Του Michel Bauwens*
Αξίζει πραγματικά το Facebook 100 δις $ – και από που προκύπτει αυτή η τιμή;
Μήπως το Facebook εκμεταλλεύεται τους χρήστες του;
Δεν πρόκειται για νέα συζήτηση. Το θέμα αυτό επανεμφανίζεται τακτικά στην μπλογκόσφαιρα και στους ακαδημαϊκούς κύκλους, από τότε που η Tiziana Terranova επινόησε τον όρο «Δωρεάν Εργασία» για να δείξει μια νέα μορφή καπιταλιστικής εκμετάλλευσης της απλήρωτης εργασίας – αναφερόμενη καταρχήν στους θεατές των κλασικών ραδιοτηλεοπτικών μέσων, και τώρα στη νέα γενιά των συμμετεχόντων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε δικτυακούς τόπους όπως το Facebook. Το επιχείρημα μπορεί να συνοψιστεί στη φράση: «Αν είναι δωρεάν, τότε εσύ είσαι το προϊόν που πωλείται».
Ο όρος αυτός επανεμφανίστηκε πρόσφατα σε ένα άρθρο των Christopher Land και Steffen Böhm από το Πανεπιστήμιο του Essex, με τίτλο «Μας εκμεταλλεύονται! Γιατί όλοι δουλεύουμε για το Facebook δωρεάν». Σε αυτό το μίνι-δοκίμιο, ισχυρίζονται ότι «μπορούμε να τοποθετήσουμε τους χρήστες του Facebook στη θέση των εργαζομένων. Εάν η εργασία νοείται ως “δραστηριότητα που παράγει αξία”, τότε η ενημέρωση της κατάστασής σας, το να κάνεις “like” ή το να προσκαλείς φίλους, δημιουργεί το βασικό εμπόρευμα του Facebook».
Αυτό το επιχείρημα είναι παραπλανητικό, ωστόσο, διότι συγχέει δύο τύπους δημιουργίας αξίας που είχαν ήδη αναγνωριστεί ως διακριτοί από την πολιτική οικονομία του 18ου αιώνα. Πρόκειται για τη διάκριση μεταξύ αξίας χρήσης και ανταλλακτικής αξίας. Για χιλιάδες χρόνια, υπό συνθήκες μη-καπιταλιστικής παραγωγής, η πλειοψηφία του εργαζόμενου πληθυσμού παρήγαγε απευθείας «αξία χρήσης» – είτε για τους εαυτούς τους οι αγρότες, είτε ως δοσίματα στη διευθυντική τάξη. Μόνο στον καπιταλισμό η πλειοψηφία του ενεργού πληθυσμού παράγει «ανταλλακτική αξία» πουλώντας την εργασία του σε επιχειρήσεις. Η διαφορά μεταξύ αυτού που πληρωνόμαστε και αυτού που πληρώνει η αγορά για τα προϊόντα που δημιουργούμε είναι η «υπεραξία».
Οι χρήστες του Facebook, όμως, δεν είναι εργαζόμενοι που παράγουν εμπορεύματα για ένα μισθό, και το Facebook δεν πουλάει αυτά τα προϊόντα στην αγορά για τη δημιουργία υπεραξίας.
Πράγματι, οι χρήστες του Facebook δεν δημιουργούν άμεσα ανταλλακτική αξία, αλλά επικοινωνιακή αξία χρήσης. Αυτό που κάνει το Facebook είναι ότι καθιστά δυνατή αυτή τη συγκέντρωση ανταλλαγής και συνεργασίας γύρω από την πλατφόρμα του – και ενεργοποιώντας, διαμορφώνοντας και «ελέγχοντας» αυτή τη δραστηριότητα, συγκεντρώνει το ενδιαφέρον. Είναι αυτή η συγκέντρωση ενδιαφέροντος που πωλείται στους διαφημιστές, για περίπου 3,2 δις $ ανά έτος, το οποίο αντιστοιχεί σε μόλις 3,79 δολάρια διαφημιστικά έσοδα ανά χρήστη.
Μπορούμε, βεβαίως, να υποστηρίξουμε ότι το Facebook κάνει πολλά περισσότερα από το να πουλά απλά το ενδιαφέρον που συγκεντρώνει. Για παράδειγμα, η γνώση της κοινωνικής συμπεριφοράς μας, μέχρι και σε ατομικό επίπεδο, έχει αναμφίβολα στρατηγική αξία – τόσο για πολιτικούς φορείς όσο και για εμπορικές επιχειρήσεις. Αλλά αυτή η υπεραξία αξίζει πραγματικά 100 δις δολάρια; Αυτό παραμένει ένα στοίχημα. Προς το παρόν, είναι πιθανό ότι οι σχεδόν ένα δισεκατομμύριο χρήστες του Facebook δεν βρίσκουν τα 3,79 δολάρια διαφημιστικά έσοδα ανά χρήστη πολύ εκμεταλλευτικά, ιδιαίτερα καθώς δεν πληρώνουν για να χρησιμοποιήσουν το Facebook, και χρησιμοποιούν την ιστοσελίδα εθελοντικά. Τούτου λεχθέντος, υπάρχει ένα τίμημα για τη μη χρησιμοποίηση του Facebook, που αφορά τη σχετική κοινωνική απομόνωση από τους συνομηλίκους που είναι χρήστες.
Δημιουργώντας έλλειψη
Αυτό που είναι σημαντικό, ωστόσο, είναι ότι το Facebook δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά μέρος μιας πολύ ευρύτερης τάσης στην κοινωνία μας: μία εκθετική αύξηση της δημιουργίας αξίας χρήσης από παραγωγικά «κοινά», ή «produsers»1, σύμφωνα με τον όρο του Axel Bruns. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι αυτό δημιουργεί ένα τεράστιο πρόβλημα για το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά και για τους εργαζόμενους, όπως τους αντιλαμβανόμασταν παραδοσιακά. Οι αγορές νοούνται ως τρόποι για την κατανομή των περιορισμένων πόρων, και ο καπιταλισμός είναι στην πραγματικότητα όχι μόνο ένα σύστημα ελλιπούς «διανομής» αλλά επίσης ένα σύστημα δημιουργίας έλλειψης, το οποίο μπορεί μόνο να συσσωρεύει κεφάλαιο με τη συνεχή αναπαραγωγή και επέκταση συνθηκών έλλειψης.
Όταν δεν υπάρχει ένταση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, δεν μπορεί να υπάρξει καμία αγορά και καμία συσσώρευση κεφαλαίου. Αυτό που οι ομότιμοι παραγωγοί κάνουν, προς το παρόν παράγοντας κυρίως άυλες οντότητες, όπως γνώση, λογισμικό και σχεδιασμό, είναι να δημιουργούν αφθονία εύκολα αναπαραγόμενων πληροφοριών και δραστικών γνώσεων.
Αυτά δεν μπορούν να μεταφραστούν άμεσα σε αγοραία αξία, γιατί δεν είναι καθόλου σπάνια – είναι σε υπεραφθονία. Και αυτή η δραστηριότητα, εξάλλου, ασκείται από εργαζόμενους της γνώσης, των οποίων οι γραμμές είναι διαρκώς επεκτεινόμενες. Αυτή η υπερπροσφορά απειλεί να καταστήσει τη δουλειά των εργαζομένων της γνώσης επισφαλή. Ως εκ τούτου, μια αυξανόμενη έξοδος παραγωγικών δυνατοτήτων, υπό τη μορφή της άμεσης παραγωγής αξίας χρήσης, έξω από το υπάρχον χρηματικό σύστημα, μπορεί να λειτουργήσει μόνο στο περιθώριό του. Στο παρελθόν, κάθε φορά που μια τέτοια έξοδος συνέβαινε -των σκλάβων κατά την αποσύνθεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ή των δουλοπάροικων στα τέλη του Μεσαίωνα- ήταν ακριβώς η στιγμή όπου είχαν τεθεί οι συνθήκες για μείζονες κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές.
Πράγματι, χωρίς κεντρική εξάρτηση από το κεφάλαιο, τα εμπορεύματα και την εργασία, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τη διατήρηση του καπιταλιστικού συστήματος.
Το πρόβλημα είναι το εξής: η διαδικτυακή συνεργασία επέτρεψε τη δημιουργία αξίας χρήσης κατά τρόπο που παρακάμπτει πλήρως την ομαλή λειτουργία του οικονομικού μας συστήματος. Κανονικά, οι αυξήσεις της παραγωγικότητας κατά κάποιο τρόπο επιβραβεύονται, και οι ανταμοιβές αυτές δίνουν τη δυνατότητα στους καταναλωτές να αντλούν εισόδημα και να αγοράζουν προϊόντα.
Αλλά αυτό δεν συμβαίνει πλέον. Οι χρήστες του Facebook και του Google δημιουργούν εμπορική αξία για τις πλατφόρμες τους, αλλά μόνο πολύ έμμεσα. Και δεν ανταμείβονται καθόλου για τη δική τους δημιουργία αξίας. Καθώς ό,τι δημιουργούν δεν είναι ό,τι εμπορευματοποιείται στην αγορά των σπάνιων αγαθών, αυτοί οι δημιουργοί αξίας δεν έχουν έσοδα. Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης εκθέτουν ένα σημαντικό ρήγμα στο οικονομικό μας σύστημα.
Πρέπει να συνδέσουμε αυτή την αναδυόμενη κοινωνική οικονομία, που βασίζεται στο μοίρασμα της δημιουργικής έκφρασης, με το πιο αυθεντικό πεδίο της προσανατολισμένης στα κοινά ομότιμης παραγωγής, όπως εκφράζεται στην ανοιχτού κώδικα και «δίκαιης χρήσης», ανοιχτού περιεχομένου οικονομία, η οποία, κατά μία εκτίμηση, αποτελεί το ένα έκτο του ΑΕΠ των ΗΠΑ. Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία ότι ένα από τα βασικά συστατικά της επιτυχίας της Κίνας μέχρι σήμερα υπήρξε ο συνδυασμός του ανοιχτού κώδικα με τις πολιτικές που επιβάλλουν στους ξένους επενδυτές να μη χρησιμοποιούν διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Αυτό εγγυάται ανοιχτά, καινοτόμα κοινά για μεγάλο μέρος της κινεζικής βιομηχανίας.
Παρότι η ανοιχτού κώδικα οικονομία γίνεται ο κύριος τρόπος δημιουργίας λογισμικού, ακόμη και αν δημιουργεί εταιρείες που φθάνουν σε έσοδα πάνω από 1 δις δολάρια, όπως το Red Hat, το συνολικό αποτέλεσμα είναι ακόμα αποπληθωριστικό. Έχει εκτιμηθεί ότι ο ανοιχτός κώδικας καταστρέφει 60 δις $ ετησίως εσόδων για τον ιδιοκτησιακό τομέα.
Έτσι, η ανοιχτού κώδικα οικονομία καταστρέφει περισσότερη αξία ιδιοκτησιακού λογισμικού από ό,τι δημιουργεί. Ακόμη και αν δημιουργεί μία έκρηξη της αξίας χρήσης, η χρηματική αξία μειώνεται.
Ανοιχτού κώδικα κατασκευή
Τα ίδια συμβαίνουν όταν η προσέγγιση των βασισμένων στο μοίρασμα της καινοτομίας κοινών χρησιμοποιείται στην υλική παραγωγή, όπου συνδυάζεται η προσέγγιση του ανοιχτού κώδικα με τον διανεμημένο μηχανικό εξοπλισμό και την κατανομή κεφαλαίων (χρησιμοποιώντας τεχνικές όπως η κοινή χρηματοδότηση και οι κοινωνικές πλατφόρμες δανεισμού).
Για παράδειγμα, το Wikispeed SGT01, ένα αυτοκίνητο που έλαβε βαθμολογία πέντε αστέρων για την ασφάλεια και μπορεί να επιτύχει απόδοση καυσίμων 100 μίλια ανά γαλόνι (περίπου 42,5 χιλιόμετρα ανά λίτρο), αναπτύχθηκε από μια ομάδα εθελοντών σε μόλις τρεις μήνες. Το αυτοκίνητο πωλείται για μόλις 29.000 δολάρια, περίπου το ένα τέταρτο αυτού που θα χρέωνε μια παραδοσιακή βιομηχανία αυτοκινήτων, και η οποία θα χρειαζόταν τουλάχιστον πέντε χρόνια ανάπτυξης και δισεκατομμύρια δολάρια.
Η Local Motors, μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη crowd-sourced2 εταιρεία αυτοκινήτων, υποστηρίζει την ανάπτυξη αυτοκινήτων πέντε φορές γρηγορότερα από ό,τι το Ντιτρόιτ, με 100 φορές λιγότερα κεφάλαια, αλλά το WikiSpeed έχει επιτύχει ακόμη πιο γρήγορους σχεδιαστικούς και παραγωγικούς χρόνους. Το WikiSpeed αυτοκίνητο είναι σχεδιασμένο για σπονδυλωτή κατασκευή, χρησιμοποιώντας προηγμένες τεχνικές ανάπτυξης λογισμικού, ανοιχτό σχεδιασμό, και τοπική παραγωγή από συνεργεία που χρησιμοποιούν τεχνικές κατανεμημένης κατασκευής.
Και το Arduino, μια ανοιχτού κώδικα πλατφόρμα δημιουργίας ηλεκτρονικών πρωτοτύπων, λειτουργεί παρόμοια με το WikiSpeed και οδηγεί σε μείωση των τιμών στον κλάδο. Αν το πρότζεκτ του Marcin Jakubowsky, Ανοιχτού Κώδικα Οικολογία, επιτύχει, αυτό θα συμβεί για τουλάχιστον 40 διαφορετικούς τύπους μηχανικού εξοπλισμού. Σε κάθε τομέα όπου αναπτύσσεται μια ανοιχτού κώδικα εναλλακτική κατασκευή -και προβλέπω ότι θα αναπτυχθεί σε κάθε τομέα- θα υπάρξει παρόμοια τιμολόγηση και εισοδηματικές πιέσεις στα κυρίαρχα οικονομικά μοντέλα.
«Συνεργατική κατανάλωση»
Μια άλλη έκφραση της οικονομίας του μοιράσματος είναι η συνεργατική κατανάλωση. Όπως η Rachel Botsman και η Lisa Gansky έχουν δείξει στα τελευταία βιβλία τους –What’s Mine is Yours και The Mesh, αντίστοιχα- υπάρχει μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη οικονομία μοιράσματος μέσω της ανάπτυξης προϊόντων-υπηρεσιών, αγορών μοιράσματος και συνεργατικών τρόπων ζωής.
Για παράδειγμα, εκτιμάται ότι υπάρχουν περίπου 460 εκατομμύρια νοικοκυριά στον ανεπτυγμένο κόσμο, και ότι κάθε νοικοκυριό έχει, κατά μέσο όρο, αχρησιμοποίητα αντικείμενα αξίας 3.000 $. Θα υπήρχε σαφές οικονομικό όφελος αν χρησιμοποιούνταν αυτοί οι αδρανείς πόροι. Πολλά από αυτά δεν θα ενοικιάζονταν, ωστόσο, αλλά θα ανταλλάσσονταν δωρεάν. Ακόμη και η επί πληρωμή οικονομία μοιράσματος θα έχει μειωτική επίδραση στην αγορά νέων προϊόντων.
Οι εξελίξεις αυτές είναι καλές για τον πλανήτη και για την ανθρωπότητα, αλλά το μεγαλύτερο ερώτημα είναι: είναι καλές για τον καπιταλισμό;
Τι θα συμβεί με τον καπιταλισμό, δεδομένων των ανταλλαγών που βασίζονται στα κοινωνικά δίκτυα, της παραγωγής λογισμικού και υλικού που βασίζεται στα «κοινά», και της συνεργατικής κατανάλωσης που αναπτύσσεται σε ολοένα και πιο μαζική κλίμακα;
Τι θα συμβεί αν όλο και περισσότερο μέρος του χρόνου μας πηγαίνει στην παραγωγή αξιών χρήσης -τμήμα των οποίων δημιουργεί χρηματική αξία- αλλά δεν υπάρχει σημαντική επιστροφή εισοδήματος για τους παραγωγούς αξίας χρήσης;
Η οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008, όχι μόνο δεν μειώνει τον ενθουσιασμό για το μοίρασμα και την ομότιμη παραγωγή, αλλά στην πραγματικότητα επιταχύνει την υιοθέτηση τέτοιων πρακτικών. Αυτό δεν είναι απλώς ένα πρόβλημα για την ολοένα και πιο επισφαλή εργατική τάξη, αλλά και για τον ίδιο τον καπιταλισμό, που βλέπει τις ευκαιρίες του για συσσώρευση και επέκταση να εξανεμίζονται.
Όχι μόνο ο κόσμος αντιμετωπίζει μια παγκόσμια κρίση πόρων, αλλά είναι επίσης αντιμέτωπος με μια κρίση της εντατικής ανάπτυξης, επειδή οι δημιουργοί αξίας έχουν όλο και λιγότερο εισόδημα. Η οικονομία της γνώσης αποδεικνύεται ότι είναι ένα άπιαστο όνειρο, γιατί ό,τι είναι άφθονο δεν μπορεί να συντηρήσει τη δυναμική της αγοράς.
Έτσι έχουμε μια εκθετική αύξηση στη δημιουργία της αξίας χρήσης, αλλά μόνο μια γραμμική αύξηση στη δημιουργία της χρηματικής αξίας. Εάν οι εργαζόμενοι έχουν όλο και λιγότερο εισόδημα, ποιοι θα μπορούν να αγοράσουν τα προϊόντα που προσφέρονται προς πώληση από τις εταιρείες; Αυτό, εν συντομία, είναι η κρίση της αξίας που αντιμετωπίζουμε ως ανθρωπότητα. Είναι μια πρόκληση εξίσου μεγάλη όπως η κλιματική αλλαγή ή η αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Η κατάρρευση του 2008 ήταν μια προεικόνιση αυτής της κρίσης. Από την έλευση του νεοφιλελευθερισμού, οι μισθοί των εργαζομένων έχουν παραμείνει στάσιμοι και η αγοραστική δύναμη διατηρήθηκε μόνο από την υπερβολική επέκταση της πίστωσης σε όλη την κοινωνία. Αυτή ήταν η πρώτη φάση της οικονομίας της γνώσης, κατά την οποία μόνο το κεφάλαιο είχε πρόσβαση στα δίκτυα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία παγκόσμια συντονισμένων πολυεθνικών.
Καθώς η κοινωνία της γνώσης αυξήθηκε σε μέγεθος, όλο και μεγαλύτερο μέρος της αξίας των επιχειρήσεων συνίστατο από άυλα, όχι φυσικά, περιουσιακά στοιχεία. Η νεοφιλελεύθερη χρηματιστηριακή αγορά και οι κερδοσκοπικές υπερβολές της μπορεί να θεωρηθούν ως ένας τρόπος για να εκτιμηθεί η ποσότητα της άυλης αξίας που προστίθεται στην αξία των μετοχών από την ανθρώπινη συνεργασία. Αυτή η φούσκα έπρεπε να σκάσει.
Η δεύτερη φάση της κοινωνίας της γνώσης, κατά την οποία τα δίκτυα διαχέονται σε όλη την κοινωνία και επιτρέπουν στην παραγωγή των κοινών να συναρθρωθεί απευθείας στην ομότιμη παραγωγή, δημιουργεί ένα πρόσθετο στρώμα προβλημάτων. Στη στασιμότητα των μισθών προστίθεται και η έξοδος από τη μισθωτή εργασία που προκαλεί η βασισμένη στην ομότιμη παραγωγή δημιουργία αξίας χρήσης, και μπορούμε να δούμε ότι το πρόβλημα δεν λύνεται εντός του σημερινού μοντέλου. Υπάρχει λύση;
Υπάρχει – αλλά αυτό είναι για επόμενο κείμενο. Η λύση αφορά την προσαρμογή του καπιταλισμού στην ομότιμη παραγωγή, αλλά επίσης ανοίγει τους δρόμους για την υπέρβαση του καπιταλισμού.
*Ο Michel Bauwens είναι θεωρητικός, συγγραφέας και ιδρυτής του P2P (Peer-to-Peer) Foundation
1 Σύνθεση των όρων παραγωγός και καταναλωτής (Σ.τ.Μ.)
2Ως Crowdsourcing αναφέρεται η πράξη της εξωτερικής ανάθεσης καθηκόντων, που παραδοσιακά εκτελούνταν από υπάλληλο ή εργολάβο, σε μια μεγάλη ομάδα εθελοντών ή μία κοινότητα, μέσω ανοικτής πρόσκλησης. (http://el.wikipedia.org/wiki/Crowdsourcing) (Σ.τ.Μ.)
Μετάφραση: Κ.Χ.
Αφήστε μια απάντηση