Του Γ. Γ.
Μια απ’ τις πιο “διάσημες” σκευωρίες του μετεμφυλιακό κράτους, ενάντια στο ΚΚΕ, ρίχνει αυλαία σαν σήμερα το 1952 με την απόφαση του Αεροδικείου για την περίφημη «Δίκη των αεροπόρων».
Ας ξεδιπλώσουμε αναλυτικά αυτή την ιστορία
Αμέσως μετά την υπόθεση Μπελογιάννη, μια άλλη υπόθεση «κομμουνιστικής συνωμοσίας» τάραξε την πολιτική ζωή στην Ελλάδα και επιβεβαίωσε για ακόμα μια φορά τη δυναμική του ΙΔΕΑ στο εσωτερικό του στρατού και το ρόλο του στην εξέλιξη των πολιτικών πραγμάτων.
Η «Υπόθεση των Αεροπόρων», όπως ονομάστηκε, αφορούσε υποτιθέμενη κομμουνιστική διείσδυση στην Πολεμική Αεροπορία.
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1951 στη Σχολή Ικάρων, κατά τη διάρκεια εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, κατέπεσε ένα αεροπλάνο τύπου Χάρβαρντ. Έπειτα από μερικές ημέρες, σε μία από τις αίθουσες της σχολής ο τοίχος βρέθηκε βαμμένος με ένα σύνθημα υπέρ του ΚΚΕ.
Τα δύο γεγονότα συσχετίστηκαν και ο τότε αρχηγός του ΓΕΑ αντιπτέραρχος Εμ.Κελαϊδής διέταξε ένορκη προανάκριση για «ενδείξεις δολιοφθοράς λαβούσης χώραν επί αεροσκάφους της Σχολής Αεροπορίας».
Με αφορμή την ανακάλυψη αυτή, ο Αμερικανός πρεσβευτής Πιούριφόϊ δήλωνε σε διάβημα του προς τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Σ. Βενιζέλο και προς τον αρχηγό του επιτελείου αεροπορίας Κελαϊδή πως «αι Ηνωμέναι Πολιτείαι εφοδιάζουν την ελληνική αεροπορίαν με πολύτιμον υλικόν και δεν θα ανεχθούν την καταστροφή του από τους κομμουνιστάς δολιοφθορείς».[Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Την προανάκριση για το ζήτημα ανέλαβε ο σμηναγός Ζαφειρόπουλος, ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν επρόκειτο για σαμποτάζ, αλλά για φθορά που οφειλόταν σε έλλειψη ανταλλακτικών και στην κακή ποιότητα των υλικών που πουλούσαν οι Αμερικανοί στην Ελλάδα. Η δεύτερη προανάκριση που διατάχθηκε και την οποία ανέλαβε ο υποσμηναγός Δημακόπουλος, κατέληξε στο ίδιο πόρισμα, αλλά άφηνε υπόνοιες για ευθύνη του αρχισμηνία Γαλανού.
Ο Γαλανός, μετά από βασανιστήρια, “ομολόγησε” τη συμμετοχή του στις δολιοφθορές και έδειξε ως συνενόχους αυτούς που του υποδείχθηκαν: τον επισμηνία Α. Κοντό και τους αρχισμηνίες Αθ. Παπαντωνίου και Αλ. Κοντογεωργάκη. Οι τρεις υπαξιωματικοί με τη σειρά τους, υπό το φόβο των βασανιστηρίων, αναγκάστηκαν να «αποκαλύψουν» και άλλους που δήθεν συμμετείχαν στις δολιοφθορές.
Το Μάρτιο του 1952 οι ανακρίσεις για την υπόθεση ολοκληρώθηκαν και δώδεκα αξιωματικοί της αεροπορίας προφυλακίστηκαν. Οι υποκινητές της σκευωρίας, στην προσπάθειά τους να “δέσουν” την υπόθεση, προσπάθησαν να τη συνδέσουν με την υπόθεση του Μπελογιάννη. Ο ίδιος ο υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Πλαστήρα, σε συνεργασία με τους διευθυντές της αστυνομίας Τσαούση και Πανόπουλο, εκβίασαν τον Δ. Μπάτση (που ήταν συγκατηγορούμενος του Μπελογιάννη) και τη σύζυγό του, λέγοντάς τους ότι ο μόνος τρόπος για να γλιτώσει ο Μπάτσης την εκτέλεση ήταν να ομολογήσει πως οι αεροπόροι διατηρούσαν επαφές με τον Μπελογιάννη. Ο Μπάτσης, όμως, δεν υπέκυψε στους εκβιασμούς και τελικά εκτελέστηκε στις 30 Μαρτίου 1952.
Πραγματικά αδίστακτοι, ο ΙΔΕΑ και ο Κελαϊδής δεν εγκατέλειψαν τις δολοπλοκίες τους. Άλλωστε, ευρισκόμενοι σε πλήρη συνεργασία με τη CIA, είχαν καταφέρει να συστήσουν το παρακράτος που από δω και πέρα θα εκτελούσε όλες τις δύσκολες αποστολές. Έτσι, σε συνεργασία με τον Τομ Καραμεσίνη, σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα, αποφάσισαν να κατασκευάσουν επιπλέον στοιχεία που θα ενοχοποιούσαν τους αθώους αεροπόρους για εγκλήματα κατασκοπείας.
Για το σκοπό αυτό ο Κελαϊδής πλησίασε ένα νεαρό αεροπόρο, τον Νίκο Ακριβογιάννη και με το πρόσχημα ότι θα εκτελούσε μια εθνική αποστολή υψίστης σημασίας, τον έπεισε να προσγειώσει σε αλβανικό έδαφος ένα μονοθέσιο πολεμικό αεροπλάνο. Την προετοιμασία της αποστολής ανέλαβαν οι άνθρωποι της CIA, Καραμεσίνης και Ντόσλεϋ Κλάρκ.
Όπως αναφέρει σε υπόμνημα που υπέβαλε το Μάρτιο του 1976 στο Αρχηγείο Αεροπορίας ο ταξίαρχος αεροπορίας Β.Δέδες : “…Ο Ακριβογιάννης εμυήθη 20-30 ημέρας τουλάχιστον προ της αποδράσεώς του και καθ΄ον χρόνο σκοπίμως ετέλει υπό εξέτασιν της πτητικής του ικανότητος. Η μύησίς του εγένετο υπό παράγοντας της Σχολής Αεροπορίας, οι οποίοι και τον έπεισαν με δελεαστικά ανταλλάγματα να μεταβή εις Αλβανίαν, εξασφαλίζοντας έτσι το μέλλον του, επί εθνική αποστολή κατασκοπείας, κατά την οποίαν ούτος θα εμφανίζετο ως φυγάς κομμουνιστής”. [Οι πολιτικές δίκες, του Θ. Σαμπατακάκη από το συλλογικό έργο του Ε-Ιστορικά “21 Απριλίου – Πώς ήρθε και πώς έπεσε η χούντα”]
Πράγματι, στις 7 Απριλίου 1952 ο Ακριβογιάννης προσγειώθηκε στο Αλβανικό έδαφος, ενώ μέχρι την τελευταία στιγμή συνοδευόταν από ένα ή δύο αεροπλάνα, στα οποία επέβαιναν ο αντισμηναγός Μητσάκος και οι δύο παραπάνω Αμερικανοί. Το καθεστώς του Εμβέρ Χότζα, ενημερωμένο ήδη από τους Έλληνες συναδέλφους του, τον συνέλαβε και τον καταδίκασε σε θάνατο, χωρίς ούτε ο ίδιος να γνωρίζει το λόγο. Ο Ακριβογιάννης εκτελέστηκε ένα χρόνο αργότερα, τον Απρίλιο του 1953, ως κατάσκοπος της ελληνικής κυβέρνησης.
Εν τω μεταξύ, στην Αθήνα ο Ακριβογιάννης βαφτιζόταν «κομμουνιστής πράκτορας» και σύνδεσμος του Μπελογιάννη με τους συντρόφους του στην Αλβανία. Η υπόθεση των αεροπόρων έπαιρνε νέες διαστάσεις, καθώς τώρα υπήρχαν “αποδείξεις” για την ύπαρξη κομμουνιστικού δικτύου στην αεροπορία. Η προανάκριση της υπόθεσης ανατέθηκε στον αντισμήναρχο Μητσάκο που είχε συνοδεύσει τον Ακριβογιάννη στην Αλβανία και που είχε λάβει μέρος προσωπικά στα βασανιστήρια των αεροπόρων που είχαν συλληφθεί.
Ο Σ. Βενιζέλος δήλωνε στις 18 Απριλίου 1952 ότι «εις όλας τας χώρας τα κομμουνιστικά κόμματα καταβάλλουν συστηματικάς προσπάθειας διεισδύσεως εις τον στρατόν. Τούτο συμβαίνει και εις την Ελλάδα. Η Κυβέρνησις εν τούτοις παρακολουθεί τας ενέργείας των και τας πατάσσει εν τη γενέσει των» ενώ ο Πλαστήρας δήλωνε ότι «παρακολουθούμεν αγρύπνως κάθε ύποπτον σημείον και το πατάσσομεν (…). Είμεθα ακλονήτως αποφασισμένοι να μη επιτρέψωμεν εις κανένα να κινήση το δάκτυλόν του εις βάρος της Εθνικής Ασφαλείας, εσωτερικής και εξωτερικής…» [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ. Δεμερτζή]
Στις 15 Ιουλίου 1952 ολοκληρώθηκε το πόρισμα της έρευνας και 15 αεροπόροι μαζί με 5 πολίτες θεωρήθηκαν ένοχοι για την υπόθεση της “κομμουνιστικής συνωμοσίας” στην Αεροπορία. Σύμφωνα με το βούλευμα, όλοι οι κατηγορούμενοι εκτελούσαν εντολές της ευρισκόμενης στο εξωτερικό ηγεσίας του ΚΚΕ και παραπέμπονταν για παράβαση του Ν. 375/1936 περί κατασκοπείας.
Στις 21 Αυγούστου ξεκίνησε η δίκη των αεροπόρων. Ένας από τους κατηγορούμενους, ο καθηγητής μαθηματικών Χ. Δάδαλης που κατηγορήθηκε ως το πρόσωπο που έδωσε τη διαταγή στον Ακριβογιάννη να φυγαδεύσει το πολεμικό αεροσκάφος και να το προσγειώσει στην Αλβανία, πέθανε στη διαδικασία της προανάκρισης κατά τη διάρκεια βασανιστηρίων. Στις 17 Σεπτεμβρίου το Αεροδικείο καταδίκασε σε θάνατο δύο κατηγορούμενους και στους υπόλοιπους επέβαλε ποινές από 15 χρόνια φυλακής έως ισόβια.
Το Σεπτέμβριο του 1953 η υπόθεση έφτασε στο Αναθεωρητικό Στρατοδικείο αλλά, παρά το γεγονός ότι πλέον υπήρχαν μαρτυρίες που αποκάλυπταν τη συνωμοσία και τα βασανιστήρια στα οποία υποβλήθηκαν οι κατηγορούμενοι αξιωματικοί και πολίτες, το στρατοδικείο έβγαλε ξανά καταδικαστικές αποφάσεις μετριάζοντας μόνο τις ποινές.
Τελικά, το Νοέμβριο του 1955 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ως πρωθυπουργός, παραχώρησε αμνηστία στα θύματα της υπόθεσης αυτής χωρίς, όμως, να επιτρέψει την επαναφορά τους στο Σώμα της Αεροπορίας. Μάλιστα, μερικά χρόνια αργότερα, ο Κ.Καραμανλής είπε στον αμνησθέντα αξιωματικό και συμπατριώτη του από τις Σέρρες Γεώργιο Μαδεμλή κατά τη διάρκεια συνάντησής τους, ότι γνώριζε πως ήταν αθώοι
Βραχυπρόθεσμος σκοπός της σκευωρίας ήταν να υπονομεύσει την κυβέρνηση Πλαστήρα και να δείξει ότι ήταν απαραίτητη για την εθνική ασφάλεια η επικράτηση του Ελληνικού Συναγερμού στις επόμενες εκλογές. Μακροπρόθεσμα, ο ΙΔΕΑ αποσκοπούσε στο να επιβάλει τον απόλυτο έλεγχο του και στην Αεροπορία. Οι περισσότεροι από τους αξιωματικούς που ενοχοποιήθηκαν ήταν δημοκρατικοί, ενώ υπήρχαν και αρκετοί συντηρητικοί και φιλομοναρχικοί, που δεν ανήκαν όμως στην οργάνωση του ΙΔΕΑ.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον προκαλεί η εξέλιξη των πρωταγωνιστών της σκευωρίας. “Η κυβέρνηση Παπάγου και ο ΙΔΕΑ για να ανταμείψουν τον αρχηγό ΓΕΑ Κελαϊδή για τις υπηρεσίες που τους πρόσφερε, παρέτειναν το όριο ηλικίας για τη θέση που κατείχε και παρέμεινε αρχηγός του ΓΕΑ ως το 1955.
Στην ηγεσία της Αεροπορίας τον διαδέχτηκε ένας από τους αεροδίκες της «υπόθεσης των αεροπόρων», ο ακροδεξιός σμήναρχος Κ. Μαργαρίτης. Ένας ακόμα από τους αεροδίκες της υπόθεσης, ο αντισμήναρχος τότε Αντωνάκος, χρίστηκε αρχηγός της Αεροπορίας το 1964, ύστερα από μια νέα μικρή «υπόθεση Αεροπορίας». Μάλιστα, ο συγκεκριμένος αξιωματικός ακινητοποίησε την Αεροπορία την ημέρα του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου. Τέλος, ένας από τους πρωτεργάτες των βασανιστηρίων, ο σμηναγός Σκαρμαλιωράκης, τοποθετήθηκε στην θέση του ταξίαρχου της Αεροπορίας το 1967 από το καθεστώς της Χούντας, ενώ στη συνέχεια διετέλεσε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Πολιτισμού μέχρι το 1973.” [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε, το παρακράτος απλωνόταν και καταλάμβανε όλο και πιο καίριες θέσεις μέσα στο κράτος. Και αν το παρακράτος μπόρεσε να κάνει όλα αυτά κατά την περίοδο 1949-1952, που από κάποιους αποκλήθηκε ως φιλελεύθερο διάλειμμα στην πολιτική ζωή του τόπου, εύκολα μπορούσε να μαντέψει κανείς τι θα έκανε όταν θα ανέβαινε στην εξουσία ο Παπάγος.
Αφήστε μια απάντηση