Της ξεφτίλας

  • Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Γεωργούλης ξεκατινιάζεται από τα social media με κάποιον Σπαλιάρα, διότι ο Σπαλιάρας δήλωσε ότι τον προτίμησαν στο κάστινγκ σειράς του Netflix, αντί του Γεωργούλη. Ο Γεωργούλης απάντησε ότι το ρόλο τον είχε στην τσέπη του –και μάλιστα χωρίς οντισιόν, όχι σαν τον Σπαλιάρα- όμως τον απέρριψε (το ρόλο), γιατί η παραγωγή ήταν «δεύτερη».

Εμείς τείνουμε να πιστέψουμε τον Σπαλιάρα και όχι τον Γεωργούλη. Διότι ο Γεωργούλης μας έχει πείσει ότι δεν αφήνει δεκάρα τσακιστή να πέσει κάτω. Κονομάει τ’ άντερά του από το ευρωκοινοβούλιο, αλλά ήταν και «κριτής» σε ριάλιτι. Και δεν είπε όχι ούτε στην πρόταση να παρουσιάσει καθημερινό τηλεπαιχνίδι, το οποίο όμως κατέβηκε άρον-άρον από το πρόγραμμα του καναλιού, γιατί πήγε άπατο (δεν έτυχε να το δούμε, αλλά μας είπαν ότι ο λόγος που πήγε άπατο ήταν η παρουσία του Γεωργούλη, ο οποίος τα πάει καλά όταν απλώς χαμογελάει, αλλά άμα χρειαστεί ν’ ανοίξει το στόμα του, φεύγουν τα… μαργαριτάρια και τα σαρδάμ σαν το χαλάζι).

  • Κάποια Νάντια Γιαννακοπούλου, βουλευτίνα του ΚΙΝΑΛ, πήρε τη «γραμμή» Σημίτη και κατέθεσε τον οβολό της στο… δημόσιο διάλογο. «Το πολιτικό σύστημα να δείξει την ευθύνη του. Αυτό δεν είναι χάρισμα στην κυβέρνηση (…) Σημαίνει κριτική με βάση δομημένο εναλλακτικό σχέδιο και στοιχεία-προτάσεις που συμβάλλουν σε λύσεις. (…) Μάλλον δεν αντιλαμβανόμαστε όλοι με τον ίδιο τρόπο τα θέματα και κάποιοι δεν μπορούν να ξεφύγουν από μικροκομματικούς υπολογισμούς» κτλ. Στα «Νέα» πάλι (10.11.2020).

Κακομοίρα Φώφη, κάποιους τους έκανες νοματαίους κι αυτοί σου γυρίζουν την πλάτη.

  • Ο Τσίπρας πάλι είναι αναγκασμένος να κάνει κριτική στον αγαπημένο του Πολάκη, που αποδείχτηκε και πάλι ο καλύτερος… σερβιτόρος της κυβέρνησης. Κατά τον Τσίπρα, ο Πολάκης δεν έκανε τίποτα κακό. Βρέθηκε στα Χανιά για να κάνει κάποιες εγχειρήσεις, δεν είχε πού να φάει και πήγε σε μια φιλική του οικογένεια για να γευματίσει. «Το αρνητικό είναι η διαφήμιση. (…) Νομίζω ήταν λάθος όσον αφορά την ανάρτηση. Οσον αφορά την εξήγηση, όμως, η εξήγηση είναι επαρκής», είπε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.

Για μαλάκες μας περνάς, ρε Τσίπρα; Αφού είναι προφανές ότι όλη η δουλειά έγινε για τη «διαφήμιση», όπως λες κι εσύ. Αλήθεια, δεν είχε πού να φάει ο Πολάκης; Δεν είχε φαγητό το νοσοκομείο που έκανε εγχειρήσεις; Δεν είχε ντελίβερι να παραγγείλει και να «πονιάσει» στο σπίτι του ή στο ξενοδοχείο; Αυτός έστησε γλέντι όχι επειδή έπρεπε να φάει, αλλά για να το διαφημίσει, ξεφτιλίζοντας μαντινάδες που γράφτηκαν για εποχές παλικαριάς κι όχι για «πέτσακες». Για να στείλει το μήνυμα ότι «Ιστορία θα γράψουν οι παρέες και στην καραντίνα!!!».

Δεν ήξερε ο Πολάκης τι θα γίνει μετά απ’ αυτή την ανάρτηση; Ηξερε πολύ καλά. Και σ’ αυτό ακριβώς ποντάριζε. Απευθυνόταν στην προσωπική εκλογική του πελατεία και σε κανέναν άλλο. Και ψευτονταής και παρτάκιας. Γι’ αυτό και στο fb τον «περιποιήθηκαν» ακόμα και «κραγμένα» συριζο-τρολ.

  • Και σαν να μη μας έφτανε η πανδημία και η εγκληματική διαχείρισή της από την κυβέρνηση Μητσοτάκη και τους «ενσωματωμένους» επιστήμονες, έχουμε και τον Μπαμπινιώτη να ζητάει να μη λέμε «λοκντάουν» αλλά «απαγορευτικό» (που μέχρι τώρα το χρησιμοποιούσαμε στη ναυσιπλοΐα –απαγορευτικό απόπλου- και το οποίο σίγουρα δεν αποδίδει πλήρως την έννοια του λοκντάουν), να μη λέμε «ντελίβερι» αλλά «τροφοδιανομή», ούτε take away αλλά «για το σπίτι» (κι αν το φάμε στο δρόμο το σουβλάκι;).

Πρόκειται για εθνικιστικές γελοιότητες. Και το λέμε εμείς που είναι γνωστό ότι δίνουμε μεγάλη σημασία στην υπεράσπιση και τη σωστή χρήση της ελληνικής γλώσσας. Καμιά γλώσσα δεν κινδύνεψε από τα δάνεια από άλλες γλώσσες (αρκετά από τα οποία είναι αντιδάνεια, δηλαδή λέξεις που έχουν ταξιδέψει ανάμεσα σε διαφορετικές γλώσσες). Κινδυνεύει από τη μη σωστή ενσωμάτωση των δανείων. Οπως και από την εθνικιστική στρέβλωση ξένων ονομάτων. Γενιές και γενιές, την εποχή της καθαρεύουσας, υποχρεώθηκαν να ονομάζουν τον Χέγκελ «Εγελο» και τον Σέξπιρ «Σεξπήρο» (καμιά φορά και «Σακεσπήρο»!).

Αντίθετα, μια χαρά ενσωματώθηκαν στη γλώσσα μας ξένες λέξεις όπως «τρένο» ή «πακέτο» (επί τη ευκαιρία: ας μάθει ο Μπαμπινιώτης ότι αυτή τη λέξη χρησιμοποιούν στα μαγαζιά και όχι το take away – αλλά πού να το ξέρει; αυτόν πάντοτε τον σερβίρουν ή τα παραγγέλλουν άλλοι για πάρτη του). Για να μην πούμε για τις άπειρες τουρκικές, αρβανίτικες, ιταλικές, γαλλικές κ.ά. λέξεις.

Τον Μπαμπινιώτη τον ενοχλεί το λοκντάουν και το ντελίβερι, αλλά δεν τον ενοχλεί η μόδα, το καλσόν, το κολάν, το γκαζόν, η ζαρντινιέρα, η κρέπα, η κουβερτούρα, για ν’ αναφέρουμε μόνο ελάχιστες από τις ξένες λέξεις που δανείστηκε η νεοελληνική γλώσσα τις τελευταίες δεκαετίες, χωρίς να κινδυνέψει απ’ αυτές, όπως δεν έχουν κινδυνέψει ξένες γλώσσες από το δανεισμό αρχαιοελληνικών τύπων.

Οσοι έζησαν την περίοδο της χούντας θα θυμούνται τους φασίστες στρατόγκαβλους να προσπαθούν να βάλουν στο ποδόσφαιρο την υποχρεωτική χρήση ελληνικών όρων. Δεν έπρεπε να λες «οφσάιντ» αλλά… «εκτός παιδιάς»! Οχι «μπάλα» αλλά «σφαίρα». Οχι «σουτ» αλλά «λάκτισμα» (το οποίο «λάκτισμα» διακρινόταν σε «επανορθωτικό»-το πέναλτι, «ελεύθερο»-το φάουλ, «γωνιακό»-το κόρνερ). Και πού να ‘ξεραν οι χουνταίοι, ότι ειδικά το πέναλτι έχει αρχαιοελληνική ρίζα: ποινή, poena στα λατινικά (μάλλον από τον δωρικό τύπο «ποινά»), στα μεσαιωνικά λατινικά poenalitas και από εκεί στα αγγλικά ως penality και penalty.

Πηγή: ΚΟΝΤΡΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *