Εκφράσαμε τον αντιδικτατορικό αγώνα

image004image002Του Νίκου Κιάου – “Εφημερίδα των Συντακτών”

Τo 1967 ήμουν 24 ετών. Γεννήθηκα το 1943- Ως φοιτητής στο Φυσικό, το 1965 κρατούσα ένα μάθημα, τη Σεισμολογία, γιατί δεν υπήρχε περίπτωση να έχω πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων και να διοριστώ στο Δημόσιο, λόγω της αντιστασιακής δραστηριότητας του πατέρα μου και άλλων μελών της οικογένειας μου κατά τη δεκαετία του 1940. Και οι δυο γονείς μου συνελήφθησαν το 1946. Η μητέρα μου απηλλάγη 1952 και ένα χρόνο μετά συνάντησα τον πατέρα μου, για πρώτη φορά, στην εξορία στον Αι-Στράτη το 1953. σε ηλικία δέκα ετών πια. Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 είχα αρχίσει να κάνω φροντιστήρια, παίρνοντας συνεχώς αναβολές από τον στρατό, λόγω σπουδών.

Ενας από τους εξαίρετους καθηγητές μας στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών ήταν ο Σπύρος Ζερβός, ο οποίος επειδή πρέσβευε νέες αντιλήψεις για την επιστήμη δεν έγινε ποτέ τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο και ήταν από τους πρώτους που διώχθηκαν με το που έγινε το πραξικόπημα. Ο άνθρωπος αυτός παρουσιάστηκε ως μάρτυρας υπεράσπισής μας στο έκτακτο στρατοδικείο κατά τη δίκη για την υπόθεση του «Ρήγα Φεραίου» το 1968. Κανένας δεν θα το έκανε αυτό εύκολα.

Η δικτατορία με βρίσκει μέλος της Νεολαίας Λαμπράκη, αλλά και του Συνδέσμου Νέων για τον πυρηνικό αφοπλισμό Μπέρτραντ Ράσελ, πού είχε αναπτύξει αξιοσημείωτη δράση, με διοργάνωση εκδηλώσεων και πορείας ειρήνης.

Στην παρανομία

Ως συνέχεια της Νεολαίας Λαμπράκη δημιουργείται το Πατριωτικό Μέτωπο Νέων και τον Δεκέμβριο του 1967 φτιάχνουμε τον «Ρήγα Φεραίο». Προηγουμένως, τον Ιούλιο του 1967 έχω γίνει μέλος του ενιαίου τότε ΚΚΕ. Στη διάσπαση, τον Φεβρουάριο ίου 1968, ως «Ρήγας Φεραίος» δεν πήραμε θέση, παρά μόνο αμέσως μετά τη δίκη μας, τον Νοέμβριο του 1968. Αυτό συνέβη, γιατί όταν μας μετέφεραν στις Φυλακές Αβέρωφ τον Ιούνιο του 1968 ως υπόδικους για την υπόθεση του «Ρήγα», τόσο ο Λεωνίδας Κύρκος., όσο και ο Χρόνης Μίσσιος, που κρατούνταν εκεί, είχαν εκφράσει τη θέση να μας αφήσουν να δώσουμε τη μάχη μας απέναντι στο έκτακτο στρατοδικείο και μετά να ξεδιαλύνουμε τις εσωκομματικές υποθέσεις. Ετσι, ετοιμάσαμε τη μάχη μας, γιατί, καταλαβαίνετε, εμπλέκονταν οι μάρτυρες υπεράσπισης κ.λπ.

Ο «Ρήγας» ήταν η οργάνωση που έπρεπε να εκφράσει τον αντιδικτατορικό αγώνα στους νέους και πρώτα απ’ όλα στους φοιτητές. Η ίδρυσή του δεν έγινε με κάποια μεγάλη συγκέτρώση, δεν μπορούσε φυσικά να γίνει κάτι τέτοιο. Ο ένας μυούσε τον άλλον. Επρεπε να δείξουμε ότι υπάρχει κόσμος που αντιστέκεται και αγωνίζεται, τόσο μέσα στα Πανεπιστήμια όσο και έξω από αυτά, στους δρόμους και στις πλατείες.
Τον πρώτο καιρό, παρ’ όλο που τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα, έγιναν διάφορες δράσεις και εκδηλώσεις. Το να ξεδιπλώνεται ένα ολόκληρο πανό με συνθήματα και προκηρύξεις από τον εξώστη, να παίζει ένα μαγνητόφωνο με αντιδικτατορικά συνθήματα όπως «Κάτω η χούντα», «Ζήτω η Δημοκρατία», δεν ήταν ούτε εύκολα ούτε αυτονόητα γεγονότα για την εποχή.

Ο «Ρήγας» δεν είχε κανένα στοιχείο κομματικό. Ημασταν αντιδικτατορική φοιτητική οργάνωση, αποτελούμενη όχι μόνο από αριστερούς. Για παράδειγμα, ο Μανόλης Συμβουλάκης, που πριν από τη δικτατορία ήταν πρόεδρος της Γεωπονικής, προερχόταν από την Ενωση Κέντρου, δεν ήταν αριστερός. Δυστυχώς, σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα κατά τη διάρκεια της χούντας.

Η σύλληψη

Από την 21η Απριλίου του 1967 βγαίνω στην παρανομία, ενώ οι γονείς μου συνελήφθησαν και βρέθηκαν εξόριστοι, όπως προείπα, αρχικά στη Γυάρο και στη συνέχεια σε άλλα μέρη, έως το 1972 που επέστρεψαν.

Επί χούντας, με συνέλαβαν δύο φορές: το 1968 με την υπόθεση του «Ρήγα Φεραίου», στο σπίτι που έμενα, μαζί με ακόμα έναν σύντροφο. Αλλά και την επαύριον της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, στις 18 Νοεμβρίου του 1973- Στη δεύτερη περίπτωση μεταφέρθηκα στο Μπογιάτι, όπου, ενώ είχα δικαστεί, καταδικαστεί, φυλακιστεί και βασανιστεί για τον «Ρήγα», ξαναπερνάω τα ίδια για τη διοργάνωση και τη συμμετοχή μου στις πορείες ειρήνης μια δεκαετία νωρίτερα. Αυτό είναι ενδεικτικό του πόσο τους πείραζε η υπόθεση με τις πορείες ειρήνης.

Με το που με συνέλαβαν την πρώτη φορά, με μετέφεραν στην οδό Μπουμπουλίνας, στο Σπουδαστικό της Ασφάλειας, με επικεφαλής τον Καραπαναγιώτη. Μου ζήτησαν να ομολογήσω και να δώσω πληροφορίες κι εγώ ζήτησα δικηγόρο. Μετά άρχισαν οι ξυλοδαρμοί στο ένα γραφείο, από κει σε δεύτερο γραφείο, μετά στην ταράτσα, οι φάλαγγες… Μετά με πήγαν στον Διόνυσο, όπου είχαμε και ηλεκτροσόκ και εικονικές εκτελέσεις. Εκεί ήταν κι άλλα παιδιά, όπως ο Κλαυδιανός, ο Μπρουτζάκης κ.ά. Από τον Διόνυσο με πήγαν πάλι στην Ασφάλεια και στη συνέχεια στις Φυλακές Αβέρωφ. Ολα αυτά γίνονται από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούνιο του 1968, κάτι λιγότερο από δύο μήνες. Ξύλο διανθισμένο με πολλά άλλα βασανιστήρια, για τα οποία δεν είναι εύκολο να μιλάει κανείς.

Οι βασανιστές… αναμφίβολα φέρονταν με τον πλέον απάνθρωπο τρόπο. Δεν υπάρχει χειρότερο από το να βασανίζεις έναν άνθρωπο, ιδίως όταν αυτός είναι κρατούμενος, είναι αδύναμος κι εσύ, ο βασανιστής του, παριστάνεις τον ισχυρό και τον δυνατό. Σκοπός τους ήταν να πάρουν πληροφορίες, να κάμψουν το ηθικό, να υπογράψουμε δήλωση.

Η καθημερινή ζωή ήταν πολύ δύσκολη. Ζούσαμε με κάτι ελάχιστα από συγγενείς και επίσης κάτι ελάχιστα από την οργάνωση.
Παρά τις δυσκολίες και το ρίσκο -ήξερες ότι έπαιζες την ίδια σου τη ζωή κορόνα-γράμματα και αν δεν πρόσεχες, ήσουν κίνδυνος και για τους συντρόφους σου- δεν φοβόσουν. Δεν σκεφτόμασταν πώς δεν θα επιβιώναμε… Σκεφτόμουν ότι θα μπορούσα να το σκάσω, ότι πάει κι αυτό, πέρασε. Επίσης υπήρχε μια ανησυχία για τους συντρόφους, γιατί δεν ήξερα τι γίνεται με τους υπόλοιπους.
image008

Η δίκη

Είχαν προηγηθεί κι άλλες δίκες, τόσο τη δεκαετία του 1950, αλλά και του 1960, καθώς και αμέσως μετά την επιβολή της δικτατορίας. Στη δίκη μας, την πρώτη του «Ρήγα», όπως και πριν, στα φοιτητικά έδρανα, κυκλοφορούσαμε με κουστούμι και γραβάτα. Θυμάμαι ο Γιούργος είχε δανειστεί ένα δικό μου κουστούμι, ήταν μάλλινο και είχε σκάσει από τη ζέστη… Εκεί είχαμε να απαντήσουμε σε ερωτήσεις, όπως αν θα παίρναμε τα όπλα για να υπερασπιστούμε την πατρίδα, αν θα πολεμούσαμε κατά της Βουλγαρίας σε περίπτωση επίθεσής της προς τη χώρα μας.

Η πρώτη απάντηση στην ερώτηση αυτή ήταν πως η Βουλγαρία είναι Σοσιαλιστική Δημοκρατία, συνεπώς δεν έχει ιμπεριαλιστικές βλέψεις. Ο καθηγητής μας Σπύρος Ζερβός, ως μάρτυρας υπεράσπισης, είχε αναφέρει εντελώς καλοπροαίρετα «πως τα παιδιά είναι πατριώτες και θα υπερασπιστούν την πατρίδα τους». Το δικαστήριο, όμως, επέμενε.

Οι απαντήσεις μας αρχικά ανησύχησαν τους δικηγόρους μας, μήπως μας κολλήσουν και την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, οπότε τις επόμενες μέρες οι απαντήσεις μας άλλαξαν και ήταν πως δεν πρόκειται να συμβεί αυτό, αλλά αν συμβεί, βεβαίως και θα υπερασπιστούμε την πατρίδα.

Ενα παιχνίδι ήταν όλο αυτό, ανάμεσα στους στρατοδίκες, όπως ο Λιαπής, ο βασιλικός επίτροπος, κι εμάς. Η πρόταση του Λιαπή ήταν για ισόβια, ενώ ο νόμος προέβλεπε μέχρι την ποινή του θανάτου για καθοδηγητές, όπως εμείς. Τελικά το δικαστήριο μας καταδίκασε με συμψηφισμό διαφόρων ποινών σε 25 χρόνια φυλακή. Εμείς αισθανθήκαμε μάλλον ανακούφιση που τελείωσε όλη αυτή η εκκρεμότητα.

Στη φυλακή

Στη φυλακή έμεινα μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1972 και βγήκα προς αποφυγή ανηκέστου βλάβης της υγείας μου. Βγαίνοντας έξω κατάφερα να οργανώσω την υπεράσπισή μας στο Αναθεωρητικό Δικαστήριο, που έγινε τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο του 1973 και μείωσε την ποινή στα 12 χρόνια.

Στο μεταξύ, τον Αύγουστο δόθηκε αμνηστία και ήρθησαν και οι συνέπειες της καταδίκης. Ετσι έπαψαν να ισχύουν και οι διοικητικές κυρώσεις, όπως η αποβολή μας από το Πανεπιστήμιο. Οπότε μπόρεσα να δώσω εξετάσεις για τη Σεισμολογία και πήρα το πτυχίο μου, όπως έκαναν και πολλά άλλα παιδιά.

Παρουσιάστηκα στην Κόρινθο για το στρατιωτικό μου, στη συνέχεια με έστειλαν στο 401 Νοσοκομείο και μόλις τελείωσα και με αυτό, είχαμε τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, τα οποία κάλυψα ως δημοσιογράφος του «Athens News». Στις 18 Νοεμβρίου με συνέλαβαν εκ νέου, ως παλαιό κομμουνιστή. Πάλι στην Ασφάλεια (στην αρχή της Μεσογείων πλέον), μετά στις Σχολές Αστυνομίας στην Κηφισίας και μετά στο Μπογιάτι, όπου είχε πολύ ξύλο για τις προ δεκαετίας συμμετοχές μου στις πορείες ειρήνης. Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1974 με έστειλαν εξορία.

Στον «Ρήγα» διαφωνούσαμε κυρίως για τον χαρακτήρα και τη μετεξέλιξη της οργάνωσής: πού βρισκόμαστε, τι θέλουμε να κάνουμε, πού θέλουμε να πάμε. Στη φυλακή παρέδιδα μαθήματα γαλλικών, είχα βγάλει και ένα βιβλίο (μετάφραση από τα αγγλικά στα ελληνικά) που εκδόθηκε ενώ ήμουν μέσα (στη φυλακή). Πέρα από το ξύλο και τις δύσκολες μέρες, η φυλακή ήταν, για όσους ήθελαν, πραγματικό πανεπιστήμιο.

Κοιτάζοντας πίσω στον χρόνο, σκέφτεσαι ότι η ανάμιξη στα κοινά έχει νόημα προκειμένου να βελτιωθεί ο κόσμος. Οι όποιες συνέπειες είναι στο πρόγραμμα. Τόσο απλά.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *