4 Αντίσταση έξω, δωσιλογισμός μέσα

image006

Ο Πίνακας με τις εταιρείες που συνέστησε η Mundus των Ρίμπεντροπ – Γκέμπελς στις κατεχόμενες χώρες. Από ελληνικές εφημερίδες αναφέρονται μόνο εκείνες του Συγκροτήματος. Το αποτέλεσμα της συνεργασίας φαίνεται σε πλήθος πρωτοσέλιδα (λ.χ της 13/4/1943)

ΙΣΩΣ Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ που σημάδεψε όσο καμιά άλλη την πορεία των ελληνικών εφημερίδων ήταν η τετραετία της γερμανικής Κατοχής. Πρόκειται για ένα ζήτημα ταμπού, το οποίο ελάχιστα έχει απασχολήσει την ιστοριογραφία. Το επισημαίνει ο Δημήτρης Κουσουρής στην εξαιρετική μελέτη του για τις δίκες των δωσίλογων: «Υπάρχει κενό στις έρευνες σχετικά με τον ελληνικό Τύπο της εποχής. Το βέβαιο είναι ότι πολλές εφημερίδες, επωφελούμενες των όρων της Βάρκιζας για την ελευθερία του Τύπου, επανεμφανίστηκαν αμέσως μετά: στις 29 Ιανουάριου το Έθνος”, που η κυκλοφορία του είχε διακοπεί στην Κατοχή, και μετά ξανά, με τον στρατιωτικό νόμο. Στα μέσα Φεβρουάριου το “Εμπρός” που είχε αναστείλει την κυκλοφορία του από το 1928. Ομοίως η “Καθημερινή”, που είχε αναστείλει την κυκλοφορία της αμέσως μετά την Απελευθέρωση. Λίγο αργότερα οι εφημερίδες του Δ. Λαμπράκη (“Τα Νέα”, “Το Βήμα”) τροποποίησαν ελαφρώς την ονομασία τους και επανεμφανίστηκαν με μετριοπαθή αντιβασιλική γραμμή στις αρχές Μαΐου 1945».1

Αλλά για ποιο λόγο άλλαξαν το όνομά τους οι δύο εφημερίδες; Και γιατί επανεμφανίστηκαν τόσο αργά μετά την Απελευθέρωση; Στα 100 χρόνια από τη γέννηση του Δ. Λαμπράκη, «Το Βήμα» παρουσίασε ως εξής το ιστορικό του Συγκροτήματος κατά την Κατοχή και την Απελευθέρωση: «Οταν επήλθε η γερμανική Κατοχή, ο Δημ. Λαμπράκης εκχώρησε το “Ελεύθερον Βήμα” και τα “Αθηναϊκά Νέα” στους συντάκτες, οι οποίοι εξέδιδαν μικρές δισέλιδες εκδόσεις, που αργότερα -από έλλειψη δημοσιογραφικού χαρτιού- συγχωνεύτηκαν με τις άλλες εφημερίδες σε κοινές εκδόσεις, μία πρωινή (“Ηνωμένος Τύπος”) και μία απογευματινή (“Βραδυνά Νέα”)».2

Θα δούμε παρακάτω τι ακριβώς έγινε με τις εφημερίδες. Παραθέτω από το ίδιο δημοσίευμα και το σχετικό απόσπασμα για τη δράση του ιδρυτή του Συγκροτήματος: «Ο ίδιος ο Δημήτριος Λαμπράκης, σε στενή συνεργασία με αντιστασιακούς κύκλους της Ελλάδας και της Μέσης Ανατολής, δραστηριοποιήθηκε έντονα για την ενότητα τον δημοκρατικού-αντιβασιλικού κόσμου. […] Καταζητούμενος, διέφυγε το 1944 στη Μέση Ανατολή, χωρίς να τερματισθούν οι δοκιμασίες για τις πολιτικές ιδέες του. Με εντολή των Αγγλων κλείσθηκε σε στρατόπεδο στο Χαλέπι, και απομονώθηκε υπό επιτήρηση σε στρατόπεδο της Βηρυτού».

Είναι γεγονός ότι πριν ακόμα μπουν τα γερμανικά στρατεύματα στη Αθήνα, οι εφημερίδες του Συγκροτήματος έβγαλαν από την ταυτότητα του εκδότη τον Δ. Λαμπράκη και την αντικατέστησαν με τη φράση «εκδίδεται από επιτροπήν του εργαζομένου προσωπικού», ενώ τη συνόδευσαν με την ακόλουθη ανακοίνωση: «0 κ. Δ. Λαμπράκης εγκαταλείπει την δημοσιογραφίαν, και αποχωρών από το “Ελεύθερον Βήμα”, τα “Αθηναϊκά Νέα” και τον “Οικονομικόν Ταχυδρόμον”, εξεχώρησεν οριστικώς εις το προσωπικόν των εφημερίδων τους τίτλους διά την περαιτέρω έκδοσίν των».3

Οπως αποδείχτηκε μετά την Απελευθέρωση, ο Δ. Λαμπράκης ήταν σε απόλυτη συνεννόηση με τους στενούς συνεργάτες του στους οποίους παρέδωσε προσωρινά το Συγκρότημα. Απλώς φρόντισε να διαφυλάξει την προσωπική φήμη του. Αλλά τι ακριβώς έκανε από το 1944 -όταν δηλαδή είχε προδιαγράφει πλέον η ήττα του Αξονα- με τη φυγή του στη Μέση Ανατολή; Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτουμε από τα αρχεία του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών, εξακολούθησε να κάνει αυτό που συνήθιζε και πριν και μετά τον πόλεμο: να μετέχει σε ίντριγκες για τον σχηματισμό κυβερνήσεων όπως εκείνος τις αντιλαμβανόταν.

Σύμφωνα με το Αρχείο Τσουδερού, αυτό έκανε και στο διάστημα που παρέμενε στην Αθήνα. Τον Οκτώβριο του 1943 έφτασε στα χέρια του Τσουδερού, πρωθυπουργού της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης, ένα γράμμα του Δ. Λαμπράκη, σχετικά με το πολιτειακό ζήτημα. «Ο θυμός του πρωθυπουργού γίνεται εμφανέστατος στις σημειώσεις του στα περιθώρια του γράμματος του “παράφρονα” εκδότη: “Πού κατήντησεν η Ελλάς. Ενας υστερικός έμπορος διαφημίσεων να θέλει να κρίνει τας τύχας της Ελλάδος”. Στο περιθώριο άλλου γράμματος ξεσπάει: “Τον κακόν σου τον καιρόν, υστερικέ κ. Λαμπράκη”. Φυσικά ο Τσουδερός δεν κοινοποιεί αυτές τις ύβρεις στο εν λόγω πρόσωπο, αλλά απεναντίας απαντά αρκετά φιλικά στον “αγαπητό Μήτσο”».4 Και να σκεφτεί κανείς ότι ο Τσουδερός υπήρξε συνιδρυτής του «Ελευθέρου Βήματος», ενώ η συνεργασία του με τον Λαμπράκη συνεχίστηκε και μετά την Απελευθέρωση.

image002

Σε συνεργασία με τον βιομήχανο Μποδοσάκη, ο Λαμπράκης προωθούσε στη Μέση Ανατολή τη δική του ατζέντα. Πολλά τηλεγραφήματα στελεχών του Foreign Office αναφέρονται στη δράση του και εισηγούνται τρόπους να περιοριστεί η επιρροή του.5 Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι ήδη από την Αθήνα ο Λαμπράκης διεκδικούσε τον ρόλο του μεσολαβητή μεταξύ των Βρετανών, της εξόριστης κυβέρνησης και του ΕΑΜ.

Στις 12.3.1944 η περιοδική συνοπτική έκθεση των Βρετανών για την ελληνική υπόθεση αναφέρεται στις πληροφορίες του συνταγματάρχη Εμμ. Φραδέλλου, σύμφωνα με τις οποίες η επικοινωνία του ΕΑΜ με τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, μετά τον θάνατο του Δημήτρη Γληνού, γίνεται πλέον διά μέσου των στελεχών των Φιλελευθέρων Λαμπράκη, Ασκούτση και Θ. Τσάτσου, καθώς ο Σβώλος έχει περάσει στην παρανομία. Ειδικά για τον Λαμπράκη το έγγραφο σημειώνει ότι «τον τελευταίο καιρό έχει αποκαλυφτεί πως ορισμένοι κλάδοι των μυστικών μας υπηρεσιών χρησιμοποιούν κατ’ επανάληψη τον Λαμπράκη ως σύνδεσμό τους με το ΕΑΜ και το γεγονός ότι χρησιμοποιείται επίσης ως δίαυλος επικοινωνίας με πολιτικούς εκπροσώπους εξηγεί το ότι οι διαπραγματεύσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς έχουν βαλτώσει (εφόσον κατηγορείται ότι δεν διαβιβάζει το πλήρες κείμενο των ανακοινώσεων) καθώς και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα πιο συντηρητικά άτομα να ανταποκριθούν στις κλήσεις της ελληνικής κυβέρνησης να έλθουν στο Κάιρο (διότι ο Λαμπράκης θέτει σε κίνδυνο την ασφάλειά τους, αφού ενημερώνει τους πάντες ότι κλήθηκαν στο Κάιρο, προτού διαβιβάσει την πρόσκληση στα ενδιαφερόμενα άτομα)».6

Διαφωτιστική είναι μια επιστολή με πληροφορίες για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα που στάλθηκε στις 26.6.1944. «Εντέλει δυο λόγια για τον Λαμπράκη. Οποια κι αν ήταν τα πεπραγμένα του πριν τον πόλεμο, έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι οι δραστηριότητές του τα τελευταία ένα δυο χρόνια στην Αθήνα δεν ήταν καθόλου αξιόπιστες. Δεν μπορώ να σας δώσω λεπτομέρειες, αλλά το βέβαιο είναι ότι αποσπάστηκε από το κύριο σώμα του Κόμματος των Φιλελευθέρων και μοιάζει να δρα μόνο για το προσωπικό του συμφέρον, με ελάχιστους ενδοιασμούς για τις μεθόδους που εφαρμόζει. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν φημίζονται για τη σταθερότητά τους και μπορεί να αποφασιστεί ότι είναι καλύτερα να βρίσκεται ο Λαμπράκης σε κάποια απόσταση από το Κάιρο, όπου η διασπαστική επιρροή του θα έχει μικρότερη εμβέλεια».7

Τρεις μέρες αργότερα ο Βρετανός πρεσβευτής Leeper ενημερώνει την κυβέρνησή του ότι ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου ρωτά τι σκέπτονται να κάνουν με τον Λαμπράκη και τον Μποδοσάκη, οι οποίοι έχουν μεγάλη επιρροή στο Κόμμα των Φιλελευθέρων. Σύμφωνα με το έγγραφο, ο Παπανδρέου ζητούσε να μην επιτραπεί στα δύο αυτά άτομα να «δολοπλοκούν στο Κάιρο», καθώς και να ενημερώσουν τον Σ. Βενιζέλο ότι η ευθύνη για την κράτηση ή την απομάκρυνσή τους ανήκει στους Βρετανούς.

Και ο Leeper συνεχίζει: «Σ’ αυτή τη βάση, ο στρατηγός Paget συμφώνησε να γράψει μια επιστολή προς τον κ. Παπανδρέου, όπου θα εξηγεί ότι ο Μποδοσάκης συνελήφθη με δική του εντολή επειδή ήταν ύποπτος για επικίνδυνες δραστηριότητες […] Στον Λαμπράκη ειπώθηκε να εγκαταλείψει το Κάιρο και να μεταβεί στον Λίβανο, και δεν θα του επιτραπεί να επιστρέψει στο Κάιρο. Αν δεν το κάνει οικειοθελώς μέσα σε λίγες μέρες, ο Λαμπράκης θα συλληφθεί».8

Από τη διαδοχή αυτών των εγγράφων συνάγεται ότι την πρωτοβουλία για τον περιορισμό των κινήσεων του Λαμπράκη δεν την είχαν οι Βρετανοί, όπως θέλουν οι επίσημες βιογραφίες του, αλλά η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση και προσωπικά ο Παπανδρέου. Το υποπτεύεται στις αναμνήσεις του και ο Θεμιστοκλής Τσάτσος, ο οποίος θεωρεί ότι εκδηλώθηκε «η παλαιά αντίθεσις [του Παπανδρέου] με το συγκρότημα του “Ελευθέρου Βήματος”. Κατ’ αρχάς με διστακτικότητα και προπαντός δι’ επιφυλάξεων. Αλλ’ από της διελεύσεως του Δ. Λαμπράκη από το Κάιρον πολύ εντονώτερον».9 Σχολιάζοντας την παρατήρηση αυτή, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος επισημαίνει διακριτικά ότι «στο Κάιρο είχε δημιουργηθεί η εντύπωση, ότι τα μέτρα εις βάρος του Δ. Λαμπράκη δεν μπορεί να είχαν ληφθεί δίχως τη συγκατάθεση -ή έστω τη σιωπή- του Γ. Παπανδρέου».10

image004Ο γερμανόφιλος Νικόλαος Λούβαρις πρόεδρος του Δ.Σ. της κατοχικής εταιρείας “Ελεύθερον Βήμα”. Το ΦΕΚ της εταιρείας που αποδεικνύει τη συνεργασία με τις κατοχικές αρχές.

Λίγες μέρες αργότερα, το Foreign Office ενημερώνει τον Τσόρτσιλ σχετικά με το θέμα και πληροφορεί τον πρεσβευτή Leeper ότι εγκρίνει τα μέτρα που έχει λάβει για τον Μποδοσάκη και τον Λαμπράκη.11 Μόνο στις 10.9.1944, μόλις ένα μήνα δηλαδή πριν από την Απελευθέρωση, η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει να ζητήσει από τους Βρετανούς να άρουν τους περιορισμούς και να δώσουν πλήρη ελευθερία κινήσεως στον Λαμπράκη, ο οποίος βρισκόταν σε κατ’ οίκον περιορισμό στον Λίβανο.12 Επρεπε να αναλάβει και πάλι τα εκδοτικά καθήκοντά του.

Πάντως, την ίδια ώρα που ο ιδιοκτήτης του Συγκροτήματος έκανε υψηλή πολιτική στη Μέση Ανατολή, οι υπάλληλοί του έβγαζαν δυο εφημερίδες απολύτως ενταγμένες στην προπαγάνδα των δυνάμεων κατοχής. Η τριμελής «επιτροπή εργαζομένων», στην οποία είχε αναθέσει «την φροντίδα της συνεχίσεως» αποτελούνταν από τους έμπιστους διευθυντές του, Γ. Συριώτη, Λ. Ζαφειρόπουλο και I. Τζαρτίλη. Και ήταν αυτοί που τον Σεπτέμβριο του 1941 έδωσαν και νομική μορφή στην ευθεία συνεργασία με τον κατακτητή.

Στο ΦΕΚ 287 της 16ης Σεπτεμβρίου 1941 δημοσιεύεται το καταστατικό της Ανωνύμου Εταιρείας υπό την επωνυμία «Εταιρεία δημοσιογραφικών εκδόσεων Ελεύθερον Βήμα Α.Ε.». Σύμφωνα μ’ αυτό το έγγραφο, «το κεφάλαιον της Εταιρείας ορίζεται εις δραχμάς τρία εκατομμύρια, διαιρείται δε εις χιλίας μέτοχός δραχμών τριών χιλιάδων εκάστη. Εκ του κεφαλαίου τούτου εκαλύφθησαν υπό των ιδρυτών: 1) Παρά της εταιρείας “Μούνδους Α.Ε.” αναλαμβανούσης τα πεντήκοντα εν εκατοστά (51%), δραχμαί 1.530.000,2) Παρά του κ. Γεωργίου Συριώτη, αναλαμβάνοντος το 17% δραχμαί 510.000, 3) Παρά του κ. Αλκιβιάδου Ζαφειροπούλου, αναλαμβάνοντος το 16% δραχμαί 480.000 και 4) Παρά του κ. Ιορδάνη Τσαρτίλη, αναλαμβάνοντος το 16% δραχμαί 480.000» (άρθρο 4).
Αυτό το Διοικητικό Συμβούλιο οριζόταν ως εξής για μία τριετία: «Απαρτίζεται εκ των 1) Νικολάου Λούβαρι, καθηγητού του Πανεπιστημίου, όστις ορίζεται ως πρόεδρος, 2) Γεωργίου Βλαβιανού, όστις ορίζεται ως αντιπρόεδρος, 3) Φερδινάνδου Φερδινάνδου Φοράουερ (Ferdinand Ferdinand Vorauer) υπαλλήλου της Γερμανικής Πρεσβείας, όστις ορίζεται ως αναπληρωτής του Αντιπροέδρου, 4) Γεωργίου Αντωνίου Συριώτη, δημοσιογράφου, 5) Αλκιβιάδου Παντελή Ζαφειροπούλου, δημοσιογράφου, 6) Ιορδάνου Ευδόκιμου Τσαρτίλη, λογιστού, 7) Ερβέρτου Σβέρμπελ (Dr Herbert Schworbel) υπαλλήλου Γερμανικής Πρεσβείας και 8) Σάββα Χρήστου Κέντρου, δικηγόρου» (άρθρο 10). Για τα μέλη του Δ.Σ. προβλεπόταν αποζημίωση κατά συνεδρίαση, καθώς και ποσοστά επί των κερδών της εταιρείας.

Εκτός από τα τρία στελέχη του Συγκροτήματος, ξεχωρίζει ο πρόεδρος Ν. Λούβαρις, ο οποίος βέβαια ήταν ο πιο ένθερμος υποστηρικτής του Αξονα στους ακαδημαϊκούς κύκλους και αργότερα ορίστηκε υπουργός Παιδείας στην κατοχική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη, καθώς και ο αντιπρόεδρος Γεώργιος Βλαβιανός, ιδρυτής και πρώτος αρχηγός της ναζιστικής οργάνωσης ΕΣΠΟ, τα γραφεία της οποίας ανατίναξαν οι πατριώτες της ΠΕΑΝ στις 20.9.1942. Τα δύο στελέχη των κατοχικών δυνάμεων ήταν ειδικοί απεσταλμένοι του Τρίτου Ράιχ.13

Η «τριμελής επιτροπή» του Λαμπράκη μεταβίβαζε με την ίδια πράξη τους τίτλους των εφημερίδων στην Εταιρεία «άνευ ιδιαιτέρας αποζημιώσεως ή αμοιβής» (άρθρο 42). Οσο για την εταιρεία «Μούνδους», η οποία ανέλαβε το 51% του Συγκροτήματος, δεν είναι άλλη από τη Mundus A.G., δηλαδή την εταιρεία χόλντινγκ που συνέστησε το υπουργείο Εξωτερικών του Τρίτου Ράιχ υπό τον Ρίμπεντροπ, σε συνεργασία με το υπουργείο Προπαγάνδας υπό τον Γκέμπελς, προκειμένου να ελέγξουν τα μέσα ενημέρωσης στις κατεχόμενες χώρες.14

Με άλλα λόγια, την περίοδο της Κατοχής το Συγκρότημα είχε συνεταιριστεί ευθέως με τους μηχανισμούς προπαγάνδας του Τρίτου Ράιχ, διευθυνόταν από δωσίλογους και στελέχη των κατοχικών δυνάμεων, και ταυτόχρονα χρηματοδοτούνταν από τις γερμανικές αρχές. Σύμφωνα με τη μελέτη των γερμανικών αρχείων, τα έντυπα του Λαμπράκη ήταν οι μόνες εφημερίδες που συνεταιρίστηκαν με τη Mundus. Υπήρχαν επίσης εκδόσεις βιβλίων («Βίβλος» Α.Ε.) και πρακτορείο διανομής («Ενωσις Ελληνικού και Ξένου Τύπου» Α.Ε.).15

Αυτός ήταν ο λόγος που υποχρεώθηκε ο Δημήτριος Λαμπράκης να αλλάξει τα ονόματα των εφημερίδων του μετά την Απελευθέρωση και άργησε τόσο πολύ να τις επανεκδώσει.16

Στο κλίμα τρομοκρατίας που συνόδευσε τη Συμφωνία της Βάρκιζας και με δεδομένη την προκλητική ατιμωρησία των δωσίλογων, ελάχιστοι ασχολήθηκαν με την κατοχική δραστηριότητα του Συγκροτήματος. Ακόμα και το ΚΚΕ, δεν θέλησε να διαταράξει τις σχέσεις με την αντιμοναρχική και λιγότερο επιθετική εκδοχή των αστικών δυνάμεων. Η αρθρογραφία του «Ριζοσπάστη» αφήνει μόνο υπονοούμενα, όπως στο κειμενάκι που υπογράφει ο ίδιος ο Νίκος Ζαχαριάδης, ένα μήνα μετά την απελευθέρωσή του από το Νταχάου: «Ο κ. Λαμπράκης πρέπει να ξέρει ότι όταν εμείς κατηγορήσουμε για προδοσίες, αντεθνισμούς και ξένες επιρροές, θα μπορέσουμε και να το αποδείξουμε. Μα το ζήτημα αυτό δεν μας απασχολεί άμεσα. Σήμερα θέλουμε να συζητήσουμε καλόπιστα, δημοκρατικά».17

Ακόμα και ύστερα από πολλούς μήνες, και αφού έχει ξεσπάσει ανοιχτά ο εμφύλιος πόλεμος, οι αρθρογράφοι του «Ριζοσπάστη» και κυρίως ο Κώστας Καραγιώργης θα συνεχίσουν να τείνουν χείρα συνεννοήσεως προς το Συγκρότημα. Μάταια.

1. Δημήτρης Κουσουρής, Δίκες των δωσίλογων, 1944-1949, Πόλις, Αθήνα 2014, σ. 300.
2. «Ο αγωνιστής, ο δημοσιογράφος, ο πολιτικός», εφ. Το Βήμα, 3.7.1988.
3. Εφ. Το Βήμα και Τα Νέα, 26.4.1941.
4. Χάγκεν Φλάισερ, Στέμμα και σβάστικα. Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης, 1947-1944, τ. Β’, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1995, σ. 262.
5. Για μια συνοπτική αναφορά στη δράση αυτή βλ. Μαρία Σπηλιωτοπούλου, Προκοπής Παπαστράτης, Χρονολόγιο Γεγονότων 1940-1944 από τα έγγραφα του Βρετανικού υπουργείου των Εξωτερικών, Foreign Office 371, Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα τ. Α1 112002, τ. Β’ 2004.
6. F.0.371/43683/R4596.
7. F.0.371/43733/R10240.
8. F.0.371 /43733/R10231.
9. Θεμιστοκλής Δ. Τσάτσος, Αι παραμοναί της Απελευθερώσεως (1944), εκδ. Ικαρος, Β’ έκδοση, Αθήνα 1973, σ. 89.
10. Στο ίδιο, σ. 252-253.
11. F.0. 371/43733/R10281.
12. F.0.371/43705/R16792.
13. Peter Longerich, Propagandisten im Krieg. Die Presseabteilung des Auswartigen Amtes unter Ribbentrop, Studien zur Zeitgeschichte, τ. 33, Μόναχο 1987, σ. 159,162,244,260.
14. Στο ίδιο, σ. 268 κ.ε.
15. Στο ίδιο, σ. 270.
16. Στις τις αρχές του 1945 κυκλοφόρησαν για ένα διάστημα τα Αθηναϊκά Νέα (18.1 -9.5). Στις 12.5.1945 κυκλοφόρησε για πρώτη φορά Το Βήμα και στις 16.5.1945 Τα Νέα.
17. Ν. Ζαχαριάδης, «Συζήτηση με έναν δημοκράτη», εφ. Ριζοσπάστης, 6.5.1945.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

2 απαντήσεις στο “4 Αντίσταση έξω, δωσιλογισμός μέσα”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *