Η μεγάλη απεργία των δημόσιων υπαλλήλων τον Απρίλη του 1942

Μια μεγάλη στιγμή του εργατικού, λαϊκού απελευθερωτικού κινήματος στην Ελλάδα. 

Οταν καθένας ακούει ή σκέφτεται την πάλη της εργατικής τάξης, των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αυτόματα ο νους του πάει στην ένοπλη πάλη. Πόλεμος ήταν. Μόνο που, από τη μεριά των εργαζομένων, αυτό δεν δείχνει ολόκληρο το περιεχόμενο αυτής της πάλης, ταξική πάλη με όλες τις μορφές. Και της διαδήλωσης και της απεργίας και του μοιράσματος προκηρύξεων και της διεκδίκησης της βελτίωσης της ζωής του λαού συνδυασμένα με την ένοπλη πάλη για την απελευθέρωση.

Και έγιναν πολλές και μεγάλες ηρωικές κινητοποιήσεις στις πόλεις με πολλές θυσίες, αλλά και θαυμαστά αποτελέσματα για το λαό και μάλιστα με άοπλες μορφές ενάντια σε έναν πάνοπλο αντίπαλο, το αστικό κράτος με τη χωροφυλακή και το γερμανικό στρατό. Τέτοιες κινητοποιήσεις ανύψωναν το ηθικό του λαού στα πιο μαύρα χρόνια της ναζιστικής-ιμπεριαλιστικής κατοχής κι ακόμα εξανάγκασαν, τον κατακτητή και τους ντόπιους υποστηριχτές τους, όπως το τις ελληνικές κυβερνήσεις, το κράτος των δωσιλόγων με τους κατασταλτικούς και όλους τους μηχανισμούς τους, να υποχωρήσουν μπροστά στον οργανωμένο λαό που κατακτούσε νίκες ματαιώνοντας τα σχέδιά τους. Ηταν συμβολή όχι μόνο στην άμβλυνση των συνεπειών της τότε βαρβαρότητας δημιουργώντας δυσκολίες στον αντίπαλο, αλλά και στην υπόθεση της απελευθέρωσης με στόχο μια καλύτερη για το λαό ζωή χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση. Καθοδηγητής, μπροστάρης της ταξικής πάλης ήταν το ΚΚΕ.

Τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, το θεμελιακό ζήτημα που απασχολούσε την αστική τάξη ήταν η διατήρηση, η συνέχεια και το μέλλον του κοινωνικοοικονομικού της συστήματος στην Ελλάδα με κάθε μέσο. Στις 27 Απρίλη 1941, γερμανικά στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα και η χώρα βρέθηκε υπό την τριπλή κατοχή της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας. Ενα μέρος του αστικού πολιτικού κόσμου επέλεξε την ανοιχτή συνεργασία με τους κατακτητές. Ενα άλλο διέφυγε, μαζί με το Παλάτι, στο εξωτερικό (Κάιρο και Λονδίνο), παίρνοντας μαζί του τις τεράστιες ποσότητες των κρατικών αποθεμάτων σε χρυσό. Ενα τρίτο, που έμεινε στην Ελλάδα, απείχε από τον αγώνα, προσβλέποντας καιροσκοπικά σε μελλοντικές εξελίξεις, ενώ ένα άλλο συμμαχικό της Βρετανίας, που ανέλαβε να διεξαγάγει αντικατοχικό αγώνα, συνεργαζόταν στην πλειοψηφία του και με τους κατακτητές, για να κτυπηθεί το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ.

Στις 28 Οκτώβρη 1940, η φασιστική Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο και εισέβαλε στην Ελλάδα από το έδαφος της Αλβανίας. Η δικτατορία των Μεταξά – Γλίξμπουργκ εξέφραζε την εξουσία της αστικής τάξης σε συνεργασία με την Αγγλία, με τη συναίνεση των αστικών κομμάτων που έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης και ανοχής στην κυβέρνηση Μεταξά.

Η άρχουσα τάξη της Ελλάδας, μ’ αυτό το καθεστώς αρνήθηκε να απελευθερώσει τους κρατούμενους στις φυλακές και τις εξορίες κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές προκειμένου, όπως ζητούσαν, να σταλούν εθελοντικά στο πολεμικό μέτωπο. Ακόμη και σ’ αυτήν την ιστορική στιγμή, το ταξικό ζήτημα για την άρχουσα τάξη ήταν το πρωτεύον. Και δεν έφτασε μόνο αυτό. Οσοι δεσμώτες κομμουνιστές δεν κατάφεραν να αποδράσουν παραδόθηκαν στους Γερμανούς κατακτητές, πολλοί από τους οποίους βεβαίως πέρασαν την φρικιαστική εμπειρία των στρατοπέδων του Νταχάου, του Αουσβιτς, του Μαουτχάουζεν και άλλων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο τότε ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης.

Η ιστορική περίοδος στην οποία αναφερόμαστε είχε, από την άποψη των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων, ως ένα χαρακτηριστικό της την εθνικοαπελευθερωτική πάλη του λαού μας. Αλλά μόνο μ’ αυτό το χαρακτηριστικό δεν αποτυπώνεται ολόκληρη η ιστορική αλήθεια. Γιατί η ταξική πάλη ανάμεσα στην άρχουσα τάξη της Ελλάδας, από τη μια πλευρά, και στην εργατική τάξη και τ’ άλλα λαϊκά στρώματα, από την άλλη, διεξαγόταν ασίγαστα ακόμη και σ’ αυτή την περίοδο.

Αλλωστε, σ’ αυτόν τον πόλεμο ηγήθηκε η εργατική τάξη με τους συμμάχους της. Ουσιαστικά σε όλη την πορεία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν βρισκόταν σε πρωτεύουσα θέση των εξελίξεων, αντικειμενικά κρινόταν το «ΠΟΙΟΣ – ΠΟΙΟΝ», στο ζήτημα της εξουσίας. Και απασχολούσε την άρχουσα τάξη και τα πολιτικά της κόμματα, αλλά και την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, ανεξάρτητα αν αυτός ο μαζικός λαϊκός αγώνας δεν κατόρθωσε να φθάσει στην τελική νίκη.

Το ΚΚΕ, παρά την προσφορά του, δεν ήταν επαρκώς στρατηγικά – πολιτικά προετοιμασμένο να θέσει το ζήτημα της κατάκτησης της εργατικής εξουσίας ως αποτέλεσμα της αντιστασιακής πάλης και έπαθλο του λαϊκού αγώνα. Αποσπάστηκε η πάλη ενάντια στον πόλεμο και το φασισμό – ναζισμό από την ανάγκη της πάλης για την εργατική εξουσία.Δεν είχε επεξεργαστεί την επαναστατική στρατηγική για τη μετατροπή του αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την ξένη κατοχή σε αγώνα για την εξουσία, ως ενιαίο καθήκον.

Οι βαθύτερες αιτίες, που δεν επέτρεψαν στο ΚΚΕ να κάνει εκείνες τις επιλογές που θα προωθούσαν την πάλη του ένοπλου λαϊκού κινήματος προς την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, απέρρεαν από τις αντιφάσεις που είχε τόσο η δική του στρατηγική όσο και αυτή της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ). Η προβληματική στρατηγική των σταδίων, που είχε στην περίοδο 1941 – 1944, στηρίχθηκε στην Απόφαση της 6ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής (1934), στις αποφάσεις της ΚΔ (7ο Συνέδριο) και του 6ου Συνεδρίου του ΚΚΕ το 1935.

Η ταξική πάλη, επομένως, διεξαγόταν με όλες τις μορφές της. Αλλωστε, ο ταξικός αντίπαλος, στην προκειμένη ήταν ένας, ενιαίος, ανεξάρτητα αν εθνικά συνυπήρχαν στην αστική εξουσία τμήμα της αστικής τάξης της Ελλάδας με το κράτος της και ο ένοπλος μηχανισμός των Γερμανών ναζιστών που τη στήριζαν επειδή ακριβώς τους στήριζε, ενώ μέσω και αυτών πραγματοποιούνταν τα συμφέροντά της. Στην προκειμένη περίπτωση, εκφράζονταν ενιαία τα ταξικά αντεργατικά, αντιλαϊκά συμφέροντά τους.

Επίσης, πρέπει να συνειδητοποιείται ότι: Ο κρατικός μηχανισμός λειτουργούσε. Τα εργοστάσια επίσης λειτουργούσαν, τα λιμάνια το ίδιο, όλες οι επιχειρήσεις. Επομένως, εκτός από την ένοπλη απελευθερωτική πάλη διεξαγόταν ασίγαστη και η πάλη για ζητήματα επιβίωσης, το περιεχόμενο των οποίων μπορεί να ξεκινούσε από το φαγητό και το μεροκάματο, μέχρι την αποτροπή της μεταφοράς Ελλήνων εργαζομένων στη Γερμανία για να δουλέψουν στα εργοστάσια της πολεμικής της μηχανής.

Υπήρξαν, πράγματι, στιγμές στο εργατικό κίνημα που έγραψαν λαμπρές σελίδες στην Ιστορία της ταξικής πάλης την περίοδο 1941 – 1944. Μια απ’ αυτές παρουσιάζουμε σήμερα που είναι η πρώτη μεγάλη απεργία στην Ελλάδα.

Πρόκειται για τη μεγάλη δημοσιοϋπαλληλική απεργία, που ξεκίνησε στις 12 του Απρίλη 1942 από το Κεντρικό Ταχυδρομείο της Αθήνας και επεκτάθηκε, σε πολύ σύντομο διάστημα, σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες της Αθήνας, του Πειραιά, της Πάτρας και της Θεσσαλονίκης με καθοδηγητικό όργανο την Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή που οργάνωσε και την αποφασιστική μάχη των δημόσιων υπαλλήλων, για την επιβίωσή τους. Στο αποκορύφωμά της, αυτή η απεργία αγκάλιασε πάνω από 50.000 δημόσιους υπαλλήλους και υποχρέωσε την κατοχική κυβέρνηση να δεχτεί τα αιτήματα των απεργών, στις 21 του ίδιου μήνα.

Το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα στηρίχτηκε στην πολιτική του ΚΚΕ. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι το ΚΚΕ πριν συγκροτήσει το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (27/9/1941), ακριβώς επειδή θεωρούσε την εργατική τάξη ως τη βασική συνιστώσα του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα πρωτοστάτησε αρχικά στη συγκρότηση του Εργατικού ΕΑΜ (16/7/1941), στο οποίο ανήκε και η «Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή» που ιδρύθηκε περίπου την ίδια περίοδο.

Με επίπονη προσπάθεια, στις δύσκολες συνθήκες της Κατοχής, η Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή κατάφερε να οργανώσει και την αποφασιστική μάχη των δημόσιων υπαλλήλων, για την επιβίωσή τους, τη μεγάλη απεργία, που ξεκίνησε στις 12 του Απρίλη 1942 από το Κεντρικό Ταχυδρομείο της Αθήνας και επεκτάθηκε, σε πολύ σύντομο διάστημα, σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες της Αθήνας, του Πειραιά, της Πάτρας και της Θεσσαλονίκης.

Παρουσιάζουμε το χρονικό αυτής της απεργίας από την μπροσούρα του Α. Κ. Δημητρίου «Η πρώτη απεργία στη σκλαβωμένη Ευρώπη», έκδοση Βιβλιοπωλείο Πέτρου Καραβάκου, Αθήνα 1945 (σ.σ. δεν ήταν η πρώτη απεργία στην Ευρώπη, ήταν από τις πρώτες, είχαν προηγηθεί άλλες σε Βέλγιο, Ολλανδία, Γαλλία).

Ο αναβρασμός

Απ’ το φθινόπωρο του ’41, όταν ο «χυλός» και το «κολλυβοζούμι» του υπαλληλικού συσσιτίου αποτελούσανε τη «σπονδυλική στήλη» της διατροφής των υπαλλήλων, έχουμε τις πρώτες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Ζυμώσεις αρχίζουν, ζωηρές αρχικά, εντονότερες αργότερα.

Απρίλης 1942. Ερχεται το Πάσχα. Οι υπάλληλοι ζητούν έκτακτη οικονομική ενίσχυση. Και η κυβέρνηση Τσολάκογλου με την πίεση των υπαλλήλων αναγκάζεται να δώσει δυο δεκαπενθήμερα, απ’ αυτά το δεύτερο σαν έκτακτο επίδομα για τις γιορτές, Πάσχα ήταν στις 3 του Απρίλη. Οταν την Τετάρτη του Πάσχα άνοιξε η αγορά ένα ξαφνικό κύμα αφάνταστης ακρίβειας ξεσήκωσε τη λαϊκή αγανάκτηση. Οι τιμές των τροφίμων πολλαπλασιάστηκαν απότομα. Το λάδι, που ήταν το βαρόμετρο της ακρίβειας από 1.400 – 1.600 δραχμές η οκά ανέβηκε στις 4.400 – 4.800! Ο αναβρασμός των υπαλλήλων έφθασε στο απροχώρητο. Τα δυο δεκαπενθήμερα είχαν απορροφηθεί. Και η κυβέρνηση αρνείται να δώσει άλλη ενίσχυση με την πρόφαση πως βαδίζουμε ολοταχώς προς τον πληθωρισμό! Τι έπρεπε να γίνει; Ηταν το γενικό ερώτημα. Να γίνει, να γίνει κάτι! Η κοινή επιθυμία. Τι όμως; Πώς και πότε;

Η Κεντρική Πανυπαλληλική Επιτροπή (ΚΠΕ) με τις ζυμώσεις της φούντωσε πιο πολύ τον αναβρασμό. Ο υπαλληλικός κόσμος, γεγονός αναμφίβολο, περνούσε πια οριστικά τον παθητικό κύκλο της απόγνωσης και της αναμονής στον ενεργητικό κύκλο της πάλης για την επιβίωση.

14 του Απρίλη 1942

Οι Τριατατικοί, πρωτοπορία στους υπαλληλικούς αγώνες, δακτυλογραφούν σε μερικά αντίτυπα μια θαρρετή προκήρυξη και την τοιχοκολλούν στην είσοδο του κεντρικού Ταχυδρομείου, στο Τηλεγραφείο και στο Τηλεφωνικό Κέντρο. Η προκήρυξη αυτή – η πρώτη δημοσιοϋπαλλική προκήρυξη στην περίοδο της σκλαβιάς – μιλούσε για το δραματικό κατάντημα των πολιτικών υπαλλήλων του κράτους, την τρομοκρατική τακτική της τριατατικής υπηρεσίας και καλούσε το προσωπικό σ’ έναν αγώνα μαζικό.

Τα αντίτυπα της αληθινά ιστορικής αυτής προκήρυξης ήταν λιγοστά. Για να κατανοήσουμε την τολμηρή έκφραση της προκήρυξης δεν πρέπει να ξεχνάμε, πως οι Τριατατικοί αποτελούνε το μαζικότερο υπαλληλικό κλάδο, που στο ενεργητικό του έχει την αξιολογότερη συνδικαλιστική παράδοση.

Στις 14 του Απρίλη, μέρα Τρίτη, είχεν αποφασισθεί απ’ τη συνδικαλιστική επιτροπή των Τριατατικών, ομαδική παρουσίαση όλου του προσωπικού στο γεν. διευθυντή. Ενα περιστατικό, απ’ τα συνηθισμένα της εποχής, άλλαξεν ολωσδιόλου τον χαρακτήρα και τις συνέπειες της παρουσίασης. Σε μιαν αίθουσα του κεντρικού Ταχυδρομείου, πρωί – πρωί, ένας υπάλληλος, πάνω στη δουλειά του, κάνει αιμόπτυση και λιποθυμάει… Οι γύρω του συνάδελφοι εκατό και πάνω, ξεσπούνε σε φωνές οργής και αγανάκτησης. Κάποιος ανεβαίνει σ’ ένα τραπέζι και μιλάει: «Τι καθόμαστε!… τι περιμένουμε!… έτσι θα καταντήσουμε όλοι μας!… όχι, δε θα πεθάνουμε!…»… Τα λόγια του πνίγονται στις φωνές. Καλαμάρια, τσάντες, πέννες όλα πετιούνται… Το περιστατικό μαθαίνεται σ’ όλο το μέγαρο, σ’ όλα τα τμήματα. Ανάστατο το προσωπικό. Ενα πλήθος αλαφιασμένο και μανιασμένο ορμάει στο γραφείο του διευθυντή… Αυτός μαντεύει την εξέλιξη. Δεν προσπαθεί καν ν’ αντιμετωπίσει την κατάσταση. Ειδοποιεί, μόνο, το γενικό. Ο γενικός διατάζει ν’ απολυθούν άμεσα 12 υπάλληλοι!

Η πυρκαϊά φούντωσε. Οι διανομείς συγκεντρώνονται στο εσωτερικό προαύλιο του Ταχυδρομείου. Η αναταραχή είναι ολοκληρωμένη, στο Τηλεφωνικό Κέντρο, στο Τηλεγραφείο, σε κάθε γραφείο και υπηρεσία. Γενική η αναστάτωση. Ερχεται το μεσημέρι, οι «βάρδιες» των υπαλλήλων αλλάζουν. Οι «πρωινοί» πληροφορούνε τους «απογευματινούς»… Ξαφνικά, κάποιος φωνάζει προς το προαύλιο: «Τι καθόμαστε παιδιά! Θα πεθάνουμε στα πόδια μας»! Δεύτερη φωνή απαντάει: «Απεργία !».

— Ζήτω η απεργία ! ξεσπάει το συγκεντρωμένο στο προαύλιο πλήθος και μ’ ενθουσιασμό πλημμυρίζει τους δρόμους αψηφώντας τους κινδύνους…

Τα βραδινά τμήματα των υπηρεσιών, όσα δεν είχαν ειδοποιηθεί έγκαιρα κατεβήκανε στην απεργία την άλλη μέρα. Οι επαρχιακοί Τριατατικοί ειδοποιηθήκανε με τα τηλέφωνα, που ήταν ακόμα στα χέρια των υπαλλήλων. Ετσι, στον τριατατικό κλάδο η απεργία γενικεύτηκε. Η συνδικαλιστική επιτροπή των ΤΤΤ πήρε με πρωτοβουλία κι αποφασιστικότητατην κατάσταση στα χέρια της. Την άλλη μέρα (Τετάρτη) συμπληρώνεται και μετασχηματίζεται σ’ Επιτροπή Αγώνα (απεργιακή επιτροπή). Κυκλοφορεί δεύτερη δακτυλογραφημένη προκήρυξη με περιεχόμενο όχι στενά οικονομικό, καλεί τους απεργούς «να συνεχίσουν τον αγώνα για το ψωμί και τη λευτεριά» !

Η είδηση της απεργίας των τριατατικών διαδόθηκε αστραπιαία. Οι άλλοι υπάλληλοι κι ο λαός πήραν αμέσως το μέρος των απεργών. Ο απογευματινός Τύπος της Τρίτης κι ο πρωινός της Τετάρτης αποσιωπήσανε το γεγονός με την απατηλή ελπίδα πως η απεργία μπορούσε να ξεθυμάνει και να σπάσει. Τέτοιο πράγμα δεν έγινε, γιατί δεν μπορούσε να γίνει. Οι εκβιαστικές προσπάθειες των κατακτητών, της κυβέρνησης και των διεφθαρμένων οργάνων της για τη διάσπαση της απεργίας δεν έφεραν αποτέλεσμα. Αρχισε η τρομοκρατία. Με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Συγκοινωνίας επιστρατεύθηκε ολόκληρο το προσωπικό των ΤΤΤ. «καθ’ άπαν το κράτος» – ομολογείται έτσι πως η απεργία των Τριατατικών ήταν γενική. Προθεσμία προσέλευσης των απεργών ορίστηκε το πρωί της Πέμπτης. Οι απεργοί όμως έμειναν ακλόνητοι στις θέσεις τους. Κανείς δεν παρουσιάστηκε να πιάσει δουλειά.

Οι εφημερίδες της Πέμπτης (16 του Απρίλη) πήρανε την άδεια και συνάμα την εντολή απ’ τη λογοκρισία να λύσουνε τη σιωπή τους. Είναι καιρός ν’ αρχίσει ο πόλεμος των νεύρων – γκεσταπίτικη εφεύρεση για την εξουθένωση του ανθρώπου σε κρίσιμες στιγμές της ζωής του. Δημοσιεύεται η πρόσκληση των Τριατατικών απεργών να παρουσιασθούνε στην υπηρεσία τους, γιατί αλλιώς θα εφαρμοσθούν εναντίον τους βαριές κυρώσεις! Διαφημίζεται κατάλληλα η «διά σήμερον διανομή μερίδος άρτου 80 δραμίων» και διαψεύδονται «αι φήμαι» για τη διάλυση των συνεταιρισμών.

Η απεργία εξελίσσεται σε πανυπαλληλική

Η ΚΠΕ, διατηρώντας απ’ την πρώτη μέρα επαφή με την Επιτροπή Αγώνα των Τριατατικών, καθοδηγεί την απεργία και προσπαθεί να συγχρονίσει τη γενίκευσή της. Ο ενθουσιασμός παραμερίζει τους δισταγμούς, η οξύτατη οικονομική κατάσταση τούς ωθεί με βιασύνη στην πάλη. Μεγάλα «ποσοστά», ολόκληρες υπηρεσίες συντάσσονται με τους απεργούς. Στο 9ο Γυμνάσιο συνέρχονται, το απόγευμα, διακόσιοι, πάνω κάτω, αντιπρόσωποι υπαλλήλων. Συζητούνε την κατάσταση κι αναβάλλουν τις αποφάσεις για την επόμενη μέρα.

Οι εθνοπροδότες υπηρέτες των ναζίδων φασιστών σπεύδουν να συμμορφωθούνε, στις διαταγές – που συνήθισαν να εκτελούν (σ.σ. εννοεί την κυβέρνηση Τσολάκογλου). Συνεδριάζουνε και ψηφίζουνε νόμο, ένα νόμο χιτλερικό στη διατύπωση και χιτλερικό στην ουσία. Η απεργία των δημοσίων υπαλλήλων – το αίτημα της επιβίωσης – χαρακτηρίζεται «ιδιώνυμον» αδίκημα τιμωρούμενο και με την εσχάτη των ποινών, με το θάνατο!

Την Παρασκευή (17 του Απρίλη) οι εφημερίδες αγγέλλουνε με χτυπητούς τίτλους τον χιτλερικό τούτο νόμο. Η απεργία όμως συνεχίζεται κι επεκτείνεται. Ο νόμος δε δημοσιεύεται στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως», γιατί το προσωπικό του Εθνικού Τυπογραφείου αρνείται να εκτελέσει τη διαταγή κι αποφασίζει τη συμμετοχή του στην απεργία.

Το απόγευμα, στο 9ο Γυμνάσιο, πραγματοποιείται δεύτερη συνέλευση αντιπροσώπων των υπαλλήλων. Παίρνουν μέρος ως τριακόσιοι. Προεδρεύει ο γραμματέας της ΚΠΕ που μιλάει πάνω στο ξέσπασμα και την εξέλιξη της απεργίας και διαγράφει την άμεση, την επείγουσα ανάγκη κήρυξης πανυπαλληλικής απεργίας με συντονισμένη καθοδήγηση. Ο λόγος του είναι χείμαρρος σωστός, ορμητικός, με πάθος. Δε μιλούσεν ο πεινασμένος υπάλληλος, που επαιτεί για να ζήσει. Τα λόγια του απηχούσαν έντονα τις διαθέσεις όλων των υπαλλήλων. Μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα πατριωτικής ανάτασης κι ενθουσιασμού αποφασίζεται η επέκταση της απεργίας σ’ όλους τους κλάδους και τις υπηρεσίες της Αθήνας και του Πειραιά. Εκλέγονται οι απεργιακές επιτροπές για την κάθε υπηρεσία ή κλάδο ή κατάστημα. Οι υπεύθυνοι των επιτροπών αυτών απαρτίζουν την Κεντρική Επιτροπή Αγώνα (ΚΕΑ). Απ’ αυτή τη στιγμή η απεργιακή πάλη των δημοσίων υπαλλήλων παίρνει ενιαία και συγκεκριμένη καθοδήγηση, περνάει μορφολογικά και ουσιαστικά σε πλήρη οργανωμένη ανάπτυξη.

Το Σάββατο (18 του Απρίλη) η απεργία γενικεύεται. Οσοι υπάλληλοι αργοπορήσανε, κατεβαίνουν κι αυτοί στον απεργιακό στίβο. Σε περίοπτη θέση δημοσιεύεται στον πρωινό Τύπο πολύστηλο άρθρο του υπουργού των «Παραγωγικών υπουργείων» Γκοτζαμάνη με τον παραπλανητικό τίτλο «η κυβέρνησις διά την προστασίαν του λαού κατά των εχθρών του». Ο γερμανόδουλος αυτός πανυπουργός γράφει ανάμεσα στις άλλες κομπογιανίτικες οικονομολογικές και δημοσιονομικές θεωρίες του, ότι «… ώφειλαν, λοιπόν να πειθαρχήσουν εάν εσκέπτοντο μόνον τα συμφέροντά των και τον άρτον των… δεν είναι δυνατόν συνεπώς, να δικαιολογηθή η ανταρσία των υπαλλήλων από οικονομικούς μόνον λόγους. Η κυβέρνησις …θα φανή αμείλικτος κατά των ταραχοποιών και ταραξιών…»! Αλλά το άρθρο δεν αρκούσε. Το ζήτημα δεν είναι μικρό. Ο Γκοτζαμάνης παίρνει το βάρος της ευθύνης για ό,τι γίνεται. Γι’ αυτό συμπληρώνει τα κενά του άρθρου του με δηλώσεις ανάλογης ειλικρίνειας κι εντιμότητας. Απειλεί και υπόσχεται, μα κυρίως απειλεί: «Η κυβέρνησις … δηλοί, ότι θα εφαρμόση μέτρα αυστηρότατα και αυτήν ακόμα την ποινήν του θανάτου!». Ο Θάνατος!… αυτό ήταν το άλφα και το ωμέγα της χιτλερικής «πειθούς», η τρανότερη επιτυχία της φασιστικής επιβολής.

Η νίκη

Η θανατική ποινή και τα τρομοκρατικά μέτρα, που εξαπόλυσε η κυβέρνηση έφεραν αντίθετα αποτελέσματα. Η παθητική στάση των απεργών άλλαξε. Οι συλλήψεις τούς είχαν εξαγριώσει. Κάπου προς το Σταθμό του Λαρισαϊκού κρατούνται πολλοί απεργοί απ’ αυτούς 69 είναι Τριατατικοί, μαζί και γυναίκες. Εκεί, με πρόστυχα κι απάνθρωπα μέσα, εκβιάζονται να υπογράψουνε δηλώσεις αποκήρυξης της απεργίας. Οι πιέσεις δεν κλονίσανε παρά μόνο δυο – τρεις. Οι άλλοι αρνήθηκαν, επίμονα, εμψυχωμένα, ως και μέσα στο Στρατοδικείο. Γιατί έγινε κι αυτό. Ο Τσολάκογλου έστειλε τους απεργούς Ελληνες υπαλλήλους να δικασθούν στα ελληνικά στρατοδικεία «προς παραδειγματισμόν»! Ενας Τριατατικός (απ’ τον Πειραιά) απολογήθηκε ορθά – κοφτά: «Προκειμένου να πεθάνω απ’ την πείνα προτίμησα ν’ αγωνισθώ !». Οι λακέδες όμως του χιτλεροφασισμού είχαν χάσει κάθε ίχνος εντροπής. Οκτώ μήνες φυλάκιση καταδικάστηκε ο Τριατατικός για το θάρρος του, κι άλλοι σ’ άλλες ποινές. Μερικοί αθωωθήκανε.

Κυριακή (19 του Απρίλη). Οι πρωινές εφημερίδες δημοσιεύουν απειλητικές δηλώσεις του πρωθυπουργού Τσολάκογλου. Θεώρησε αναγκαίο να μιλήσει κι αυτός για την «αντεθνική» ενέργεια των υπαλλήλων: «…είτε απουσιάζουν διαρκώς των γραφείων των είτε μετεβλήθησαν εις φορείς των διαφόρων διαδόσεων και επικρίσεων, αίτινες επεδείνωσαν την θέσιν του κράτους, και επομένως αυτοί, όργανα του κράτους, έβαλον κατά του κράτους… Η κυβέρνησις ούτε είναι διατεθειμένη ν’ ακούσει τα αιτήματα των απεργών, ους θεωρεί εκτός νόμου… Δεν ομιλώ διά τας κυρώσεις, καθ’ όσον ο νόμος θα εφαρμοσθή κατά γράμμα… Ωσαύτως με εκπλήσσει το θράσος των υπαλλήλων…»!

Ταυτόχρονα, διαφημίζονται διάφορα επισιτιστικά μέτρα: Διανομή «μερίδος άρτου 80 δραμίων». Απόφαση για την αποδέσμευση «των οσπρίων, των χαρουπιών, του πετιμεζίου, του θειϊκού χαλκού, των ξύλων, των ξυλανθράκων, των κρομμύων ως απαρχή γενικωτέρας αποδεσμεύσεως»!

Δευτέρα (20 του Απρίλη). Τα απεργιακό κύμα κατακλύζει όλες τις υπηρεσίες. Ολοκληρώνεται η απεργία και στο υπουργείο Εσωτερικών. Ομάδες απεργών ξεκινούν από διάφορα σημεία, «ορμητήρια», και βαδίζουνε προς το Πολιτικό Γραφείο, όπου συνεδριάζει το υπουργικό συμβούλιο. Στη διαδρομή επιτήδειες διαδόσεις τρομοκρατούνε τα πλήθη των υπαλλήλων κι έτσι στο Πολιτικό Γραφείο συγκεντρώνονται αραιές ομαδούλες που πλαισιώνουν την Κεντρική Επιτροπή Αγώνα. Ο Τσολάκογλου αρνείται να δεχθεί την Επιτροπή και το υπόμνημα υποβάλλεται με τον «επί της τάξεως» αστυνόμο.

Η Επιτροπή, προσπαθώντας να επιτύχει οπωσδήποτε επαφή με την κυβέρνηση, διευκολύνεται από τους ανωτέρους υπαλλήλους του υπουργείου Οικονομικών. Οι ανώτεροι αυτοί παρουσιάζονται το απόγευμα της Δευτέρας στο Γκοτζαμάνη, υποβάλλουνε τ αιτήματα των υπαλλήλων και τα υποστηρίζουν. Ο υπουργός μιλάει τούτη τη φορά πιο μαλακά, αφήνοντας περιθώρια συζήτησης, και δίνει υποσχέσεις άμεσης καλυτέρευσης της θέσης των υπαλλήλων, επαναφοράς των απεργών στις θέσεις τους, απόλυσης των συλληφθέντων κ.λπ.

Το βράδυ συνεδριάζουνε μαζί οι ανώτεροι του υπουργείου Οικονομικών και η Κεντρική Επιτροπή Αγώνα. Πολύωρες συζητήσεις κατασταλάζουν σε ορισμένα συμπεράσματα. Αργά τη νύχτα αποχωρούν οι ανώτεροι οικονομικοί και συνεχίζεται η σύσκεψη της ΚΕΑ ως τα ξημερώματα. Οι υποσχέσεις του Γκοτζαμάνη κρίνονται τελικά ικανοποιητικές κι αποφασίζεται η λύση της απεργίας στις 9 το πρωί.

Τρίτη (21 του Απριλίου). Ο Τύπος δημοσιεύει διαλλακτικές δηλώσεις του Τσολάκογλου: «Εν ονόματι κλπ. κλπ. καλώ τους υπαλλήλους, όπως προσέλθουν εις τας υπηρεσίας των. Η κυβέρνησις επέδειξε πατρικόν ενδιαφέρον υπέρ αυτών…»! Και η θανατική ποινή; Οι συλλήψεις, οι ξυλοδαρμοί, οι καταδίκες, η «αμείλικτος τιμωρία», οι απολύσεις; Ολ’ αυτά, λέγονται τώρα «πατρικόν ενδιαφέρον» !

Οι απεργοί όμως αγνοούν το διορισμένο πρωθυπουργό. Κανείς δεν εισακούει την έκκλησή του και κανείς δεν παρουσιάζεται. Ωσπου έρχεται η εντολή της Κεντρικής Επιτροπής Αγώνα για τη λύση της απεργίας. Η οκταήμερη απεργιακή πάλη των δημοσίων υπαλλήλων τερματίζεται. Οι απεργοί επανέρχονται ομαδικά στις υπηρεσίες τους. Ο αντίκτυπος της απεργίας δε περιορίστηκε στο εσωτερικό. Οι συμμαχικοί ραδιοσταθμοί της Αγγλίας, της Αμερικής και της Σοβιετικής Ρωσίας, μ’ ενθουσιασμό παρακολούθησαν όλες τις φάσεις της απεργίας και καλούσανε τους λαούς των σκλαβωμένων χωρών ν’ ακολουθήσουν το παράδειγμα των Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων.

Η νίκη των απεργών ήταν αναμφισβήτητη. Οι υπάλληλοι επανήλθαν όλοι στις θέσεις τους, οι κρατούμενοι απελευθερώθηκαν, οι εκκρεμείς δίκες στα στρατοδικεία σταμάτησαν, η κυβέρνηση διέταξεν αλλεπάλληλες προκαταβολές μισθών και τελικά με το νομοθετικό διάταγμα 1424/1942 χορήγησε το πρώτο σοβαρό επίδομα, που ήταν μια κλιμακωτή αύξηση μέχρι 300%. Η πληρωμή του μισθού ορίστηκε δεκαπενθήμερη κι αυτό ήταν πρόσθετη αύξηση.

Οι άμεσες οικονομικές συνέπειες της απεργίας, αυτές καθεαυτές, επισφραγίζουν την επιτυχία της. Το κέρδος όμως δεν ήταν αποκλειστικά αυτό. Η απεργία κατέδειξε στους υπαλλήλους πως η περίοδος της σκλαβιάς θα ‘ναι σκληρή, το εθνικό αίτημα της επιβίωσης θα συναντούσεν ολοένα και μεγαλύτερη αντίδραση, για να σπάσει η αντίδραση και το συνεπακόλουθό της η τρομοκρατία, έπρεπε ν’ αναπτυχθούν αγώνες. Η πείρα του πρώτου οκταήμερου απεργιακού τους αγώνα στάθηκεν αλάθητος οδηγός τους και μοναδικός εμψυχωτής τους.

Πηγή: “Ριζοσπάστης”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *