My name is «M», Kyriakos M.

Το σκάνδαλο των υποκλοπών είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό δείγμα του τρόπου που πολιτεύεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Αφενός μεν συγκέντρωσε εξαρχής όλους τους πιο σημαντικούς μηχανισμούς εξουσίας και ελέγχου στο προσωπικό του γραφείο, αφετέρου ήταν έτοιμος να μεταφέρει όλες τις ευθύνες στους στενότερους συνεργάτες του. Νομίζει ότι είναι ο «Μ» των ταινιών Τζέιμς Μποντ.

Τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης πρόβαλαν με εκτενή αφιερώματα τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στο Bloomberg πριν από δέκα μέρες. Εξάλλου, το μεγάλο αμερικανικό πρακτορείο δεν θεωρείται από την ελληνική κυβέρνηση υπόπτων ανθελληνικών φρονημάτων, όπως οι «New York Times», η «Libération», ο «Guardian», το «Politico» κ.λπ. Ομως την ίδια μέρα που δημοσιευόταν η συνέντευξη αυτή, υπήρχε στο Bloomberg και ένα δεύτερο κείμενο με δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη, το οποίο αναφερόταν στο σκάνδαλο των υποκλοπών. Με αυτό το δεύτερο κείμενο ασχολήθηκαν στην Ελλάδα μόνο τα λιγοστά αντιπολιτευόμενα Μέσα. Και όμως, η εισαγωγή αυτού του κειμένου ήταν εξαιρετικά αποκαλυπτική:

«Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για έναν πολιτικό ηγέτη που εμπλέκεται σε ένα σκάνδαλο κατασκοπείας τύπου Τζέιμς Μποντ, ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είναι βέβαιος ότι μπορεί να το ξεπεράσει και ακόμη και να κυβερνήσει μόνος στις εκλογές του επόμενου έτους» (Courtney McBride, Sotiris Nikas, «Spy scandal won’t derail election chances, says Greek Prime Minister», «Bloomberg» 21.9.2022).

Ασφαλώς από πρώτη ματιά ξαφνιάζει το γεγονός ότι οι τόσο ευαίσθητες υπηρεσίες του μεγάρου Μαξίμου δεν αντέδρασαν στην ευθεία επίθεση. «Σκάνδαλο κατασκοπείας τύπου Τζέιμς Μποντ»; Αν έγραφε κάτι παρόμοιο η «Εφ.Συν.», θα δεχόταν αμέσως τους μύδρους του κυβερνητικού εκπροσώπου και των επιλέκτων της «λίστας Πέτσα». Γιατί δεν στενοχωρήθηκε ο κ. Μητσοτάκης από το χοντρό άδειασμα του αγαπημένου του Bloomberg;

Υπάρχει απάντηση, και είναι απλή. Ο πρωθυπουργός εισπράττει αυτή την τοποθέτηση ως κολακεία. Ο ίδιος είναι φανατικός θαυμαστής των ταινιών Τζέιμς Μποντ, όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει αν παρακολουθεί τις αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πέρυσι τέτοιο καιρό ποζάριζε με τον γιο του σε φωτογραφία που ανάρτησε στο Instagram, με τη λεζάντα «Αναμένοντας τον 007!». Μάλιστα η ευχαρίστηση της προσμονής αυτής εκδηλωνόταν με τα πλατιά χαμόγελα πατέρα και γιου που ήταν οι μόνοι στο φωτογραφικό πλάνο του κινηματογραφικού προθαλάμου που δεν φορούσαν μάσκα. Αλλά ποιος ιός μπορεί να προσβάλει τον «007»;

Πώς σχετίζεται τώρα αυτό το πάθος του πρωθυπουργού για τις ταινίες Τζέιμς Μποντ με την ανάμιξή του σε «σκάνδαλο κατασκοπείας τύπου Τζέιμς Μποντ», όπως τολμά να καταγγείλει το Bloomberg; Μα ο Κυρ. Μητσοτάκης είναι εκείνος που νομίζει ότι είναι πρωταγωνιστής ταινιών Τζέιμς Μποντ και αντιμετωπίζει το ζήτημα των μυστικών υπηρεσιών της χώρας και το περίφημο «απόρρητο» που τις συνοδεύει ως να ήταν κάποιος ήρωας της μυθοπλασίας του Ιαν Φλέμινγκ.

Τον πρόδωσε ένα από τα αγαπημένα του κανάλια, το «Star», το οποίο είχε προγραμματίσει μια ταινία Τζέιμς Μποντ, αμέσως μετά την απευθείας μετάδοση της συνέντευξης Τύπου του πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη (11.9.2022). Και έτσι καταλάβαμε όλοι από πού αντλεί ο Κυρ. Μητσοτάκης την επιμονή του ότι η λύση στο σκάνδαλο είναι η προστασία του «απορρήτου».

Στην ταινία που συνόδευσε τη συνέντευξη του πρωθυπουργού («Τζέιμς Μποντ, πράκτωρ 007: Προσωπική εκδίκηση», «License to Kill», 1989), οι τρεις πρωταγωνιστές είναι o Τζέιμς Μποντ, ο Λάιτερ, ένας πράκτορας της CIA, φίλος του Μποντ και o «Μ», ο επικεφαλής δηλαδή των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών. Στο μυαλό του Κυρ. Μητσοτάκη ο ίδιος είναι προφανώς ο «Μ», ο ανιψιός του Γρηγ. Δημητριάδης είναι ο Μποντ, ενώ ο πράκτορας της CIA Λάιτερ ταυτίζεται με τον Παν. Κοντολέοντα της ΕΥΠ που ως γνωστόν διέπρεψε ως σεκιουριτάς στην αμερικανική πρεσβεία της Αθήνας.

Στην ταινία, ο Λάιτερ ρίχνεται στα δόντια ενός καρχαρία αλλά επιβιώνει, όπως προφανώς ο κ. Κοντολέων μετά την αυστηρή κριτική των μέσων ενημέρωσης της λίστας Πέτσα. Ο Μποντ (Δημητριάδης) υποχρεώνεται να παραιτηθεί επειδή είναι πολύ φιλότιμος και δεν μπορεί να εγκαταλείψει τον φίλο του Λάιτερ (Κοντολέοντα). Οσο για τον «Μ» (Μητσοτάκη), αυτός είναι ο μόνος που μένει αλώβητος και δίνει αυστηρές εντολές, αλλά δεν κρύβει τη στοργή του για τον Μποντ (Δημητριάδη), ακόμα και μετά την παραίτησή του.

Βρετανοί πράκτορες οδηγούν τον Μποντ (Δημητριάδη) στο αρχηγείο του «Μ» (Μητσοτάκη). Εκείνος του ζητά να απαρνηθεί τον Λάιτερ (Κοντολέοντα) και να αφήσει τους Αμερικανούς να κάνουν τη βρομοδουλειά. Μάλιστα, του εξηγεί ότι η θυσία του Λάιτερ (Κοντολέοντα) ήταν μέσα στα συμφωνημένα: «Αφησε κατά μέρος τις συναισθηματικές ανοησίες. Γνώριζε τους κινδύνους».

Από τη στιγμή που ο Μποντ (Δημητριάδης) επιμένει και υποβάλλει την παραίτησή του, ο «Μ» (Μητσοτάκης) γίνεται έξαλλος («Δεν είμαστε αθλητική λέσχη, 007»), αναγγέλλει ότι ανακαλείται η άδειά του να σκοτώνει και του ζητά να παραδώσει το όπλο του. Και το σημαντικότερο: εκείνο που απαιτεί είναι να τηρήσει το… απόρρητο: «Φυσικά, εξακολουθείς να δεσμεύεσαι από τον Νόμο περί Κρατικών Μυστικών».

Αλλά μόλις ο Μποντ δραπετεύει χωρίς να παραδώσει το όπλο του, ο «Μ» εμποδίζει τη φρουρά του να τον πυροβολήσει και ψιθυριστά τον κατευοδώνει: «Ο Θεός μαζί σου, αντιπλοίαρχε»… Δημητριάδη.

Αυτά βλέπει, αυτά κάνει ο «Μ» του μεγάρου Μαξίμου.

Πηγή: Δημήτρης Ψαρράς – “ΕφΣυν”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *