Μάθαμε το «Ρήγα» από τις δίκες

image002Του Κώστα Βογιατζή – “Εφημερίδα Συντακτών”

Βρέθηκα στην Πάτρα στις αρχές της ίδρυσης του Πανεπιστημίου της. Ως μαθητής είχα σχέση με τους «Λαμπράκηδες», η οικογένειά μου ήταν αριστερή, ο πατέρας μου ήταν στον εφεδρικό ΕΛΑΣ στο Πήλιο και ο θείος μου είχε εκτελεστεί από τους ΕΑΣΑΔίτες, τους ταγματασφαλίτες του Βόλου (απ’ όπου και κατάγομαι) και της Θεσσαλίας… Οπότε ήμουν κάπως γνωστός στην Ασφάλεια.

Μετά τον Εμφύλιο, ο κόσμος δύσκολα μιλούσε γι’ αυτά. Για την εκτέλεση του θείου μου, να φανταστείς, αν και η φωτογραφία του ήταν συνεχώς στο σαλόνι μας, έμαθα χρόνια αργότερα. Αλλά και για τον πατέρα μου, έμαθα το 1980 πλέον. Ωστόσο, από παιδιά ξέραμε, ήταν σαφές στην οικογένεια ότι η μητέρα μου ψήφιζε Αριστερά – τη βλέπαμε ν’ ακούει τη «Φωνή της Αλήθειας». Οι συζητήσεις, όμως, ήταν λίγες-συνήθως ανάμεσα σε μέλη της οικογένειας- για το αντάρτικο κι εμείς δεν τολμούσαμε να ρωτήσουμε ως παιδιά.

Η Πάτρα, το Πανεπιστήμιο, το κίνημα, οι Ασφαλίτες

Το Πανεπιστήμιο στην Πάτρα ξεκίνησε να λειτουργεί στο παλιό σήμερα κτίριο, Κορίνθου και Αράτου, τον χειμώνα του 1966-67. Στην αρχή δεν είχε πολλούς φοιτητές, οπότε ο αντιδικτατορικός αγώνας άργησε κάπως να ξεκινήσει εκεί. Εμένα, όπως σας είπα, με ξέρανε από τους «Λαμπράκηδες» και έτσι δραστηριοποιηθήκαμε πιο μετά απ’ ότι έγινε στην Αθήνα, με τον «Ρήγα». Ουσιαστικά, μέχρι το 1972 δεν έγινε κάτι το αξιοσημείωτο στην Πάτρα.

Εμείς, οι φοιτητές, δεν είχαμε πολλές επαφές με τον κόσμο της Πάτρας. Γενικά είχαμε μια ψυχολογία ότι οι Πατρινοί είναι κάτι άλλο και οι φοιτητικές ομάδες κάτι άλλο. Κάτι το εστιατόριο όπου τρώγαμε και το καφενείο όπου πηγαίναμε. Κατά τα άλλα, κάναμε παρέα μεταξύ μας. Να σου πω ένα χαρακτηριστικό: πηγαίναμε στο γήπεδο οι φοιτητές και υποστηρίζαμε την ομάδα που έπαιζε εναντίον της Παναχαϊκής. Δεν ξέρω γιατί συνέβαινε αυτό. Πάντως, όλα άλλαξαν όταν το φοιτητικό κίνημα άρχισε να μεγαλώνει και ξεκίνησε τις δράσεις του στην πόλη το 1972. Τότε, ναι, πολλοί Πατρινοί μας υποστήριξαν και ήρθαμε σε επικοινωνία μαζί τους.

Η πόλη ήταν μία αστική κοινότητα που είχε γνωρίσει μεγάλες δόξες μέχρι τότε. Ενας δεσμός συνεκτικός, τόσο των ντόπιων όσο κι εμάς των φοιτητών, ήταν βέβαια η Ασφάλεια και κυρίως ο αρχιασφαλίτης, ο γνωστός Αδαμόπουλος. Ενας άνθρωπος με ψυχρό βλέμμα, που τρομοκρατούσε τους πάντες. Απ’ ό,τι έμαθα, μετά την πτώση της χούντας γυρνούσε και παρακάλαγε τους αριστερούς πως δεν ήξερε, δεν έκανε, δεν έρανε…

Ωστόσο, από την αρχή της δικτατορίας, η πόλη είχε καταλάβει τι σημαίνει αυτό το καθεστώς. Δεν μπορούσες να τραγουδήσεις τα τραγούδια που ήθελες ή να βρεις ένα βιβλίο που ήθελες να διαβάσεις. Ούτε να μιλήσεις ανοιχτά μπορούσες. Ακόμη και μεταξύ των φοιτητών, παρότι ήμασταν λίγοι στην αρχή, οι συνομιλίες γίνονταν μόνο με όσους ήξερες και εμπιστευόσουν. Εγώ, για παράδειγμα, μιλούσα με τον Δημήτρη Δημητριάδη. Ημασταν ξεκομμένοι μεταξύ μας [οι φοιτητές], αλλά προς το τέλος της δικτατορίας γίναμε ένα.

Για τον «Ρήγα» στην Αθήνα ξέραμε μέσες άκρες και συνήθως τα μαθαίναμε με καθυστέρηση. Δεν είχαμε καν ραδιόφωνο. Αν περνούσε κανένας φοιτητής για Ιταλία, μαθαίναμε νέα. Από κάποια στιγμή κι έπειτα στον αθηναϊκό Τύπο η λογοκρισία επικεντρωνόταν στα γεγονότα του εσωτερικού και όχι του εξωτερικού, κι έτσι κάτι μαθαίναμε για τον Μάη του ’68, για την Κίνα, για τον Μάο, για τη δολοφονία του Κένεντι κ.λπ. Θυμάμαι τα έγραφε η «Απογευματινή», καθώς η Βλάχου είχε κλείσει τη «Μεσημβρινή».
Οι πρώτες διοικήσεις του Πανεπιστημίου ήταν φιλοχουντικές. Και μάλιστα ο επικεφαλής τους, ονόματι Θεοδωρόπουλος, μετά τη δικτατορία παραπέμφθηκε στη Δικαιοσύνη και τιμωρήθηκε με έξι μήνες αργία.

Μάθαμε για τον «Ρήγα» από τα πρακτικά των δικών που δημοσιεύονταν… Μάλιστα εξαιτίας της δίκης του «Ρήγα», το 1971, φτάσανε και σε μένα. Θυμάμαι, καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς ήρθε μια ειδοποίηση στο σπίτι μου, στην Αθήνα, να παρουσιαστώ στον Καλύβα, στην Ασφάλεια, «δι υπόθεσίν μου». Φυσικά δεν πήγα ποτέ. Πήρα κατευθείαν το λεωφορείο και πήγα στην Πάτρα.
Για το ότι αργήσαμε να κάνουμε συντονισμένες δράσεις, ευθύνεται και το γεγονός ότι όταν μάθαμε για τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968, μας πήρε χρόνο να καταλάβουμε τι έγινε και αργήσαμε να πάρουμε θέση.

image004Ο Κώστας Βογιατζής, όρθιος, δεύτερος από αριστερά δίπλα στις δύο κοπέλες. Δεξιά του ο Κώστας Αναστασίου που προφυλακίστηκε επίσης στον Κορυδαλό μετά τα γεγονότα του Νοέμβρη ’73. Η φωτ. είναι από το αρχείο του Κ.Βογιατζή, μετά την φοιτητική αποχή τον Μάρτιο του 1973.

Συλλογή υπογραφών – το μαζικό φοιτητικό κίνημα

Το 1972, εγώ μαζί με ακόμη τρεις-τέσσερις βρεθήκαμε στην Αθήνα, στο σπίτι μου, και αποφασίσαμε να δραστηριοποιηθούμε πλέον ανοιχτά στην Πάτρα. Κατεβαίνοντας, μετά τις διακοπές του Πάσχα, ξεκινήσαμε συλλογή υπογραφών για να γίνουν εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους. Ηταν η πρώτη μαζικού χαρακτήρα αντιδικτατορική ενέργεια στην πόλη. Μέχρι τότε είχαν γίνει ελάχιστα πράγματα.
Αυτή η διαδικασία συλλογής υπογραφών ήταν μισονόμιμη-μισοπαράνομη. Δηλαδή, υπήρχε σύλλογος φοιτητών Πατρών, που όμως είχε ένα διορισμένο χουντικό συμβούλιο.

Σ’ αυτούς θα επιδιδόταν ένα έγγραφο δικό μας, με υπογραφές, που θα ζητούσαμε εκλογές μέσα στα φοιτητικά σωματεία. Φυσικά, πίσω από αυτό κρυβότανε η αντιδικτατορική δραστηριοποίηση.

Ξεκινήσαμε να μαζεύουμε υπογραφές ημέρα Πέμπτη, 27 Απριλίου 1972. Τρεις μέρες μετά, Κυριακή 30 Απριλίου, μας πιάσανε. Εως τότε, εγώ, ως γνωστός στην Ασφάλεια, κρύφτηκα και εκμεταλλεύτηκα μια εκδρομή του εργαστηρίου Αστρονομίας που θα πήγαινε στην Αθήνα να δει το Αστεροσκοπείο κ.λπ. [φωτ.]. Γυρνώντας το Σάββατο το βράδυ, έμαθα με χαρά ότι είχαμε μαζέψει ι6ι υπογραφές. Ηταν τεράστια επιτυχία, ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας ότι η Νομική Αθήνας είχε μαζέψει 42.

Την Κυριακή το πρωί, μπούκαρε η Ασφάλεια στο σπίτι μας. Ημασταν μια παρέα: ο Δημήτρης Δημητριάδης (τον φωνάζαμε «ο μικρός»), εγώ (είχα το παρατσούκλι «ο Γκάζης», γιατί τότε ο πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος των ΗΠΑ ήταν ο Γκας Χολ), ο Γιώργος Μωραΐτης και ο Βασίλης Μιχολός. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που μας πιάνανε.

Φάγαμε πολύ ξύλο, τότε. Μας έκαναν φάλαγγα. Φυσικά δεν υπήρχε κατηγορία. Ηθελαν να μας τρομοκρατήσουν και ψάχνανε τι κρυβόταν πίσω από την κίνηση της συλλογής υπογραφών. Εγώ αρνιόμουν τα πάντα. Τελικά, παραδέχτηκα ότι ήμουν από τους βασικούς διοργανωτές, ωστόσο αρνήθηκα κάθε επαφή με την Αθήνα και κάθε σχέση με παράνομα κόμματα. Η γραμμή άμυνας ήταν αυτή – ότι δεν είχα καμία σχέση με Αθήνα.

Μας κράτησαν επί δέκα ώρες και μας έδερναν συνεχώς. Οχι συνέχεια φάλαγγα βέβαια, γιατί αν σου κάνουν φάλαγγα επί 10 ώρες, πεθαίνεις. Μας ανέκριναν ξεχωριστά και εμένα πάρα πολύ, καθώς με θεωρούσαν κάτι σαν «αρχηγό»… σε πετούσαν κάτω, βάζανε τα πόδια σου πάνω σε μια καρέκλα με τα πέλματα να προεξέχουν και ξεκινούσαν να τα χτυπούν με ρόπαλα, σαν αυτά του μπέιζμπολ.

Μας άφησαν τη Δευτέρα, που ήταν Πρωτομαγιά. Υπήρχε μια συνήθεια στους φοιτητές, κάθε Πρωτομαγιά να παίρνουμε το καραβάκι και να πηγαίνουμε, απέναντι στη Ναύπακτο. Εκείνη την Πρωτομαγιά, οι φίλοι μας παρατήρησαν ότι δεν μπορούσαμε να περπατήσουμε καλά καλά, από το ξύλο που είχαμε φάει. Τις επόμενες μέρες τρομοκράτησαν και κουβάλησαν στην Ασφάλεια και άλλους φοιτητές.

Ο υπαστυνόμος Αδαμόπουλος τελικά δικάστηκε πρωτόδικα στην Πάτρα για 6 χρόνια, τη στιγμή που οι Μάλλιος, Μπάμπαλης ουσιαστικά αθωώθηκαν στη δίκη της Χαλκίδας.

Εγώ πιάστηκα συνολικά 4 φορές. Το περισσότερό ξύλο έπεσε την περίοδο του Πολυτεχνείου.

image006Αθήνα, 28 ή 29 Απρίλη 1972 στον κήπο του Αστεροσκοπείου. Ο Κώστας Βογιατζής, στη μέση με τη μαύρη μπλούζα. Την ίδια ώρα στην Πάτρα μαζεύουν υπογραφές.

Οι εκλογές της νοθείας

Το φθινόπωρο του 1972, η χούντα έκανε τις γνωστές «εκλογές νοθείας». Αυτό που δεν είναι πολύ γνωστό είναι πως η νοθεία ανακαλύφθηκε στην Πάτρα. Τότε είχε δημοσιευθεί από τον δημοσιογράφο Μηνά Παπάζογλου, στα «ΝΕΑ», μετά από δική μας επιστολή.

Τι έγινε:
Καταρχήν, ήταν βλάκες. Δεν ήξεραν ούτε μια σωστή νοθεία να οργανώσουν. Εμείς -η παρέα μου κι εγώ- θέλαμε να οργανώσουμε αποχή από τις εκλογές, αλλά εκτιμούσαμε ότι δεν ήταν ακόμη ώρα και έτσι ούτε ψηφίσαμε ούτε τίποτα. Θα ψήφιζαν, λοιπόν, κάποια παιδιά πιο μετριοπαθή όσον αφορά τον αντιδικτατορικό αγώνα και οι χουντικοί. Οι τελευταίοι είχαν έτοιμα, φτιαχτά ψηφοδέλτια και το σχέδιό τους ήταν το βράδυ, που θα τελείωνε η ψηφοφορία, να βγάλουν τα κανονικά και να βάλουν τα ψεύτικα στην κάλπη, ώστε να βγάλουν το αποτέλεσμα που ήθελαν. Ετσι κι έκαναν, αλλά τα γνήσια δεν τα έβγαλαν έξω, καθώς το κτίριο είχε μόνο μία έξοδο και θα τους έβλεπαν, και τα έκρυψαν μέσα στο καζανάκι στις φοιτητικές τουαλέτες.

Αυτή η κρυψώνα, όμως, ήταν γνωστή στους φοιτητές, καθώς εκεί κάναμε σκονάκια στις εξετάσεις. Βάζαμε τα θέματα λυμένα και τα έβρισκαν οι φίλοι μας. Ετσι, τα βρήκαμε αμέσως. Συγκεκριμένα, τα βρήκε ο Θανάσης Σπανός, ένας φοιτητής που ήταν σίγουρος για τη νοθεία και έψαχνε να βρει τα ψηφοδέλτια. Και τα βρήκε. Και πανηγυρικά, μπροστά σε όλους, και στη χουντική επιτροπή και στους ασφαλίτες, με επικεφαλής τον Αδαμόπουλο, ξεμπρόστιασε την απάτη. Τότε έγινε χαμός.

Ο «Ρήγας» – η «16ωρη» – το 1973

image008Την άνοιξη του 1973 οργανώθηκα στον «Ρήγα». Οτι είχα οριστεί γραμματέας του «Ρήγα» στην Πάτρα το έμαθα αργότερα, με τη μεταπολίτευση.

Στην Πάτρα, τα μαζικά γεγονότα ξεκίνησαν αρχές του 1973- Λίγο πριν από την κατάληψη της Νομικής στην Αθήνα, τον Φεβρουάριο του 1973. εμείς στην Πάτρα είχαμε μαζικοποιηθεί κάπως, και αρχίσαμε να συνεδριάζουμε, μια στο ένα σπίτι μια στο άλλο. Εγω για να πάω άλλαζα δύο ταξί για να βεβαιωθώ πως δεν με παρακολουθούσαν. Σε μία από αυτές τις συναντήσεις μάθαμε για τη Νομική και αποφασίσαμε να κάνουμε κάτι ανάλογο.

Δευτέρα, 26 Φλεβάρη του 1973, που όλοι είχαν μάθημα στο Πανεπιστήμιο, δικοί μας σε κάθε τμήμα είπαν σε όλους να κατέβουν στο κεντρικό αμφιθέατρο. Ενημερώσαμε τους πάντες και την επόμενη ημέρα έγινε μια πολύωρη συζήτηση, γνωστή ως η «16ωρη». Με όποιον μιλήσεις από το Πανεπιστήμιο της Πάτρας τότε, θυμάται την ιστορική «16ωρη». Ξεκίνησε από τις 9.30 το πρωί μέχρι τη 1.30 μετά τα μεσάνυχτα. Ο «Πιτσιρής» ήταν ο αντιπρόεδρος της συνέλευσης. ‘Πρέπει να καταλάβεις ότι μπορεί να συζητούσαμε για θέματα που άπτονταν του φοιτητικού κινήματος, όπως το να μην εξαναγκάζουν τους φοιτητές να πηγαίνουν στρατιώτες πριν από το πέρας των σπουδών τους- ουσιαστικά όμως, τα μηνύματα που περνούσαμε ήταν αντιχουντικά.

Αυτή η συνέλευση ήταν καταπληκτική. Το αμφιθέατρο ήταν κατάμεστο. Και όσο οι ώρες περνούσαν το κλίμα εντεινόταν και έτσι αποφασίσαμε «αποχή». Τότε δεν υπήρχε ακόμη ο όρος «κατάληψη», ο οποίος ήταν συνδεδεμένος με τον .Μάη του ’68.

Μετά από 15 μέρες, η αποχή έσπασε τα νεύρα και της Ασφάλειας και του διοικητή του Πανεπιστημίου και το έκλεισαν. Τότε κάναμε πορεία, και στη φοιτητική λέσχη που ήταν κοντά στην πλατεία Γεωργίου μπουκάρισε η Ασφάλεια, σπάζοντας την πόρτα, μας πιάσανε και πάλι και παραπεμφθήκαμε σε δίκη με την κατηγορία απείθειας κατά της Αρχής. Φυσικά και τότε έπεσε πολύ ξύλο. Στην Αθήνα, βέβαια, γίνονταν πολύ χειρότερα… Στην Πάτρα όλα ήταν σε κάπως πιο ήπιο βαθμό.

Οταν σε χτυπούν, δεν σκέφτεσαι τίποτα. Κοιτάς να προφυλαχτείς, πονάς, προσπαθείς ν’ αντέξεις. Παράλληλα σε απειλούν και σε βρίζουν. Στο τέλος, όμως, όταν είσαι μαζί με τους συντρόφους σου, το ξεχνάς το ξύλο… Θυμάμαι όταν βγήκαμε από το κρατητήριο, περάσαμε από την κεντρική πλατεία της πόλης και τα καφενεία ήταν γεμάτα φοιτητές, που μας κοίταζαν και αναθάρρευαν. Δεν μας μίλησε κανείς βέβαια… Ηταν κάτι σαν «παρέλαση των συλληφθέντων».

Η δίκη έγινε επίτηδες το καλοκαίρι, 10 Αυγούστου, όταν ο Παπαδόπουλος είχε κάνει ήδη το δημοψήφισμα και είχε μπει στη διαδικασία Μαρκεζίνη. Αυτό εμείς το εκμεταλλευτήκαμε στο έπακρο. Για παράδειγμα, αν και οι περισσότεροι έλειπαν, κατέβηκαν 500 φοιτητές και έγινε μεγάλη διαδήλωση – κάτι επίσης πρωτόγνωρο για την Πάτρα.

Να τονίσουμε ότι εκτός από 10-20 φοιτητές που ήταν στο χουντικό περιβάλλον, όλοι οι υπόλοιποι ήταν αντιδικτατορικοί. Τότε οι σχολές είχαν γύρω στα 2.000 άτομα γραμμένα στους καταλόγους και τον Νοέμβρη του 1973, μία μέρα μετά την αντίστοιχη στην Αθήνα (σε μας έγινε Πέμπτη απόγευμα), στην κατάληψη πήραν μέρος πάνω από 1.000 … Και μαζί μας ήταν χιλιάδες κόσμου και έγιναν και μεγάλες πορείες. Φυσικά, έπιασαν αρκετούς από εμάς και μας πήγαν στον Κορυδαλλό, που σημαίνει πως περάσαμε και από στρατοδικείο… γιατί φωνάζαμε «Παπαδόπουλε ληστή, Αγγελή βασανιστή» καi ΕΣΑ SS βασανιστές».

image010

Για το σήμερα

– Σήμερα ακούω πολύ συχνά τη λέξη «χούντα». Ο,τι δεν αρέσει, το αποκαλούν «χουντικό». Παραβίαση δημοκρατικών κανόνων έχει γίνει χιλιάδες φορές: για παράδειγμα, πριν από τη δικτατορία, ο βασιλιάς και οι αποστάτες, ο Μητσοτάκης κ.λπ. παραβίασαν τους δημοκρατικούς κανόνες πάλι και πάλι. Δεν τους είπε κανένας «χουντικούς»…

Οι χουντικοί έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά και πολιτικής φύσεως: είναι αντικομμουνιστές, φανατικοί, ακροδεξιοί κ.λπ. Μετά από αυτούς έρχονται οι ταγματασφαλίτες, οι δωσίλογοι, οι συνεργάτες των Γερμανών. Για τον Παπαδόπουλο υπάρχει το ενδεχόμενο να ήταν στα τάγματα ασφαλείας των Γερμανών στην Κατοχή… Γι’ αυτό, ας προσέχουμε όταν χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη. Ούτε ο Αδωνις ούτε η Κωνσταντοπούλου είναι ικανοί να μιλούν έτσι.

Μία απάντηση στο “Μάθαμε το «Ρήγα» από τις δίκες”

  1. παρακαλω αμα γινεται θα ηθελα με καποιο τροπο να επικοινωνησω με τον κυριο βογιατζη, σας παραθετω το μειλ μου

Γράψτε απάντηση στο ΤΑΣΟΣ ΚΑΝΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Ακύρωση απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *