Ιστορική και πολιτική διάσταση του φασισμού

Γράφει ο Τάσος Κατσαρός –  Ιστορικός ερευνητής

Τι ήταν άραγε αυτό που μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου δημιούργησε τις συνθήκες σε λίγο-πολύ όλες τις χώρες της Ευρώπης να ανεβαίνουν στην εξουσία ανελεύθερα και φασιστικά καθεστώτα; Ενώ σε κάποιες άλλες χώρες όπως θα δούμε παρακάτω διάφορα φασιστικά κόμματα μπορεί να μην κατόρθωσαν να πάρουν την εξουσία γιατί κάποια συντηρητικά φιλελεύθερα κόμματα έπαιξαν αυτά το ρόλο του ακραίου υπερκεράζοντας τα αντισημιτικά-φασιστικά κόμματα. Τέτοια καθεστώτα ήταν Ουγγαρία 1920, Ιταλία του Μουσολίνι 1922, Βουλγαρία-Πορτογαλία 1923, Αλβανία 1925, Ισπανία 1923/1930 Πρίμο ντε Ριβέρα και Φράνκο, Πολωνία 1926, Γιουγκοσλαβία 1929, Φινλανδία/Ρουμανία 1930, οι χώρες της Βαλτικής και φυσικά η Ιαπωνία του Αυτοκράτορα Χιροχίτο το 1926.

Εννοείται πως η πιο σκληρή περίπτωση από όλες ήταν η ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ το 1933-1945.

Η μεγάλη καπιταλιστική κρίση του 1929 που κορυφώθηκε το 1937-38 και οδήγησε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν σίγουρα εκείνη που βοήθησε σε όλα τα παραπάνω με προοπτική την καταστροφή κεφαλαίου έμψυχου και άψυχου για τη δημιουργία νέων αγορών.

Με την ανάπτυξη των μέσων παραγωγής, δηλαδή την τεχνολογική εξέλιξη επιτυγχάνεται η αλματώδης αύξηση της παραγωγής που σε συνδυασμό με την υπερεντατική εκμετάλλευση της εργασίας επιτυγχάνεται η συγκέντρωση του πλούτου σε όλο και λιγότερα χέρια. Οι μικρομεσαίοι σβήνουν προς όφελος των λίγων καπιταλιστών. Η εργατική τάξη πετιέται στην ανεργία. Έτσι φθάνουμε στο σημείο που το πλατύ καταναλωτικό κοινό που είναι οι εργαζόμενοι, οι δημιουργοί όλου του πλούτου που υπάρχει να αδυνατούν να καταναλώσουν τα εμπορεύματα που παράγονται με αποτέλεσμα αυτά να παραμένουν απούλητα στις αποθήκες (κρίσεις υπερπαραγωγής). Ο καπιταλισμός για να περιορίσει τους κραδασμούς και να καθυστερήσει τις κρίσεις προωθεί το δανεισμό που ουσιαστικά είναι η υποθήκευση μελλοντικής εργασίας η οποία όμως δε θα συμβεί εξαιτίας της τάσης του συστήματος για αύξηση της ανεργίας. Κατά την εμφάνιση των κρίσεων οι καπιταλιστές μέσα από το κράτος τους προσπαθούν να μειώσουν αυτό που αυτοί αποκαλούν εργασιακό κόστος (μισθούς, συντάξεις, ασφάλιση) και προετοιμάζονται να δημιουργήσουν νέες αγορές για το ιδιωτικό κεφάλαιο που έχει γίνει πια μονοπωλιακό, όπως αποκρατικοποιήσεις, ιδιωτικοποίηση παιδείας, υγείας, ασφάλισης. Ό,τι κατακτήσεις είχαν ως τώρα οι εργαζόμενοι, το κεφάλαιο τις παίρνει πίσω. Ακολουθεί η μεταφορά του χρέους των τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων σε δημόσιο χρέος και από εκεί σε χρέος που οφείλουμε να πληρώσουμε εμείς με φόρους, υποτίμηση της εργασίας και των ζωών μας.

Η κρίση ουσιαστικά ξεκινάει από τη στιγμή που οι καπιταλιστές σταματούν να επενδύουν στην παραγωγή εμπορευμάτων όταν κρίνουν ότι αυτό δε θα του αποφέρει το μέγιστο ποσοστό κέρδους. Τότε περνούν στην πιο ανεπτυγμένη και πιο παρασιτική μορφή που είναι ο χρηματοπιστωτικός τομέας. Δημιουργώντας όλο και μεγαλύτερα ρίσκα φθάνουν στο σημείο να υποθηκεύουν και να χρεωκοπούν ακόμα και χώρες. Ώσπου αρχίζουν να σκάνε οι φούσκες δημιουργώντας χρηματοπιστωτικό γεγονός. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως οι κρίσεις μπορεί να εμφανίζονται πρώτα στον χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά έχουν πάντα τις ρίζες τους στη βιομηχανική παράγωγη. Η τάση αυτής ανάπτυξης του καπιταλισμού δεν σταματιέται. Μπορεί να καθυστερήσει όταν υπάρχει ένα δυνατό διεκδικητικό εργατικό κίνημα, όχι όμως και να τη σταματήσει. Ο τροχός της ιστορίας δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Ο τρόπος λειτουργίας των επιχειρήσεων δεν θα επιτρέψει ποτέ στην παλαιότερή της μορφή. Στη φάση αυτή ανάπτυξης αλλά και γενίκευσης της κρίσης ένα πράγμα μπορεί μόνο να σταθεί εμπόδιο στο σύστημα. Η πολιτική οργάνωση του προλεταριάτου σε παγκόσμια κλίμακα που αντιπροσωπεύοντας τα δικά του συμφέροντα θα προσπαθήσει να μετατρέψει την καπιταλιστική κρίση σε επαναστατική κατάσταση δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας.

Στο πεδίο των καπιταλιστικών χωρών δημιουργούνται στρατόπεδα που φτιάχνονται ανάλογα με τα συμφέροντα των παραπάνω κρατών. Τα στρατόπεδα αυτά στη γενίκευση της κρίσης συγκρούονται μεταξύ τους ένοπλα. Η παραπάνω σύγκρουση φθάνει και στις μητροπόλεις του καπιταλισμού. Εν ολίγοις οι μεγάλες καπιταλιστικές κρίσεις τερματίζονται συνήθως με παγκόσμιο πόλεμο. Η καταστροφή κεφαλαίου σε έμψυχο και άψυχο υλικό είναι αυτή που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για το ξεπέρασμα της κρίσης, ώστε να μπουν οι οικονομίες ξανά σε τροχιά ανάπτυξης με πιο σύγχρονα μέσα παραγωγής. Κάπως έτσι δικαιολογούν οι αστοί οικονομολόγοι «την πολιτική με άλλα μέσα», τον πόλεμο.

Αρκεί όμως να πούμε ότι η οικονομική κρίση ήταν η μόνη αιτία για τη δημιουργία και γιγάντωση του φασισμού στην Ευρώπη;

Κατά τη γνώμη μου όχι. Αυτό που πρέπει να παίρνουμε υπόψη μας είναι πως με το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου μια προλεταριακή επανάσταση σε μια αχανή μεγάλη χώρα κατόρθωσε να πάρει αλλά και να κρατήσει την εξουσία. Αμέσως μετά έγιναν προσπάθειες κοινωνικών επαναστάσεων σε μια σειρά άλλες χώρες που δεν κατάφεραν όμως να επικρατήσουν. Αυτές ήταν η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Φινλανδία. Το παράδειγμα της Ρωσίας που θα μπορούσε να γίνει απειλή για τα καθεστώτα των συντηρητικών χωρών σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση που βάθαινε σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες από τα τέλη του ’20, ήταν η αιτία για τη δημιουργία και την γιγάντωση όλων των παραπάνω φασιστικών και βαθιά συντηρητικών καθεστώτων.

Η φτώχεια και η έλλειψη διεξόδου από το καπιταλιστικό σύστημα ήταν λοιπόν η αιτία για να γεννηθούν τα φασιστικά-ολοκληρωτικά κινήματα που τους προάγγελούς του θα μπορούσε κανείς να τους εντοπίσει μέσα στους αυτοκρατορικούς στρατούς σαν κι αυτούς που τσάκισαν τους εξεγερμένους Παριζιάνους της Κομμούνας και σε κάποια συντηρητικά οικονομικά στρώματα με το πολιτικό τους προσωπικό. Τέτοια στοιχεία θα μπορούσε κανείς να βρει σε κάποιους εξέχοντες αντισημίτες αξιωματικούς που έστησαν μια σκευωρία απέναντι σ’ έναν εβραίο επιτελικό αξιωματικό που κατηγορήθηκε άδικα σαν κατάσκοπος για λογαριασμό της Γερμανίας, υπόθεση Ντρέιφους. Θα μπορούσε κανείς να πει ακόμα ότι ενώ η Γαλλία πρωτοστάτησε και στην δημιουργία κατά κάποιο τρόπο εθνοσοσιαλιστικών ομάδων όπως ήταν ο «Κύκλος Προυστόν» το 1911 που σκοπό είχε να συσπειρώσει εθνικιστές και αριστερούς αντιδημοκρατικούς. Ο φασισμός όμως εκεί σαν κίνημα απέτυχε. Ίσως διότι η Γαλλία ήταν η χώρα του διαλογισμού και της Αστικής Επανάστασης που θεμελίωσε πρώτη τις αξίες της ελεύθερης έκφρασης και των δικαιωμάτων του ατόμου, ίσως και γιατί ένα κομμάτι της αστικής της τάξης ταπεινωμένο αργότερα από την ήττα που υπέστη από την Γερμανία προτίμησε να αντιταχθεί στον Χίτλερ παρά να συνταχθεί μαζί του.

Η Ιταλία αποτελεί σίγουρα το πρώτο παράδειγμα προς μελέτη του φασισμού εφόσον ήταν η πρώτη πετυχημένη απόπειρα να εγκαθιδρυθεί ένα φασιστικό καθεστώς. Εδώ θα πρέπει να δούμε ότι ο φασισμός στην Ιταλία πέτυχε πάνω στην ήττα των εργατικών συμβουλίων του Τορίνο και του Μιλάνου και συνολικά ολόκληρης της Ιταλίας το 1919-20.

Κατά τη γνώμη μου πολλές φορές έπειτα από ανολοκλήρωτες επαναστάσεις ακολουθούν μικρές ή ακόμα και μεγαλύτερες αντεπαναστάσεις που καταφέρνουν να συντηρητικοποιήσουν τις κοινωνίες. Ίσως αυτό να είναι ένα στοιχείο που να εξηγεί κάτι και από την εποχή μας. Πιο συγκεκριμένα από τη στιγμή που σήμερα δεν υπάρχει μια επαναστατική αριστερά που να μπορεί να αμφισβητήσει ανοιχτά τον καπιταλισμό, αυτό το κενό προσπαθεί ψευδώς βέβαια να το καλύψει η άκρα δεξιά παγκοσμίως.

Ο Μπενίτο Μουσολίνι λοιπόν, ένας αγρότης από παράδοση αναρχικών και σοσιαλιστών παππούδων και γονιών, και με τον ίδιο να είναι θαυμαστής του Προυντόν και του Μπλανκί, καταφέρνει σε κάποια στιγμή να διασπάσει τα σοσιαλιστικό κόμμα και να ανοίξει το δρόμο γι’ αυτό που λέμε σήμερα φασισμός. Η αιτία αυτής της διάσπασης ήταν η αλλαγή θέσης του Μουσολίνι για το θέμα του πολέμου. Από φιλειρηνιστής έγινε ένθερμος υποστηρικτής του πολέμου για την Ιταλία στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κι εδώ κατά τη γνώμη μου δεν πρέπει να μας διαφύγει ότι η μήτρα πολλών απ’ αυτών των ακροδεξιών-φασιστών είναι η Σοσιαλδημοκρατία. Αυτό το συναντάμε πολύ έντονα και στη χώρα μας 20 χρόνια μετά. Την περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα την δημιουργία και στελέχωση των Τ.Α. εμπνεύστηκαν και οργάνωσαν πολιτικοστρατιωτικά πρόσωπα του κεντρώου χώρου όπως Πάγκαλος-Γονατάς-Πούλος κλπ.

Ο Μουσολίνι λοιπόν με την εξαγορά των γαιοκτημόνων της Κοιλάδας του Πάδου και με παράλληλες πολιτικές συμμαχίες με άλλα αξιόλογα τμήματα του συστήματος, υποσχόμενος όπως κάθε φασίστας (όπως αργότερα και ο Χίτλερ) να ενώσει όλο το έθνος αντί να το διασπάσει, όπως θέλουν να κάνουν οι κακοί Μαρξιστές χωρίζοντας το έθνος σε τάξεις. Ο Μουσολίνι πήρε τμήματα της διανόησης και της τέχνης όπως ήταν οι φουτουριστές, χρησιμοποίησε τα συνδικάτα μόνο ως φασιστικά, προσεταιρίστηκε συντηρητικούς αξιωματικούς του στρατού και αλήτες του δρόμου που εφορμούν και καταστρέφουν τα πάντα που δεν έχουν σχέση με την αισθητική τους. Έτσι όλοι αυτοί οι παραπάνω σε συνεργασία με τους Μελανοχίτωνες (την Εθελοντική Πολιτοφυλακή Εθνικής Ασφάλειας) παραστρατιωτική οργάνωση του εθνικού φασιστικού κόμματος παίρνουν την εξουσία με την γνωστή πορεία τους προς τη Ρώμη.

Ο Ναζισμός του Χίτλερ αυτό το κάτι το διαφορετικό που φέρνει είναι ότι εγκαινιάζει για πρώτη φορά την έννοια της ανωτερότητας της φυλής στον σύγχρονο κόσμο. Μετά από πολλές δεκαετίες λίγο-πολύ ένα ολόκληρο κράτος φέρνει ξανά με έναν μεταμοντέρνο τρόπο το ότι κάποιοι λαοί είναι κατώτεροι βιολογικά και θα πρέπει να υπηρετούν σαν δούλοι τους ανώτερους Αρίους. Οι τελευταίοι είχαν κάθε δικαίωμα ζωής και θανάτου απέναντι στους πρώτους. Ο ναζισμός που κι αυτός με τη σειρά του δανείζεται τον όρο Κοινότητα από τους κομμουνιστές, προπαγανδίζει την απόλυτη πίστη στον αρχηγό ηγέτη που διαθέτει τέτοια χαρίσματα που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν, δημιουργώντας τον δικό του μύθο. Ο φασισμός στην αρχή της εμφάνισής του με τη συμμετοχή του στις παρελάσεις με ομοιόμορφες στολές και με κοινό βηματισμό, δημιουργεί μια καινούργια μόδα που έκανε τους νέους της εποχής να τρέχουν να μπουν μέσα στο φασιστικό κίνημα για να μην περιθωριοποιηθούν. Κάτι ανάλογο είχαμε και στην Ελλάδα με την Ε.Ο.Ν.

Αυτές οι μορφές δημόσιας εκδήλωσης εγκαινιάζουν την άμεση επικοινωνία του ηγέτη και με το τελευταίο μέλος του κόμματος κάνοντάς το ακόμα κι αυτό να αισθάνεται σημαντικό. Με άλλον τρόπο αυτό θα μπορούσε να ειπωθεί σαν μια θεαματική αναπαράσταση που δημιουργεί ψευδή αντίληψη για την πραγματικότητα.

Αυτά λίγο-πολύ για το αισθητικό-θεαματικό κομμάτι του ναζισμού που ήθελε κι αυτό να κάνει επανάσταση για Σοσιαλισμό, εθνικό όμως Σοσιαλισμό όπως έλεγαν οι χιτλερικοί. Μέχρι να πάρουν όμως την εξουσία, προηγήθηκαν γύρω στα 10 χρόνια μάχες με κομμουνιστές και άλλους αντιφασίστες, όπως αναρχοσυνδικαλιστές, στους δρόμους της Γερμανίας, κυρίως του Βερολίνου. Η μάχη ήταν σίγουρα δύσκολη και κρίθηκε τελικά στην απόφαση του μεγάλου κεφαλαίου και του πολιτικού προσωπικού της Γερμανίας να παραδώσει την εξουσία στον Χίτλερ. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως η Γερμανία ήταν μια από τις ηττημένες χώρες του Α΄  Παγκοσμίου Πολέμου που οι σύμμαχοι την είχαν αποκλείσει οικονομικά εξαναγκάζοντάς την να πληρώνει υπέρογκα ποσά για επανορθώσεις που δεν θα κατόρθωνε να αποπληρώσει ποτέ. Έτσι η πείνα και η δυσαρέσκεια ήταν αυτή που κυριαρχούσε στο λαό της Γερμανίας.

Μιλάμε ακόμα για μια εργατική τάξη της Γερμανίας που είχε βιώσει μια ταπεινωτική ήττα λίγα χρόνια νωρίτερα με την κατάπνιξη της εξέγερσης των Σπαρτακιστών από τους Fraicops (προάγγελοι της S.A. και των S.S.).

Ο Χίτλερ με τον λαϊκισμό του στηρίχθηκε κυρίως στους κατεστραμμένους μικροαστούς και αγρότες υποσχόμενος απέναντί τους σβήσιμο χρεών, δανείων και επιδοτήσεις.

Ο ναζισμός καυχιόταν την ίδια περίοδο ότι μείωσε την ανεργία στους εργάτες δίνοντάς τους δουλειά στα πλαίσια του προγράμματος δημόσιων έργων, κυρίως αυτοκινητόδρομων.

Στην πραγματικότητα ο Χίτλερ έκανε χρήση ενός παλαιότερου νόμου που εισήγαγε την καταναγκαστική εργασία. «Πρόκειται για άμισθη εργασία συνδεδεμένη με την πρόνοια και έξω από το νομικό πλαίσιο που ρύθμιζε τις εργασιακές σχέσεις». Ο εργάτης δεν είχε δικαίωμα μισθού. Οι παροχές που είχε ήταν σε είδος. Σίτιση, στέγαση θεωρούνταν από το καθεστώς προνοιακού χαρακτήρα. Ταυτόχρονα όλες αυτές οι ενέργειες εντάσσονταν στο περιβάλλον της στρατικοποιημένης εργασίας, δημιουργώντας έτσι τα πρώτα σπέρματα για την γέννηση των πρώτων στρατοπέδων εργασίας.

Η βοήθεια και η χρηματοδότηση από ένα μεγάλο μέρος του μεγαλοαστικού κόσμου της Γερμανίας προς τους Ναζί, μας είναι πλέον γνωστό. Η Siemens, η Bayer, η Porche και άλλοι επιχειρηματικοί κολοσσοί στήριξαν οικονομικά τον Χίτλερ, όπως και ο μεγαλοβιομήχανος όπλων Κρουπ που παρέθετε την βίλα του για συνεδριάσεις των μελών του ναζιστικού κόμματος, όπως και την πλήρη χρηματοδότησή του. Θα πρέπει ακόμα να παίρνουμε υπόψη μας ότι κάθε φασιστικό-εθνικιστικό κίνημα οφείλει να συντηρείται από κάποιον μύθο. Χωρίς αυτόν τον μύθο καθίσταται αδύνατη η λειτουργία αυτού του μορφώματος.

Έτσι ο Χίτλερ αναβίωσε τον μύθο της αρχαίας Θούλης, Ο Μουσολίνι την αναβίωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, στην Ελλάδα η Μεγάλη Ιδέα και επί Μεταξά το ιδεολόγημα του Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού (Αρχαίου, Βυζαντινού και Σύγχρονου), στη Γαλλλία η Ζαν ντ’ Αρκ, στην Τουρκία ο μύθος του Γκρίζου Λύκου και ούτω καθ’ εξής.

Κάποιες άλλες χώρες που ανέδειξαν ισχυρά φασιστικά κινήματα ήταν λίγο-πολύ αυτές που και σήμερα αναζωπυρώνονται τα ρατσιστικά και φασιστικά φαινόμενα. Οι χώρες της Βαλτικής. Η Ουγγαρία με το κόμμα «Σταυρωτά Βέλη» που ενώ είχε σημαντική εκλογική δύναμη και παρουσία στις εκλογές του 1939 παραμερίστηκε τελικά από τον στρατιωτικό δικτάτορα Ναύαρχο Χόρτι που δεν είχε καμιά διάθεση να μοιραστεί την εξουσία με τους ούγγρους ναζί. Ίδια παράδοση υπήρξε και στην Ρουμανία με την «Λεγεώνα του Αρχάγγελου Μιχαήλ» ή με την περίπτωση του εθνικοσοσιαλιστή Κοντρεάνου που ο ίδιος ο αυτοκράτορας της Ρουμανίας τον έβγαλε από τη μέση. Για να θυμόμαστε ακόμα ότι και στο δικό τους στρατόπεδο υπήρξαν πάντα και θα υπάρχουν ίντριγκες, διχόνοιες, διασπάσεις και καρατομήσεις. Στις παραπάνω χώρες που αναφέρονται δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήταν αυτές που έδωσαν εθελοντικά ολόκληρες Μεραρχίες ΕΣ-ΕΣ στο πλευρό του Χίτλερ και σήμερα ακόμα τιμούν τους νεκρούς τους όπως τον ναζί Μπαντέρα στην Ουκρανία, ξεθάβοντας από τη ναφθαλίνη τα ναζιστικά τους σύμβολα.

Αναφέρουμε εν συντομία τις περιπτώσεις της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, που στην Ισπανία είναι κυρίως σε μας γνωστό το πώς επικράτησε ο Φράγκο με τη βοήθεια χιλιάδων Ιταλογερμανών στρατιωτικών και την αγριότητα που ακολούθησε μετά την επικράτησή τους από τον εμφύλιο πόλεμο με τις εκατοντάδες χιλιάδες εκτελέσεις.

Και αυτό που τελικά κράτησε τον Φράνκο στην εξουσία για 40 χρόνια ήταν ότι δεν αναμίχθηκε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά παρόμοιο τρόπο έγινε το ίδιο με την δικτατορία του Σαλαζάρ, η πιο πολυετής από όλες τις δικτατορίες της Ευρώπης που αναλώθηκε μάλλον σε έναν πιο κλειστό, αγροτικού τύπου φασισμό.

Τέλος, μιλώντας για την Αγγλία θα μπορούσαμε να πούμε ότι το Αγγλικό κεφάλαιο αλλά και η αγγλική κοινωνία θεωρούσαν μια παραφωνία μέσα στη δική τους ιδιοσυγκρασία το φασιστικό μόρφωμα του Μόσλι που περιθωριοποιήθηκε γρήγορα. Σε αυτό συνετέλεσε σίγουρα και η μάχη που έδωσαν οι Άγγλοι αντιφασίστες προς τους εκεί μελανοχίτωνες, τον Οκτώβριο του 1936.

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε εν συντομία ότι ο φασισμός του μεσοπολέμου ήταν ένα δημιούργημα της καπιταλιστικής κρίσης του χρηματιστικού κεφαλαίου (βιομηχανικού και τραπεζικού) που δημιουργήθηκε και χρησιμοποιήθηκε για το ξεπέρασμα της συστημικής κρίσης και την κατάκτηση νέων αγορών και δημιουργία νέων σφαιρών επιρροής με πόλεμο. Και με ποιον τρόπο θα γίνονταν όλα αυτά;

Χτυπώντας την εργατική τάξη και τις άλλες λαϊκές μάζες ο φασισμός έδωσε τη δυνατότητα στο σύστημα να ξεπεράσει την μεγαλύτερη οικονομική κρίση που έζησε ο 20ος αιώνας για να ξαναμπεί σε τροχιά ανάπτυξης, αφήνοντας πίσω του κοντά στους 80.000.000 νεκρούς. Αυτό γίνεται άλλες φορές με ομαλό τρόπο μετάβασης σε αστική κοινοβουλευτική Δημοκρατία όπως έγινε σε Πορτογαλία, Ισπανία (1974-1975), είτε με αιματηρό όπως έγινε το 1945 με την στρατιωτική πολιτική ήττα του φασισμού στο σύνολο της Ευρώπης. Εξαιρώντας βέβαια τις χώρες που απελευθέρωσε ο Κόκκινος Στρατός και τα παρτιζάνικα ένοπλα τμήματα.

Εν ολίγοις ο φασισμός αποτελεί την τελευταία και την πιο δαπανηρή λύση του συστήματος.

 

Ελλάδα

Ξεκινώντας από τις αρχές του 20ου αιώνα θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο εθνικισμός υπήρξε σε μια πιο οργανωμένη μορφή στο ιδεολόγημα της «Μεγάλης Ιδέας» που κορυφώθηκε με την μικροαστική εκστρατεία. Αργότερα το 1927 δημιουργήθηκε η ΕΕΕ (Εθνική Ένωση Ελλάς) που επέτρεπε μόνο σε χριστιανούς να γίνουν μέλη της. Σύμφωνα με κάποια στοιχεία τα μέλη της οργάνωσης έφθασαν να είναι το 1931, 7000 με 3000 από αυτά να βρίσκονται στη Θεσσαλονίκη. Στα εγκαίνια αυτής της οργάνωσης είχε παραβρεθεί ο στρατιωτικός Στ. Γονατάς. Εκείνα τα χρόνια εργάτες μέλη του ΚΚΕ και Αρχειομαρξιστές έδιναν καθημερινά μάχες με τους χαλυβδόκρανους φασίστες της ΕΕΕ. Επίσης την ίδια χρονιά το 1931 φασίστες της ίδιας οργάνωσης πυρπολούν στην πόλη μας την εβραϊκή συνοικία του Κάμπελ κάτω από τα μάτια της χωροφυλακής.

Αργότερα δημιουργείται το πρώτο εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα του Μερκούρη που δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο, ώσπου φθάνουμε στη φασιστική δικτατορία του Μεταξά με τα βασανιστήρια του ρετσινόλαδου που έκανε στους κομμουνιστές δανεισμένα από τους ιταλούς φασίστες του Μουσολίνι. Μετά πόλεμος, κατοχή, δημιουργία των Τ.Α. το 1943, που ήταν αμιγώς φασιστικά τμήματα όπως και η οργάνωση Χ που ενώ ήταν βασιλόφρονη οργάνωση η δομή της ήταν φασιστική. Ακόμα φασιστικά ήταν τα παρακρατικά τμήματα στον εμφύλιο, ο ΙΔΕΑ(Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών) που ιδρύθηκε μέσα στο στρατό το 1943 και η δράση του κορυφώθηκε με το πραξικόπημα των Συνταγματαρχών το 1967. Η χούντα των Συνταγματαρχών διέφερε από τις άλλες δικτατορίες στο ότι ήταν ένα πραξικόπημα από τα πάνω χωρίς κίνημα και χωρίς λαϊκό έρεισμα. Για να φτάσουμε μετά το αιματοκύλισμα του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του 1973 στην κατάρρευση της Χούντας των Παπαδόπουλου-Ιωαννίδη και στον πλήρη χλευασμό και απαξίωση των οργανωμένων φασιστικών ιδεών και πρακτικών. Όλα αυτά μέχρι πριν από λίγα χρόνια.

Η επανεμφάνιση της ακροδεξιάς σαν οργανωμένη δύναμη δεν ήταν κατά την γνώμη μου κεραυνός εν αιθρία. Οι ρατσιστικές και ακροδεξιές ιδέες υπήρχαν εδώ και αρκετές δεκαετίες σε ένα σημαντικό κομμάτι της συντηρητικής κοινωνίας. Απλά λόγω της σχετικής ανάπτυξης που είχε το σύστημα τις δεκαετίες ’80 και ’90, αυτό το κομμάτι υπήρχε μέσα στους δύο βασικούς πυλώνες του συστήματος, της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Η ανάδειξη της μικροαστικής τάξης και η ανέλιξη σημαντικής μερίδας δημοσίων υπαλλήλων που αποτέλεσαν την εργατική αριστοκρατία ήταν το ευνοϊκό υπόστρωμα για να αναπτυχθεί οργανωτικά η άκρα δεξιά στην Ελλάδα. Το υπόστρωμα αυτό συμπληρώθηκε με τα εθνικιστικά συλλαλητήρια για την «Μία και Μοναδική Μακεδονία» που έγιναν την περίοδο της κατάρρευσης των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού, μια κατάρρευση που είχε ως αποτέλεσμα την μαζική εισροή στη χώρα μας, μεταναστών κυρίως Αλβανών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υποτιμηθούν αυτοί οι άνθρωποι ως πολίτες β΄ κατηγορίας χωρίς κανονικό μεροκάματο, χωρίς ασφάλιση και δικαιώματα. Ρήσεις που υπήρχαν εκείνη την εποχή στην ελληνική διάλεκτο ήταν «Πάρε κάνα Αλβανό να σου κάνει τη δουλειά». Ή «Οι Αλβανοί είναι καλοί όταν δουλεύουν αλλά χωρίς να μιλάνε, αλλιώς καλά θα κάνουν να πάνε στη χώρα τους».

Πάνω σε αυτό βοήθησαν τα δελτία ειδήσεων και οι εκπομπές των ιδιωτικών κυρίως καναλιών που τους παρουσίαζαν κάτι σαν τέρατα.

Εκείνη την περίοδο εμφανίζονται κάποιοι απίθανοι τύποι που κατά κάποιον μαγικό τρόπο βρίσκουν πρόσβαση σε όλα τα τοπικά ιδιωτικά κανάλια της χώρας που διαφημίζοντας κάποια άθλια εμπορεύματα, ταυτόχρονα προπαγανδίζουν τις ρατσιστικές και μισαλλόδοξες απόψεις τους. Μιλάμε ακριβώς για την ίδια περίοδο που το σύνολο της ελληνικής αριστεράς δεν είχε ούτε ένα δίλεπτο την ημέρα προβολής των ιδεών της από τα ΜΜΕ.

Η πλύση εγκεφάλου ολοκληρώνονταν, ιδίως στην επαρχία όπου ο κόσμος δεν είχε και πολλές εναλλακτικές επιλογές Όλα αυτά συνέβαιναν μέχρι να ξεσπάσει η κρίση του 2008. Από εκεί και πέρα οι απόψεις αυτές πήραν σάρκα και οστά μέσα από τρία κόμματα. Το ΛΑΟΣ, τους ΑΝΕΛ και τη Χρυσή Αυγή. Το πρώτο κόμμα κάηκε μπαίνοντας στην κυβέρνηση, ψηφίζοντας τα μνημόνια και με τα δυο χέρια. Το δεύτερο συγκυβερνά με το Σύριζα. Το τρίτο η Χ.Α. όπως πολύ καλά όλοι γνωρίζουμε δεν είναι απλά ένα ακροδεξιό-εθνικιστικό κόμμα, αλλά η πρακτική και η θεώρησή του προκύπτουν μέσα από το οπλοστάσιο του Ναζισμού.

Η Χ.Α. με τις δάδες και με την ομοιόμορφη στρατιωτική αμφίεση προσπαθεί να αναστήσει τα Τάγματα Εφόδου της δεκαετίας του ’30. Οι ναζιστές της Χ.Α. επιχειρούν όπως λεν να προσελκύσουν μέλη από όλες τις τάξεις και να τις ενώσουν σε ένα δυνατό έθνος, που χωρίς να καταργήσουν τις τάξεις θα το κάνουν με ένα δίκαιο τρόπο, παρακάμπτοντας όλους τους υπόλοιπους. Κομμουνιστές, Σοσιαλιστές, Αναρχικούς κλπ. Προσπαθούν να φτιάξουν δικές τους δομές μόνο για Έλληνες, δείχνοντας έτσι τον φυλετισμό τους για μια ακόμα φορά. Προσπαθούν να δημιουργήσουν τα δικά τους συνδικάτα, την δική τους τέχνη, τη δική τους διανόηση, την δική τους ψευδοαισθητική. Όλα αυτά τα δανείζονται από τον Μουσολίνι, τον Μεταξά και τον Χίτλερ.

Και περιμένουν άραγε τι; Την πλήρη κατάρρευση του πολιτικού συστήματος, ίσως και, ας το πούμε έτσι, την κατάρρευση τη φιλελεύθερης ΝΔ για να αντλήσουν από εκεί ψηφοφόρους και δυνάμεις. Από εκεί και πέρα τι σημαίνει αυτό; Το ίδιο το αστικό σύστημα θα προσπαθήσει να τους αξιοποιήσει, όπως πριν από μερικά χρόνια που κάποιος δημοσιογράφος του ΣΚΑΙ μιλούσε για μια πιο προσιτή και σοβαρή Χ.Α.

Κατά τη γνώμη μου προφανώς ο Νο 1 κίνδυνος αυτήν την περίοδο  δεν είναι η Χ.Α. αλλά το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίση και οι ιμπεριαλιστικές χώρες που έχουν συγκροτήσει τα δικά τους στρατόπεδα και ισοπεδώνουν αυτή τη στιγμή χώρες όπως είναι η Συρία. Τη στιγμή που μιλάμε τα ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα αναλώνονται μεταξύ τους σε περιφερειακούς πολέμους με σκοπό την επικράτηση και την αρπαγή της λείας των κατεστραμμένων αυτών χωρών. Στις σημερινές συνθήκες με την γενίκευση της καπιταλιστικής κρίσης όλα δείχνουν πως οι ιμπεριαλιστές αν αποφασίσουν να αιματοκυλίσουν και την Ευρώπη, δεν θα διστάσουν να τον κάνουν.

Σήμερα που η ανθρωπότητα φαίνεται να βαδίζει χωρίς πυξίδα και που η εποχή μας θυμίζει λίγο τον μεσοπόλεμο, ή ακόμα καλύτερα την περίοδο πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ρώσικη επανάσταση, τότε που η ανθρωπότητα βάδιζε χωρίς ελπίδα, χωρίς φως στο τούνελ. Με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού κατέρρευσε μαζί του και η συλλογική πρακτική και συνείδηση. Ταυτόχρονα κυριάρχησε ένας μικροαστικός τρόπος ζωής στο σύνολο της Ευρώπης. Μετά το ξέσπασμα της κρίσης φαίνεται ότι οι ευρωπαϊκές κοινωνίες βρέθηκαν απότομα σε μια άλλη κατάσταση. Όσον  αφορά στον αντιφασιστικό αγώνα πιστεύω ότι το αντιφασιστικό κίνημα θα πρέπει να τον δει σαν μια στιγμή ανάπτυξης και εκπαίδευσης των μαζών με στόχο την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας.Με πρωτεραιότητες α)τη μάχη της ιστορικής μνήμης ενάντια στη λήθη,β)τη μάχη του δρόμου.Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να αφεθούν οι δρόμοι στα χέρια των μισαλόδοξων νεοναζί που το μόνο που γνωρίζουν να κάνουν είναι πογκρόμ .μαχαιρώματα,δολοφονίες.Δυστυχώς αυτήν τη μάχη τη δίνει σχεδόν μόνη της η αναρχική νεολαία χωρίς την ουσιαστική στήριξη κομματιών της αριστεράς.Τρίτον και σημαντικότερο που είναι ταυτόχρονα ζήτημα θεωρητικό και πραχτικό και δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά ολόκληρο τον κόσμο είναι:για να νικήσεις το φασισμό θα πρέπει να αποδείξεις στους ανθρώπους ότι θα μπορεί να υπάρξει ζωή μετά τον καπιταλισμό.

Για να προχωρήσει παραπέρα η θεωρητική σκέψη θα πρέπει να απαντηθούν τρία σημαντικά ερωτήματα του παρελθόντος που παραμένουν μετά το 1917 εώς και σήμερα άλυτα:γιατί κανένα επαναστατικό κίνημα στον κόσμο δεν κατόρθωσε να νικήσει τη σοσιαλδημοκρατία;Τι ήταν αυτό που απέτυχε στις νικηφόρες επαναστάσεις του 2Οου αιώνα και φθάσαμε ως εδώ;Όπως και γιατί το άλλο ρεύμα του εργατικού κινήματος,ο αναρχισμός δεν κατόρθωσε πουθενά στον κόσμο να επικρατήσει;

Παρόλα αυτά πιστεύοντας ακράδαντα πως όπως κάθε θεωρητικό ζήτημα που βρίσκει την απάντηση τού στην πράξη,έτσι και οι μελλούμενες γενιές μέσα από τους αγώνες τους θα δώσουν τις απαντήσεις για τα λάθη του παρελθόντος δημιουργώντας ταυτόχρονα τον κόσμο του μέλλοντος.Εκέινο όμως που μας έχει δείξει ολόκληρη η ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών είναι ότι:χωρίς επαναστατική θεώρηση δεν μπορεί να υπάρξει επαναστατική οργάνωση.Χωρίς επαναστατική οργάνωση δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική επανάσταση.Και αυτό που λείπει σήμερα είναι σίγουρα η επαναστατική θεώρηση που θα αντιπροσωπεύσει τις συνθήκες της εποχής.Τότε έννοιες όπως κοινωνική χειραφέτηση και επανάσταση θα αποκτήσουν πραγματικό περιεχόμενο ,αγκαλιάζοντας την ανθρωπότητα σαν ένα όμορφο τριαντάφυλλο στο μακρύ ταξίδι της ιστορίας!

Τάσος Κατσαρός Ιστορικός ερευνητής

Υ.Γ: Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “ΕΝΕΚΕΝ”

Μία απάντηση στο “Ιστορική και πολιτική διάσταση του φασισμού”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *