Τουρκία: το πραξικόπημα απέτυχε, αλλά τα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά…

image002Παρότι έγινε από διάφορες πλευρές προσπάθεια να παρουσιαστεί ως μια κίνηση που εκπροσωπούσε μικρό τμήμα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, τελικά φάνηκε ότι οι πραξικοπηματίες αρχικά τουλάχιστον είχαν ένα αρκετά εκτεταμένο σχέδιο δράσης που περιλάμβανε αρκετούς νευραλγικούς τομείς και κινητοποίησε πλήθος μονάδων. Προφανώς δεν ήταν ένα πραξικόπημα όπως αυτό του 1980 υπό τον στρατηγό Evren που είχε την πλήρη στήριξη του συνόλου του στρατεύματος και αποφασίστηκε από το ίδιο το Τουρκικό Γενικό Επιτελείο. Όμως, η κλίμακα των επιχειρήσεων, ο αριθμός των νεκρών, η διάρκεια των συγκρούσεων, η επέκταση σε διαφορετικά σώματα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, παραπέμπουν σε σχέδιο που ενέπλεκε σημαντικό μέρος του στελεχιακού δυναμικού τους. Αυτό αποδεικνύεται και από τις χιλιάδες συλλήψεις που γίνονται στο πλαίσιο της εκκαθάρισης από τους οπαδούς του πραξικοπήματος.

Οι εκπρόσωποι της Τουρκικής κυβέρνησης έσπευσαν να αποδώσουν το πραξικόπημα σε υποστηρικτές του Gülen στο πλαίσιο της μακρόχρονης αντιπαράθεσης του Erdoğan μαζί του ως προς την ηγεμονία μέσα στο πολιτικό Ισλάμ αλλά και ως έμμεση προειδοποίηση προς τις ΗΠΑ για τυχόν ανάμειξή τους. Άλλωστε, από διάφορες πλευρές έχουν υπάρξει αναφορές για σχέση του δικτύου των οργανώσεων του Gülen, που αρνείται κάθε ανάμειξη στο πραξικόπημα, με τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες.

Πάντως, το ίδιο το ανακοινωθέν και ο τόνος των πραξικοπηματιών παρέπεμπε σε μια επιθυμία ανατροπής της πολιτικής Erdoğan την οποία μοιράζονται και οι κεμαλικοί. Μπορεί κανείς να κάνει την υπόθεση ότι μερίδες του στρατού, που έχει μακρά παράδοση ενεργού πολιτικού ρόλου, θεώρησαν ότι έπρεπε να ανακόψουν την πορεία του Erdoğan, επαναφέροντας την Τουρκική πολιτική σε μια πιο αυταρχική, κοσμική και φιλοδυτική παράδοση, ακολουθώντας ανάλογα βήματα προηγούμενων επεμβάσεων του στρατού στην πολιτική. Προφανώς, σε αυτή τη φάση, το σύνολο της ιεραρχίας του στρατεύματος δεν ήθελε να ακολουθήσει μια τέτοια κατεύθυνση.

Οι δυτικές κυβερνήσεις, αφού για αρκετές ώρα φαίνονταν ως εάν να ήθελαν να δουν προς τα πού φυσάει ο άνεμος, τελικά δήλωσαν τη στήριξή τους στη νομιμότητα και την εκλεγμένη κυβέρνηση. Όμως, ο κάπως ξινισμένος τόνος με τον οποίο κάλυψαν την τελική εξέλιξη ορισμένα από τα μεγαλύτερα δυτικά μέσα ενημέρωσης παραπέμπει σαφώς στο ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο άλλες δυτικές δυνάμεις δεν θα είχαν α πριόρι κάποιο πρόβλημα με το να δουν τον Erdoğan να βγαίνει από τη μέση και την Τουρκία να ευθυγραμμίζεται περισσότερο με τους δυτικούς σχεδιασμούς. Ο Brad Sherman, μέλος της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων της αμερικανικής Βουλής, έσπευσε κατά τις πρώτες ώρες να δηλώσει την ελπίδα του ότι το πραξικόπημα θα οδηγήσει «σε πραγματική δημοκρατία και όχι στον αυταρχισμό του Erdoğan».

Άλλωστε, ειδικά για τον αμερικανικό παράγοντα, αρκετοί ήταν αυτοί ιδίως από τον χώρο των νεοσυντηρητικών που είχαν ανοιχτά μιλήσει για την ανάγκη να ανατραπεί ο Erdoğan. Ο Michael Rubin από το νεοσυντηρητικό American Enterprise Institute είχε ήδη από τον περασμένο Μάρτιο υποστηρίξει ότι η κατάσταση στην Τουρκία είναι «εκτός ελέγχου», ότι ο Erdoğan συμπεριφέρεται σαν χαλίφης, ότι γίνεται όλο και πιο αυταρχικός, ότι οδηγεί την Τουρκία σε μια ντε φάκτο διαίρεση με τη στάση του στο Κουρδικό. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Rubin υποστήριξε ότι χρειαζόταν ένα πραξικόπημα ανάλογο με αυτό που ανέτρεψε τον Muhammad Morsi, τον εκλεγμένο με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα πρόεδρο της Αιγύπτου, ένα πραξικόπημα που θα αποκαθιστούσε τις βασικές ελευθερίες και το οποίο θα έπρεπε, κατά την γνώμη του Rubin, να αγκαλιάσει η αμερικανική κυβέρνηση. Μάλιστα, πρόλαβε όλα αυτά να τα επαναλάβει, με αφορμή την τρέχουσα απόπειρα πραξικοπήματος, και σε άρθρο του στη New York Post με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Γιατί το πραξικόπημα στην Τουρκία μπορεί να σημαίνει ελπίδα», πριν αποδειχτεί ότι το πραξικόπημα έβαινε προς αποτυχία.

Την ίδια στιγμή, η κρίση της ΕΕ μετά το Brexit, όπου μόνιμη επωδός των αντιδράσεων μεγάλου μέρους του ευρωπαϊκού πολιτικού προσωπικού ως προς την ανάγκη αλλαγής πορείας είναι και η άρνηση της παραπέρα διεύρυνσης, βάζοντας οριστική ταφόπλακα στα ενταξιακά σχέδια της Τουρκίας, σήμαινε ότι δεν υπήρχε και η όποια συστολή για το πώς τυχόν παρέμβαση του στρατού θα έθετε εν αμφιβόλω την ενταξιακή πορεία (άλλωστε ως προς το ατλαντικό σκέλος, το ΝΑΤΟ, πολλές δεκαετίες τώρα, έχει δείξει ότι δεν έχει πρόβλημα με τα πραξικοπήματα και στην Τουρκία αλλά και στην Ελλάδα).

Γιατί, όμως, απέτυχε το πραξικόπημα; Ένας πρώτος λόγος φαίνεται να είναι ότι στην εποχή μας και με όλη τη συνθετότητα που αποκτούν οι μηχανισμοί εξουσίας και η υποδομή τους, δεν αρκεί να καταλάβεις μερικά νευραλγικά σημεία για να κατακτήσεις και την εξουσία. Ένας άλλος ήταν ότι μια σημαντική, από ό,τι φαίνεται, μερίδα των στρατιωτικών στάθηκε με τη μεριά της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα όλες τις εικόνες εσωτερικών συγκρούσεων στο εσωτερικό των ίδιων των δυνάμεων ασφαλείας. Φαίνεται ότι σημαντική μερίδα των στρατηγών, που έχουν δει το ρόλο τους να αναβαθμίζεται μετά από την επιλογή κλιμάκωσης των πολεμικών επιχειρήσεων έναντι των Κούρδων, σε αυτή τη φάση προτίμησαν να συμπαραταχτούν με την κυβέρνηση. Άλλωστε πρόσφατα είχε υπάρξει και το κλείσιμο, με αθωώσεις, της υπόθεσης Ergenekon, κίνηση που αποκατέστησε ως ένα βαθμό τις σχέσεις με τον στρατό. Η συγκεκριμένη υπόθεση αφορούσε μια υποτιθέμενη συνωμοσία των ενόπλων δυνάμεων και στην «αποκάλυψη» και αρχική εκδίκαση της είχαν παίξει σημαντικό ρόλο τμήματα του κρατικού και δικαστικού μηχανισμού με αναφορά στον Gülen, κάτι που άλλωστε ήταν και από τα πράγματα που του προσάπτει η πλευρά Erdoğan. Τρίτον, δεν υπολόγισαν μια παράμετρο που σε προηγούμενα πραξικοπήματα δεν υπήρξε: την λαϊκή κινητοποίηση που φάνηκε ότι μπορούσε όντως να επηρεάζει τους ρυθμούς ξεδιπλώματος του πραξικοπήματος.

Η αποτυχία του πραξικοπήματος σημαίνει ότι καθίσταται αυτόματα ισχυρότερος ο Erdoğan όπως υποστηρίζουν διάφοροι; Και εδώ χρειάζεται προσεκτικότερη προσέγγιση. Σίγουρα σε μια πρώτη φάση μπορεί να εκμεταλλευτεί την αποτυχημένη έκβαση του πραξικοπήματος για να προχωρήσει σε ακόμη μεγαλύτερη εκκαθάριση και έλεγχο του κρατικού μηχανισμού, όπως φαίνεται και από τις μαζικές συλλήψεις που ήδη γίνονται, που δεν αφορούν μόνο χιλιάδες στρατιωτικούς αλλά και χιλιάδες δικαστικούς, για να επιβάλει ένα ιδιαίτερα αυταρχικό κλίμα, επιβεβαιώνοντας ότι στις μεταμοντέρνες μεταδημοκρατίες η πραξικοπηματική ακύρωση δημοκρατικών ελευθεριών μπορεί να γίνει πράξη ακόμη και εάν το πραξικόπημα αποτύχει. Σίγουρα, επίσης, μπορεί να εκμεταλλευτεί την κατάσταση, δεδομένων και των πρόσφατων εκλογικών θριάμβων του, για να προωθήσει τις συνταγματικές αλλαγές που προκρίνει με κομβικό άξονα την απόδοση ακόμη μεγαλύτερων εξουσιών στο πρόσωπο του προέδρου της δημοκρατίας.

Όμως, την ίδια στιγμή, τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα για τον ίδιο και την πολιτική του. Το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης πάνω στο οποίο στήριξε μεγάλο μέρος της δημοτικότητας και της κυριαρχίας του στην πολιτική σκηνή έχει σχετικά σαθρά στηρίγματα καθώς στηρίζεται σε μια διογκούμενη φούσκα ιδιωτικού χρέους.

Στην εξωτερική πολιτική έχει υποχρεωθεί σε σημαντικές αναδιπλώσεις που δεν αναλογούν στον επιθετικό ρόλο που διεκδίκησε στην αρχή της «Αραβικής Άνοιξης», όταν διεκδίκησε να εκπροσωπήσει μαζί με την Αίγυπτο του Morsi την ατζέντα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ήρθε σε ρήξη με έναν παραδοσιακό σύμμαχο όπως το Ισραήλ, και ενεπλάκη ενεργά στη Συριακή κρίση, ελπίζοντας σε ταχεία ανατροπή του καθεστώτος του Bashar al-Assad. Σήμερα, έχει ήδη προχωρήσει σε μια «ρεαλιστικότερη στροφή», καθώς ιδίως η εξέλιξη των πραγμάτων στη Συρία, όχι μόνο έδειξε ότι δεν πρόκειται να γίνει ταχεία «αλλαγή καθεστώτος» αλλά και έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στο ενδεχόμενο κουρδικής κρατικής οντότητας, την ίδια ώρα που η εμπλοκή στις συριακές αντιθέσεις είχε ως αποτέλεσμα και σημαντική «εισαγωγή» ισλαμιστικής τρομοκρατίας στην ίδια την Τουρκία.

Κομμάτια αυτής της στροφής είναι η εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ και η συγγνώμη προς τη Ρωσία για την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αλλά και η αναζήτηση συνεννόησης με τη Μόσχα για το Συριακό, ενώ μένει να δούμε εάν θα υπάρξει και απόπειρα εξομάλυνσης με την Αίγυπτο, αν και εκεί η αρνητική φόρτιση από το πραξικόπημα εναντίον της εκλεγμένης κυβέρνησης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας παραμένει ισχυρή. Όλα αυτά μπορεί να αποδεικνύουν ότι ο Erdoğan διατηρεί ισχυρό ένστικτο πολιτικής επιβίωσης αλλά την ίδια στιγμή δίνουν και την αίσθηση απομάκρυνσης από τα αρχικά μεγάλα σχέδια για μια Τουρκία πρωταγωνίστρια των εξελίξεων.

Στο Κουρδικό επίσης τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα. Ούτως ή άλλως ο Erdoğan εδώ και καιρό είχε στραφεί προς την κλιμάκωση των πολεμικών επιχειρήσεων, μετατρέποντας την Ν.Α. Τουρκία σε μια ζώνη πολέμου, εγκαταλείποντας τις αρχικές του επιδιώξεις για πολιτική επίλυση του ζητήματος. Την επαύριον του πραξικοπήματος αναμενόμενο είναι να επιμείνει σε μια πιο αυταρχική αντιμετώπιση, πράγμα που εκτός όλων των άλλων σημαίνει και ακόμη πιο μεγάλη πολιτική αλλά και κατασταλτική πίεση απέναντι στο HDP, που δεν είναι μόνο ο πολιτικός εκπρόσωπος των Κούρδων αλλά και η μόνη πολιτική δύναμη που διεκδικεί πραγματικό εκδημοκρατισμό, εκπροσωπώντας κατά κάποιο τρόπο και τη δυναμική του κόσμου που βγήκε στο προσκήνιο με τις κινητοποιήσεις του 2013.

Όμως, την ίδια στιγμή καθόλου δεδομένο δεν είναι ότι όλα αυτά θα σημάνουν και επίλυση του Κουρδικού. Αντίθετα, η ιστορία του έχει δείξει ότι η καταστολή από μόνη της δεν αρκεί, την ίδια ώρα που οι δημογραφικές τάσεις δείχνουν ότι για τα επόμενα χρόνια θα συνεχίσουμε να έχουμε αύξηση της βαρύτητας του κουρδικού στοιχείου μέσα στο συνολικό πληθυσμό της Τουρκίας.

Όμως, και η ίδια η σχέση του Erdoğan με τον κρατικό μηχανισμό και ιδίως με τον στρατό δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ούτε πρέπει να προβάλουμε στο διηνεκές μια εικόνα απόλυτης κατίσχυσής του. Στην πραγματικότητα, από το ίδιο το πραξικόπημα μπορεί κανείς να βγάλει δύο συμπεράσματα που δεν είναι λογικά αποκλειόμενα μεταξύ τους. Από τη μια, όντως φάνηκε ότι είναι πολύ δύσκολο ένα πραξικόπημα όταν δεν έχει εξαρχής πλήρη στήριξη του συνόλου των ενόπλων δυνάμεων και κάποιου τύπου ανοχή της κοινωνίας. Από την άλλη, φάνηκε ότι ακόμη και ένα πραξικόπημα το οποίο δεν είχε τη στήριξη του συνόλου της στρατιωτικής ιεραρχίας μπορούσε να καταφέρει αποφασιστικά πλήγματα, να φτάσει κοντά στη σύλληψη της πολιτικής ηγεσίας και να ελέγξει κομβικές λειτουργίες, με την αποτυχία του κύρια να εξαρτάται από το ότι κινήθηκε εναντίον του ένα τμήμα των ίδιων των ενόπλων δυνάμεων. Κοινώς, φάνηκε ότι ένα πραξικόπημα δεν είναι αδιανόητο. Ότι στη σωτηρία του Erdoğan έπαιξε ρόλο και η στάση μιας σημαντικής μερίδας των στρατηγών δεν σημαίνει ότι θα είναι στο πλευρό του σε κάθε επιλογή του ή ότι δεν θα του υπενθυμίζουν ότι τελικά στηρίχτηκε σε αυτούς, ή, γιατί όχι, ότι κάποια άλλη στιγμή μπορεί να ρίξουν το βάρος τους σε μιαν άλλη κατεύθυνση.

Την ίδια στιγμή η Τουρκική κοινωνία παραμένει βαθιά διαιρεμένη. Η πλατιά κοινωνική συμμαχία γύρω από τον Erdoğan και την πολιτική του, που συμπεριλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών στρωμάτων, που έλκονται από το συνδυασμό ισλαμικού συντηρητισμού, υπόσχεσης για μια «ισχυρή Τουρκία» και καταναλωτισμού που προτείνει, δεν αναιρεί το πλατύ φάσμα δυνάμεων που είναι απέναντι: όχι μόνο οι παραδοσιακές κεμαλικές ελίτ, στο κράτος, τις επιχειρήσεις και τη δημοσιογραφία, ούτε μόνο οι κουρδικοί πληθυσμοί, αλλά και όλα εκείνα τα κομμάτια της μορφωμένης νεολαίας που βγήκαν στο προσκήνιο και ριζοσπαστικοποιήθηκαν με τις κινητοποιήσεις με αφορμή το πάρκο Gezi. Η απόπειρα πλήρους κυριαρχίας του Erdoğan σε αυτό το κοινωνικό και πολιτικό τοπίο δεν είναι καθόλου δεδομένο εάν θα οδηγήσει σε κατίσχυση ή σε εκ νέου όξυνση των πραγματικών αντιθέσεων που διαπερνούν την Τουρκική κοινωνία.

Στην πολιτική ο χρόνος μετράει σε όλες του τις διαστάσεις. Μετράει στη βραχεία διάρκεια, στη στιγμή, εκεί όπου όντως ο Erdoğan τα κατάφερε με τρόπο εντυπωσιακό. Μετράει, όμως, και στη μακρά διάρκεια. Και εκεί τα πράγματα κάθε άλλο παρά δεδομένα είναι…

Πηγή: Παναγιώτης Σωτήρης – Unfollow”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *