Πυκνώνουν από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας οι καταγγελίες εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ και ειδικά του Αλέξη Τσίπρα με το επιχείρημα ότι η κυβέρνησή του είναι «σοβιετικού χαρακτήρα», ότι ο ίδιος εξακολουθεί να εφαρμόζει τα «διδάγματα του κομμουνισμού», ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα αντιευρωπαϊκό μόρφωμα που καταλύει τους θεσμούς και περιφρονεί τη διάκριση των εξουσιών, επειδή η Αριστερά δεν σέβεται τη δημοκρατία.
Η γραμμή Μάκη-Αδώνιδος
Είναι προφανές ότι αυτή την αντιπολιτευτική στρατηγική έχουν αναλάβει να φέρουν εις πέρας οι καθ’ ύλην αρμόδιοι, οι πατενταρισμένοι δηλαδή ακροδεξιοί του κόμματος και πρώτοι απ’ όλους οι Αδωνις Γεωργιάδης και Μάκης Βορίδης, που έχουν αποφοιτήσει από τη μεγάλη των εθνικολαϊκιστών σχολή του Γιώργου Καρατζαφέρη.
Ο κ. Βορίδης κωδικοποίησε τη νέα γραμμή του κόμματός του σε συνέντευξη που έδωσε στον Δημήτρη Κοτταρίδη για το ΑΠΕ/ΜΠΕ:
«Η τραγωδία που ζούμε αυτά τα τέσσερα χρόνια τελειώνει σύντομα. Και αφήνει μόνο ένα καλό: όλοι πια ξέρουν, όλοι κατάλαβαν τι είναι η Αριστερά. Και για αυτόν τον λόγο, ο λαός μας θα ψηφίσει ώστε να μην υπάρξει ποτέ ξανά Αριστερά στη διακυβέρνηση της χώρας. Σκληρό αλλά χρήσιμο και απαραίτητο μάθημα» (19.8.2018).
Δύο μέρες αργότερα, ο Βορίδης επανέλαβε πως «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλες οι κυβερνήσεις ευθύνονται για τη χρεοκοπία αλλά περισσότερο απ’ όλα η ηγεμονία της ιδέας της Αριστεράς ότι δεν πρέπει να υπάρχει δημοσιονομική πειθαρχία. Είναι κάτι βαθύτερο. Ενα ιδεολογικό υπόστρωμα και αίτημα με μεγάλη δύναμη, πέρα και πάνω από το εκλογικό ποσοστό που είχε η Αριστερά. […] Η Αριστερά θέλει να ανατρέψει τη λειτουργία της ελεύθερης οικονομίας. Αν αυτό δεν γίνει μέσα στην ίδια την κοινωνία, αν ο πολίτης δεν καταλάβει ότι αυτές οι ιδέες είναι εσφαλμένες, δεν θα έχουμε στρατηγική ήττα της Αριστεράς. Το πρόβλημα βρίσκεται στις ίδιες τις ιδέες της Αριστεράς, αυτές είναι λάθος και αποστερούν την κοινωνία από τη δύναμή της»(συνέντευξη στο «Ραδιόφωνο 24/7», 21.8.2018).
Η αλήθεια είναι ότι αυτή τη νέα γραμμή είχε εξαγγείλει πριν από δύο χρόνια ο Αδωνις Γεωργιάδης.
Ηταν τον Οκτώβριο του 2016, τότε που από τη Χίο δεν δίστασε να πει δημόσια όσα η Δεξιά έχει πάψει να υποστηρίζει εδώ και δεκαετίες:
«Πάντα έλεγα ότι οι αριστεροί δεν είναι δημοκράτες και με έλεγαν υπερβολικό. Σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου και αν πας, όταν πεις ότι είσαι κομμουνιστής σε βάζουν φυλακή. Στην Ελλάδα γίνεται το αντίθετο. Η χώρα είναι στα πρόθυρα εκτροπής και ο Τσίπρας δεν διστάζει να κάνει τα πάντα για να μείνει στην εξουσία. Δεν τους ενδιαφέρει το καλό της χώρας παρά μόνο η παραμονή τους. Ομως κάνει ένα καλό ο Τσίπρας. Το μοναδικό καλό για την Ελλάδα. Εξευτελίζει την ιδεολογία της Αριστεράς και μετά από αυτόν δεν θα τολμάει κανείς να δηλώσει αριστερός αφού θα είναι ο περίγελος της παρέας του».
Οπως είναι σαφές, αυτά που λέει σήμερα ο κ. Βορίδης αποτελούν επανάληψη των απόψεων Γεωργιάδη για την Αριστερά και τις ιδέες της.
Η διαφορά είναι ότι τότε η επίσημη Νέα Δημοκρατία είχε σπεύσει να διαφοροποιηθεί από το στέλεχός της. Ο εκπρόσωπος του κόμματος Γιώργος Κουμουτσάκος δεν δίστασε να γράψει στο τουίτερ: «Ηταν μια λάθος δήλωση».
Πρωτοφανές να αδειάζει ο εκπρόσωπος τον αντιπρόεδρο του κόμματος. Ακόμα πιο έντονη ήταν η καταγγελία κατά Γεωργιάδη στις εφημερίδες που σήμερα αποτελούν οχήματα της άποψης Γεωργιάδη-Βορίδη.
Πρώτα πρώτα το συγκρότημα Μαρινάκη, που τότε δεν είχε ακόμα αλλάξει επίσημα ιδιοκτήτη.
Οι δηλώσεις Βορίδη φιλοξενούνται σήμερα στα «Νέα», ενώ το 2016 οι ανάλογες δηλώσεις Γεωργιάδη γίνονταν αντικείμενο σφοδρής κριτικής από το «Βήμα»:
«Τι κι αν ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυρ. Μητσοτάκης τον κάλεσε και του ζήτησε διευκρινίσεις. Τι κι αν ο εκπρόσωπος του κόμματος Γ. Κουμουτσάκος δήλωσε πως “ήταν μια λάθος δήλωση” και επιχείρησε να μαζέψει τα αμάζευτα του Αδ. Γεωργιάδη, ότι δηλαδή αλλού τους κομμουνιστές τούς φυλακίζουν. Ο Αδωνις επιμένει (όχι θα χάσει, νομίζετε, τέτοια ευκαιρία) και συνεχίζει να δηλώνει: “Φταίω εγώ που στα πρώην κομμουνιστικά καθεστώτα έχουν απαγορεύσει τον κομμουνισμό;” και ακόμα “τι φταίω εγώ που το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει απαγορεύσει διά ροπάλου δύο σύμβολα, αυτό με τον ναζιστικό σταυρό και αυτό με το σφυροδρέπανο;”. Δεν καταλαβαίνει τίποτα ο αντιπρόεδρος της Ν.Δ., παρά το γεγονός ότι ενώπιον του προέδρου του κόμματος είπε ότι δεν το είπε έτσι ακριβώς, ότι παρεξηγήθηκε. Εμαθα ότι ο κ. Μητσοτάκης πνίγει λόγω της αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση (να μην τους δώσει δηλαδή όπλα για κριτική) την οργή του για τον Αδωνι. Και έχει δίκιο, αφού η παράταξή του ήταν αυτή (με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή) που νομιμοποίησε το ΚΚΕ. Αμ το άλλο; Του ανοίγει μέτωπο και με το ΚΚΕ. Γι’ αυτό έβαλε τον κ. Κουμουτσάκο να δηλώσει ότι δεν αποκλείει συνεργασία με τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς» (εφ. «Το Βήμα», 26.10.2016).
Η νέα στρατηγική της Ν.Δ.
Τι άλλαξε από το 2016 μέχρι σήμερα και ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσχώρησε στην αντικομμουνιστική ρητορική του κ. Γεωργιάδη; Τι μεσολάβησε; Ασφαλώς έπαιξε ρόλο η σύγκρουση κυβέρνησης-αντιπολίτευσης για το ζήτημα των σκανδάλων και ειδικά της Novartis, καθώς και η ανάμιξη στις υποθέσεις αυτές ορισμένων ηγετικών στελεχών του κόμματος.
Στη διαχείριση της κομματικής τακτικής ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος ανακάλεσε στη μνήμη του τα διδάγματα του Ευάγγελου Αβέρωφ, γνωστού και από το μυθιστόρημά του «Φωτιά και τσεκούρι». Από κοντά και ο κ. Γεωργιάδης που είχε το μυαλό του και στο ΚΕΕΛΠΝΟ.
Αλλά ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης μέχρι πολύ πρόσφατα τηρούσε τουλάχιστον τα προσχήματα. Στις αρχές Μαΐου αντέκρουε την κοινή πεποίθηση για δεξιά στροφή του κόμματός του:
«Κατ’ αρχάς δεν θεωρώ σε καμία περίπτωση ότι η Νέα Δημοκρατία έχει μετατοπιστεί επί δικών μου ημερών πιο δεξιά. Διαφωνώ με αυτή την εκτίμησή σας. Το αντίθετο θα σας έλεγα. Θεωρώ ότι η Νέα Δημοκρατία επί δικών μου ημερών αρθρώνει έναν λόγο πιο μετριοπαθή, πιο φιλελεύθερο, πιο κεντρογενή. Σεβόμενος απόλυτα ως αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας, ως πρόεδρος αυτής της μεγάλης παράταξης ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ένα κεντροδεξιό κόμμα στο οποίο πρέπει να συνυπάρχουν αρμονικά πολίτες οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως παραδοσιακοί λαϊκοί δεξιοί και πολίτες οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροφιλελεύθεροι» (συνέντευξη στο «Ράδιο Θεσσαλονίκη», 4.5.2018).
Λίγες μέρες αργότερα, πάντως, ο κ. Μητσοτάκης δεν απέδιδε ακόμα στον ΣΥΡΙΖΑ σαφή ιδεολογική ταυτότητα, αλλά έκανε το πρώτο βήμα προς τη σημερινή γραμμή Βορίδη:
«Ο κ. Τσίπρας έχει κάνει απελπισμένες προσπάθειες να παρουσιαστεί ως κεντροαριστερός. Ως ένα ακραίο κόμμα, το οποίο μεταμορφώνεται σε κάτι το οποίο προσομοιάζει στην ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία. Είναι μια προσπάθεια καταδικασμένη σε αποτυχία. Ο κ. Τσίπρας είναι ένας άνθρωπος ο οποίος αγαπάει πάρα πολύ την καρέκλα. Είναι κυνικός στο πώς θα παραμείνει στην καρέκλα. Δεν έχει κανέναν ξεκάθαρο ιδεολογικό μπούσουλα. Το ίδιο του το κόμμα είναι ένα κόμμα το οποίο έχει ξεκάθαρες ιδεολογικές αναφορές στη ριζοσπαστική Αριστερά. Αρα τι μου λέτε να μετακινηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ προς την Κεντροαριστερά, όταν η ίδια του η συμπεριφορά δεν είναι συμβατή σε πολλά επίπεδα με αυτό το οποίο αναγνωρίζουμε ως βασικό πυρήνα αξιών για το πώς λειτουργεί η δημοκρατία μας;» (συνέντευξη στον «Σκάι», 27.5.2018).
Το αποφασιστικό βήμα έγινε από τον κ. Μητσοτάκη μόλις πριν από λίγες βδομάδες. Οσο πλησίαζε η σημαδιακή 20ή Αυγούστου ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έβλεπε να χάνεται το έδαφος κάτω από τα πόδια του.
Οσα επιχειρήματα είχε καταθέσει ο ίδιος, ποντάροντας στην αποτυχία της κυβέρνησης, έμοιαζαν να στρέφονται εναντίον του.
Κατ’ αρχάς, ενώ οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ευνοϊκά στοιχεία για το κόμμα του, από πουθενά δεν προέκυπτε κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ. Και, κυρίως, στις επαφές του με τους εταίρους και τους συμμάχους, διαπίστωνε με φρίκη ότι η σημερινή κυβέρνηση έχει αρχίσει να αντιμετωπίζεται διεθνώς ως σοβαρός, αξιόπιστος και ικανός συνομιλητής.
Ο διπλός στόχος του κ. Μητσοτάκη
Η εφαρμογή της νέας στρατηγικής του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας ξεκίνησε από το εξωτερικό.
Σε συνέντευξή του σε γερμανική εφημερίδα ο κ. Μητσοτάκης δεν δίστασε πριν από έναν μήνα να προβάλει το ακόλουθο επιχείρημα: «Το πιο σημαντικό είναι ότι ο κ. Τσίπρας αδιαφορεί για την προστασία των συνόρων της Ε.Ε. Αυτό μπορεί να οφείλεται στις αριστερές του καταβολές ή στο γεγονός ότι είναι όμηρος συγκεκριμένων αριστερών ομάδων. Συνεπώς, δεν είναι αξιόπιστος συνομιλητής»(εφ. «Süddeutsche Zeitung», 20.7.2018).
Ηταν στην ίδια συνέντευξη που παραδέχτηκε αυτό που στο εσωτερικό πεισματικά αρνείται, δηλαδή ότι η χώρα βρίσκεται πλέον εκτός μνημονίων.
Η νέα στρατηγική του κ. Μητσοτάκη έχει διπλό στόχο. Στο εσωτερικό μέτωπο, η αντικομμουνιστική ρητορική συσπειρώνει βέβαια το πιο συντηρητικό κομμάτι του εκλογικού ακροατηρίου της Δεξιάς και αναπαράγει τα εμφυλιοπολεμικά ανακλαστικά που οι προηγούμενες κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, επί Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και Κώστα Καραμανλή, είχαν τουλάχιστον υποβαθμίσει.
Περιττό να σημειώσει κανείς το γεγονός ότι ο πρώτος που πήρε το μήνυμα ήταν ο «Φίρερ» της Χρυσής Αυγής, ο οποίος αντέγραψε σχεδόν κατά λέξη τους Γεωργιάδη-Βορίδη: «Η Χρυσή Αυγή θα συνεχίσει να αγωνίζεται για να πέσει αυτή η κυβέρνηση, η οποία αποτελεί ιστορικό παράδοξο. Την ίδια ώρα που τα σοβιέτ έχουν πέσει σε ολόκληρη την Ευρώπη, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της ηπείρου την οποία κυβερνούν κομμουνιστές».
Η γραμμή Μπαλτάκου επανέρχεται από το παράθυρο στη Νέα Δημοκρατία.
Ο δεύτερος –και ίσως κύριος– στόχος της νέας πολιτικής του κ. Μητσοτάκη είναι να πείσει τον «ξένο παράγοντα» ότι πρέπει να ρίξει το βάρος του υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, διότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αριστερός, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό.
Το 2015 είχε επιχειρήσει κάτι ανάλογο μέσω του συνθήματος «Μένουμε Ευρώπη», που στόχο είχε να παρουσιάσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως τριτοκοσμικό και αντιευρωπαϊκό πολιτικό ρεύμα.
Ομως η προσπάθεια αυτή απέτυχε, ενώ και ο ΣΥΡΙΖΑ υποχρεώθηκε να λύσει τις εσωτερικές του αντιφάσεις και να αποδειχτεί συνεπής στην ευρωπαϊκή στρατηγική που είχε χαράξει.
Ακροδεξιές… προσομοιώσεις
Το ειρωνικό της υπόθεσης είναι ότι ο τρόπος που πολιτεύεται τον τελευταίο καιρό η Νέα Δημοκρατία (σκληρός αντικομμουνισμός, ακραίος εθνικισμός, αντιπροσφυγική ατζέντα) προσομοιάζει περισσότερο σε ευρωσκεπτικιστικά ακροδεξιά μορφώματα, παρά στη συντηρητική ευρωπαϊκή Δεξιά, όπου υποτίθεται ότι ανήκει. Και αντί να εκθέσει τον ΣΥΡΙΖΑ, εκτίθεται η ίδια.
Το έχουν παραδεχτεί επισήμως τα δημοσιογραφικά της όργανα, οδυρόμενα για την καλή σχέση του κ. Τσίπρα με την κυρία Μέρκελ ή τον κ. Γιούνκερ και τον κ. Μοσκοβισί.
Από την άλλη μεριά, η κυβέρνηση για πρώτη φορά μπορεί να αρχίσει να σχεδιάζει χωρίς τον βραχνά των θεσμών και να προχωρά σε κάποια πραγματικά φιλολαϊκά μέτρα.
Είναι σίγουρη άραγε η Νέα Δημοκρατία ότι καταγγέλλοντας αυτά τα μέτρα ως «αριστερά», θα πείσει τους πολίτες για τη δική της νεοφιλελεύθερη εναλλακτική ατζέντα;
Μ’ άλλα λόγια, η νέα στρατηγική του κ. Μητσοτάκη μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ. Τελικά το «Μένουμε Ευρώπη» κινδυνεύει να καταντήσει «Μένουμε Πειραιώς».
Αφήστε μια απάντηση