον στόχο της μεταβίβασης του κόστους της κρίσης και της μείωσης της καπιταλιστικής κερδοφορίας στην εργατική τάξη και στα μικρομεσαία κοινωνικά στρώματα.

Έννοιες όπως: «αποτελεσματικότητα», «αποδοτικότητα», «στοχοθεσία», «καινοτομία», «δημιουργικότητα», όπως και «μείωση του κόστους» ή «μείωση της γραφειοκρατίας» αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία  αυτής της αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα στην κατεύθυνση του μικρού και ευέλικτου, επιτελικού κράτους, της  συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας, της εκχώρησης τεράστιου μέρους των αρμοδιοτήτων του κράτους σε επιχειρηματικά συμφέροντα, στην απορρύθμιση και αυτονόμηση των κρατικών μηχανισμών ελέγχου της ιδιωτικής οικονομίας.

Η αιτιολόγηση γι’ αυτήν την μεταρρύθμιση του αστικού κράτους είναι ότι για την οικονομική κρίση ευθύνεται το «μεγάλο και δαπανηρό κράτος», οι υψηλοί μισθοί και συντάξεις, η υψηλή φορολόγηση των επιχειρήσεων κ.λπ.., η νεοφιλελεύθερη, δηλαδή, ατζέντα.

Όλη η μνημονιακή νομοθεσία που αφορά τη δημόσια διοίκηση εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο. Είναι, λοιπόν, εκ των προτέρων σίγουρο ότι δεν μπορούμε να αποδεχτούμε κανέναν τέτοιο νόμο και δεν θα μπούμε στη διαδικασία διαπραγμάτευσης για την “βελτίωση” του.

Το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στην Βουλή με τίτλο «Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, Βαθμολογική διάρθρωση θέσεων, Συστήματα αξιολόγησης, προαγωγών και επιλογής προϊσταμένων, (Διαφάνεια-Αξιοκρατία και Αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης»  εντάσσεται στη δέσμη μέτρων που ήταν προαπαιτούμενα για τη σύναψη της «συμφωνίας» με τους «θεσμούς» το καλοκαίρι, δηλαδή για το 3ο Μνημόνιο. Η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί, μεταξύ άλλων, για την «αποπολιτικοποίηση» της δημόσιας διοίκησης, κάτι που αναφέρεται ρητά και στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το σχέδιο νόμου. Αυτός είναι και ο στόχος του νομοσχεδίου, παρότι παρουσιάστηκε και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό ως υλοποίηση του «παράλληλου προγράμματος» του ΣΥΡΙΖΑ.

Η έννοια της αποπολιτικοποίησης, χρησιμοποιείται εδώ, είτε υποκριτικά και παραπειστικά, είτε ως ξεκάθαρη ασυναρτησία, υποδηλώνοντας ότι η Δημόσια Διοίκηση αυτονομείται από την πολιτική, ότι το κράτος δηλαδή αυτονομείται από τον εαυτό του. Λες και η δημόσια διοίκηση, τόσο στη χώρα μας όσο και σε κάθε αστική δημοκρατία, δεν είναι ο εκτελεστικός μηχανισμός της πολιτικής βούλησης όπως αυτή εκφράζεται από την νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία και εν προκειμένω, ο εκτελεστικός μηχανισμός για την υλοποίηση των μνημονιακών πολιτικών που έχουν επιβληθεί στη χώρα.  Στον τρέχοντα λόγο της κυβέρνησης χρησιμοποιείται ο όρος «αποκομματικοποίηση» του δημοσίου, σε μια προσπάθεια να παρουσιαστεί ως κύριο πρόβλημα του δημοσίου η υπαγωγή του «στα κόμματα» -και όχι στις πολιτικές που εξέφραζαν και εκφράζουν τα κόμματα που κυβερνούν- και να δημιουργηθεί μια εικόνα «ουδετερότητας του δημοσίου» που θα μπορούσε να δρα πέρα κι έξω από πολιτικές.

Η υποκρισία αυτή διατρέχει όλο το νομοσχέδιο. Οι πρωτεύουσες αιτίες για την παθογένεια του δημόσιου τομέα, που είναι τα κοινωνικά συμφέροντα των οικονομικών ελίτ που υπηρετεί, όπως αυτά διαμεσολαβούνται διαχρονικά από τις αστικές κυβερνήσεις, αποσιωπούνται πλήρως.

Η «εκσυγχρονιστική» κριτική εξαντλείται στις υπαρκτές μεν, δευτερεύουσες δε, πλευρές αυτής της ταξικής μεροληψίας του κράτους, που είναι, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση «ο υδροκεφαλισμός των δημοσίων υπηρεσιών, η ακαταλληλότητα της δημόσιας υπαλληλίας, η λειτουργική εσωστρέφεια, οι πελατειακές σχέσεις, τα φαινόμενα διαφθοράς, η κομματικοποίηση σχεδόν του συνόλου των βασικών επιλογών».

Μάλιστα, «η παθολογία αυτή του διοικητικού μηχανισμού συνιστά, αναμφίβολα βασική συνιστώσα οπισθοδρόμησης και αναχρονισμού, που συνέβαλε και επιτάχυνε τη σημερινή οικονομική κρίση». Μαθαίνουμε επίσης ότι η κρίση αυτή είναι «σοβούσα» και «ενδημική», ούτε λόγος βέβαια ότι πρόκειται για κρίση καπιταλιστική.

Έτσι λοιπόν, αφού η κρίση οφείλεται σε αιτίες που βρίσκονται εντός της δημόσιας διοίκησης και όχι εκτός αυτής, αρκεί να κάνουμε μια εσωτερική αναδιοργάνωση, μια «ανασυγκρότηση του Διοικητικού Συστήματος, προκειμένου να μετασχηματιστεί οργανωτικά και να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης και προόδου για τη χώρα μας».

Βαρύγδουπες και χιλιοειπωμένες εκφράσεις όπως: «επανίδρυση» και «επανεκκίνηση» του κράτους, «μέγιστο μεταρρυθμιστικό εγχείρημα» και «αλλαγή παραδείγματος» δεν μπορούν να κρύψουν την ιδεολογία πάνω στην οποία βασίζεται αυτή η νομοθετική πρόταση και που δεν είναι άλλη από την νεοφιλελεύθερη και βαθιά αντιδραστική ερμηνεία για την καπιταλιστική κρίση, ότι δηλαδή για την κρίση ευθύνεται το σπάταλο και αναποτελεσματικό κράτος, το οποίο θα πρέπει να λειτουργήσει με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια «αποτελεσματικότητας» και «αποδοτικότητας», μετρήσιμων ποιοτικών και ποσοτικών στόχων, μείωσης της δαπάνης για κάθε κοινωνικό έργο και εξυπηρέτησης των καπιταλιστικών «επενδύσεων».

Εξάλλου, για άλλη μια φορά ορκίζονται πίστη στη διαφάνεια, την αξιοκρατία και την αντικειμενικότητα, διακηρύξεις που, καθώς θα δούμε παρακάτω, καθόλου δεν δικαιολογούνται από τις διατάξεις που προτείνονται για ψήφιση.

Παρουσίαση και ανάλυση των διατάξεων του νομοσχεδίου

Τα μέρη του νομοσχεδίου είναι τέσσερα:

 

  1. A. Το Εθνικό Μητρώο επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης
  2. B. Το Σύστημα Αξιολόγησης

Γ. Η βαθμολογική διάρθρωση θέσεων

Δ. Το Σύστημα Επιλογής Προϊσταμένων

Μέρος Α: Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης

Θεωρείται  από το συντάκτη της αιτιολογικής έκθεσης «ιστορικό γεγονός ανάλογο με την ίδρυση του ΑΣΕΠ» Οι λόγοι που περιγράφονται για τη δημιουργία του: «βέλτιστη αξιοποίηση των στελεχών που έχουν υψηλά γνωσιακά προσόντα, η εκμετάλλευση της γνώσης και της εμπειρίας που έχουν αποκομίσει τα προς ένταξη στελέχη, η επίτευξη προσωπικής δέσμευσης και ταύτισης των επιλεγόμενων με τους στόχους και το όραμα των οργανισμών που θα κληθούν να διοικήσουν σε συνδυασμό με την αίσθηση της διαρκούς και μόνιμης παρουσίας τους στον κρατικό μηχανισμό».

Με τον τρόπο αυτό «διαρρηγνύεται η σχέση εξάρτησης με την πολιτική εξουσία και αποτρέπεται η διείσδυση στις θέσεις αυτές προσώπων που μπορεί να διαπνέονται από επιδιώξεις αθέμιτου προσπορισμού ατομικών ωφελημάτων».

Εντάσσονται σε αυτό δημόσιοι υπάλληλοι με βαθμό Α, με αίτησή τους, εφόσον: έχουν βαθμό από 75/100 και πάνω για δύο συνεχόμενες χρονιές στην αξιολόγησή τους και έχουν τα τυπικά προσόντα που είναι διδακτορικό ή μεταπτυχιακό, ή αποφοίτηση από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης ή έχουν διατελέσει Προϊστάμενοι Γενικής Διεύθυνσης επί τρία τουλάχιστον χρόνια.

Το διαχειρίζεται το ΑΣΕΠ. Από αυτή τη δεξαμενή θα στελεχώνονται οι θέσεις των γενικών γραμματέων, των αναπληρωτών γενικών γραμματέων, των ειδικών γραμματέων των Υπουργείων (εκτός από τις αυτοτελείς Γραμματείες), οι διοικητές, διευθύνοντες σύμβουλοι, πρόεδροι και  μέλη ΔΣ των ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ («των οποίων η επιλογή ανήκει στην Κυβέρνηση», όπως γράφει το νομοσχέδιο, θυμίζοντας υπάρχουν και ολόκληρα κομμάτια του δημοσίου που δεν έχει δικαιοδοσία η κυβέρνηση, από ιδιωτικοποιημένα νομικά πρόσωπα μέχρι την Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων), εκτός από τους φορείς πολιτισμού-αθλητισμού. Θα έχουν θητεία 4 χρόνια και μέγιστο όριο δύο θητείες.

Για την επιλογή των στελεχών συστήνεται το Ειδικό Συμβούλιο Επιλογής Διοικήσεων (ΕΣΕΔ) που διορίζεται από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Μεταρρύθμισης

Συγκροτείται σε 3 9μελή Τμήματα, και κάθε τμήμα αποτελείται από τα εξής μέλη:

-3 μέλη του ΑΣΕΠ (που υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ), ο ένας προεδρεύει

-1 πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο)

-Τον Πρόεδρο του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (που ούτως ή άλλως είναι διορισμένος από την κυβέρνηση) ή 1 άλλο ειδικό του ΕΚΔΔΑ (που υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο του)

-Τον Συνήγορο του Πολίτη ή 1 βοηθό-συνήγορο (που υποδεικνύεται από τον Συνήγορο

-1 εμπειρογνώμονα που ορίζεται από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Μεταρρύθμισης

-1 εμπειρογνώμονα που υποδεικνύεται από την ΑΔΕΔΥ

-1 εμπειρογνώμονα που ορίζεται από τις κεντρικές εργοδοτικές οργανώσεις (ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ)

Δηλαδή, στο ΕΣΕΔ υπάρχει και μέλος εντεταλμένος των εργοδοτικών οργανώσεων!

Αυτό μάλιστα δεν υπήρχε στην αρχική εκδοχή του νομοσχεδίου του Βερναρδάκη, προστέθηκε στη συνέχεια προφανώς μετά από την άσκηση πίεσης από τις εργοδοτικές οργανώσεις. Πρώτη φορά, λοιπόν, οι επιχειρηματίες θα παίζουν και θεσμικά ρόλο στη δημόσια διοίκηση, αφού θα έχουν λόγο στην επιλογή των στελεχών!

Ήδη ο διορισμός του ΕΣΕΔ από την κυβέρνηση, και η παρουσία εκπροσώπου του ΣΕΒ (!), είναι σαφές το τι προοιωνίζεται. Κι εδώ ισχύει το «γλώσσα λανθάνουσα τα αληθή λέγει», καθώς –σύμφωνα με το κείμενο του νόμου- όλοι οι άλλοι φορείς «υποδεικνύουν» μέλη (είναι στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης να τα κάνει δεκτά ή να ζητήσει να «υποδείξουν» άλλα), αλλά οι κεντρικές εργοδοτικές οργανώσεις «ορίζουν» μέλη στο ΕΣΕΔ.

Τα κριτήρια  βάσει των οποίων γίνεται η επιλογή από το ΕΣΕΔ είναι σε μεγάλο βαθμό αόριστα και υποκειμενικά. Το ΕΣΕΔ λαμβάνει υπόψη του τα βιογραφικά στοιχεία των υποψηφίων και κυρίως τα τυπικά τους προσόντα, το εν γένει επιστημονικό και ερευνητικό έργο τους σε συνάφεια με την προκηρυσσόμενη θέση και την πρότερη συνολικά διοικητική εμπειρία τους. Προσδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στην εν γένει προσωπικότητα των υποψηφίων, κατόπιν διενέργειας δομημένης συνέντευξης.

Το γιατί το ΕΣΕΔ σε συνδυασμό με τα κριτήρια που αναφέρονται στο νομοσχέδιο θα αποφασίζει ανεπηρέαστο από τη βούληση του κάθε Υπουργού ή άλλων ενδιαφερόμενων παραμένει αίνιγμα. Εκτός εάν είναι αυταπόδεικτο ότι ένα μέλος του ΑΣΕΠ  ή ένα μέλος του ΝΣΚ αποφασίζει πάντα ανεξάρτητα από πολιτικές και κομματικές δεσμεύσεις, ειδικά μάλιστα όταν έχει διοριστεί από την κυβέρνηση!

Να σημειώσουμε επίσης ότι,  εάν το ΕΣΕΔ κρίνει ότι κανένας υποψήφιος δεν συγκεντρώνει τα απαραίτητα προσόντα, τότε επιλέγει για τη θέση υποψηφίους που δεν υπηρετούν στο Δημόσιο Τομέα, εκτός Μητρώου. Μην το δένουμε και κόμπο δηλαδή ότι θα είναι από τη Δημόσια Διοίκηση αυτός που θα καταλάβει τη θέση.

Το νομοσχέδιο καθιστά σαφές ότι τα στελέχη που επιλέγονται με αυτή τη διαδικασία εφαρμόζουν την πολιτική που επιλέγεται από την κυβέρνηση και τα όργανά της, δηλαδή τη μνημονιακή πολιτική.

-οι Γενικοί Γραμματείς (…) αναλαμβάνουν την εκτέλεση και τη διοικητική εφαρμογή της πολιτικής, όπως αυτή καθορίζεται από την κυβέρνηση και τα όργανά της» (άρθρο 6)-«κατά την ανάληψη των καθηκόντων Διοικητή ή Προέδρου ή Διευθύνοντος Συμβούλου του Νομικού Προσώπου, υπογράφεται συμφωνία δέσμευσης επί καταρτισθέντος προγράμματος δράσης μεταξύ αυτού και του αρμόδιου Υπουργού ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, όπου περιγράφονται με σαφήνεια οι ποσοτικοί και ποιοτικοί στόχοι του φορέα και αναλαμβάνονται οι αντίστοιχες δεσμεύσεις». Ένας διοικητής ή διοικήτρια δημόσιου νοσοκομείου π.χ. θα λειτουργεί μέσα στα περιοριστικά πλαίσια που επιβάλλει η ασκούμενη πολιτική λιτότητας και ιδιωτικοποίησης της υγείας.

Και κάπου εδώ τελειώνει το παραμύθι για την αποπολιτικοποίηση.

Σημειώνεται ότι, λόγω της σύνδεσης του Μητρώου με το βαθμό της αξιολόγησης, αυτός ο νέος θεσμός θα λειτουργήσει ενισχυτικά στην επιβολή της αξιολόγησης, αφού αυξάνονται (έστω και ως φρούδα ελπίδα) τα κίνητρα για τα στελέχη του δημοσίου να κυνηγούν το βαθμό της αξιολόγησης.

Μέρος Β: Σύστημα αξιολόγησης

Αξιολογητές των υπαλλήλων οι δύο ιεραρχικά προϊστάμενοί τους.

Τι περιλαμβάνει η έκθεση αξιολόγησης:

Τους τίτλους σπουδών και τις επιμορφώσεις, συνοπτική περιγραφή του έργου που επιτελέσθηκε από τον αξιολογούμενο, συμβουλευτική συνέντευξη, τη βαθμολογία του αξιολογούμενου που προκύπτει από το μέσο όρο των βαθμολογιών των δύο αξιολογητών. Η έκθεση αξιολόγησης είναι ετήσια και συντάσσεται το πρώτο τρίμηνο του κάθε έτους

Κριτήρια αξιολόγησης υπαλλήλων:

Ι. Γνώση του αντικειμένου, ενδιαφέρον και δημιουργικότητα

(ολοκληρωμένη γνώση του διοικητικού έργου του φορέα, επίδειξη ενδιαφέροντος, αφοσίωση στην εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων, πρωτοβουλία, καινοτομίες, εκπόνηση μελετών, προτάσεων και βράβευση τέτοιων εργασιών, ανάληψη ευθυνών, ικανότητα άσκησης πολλαπλών καθηκόντων)

ΙΙ. Υπηρεσιακές σχέσεις και συμπεριφορά

(επικοινωνία και άριστη συνεργασία με συνυπηρετούντες, συμπεριφορά προς τους πολίτες και άμεση εξυπηρέτηση αναγκών τους)

ΙΙΙ. Αποτελεσματικότητα

(ποσοτική και ποιοτική εργασιακή απόδοση, βαθμός επίτευξης ατομικής στοχοθεσίας και συμμετοχής στη στοχοθεσία του τμήματος

Κλίμακα βαθμολογίας από το 1-100

90-100: άριστοι υπάλληλοι, 75-89 πολύ επαρκείς υπάλληλοι, 60-74 καλοί υπάλληλοι, 50-59 μη ιδιαίτερα επαρκείς υπάλληλοι, 40-49 μέτριοι υπάλληλοι, 25-39 ανεπαρκείς υπάλληλοι, 1-24 ακατάλληλοι για τη συγκεκριμένη υπηρεσία υπάλληλοι

Βαθμολογία κάτω του 60 πρέπει υποχρεωτικά να αιτιολογείται ειδικά και να   θεμελιώνεται σε πραγματικά περιστατικά (όπως επιβολή πειθαρχικών ποινών, παρατηρήσεις από τους προϊσταμένους, μειωμένη ανταπόκριση στα υπηρεσιακά καθήκοντα)

Για το βαθμό επίτευξης της ατομικής και συλλογικής στοχοθεσίας και πριν τη βαθμολόγησή του, γίνεται σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος για τη συλλογική αξιολόγηση και ατομική αυτοαξιολόγηση του υπαλλήλου. Η αυτοαξιολόγηση δεν καταλήγει σε πρόταση βαθμολογίας, απλά λαμβάνεται υπόψη από τον αξιολογητή.

Οι προϊστάμενοι βαθμολογούνται με την ίδια κλίμακα και υπάρχει αξιολόγηση από του άμεσους υφισταμένους: οι Διευθυντές αξιολογούνται από τους Τμηματάρχες (εφόσον αυτοί είναι τουλάχιστον τρεις, αλλιώς από το σύνολο του προσωπικού) και οι Τμηματάρχες από τους υπαλλήλους τους (εφόσον είναι τουλάχιστον 3), με ανώνυμο ερωτηματολόγιο που καταρτίζει η Διεύθυνση Προσωπικού/Διοικητικού.

Πριν από την ολοκλήρωση αξιολόγησης του υπαλλήλου ο άμεσα ιεραρχικά προϊστάμενος τον καλεί σε συμβουλευτική συνέντευξη. Αν ο μέσος όρος αξιολόγησης του υπαλλήλου είναι μικρότερος του 60 συμπληρώνονται υποχρεωτικά από τον αξιολογητή τα μέτρα βελτίωσης της απόδοσης του αξιολογούμενου.

Στοχοθεσία

Ο Υπουργός ή το όργανο διοίκησης κάθε φορέα γνωστοποιεί τους στόχους, οι προϊστάμενοι καταθέτουν εξειδικευμένη εισήγηση και στη συνέχεια γνωστοποιούνται και κατανέμονται σε κάθε Γενική Διεύθυνση οι στρατηγικοί στόχοι για το επόμενο έτος. Η απόφαση αυτή κοινοποιείται ηλεκτρονικά στους υπαλλήλους.

Ο προϊστάμενος του τμήματος παρουσιάζει στην ολομέλεια του τμήματος του στόχους που έχουν αποφασιστεί και προτείνει τους ατομικούς στόχους κάθε υπαλλήλου, τους οποίους καθορίζει γραπτά μετά από συνέντευξη.

Οι ολομέλειες διεύθυνσης και τμήματος αποτελούν συμβουλευτικά όργανα διοίκησης και έχουν στόχο κυρίως την αξιολόγηση της πορείας της υλοποίησης των στόχων που έχουν τεθεί.

Δημιουργείται Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης, που εξετάζει τις ενστάσεις των υπαλλήλων για την αξιολόγηση, στην οποία μετέχουν οι αιρετοί εκπρόσωποι των εργαζόμενων χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Καθιερώνεται:

-Διεύθυνση παρακολούθησης και Στατιστικής Ανάλυσης των Βαθμολογιών Αξιολόγησης στο ΥΔΜΗΔ. Η Διεύθυνση αυτή καταγράφει στατιστικά τις αξιολογήσεις και προβαίνει σε «συστάσεις» και εφαρμογή «συντελεστή διόρθωσης» όπου εμφανίζονται «συστηματικά ακραίες τιμές» είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω.

-Ακρόαση Φορέων και πολιτών, που διεξάγεται μία φορά κάθε δύο μήνες σε κάθε υπουργείο από επιτροπή Γενικών Διευθυντών και Διευθυντών και η οποία ακούει παράπονα φορέων ή πολιτών

– Παρατηρητήριο Δημόσιας Διοίκησης, που αποτελείται από στελέχη του ΕΚΔΔΑ

Καθιερώνεται επίσης η Ολομέλεια Διεύθυνσης ή Τμήματος, στην οποία μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι υπάλληλοι υπό τον Διευθυντή ή τον Τμηματάρχη. Σε τέτοια ολομέλεια συζητιέται η στοχοθεσία.

Μέρος Γ: Βαθμολογική διάρθρωση θέσεων – Προαγωγές

Επανερχόμαστε σε ένα σύστημα προαγωγών σε βαθμούς πανομοιότυπο με αυτό που ίσχυε πριν το Ενιαίο Βαθμολόγιο-Μισθολόγιο. Επανέρχονται, δηλαδή οι σχετικές διατάξεις του Ν.3528/2007.

Οι προαγωγές (εννοείται σε βαθμό, όχι σε θέση προϊστάμενου) γίνονται ύστερα από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου. Οι υπάλληλοι προάγονται στον αμέσως επόμενο βαθμό, εφόσον έχουν συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο στο βαθμό που κατέχουν, και έχουν σε υψηλό επίπεδο τα ουσιαστικά προσόντα που αναφέρονται στις εκθέσεις αξιολόγησής τους. Συνδέεται άμεσα, δηλαδή, η προαγωγή στον επόμενο βαθμό με την αξιολόγηση.

Ειδικά για την προαγωγή στον Α΄ βαθμό πρέπει ο υπάλληλος να έχει σε ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο προσόντα που μαρτυρούν διοικητική ικανότητα όπως αυτά καθορίζονται από την κλίμακα του συστήματος αξιολόγησης των ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων.

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι τον επόμενο βαθμό δεν θα τον παίρνουν όλοι, αλλά θα σχετίζεται με την αξιολόγηση. Πρόκειται για τιμωρητική διάσταση της αξιολόγησης που θα χρησιμοποιείται κατά βούληση εναντίον των υπαλλήλων. Προβλέπονται εξάλλου και πίνακες μη προακτέων.

Μέρος Δ: Σύστημα Επιλογής Προϊσταμένων

Σε αυτό το κομμάτι του νομοσχεδίου ορίζεται οι τρόπος επιλογής των Προϊσταμένων Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης και Τμήματος, τα απαραίτητα προσόντα, τα κριτήρια επιλογής και η μοριοδότηση καθενός από αυτά. Ορίζονται επίσης τα συλλογικά όργανα (συμβούλια) που θα είναι αρμόδια για την κρίση.

Προϊστάμενοι οργανικών μονάδων:

Ως προϊστάμενοι Γενικής Διεύθυνσης επιλέγονται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ, εφόσον:

α) έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου Γεν. Δ/νσης για ένα έτος τουλάχιστον ή

β) έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου Δ/νσης για τρία έτη τουλάχιστον ή

γ) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς διδακτορικού ή απόφοιτη της ΕΣΔΔΑ, ή αναγνωρισμένου συναφούς μεταπτυχιακού, κατέχουν τον Α΄βαθμό με πλεονάζοντα σε αυτόν χρόνο τουλάχιστον 8 έτη ή

δ) κατέχουν τον Α΄ βαθμό με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον 10 έτη.

Διευρύνεται η δεξαμενή των υπαλλήλων από τους οποίους επιλέγονται οι Γεν. Δ/ντες. Δεν δίνεται τόσο μεγάλη προτεραιότητα στην προϋπηρεσία όσο στον Υπαλληλικό Κώδικα του 2007, ανοίγει η δυνατότητα στους έχοντες αυξημένα τυπικά προσόντα (μεταπτυχιακά κ.λπ), εφόσον έχουν τον Α΄ βαθμό (άρα έχουν κυνηγήσει την αξιολόγηση).

Το ίδιο συμπέρασμα βγαίνει και από τις επόμενες διατάξεις που αφορούν τους Διευθυντές ενώ για τους Τμηματάρχες, απλά και μόνο η κατοχή του βαθμού Α΄ ή η προϋπηρεσία ενός έτους ως Τμηματάρχη αρκεί.

Τα κριτήρια βάσει των οποίων γίνεται η επιλογή:

α) Μοριοδότηση βάσει τυπικών, εκπαιδευτικών προσόντων και προσόντων επαγγελματικής κατάρτισης,

β) Μοριοδότηση βάσει εμπειρίας και άσκησης καθηκόντων ευθύνης, γ) Μοριοδότηση βάσει αξιολόγησης και

δ) Μοριοδότηση βάσει συνέντευξης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι με τους συντελεστές βαρύτητας για κάθε ομάδα κριτηρίων που προβλέπει το νομοσχέδιο, οι ομάδες γ και δ, δηλαδή αξιολόγηση και συνέντευξη (τα πιο υποκειμενικά κριτήρια) βαραίνουν από 40 έως 50% στο συνολικό βαθμό, ανάλογα με τη θέση ευθύνης.

Τα συμβούλια που θα είναι αρμόδια για την κρίση:

Ειδικό Συμβούλιο Επιλογής Προϊσταμένων (ΕΙ.Σ.Ε.Π.) με έδρα στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, που συγκροτείται από:

2 μέλη του ΑΣΕΠ, ένα λειτουργό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους  και ένα μέλος του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης και 1 Γενικό Γραμματέα του οικείου Υπουργείου ή ένα Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ή το Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης κ.λπ. ανάλογα με τη θέση που κρίνεται. Αυτό επιλέγει τους Γενικούς Διευθυντές.

Οι αλλαγές σε σχέση με τον υπαλληλικό κώδικα του 2007:

Τότε προβλεπόταν ένα Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο με έδρα στο Υπ. Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης που έκρινε τους Γεν. Δ/ντες, τα μέλη του οποίου ήταν: 1 ανώτατος δικαστικός λειτουργός ως Πρόεδρος, 2 καθηγητές πανεπιστημίου και Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ένα δικηγόρος παρ΄ Αρείω Πάγω, 2 Γεν. Δ/ντες του Εσωτερικών και του Οικονομικών και ο Πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ.

Στο νομοσχέδιο του Βερναρδάκη, ο συνδικαλιστικός εκπρόσωπος δεν έχει πια θέση (γιατί προφανώς αποπολιτικοποίηση σημαίνει και αποσυνδικαλιστικοποίηση),  ενώ έχει θέση ο «αξιοκρατικά και αντικειμενικά» επιλεγμένος Γενικός Γραμματέας, σύμφωνα και με τα προηγούμενα.

Δεν έχει ξαναγίνει πάντως να είναι μέλος οποιουδήποτε υπηρεσιακού συμβουλίου κρίσεων Γενικός Γραμματέας. Το γεγονός αυτό θα  εντείνει ακόμα περισσότερο τις σχέσεις εξάρτησης ανάμεσα στους υπαλλήλους και κατώτερα στελέχη και τα επιτελικά στελέχη.

Όσο για το μέλος του ΕΚΔΔΑ πρέπει να σημειώσουμε πως ο  θεσμός  ιδρύθηκε για να προαγάγει τις ιδέες του νέου δημόσιου μάνατζμεντ στη Δημόσια Διοίκηση μέσω της Σχολής και του Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης και να διαμορφώσει τα στελέχη της δημόσιας διοίκησης στις λογικές αυτές. Τα μέλη του ΑΣΕΠ, που είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα σε όλες τις καινοτομίες του νομοσχεδίου, χρησιμοποιούνται για να προσφέρουν το άλλοθι της αντικειμενικότητας και της αξιοκρατίας.

Συμβούλιο Επιλογής Προϊσταμένων (ΣΕΠ)

Συγκροτείται από: 1 Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου, όπως παραπάνω, ένα Γενικό Δ/ντή του οικείου Υπουργείου, ένα σύμβουλο του ΝΣΚ και δύο μέλη του ΑΣΕΠ.

Αυτό είναι αρμόδιο για την επιλογή των Διευθυντών, ενώ μέχρι τώρα οι Διευθυντές επιλέγονταν από τα Υπηρεσιακά Συμβούλια (στα οποία μετείχαν και αιρετοί εκπρόσωποι των εργαζομένων)

Μονό οι Τμηματάρχες πλέον θα επιλέγονται από τα συνήθη Υπηρεσιακά Συμβούλια.

Και πάλι η παρουσία του Γενικού Γραμματέα στην επιλογή Διευθυντών του Υπουργείου, και μάλιστα σε ένα όργανο που διεξάγει συνέντευξη (!), δείχνει ότι μόνο για «αποπολιτικοποίηση» του δημοσίου δεν μπορούν να μιλάνε: αντιθέτως, ο Γενικός Γραμματέας θα ελέγχει και ποιοι θα γίνονται Διευθυντές, και οι Διευθυντές θα χρωστάνε τη θέση τους (και) στον Γενικό Γραμματέα!

Διαμορφώνεται με αυτές τις διατάξεις το ασφυκτικό και εκβιαστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα λειτουργούν τα στελέχη του δημοσίου, τα οποία βεβαίως θα μεταβιβάζουν την πίεση που τους ασκείται στους υφισταμένους τους. Αυτό φυσικά συμβαίνει και τώρα, αλλά θα ενταθεί πολύ περισσότερο.

Στη συνέχεια ορίζεται λεπτομερώς η μοριοδότηση για κάθε δέσμη κριτηρίων και προσόντων των υποψηφίων, πως διεξάγεται η δομημένη συνέντευξη και τι περιέχει και οι διαδικασίες προκήρυξης των θέσεων και επιλογής των υποψηφίων.

Ειδικές κριτικές  επισημάνσεις:

α. Η «αφήγηση» για τη Δημόσια Διοίκηση είναι για μια ακόμα φορά η «αναδιοργάνωση και η ανασυγκρότησή» της, «η επανεκκίνηση και η επανίδρυση» του Κράτους, με άλλα λόγια όλη η νεοφιλελεύθερη, νεοσυντηρητική ατζέντα, άρρηκτα συνδεδεμένη με τις έννοιες της «αποτελεσματικότητας», της «στοχοθεσίας», των «μετρήσιμων κριτηρίων», της «λογοδοσίας» -που βαφτίζεται «κοινωνική λογοδοσία» ενώ στοχεύει στο ανάποδο: στην όλο και μεγαλύτερη αποξένωση του δημοσίου από την εξυπηρέτηση κοινωνικών αναγκών!

β. Το παραπάνω «φιλόδοξο» σχέδιο περνάει αποκλειστικά από τον τρόπο ανάδειξης των στελεχών και την αξιολόγηση του υπάλληλου. Καμία κουβέντα για τις πραγματικές αιτίες που έχουν οδηγήσει στη διάλυση του δημόσιου τομέα – που εντάθηκε με τις μνημονιακές πολιτικές – για το γεγονός της στενής τους σύνδεσης με το κεφάλαιο, το γεγονός ότι το κράτος,  ως συλλογικός καπιταλιστής, εξυπηρετούσε πάντα τα συμφέροντά του και όχι τα συμφέροντα των εργαζόμενων.

γ. Η έμφαση που δίνεται στα στελέχη δεν είναι τυχαία. Αποτελεί βασική γραμμή των κατευθύνσεων της Ε.Ε. και του Ο.Ο.Σ.Α, που θέλει στελέχη που θα εφαρμόζουν απαρέγκλιτα τις αποφασισμένες πολιτικές.  Το σύστημα που διαμορφώνεται είναι αυστηρά ιεραρχικό και οι πιέσεις ασκούνται από πάνω προς τα κάτω.

δ. Η στοχοθεσία – και η αξιολόγηση που στηρίζεται σ’ αυτήν –  θα είναι το μετρήσιμο κριτήριο της αξιολόγησης των υπαλλήλων, ο «μπαμπούλας» που θα τους κατατρέχει συνεχώς. Φυσικά δηλώνεται καθαρά ότι οι στόχοι θα καθορίζονται από πάνω, η ολομέλεια διεύθυνσης και τμήματος θα έχει διακοσμητικό χαρακτήρα. Η εφαρμογή της θα σημαίνει μια τρομακτική πίεση προς τον υπάλληλο, κυνήγι επίτευξης στόχων και προσόντων, ανταγωνισμό, εντατικοποίηση, θα τον δείχνει με το δάχτυλο ως υπεύθυνο για την κατάσταση στο δημόσιο.

ε. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο συμπληρώνεται από το νέο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων που ψηφίστηκε  στη Βουλή, στο οποίο συνδέεται άμεσα η μισθολογική εξέλιξη με το βαθμό της αξιολόγησης και συγκεκριμένα προβλέπεται ταχύτερη μισθολογική εξέλιξη, για όσους «αριστεύουν» στην αξιολόγηση για τρείς συνεχόμενες χρονιές.

Στ. Στο Μέρος Ε (ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) στο άρθρο 32 προβλέπεται η απόσπαση, διάθεση ή τοποθέτηση μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού, με απόφαση του οικείου Υπουργού, προς νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου που εποπτεύονται από αυτό και αντίστροφα, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, μετά από αίτηση του υπαλλήλου, χωρίς γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου και πριν την πάροδο της δοκιμαστικής υπηρεσίας.

Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι αρχικά η διάταξη αυτή προέβλεπε αυτή η διαδικασία να γίνεται και με πρωτοβουλία της υπηρεσίας, χωρίς τη συναίνεση δηλαδή του υπαλλήλου. Η πολιτική πρόθεση, δηλαδή, πίσω από τη διάταξη αυτή είναι να ανοίξει

διάπλατα ο δρόμος για  fast track  αποσπάσεις κ.λπ. των εργαζομένων, απλώς με μία υπουργική απόφαση.

Συμπερασματικά:

Κάθε μέρος του νομοσχεδίου βρίσκεται σε αλληλεξάρτηση με τα υπόλοιπα και όλα μαζί στοχεύουν σε μια δημόσια διοίκηση που θα λειτουργεί με όρους πολυεθνικής εταιρείας (σύστημα κινήτρων, κυνήγι στόχων, εσωτερικός ανταγωνισμός, εντατικοποίηση της εργασίας και πίεση των υπαλλήλων προκειμένου να χτιστούν οι ατομικές καριέρες).

Είναι μια επιχείρηση ενσωμάτωσης της μεγαλύτερης μερίδας της δημοσιοϋπαλληλίας σε αυτή τη λογική, σε ένα κράτος- επιχείρηση, χωρίς κοινωνικό προσανατολισμό, με αντάλλαγμα βαθμούς και καλύτερους μισθούς στις θέσεις ευθύνης.

Ταυτόχρονα είναι ένα σοβαρό χτύπημα στην κάθε είδους συνδικαλιστική και συλλογική δράση των εργαζομένων στο δημόσιο, αφού το δίλημμα ανάμεσα στη συλλογική διεκδίκηση και τον ατομικό δρόμο ανέλιξης μεγαλώνει, όπως μεγαλώνει επίσης και το ρήγμα ανάμεσα σε αυτούς που εξελίσσονται ή έχουν ελπίδες να εξελιχτούν και σε αυτούς που δεν έχουν καμία ελπίδα (χαμηλών προσόντων υπάλληλοι).

Η κυβερνητική προπαγάνδα τονίζει δύο πλευρές: ότι επιτέλους θα έρθουν τα «άξια, ακομμάτιστα» στελέχη που θα βάλουν σε μια τάξη το κράτος, ενώ η αξιολόγηση του υπαλλήλου «δεν θα είναι τιμωρητική» όπως προέβλεπε η προηγούμενη νομοθεσία. Το πρώτο δεν μπορούν να το εγγυηθούν οι διατάξεις του νομοσχεδίου. Όσο για το δεύτερο, χρειάζεται να επισημάνουμε τα εξής: πρώτο, ότι ένα τέτοιο σύστημα, έτσι όπως δομείται, πολύ εύκολα μπορεί να οδηγήσει σε ένα «τιμωρητικό» σύστημα: κινητικότητες, περικοπές μισθών, απολύσεις κ.λπ..

Δεν ξεχνάμε ότι η κατάργηση του Ν. Μητσοτάκη για την αξιολόγηση και το σταμάτημα των διαθεσιμοτήτων στο δημόσιο, δεν είναι κάτι που μας χαρίστηκε, αλλά κάτι που καταφέραμε με τους αγώνες μας.

Δεν ξεχνάμε επίσης ότι οι απολύσεις και οι διαθεσιμότητες δεν είναι «πολιτική Μητσοτάκη» ή όποιου άλλου υπουργού, είναι πολιτική της ΕΕ και του ΔΝΤ, που είναι γραμμένη στα τρία Μνημόνια και εφαρμόζεται απαρέγκλιτα από όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις.

Όσο κι αν θέλει να το κουκουλώσει, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα βρεθεί αντιμέτωπη και με αυτή την υποχρέωση που έχει υπογράψει με το Μνημόνιο: την μείωση του προσωπικού στον δημόσιο τομέα, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, τις απολύσεις-διαθεσιμότητες. Και το νομοσχέδιο αυτό ανοίγει το δρόμο…

Ακόμα όμως κι αν υποθέσουμε ότι δεν θα έχει άμεσα τέτοιο χαρακτήρα, οι δημόσιοι υπάλληλοι μπαίνουν στη μέγγενη ενός αυταρχικού, ελεγκτικού συστήματος που θα τους καθιστά υπόλογους απέναντι και στη διοίκηση και στην κοινωνία για τη διάλυση του δημόσιου τομέα και θα κυνηγούν «στόχους» που φυσικά δεν θα μπορούν να υλοποιούν, σε συνθήκες ανταγωνισμού και εντατικοποίησης.

Και τελικά, όσον αφορά το στόχο της αποπολιτικοποίησης, πρέπει να πούμε ξεκάθαρα, ότι αυτό το νομοσχέδιο στοχεύει ακριβώς στο αντίθετο: στον πλήρη έλεγχο της Δημόσιας Διοίκησης σε κάθε της βαθμίδα, από τον απλό υπάλληλο μέχρι την ανώτερη δημοσιοϋπαλληλία, προκειμένου αυτή να εφαρμόζει τις αντιλαϊκές πολιτικές των μνημονίων.

ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ- ΚΙΝΗΣΕΙΣ – ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *