Μιχαήλ Μπακούνιν (30 Μαϊου 1814 – 1 Ιουλίου 1876)

Μιχαήλ Μπακούνιν (30 Μαΐου 1814 – 1 Ιουλίου 1876): Θεμελιωτής του Αναρχισμού, ακούραστος προπαγανδιστής και φλογερός επαναστάτης

*Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο του Murray Booktchin «Οι Ισπανοί Αναρχικοί – Τα Ηρωικά Χρόνια», εκδόσεις Βιβλιοπέλαγος. Στο τέλος υπάρχει και ένα χρονολόγιο της ζωής του

Ο Μιχαήλ Μπακούνιν γεννήθηκε το Μάιο του 1814 στο Πριαμουχίνο, ένα αρκετά μεγάλο κτήμα, 240 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Μόσχας. Ο Μπακούνιν, που ήταν ευγενικής καταγωγής και η μητέρα του συνδεόταν συγγενικά με τους ηγετικούς κύκλους της Ρωσίας, εγκατέλειψε μια απεχθή στρατιωτική σταδιοδρομία και την προοπτική της αριστοκρατικής αποχαύνωσης στο οικογενειακό του κτήμα για μια ζωή περιπλάνησης και επαναστατικής δραστηριότητας στην Ευρώπη. Το 1848 βρέθηκε στο Παρίσι, αργότερα στην Πράγα και τελικά στη Δρέσδη. Ταξίδευε από τη μια εστία εξέγερσης στην άλλη ωθούμενος από τη δίψα του για δράση. Συνελήφθη και από το Μάιο του 1849 μεταφερόταν από τη μια φυλακή στην άλλη, στη Σαξονία, στην Αυστρία και στη Ρωσία, μέχρι που τελικά απέδρασε από τη Σιβηρία και έφτασε στο Λονδίνο το 1863.

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1860 ο Μπακούνιν ήταν ουσιαστικά ένας επαναστάτης ακτιβιστής που υποστήριζε χαλαρά τις ριζοσπαστικές δημοκρατικές και εθνικές ιδέες της εποχής. Στο Λονδίνο και ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας διαμονής του στην Ιταλία άρχισε να διατυπώνει τις αναρχικές του απόψεις. Στα δεκατρία χρόνια της ζωής που του απέμεναν δεν σταμάτησε ποτέ να είναι ο αγωνιστής των οδοφραγμάτων του 1848 και δεν σταμάτησε ποτέ να εμπλέκεται σε επαναστατικές συνωμοσίες, ταυτόχρονα όμως την ίδια περίοδο ανέπτυξε και το πιο ώριμο κομμάτι των θεωρητικών του απόψεων.

Ο αναρχισμός του Μπακούνιν συγκλίνει προς ένα και μοναδικό σημείο: την απεριόριστη ελευθερία. Δεν αποδέχεται κανένα συμβιβασμό όσον αφορά στο συγκεκριμένο στόχο που διαποτίζει όλα τα ώριμα κείμενά του. «Έχω κατά νου τη μόνη ελευθερία που αξίζει να λέγεται έτσι», γράφει, «ελευθερία που συνίσταται στην πλήρη ανάπτυξη όλων των υλικών, διανοητικών και ηθικών δυνάμεων που βρίσκονται σε λανθάνουσα κατάσταση σε κάθε άνθρωπο- μια ελευθερία που δεν αναγνωρίζει κανέναν άλλον περιορισμό εκτός από εκείνους που υπαγορεύουν οι νόμοι της φύσης μας, που είναι σαν να λέμε πως δεν υπάρχουν καθόλου περιορισμοί, καθώς αυτοί οι νόμοι δεν μας επιβάλλονται από κάποιον εξωτερικό νομοθέτη που βρίσκεται υπεράνω μας ή δίπλα μας. Αυτοί οι νόμοι ενυπάρχουν, είναι εγγενείς σ’ εμάς, αποτελούν την ίδια τη βάση της ύπαρξής μας, της υλικής, της διανοητικής και της ηθικής και αντί να τους αντιμετωπίζουμε ως όρια στην ελευθερία μας, οφείλουμε να τους θεωρούμε ως το ουσιαστικό της αίτιο».

Εντούτοις, οι νόμοι που «ενυπάρχουν» και είναι «εγγενείς» στη φύση μας, που διαμορφώνουν το υπόβαθρο της ανθρώπινης φύσης, δεν μας οδηγούν σε ένα ακραίο ατομικισμό που αντιμετωπίζει την κοινωνική ζωή σαν περιορισμό. Ο Μπακούνιν αρνείται κατηγορηματικά πως τα άτομα μπορούν να ζήσουν σαν ακοινώνητα «εγώ». Υποστηρίζει πως οι άνθρωποι θέλουν να είναι ελεύθεροι για να ολοκληρώσουν τους εαυτούς τους και για να ολοκληρώσουν τους εαυτούς τους πρέπει να ζουν με άλλους σε κοινότητες. Στο βαθμό που αυτές οι κοινότητες δεν παραμορφώνονται από την ιδιοκτησία, την εκμετάλλευση και την εξουσία τείνουν να προσεγγίζουν μια συνεργατική και ανθρωπιστική ισορροπία που πηγάζει από το κοινό συμφέρον.

Η κριτική που ασκεί ο Μπακούνιν στον καπιταλισμό βασίζεται κυρίως στα κείμενα του Μαρξ. Δεν σταμάτησε ποτέ να επαινεί τον Μαρξ για τη θεωρητική του συνεισφορά στην επαναστατική θεωρία ακόμη και κατά τη διάρκεια των έντονων συγκρούσεών τους στα πλαίσια της Διεθνούς. Η βασική διαφωνία μεταξύ του Μαρξ και του Μπακούνιν επικεντρώνεται στον κοινωνικό ρόλο του κράτους και στις επιδράσεις του συγκεντρωτισμού στην κοινωνία και στις επαναστατικές οργανώσεις. Παρόλο που ο Μαρξ συμμερίζεται το αναρχικό όραμα μιας ακρατικής κοινωνίας (ο «απώτερος στόχος» του μαρξιστικού κομμουνισμού είναι στην πραγματικότητα μια μορφή αναρχίας), ταυτόχρονα θεωρεί το ρόλο του κράτους «προοδευτικό» και το συγκεντρωτισμό να πλεονεκτεί του τοπικού και περιφερειακού στοιχείου. Ο Μπακούνιν διαφωνεί κατηγορηματικά με αυτή την άποψη. Το κράτος, παραδέχεται, μπορεί να είναι «ιστορικά απαραίτητο» με την έννοια πως η εμφάνισή του ήταν αναπόφευκτη όταν η ανθρωπότητα αναδύθηκε από τη βαρβαρότητα, αλλά πρόκειται για ένα «ιστορικά αναγκαίο κακό». Ήταν απαραίτητο στο παρελθόν όσο απαραίτητη θα είναι αργά ή γρήγορα και η κατάργησή του, είναι εξίσου απαραίτητο με την πρωτόγονη βαρβαρότητα και τις θεολογικές αναζητήσεις τον παρελθόντος.

Το ζήτημα είναι πως ο Μπακούνιν, σε αντίθεση με τον Μαρξ, δεν σταματά να τονίζει τις αρνητικές όψεις του κράτους: «Ακόμη κι όταν επιτάσσει το καλό, είναι άνευ αξίας ακριβώς επειδή το επιτάσσει, γιατί η κάθε επιταγή υπονομεύει την ελευθερία. Όταν το καλό είναι αντικείμενο επιταγής, μετατρέπεται σε κακό στα μάτια της πραγματικής (της ανθρώπινης όχι της θεϊκής) ηθικής, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της ελευθερίας».

Αυτή η βαθιά ηθική κρίση παίζει σημαντικό ρόλο στην οπτική του Μπακούνιν και μάλιστα του αναρχισμού γενικότερα. Τα ανθρώπινα πλάσματα για τον Μπακούνιν δεν αποτελούν «εργαλεία» μιας αφαίρεσης που αποκαλείται «ιστορία»· είναι αυτοσκοπός από μόνα τους και δεν μπορούν να τα υποκαταστήσουν αφηρημένες ιδέες. Εάν οι άνθρωποι αρχίσουν να αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους σαν «εργαλεία» οποιουδήποτε είδους, μπορεί να μετατραπούν σε μέσο και όχι σε σκοπό και να αλλάξουν την πορεία των γεγονότων έτσι ώστε να μην επιτύχουν ποτέ την ελευθερία. Όταν προδικάζουν λάθος τον εαυτό τους και τη «λειτουργία» τους, μπορεί να παραβλέψουν ευκαιρίες που θα οδηγούσαν κατευθείαν στην απελευθέρωση ή που θα μπορούσαν εν δυνάμει να δημιουργήσουν ευνοϊκές κοινωνικές συνθήκες για τη μελλοντική ελευθερία.

Με αυτή την έμφαση στην ύπαρξη, ο Μπακούνιν απομακρύνεται ριζικά από το μαρξισμό που τονίζει συνεχώς τις οικονομικές προϋποθέσεις για την ελευθερία και συχνά καταφεύγει σε έντονα εξουσιαστικές μεθόδους και θεσμούς για να ενισχύσει την οικονομική ανάπτυξη. Ο Μπακούνιν δεν παραβλέπει το σημαντικό ρόλο της τεχνολογίας και το ρόλο που παίζει στην ωρίμανση των συνθηκών για την ελευθερία, αλλά πιστεύει ότι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι εκ των προτέρων κατά πόσον αυτές οι συνθήκες είναι ώριμες ή όχι. Κατά συνέπεια, πρέπει να αγωνιζόμαστε συνεχώς για την πλήρη ελευθερία, διαφορετικά μπορεί να χάσουμε ευκαιρίες να την επιτύχουμε, ή τουλάχιστον να προετοιμάζουμε τις συνθήκες για την επίτευξή της.

Αυτές οι φαινομενικά αφηρημένες θεωρητικές διαφορές μεταξύ του Μαρξ και του Μπακούνιν οδηγούν σε ριζικά αντίθετα συμπεράσματα συγκεκριμένης και πρακτικής φύσης. Για τον Μαρξ, του οποίου η αντίληψη για την ελευθερία νοθεύεται από προϋποθέσεις και αφαιρέσεις, ο άμεσος στόχος της επανάστασης είναι να αδράξει την πολιτική εξουσία και να αντικαταστήσει το αστικό κράτος με μια ιδιαίτερα συγκεντρωτική «δικτατορία του προλεταριάτου». Το προλεταριάτο πρέπει κατά συνέπεια να οργανώσει ένα μαζικό, συγκεντρωτικό πολιτικό κόμμα και να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα, ακόμη και εκλογικές ή κοινοβουλευτικές μεθόδους, για να διευρύνει τον έλεγχό του επί της κοινωνίας. Για τον Μπακούνιν, από την άλλη πλευρά, ο άμεσος στόχος της επανάστασης είναι να επεκτείνει τον έλεγχο του ατόμου πάνω στη ζωή του ή στη ζωή της- επομένως, η επανάσταση πρέπει να έχει στόχο όχι την «κατάκτηση της εξουσίας» αλλά την κατάλυσή της. Ο Μπακούνιν προειδοποιεί ότι μια επαναστατική ομάδα που μετατρέπεται σε πολιτικό κόμμα, δομείται σύμφωνα με ιεραρχικές αξίες και συμμετέχει σε εκλογές θα εγκαταλείψει τελικά τους επαναστατικούς στόχους της. Οι ανάγκες της πολιτικής ζωής θα έχουν ως αποτέλεσμα τον εκφυλισμό της και τελικά θα αφομοιωθεί από την κοινωνία που επιδιώκει να ανατρέψει.

Η επανάσταση λοιπόν πρέπει να καταστρέψει από την αρχή την κρατική μηχανή: την αστυνομία, το στρατό, τη γραφειοκρατία. Εάν η βία είναι αναγκαία, πρέπει να ασκείται από τους ένοπλους επαναστάτες που θα είναι οργανωμένοι σε λαϊκές πολιτοφυλακές. Το επαναστατικό κίνημα οφείλει να αντανακλά την κοινωνία που προσπαθεί να δημιουργήσει. Εάν το κίνημα θέλει να αποφύγει να μετατραπεί σε αυτοσκοπό, σε ένα καινούριο κράτος, πρέπει να υπάρχει πλήρης συμφωνία μεταξύ των μέσων και του σκοπού του, με­ταξύ της μορφής και του περιεχομένου του. Σε ένα κείμενό του για τη δομή της Διεθνούς, ο Μπακούνιν επιμένει ότι αυτή «πρέπει να διαφέρει ουσιαστικά από την κρατική οργάνωση. Όπως ακριβώς το κράτος είναι εξουσιαστικό, τεχνητό, βίαιο, ξένο και εχθρικό στη φυσική εξέλιξη των συμφερόντων και των ενστίκτων του ανθρώπου, έτσι και η οργάνωση της Διεθνούς πρέπει να είναι ελεύθερη και φυσική και να συμμορφώνεται από κάθε άποψη με αυτά τα συμφέροντα και τα ένστικτα».

Όπως ήταν επόμενο, τα τελευταία χρόνια της Διεθνούς ο Μπακούνιν αντιτάχθηκε στις προσπάθειες του Μαρξ να συγκεντρωτικοποιήσει το κίνημα και να αποδώσει ουσιαστικά κυριαρχικές εξουσίες στο Γενικό της Συμβούλιο.

Ο Μπακούνιν δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο ρόλο του αυθορμητισμού στην επανάσταση και στην επαναστατική δραστηριότητα. Εάν οι άνθρωποι πρόκειται να πραγματώσουν την ελευθερία, εάν πρόκειται να επαναστατικοποιηθούν από την επανάσταση, πρέπει να κάνουν οι ίδιοι την επανάσταση και όχι υπό την καθοδήγηση ενός πολιτικού κόμματος που θα παίζει το ρόλο του παντογνώστη. Ο Μπακούνιν αναγνωρίζει εντούτοις ότι ένα επαναστατικό κίνημα πρέπει να λειτουργήσει ως καταλύτης στη μετατροπή της επαναστατικής πιθανότητας σε πραγματικότητα, να καλλιεργήσει την επαναστατική ανάπτυξη μέσω της προπαγάνδας, των ιδεών και των προγραμμάτων. Το επαναστατικό κίνημα, πιστεύει, πρέπει να οργανώνεται σε μικρές ομάδες αφοσιωμένων «αδελφών» (η λέξη επανεμφανίζεται συχνά όταν αναφέρεται στην οργάνωση) που έχουν μόνο ένα σκοπό: την υποκίνηση της επανάστασης. Η έμφαση που δίνει στις μικρές ομάδες οφείλεται εν μέρει στην ανάγκη μυστικότητας που επικρατούσε στις χώρες της νότιας Ευρώπης στην εποχή του και εν μέρει στην επιθυμία του να ενθαρρύνει τις στενές διαπροσωπικές σχέσεις στα πλαίσια του επαναστατικού κινήματος.

Για τον Μπακούνιν μια επαναστατική οργάνωση είναι μια κοινότητα αδελφών (αντρών και γυναικών) που εμπλέκονται προσωπικά και όχι ένας μηχανισμός που βασίζεται στη γραφειοκρατία, στην ιεραρχία και στις προγραμματικές συμφωνίες. Πολύ περισσότερο από τους άλλους μεγάλους επαναστάτες της εποχής του, ο Μπακούνιν επιζητούσε την αρμονία μεταξύ του τρόπου ζωής και των στόχων του επαναστατικού κινήματος. Ήταν μοναδικός στην αντίληψή του για την επανάσταση ως γιορτή. Όταν θυμάται τις εμπειρίες του από το Παρίσι, λίγο μετά την επανάσταση του 1848, γράφει: «Ρουφούσα με όλες μου τις αισθήσεις και με όλους τους πόρους του σώματός μου το μεθύσι της επαναστατικής ατμόσφαιρας. Ήταν μια γιορτή χωρίς αρχή και τέλος. Έβλεπα τους πάντες και δεν έβλεπα κανέναν ξεχωριστά, γιατί όλοι μας ήμασταν χαμένοι στο ίδιο αναρίθμητο και αεικίνητο πλήθος. Μιλούσα με όλους χωρίς να θυμάμαι ούτε τα λόγια μου ούτε τα λόγια των άλλων, γιατί η προσοχή μου στρεφόταν κάθε στιγμή σε καινούρια γεγονότα ή συμβάντα και σε απρόσμενα νέα».

Η έμφαση που έδινε ο Μπακούνιν στη συνωμοτικότητα και στη μυστικότητα μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο εάν λάβουμε υπόψη μας το κοινωνικό υπόβαθρο της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Ρωσίας – τις τρεις χώρες της Ευρώπης όπου η συνωμοτικότητα και η μυστικότητα ήταν ζήτημα απλής επιβίωσης. Σε αντίθεση με τον Μαρξ, που θαύμαζε το πειθαρχημένο και συγκεντρωτικό γερμανικό προλεταριάτο, ο Μπακούνιν εναπόθετε τις ελπίδες του για κοινωνική επανάσταση στις λατινικές χώρες. Διέβλεπε τον κίνδυνο της αστικοποίησης του βιομηχανικού προλεταριάτου και προειδοποιούσε για τις συνέπειες. Καθώς δυσπιστούσε στις σταθερές, αυτάρεσκες, θεσμοποιημένες τάξεις της κοινωνίας, ο Μπακούνιν ενδιαφερόταν όλο και περισσότερο για τις παρακμιακές, προ-καπιταλιστικές τάξεις σαν αυτές που επικρατούσαν στη Ρωσία και στη Νότια Ευρώπη: ακτήμονες αγρότες, κοινωνικά περιθωριοποιημένοι εργάτες, τεχνίτες αντιμέτωποι με την οικονομική καταστροφή, αδέσμευτοι declasse διανοούμενοι και σπουδαστές. Ο Μαρξ θεωρούσε τη διαμόρφωση μιας σταθερής βιομηχανικής εργατικής τάξης σαν προϋπόθεση για την κοινωνική επανάσταση. Αντιθέτως, ο Μπακούνιν έβλεπε σε αυτή τη διαδικασία την καταστροφή της ελπίδας για ένα πραγματικά επαναστατικό κίνημα – και από αυτή την άποψη αποδείχτηκε βαθιά προφητικός.

Ο Μπακούνιν δεν ήταν κομμουνιστής. Πιθανόν να αναγνώρισε ότι η οικονομική ανάπτυξη στην εποχή του δεν συμβάδιζε με την κομμουνιστική αρχή: «Από τον καθέναν σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθέναν σύμφωνα με τις ανάγκες του». Όπως και να ’χει αποδέχτηκε την άποψη του Προυντόν ότι η ικανοποίηση των υλικών αναγκών θα πρέπει να συνδεθεί με την εργασία που συνεισφέρει το κάθε άτομο. Ο Μπακούνιν επίσης υιοθέτησε τη φεντεραλιστική προσέγγιση του Προυντόν για την κοινωνική οργάνωση. Αλλά σε αντίθεση με τον Γάλλο οπαδό της αμοιβαιότητας, θεωρούσε ως βασική κοινωνική ομάδα την κολεκτίβα και όχι τον «ανεξάρτητο τεχνίτη». Ήταν οξύτατα κριτικός απέναντι στους οπαδούς του Προυντόν: «οι οποίοι αντιλαμβάνονται την κοινωνία σαν το αποτέλεσμα ενός ελεύθερου συμβολαίου που συνάπτουν άτομα εντελώς ανεξάρτητα μεταξύ τους και διαμορφώνουν αμοιβαίες σχέσεις μόνο και μόνο εξαιτίας της σύμβασης που έχουν συνομολογήσει. Λες και αυτοί οι άνθρωποι έπεσαν από τον ουρανό, φέρνοντας μαζί τους το λόγο, τη θέληση, την πρωτότυπη σκέψη, λες και είναι εξωγήινοι, άσχετοι από τα κοινωνικά αίτια που καθορίζουν την εποχή τους». Με τον καιρό αυτή η άποψη ονομάστηκε «κολεκτιβιστικός αναρχισμός» για να διακρίνεται από την αμοιβαιότητα του Προυντόν και αργότερα από τον «αναρχικό κομμουνισμό» που προτάθηκε από τον Πιοτρ Κροπότκιν.

Η απλή σκιαγράφηση των θεωριών του Μπακούνιν δεν αποδίδει το άρωμα των γραπτών του, το ενθουσιώδες πνεύμα του, που εκτίναξε την προσωπικότητά του στο προσκήνιο της ριζοσπαστικής ιστορίας του 19ου αιώνα. Παρόλο που υπήρξε βαθιά ανθρωπιστής και ευγενικός άνθρωπος, ο Μπακούνιν (ακριβώς εξαιτίας αυτής της ουσιαστικής ανθρωπιάς και ευγένειάς του) δεν δείλιασε μπροστά στη χρήση βίας. Αντιμετώπισε το πρόβλημα με αφοπλιστική ειλικρίνεια και αρνήθηκε να υποβαθμίσει την αναγκαιότητα της βίας -αν ήταν υποκριτής θα τη χαρακτήριζε ηθικά καταδικαστέα- όπως αρνήθηκε να υποβαθμίσει και την πραγματικότητα της βίας που ασκούν καθημερινά οι άρχουσες τάξεις στις σχέσεις τους με τους καταπιεσμένους. «Η τάση για καταστροφή», έγραψε νέος, «είναι και αυτή μια δημιουργική παρόρμηση». Τα γραπτά του αποπνέουν μια αίσθηση βίαιης εξέγερσης κατά της εξουσίας, ανεπιφύλακτης οργής κατά της αδικίας, φλογερής στράτευσης υπέρ των θυμάτων της εκμετάλλευσης και των καταπιεσμένων. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι έζησε πιστός σε αυτό το πνεύμα με συνέπεια και εξαιρετική προσωπική τόλμη.

Κάτω από την επιφάνεια των θεωριών του Μπακούνιν υποβόσκει η πιο θεμελιώδης σύγκρουση αρχών: η εξέγερση της αρχής της κοινότητας κατά της αρχής του κράτους, της κοινωνικής αρχής κατά της πολιτικής αρχής. Οι ιδέες του Μπακούνιν από αυτή την άποψη μπορούν να ανιχνευτούν σε όλα εκείνα τα υπόγεια ρεύματα της ανθρωπότητας που στην πολύχρονη ιστορία της αποπειράθηκαν να επαναφέρουν την κοινότητα ως δομική μονάδα της κοινωνικής ζωής. Ο Μπακούνιν θαύμαζε απεριόριστα τις παραδοσιακές κολεκτιβιστικές όψεις του ρωσικού χωριού, όχι γιατί έτρεφε αταβιστικές ψευδαισθήσεις για το παρελθόν, αλλά επειδή επιθυμούσε να δει τη βιομηχανική κοινωνία να διαποτίζεται από την ατμόσφαιρα της αμοιβαίας βοήθειας και αλληλεγγύης που το χαρακτήριζε. Όπως όλοι οι διανοούμενοι της εποχής του, αναγνώριζε τη σπουδαιότητα της επιστήμης ως μέσο βελτίωσης της ανθρώπινης κατάστασης εξ ου και ο αθεϊσμός και ο αντικληρικαλισμός που διαποτίζει όλα τα γραπτά του. Κατά τον ίδιο τρόπο απαιτούσε τα επιστημονικά και τεχνολογικά μέσα της κοινωνίας να διατίθενται για την ενίσχυση της κοινωνικής συνεργασίας, της ελευθερίας και της κοινότητας αντί να γίνονται αντικείμενο κατάχρησης για το κέρδος, την ανταγωνιστικότητα και τον πόλεμο. Από αυτή την άποψη ο Μπακούνιν δεν βρισκόταν πίσω από την εποχή του αλλά έναν αιώνα ή και περισσότερο μπροστά της.

Χρονολόγιο :

30 Μαΐου 1814: Γεννιέται o Μιχαήλ Μπακούνιν, στο Πριαμουχίνο, ένα κτήμα 240 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Μόσχας.

1828: Κατατάσσεται στη σχολή πυροβολικού.

1835: Παραιτείται από τη στρατιωτική του καριέρα και μετακινείται στη Μόσχα για να σπουδάσει φιλοσοφία.

1835-1842: Μετακομίζει και δραστηριοποιείται στη Γερμανία και επηρεάζεται από τον Εγελιανισμό που βρισκόταν εκείνη την εποχή σε άνοδο.

1842: Προσχωρεί στο κίνημα της Εγελιανής Αριστεράς. Γράφει ένα δοκίμιο με τίτλο «Η αντίδραση στη Γερμανία», λόγω του οποίου αναγκάζεται να καταφύγει στην Ελβετία.

1843: Επισκέπτεται το Παρίσι και γνωρίζει τον Πιερ-Ζοζέφ Προυντόν, από τις απόψεις του οποίου επηρεάζεται βαθιά. Συναντά επίσης τον Μάρξ (και αργότερα τον Ένγκελς) με τον οποίο και έχει αρκετά στενή επαφή.

1844-1848: Διαμένει κυρίως στο Παρίσι.

1848: Συμμετέχει σε ένα Συνέδριο στην Πράγα που αφορά το ζήτημα των Σλάβων. Εκείνη την εποχή ο Μπακούνιν ήταν «Πανσλαβιστής», καθώς υποστήριζε την ιδέα της ένωσης των σλαβικών λαών σε μια ομοσπονδία δημοκρατιών. Συμμετέχει με όλες του τις δυνάμεις στην Γαλλική Επανάσταση του 1848 και βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των οδοφραγμάτων.

1849-1850: Συλλαμβάνεται στη Δρέσδη μετά από μια απόπειρα εξέγερσης και καταδικάζεται σε θάνατο. Η ποινή μετατρέπεται σε ισόβια. Σχεδιάζει να δραπετεύσει, οπότε καταδικάζεται ξανά σε θάνατο και εκδίδεται στη Ρωσία.

1850-1857: Κρατείται στο φρούριο Νέβα της Βαλτικής και μετά το 1857 αποφυλακίζεται και εξορίζεται στη Σιβηρία. Στο διάστημα της εξορίας του στη Σιβηρία παντρεύτηκε τη νεαρή Πολωνέζα, Αντονία Κβιατκόφσκα.

1861: Δραπετεύει από τη Σιβηρία και τελικά φτάνει στην Ιαπωνία. Από εκεί επιβιβάζεται σε πλοίο για την Καλιφόρνια και από τη Δυτική Ακτή φτάνει στη Νέα Υόρκη, για να καταφύγει τελικά στο Λονδίνο όπου φιλοξενείται από τον Χέρτσεν.

1863: Μεταβαίνει στη Στοκχόλμη όπου συναντάει και πάλι τη γυναίκα του. Επιστρέφει στο Παρίσι και έπειτα πηγαίνει στην Ιταλία.

1864: Επιστρέφει στη Στοκχόλμη και έπειτα γυρνάει στο Λονδίνο όπου συναντάει και πάλι τον Μάρξ. Από εκεί πηγαίνει στο Παρίσι (όπου ανανεώνει τη φιλία του με τον Προυντόν) για να καταλήξει στην Ιταλία όπου και θα μείνει μέχρι το 1867. Την εποχή αυτή (και ιδιαίτερα τα αμέσως επόμενα χρόνια) ξεκινάει η πιο ώριμη, η αναρχική, πολιτική περίοδος του Μπακούνιν.

1865: Μεταβαίνει στη Νάπολη.

1866: Ιδρύει την «Διεθνή Αδελφότητα» ή «Συμμαχία των Επαναστατών Σοσιαλιστών».

1868: Ιδρύει την «Διεθνή Συμμαχία για μια Σοσιαλιστική Δημοκρατία», μια επαναστατική οργάνωση που διαπνέεται από αντιεξουσιαστικές – αναρχικές αρχές. Ο Μπακούνιν προσχωρεί στη Διεθνή Ένωση των Εργαζομένων (Ά Διεθνής) στη Γενεύη.

1869: Συμμαχία» δεν γίνεται δεκτή στη Διεθνή με το επιχείρημα ότι είναι και η ίδια μια διεθνής οργάνωση, και ότι στη Διεθνή επιτρέπονταν ως μέλη μόνο εθνικές οργανώσεις. Έτσι η συμμαχία αυτοδιαλύεται και τα διάφορα τμήματα που την αποτελούν προσχώρουν στη Διεθνή το καθένα ξεχωριστά. Ο Μπακούνιν συμβάλλει στη δημιουργία παραρτημάτων της Διεθνούς στην Ιταλία και την Ισπανία.

1870: Συμμετέχει και πρωτοστατεί σε μια αποτυχημένη εξέγερση στη Λυών. Συντάσσει τη Διακήρυξη της Αναρχικής Επανάστασης που τοιχοκολλήθηκε στη Λυών στις 26 Σεπτεμβρίου 1870. Χαρακτηριστικά αναφέρεται: «καταργούνται η κυβερνητική εξουσία του κράτους και η διοικητική μηχανή, επειδή κατέληξαν να είναι άχρηστες» (άρθρο 1) και «αναστέλλεται η λειτουργία των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων και τις αρμοδιότητές τους επωμίζεται η Λαϊκή Δικαιοσύνη» (άρθρο 2).

1871: Συγγράφει την «Κνουτο-Γερμανική Αυτοκρατορία», συμπεριλαμβανομένων των κομματιών που εμπεριέχονται στο «Θεός και Κράτος».

1872: Συγγράφει το βιβλίο «Η Παρισινή Κομμούνα και η Ιδέα του Κράτους».

1872: Στο συνέδριο της Διεθνούς που διεξάγεται στη Χάγη, ο Μπακούνιν και ο σύντροφός του Γκιγιώμ αποβάλλονται από τη Διεθνή Ένωση των Εργαζομένων. Μαζί τους αποχωρούν και οι ομοσπονδίες που πρόσκεινται στην αντιεξουσιαστική-αναρχική τάση (και διαφωνούν με αυτή των Μαρξιστών) και οργανώνουν συνέδριο στο Σαίντ-Ιμιέρ της Ελβετίας, δημιουργώντας την Αντιεξουσιαστική Διεθνή.

1873: Δημοσιεύει το έργο του «Κρατισμός και Αναρχία».

1874: Συμμετέχει σε μια εξέγερση στη Μπολόνια, αλλά αναγκάζεται να επιστρέψει στην Ελβετία μεταμφιεσμένος και να εγκατασταθεί στο Λουγκάνο.

1875: Λόγω της κακής κατάστασης της υγείας του εγκαθίσταται στη Βέρνη όπου και νοσηλεύεται

1 Ιούλη 1876: Ο  επαναστάτης Μιχαήλ Μπακούνιν, πατέρας του Αναρχισμού, αφήνει την τελευταία του πνοή στο Νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται στη Βέρνη.

Πηγή: ipposd.org

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *