«Κόλαφος» είναι το σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης που εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε βάρος της Ελλάδας για την υπόθεση του κτηνώδους βασανισμού οικονομικού μετανάστη από λιμενικό των Χανίων πριν από ένδεκα χρόνια.
Ο μετανάστης είχε καταγγείλει τον λιμενικό ότι τον είχε κακοποιήσει σεξουαλικά με την χρήση γκλομπ στο χώρο των ντους και ότι οι Αρχές δεν του επέτρεψαν να εξεταστεί από γιατρό στις εγκαταστάσεις όπου βρισκόταν.
Η Ελλάδα καταδικάστηκε να καταβάλει στον μετανάστη το ποσό των 53.000 ευρώ για ψυχική οδύνη και δικαστικά έξοδα.
Θα πληρώσει η Ελλάδα για τον βασανισμό μετανάστη από λιμενικό στην Κρήτη
Της Ευαγγελίας Καρεκλάκη
Νέα “καμπάνα” από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Στη θέση του εξακολουθεί να βρίσκεται ο δράστης!
«Χαστούκι» για την Ελλάδα είναι η καταδίκη της από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την υπόθεση του κτηνώδους βασανισμού οικονομικού μετανάστη από λιμενικό των Χανίων πριν από ένδεκα χρόνια. Το σκεπτικό της απόφασης είναι κόλαφος για το ελληνικό σύστημα διερεύνησης και απονομής της Δικαιοσύνης, αφού κρίνεται ανεπαρκές σε όλα του τα στάδια.
Ο μετανάστης είχε καταγγείλει τον λιμενικό-ο οποίος σύμφωνα με ανώτερο στέλεχος του Λιμενικού Σώματος εξακολουθεί να υπηρετεί στο νησί-ότι τον είχε κακοποιήσει σεξουαλικά με την χρήση γκλομπ στο χώρο των ντους και ότι οι Αρχές δεν του επέτρεψαν να εξεταστεί από γιατρό στις εγκαταστάσεις όπου βρισκόταν.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο οποίο προσέφυγε τελικώς ο καταγγέλλων, τον δικαίωσε, αναγνωρίζοντας ότι είχε υποστεί βασανισμό και ότι υπήρξε σαφέστατη παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ από την Ελλάδα λόγω των πράξεων που τελέστηκαν σε βάρος του μετανάστη.
Έτσι καταδίκασε την Ελλάδα στο να καταβάλλει το ποσό των 50.000 ευρώ για ηθική βλάβη καθώς και το ποσό των 3.500 ευρώ για δικαστικά έξοδα.
Οι καταγγελίες
Το χρονικό της απίστευτης υπόθεσης παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον καθώς διαπιστώνεται, όπως αναφέρεται, η παθογένεια του συστήματος στην διερεύνηση του περιστατικού. Παρά τις αντιξοότητες που συνάντησε, ο οικονομικός μετανάστης επέμεινε στο να κυνηγήσει την υπόθεση, απευθυνόμενος μάλιστα στον Συνήγορο του Πολίτη. Είναι ενδεικτικό ότι αναγκάστηκε να δραπετεύσει για να κινήσει τις διαδικασίες για την δικαίωση του. Η υπόθεση είχε προκαλέσει σάλο πανελληνίως και μάλιστα είχε προκαλέσει την παρέμβαση του τότε υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας.
Ο μετανάστης είχε επιβιβαστεί σε ένα πλοίο από την Κωνσταντινούπολη μαζί με άλλους 164. Το πλοίο κατελήφθη από το Λιμενικό Σώμα και οδηγήθηκε στο λιμάνι των Χανιών. Κατήγγειλε ότι δύο λιμενικοί τον υποχρέωσαν να ξεντυθεί όσο ήταν στο μπάνιο κι ότι ένας από αυτούς τον απείλησε και τελικά τον βίασε με ένα γκλομπ. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το συμβάν, οι κρατούμενοι προχώρησαν σε απεργία πείνας. Κάποιοι από τους λιμενικούς στη συνέχεια τους χτύπησαν, τους κατέβρεξαν με νερό κι ένα άλλο χημικό, ενώ έναν κρατούμενο τον έβαλαν να πηδάει σαν …λαγός. Ο προϊστάμενος της λιμενικής υπηρεσίας – που δεν ήταν παρών στα περιστατικά – διέταξε έρευνα. Ο καταγγέλλων ζήτησε να υποδείξει τον υπάλληλο που τον βίασε, αλλά το αίτημά του να εξεταστεί από τον γιατρό της υπηρεσίας απορρίφθηκε. Ωστόσο, ο γιατρός εξέτασε τους κρατούμενους που ισχυρίστηκαν ότι χτυπήθηκαν και κατέγραψε ότι 16 από αυτούς είχαν σωματικές βλάβες. Πέντε από αυτούς οδηγήθηκαν στο νοσοκομείο. Στις 8 Ιουνίου 2001, ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας επιβεβαίωσε ότι είχε ξεκινήσει εσωτερική διοικητική έρευνα. Στις 10 Ιουνίου οι μετανάστες μεταφέρθηκαν στο παλαιό αεροδρόμιο των Χανίων όπου τους επισκέφθηκαν εκπρόσωποι των Γιατρών του Κόσμου. Τον Ιούλιο οι μετανάστες έλαβαν έγγραφα ως αιτούντες άσυλο, καθώς και εισιτήρια για να ταξιδεύσουν ως την Αθήνα και 5 δραχμές(!) καθένας. Ο προσφεύγων δραπέτευσε από το λεωφορείο και πήγε μόνος του στην Αθήνα.
Στις 14 Αυγούστου 2001 ένας ανώτερος λιμενικός υπέβαλε την έκθεση του σχετικά με την διοικητική εξέταση της υπόθεσης. Η έκθεση βασίστηκε στα στοιχεία που κατέθεσε ο υπάλληλος, ο οποίος ανέφερε ότι χτύπησε ελαφρά στα οπίσθια με τον γκλομπ τον μετανάστη. Η έκθεση αποδεχόταν αυτή την κατάθεση ως πειστική, δεδομένου ότι δεν είχε καταγραφεί κάποια σωματική βλάβη του προσφεύγοντος στα σχετικά αρχεία.
Ο φάκελος διαβιβάστηκε στον εισαγγελέα του Ναυτοδικείου Χανίων, ο οποίος κίνησε ποινική δίωξη στις 3 Οκτώβρη εναντίον πέντε λιμενικών. Όσον αφορά τον υπάλληλο που κατηγορεί ο προσφεύγων για το βιασμό, παραπέμφθηκε για βίαιη επίθεση εναντίον της ανθρώπινης και σεξουαλικής αξιοπρέπειας. Η δίκη αναβλήθηκε δύο φορές. Ένα χρόνο μετά, ο προσφεύγων διαπίστωσε ότι η κατάθεσή του για τον βιασμό είχε καταγραφεί με ανακρίβειες, ότι ο βιασμός είχε αποδοθεί ως “ράπισμα” και “χρήση ψυχολογικής βίας”.
Στις 15 Νοεμβρίου 2003, ο μετανάστης επικοινώνησε με τον Συνήγορο του Πολίτη. Ο τελευταίος έστειλε μια επιστολή στον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας, ζητώντας του να διαταχθεί νέα πειθαρχική έρευνα, καθώς η πρώτη διοικητική εξέταση δεν είχε λάβει υπόψη τον βιασμό του προσφεύγοντος από τον λιμενικό. Ο Συνήγορος του Πολίτη ανέφερε ότι η υπόθεση έθιγε την εικόνα και την τιμή της Λιμενικής Υπηρεσίας και έθετε σε αμφιβολία την ικανότητα της Χώρας να διασφαλίσει τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Τον Φεβρουάριο του 2004 ο προσφεύγων έφυγε από την Ελλάδα και πήγε αρχικά στην Τουρκία και στη συνέχεια στο Λονδίνο με τον σύντροφό του. Ζήτησε ενημέρωση για την υπόθεσή του μέσω της Ελληνικής πρεσβείας.
Από το πρωτοβάθμιο στο δευτεροβάθμιο, η ποινή έγινε …πρόστιμο
Στις 15 Οκτώβρη 2004 το Ναυτοδικείο καταδίκασε τον λιμενικό σε ποινή φυλάκισης 30 μηνών για προσβολή σεξουαλικής αξιοπρέπειας.
Στην εκδίκαση της έφεσης, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μείωσε την ποινή σε έξι μήνες που μετατράπηκε, όπως αναφέρεται, σε πρόστιμο 792 ευρώ.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι μια τόσο σοβαρή πράξη διείσδυσης στο σώμα του θύματος αποτελεί βασανιστήριο, όπως έχει εξάλλου κριθεί κι από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Πρώην Γιουγκοσλαβία, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Ρουάντα και το Παναμερικάνικο Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν διεξήχθη επαρκής και αποτελεσματική έρευνα, αφού είχε απορριφθεί το αίτημα του προσφεύγοντος να εξεταστεί από γιατρό μετά τον βιασμό του, καθώς και ότι το περιστατικό είχε καταγραφεί ανακριβώς ως “ράπισμα” και “άσκηση ψυχολογικής βίας”.
Επιπλέον, οι Ελληνικές αρχές δεν ενημέρωσαν τον προσφεύγοντα κατά τρόπον ώστε να του επιτραπεί να ασκήσει τα δικαιώματά του ως πολιτικώς ενάγων και να ζητήσει αποζημίωση.
Έτσι, οι Ελληνικές αρχές παρέβησαν την υποχρέωσή τους για παροχή ενημέρωσης. Ο προσφεύγων ενημερώθηκε μόνο εκ των υστέρων, όταν είχε ήδη γίνει η δίκη και είχε εκδοθεί η απόφαση.
Έτσι, δεν του δόθηκε η δυνατότητα να ασκήσει όλα τα δικαιώματα που προβλέπονται για τον πολιτικώς ενάγοντα από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Πηγή: Εφημερίδα Πατρίς – Κρήτη
Αφήστε μια απάντηση