Θα μας γδέρνουν με νυχοκόπτες

Θρήνος και κοπετός για τον θάνατο της ελληνικής δημοσιογραφίας

Το χειρότερό μου, εσχάτως, είναι όταν με ρωτάνε τι δουλειά κάνω. Παλιά το περηφανευόμουν και το χρησιμοποιούσα κιόλας, ως αδιόρατο μέσο πίεσης στα πάρε δώσε με υπηρεσίες και άτομα που –από αυξημένη μυωπία- το βλέπουν ακόμη κεφαλαίο το δέλτα: «Δημοσιογράφος», μεσιέ. Αλίμονο όμως, στις μέρες μας το μοναδικό «Δ» που γράφεται αυτοδικαίως με κεφαλαίο είναι αυτό των δίκυκλων Δελτάδων «άμεσης αντίδρασης», που τρεις κι εξήντα παίρνουνε και τον κόσμο Δέρνουνε.  Άντε, και της βιομηχανίας των παγωτών, όταν φτάνει καλοκαίρι και κάνει ζέστη.

Στην εποχή του Κυριάκου Μητσοτάκη, που έχει μόνιμο χειμώνα, η δημοσιογραφία γράφεται με πεζό αρχίγραμμα, όπως και η ταλαίπωρη δημοκρατία μας. Για τη φτηνή πόρνη που ονομάζεται δικαιοσύνη, καλύτερα να μην ανοίξουμε συζήτηση.

Δυστυχώς, με κεφαλαίο «Δέλτα», ο παροιμιώδης μέσος ανθρωπάκος ακούει δημοσιογράφος και σκέφτεται τους πανελίστες των μεσημεριανάδικων, σαν τον φυλακόβιο Φουρθιώτη και αυτή τη Σταμάτη, που αγνοούσα ακόμη και την ύπαρξή της. Αρχικά νόμιζα ότι την παράσταση του εξαίρετου Χριστόφορου Ζαραλίκου τη διέκοψε η χήρα του Τσοχατζόπουλου!

Η ανυποψίαστη μάνα μου ακούει δημοσιογράφος και φέρνει στο μυαλό της τον Μπογδάνο και τον Μπάμπη Παπαδημητρίου, άτομα που δεν έχουν σχέση με το επάγγελμα αλλά το χρησιμοποίησαν ως πιγκάλ του Μητσοτάκη για να αποκτήσουν έδρανο και προνόμια βουλευτή.

Και άλλους, του ιδίου φυράματος. Τον Πορτοσάλτε, τον Οικονόμου, τον Αυτιά, τον Παπαπαναγιώτου, τη Λίνα Κλείτου, τους σφουγγαριστές της χειρότερης κυβέρνησης που γνώρισε μεταπολιτευτικά ο τόπος, αν όχι η ανθρωπότητα.

Αυτόν τον Κασιμάτη, που –πολλάκις υπότροπος σε παρόμοιες αγριότητες- έγραψε ότι η Φώφη Γεννηματά προσφέρει στο Κιν.Αλ. περισσότερα νεκρή, παρά ζωντανή. Τον Ιωάννη-Βαπτιστή Πρετεντέρη, που εκτόξευε μπουκάλια σε γήπεδο μπάσκετ μπροστά στα μάτια μου.

Τον Κουρτάκη, που μάλλον τον βγάζουν βόλτα για να κατουρήσει σε κορμούς δέντρων. Όσους ανενδοίαστα κρέμασαν κουδούνια στην Ίνχεμποργκ Μπέουχελ, που τόλμησε να κάνει δημοσιογραφία μες στα μούτρα του σουλτάνου. Εκείνη την παρουσιάστρια, που δεν θυμάμαι το όνομά της, αλλά θυμάμαι την αλησμόνητη φράση της: «Τι να κάνουμε, που όλες οι κοινωνικές ομάδες είναι με το “Nαι”;»

Το έχω γράψει πολλές φορές, στο Twitter και αλλού, αλλά δεν μπορώ να μη το επαναλάβω. Κάποια μέρα θα μας δέρνουν στους δρόμους, εμάς τους εκπροσώπους του Τύπου, και θα μας γδέρνουν με νυχοκόπτες, ως κύριους υπεύθυνους της κατάντιας του τόπου και του κλάδου.

Όχι μόνο τους ενόχους, αλλά και τους αθώους. Όλους θα μας πιάσει η μπάλα.

Και τότε εγώ δεν θα είμαι με τους κλαυθμηρίζοντες ξυλοδαρθέντες, αλλά με αυτούς που θα βαράνε. Διότι το ίδιο θα το έχουν εκείνοι. Οι αγανακτισμένοι πολίτες με τα στυλιάρια.

Δεν θα αναρωτηθώ φωναχτά αν υπάρχει ΕΣΗΕΑ να συμμαζέψει κάποια από τα ασυμμάζευτα, διότι γνωρίζω καλά την απάντηση. Όταν ακούσετε ότι οι δημοσιογράφοι προχωράμε σε απεργία ή στάση εργασίας, σπανίως δηλαδή, θα είναι μάλλον για καμιά γενική συνέλευση.

Και πάντως όχι για την ασυγκράτητη κατηφόρα ενός κλάδου που κάποτε λέγαμε ότι αποτελεί λειτούργημα. Πλέον, στο κουτάκι που ζητάει «Επάγγελμα» γράφω απλά: «Ιδιωτικός υπάλληλος». Ή συγγραφέας, που ακούγεται και πιο μεγαλεπήβολο.

Στην αλειτούργητη Ελλάδα του 2021, στη μιντιακή χούντα του Μητσοτάκη για να μη μασάμε λόγια, η δημοσιογραφία εξεμέτρησε το ζην όταν οι περισσότεροι εξ ημών (αλλά ουχί ημείς του Κουτιού της Πανδώρας και του Documento) γράψαμε πρόθυμα τα ονοματάκια μας στις λίστες του Πέτσα και αποδεχθήκαμε, αποδέχθηκαν μάλλον, να χορέψουν τον βρώμικο χορό της κυβέρνησης.

Η λέξη «Πέτσωμα» πέρασε στο λεξικό της πολιτικής καθομιλουμένης και η έννοια «δημοσιογραφία» περιθωριοποιήθηκε, σαν ένα αγκάθι που ενοχλούσε την εξουσία και αφαιρέθηκε χειρουργικά.

Οι εξαιρέσεις υπάρχουν και παλεύουν απεγνωσμένα να περισώσουν ό,τι περισώζεται, αλλά οι πετσωμένοι μας κουνάνε το δάχτυλο, λες και είμαστε εμείς οι βαλτοί, και υπερασπίζονται διαπρυσίως την πέτσινη ξεφτίλα τους.

Εκατοντάδες κανονικοί και έντιμοι δημοσιογράφοι βρίσκονται σήμερα εκτός επαγγέλματος, την ίδια ώρα που μεγάλες εφημερίδες, κανάλια, αλλά και φυσικά πρόσωπα υψηλού κύρους ασκούν ολομέτωπη κονσομασιόν για να δικαιολογήσουν την ξεδιάντροπη δωροληψία της ληστρικής λίστας.

Όσοι διστάζουν να βουτήξουν το όποια όνομά τους στον βάλτο του νεοσκοταδισμού έχουν εφεύρει έναν ιδιαίτερο πλάγιο λόγο: μετατρέπουν τις πολιτικές εκπομπές σε «ποικίλης ύλης», με καλεσμένους τραγουδιστές και αθλητές, ή τις καταργούν εντελώς.

Πόσους μήνες έχετε να δείτε πολιτική συζήτηση σε κάποιο από τα 7-8 μεγάλα κανάλια πανελλήνιας εμβέλειας; Ώχου, και σείς, ο κόσμος δεν θέλει να προβληματίζεται, αλλά να περνάει καλά.

Εξυπακούεται ότι η πρώτη υπηρετριούλα που έπιασε το ντέφι για να το παίξει όπως της ζητήθηκε, με πρόσθετο μάλιστα φανατισμό, είναι –με έξοδα όχι του Πέτσα αλλά δικά μας- η ΕΡΤάρα, σε άψογο συντονισμό με το επίσης κρατικοδίαιτο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Υπάγονται, αμφότερα, απ’ ευθείας στον Μητσοτάκη και στους δικούς του ανθρώπους, από τις πρώτες κιόλας μέρες της …αλλαγής.

Εδώ δεν είναι Αυστρία, για να αποκαθηλώνονται οι καγκελάριοι ένεκα ευθιξίας και ευαισθησίας. Στην Ελλάδα του Μωυσέως, που δεν είναι δα λιγότερο ακροδεξιός από τον Κουρτς γίνεται της αναισθησίας το κάγκελο.

Ο Στέλιος Πέτσας, που διετέλεσε ή διατελεί αναπληρωτής υπουργός, υφυπουργός και κυβερνητικός εκπρόσωπος, τόλμησε να ισχυριστεί ότι το Documento δημοσιεύει fake news και αμφισβητεί τον κορονοϊό. Το ίδιο αφήγημα επανέλαβαν από το βήμα του Κοινοβουλίου τουλάχιστον δύο βουλευτές της Νέας Δημοπρασίας, ονόματι Ανδρέας Νικολακόπουλος (Ηλείας) και Γιάννης Μελάς (Α’ Πειραιώς).

Ε, λοιπόν, αυτοί θα πληρώσουν για αυτά που ξεστόμισαν. Ο Πέτσας δεν έχει καν βουλευτική ασυλία ή κάποιου είδους ακαταδίωκτο, οπότε ας ετοιμάζεται σιγά για τις αγωγές και τις μηνύσεις που καταφτάνουν προς το μέρος του.

Για τους άλλους δύο ετοιμάσαμε ξεχωριστό φάκελο, γεμάτο με άπλυτα γαλάζια ρουχαλάκια. Ευτυχώς, τέτοια έχουν σχεδόν όλοι όσοι φοράνε τις μπλε γραβάτες στη Βουλή. Και όχι μόνο οι πρώην δημοσιογράφοι.

Επειδή δεν είμαστε όλοι ίδιοι, δεν ανεχόμαστε να μας εξισώνουν με τους τσάτσους και με τους αργυρώνητους,  ούτε να κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια. Με τη δική μας την τιμή, που τιμή δεν έχει, δεν θα παίζει κανένας.

Και ας αποτελεί παράσημο η λάσπη, όταν προέρχεται από την παράταξη των λασπομάχων με τα μονίμως βρώμικα χέρια.

Πηγή: Νίκος Παπαδογιάννης – “Κουτί της Πανδώρας”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *