Η δημόσια εκπαίδευση στην Ελλάδα την εποχή της νέας κατοχής

Αλγεινοτέρα γαρ, ανδρί γε φρόνημα έχοντι, η μετά του μαλακισθήναι κάκωσις
(Για ένα συνετό άνθρωπο, η ήττα που οφείλεται σε δειλία και αδράνεια είναι περισσότερο επώδυνη)

Θουκυδίδης
Το τελευταίο διάστημα γίνονται ολοένα και περισσότερο φανερές οι συνέπειες από την εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής στο χώρο της Εκπαίδευσης με πρώτες και καλύτερες τις επιπτώσεις από την περικοπή των δημοσίων δαπανών. Μιλάμε για την αδυναμία αντιμετώπισης βασικών λειτουργικών εξόδων των σχολείων, όπως είναι η καθαριότητα, η θέρμανση, η μεταφορά των μαθητών, η φύλαξη, η ανανέωση των αναλώσιμων υλικών και του εξοπλισμού, η λειτουργία των βιβλιοθηκών κτλ. Κι αυτό γιατί με βάση τον «Καλλικράτη», η ευθύνη για το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών αυτών έχει περιέλθει εξολοκλήρου στους Δήμους, πολλοί από τους οποίους αδυνατούν να αντεπεξέλθουν.

Σε ό,τι αφορά τους εκπαιδευτικούς, από την αρχή της χρονιάς εφαρμόζεται το Ενιαίο Μισθολόγιο που δίκαια έχει χαρακτηριστεί ως «φτωχολόγιο» αφού η πλειοψηφία αμείβεται με μισθούς που μετά βίας φτάνουν τα 1000 ευρώ, ενώ για τους νέους συναδέλφους η κατάσταση δεν είναι απλώς τραγική, είναι εξευτελιστική με αμοιβές που ξεκινούν από τα 577 ευρώ!!! Περιττό να υπενθυμίσουμε ότι οι εκπαιδευτικοί είναι από τους λίγους κλάδους δημοσίων υπαλλήλων που κατά κανόνα, τα πρώτα τουλάχιστον χρόνια, υπηρετούν μακριά από τα σπίτια τους σε απομακρυσμένες και συχνά δυσπρόσιτες περιοχές.

Πρόκειται ουσιαστικά για μία συστηματική και απόλυτα συνειδητή πολιτική διάλυσης της δημόσιας εκπαίδευσης ή έστω αυτού που έχει απομείνει από αυτήν. Γιατί, βέβαια, όλα τα προηγούμενα χρόνια, η εκάστοτε ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, κυριολεκτικά στου κασίδη το κεφάλι, επιχειρούσε να εφαρμόσει επιλεκτικά και αποσπασματικά, συνήθως αποτυχημένα, εισαγόμενα εκπαιδευτικά συστήματα. Το αποτέλεσμα αυτών των «μεταρρυθμίσεων» ήταν η απαξίωση και περιφρόνηση της γνώσης που θεωρείται πλέον «χρήσιμη» μόνον εφόσον συμβάλλει στην «κατάρτιση» του εκπαιδευόμενου. Εγκαταλείπεται επομένως η πνευματική καλλιέργεια, ως μη πρακτικά ωφέλιμη, για να δοθεί έμφαση σε πρακτικά χρήσιμες δεξιότητες χωρίς όμως τελικά να επιτυγχάνεται ούτε αυτός ο επιθυμητός, υποτίθεται, στόχος. Γιατί, κοντά στη γνώση, υπονομεύτηκε κάθε άλλη ηθική αξία, όπως η δημιουργικότητα, η προσφορά, ο σεβασμός, η δημοκρατική, εθνική και θρησκευτική συνείδηση.

Το παγκόσμια μοναδικό φαινόμενο της παραγωγής χιλιάδων αριστούχων κάθε χρόνο από τα Λύκεια που δε διαθέτουν ούτε βασικές γνώσεις γενικής παιδείας είναι πολύ χαρακτηριστικό. Ανυπολόγιστη παραμένει και η ηθική βλάβη από την εξίσου καταστροφική παιδαγωγική φιλοσοφία που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στα σχολεία, με βάση την οποία ο μόχθος και η προσπάθεια για την κατάκτηση της γνώσης θεωρούνται περιττές αφού ισχύει το σύστημα της ακώλυτης προαγωγής. Τέλος, στο επίπεδο της συμπεριφοράς αντί για το σεβασμό και την αλληλεγγύη, καλλιεργούνται και ενθαρρύνονται ο ακραίος ατομισμός και εγωισμός σε ένα περιβάλλον όπου ακόμη και η λογική αυστηρότητα προς το μαθητή κινδυνεύει να θεωρηθεί είτε «προσβολή της προσωπικότητας» είτε αποθάρρυνση από την πρόοδό του.

Η παρούσα κατοχική κυβέρνηση επιχειρεί να ολοκληρώσει το έργο των προηγούμενων κατεδαφίζοντας ό,τι έχει απομείνει όρθιο από μια παιδεία προ πολλού στερημένη από το αυθεντικό της νόημα. Πολύ χαρακτηριστικά, τα μέτρα που ήδη εφαρμόζονται στο Δημοτικό όπου τα Αγγλικά και η Πληροφορική διδάσκονται πλέον εξ απαλών ονύχων, από την… Α΄ τάξη, αλλά και στο Γυμνάσιο και το «Νέο» Λύκειο όπου η εκμάθηση της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, της Ιστορίας και της Λογοτεχνίας έχουν περίπου τεθεί εκτός προγράμματος. Και εάν κάποιοι θεωρούν τις επισημάνσεις αυτές υπερβολικές, ας ανατρέξουν στο νέο αναλυτικό πρόγραμμα για τη διδασκαλία των φιλολογικών μαθητών στην Α΄ Λυκείου.

Αν αυτή είναι η κατάσταση που περιγράψαμε, ποιος είναι ο ρόλος των εκπαιδευτικών σήμερα; Τα παλιότερα χρόνια, το συνδικαλιστικό κίνημα αναλωνόταν κυρίως στη διεκδίκηση μισθολογικών αυξήσεων και θεσμικών αλλαγών που ενίσχυαν έναν μάλλον αμφιλεγόμενο «εκσυγχρονισμό» της Παιδείας ενώ το προηγούμενο διάστημα, αποδυναμωμένο από την άποψη της συμμετοχής στις κινητοποιήσεις και απαξιωμένο στη συνείδηση του κλάδου περιορίστηκε αναγκαστικά σε μία απέλπιδα προσπάθεια να αποκρουστούν τα κυβερνητικά μέτρα. Τη χαμένη τιμή του συνδικαλισμού των εκπαιδευτικών έσωσε η επικράτηση της, αρχικά μειοψηφικής θέσης, να συνταχθεί με το γενικότερο λαϊκό κίνημα αντίστασης στο μνημόνιο και την κυβέρνηση. Η υποχώρηση του αντιστασιακού κινήματος σε επιμέρους πρωτοβουλίες και αντιδράσεις μετά την προσχώρηση και της ΝΔ στην κυβέρνηση, θέτει επί τάπητος το ζήτημα του τι κάνουν σήμερα οι εκπαιδευτικοί.

Οι εκπαιδευτικοί σήμερα έχουν, περισσότερο από κάθε άλλη φορά τα τελευταία χρόνια, την ευθύνη μιας ηθικής και πολιτισμικής επανάστασης. Έχουν την ευθύνη να αποκαταστήσουν τη χαμένη τιμή του σχολείου μαθαίνοντας στα παιδιά μας γράμματα, ήθος και αξίες, σεβασμό και αγάπη για τον τόπο, τη φύση και τον πολιτισμό που γεννήθηκε σε αυτόν. Αυτοί οι περιφρονημένοι κοινωνικά,  εξευτελισμένοι οικονομικά, και διασυρμένοι ηθικά εκπαιδευτικοί δεν επιτρέπεται σήμερα να παραιτηθούν και να δουλεύουν «για όσο (δεν) πληρώνονται», όπως πιθανά να σκέφτονται και να πράττουν ορισμένοι κοντόθωρα σκεπτόμενοι στο χώρο αυτό. Ούτε θα ήταν σωστό να υιοθετηθούν τακτικές «σαμποτάζ» στην εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων που αφορούν τη λειτουργία του σχολείου. Αντίθετα, οφείλουν να ορθώσουν το ανάστημά τους και να ταχθούν στην πρώτη γραμμή του παλλαϊκού κινήματος εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, εφοδιάζοντας σήμερα τη νέα γενιά με όλα εκείνα τα στοιχεία που θα της επιτρέψει να ελπίζει σε ένα καλύτερο μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό η απόρριψη των νέων αναλυτικών προγραμμάτων και η ανάληψη διδακτικών πρωτοβουλιών που ακυρώνουν στην πράξη τις επιλογές του συστήματος και επαναφέρουν στη σχολική αίθουσα τη γνώση και το σεβασμό για τη φύση, την Ιστορία και τον Πολιτισμό αποτελεί το κρισιμότερο ίσως πεδίο αντίστασης.

Παράλληλα όμως, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να ξανασυναντηθούν με τον ελληνικό λαό σε κινήσεις που στοχεύουν στην ανατροπή της παρούσας κυβέρνησης και την ανάδειξη μιας πολιτικής λύσης που θα διασφαλίζει εθνική ανεξαρτησία και αξιοπρεπή διαβίωση. Στην προηγούμενη Κατοχή, οι δάσκαλοι έδωσαν το παρών στρατευόμενοι μαζικά στην Εθνική Αντίσταση. Τέτοιους δασκάλους έχουμε ανάγκη και σήμερα. Διαφορετικά θα δικαιωθεί για άλλη μια φορά ο μεγάλος μας Ιστορικός τα λόγια του οποίου συνοδεύουν τον τίτλο του σημειώματός μας.
Πηγή: Τάσος Χατζηαναστασίου, μέλος ΔΣ ΕΛΜΕ Αργολίδας, φιλόλογος στο ΕΠΑΛ Ναυπλίου- “Αλφαβήτα”

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *