23 Ιούλη 1990: Tα γεγονότα «ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΜΑΤ» της Νομαρχίας – Όταν ο Μητσοτάκης είπε στα σώματα ασφαλείας: “Εσείς είστε το κράτος”

Σαν σήμερα συμπληρώνονται 27 χρόνια από την ημέρα όπου ο λαός των Χανίων βγήκε μαζικά στους δρόμους για να προασπίσει την αξιοπρέπειά του, αλλά και για να διατρανώσει τα φιλειρηνικά αισθήματά του, την πίστη του στην ελευθερία.

Σαν σήμερα πριν 27 ολόκληρα χρόνια, μια μέρα του καλοκαιριού όπως όλες οι άλλες, έμεινε στην Ιστορία μεταμορφώνοντας το τετριμμένο της ζέστης της εποχής, την επίκαιρη καθημερινότητα σε διαχρονικά επίκαιρο γεγονός.

27 ολόκληρα χρόνια από τα αιματηρά γεγονότα της Νομαρχίας Χανίων. «ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΜΑΤ» στα Χανιά και οι Χανιώτες ξεσηκώνονται για το «ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΖΩΗΣ», ενάντια στις Βάσεις: αυτό που προσπάθησαν να γκρούψουν υπό των οσμών δακρυγόνων, με το ανεβοκατέβασμα των γκλομπ.

Ήταν τότε, το καλοκαίρι του 1990, που ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είπε απευθυνόμενος στα σώματα ασφαλείας: «Εμπιστεύομαι την Eλληνική Aστυνομία. Eσείς είστε το κράτος».

Θυμόμαστε, λοιπόν, τους περασμένους αγώνες. Γιατί αυτοί οι αγώνες αποτελούν πυρακαταθήκη για τους επόμενους, για τον σημερινό αγώνα. «Γιατί, κανείς αγώνας δεν πάει χαμένος».


Αν έχει μείνει μία εικόνα δυνατή σε όσους θυμούνται τα γεγονότα είναι η εικόνα διαφορετικών ανθρώπων αποφασισμένων που έβγαιναν από τα σπίτια τους γιατί ένοιωθαν την ανάγκη να βρεθούν εκεί, στη νομαρχία. Άνθρωποι περήφανοι, που δε μπορούσαν να δεχθούν αυτό που συνέβαινε εκείνη τη στιγμή, τη βία των ΜΑΤ που έπεφτε πάνω στα κεφάλια φιλειρηνικών διαδηλωτών κατόπιν εντολών του διορισμένου Νομάρχη Αντώνη Νάτσικα.

Για πρώτη φορά στην ιστορία της Κρήτης, ειδικές δυνάμεις καταστολής βρέθηκαν σε αυτό τον τόπο. Βρέθηκαν εδώ για να κτυπήσουν αυτούς που διαδήλωναν ενάντια στην ύπαρξη των στρατιωτικών βάσεων του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στα φιλειρηνικά Χανιά. Που ήθελαν συμβολικά να περικυκλώσουν τη νομαρχία για να διαμαρτυρηθούν για την ανανέωση της Σύμβασης για τη νατοϊκή και αμερικανική Βάση.

Εκείνη τη μέρα οι Χανιώτες δε δέχτηκαν αυτή την προσβολή. Δε δέχτηκαν μία βία που ήθελε να τους αρνηθεί το δικαίωμα της επιθυμίας τους για ειρήνη. Οι Χανιώτες πολέμησαν. Οι άνδρες των ΜΑΤ αφοπλίστηκαν. Πολλούς, τους έριξαν μέσα στο λιμάνι.

Πολίτες κατεβαίνουν στους δρόμους. Είναι καθήκον. Είναι για την αξιοπρέπεια του τόπου. Για την ιστορία του. Για την υστεροφημία του. Άλλοι είναι εξοργισμένοι, κάποιοι αρκετά φοβισμένοι για ότι μπορεί να συμβεί. Κατεβαίνουν από τα βουνά και τα χωριά ακόμα, έτοιμοι για ότι προκύψει, «άνδρες, γυναίκες και παιδιά». Πολλοί κατέβηκαν με όπλα στα χέρια. Πιο αποφασισμένοι παρά ποτέ… Μία επέτειο η οποία δε γιορτάζεται, δεν υπενθυμίζεται, δε βγαίνουν λόγοι πολιτικών γι’ αυτή. Προτίμησαν να μείνει στη λήθη.

Όμως, οι χιλιάδες Χανιώτες που βρέθηκαν εκεί, κι έζησαν από κοντά στιγμές εξέγερσης, Χανιώτες οι οποίοι κατέβηκαν στους δρόμους, για την ελευθερία και την απεξάρτηση από το θάνατο της βάσης, αυτής που μετατρέπει όλο το νησί σε «αεροπλανοφόρο» και κέντρο των εξελίξεων, δεν ξεχνούν.

Και μέσα σε πηγαδάκια που στήνουν, σ’ ανύποπτες στιγμές, σιγομουρμουρίζουν και θυμούνται, αναρωτιούνται, τι θα μπορούσε να είχε συμβεί και τι δεν έγινε, γιατί κανένας λόγος δε βγαίνει γι’ αυτή τη μοναδική σπάνια τροπή που πήραν τα πράγματα, για την ιστορία των Χανίων, της Κρήτης και της Ελλάδας.

Τα γεγονότα των Χανίων είναι κομμάτι της ιστορίας των αντιβασικών κινημάτων όπου γης. Και της αποτυχίας τους συγχρόνως.

Οι μάχες των πολιτών με τις δυνάμεις των ΜΑΤ συνεχίζονται και το βράδυ. Με τη νομαρχία καμένη, με τις συνεχείς εκκλήσεις από προσωπικότητες των Χανίων για ψυχραιμία αλλά και δίχως σχέδιο, ο κόσμος τελικά αποχωρεί. Και η πιο μεγάλη στιγμή του αντιβασικού κινήματος στην Ελλάδα αποτελεί και την αρχή του τέλους του.
Την επόμενη ημέρα διοργανώθηκε από το τοπικό ΠΑΣΟΚ με τη συμμετοχή των τοπικών βουλευτών του μεγάλη πορεία όπου η οργή του κόσμου κατευθύνθηκε προς τον πρωθυπουργό τότε της χώρας Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και με αίτημα να φύγει ο διορισμένος νομάρχης του. Η μεγαλύτερη ημέρα του αντιβασικού κινήματος έγινε άλλη μία αντικυβερνητική διαδήλωση.

Ακολούθησε η ιστορική «Δίκη των 28» μετά από 2 χρόνια, των προσωπικοτήτων – από τόσα διαφορετικά μετερίζια – των Χανίων. Φορείς, συλλογικότητες και ομάδες ανθρώπων οι οποίοι, εν καιρώ, εξαφανίστηκαν από το προσκήνιο, διασκορπίστηκαν, με κάποιους να συνεχίζουν να παλεύουν κι άλλους να έχουν παραιτηθεί. Με την Επιτροπή Φορέων να μην υπάρχει πια… Το Κίνημα έσβησε, ξαναφούντωσε μετά και ξαναέσβησε. Ζει και μέσα απ’ αυτό το κείμενο.

Τα χρόνια περνούν όμως η ιστορία μένει. Προσωπικές ιστορίες αυτών που συμμετείχαν, των ημερών εκείνων, που μύριζαν καπνό και δακρυγόνα. Με τον πρωτοπόρο ρόλο των ανθρώπων αυτού του τόπου κι αποδέκτη των μηνυμάτων, της ενέργειας αυτής, μετουσιωτή της, την Επιτροπή Φορέων Κατά των Βάσεων.

Σήμερα, ο «Α.τ.Κ.» υπενθυμίζει. Μιλά και στους τοπικούς φορείς και στις αρχές, αυτούς που οικειοθελώς και με μεγάλη ευχαριστήση ξέχασαν. Που κανένα λόγο δεν έβγαλαν γι’ αυτά τα γεγονότα. Για τους πρωτεργάτες των γεγονότων που κανείς δε μνημονεύει. Για τους πολίτες αυτού του τόπου. Θυμίζει.

Ελλιπώς ίσως, χωρίς το πρέπον βάθος, δίχως να μπορούμε να προσδώσουμε τη βαρύτητα που αρμόζει στο γεγονός, με την ελάχιστη προσδοκία πως θα δώσουμε λίγο από το άρωμα μιας εποχής τόσο κοντινής και συνάμα τόσο μακρινής. Με την ελπίδα πως θα υπάρξει συνέχεια και από αλλού.

Φωτογραφίες, κι εξώφυλλα του «Α.τ.Κ.» εκείνης της εποχής, ως μία υπενθύμιση γι’ αυτό που ανύποπτα συνέβη και γι’ αυτό ποτέ απ’ τη μνήμη των ανθρώπων δεν έσβησε. Για ν’ αναρωτηθούμε: που πήγαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι και να αναζητήσουμε: γιατί απογοητεύτηκαν;

Συνοδεύουμε τις φωτογραφίες με κάποια σχετικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τον «Α.τ.Κ.» εκείνων των ημερών:

Τρίτη 24 Ιουλίου 1990 (1η μέρα μετά τα γεγονότα) Πρωτοσέλιδος τίτλος: «ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΜΑΤ»

ΩΡΑ 12.45 Τα ΜΑΤ ξανακτυπούν με δεκάδες δακρυγόνα που εκσφενδονίζουν από το γραφείο του Νομάρχη φορώντας μάσκες οξυγόνου. Η πόλη θυμίζει Βηρυτό. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά έτρεχαν έντρομοι προς κάθε κατεύθυνση για να γλιτώσουν από το μένος των ΜΑΤ που έστειλε από την Αθήνα η κυβέρνηση. ΩΡΑ 7.30 Καταφθάνουν ενισχύσεις ΜΑΤ από Αθήνα και Ηράκλειο μέσα σε ένα πανδαιμόνιο. Ο κόσμος τραγουδά «πότε θα κάμει ξαστεριά»

Η τοπική αστυνομία αρχίζει να πυροβολεί στον αέρα για εκφοβισμό από το κτίριο της αστυνομικής διεύθυνσης. Το πλήθος αντιδρά εκσφενδονίζοντας πέτρες και ξύλα. Πολλά αυτοκίνητα της αστυνομίας έχουν καταστραφεί. ΩΡΑ 8.30 Τα ΜΑΤ εξορμούν προς την Πλατεία κατατροπώνοντας με ρίψηδακρυγόνων το πλήθος. Ακολουθούν σκηνές αλλοφροσύνης. Μέχρι αργά το βράδυ τα ΜΑΤ κτυπούσαν με δακρυγόνα στον κόσμο και τους κυνηγούσαν μέσα στις παρόδους της πόλης κοντά στη Νομαρχία.

Επιστολή: «Να καταδικαστεί ο στυγνός εγκληματίας: οι βάσεις»

«Θα μείνει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη μου, η απάντηση που πήρα από γιατρό νοσοκομείου των Αθηνών, όταν βλέποντας καθημερινά πλήθος συμπατριωτών μου να μπαινοβγαίνουν στο συγκεκριμένο νοσοκομείο και ζήτησα μια ερμηνεία στο γεγονός αυτό μου απάντησε: Σε λίγα χρόνια η λευχαιμία και οι λοιπές μορφές καρκίνου θα χτυπούν τόσο εύκολα και σε τέτοια συχνότητα όσα σήμερα η γρίπη!!! … Παράλληλα απευθύνω ένα κάλεσμα σε όλους τους συμπατριώτες μου που έχουν τις ίδιες με μένα συγκλονιστικές εμπειρίες για μαζική συμμετοχή στον αγώνα αυτό της ζωής γιατί πρέπει το κακό να σταματήσει εδώ. Οι ταλαιπωρίες, τα ποτάμια των δακρύων μας, ο πόνος που άφησε ανεξίτηλα σημάδια στα κορμιά μας, ας γίνουν οδηγοί του αγώνα μας.

Ο στυγνός εγκληματίας, ο αδίστακτος δολοφόνος που ακούει στο όνομα ραδιενέργεια, πρέπει επιτέλους να οδηγηθεί στο εδώλιο κι από ‘κει στην οριστική και αμετάκλητη καταδίκη, γιατί ο τόπος μας για να πάει μπροστά δεν έχει χροιά μελλοθάνατων, αλλά υγιών και δημιουργικών ανθρώπων.

Τετάρτη 25 Ιουλίου 1990

Πρωτοσέλιδο: «ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑ: Υπεβλήθησαν μυνητήριες αναφορές κατά ΜΑΤ & Νομάρχη

Απόσπασμα: «Την ατμόσφαιρα ήρθε να βαρύνει ακόμη περισσότερο μια ανακοίνωση της αστυνομικής διεύθυνσης Χανίων που υποστήριξε πως οι διαδηλωτές (τους αριθμούσε στους 200) απώθησαν τους αστυνομικούς, τους πετούσαν πέτρες, ξύλα, μπουκάλια και άλλα αντικείμενα με αποτέλεσμα εκείνοι για να «προστατεύσουν» το νομαρχιακό μέγαρο, να κάνουν χρήση χημικών ουσιών.

Αντίθετη εικόνα όμως δίνει το μέλος της Αντιβασικής Επιτροπής και Πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Μανόλης Κουκουράκης. «Εμείς στην ειρηνική μας εκδήλωση συναντήσαμε αστυνομικούς και άνδρες των ΜΑΤ να έχουν κλείσει αναίτια τη Νομαρχία. Όταν επιχειρήσαμε να μπούμε για να δώσουμε ψήφισμα στο Νομάρχη, μαζί με άλλους συγκεντρωμένους απωθηθήκαμε βίαια στην εξωτερική σκάλα από τα ΜΑΤ και στη συνέχεια χτυπηθήκαμε. Αμέσως άρχισε η πρώτη επίθεση ενάντια των συγκεντρωμένων. Ποιος και γιατί έδωσε αυτή την εντολή;

Πέμπτη 26 Ιουλίου 1990 Ενδεικτικοί τίτλοι:

«ΑΡΧΙΔΗΜΙΟΣ: ο επικεφαλής των ΜΑΤ πρωτοστάτησε στο Πολυτεχνείο το ’73 – «Έτσι πυρπόλησε η αστυνομία τη βιβλιοθήκη του Δ.Σ. Χανίων-Συγκλονιστική μαρτυρία Χανιώτη δικηγόρου – Καθολική η αντίθεση του λαού για τις ξένες βάσεις – Όλοι οι φορείς στηρίζουν τον ΚΡΗΤΗ FM» Σελ. 3 Άρθρο Γιάννη Κουρουτάκη (Συγγραφέα – Λογοτέχνη) Τίτλος: Έξω οι βάσεις του θανάτου από τον κόσμο.

Απόσπασμα: «Όλοι οι λαοί της γης ενωμένοι – σαν ένας άνθρωπος – να ξεσηκωθούν, να ξεχυθούν στους δρόμους, να περικυκλώσουν τους λευκούς και τους κόκκινους οίκους και να απαιτήσουν από τις υπερφίαλες κούφιες στον ανθρώπινο πόνο και δυστυχία ΚΕΦΑΛΕΣ: Έξω οι βάσεις του θανάτου από τον κόσμο. Πετάξτε τις φριχτές πυρηνικές σας κεφαλές στα τάρταρα. Και τότες – φωνής λαού οργή θεού – άλλωστε και η ιστορία των μεγάλων Επαναστάσεων – ξεσηκωμών το αποδεικνύει, οι διάφοροι βαρύγδουποι «Ραβδούχοι» και «Τιτλούχοι» θέλοντας και μη θα υπακούσουν και μια νέα εποχή θα ανατείλει για τη δύσμοιρη ανθρωπότητα».

Μαρτυρία από τα γεγονότα της Νομαρχίας το 1990: Τα συλλαλητήρια κράτησαν πολλές μέρες και ήταν απατρονάριστα

.
Κανένα ΠΑΣΟΚ και κανείς βουλευτής ποτέ, εκείνο το καλοκαίρι δεν οργάνωσε την παραμικρή αντίδραση. Καμία ανακοίνωση, διαμαρτυρία για την επέκταση των βάσεων και την υπογραφή για 50 χρόνια ακόμα παραμονή τους στο Ακρωτήρι Χανίων. Η μετάλλαξη του ΠΑΣΟΚ είχε ξεκινήσει. Γεγονός που εξόργισε τον προοδευτικό κόσμο των Χανίων.

Οργανωμένο μέλος του ΠΑΣΟΚ και εγώ τότε δέχθηκα τηλεφώνημα από φιλικό μου πρόσωπο στην Νομαρχιακή Χανίων να μην συμμετέχω στις διαδηλώσεις.

Επειδή δεν κατάτασσα το εαυτό μου στην κατηγορία των προβάτων των κλεισμένων στο κομματικό μαντρί το πρώτο που έκανα ήταν να πάω αρχικά στην συμβολική κατάληψη της Νομαρχίας ως ένδειξη διαμαρτυρίας για ότι θα γινόταν στον τόπο μου. Σαν και μένα σκέφτηκαν και άλλα μέλη του ΠΑΣΟΚ τα οποία είχαν κατέβει μόνα τους χωρίς κομματική γραμμή. Επίσης ήταν και κάποιο γνωστοί αγωνιστές στα Χανιά όπως ο Χατζηαγγελής, ο Σιδεράς, ο Κωστής ο Νικηφοράκης, ο Κωστής ο Ντούντουλας, ο Βαρδής ο Τσουρής. Αρχικά συνολικά δεν ξεπερνούσαμε τα 80-100 άτομα. Πιαστήκαμε χέρι – χέρι και ξεκινήσαμε να περικυκλώσομε συμβολικά την Νομαρχία και να επιδώσαμε το ψήφισμα όταν ξέσπασε ο χαμός.

Ο ανεκδιήγητος διορισμένος Νομάρχης Νάτσικας, είχε κατεβάσει πρώτη φορά στα περήφανα Χανιά τα ΜΑΤ να κάνουν ντα –ντα τα κακά παιδιά που δεν καθόταν φρόνιμα. Αλλά εμείς, που ούτε τα παιδιά μας δείραμε ποτέ και που καθόλου δεν μας αρέσουν αυτοί που δέρνουν θυμώσαμε πολύ όταν μέσα απ’ τη Νομαρχία ξεπήδησαν σαν τέρατα άγρια με τις στολές τους τα ΜΑΤ. Στην αρχή μείναμε εμβρόντητοι. Δεν είναι δυνατόν, σκεφτήκαμε, Τους είχε μέσα στην Νομαρχία; Τι φασισμός! Γατί τους είχε μέσα;

Για να μην του δώσουμε το ψήφισμα;

Τι, τσαμπουκά θέλει να περάσει στα Χανιά ο διορισμένος; Τσαμπουκά θέλει;

Θα τον έχει! Θα πάρει το ψήφισμα και θα περάσομε μέσα απ’ τα ΜΑΤ.

Ξεχυθήκαμε όλοι στη σκάλα. Εν τω μεταξύ Χανιώτες που είδαν πως φέρανε τα ΜΑΤ τρέχανε στην κυριολεξία να μας συμπαρασταθούν. Ήταν κάτι που δεν περιγράφεται παρά μόνο όσοι το ‘ζησαν. Ήταν συγκινητικό! Οι άνθρωποι πηδούσαν απ’ τα παράθυρα για να ‘ρθουν κοντά μας, σταματούσανε τ’ αυτοκίνητα τους στη μέση του δρόμου και τρέχανε προς εμάς. Τα λεωφορεία και βγαίνανε όλοι, άντρες γυναίκες παιδιά και ερχόταν στην πλατεία.

Τα γράφω και κλαίω! Για την περηφάνεια μας που θέλουν όλοι να μας την τσακίσουν.

Σε λίγη ώρα ήταν χιλιάδες στην πλατεία.

Στην αρχή στη σκάλα της Νομαρχίας έγινε συμπλοκή άγρια. Εμείς να προσπαθούμε να ανεβούμε για να μπούμε μέσα να δώσομε το ψήφισμα και αυτοί να μας δέρνουν και να μας απωθούν. Ένοιωσα για πρώτη φορά τον πόνο απ’ το γκλόμπ πάνω στην γυμνή μου πλάτη. Αυτό εξαγρίωσε την παρέα μου περισσότερο. Γυναίκες αφόπλισαν τον Ματατζή του πήραν το γκλόμπ, την ασπίδα το κράνος. Λάααφυρα! Κραύγαζαν και τα πετούσαν πάνω απ’ τα κεφάλια των αστυνομικών σαν τις μπάλες του βόλεϊ. Στα χέρια μας είχαν μείνει τούφες απ’ τα μαλλιά τους.

Εν τω μεταξύ χιλιάδες κόσμου στην πλατεία με ιαχές πολεμικές. Τέτοιο πάθος! Τα δακρυγόνα να πέφτουν βροχή! Να πνιγόμαστε, να σερνόμαστε χάμω, να πεθαίνομε. Δεν ξέραμε τι ήταν αυτά που μας ρίχνανε. Αλλά δεν φεύγαμε. Εκεί! Κάποια παιδιά μας δώσανε λεμόνια και νερό. Για τα μάτια σας, μας είπανε. Θα σας ανακουφίσουν. Μπράβο καλά παιδιά, τους λέμε. Τι σύνθημα είναι αυτό που λέτε;

-Βγάλ’ το κράνος να σκεφτείς!!

Πάμε και εμείς μπροστά στους Ματατζήδες και φωνάζαμε: «Βγάλ’ το κράνος να σκεφτείς , βγάλ’ το κράνος να σκεφτείς»

Και το άλλο σύνθημα μας εξέφραζε εκείνη την ώρα καθώς οι άνθρωποι πέφτανε κάτω σαν ζαλισμένα κοτόπουλα:

«Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι»

Το φωνάζαμε όλοι μαζί. Χωρίς διαχωριστικές γραμμές σημαίες φλάμπουρα και τα λοιπά. Όλοι μαζί, ένα τόπι!

Ο Στράτος ο Ευταξίας είχε σκαρφαλώσει πάνω στο στέγαστρο της στάσης του λεωφορείου, είχε ξαπλώσει μπρούμυτα πάνω στο στέγαστρο και με ντουντούκα φώναζε: «Εεεπανάσταση, εεεπανάσταση!» Κι ο κόσμος αντί να τρομάζει έκλεινε τα μαγαζιά του και ερχόταν μαζί μας. Έφτανε τώρα ο κόσμος μέχρι την θάλασσα της Χονολουλούς. Ο Γιάννης ο Ντερμάνης φώναζε με ντουντούκα κι αυτός: «Κατεβαίνουν οπλισμένες ομάδες απ’ τον Αποκόρωνα, απ’ της Μαδάρες απ’ το Ρέθυμνο»

Και κατέβαιναν πράγματι!

Μια λέξη, ένα έναυσμα και θα πηγαίναμε όλοι στο Ακρωτήρι.

Τόσο πολύ μας είχαν αγριέψει.

Ο κόσμος είχε απωθηθεί 300 μέτρα μακριά απ’ την Νομαρχία και έφτανε μέχρι κάτω την θάλασσα της Χονολουλού.

Υπήρχε δηλαδή μια νεκρή ζώνη μεταξύ Νομαρχίας και διαδηλωτών όπου δεν μπορούσες να πλησιάσεις εξαιτίας των δακρυγόνων και καπνογόνων.

Όλο το βράδυ είμαστε εκεί και την άλλη μέρα έγινε μεγάλο αυθόρμητο συλλαλητήριο. Εν τω μεταξύ έκαναν συλλήψεις και έκριναν προφυλακιστέους με βαριά κακούργημα τον Βαρδή Τσουρή και τον Τσινάρη.

Είμαστε χιλιάδες εκεί, κάναμε όλοι τα ίδια πράγματα και κανείς από μας δεν έκαψε την Νομαρχία γιατί κανείς δεν μπορούσε να πλησιάσει και γιατί απλούστατα κάηκε από μέσα. Και μέσα είχαν «κατοικήσει» Ματατζήδες. βρήκαν όμως εξιλαστήρια θύματα τον Βαρδή τον Τσουρή επειδή ήταν αναρχικός και όχι επειδή έκανε κακουργηματική πράξη και τον Τσινάρη επειδή ήταν ένας φτωχός εργάτης και δεν είχε καμιά «πλάτη».

Αυτό, όλες οι χιλιάδες των περήφανων Χανιωτών το θεωρήσαμε πολύ πρόστυχο και έτσι το μεγαλειώδες συλλαλητήριο έγινε μετά τις προφυλακίσεις. Ακολούθησε πορεία στις επανορθωτικές φυλακές του Αϊ Γιάννη για συμπαράσταση και απαίτηση να ελευθερωθούν άμεσα οι προφυλακισμένοι. Το συλλαλητήριο κατέληξε έξω απ’ τις φυλακές.

Στελέχη του ΠΑΣΟΚ που αργότερα έγιναν δήμαρχοι περιαστικών δήμων έτρεχαν πάνω – κάτω σαν δαιμονισμένοι και έπιαναν τα μέλη του ΠΑΣΟΚ και μας έλεγαν: «Τι γυρεύετε εδώ, ποιος σας είπε να ‘ρθετε; Φύγετε αμέσως!
Κατεβαίνουν 3.000 αναρχικοί από Αθήνα και θα γίνουν μεγάλες φασαρίες. Αυτό ήταν το «κάλεσμα» του ΠΑΣΟΚ.

Και μείς τον κοιτάζαμε με περιφρόνηση και με ντροπή για τον χώρο μας. Μια δε από μας η Καίτη τον είπε χέστη.

Και όλοι μαζί με μια ψυχή γιατί δεν μας άρεσε το άδικο, δεν μας άρεσε να κάνομε κάτι το οποίο το πιστεύαμε όλοι μαζί και μετά να τραβάμε την ουρά μας. Γιατί αυτό μας θύμιζε κάτι κακά παιδάκια στο σχολείο που κάνανε την σκανταλιά και μετά λέγανε στον δάσκαλο «Αυτός , αυτός κύριε! Αυτός το κάνε».

Επειδή δεν μας άρεσε η ρουφιανιά και επειδή ήταν άδικα προφυλακισμένοι φωνάζαμε για να δώσουμε κουράγιο «Λευτεριά, Λευτεριά στον Βαρδή».
«Λευτεριά σ’ όλους»

Τα συλλαλητήρια συνεχίστηκαν για καιρό ο Βαρδής προχώρησε σε απεργία πείνας, τα ξεχάσαμε αυτά; Κινδύνεψε η ζωή του και έπειτα από πολύ αγώνα τους ελευθέρωσαν. Μετά από δύο περίπου χρόνια έγινε η δίκη του μαζί με άλλους 26, συνολικά 28 αγωνιστές οι οποίοι όλοι αθωώθηκαν. Επίσης είχαν βάλει πρόστιμο στον Αγγελάκη , ιδιοκτήτη του Αγώνα της Κρήτης , 200.000 δρχ. , απαγόρευση εξόδου απ’ τη χώρα και κατηγορία για υποκίνηση σε στάση.

Το καλοκαίρι εκείνο, το πιο αγνό το πιο ωραίο, το πιο αγωνιστικό της ζωής μου δεν θα γυρίσει πίσω.

Τις πιο όμορφες στιγμές του δεν θα τις ξαναζήσω. Για μια στιγμή μονάχα και τη ζωή μου δίνω να ξαναρχόταν πάλι το καλοκαίρι εκείνο.

Πηγή: Άννα Αγγελάκη – Κωνσταντουδάκη – “Αγώνας της Κρήτης”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *