Ο Τζανακόπουλος, ο Μαρινάκης και οι παράξενες, μισές αλήθειες τους

Μπορεί η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση – μείζων και ελάσσων – να μη δίνουν δεκάρα για τη στοιχειώδη έστω αξιοπιστία της πολιτικής ζωής της χώρας, προτιμώντας να διεξάγουν με πάθος τη μάχη υπέρ του εκλεκτού της ολιγάρχη η κάθε μία – όπως πάντα συμβαίνει μεταξύ των συνενόχων του ίδιου, παρακμάζοντος συστήματος εξουσίας – όμως για όλους εμάς που θα είμαστε εδώ όταν θα έχουν φύγει και που πιθανά θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε τη Χρυσή Αυγή και τον εκφασισμό ως επίχειρα της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής που προκαλούν, η διατήρηση της νηφαλιότητας και της καθαρής ματιάς καθίστανται περισσότερα αναγκαία από ποτέ.

 Η τελευταία αντιπαράθεση κυβέρνησης – Μαρινάκη απεικονίζει γλαφυρά την πορεία, από το ΄89 και με επιταχυνόμενο ρυθμό κατά την περίοδο του εκσυγχρονισμού, της διασύνδεσης επιχειρηματικών συμφερόντων με τον πολιτικό κόσμο, που έχει εξελιχθεί σε πλήρη άλωση του κομματικού συστήματος κατά την περίοδο των μνημονίων, δεδομένου ότι όλες οι ιδεολογικές διαφορές της πλειοψηφίας των κοινοβουλευτικών κομμάτων έχουν εξατμιστεί στο βωμό της παραμονής στο ευρώ και στον εφαρμοσμένο νεοφιλελευθερισμό, με αποτέλεσμα να μένει στο προσκήνιο ο κυνικός αγώνας για τα λάφυρα της εξουσίας. Δυστυχώς δε, δεν είναι το μόνο συμβάν που συμπυκνώνει την άνοδο της μετά – σοβιετικού τύπου ολιγαρχίας και στη χώρα μας. Μια ολιγαρχία που δεν έχει μόνο εσωτερικά χαρακτηριστικά αλλά αποτελεί επέκταση και των διεθνών εξαρτήσεων.

Είναι αλήθεια ότι μια κυβέρνηση δεν μπορεί να κατηγορεί ως «ναρκοέμπορο» οποιοδήποτε πολίτη με τα non– papers που κυκλοφορεί. Οι κυβερνήσεις δεν είναι καφενεία ούτε κερκίδες. Δεν μπορούν να δυσφημούν διότι ακριβώς αποτελούν την εν τοις πράγμασι ισχυρότερη εκδοχή της εκτελεστικής λειτουργίας. Ποιος είναι ή όχι, έμπορος ναρκωτικών το αποφασίζει μόνο ο φυσικός του δικαστής. Δεν πρόκειται για υπεράσπιση του κου Μαρινάκη αλλά για υπεράσπιση του κράτους δικαίου. Αν μάλιστα, ο κος Τζανακόπουλος απειλήθηκε, γιατί δεν πήγε στον εισαγγελέα; Το δρόμο τον ξέρει. Εκεί ήταν για το σκάνδαλο Novartis.

 Υπάρχει δε και μια άλλη πτυχή.Ήταν το κυβερνητικό κόμμα και οι εκλεκτοί του, που αντάλλαξαν στήριξη στο Δήμο Πειραιά με την περιφέρεια Αττικής, με τον κο Μαρινάκη. Είναι κυβερνητικοί και αυτοδιοικητικοί παράγοντες του κυβερνώντος κόμματος που συναγελάζονταν μαζί του, εν γνώσει των σκιών που συνοδεύουν τον εν λόγω επιχειρηματία. Τα ελεγχόμενα από την κυβέρνηση sites αναπαρήγαγαν και θριαμβολογούσαν την «είδηση» της υποστήριξης Μαρινάκη στο ΣΥΡΙΖΑ. Οι πολιτικά ύποπτες σχέσεις με επιχειρηματίες συνοδεύουν την παρούσα κυβέρνηση εδώ και πολλά χρόνια. Ενίοτε φτάνουν μέχρι διαγραφές προστίμων- για να μην ξεχνιόμαστε.
Από την άλλη, είναι αστείο να υποστηρίζει ο κος Μαρινάκης ότι τηλεφώνησε στον εκπρόσωπο τύπου της κυβέρνησης για να ρωτήσει ποιος είναι ο συγγραφέας των non– papers, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι εκ των πραγμάτων τουλάχιστον μεταφέρει ένα υπονοούμενο μήνυμα. Έχει αρκετούς δικηγόρους ώστε να ενημερωθεί πως υπάρχει η μήνυση κατά αγνώστων για τέτοιες περιπτώσεις. Τηλέφωνα σε κυβερνητικούς εκπροσώπους δείχνουν θράσος και καθεστωτική νοοτροπία, που είναι άλλωστε ενδεικτική των ολιγαρχών όπου γης: έχουν ομάδα, έχουν κανάλια, έχουν εφημερίδες, έχουν βουλευτές, άρα κάνουν ό,τι θέλουν.

Εξίσου χυδαίο είναι το άγχος μεγάλου μέρους της αντιπολίτευσης όχι να υπερασπιστεί το κράτος δικαίου αλλά να ταυτιστεί με τον ίδιο το Μαρινάκη ως πρόσωπο. Δείχνει μια σήψη, βγαλμένη από τις χειρότερες μέρες του μετεμφυλιακού κράτους της δεξιάς, στην οποία έχει προσχωρήσει και μεγάλο μέρος της ελάσσονος αντιπολίτευσης. Αποδεικνύει δε και την ταύτιση επί της αρχής με την κυβέρνηση. Τα πρόσωπα αλλάζουν: Σαββίδης, Μαρινάκης, Μελισσανίδης κλπ. Η νοοτροπία είναι ίδια.

Όλοι οι υπόλοιποι όμως οφείλουμε να σταθούμε με νηφαλιότητα και με αποφασιστικότητα. Ούτε οι ποδοσφαιρικές ομάδες, ούτε τα πληρωμένα έντυπα και ΜΜΕ από τους ολιγάρχες θα μας σώσουν ως λαό και ως πολίτες, από την καταστροφή που ένα μετασοβιετικό μοντέλο διαφοθράς εγγυάται για την Ελλάδα. Κανείς τους όχι μόνο δε θα μας σώσει από τον εφαρμοσμένο νεοφιλελευθερισμό που μας κληροδοτούν τα μνημόνια αλλά αντιθέτως, όλοι τους πατάνε σε αυτόν προκειμένου να συντρίβουν τους εργαζομένους και να αγοράζουν κοψοχρονιά τον τόπο. Κανείς τους δε θα κουνήσει το δαχτυλάκι του για την τεράστια δημογραφική και κοινωνική, υπαρξιακή κρίση. Μόνο ηλίθιοι μπορούν στο όνομα μιας ομάδας να ταυτίζονται με έναν τέτοιο, εις βάρος των ιδίων, παρασιτισμό.

Χρειαζόμαστε μια χώρα θεσμικά ολοκληρωμένη, με περισσότερη διαφάνεια και κυρίως χωρίς εσωτερικές και εξωτερικές εξαρτήσεις που θρέφουν τους ολιγάρχες και τους καθιστούν παντοδύναμους. Τη διαυγή, λαϊκή απόρριψη της ολιγαρχίας ως μοντέλου, συνολικά. Όχι την αλλαγή φρουράς στο υπάρχον σύστημα εξουσίας. Την ανατροπή του.

Του Θέμης Τζήμα – huffingtonpost

Μία απάντηση στο “Ο Τζανακόπουλος, ο Μαρινάκης και οι παράξενες, μισές αλήθειες τους”

  1. Συμφωνώ με το άρθρο. Εκεινο που δεν μπορώ να καταλάβω όμως είναι γιατί ο συντάκτης συνδέει όλη αυτή την κατάσταση με ένα “μετασοβιετικό μοντέλο διαφθοράς”, το οποίο υπάρχει μόνο στη φαντασία του. Γιατί άραγε το κάνει αυτό ;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *