Η ψεύτικη διάσωση του ευρώ

 Stephan Kaufmann*

Πηγή aristeroblog

Οι πολιτικοί της Ευρώπης θα ήθελαν να γιορτάσουν τις αποφάσεις  της 26ης Οκτωβρίου συνόδου κορυφής ως ιστορικές. Αλλά η κρίση του ευρώ θα είναι μαζί μας λίγο περισσότερο ακόμα. Το βασικό παράδοξο – ότι τα κράτη θέλουν να αγοράσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών με χρήματα που δεν έχουν – απλά δεν μπορεί να αγνοείται αιώνια.

Όποιος έχει λατρέψει τη κρίση του ευρώ  δεν έχει τίποτα να φοβάται: αυτή θα είναι παρούσα  για κάποιο χρονικό διάστημα ακόμα. Ακόμη και οι αποφάσεις της τελευταίας συνόδου κορυφής της ΕΕ δεν θα την απομακρύνουν. Από τη μια,  εκείνοι που κατηγορούν τους πολιτικούς για την κρίση έχουν δίκιο. Από την άλλη, κοροϊδεύουν τους εαυτούς τους αποκρύπτοντας την ουσία ότι οι πολιτικοί είναι αντιμέτωποι με  μια γιγαντιαία αντίφαση του πραγματικού κόσμου, η οποία πηγάζει από τη λογική του ίδιου του συστήματος και δεν μπορεί  τόσο εύκολα να παραμεριστεί.

Το σημείο εκκίνησης είναι η διαπίστωση ότι τα κράτη της ευρωζώνης  έχουν πάρα πολύ μεγάλο χρέος. Αυτή είναι η ετυμηγορία που μεταδόθηκε στους  πιστωτές των κρατών, τις χρηματοπιστωτικές αγορές,  πάντα σύμφωνα με τα αναλλοίωτα  κριτήριά τους  όσον αφορά  τις επενδύσεις: ασφάλεια και  επιστροφές κεφαλαίου.

Τα κράτη έχουν δανειστεί πάρα πολύ, αλλά μπορείτε  και να το αναστρέψετε  και να πείτε ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν χορηγήσει πάρα πολλά δάνεια. Αυτό όχι για  να αποδοθεί η ευθύνη για τη δυστυχία στους επενδυτές, αλλά απλώς για  να επισημανθεί το βασικό πρόβλημα: τα χρέη των κρατών είναι  τα περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών, των  ασφαλιστικών  εταιρειών  και  επενδυτικών των ταμείων.

Ο παγκόσμιος οικονομικός πλούτος αποτελείται -πλέον- σε μεγάλο βαθμό από κυβερνητικές υποσχέσεις μελλοντικών πληρωμών, και είναι η ισχύς αυτών των υποσχέσεων που είναι τώρα υπό αμφισβήτηση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν συσσωρεύσει τεράστια κρατικά ομόλογα και χρέη. Αυτό σημαίνει ότι έχουν πάρα πολλά κεφάλαια στα χέρια τους – πολύ περισσότερα από όσα θα μπορέσουν ποτέ να χρησιμοποιήσουν.

Η  επιλογή του πυρηνικού όπλου

Τέτοιες καταστάσεις είναι κοινές στον καπιταλισμό. Η βιομηχανία επίσης τακτικά παράγει αγαθά που δεν μπορεί να πουλήσει. Η λύση σε αυτό το πρόβλημα παραμένει η  ίδια: καταστροφή αξιών, δηλαδή καταστροφή αγαθών  και  εργοστασίων.

Στην τρέχουσα κρίση, όμως, είναι ακριβώς αυτή η υποτίμηση που πρέπει να αποφευχθεί, καθώς -ο φόβος είναι – πως  μια μεγάλης κλίμακας υποτίμηση  καταστροφή κεφαλαίων,  θα  οδηγήσει  κράτη  και τράπεζες στο χείλος της  αβύσσου. “Μόλυνση” είναι το όνομα της απειλής, η οποία θα πλανάται πάνω από τα κεφάλια μας, όσο διαρκεί ο φόβος των χρηματοπιστωτικών αγορών.

Για να καθησυχάσουν τις αγορές, οι πολιτικοί κινούνται με βήμα ταχύ σε μια άλλη λύση. Από τη μία, πιέζουν για  ριζικά προγράμματα λιτότητας σε χώρες για να τις επαναφέρουν πίσω σε  υγιή κατάσταση, δηλαδή να αποτελέσουν πάλι  βιώσιμα πεδία επενδύσεων και από την άλλη, επιδιώκουν να κάνουν διαχειρίσιμο το συσσωρευμένο χρέος-βουνό  των κρατών.

Το κάνουν αυτό για να διαβεβαιώσουν τους  γεμάτους αμφιβολία δανειστές πως  οι επενδύσεις τους είναι εγγυημένες – αλλά οι εγγυητές είναι ακριβώς αυτοί των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα  αμφισβητείται. Και έτσι,  με τα χρήματα που δεν έχουν, οι κυβερνήσεις υποτίθεται ότι πρέπει να διασώσουν τα κράτη, να στηρίξουν τις τράπεζες και να επανακτήσουν τη χαμένη χρηματοπιστωτική αξιοπιστία τους.

Αυτή η αντίφαση είναι που εξελίσσεται μήνες τώρα. Η κρίση εμπιστοσύνης μετατρέπεται σε έναν ατέρμονο κύκλο που θα μπορούσε πιθανότατα να σπάσει, σαν μία βραχυπρόθεσμη λύση μόνο αν, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μετατρεπόταν σε εγγυητή. Γιατί μόνο η ΕΚΤ μπορεί, θεωρητικά, να διοχετεύσει απεριόριστα ποσά. Η άρνηση της Γερμανίας, να επιτρέψει στην  ΕΚΤ να αναλάβει το ρόλο αυτό, προέρχεται από την ελπίδα ότι η κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί, χωρίς αυτή την  καταφυγή σε ένα τέτοιο πυρηνικό όπλο.

Η ευρωζώνη δεν είναι εκτός κινδύνου

Έτσι, αυστηρότερες περικοπές, ελάφρυνση χρέους για την Ελλάδα, ενίσχυση  αποθεματικών κεφαλαίων για τις τράπεζες και ένα μεγαλύτερο EFSF,  υποτίθεται ότι αναλαμβάνουν  το καθήκον να επαναφέρουν την εμπιστοσύνη στην πιστοληπτική ικανότητα της Ευρώπης. Εάν αυτό θα λειτουργήσει  είναι αμφίβολο. Κάθε ένα από αυτά τα βήματα είναι πιθανό να ανατροφοδοτήσει την δυσπιστία ακόμη περισσότερο.

Διότι,  με την περικοπή του χρέους, οι πολιτικοί αναθεωρούν  προηγούμενη θέση τους ότι τα ριζικά προγράμματα λιτότητας αποδίδουν. Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, έρχεται σε αντίθεση με την προηγούμενη  διαβεβαίωσή τους  ότι το τραπεζικό σύστημα ήταν αρκετά ισχυρό.

Με την εξουσιοδότηση του ευρωπαϊκού μηχανισμού για τη στήριξη των τραπεζών, εγκαταλείπουν τον ισχυρισμό τους ότι η ανακεφαλαίωση των τραπεζών είναι αρκετή για να τις οχυρώσει έναντι της κρίσης. Κάνοντας το EFSF μεγαλύτερο, αχρηστεύουν την  ετυμηγορία τους ότι η κρίση δεν ήταν παρά ένα πρόβλημα μερικών μικρών κρατών,  που δεν ήξεραν πώς να κρατήσουν  τα βιβλία τους σε τάξη.

Με τη μόχλευση του EFSF σε όλο και περισσότερα δισεκατομμύρια, ανασκευάζουν τον ισχυρισμό τους ότι η Ευρωζώνη είναι τελικά εκτός κινδύνου. Με τον συνεχιζόμενο αγώνα γύρω από το κόστος της διάσωσης του ευρώ, με τις ανησυχίες για τα ευρω-ομόλογα και τυχόν μεγαλύτερη συμμετοχή της ΕΚΤ, με τους αυστηρούς  περιορισμούς που συνοδεύουν τα  μέτρα ανακούφισης, εν ολίγοις, με τους σταθερά πιεστικούς όρους να χαρακτηρίζουν ασφυκτικά τα  σχέδια διάσωσης,  αντιφάσκουν με τον ισχυρισμό  τους ότι θα καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, και μάλιστα χωρίς όρους, για να σώσουν το ευρώ.

*Berliner Zeitung, 27 Οκτ, 2011 (πρόχειρη μετάφραση)

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *