100 χρόνια, υπό το πρίσμα του ΚΚΕ

Γιατί ο Περισσός «αποκαθηλώνει» τον Χαρίλαο Φλωράκη

Αναδρομή σε ένα ταραγμένο αιώνα αποτελεί η Διακήρυξη του ΚΚΕ για τα 100 χρόνια από την ίδρυσή του. (Εδώ το πλήρες κείμενο) Μέσα από τις 20 σελίδες του ντοκουμέντου περνούν οι πιο λαμπρές αλλά και οι πιο σκοτεινές μέρες μια εποχής που γνώρισε πρωτόγνωρες (σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη εκατονταετηρίδα) και θαυμαστές αλλαγές υπό το πρίσμα φυσικά ενός κόμματος που άφησε το αποτύπωμά του.

Δεν ήταν δηλαδή ένας απόμακρος παρατηρητής ή έστω ουδέτερος σχολιαστής αυτής της πορείας, αλλά πολλές φορές πρωταγωνίστησε στην ροή της ιστορίας, συμβάλλοντας με τις οργανωμένες δυνάμεις και πιο συχνά με τις ιδέες του καθοριστικά στη σημερινή της μορφή.

Το καινούργιο που έφερε στη δημόσια συζήτηση η Διακήρυξη του ΚΚΕ αφορούσε τις κυβερνήσεις Τζανετάκη και Ζολώτα. Με το γάντι μεν, αλλά ψυχρά και χωρίς αναισθητικό ο Περισσός ανοίγει μια συζήτηση ταμπού και ρίχνει στο πυρ το εξώτερον για πρώτη φορά τις δύο βραχύβιες κυβερνήσεις συνεργασίας των ετών 1989-1990.

Αρχικά, για την ίδια τη δεκαετία του ’80 το ΚΚΕ εκτιμά ότι «δεν ήταν ιδεολογικά και πολιτικά κατάλληλα προετοιμασμένο να αντιμετωπίσει την ορμητική πολιτική συγκρότηση του σοσιαλδημοκρατικού ρεύματος ως ΠΑΣΟΚ που λειτούργησε ως ο άλλος πόλος του δικομματικού αστικού πολιτικού συστήματος».

Στη συνέχεια η Διακήρυξη, ξαφνιάζοντας εχθρούς και φίλους που υποστήριξαν με πάθος τις δύο κορυφαίες πολιτικές επιλογές του κόμματος, αναφέρει τα εξής για τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, με τη συγκρότηση του οποίου ταυτίστηκε ο Χαρίλαος Φλωράκης τα τελευταία χρόνια του ενεργού πολιτικού του βίου: «Η επιλογή της ίδρυσής του και η λαθεμένη συμμετοχή του στο σχηματισμό των αστικών κυβερνήσεων Τζανετάκη (ΝΔ και Συνασπισμός) και Ζολώτα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Συνασπισμός) εξέφραζαν την ενίσχυση του οπορτουνιστικού ρεύματος και ταυτόχρονα ενίσχυαν παραπέρα αυτό το ρεύμα στην καθοδήγηση και στις γραμμές του ΚΚΕ».

Η απερίφραστη αποδοκιμασία των κυβερνήσεων Τζανετάκη και Ζολώτα που προκάλεσαν την μεγαλύτερη δοκιμασία και ρήξη στις γραμμές του ΚΚΕ όλη την μεταπολιτευτική περίοδο, όσο κι αν εκπλήσσει καθώς συμβαίνει για πρώτη φορά με τόσο επίσημο και δημόσιο τρόπο, έρχεται σε ομαλή συνέχεια της τωρινής πολιτικής γραμμής του ΚΚΕ και της συλλήβδην απορριπτικής στάσης που υιοθετεί απέναντι σε κάθε πιθανότητα συμμετοχής του σε κυβέρνηση, όπως τονίζεται στην προτελευταία σελίδα της Διακήρυξης: «Αντιπαλεύουμε κάθε μορφή μεταρρυθμιστικού πολιτικού κυβερνητικού στόχου στο πλαίσιο του αστικού κοινοβουλευτισμού, συμμετοχής του κόμματος σε κυβερνήσεις στο έδαφος του καπιταλισμού».

Ερωτηματικά, αντιφάσεις και κενά

Ωστόσο, αν ακόμη και η καταγραφή των γεγονότων του παρελθόντος προϋποθέτει μέθοδο, κι αν όχι μέθοδο τουλάχιστον κάποια βασικά κριτήρια επιλογής και παράλειψης γεγονότων, πολύ περισσότερο η αξιολόγηση και αποτίμηση της πορείας ενός αιώνα, ρητά ή άρρητα περιλαμβάνει τα δικά της κριτήρια. Δεν είναι ούτε ουδέτερη, ούτε απαλλαγμένη από ιδεολογικά φίλτρα που αν μην τι άλλο εξυπηρετούν μια συνεκτική ερμηνεία του παρελθόντος η οποία θα δικαιώνει το σήμερα και το αύριο. Έτσι, το παρελθόν έρχεται να δικαιολογήσει την σύγχρονη πολιτική συμμαχιών και κορυφαίες πολιτικές επιλογές. Αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει αντιφάσεις, που ορισμένες φορές γίνονται κραυγαλέες.

Για παράδειγμα, αναφέρει η Διακήρυξη σε ό,τι αφορά την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία: «Το ΚΚΕ ανέδειξε ως σημείο οπορτουνιστικής στροφής του ΚΚΣΕ το 20ο συνέδριο του (1956), όπου υπήρξε αρνητική αποτίμηση της προηγούμενης περιόδου της σοσιαλιστικής οικοδόμησης… Σε επόμενα συνέδρια (όπως το 22ο συνέδριο του ΚΚΣΕ) προχώρησε σε ανοιχτή υιοθέτηση οπορτουνιστικών θέσεων και μέτρων».

Ενώ λοιπόν υιοθετείται με σαφήνεια μια ανάγνωση για την εξέλιξη της Σοβιετικής Ένωσης που είχαμε συνηθίσει να τη διαβάζουμε μόνο σε εγχειρίδια του μαρξιστικού λενινιστικού (μ-λ) πολιτικού ρεύματος, βάσει του οποίου η ήττα ξεκίνησε επί ηγεσίας Χρουτσώφ με την αποκαθήλωση του Στάλιν, από τη δεύτερη κιόλας σελίδα η Διακήρυξη θεωρεί σημείο υπεροχής του ΚΚΕ το γεγονός ότι «κράτησε ψηλά τη σημαία του σοσιαλισμού – κομμουνισμού, ακόμη και όταν κορυφωνόταν η αντεπαναστατική ανατροπή στη Σοβιετική Ένωση, σε άλλες χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης». Να υποθέσουμε ότι ήταν μια διαδικασία ήττας που ξεκίνησε το 1956 και ολοκληρώθηκε το 1991; Μα αυτή η περίοδος ταυτίζεται σχεδόν με τη διάρκεια ζωής των καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης που χαρακτηρίστηκαν «υπαρκτός σοσιαλισμός», ενώ ισούται σχεδόν με τα μισά χρόνια που κυμάτιζε η σοβιετική σημαία στο Κρεμλίνο. Δεν είναι πολύ μεγάλη χρονική περίοδος για να χαρακτηριστεί μεταβατική για τα μέτρα του 20ου αιώνα;

Στην ίδια, τη δεύτερη σελίδα το ΚΚΕ επαίρεται επειδή «συγκρούστηκε με τον αντικομουνισμό, τον εγχώριο και διεθνή οπορτουνισμό που πρόβαλλε την “περεστρόικα”, το όχημα της αντεπανάστασης, ως πρόοδο, ως σοσιαλιστική ανανέωση». Μα σύσσωμη η πολιτική ηγεσία του ΚΚΕ τη δεκαετία του 1980 και τα πρώτα ακόμη χρόνια της δεκαετίας του 1990 δεν είχε χαιρετήσει τις αλλαγές στη Σοβιετική Ένωση ως επαναστατική τομή; Υπέρ αυτής της άποψης είχε ταχθεί και η Αλέκα Παπαρήγα δημόσια ως γενική γραμματέας του ΚΚΕ και σημαίνοντα στελέχη της σημερινής του ηγεσίας…

Η αποτίμηση του 20ου αιώνα υπό το πρίσμα του ΚΚΕ, όπως αποτυπώνεται στη Διακήρυξη για τα 100 χρόνια από τη συγκρότησή του, βρίθει από συγγραφικές, λεκτικές ακροβασίες κι ευκολίες στις οποίες καταφεύγουν οι συγγραφείς, από κοινού με την επίρριψη των ευθυνών στους …ξένους (πχ στο 7ο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς), για να νομιμοποιήσουν τη σημερινή του πολιτική του γραμμή. Υποτιμώντας για παράδειγμα την πάλη του ΕΑΜ (προς όφελος του ΔΣΕ) ή μη γράφοντας ούτε λέξη για τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό που γέννησε η πρώτη μνημονιακή περίοδος 2010-2011, που ακολούθησε τη δημοσιονομική κρίση. Ούτε αυτή η κρίση βρίσκει χώρο στη Διακήρυξη του ΚΚΕ.

Συνολικά, η Διακήρυξη διαπνέεται από μια ικανοποίηση κι ένα αίσθημα επιβεβαίωσης για τα όσα επιτεύχθηκαν αυτό τον αιώνα παρότι η υπόθεση του κομμουνισμού δέχθηκε πλήγματα! Παρότι πέρασαν πόλεμοι, δικτατορίες και περίοδοι ευημερίας, παρότι πλέον ολοκληρώθηκε και η μεγαλύτερη οικονομική κρίση του καπιταλισμού τη μεταπολεμική περίοδο, χωρίς ωστόσο το ΚΚΕ να απειλήσει με πραγματικούς όρους την αστική εξουσία, φέρνοντας πιο κοντά στην υλοποίηση τα οράματά του!

Κατά την άποψή μας πάντα, όσοι συγκεντρώθηκαν για να ιδρύσουν το ΚΚΕ πριν 100 χρόνια κάπως διαφορετικά πρέπει να φαντάζονταν ότι θα τιμούνταν σήμερα η απόφασή τους…

Ηρωικές στιγμές και διώξεις

Η στενή σχέση του ΚΚΕ με τα «συναρπαστικά χρόνια» του 20ου αιώνα, όπως τα χαρακτηρίζει ο Έρικ Χομπσμπάουμ, αποκαλύπτονται από την ίδια τη χρονολογία γέννησής του. «Η επαναστατική θύελλα που ξεσήκωσε η Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση επίσπευσε την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚΕ) στις 17 Νοέμβρη 1918 στον Πειραιά», αναφέρει το ντοκουμέντο. Και συνεχίζει: «Για πρώτη φορά τέθηκε σε επιστημονική βάση το ζήτημα η εργατική τάξη να παλέψει για την ανατροπή της καπιταλιστικής κοινωνίας υπέρ της κομμουνιστικής. Τα πρώτα χρόνια ήταν μια πορεία δύσκολης, σταδιακής ωρίμανσης με κομβικά σημεία τη μετονομασία του ΣΕΚΕ σε ΚΚΕ (3ο Έκτακτο Συνέδριο, 26 Νοέμβρη – 3 Δεκέμβρη 1924), τον καθορισμό του “Ριζοσπάστη” σε οργάνου της ΚΕ (1 Αυγούστου 1921), την ίδρυση της ΟΚΝΕ (τέλη Δεκέμβρη 1922) και της Εργατικής Βοήθειας (28 Νοέμβρη – 5 Δεκέμβρη, 1924)».

Στις επόμενες σελίδες η Διακήρυξη της Κεντρικής Επιτροπής του μακροβιότερου κόμματος της Ελλάδας στέκεται στην ηρωική στάση που κράτησε τη δεκαετία του ’30. «Όλα τα μεγάλα βήματα, όχι μόνο για τη συνδικαλιστική οργάνωση της εργατικής τάξης στην Ελλάδα, αλλά κυρίως για την εδραίωση του ταξικού προσανατολισμού του εργατικού κινήματος, είναι δεμένα με την ιστορική προσφορά του ΚΚΕ… Κορυφαίοι αγώνες αυτής της περιόδου ήταν οι απεργίες και τα συλλαλητήρια του ηρωικού Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη».

Τη δεκαετία του 1940 το ΚΚΕ βλέπει τη δύναμη του να οδηγείται από το ζενίθ («στην περίοδο της κατοχής, το ΚΚΕ… έδωσε την τιτάνια μάχη κατά της πείνας και της επιστράτευσης, σε αντίθεση με τα αστικά κόμματα και τους ηγέτες τους που έφυγαν στο εξωτερικό») στο ναδίρ. Η αποτίμηση που φιλοξενείται στην Διακήρυξη αποδίδει την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού στα καπιταλιστικά κράτη της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ. «Δίχως τη στρατιωτική οικονομική, και πολιτική ενίσχυση των τελευταίων, η αστική τάξη στην Ελλάδα δεν θα μπορούσε να νικήσει», αναγράφεται χαρακτηριστικά, κι ελάχιστα πειστικά ομολογουμένως, μιας και η αντίδραση της Αγγλίας και των Αμερικανών στο ενδεχόμενο όξυνσης της εσωτερικής πολιτικής και κοινωνικής πόλωσης θα έπρεπε να θεωρείται αναμενόμενη και προβλέψιμη. Από πότε όμως μπορεί να θεωρείται πλήρης μια ερμηνεία που αποδίδει στις ξένες δυνάμεις τον πρωταγωνιστικό ρόλο των εξελίξεων, χωρίς να εξηγεί γιατί για παράδειγμα ο ΔΣΕ δεν βρήκε στο λαό τη στήριξη που είχε το ΕΑΜ; Μπορούσε να νικήσει; είναι με άλλα λόγια το ερώτημα που ακόμη δεν έχει βρει μια πειστική απάντηση…

Από την αναδρομή στα επόμενα «μολυβένια χρόνια», όταν δεκάδες χιλιάδες κομμουνιστές εκτελέστηκαν, φυλακίσθηκαν, εξορίσθηκαν στα ξερονήσια ή οδηγήθηκαν στην προσφυγιά ξεχωρίζει η διαχωριστική γραμμή που χαράσσει η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ από μια «πορεία παρεκκλίσεων», όπως τις χαρακτηρίζει. «Βασικοί σταθμοί ήταν: Οι αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας του 1956 – που επί της ουσίας καταδίκαζε την επιλογή της ένοπλης πάλης 1946-1949 και οδηγούσε στο συμβιβασμό της πάλης του ΚΚΕ με την αστική τάξη – καθώς και οι αποφάσεις της 8ης Ολομέλειας του 1958, με κορυφαίο θεμελιακό λάθος την απόφαση για τη διάλυση των παράνομων οργανώσεων του στην Ελλάδα και το πέρασμα των μελών του κόμματος στην ΕΔΑ», η οποία στην επόμενη παράγραφο χαρακτηρίζεται ως σοσιαλδημοκρατική δύναμη.

Από τα χρόνια της μεταπολίτευσης η Διακήρυξη του ΚΚΕ ξεχωρίζει «την άμεση ετοιμότητα να κατακτήσει την ντε φάκτο νομιμοποίησή του με την επιστροφή στην Ελλάδα του Α’ Γραμματέα της ΚΕ Χ. Φλωράκη και άλλων μελών της ΚΕ. Η αποδοχή της νομιμοποίησης του ΚΚΕ από την πλευρά της κυβέρνησης “εθνικής ενότητας” αποτέλεσε αναπόφευκτη εξέλιξη». Ωστόσο το ΚΚΕ κατηγορήθηκε τότε ότι στη νομιμοποίησή του, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, συνέβαλε και η περίφημη δήλωση προς τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με ημερομηνία 2 Οκτωβρίου 1974 όπου αναφερόταν κατά λέξη ότι «αι αρχαί του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος αντιτίθενται προς πάσαν ενέργειαν αποσκοπούσαν εις την βία κατάληψη της εξουσίας ή την ανατροπήν του Ελευθέρου Δημοκρατικού Πολιτεύματος». Γι’ αυτή τη δήλωση, με την οποία είχε διαφωνήσει το γραφείο του ΚΣ της ΚΝΕ, δεν υπάρχει καμιά αναφορά στη Διακήρυξη.

Πηγή: Λεωνίδας Βατικιώτης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *