Σκάνδαλα, σκανδαλολογία και επίλυση πολιτικών διαφορών

Τρελό πανηγύρι έστησαν τα παπαγαλάκια του «καταλληλότερου», που ακόμα δεν έχουν ξεχάσει ότι την εποχή του «φτιάχτηκαν» και του χρωστούν ευγνωμοσύνη: «Στο αρχείο ο φάκελος για τον Σημίτη», «Κατέρρευσε η σκευωρία», «Πνίγονται στη λάσπη τους οι σκευωροί». Ακολουθούν ύμνοι για τον «καλύτερο πρωθυπουργό της μεταπολίτευσης», για τον «άνθρωπο που έβαλε τη χώρα στην ΟΝΕ» κτλ. Ο ίδιος ο Σημίτης δεν έκανε καμία δήλωση. Το ξέρει καλά το παιχνίδι της προπαγάνδας. Οταν οι πολιτικοί του αντίπαλοι το έχουν βουλώσει ντροπιασμένοι, γιατί να μιλήσει αυτός; Αφήνει να μιλήσουν τα «γεγονότα».

Μ’ αυτά που διαβάζουμε και ακόμα τις τελευταίες μέρες, από τότε που διέρρευσε ότι η επικεφαλής της Αρχής κατά του ξεπλύματος, εισαγγελέας Ζαΐρη, έβαλε στο αρχείο το φάκελο της υπόθεσης του Σημίτη, της συζύγου του, του αδελφού του και των υπουργών του, Χρυσοχοΐδη και Μαλέσιου, επειδή δεν προέκυψε τίποτα ύποπτο μετά το άνοιγμα των λογαριασμών τους, κοντεύουμε να ξεχάσουμε (λέμε τώρα) το χορό των σκανδάλων της σημιτικής περιόδου, στα οποία αποδεδειγμένα έχουν εμπλακεί υπουργοί του (Μαντέλης, Παπαντωνίου) και στενοί του συνεργάτες (Τσουκάτος).

Σκανδαλολογία υπήρχε και την οχταετία της πρωθυπουργίας Σημίτη. Ο «καταλληλότερος», όμως, απαντούσε πάντοτε με μία ατάκα: «όποιος έχει στοιχεία να πάει στον εισαγγελέα». Εκ των υστέρων, μετά την αποκάλυψη τόσων σκανδάλων, τις δίκες και τις καταδίκες, δεν πρέπει να μένει σε κανέναν η παραμικρή αμφιβολία ότι ήξερε τα πάντα (αυτό είναι το πιο επιεικές που μπορούμε να πούμε) και γι’ αυτό παρίστανε τον «ανεύθυνο άρχοντα».

Οταν έγινε γνωστό ότι η Αρχή κατά του ξεπλύματος ζήτησε να ανοίξουν οι λογαριασμοί του Σημίτη και των υπόλοιπων στις ελληνικές συστημικές τράπεζες, καγχάσαμε. Υπήρχε περίπτωση να βρουν τίποτα σ’ αυτούς τους λογαριασμούς; Υπήρχε περίπτωση ο Σημίτης, για παράδειγμα, να έστελνε τον υπηρέτη του να πάρει τη μίζα και να την καταθέσει στο λογαριασμό του στην Εθνική; Και μετά να έβαζε τη γραμματέα του να τηλεφωνήσει στο διευθυντή του υποκαταστήματος και να του ζητήσει να μεταφέρει τα λεφτά σε κάποιο λογαριασμό του στην Ελβετία; Ετσι γίνονται αυτές οι δουλειές; Γράψαμε τότε: «Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, ότι η κίνηση της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες να ζητήσει το άμεσο άνοιγμα των λογαριασμών του Σημίτη, της συζύγου του, του αδελφού του, του Χρυσοχοΐδη, του Μαλέσιου και της συζύγου του κι ενός αντιπροσώπου μονοπωλίων όπλων, είναι σκέτο καραγκιοζιλίκι. Δεν πρόκειται να βρουν τίποτα και δεν πρέπει να βρήκαν τίποτα, δεδομένου ότι άνοιξαν τους λογαριασμούς στις 30 Οκτώβρη» (του 2018).

Τότε γιατί οι Τσιπραίοι άνοιξαν αυτή την ιστορία και έβαλαν τις φυλλάδες τους να γράφουν διάφορα κατά του Σημίτη; Είναι η λογική του «Ρασπούτιν» (τη σπούδασε, φαίνεται, όταν θήτευε στις μυστικές υπηρεσίες), την οποία έχουν περιγράψει κάποιοι αντίπαλοί του εντός του δικαστικού μηχανισμού: «Ανοίξτε εσείς τις υποθέσεις, κάντε διώξεις όπου μπορείτε κι αφήστε τους μετά να καθαρίσουν». Λογική την οποία ασπάστηκε και ο Τσίπρας, γι’ αυτό και την άφησε να εξελίσσεται, μολονότι στο τέλος γύρισε μπούμερανγκ. Οπως στην περίπτωση του Σημίτη, που τώρα τα παπαγαλάκια του τον παρουσιάζουν ως δικαιωμένο ήρωα.

Μάταια προειδοποιούσε τότε ο Φίλης από τις στήλες του «Βήματος»: «Πιστεύω ότι η απόφαση της ανεξάρτητης αρχής για έλεγχο στους λογαριασμούς του κ. Σημίτη έχει στοιχεία υπερβολής και είμαι βέβαιος, με βάση τη δημόσια εικόνα του, ότι τίποτα το επιλήψιμο δεν υπάρχει. Αλλο οι πολιτικές διαφωνίες με τον κ. Σημίτη και οι αδιαμφισβήτητες ευθύνες του για τους υπερεξοπλισμούς και τα “έργα“ υπουργών του, άλλο η αμφισβήτηση της προσωπικής εντιμότητας και ακεραιότητάς του». Η προπαγάνδα των υπογείων του Μαξίμου παρουσίαζε τότε αυτή τη διαφοροποίηση του Φίλη από την «τακτική Ρασπούτιν» ως αποτέλεσμα της δυσαρέσκειάς του επειδή βρέθηκε εκτός κυβέρνησης. Ακόμα κι αυτό να ίσχυε (που ασφαλώς ίσχυε σε κάποιο βαθμό), ο Φίλης σήμερα εμφανίζεται δικαιωμένος, ενώ ο «Ρασπούτιν» ψάχνει τρύπα για να κρυφτεί.

Η κούφια σκανδαλολογία (και όχι «κάθαρση») αποτέλεσε για μια μεγάλη περίοδο βασικό πολιτικό εργαλείο των Τσιπραίων στην αντιπαράθεσή τους με τα άλλα αστικά κόμματα. Εκτός των συριζαίικων μικροκομματικών σκοπιμοτήτων, υπήρχε και ένα ιδεολογικό υπόβαθρο σ’ όλο αυτό το πανηγύρι. Ο ΣΥΡΙΖΑ επεδίωκε να εμπεδώσει στη συνείδηση του ελληνικού λαού τη στρεβλή αντίληψη ότι για την κρίση δε φταίει ο καπιταλισμός ως σύστημα, αλλά φταίει το «παλιό πολιτικό σύστημα» (από το οποίο έχουν εξαιρέσει τον Κώστα Καραμανλή, μολονότι αυτός έγινε πρωθυπουργός μετά τον Σημίτη), με τις μίζες που έπαιρναν οι πολιτικοί του, με αποτέλεσμα να καταχρεώσουν και να χρεοκοπήσουν τη χώρα. Μίζες φυσικά έπεφταν (και δεν πρόκειται να σταματήσουν να πέφτουν, γιατί έτσι δουλεύει ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός), δεν είναι όμως αυτές που προκάλεσαν την κρίση, αλλά η λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος.

Και τότε ακόμα, το άμεσο αποτέλεσμα ήταν να συσπειρώσουν «το όλον ΠΑΣΟΚ», που -όπως γράφαμε- αντέδρασε με το σύνδρομο του σκαντζόχοιρου. Ολοι έσπευσαν να στηρίξουν τον Σημίτη. Η Φώφη συναντήθηκε μαζί του, ο Γιωργάκης του τηλεφώνησε, ο Θεοχαρόπουλος (ο σημερινός υπουργός του Τσίπρα) τον επισκέφτηκε στο γραφείο του, ο παλιός φιλοπασοκικός Τύπος (κυρίως το συγκρότημα Μαρινάκη) έβαλε μπροστά τους αρθρογράφους του ν’ αρχίσουν να υμνούν τον Σημίτη (όπως το έκαναν και τότε που ήταν πρωθυπουργός), η Χαριλάου Τρικούπη μοίρασε αναλυτικό non paper, το οποίο μιλούσε για «αναβίωση του βρώμικου ’89» και για εφαρμογή από τον Τσίπρα του «δόγματος Πολάκη» και για δημιουργία ενός «ορατού παραθεσμικού συστήματος, ενός ιστού αράχνης φτιαγμένου από λάσπη, συκοφαντία και διαβολή, έδρα του οποίου είναι τα υπόγεια του Μαξίμου» κτλ. κτλ. Υπέρ του Σημίτη τάχθηκε με δημόσια δήλωση και ο παλιός του φίλος Νίκος Μουζέλης, διαπρύσιος υπερασπιστής του ΣΥΡΙΖΑ πλέον και στέλεχος κάποιας εκ των «γεφυρών» με την Κεντροαριστερά.

Από τότε πέρασε ένα εξάμηνο (τόσο πολύ χρειάζονταν η περιβόητη Αρχή για να ελέγξει τους λογαριασμούς πεντέξι ανθρώπων;) και το κλείσιμο της υπόθεσης ανακοινώθηκε παραμονές εκλογών. Ανακοινώθηκε από τους ανθρώπους του Σημίτη, που το είχαν μάθει πριν από ένα μήνα, προφανώς όμως περίμεναν το φούντωμα της προεκλογικής περιόδου για να καρφώσουν ένα ακόμα κεντρί στο πληγωμένο σώμα του ΣΥΡΙΖΑ.

Το μεγάλο κεντρί, βέβαια, είναι το σκάνδαλο Novartis, το μεγάλο κατόρθωμα του «Ρασπούτιν», το «μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους». Δύο πρώην πρωθυπουργούς και οχτώ πρώην υπουργούς έβγαλαν «στη σέντρα» και τώρα, δεύτερη στη σειρά προεκλογική περίοδο, ούτε που θέλουν να θυμούνται όσα έλεγαν. Τα θυμούνται όμως οι άλλοι. Τυχαία νομίζετε έβαλε ο Μητσοτάκης επικεφαλής στο Επικρατείας της ΝΔ τον Πικραμμένο; Φρόντισε ο ΣΥΡΙΖΑ να τον κάνει «φίρμα». Ο λυγμός του πάνω στο βήμα της Βουλής ήταν το διαβατήριό του για την ενεργό πολιτική σε ηλικία 74 ετών. Δεν το λες και επιτυχία του Τσίπρα και του «Ρασπούτιν» αυτό. Και δεν μπορούν να οχυρωθούν πίσω από την «ανεξάρτητη Δικαιοσύνη», γιατί τον Πικραμμένο δεν τον παρέπεμψε ο δικαστικός μηχανισμός, τον παρέπεμψαν αυτοί με την ψήφο τους. Ο δικαστικός μηχανισμός τον απάλλαξε (μαζί με άλλους τρεις). Οπως θα απαλλάξει και όλους τους υπόλοιπους, μην έχετε καμιά αμφιβολία γι’ αυτό.

Η σκανδαλολογία χρησιμοποιήθηκε πάντοτε ως εργαλείο πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στα αστικά κόμματα. Και είναι δίκοπο μαχαίρι για όλους. Ο Μητσοτάκης, παρέα με τους Κυρκοφλωράκηδες, παρέπεμψε τον Α. Παπανδρέου το 1989. Το Ειδικό Δικαστήριο τον απάλλαξε (με εντελώς οριακή πλειοψηφία) και οι πασόκοι ακόμα και τώρα μιλούν για το «βρώμικο ’89». Ο ενιαίος Συνασπισμός την πλήρωσε σκληρά  αυτή την ιστορία. Ο Μητσοτάκης όμως κατάφερε να γίνει πρωθυπουργός, ξεπερνώντας τα εμπόδια που του έβαζε ο εκλογικός νόμος Κουτσόγιωργα (πλησίαζε την απλή αναλογική). Κι όταν έπεσε, δεν έπεσε για λόγους που είχαν να κάνουν με την παραπομπή του Παπανδρέου, αλλά εξαιτίας της νεοφιλελεύθερης πολιτικής του. Πιο πονηρός ο Παπανδρέου, έδωσε εντολή να ανασταλεί η δίωξη Μητσοτάκη, που τον είχε παραπέμψει η Βουλή για το σκάνδαλο της πώλησης της ΑΓΕΤ. Μπορεί ο Μητσοτάκης να μιλούσε για «ταπεινωτική υποχώρηση» και να ζητούσε να δικαστεί «για να λάμψει η αλήθεια», όμως ο Παπανδρέου δεν του έκανε αυτή τη χάρη. Τον άφησε με το στίγμα.

Οι συριζαίοι βγαίνουν τελικά εντελώς χαμένοι από τη σκανδαλολογία που οργάνωσαν. Οπως και σε άλλα ζητήματα, φέρθηκαν εντελώς ερασιτεχνικά, κυνηγώντας τις πρόσκαιρες εντυπώσεις και αδιαφορώντας για την κατάληξη. Αυτή τους τη λαιμαργία πληρώνουν τώρα (μαζί με όλα τα υπόλοιπα).

Πηγή: ΚΟΝΤΡΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *