Ηταν σαν σήμερα, 3 Σεπτέμβρη 1944 όταν στην τοποθεσία Λαμπούσα κοντά στην Κύμη στην Εύβοια οι μαχητές του 3ου Τάγματος του 7ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ με διοικητή τον Προκοπή Τζάνο ή Λόγγο έδωσαν ένα καθοριστικό κτύπημα στους Γερμανούς κατακτητές απαντώντας στη θηριωδία που προηγήθηκε τον Μάη του 1944 στο Κακολύρι-Ταξιάρχες (πυρπόληση χωριού και εκτέλεση 30 κατοίκων).
Η μάχη ήταν σκληρή και πολύνεκρη. Το καλά οργανωμένο σχέδιο και ο ηρωισμός των ανταρτών και των εφεδροελασιτών αλλά και η αποφασιστική συμπαράσταση του λαού των γειτονικών χωριών συντέλεσαν στην τελική νίκη.
Οι Γερμανοί άφησαν στο πεδίο της μάχης δεκάδες νεκρούς, 57 τραυματίες και αιχμαλώτους. Οπως μετέδωσε στις 8 Σεπτεμβρίου 1944 στο δελτίο ειδήσεων ο ραδιοφωνικός σταθμός του Λονδίνου, «εις την Εύβοιαν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ εσημείωσαν αξιόλογον επιτυχίαν εξοντώσαντες ολοκληρωτικά γερμανικήν φάλαγγα, κινουμένην εκ Κύμης, εις την θέσιν Λαμπούσα. Η εξ 150 περίπου ανδρών γερμανική δύναμις εξοντώθη. Λάφυρα περιήλθον εις χείρας του ΕΛΑΣ, 10 αυτοκίνητα εκάησαν».
Από τους αντάρτες τραυματίστηκε σοβαρά και υπέκυψε αργότερα στα τραύματά του ο Τσιγγάνος καπετάνιος του ΕΛΑΣ Βασίλης Μήτρου με το ψευδώνυμο «Γύφτος».
Αναφέρει στο βιβλίο του «Η νότια Εύβοια στην Κατοχή» ο καθοδηγητής του ΕΑΜ της νότιας Εύβοιας Θανάσης Τζάνος.
… Αξιος και φιλότιμος καθώς ήταν ο Βασίλης πήρε την πρώτη θέση στη δουλειά της οργάνωσης και έτρεχε στις πιο επικίνδυνες αποστολές που τον έστελναν. Μα ο Βασίλης ήταν ανήσυχος. Η δουλειά της πολιτικής οργάνωσης δεν τον ικανοποιούσε, ήθελε να ανέβει στο βουνό να γίνει αντάρτης, να πολεμήσει τους Γερμανούς με το όπλο στο χέρι…
Στη μεγάλη του όμως επιμονή αναγκάστηκαν να τον αφήσουν και ο Βασίλης έτρεξε όσο μπορούσε γρήγορα για να βρεθεί εκεί που τον έσπρωχνε η καρδιά του, στον ΕΛΑΣ. Και εκεί δεν άργησαν να τον γνωρίσουν, γι’ αυτό πολύ γρήγορα τον αγάπησαν και τον εκτίμησαν.
Τον έμαθαν σε λίγο τα χωριά, τον έμαθαν οι ταγματασφαλίτες, τον έμαθαν οι Γερμανοί. Έρχεται ο Γύφτος” έλεγαν οι τσολιάδες και έτρεχαν να κρυφτούν.
“Πέρασε ο Γύφτος” έλεγαν στις γειτονιές και έτρεχαν να τον γνωρίσουν.
Απέραντη αγάπη από τους σκλαβωμένους και τους φίλους, άσβεστο μίσος από τους Γερμανούς και τους προδότες.
Αφήστε μια απάντηση