Της Marianne Maeckelbergh*
Το 2011 εμφύσησε νέα ζωή στα οριζόντια μοντέλα της δημοκρατικής λήψης αποφάσεων. Με την ανάδυση του κινήματος της 15ης Μαΐου και του κινήματος Occupy, ο οριζόντιος τρόπος λήψης αποφάσεων έγινε μία από τις βασικές πολιτικές δομές για την οργάνωση των απαντήσεων στην τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση. Ενώ αυτή η διαδικασία λήψης αποφάσεων αναμφισβήτητα ποτέ δεν είχε τόσο ευρέως εφαρμοστεί όσο σήμερα, ποτέ δεν φαινόταν, επίσης, τόσο δύσκολη και περίπλοκη όπως σήμερα. Στις κορυφαίες στιγμές υπήρχαν 5.000 άνθρωποι στις γενικές συνελεύσεις στην Πλάσα Καταλούνια της Βαρκελώνης και ακόμα περισσότεροι στη Μαδρίτη. Δεν είναι πλέον μόνο οι ακτιβιστές που προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και να τις διδάξουν ο ένας τον άλλον, αλλά είναι εκατοντάδες ή και χιλιάδες άνθρωποι που έχουν πολύ μεγαλύτερες διαφορές όσον αφορά το υπόβαθρό τους, τις αρχικές παραδοχές τους, τους στόχους και τα στυλ του λόγου τους. Αυτό είναι εξαιρετικά καλό νέο, αλλά δεν πρόκειται για κάτι εύκολο.
Η σημερινή ιστορική συγκυρία απαιτεί προβληματισμό σχετικά με αυτές τις μεθόδους λήψης αποφάσεων και εδώ θα διερευνήσω μερικά από τα σημαντικότερα μαθήματα που φαίνεται να ξεχωρίζουν από τη συμμετοχή μου σε αυτές τις διαδικασίες στη Βαρκελώνη, τη Νέα Υόρκη και το Όκλαντ. Πρώτον, η συνειδητοποίηση των πολιτικών αξιών που διέπουν αυτές τις φαινομενικά πρακτικές διαδικασίες συνάντησης που αναφέρονται ως “μέθοδος”, θα ήταν χρήσιμη. Δεύτερον, η σχέση μεταξύ αυτών των πολιτικών αξιών και των κοινωνικών σχέσεων της οικονομίας θα μπορούσε να αναλυθεί: προκειμένου να δημιουργηθούν νέες πολιτικές δομές, πρέπει πραγματικά να εγκαταλείψουμε ορισμένες οικονομικές σχέσεις που παίρνουμε ως δεδομένες. Για παράδειγμα, οι οριζόντιες δομές λήψης αποφάσεων δεν λειτουργούν όταν θεωρούμε α) ότι οι πόροι είναι περιορισμένοι, β) ότι θα πρέπει, συνεπώς, να ανταγωνιζόμαστε μεταξύ μας και γ) ότι η ιδιοκτησία είναι μια σχέση αποκλεισμού. Τέλος, και ίσως σημαντικότερο, όσο περισσότερο προσπαθούμε να θεσπίσουμε σταθερούς κανόνες, να βρούμε το “χρυσό κλειδί”, το ιδανικό σύνολο διαδικασιών, τόσο περισσότερο απομακρυνόμαστε από το κεντρικό πολιτικό ερώτημα για το πώς αποφασίζουμε – ένα πεδίο της πολιτικής που πρέπει να παραμείνει ανοιχτό, αν είναι να παραμείνει οριζόντιο. Προκειμένου μια “γενική συνέλευση” να είναι παραγωγική, αποτελεσματική και ενδυναμωτική για τους συμμετέχοντες, οι διαδικασίες πρέπει να διατηρούν κάποιο βαθμό ευελιξίας καθώς οι συνθήκες αλλάζουν. Επιτρέψτε μου να εξηγήσω τι εννοώ…
Θυελλώδης Ιστορία
Η οριζόντια διαδικασία λήψης αποφάσεων ποτέ, φυσικά, δεν εφευρέθηκε ως τέτοια. Άνθρωποι που παίρνουν τις αποφάσεις από κοινού, χωρίς δομημένη ιεραρχία, υπήρχαν ανέκαθεν. Η συγκεκριμένη μορφή που οι οριζόντιες διαδικασίες λήψης αποφάσεων έχουν πάρει σήμερα στο κίνημα Occupy στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, έχει μια ιστορία που μπορεί να αναχθεί στη δεκαετία του 1960 τουλάχιστον. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, η Νέα Αριστερά αποσπάστηκε από τις παραδοσιακές πολιτικές δομές του κόμματος και άρχισε (εμπνευσμένη φυσικά και από προηγούμενα παραδείγματα) ένα μακρύ ταξίδι προς την κατεύθυνση της συμμετοχικής δημοκρατίας, της συμπερίληψης, της ισοτιμίας των συμμετεχόντων, και προς λιγότερο προγραμματικές προσεγγίσεις της κοινωνικής αλλαγής. Ο κομμουνισμός, ως η κύρια ιδεολογία της Αριστεράς, άρχισε να δυσφημίζεται με τη σοβιετική εισβολή στην Ουγγαρία το 1956 και στη συνέχεια στην Τσεχοσλοβακία το 1968. Στο κενό που δημιουργήθηκε από τη φθορά του κομμουνισμού ως πραγματική εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό, αναπτύχθηκε η αναζήτηση για μια λιγότερο ιδεολογική, λιγότερο προγραμματική προσέγγιση της κοινωνικής αλλαγής. Μορφές συμμετοχικής δημοκρατίας άρχισαν να συγχωνεύονται με πρακτικές συναίνεσης, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, και αναπτύχθηκαν, με την πάροδο του χρόνου, σε βασική πτυχή του πολιτισμικού κινήματος, σε μεγάλο βαθμό λόγω των γυναικείων και φεμινιστικών κινημάτων, των κινημάτων κατά της πυρηνικής ενέργειας και των κινημάτων ειρήνης της δεκαετίας του 1970. Κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, η κουλτούρα του “κάν’ το μόνο σου” και τα περιβαλλοντικά κινήματα διατήρησαν ζωντανές αυτές τις πρακτικές λήψης αποφάσεων, για να ανακαλυφθούν εκ νέου ως “οριζόντια” λήψη αποφάσεων στη δεκαετία του 2000, μετά το Σιάτλ, μετά την εξέγερση των Ζαπατίστας, μετά την οικονομική κατάρρευση της Αργεντινής το 2001, κ.λπ. Εδώ και δέκα χρόνια η οριζόντια λήψη αποφάσεων εφαρμοζόταν σε σχετικά μεγάλη κλίμακα, με διαφορετικούς βαθμούς επιτυχίας, στα παγκόσμια δίκτυα του κινήματος της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών για τις διαδηλώσεις ενάντια στις συνόδους κορυφής (ΠΟΕ, ΔΝΤ/ΠΤ, G8) και στα παγκόσμια, περιφερειακά και τοπικά Κοινωνικά Φόρουμ.
Είναι σημαντικό ότι αυτές οι μέθοδοι λήψης αποφάσεων δεν εφαρμόζονταν μόνο ως διαδικασίες, αλλά ως δομικά στοιχεία για τα εναλλακτικά μοντέλα κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης που προτείνονταν από αυτά τα κινήματα. Οι ίδιες διαδικασίες οριζόντιας λήψης αποφάσεων έκαναν εκ νέου την εμφάνισή τους στο κίνημα Occupy, ή πολύ παρόμοιες μέθοδοι, καθώς επίσης και η ιδέα ότι οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων δεν είναι μόνο πρακτικό θέμα, αλλά και η βάση για τις πολιτικές εναλλακτικές λύσεις απέναντι στο κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο διακυβέρνησης.
Οι πολιτικές αξίες στις οποίες στηρίζεται η οριζόντια λήψη αποφάσεων
Ίσως κάποιες σκέψεις σχετικά με τις πολιτικές αξίες που έχουν συνοδεύσει την οριζόντια διαδικασία λήψης αποφάσεων στο παρελθόν, θα ήταν χρήσιμες. Εδώ αντλώ από δέκα χρόνια εμπειρίας στην οριζόντια διαδικασία λήψης αποφάσεων, στο πλαίσιο των κινητοποιήσεων ενάντια στις συνόδους κορυφής και των κοινωνικών φόρουμ, για να δώσω τροφή για σκέψη. (Για μια πιο λεπτομερή και σύνθετη ανάλυση αυτών των αξιών δείτε το βιβλίο The Will of the Many: How the Alterglobalisation Movement is Changing the Face of Democracy).
1. Οι πρακτικές οριζόντιας λήψης αποφάσεων δεν είναι απλώς διαδικασίες, αλλά είναι το δομικό στοιχείο μιας εναλλακτικής μορφής διακυβέρνησης υπό κατασκευή. Είναι επομένως πολύ σημαντικό το γεγονός ότι οι συνεδριάσεις είναι όσο το δυνατόν χωρίς αποκλεισμούς, λειτουργικές και, το σημαντικότερο ίσως, ενδυναμωτικές.
2. Η οριζόντια λήψη αποφάσεων στηρίζεται σε ένα μετασχηματισμό του τρόπου που σκεφτόμαστε την “ισότητα” και το πώς αυτή δημιουργείται. Η αρχική υπόθεση είναι ότι η πλήρης ισότητα μεταξύ όλων των συμμετεχόντων δεν μπορεί να υπάρξει φυσικά, και ως εκ τούτου απαιτούνται δομές και διαδικασίες που θα αμφισβητούν συνεχώς τις ιεραρχίες που προκύπτουν – στη βάση του φύλου, της σεξουαλικότητας, της φυλής, της τάξης, της εκπαίδευσης, των δεξιοτήτων, της εργασίας, της δυνατότητας έκφρασης, ή των διαπροσωπικών δυναμικών ισχύος που βασίζονται σε παρελθούσες σχέσεις. Σε αυτό το μοντέλο σκέψης, η ισότητα δεν είναι κάτι που μπορεί να δηλωθεί και στη συνέχεια να ξεχαστεί, περίπου όπως στο “όλοι οι άνθρωποι δημιουργήθηκαν ίσοι”, αλλά είναι κάτι που πρέπει συνεχώς να δημιουργείται και να εργαζόμαστε για αυτό.
3. Για να εξασφαλιστεί ότι η ισότητα μπορεί να αυξάνεται μεταξύ ανθρώπων με διαφορετικά υπόβαθρα, οι διαφορές μεταξύ των ανθρώπων πρέπει να έχουν χώρο για έκφραση. Ο στόχος της διαδικασίας λήψης αποφάσεων δεν μπορεί να είναι να δημιουργεί τη μία καλύτερη λύση που επιβάλλεται σε όλους. Η ενότητα της σκέψης, της δράσης, της ταυτότητας, καθιστά αυτόν τον τύπο ισότητας αδύνατο. Γι ‘αυτό μία από τις βασικές αξίες που διέπουν τη λήψη αποφάσεων στο κίνημα της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης είναι η “διαφορετικότητα”. Η διαφορετικότητα είναι απόρριψη της ενότητας ως κατευθυντήρια αρχή της συνεργασίας. Αυτό που σημαίνει διαφορετικότητα, στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι ότι ο καθένας είναι διαφορετικός, αλλά ότι οι διαφορές αυτές λαμβάνονται σοβαρά υπόψη και μεταφράζονται στα αποτελέσματα της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Υπάρχει πολύ μικρή πολιτική ισχύς δίνοντας σε κάθε πρόσωπο ίση συμμετοχή σε μια απόφαση, εάν το αποτέλεσμα της απόφασης αντιπροσωπεύει μόνο τους προβληματισμούς μιας ομάδας ανθρώπων (όπως σε ένα εκλογικό σύστημα όπου ο νικητής τα παίρνει όλα). Αυτή η πληθυντική προσέγγιση των αποτελεσμάτων, ωστόσο, απαιτεί οι άνθρωποι να συνειδητοποιούν ότι έχουν τη δυνατότητα να ενεργούν αυτόνομα. Αυτό σημαίνει ότι αν δεν συμφωνούν με μια απόφαση που πάρθηκε, δεν χρειάζεται να την εφαρμόσουν και μπορούν να κάνουν κάτι άλλο.
4. Η αυτονομία μεταξύ των συμμετεχόντων είναι απαραίτητη για να μη γίνει η “γενική συνέλευση” πηγή κεντρικής και ιεραρχικής εξουσίας. Αν ίσα αποτελέσματα είναι πληθυντικά αποτελέσματα, τότε η καταλληλότερη πολιτική δομή για οριζοντιότητα είναι μια δομή που επιτρέπει σε πολλαπλές, διαφορετικές ομάδες ανθρώπων να συντονίζονται, με περιορισμένη μόνο ενότητα σκοπού. Αποκεντρωμένες δικτυακές δομές είναι ιδανικές για αυτό. Οι άνθρωποι ευθυγραμμίζονται στη βάση οποιουδήποτε αριθμού από διαφορετικά συμφέροντα ή δραστηριότητες και ενώνονται μαζί με ανθρώπους που μοιράζονται διαφορετικά συμφέροντα ή δραστηριότητες προκειμένου α) να επικοινωνήσουν σχετικά με αυτό που κάνουν και να ακούσουν για το τι κάνουν οι άλλοι, β) να συντονίσουν τις δραστηριότητές τους όταν χρειάζεται, και γ) για αποφάσεις που θα επηρεάσουν όλους. Η αυτονομία/αποκέντρωση είναι απαραίτητο να αγκαλιάσει τη διαφορετικότητα και η διαφορετικότητα είναι απαραίτητη για την ισότητα.
Από τις πολιτικές αξίες στις οικονομικές σχέσεις
Το έργο που αντιμετωπίζουν σήμερα οι διοργανωτές των συναντήσεων είναι πολύ πιο δύσκολο από ό,τι στο πλαίσιο του κινήματος της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης. Ακόμα και πριν έρθω στις ΗΠΑ, είχα εκπλαγεί από το πόσο συχνά άκουσα μέσω email, τηλεφώνου, facebook, και μέσω καταγγελιών, για το πόσο ”γραφειοκρατική” είχε γίνει η διαδικασία της λήψης αποφάσεων στο κίνημα Occupy Wall Street. Αλλά όταν παρακολούθησα για πρώτη φορά γενική συνέλευση στο πάρκο Zuccotti και αφού ξόδεψα πολλές ώρες συζητώντας για τα προβλήματα με τη ”διαδικασία” στη Νέα Υόρκη (με ανθρώπους από τις διάφορες ομάδες εργασίας του κινήματος Occupy Wall Street, με χαλαρά συνδεδεμένους ακτιβιστές και με ανθρώπους που απορρίπτουν την ετικέτα
”Occupy Wall Street”) τότε άρχισα να καταλαβαίνω τι εννοούσαν με τον όρο ”γραφειοκρατία” και γιατί το αντιλαμβάνονταν ως μεγάλο κίνδυνο για το κίνημα.
Παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι άνθρωποι εξακολουθούν να ψάχνουν τι συγκεκριμένα σημαίνει ”γραφειοκρατία” και γιατί είναι τόσο μεγάλο πρόβλημα, αρκετά στοιχεία ήταν αμέσως εμφανή. Οι συμμετέχοντες στη γενική συνέλευση εφάρμοζαν αυτό που εγώ θα θεωρούσα ”καπιταλιστική” λογική σε οριζόντιες διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Συγκεκριμένα, οι τρεις σχετικές παραδοχές που είδα να εμφανίζονται, τις οποίες κατατάσσω εδώ ως ”καπιταλιστικές”, ήταν: 1) ότι οι πόροι είναι περιορισμένοι, 2) ότι πρέπει να ανταγωνιζόμαστε μεταξύ μας για να ακουστούμε ή να πάρουμε αυτό που θέλουμε και 3) αυτό που θα αποκαλούσα ”ιδιοκτησιακή” στάση ανάμεσα στους συμμετέχοντες: οι άνθρωποι διεκδικούσαν τομείς δραστηριότητας ή γνώσεις ως δικούς τους, ως κάτι που ήταν σε πλεονεκτική θέση να γνωρίζουν ή να δράσουν για αυτό (τα πάντα, από την κουζίνα έως τις φιγούρες του ”καλλιτέχνη” ή του ”ακαδημαϊκού”, αναφέρθηκαν σε συζητήσεις ως ομάδες ανθρώπων που διεκδικούσαν να έχουν ορισμένα προνόμια βασισμένα στη γνώση, σε δεξιότητες ή στις ώρες εργασίας, και χρησιμοποιούσαν αυτή την αξίωση για να αποκλείσουν τους άλλους). Ως εκ τούτου υπήρχε η αντίληψη ότι οι άνθρωποι που έθεταν τον εαυτό τους σε μια θέση ελέγχου και γνωσιακής ανωτερότητας αντιστέκονταν (φαντάζομαι για ένα πολύ σύνθετο σύνολο λόγων) στο να μοιράζονται τα καθήκοντα, τις δεξιότητες ή τις γνώσεις, δημιουργώντας τις μορφές της εποικοδομητικής επικοινωνίας που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία της οριζόντιας λήψης αποφάσεων.
Μέρος της έλξης που ασκεί η οριζόντια λήψη αποφάσεων είναι ότι στηρίζεται σε ένα διαφορετικό σύνολο αξιών από εκείνες της βασισμένης στο κέρδος σημερινής κοινωνίας. Αυτή είναι, επίσης, η πηγή των δυνατοτήτων της ως εναλλακτική λύση στο σημερινό οικονομικό μοντέλο της δημοκρατίας. Γι’ αυτό δεν είναι μικρό ζήτημα, όταν η ”διαδικασία” δεν λειτουργεί καλά για τόσους πολλούς ανθρώπους. Καθώς οι εβδομάδες περνούσαν, άρχισα να βλέπω πώς διασυνδέονται όλες αυτές οι υποθέσεις. Οι καταγγελίες αυτές, στο σύνολό τους, δείχνουν ότι οι διαμαρτυρόμενοι για τη γραφειοκρατία εξέφραζαν μια έμμεση κατανόηση της σχέσης μεταξύ της γραφειοκρατίας και του καπιταλισμού. Αυτή η αντίληψη, η οποία αναπτύχθηκε εκούσια και ακούσια στη Νέα Υόρκη, είναι ζωτικής σημασίας για την κατανόηση του πώς η οριζόντια διαδικασία λήψης αποφάσεων λειτουργεί και πότε δεν λειτουργεί ως πολιτική δομή.
Πρώτον, η ιδέα ότι οι πόροι είναι περιορισμένοι. Η εισροή τόσων πολλών χρημάτων στο κίνημα Occupy Wall Street φαίνεται να είναι στο κέντρο αυτού του προβλήματος, αλλά δεν είναι μόνο τα χρήματα. Η φήμη, επίσης, είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Τόσοι πολλοί άνθρωποι θέλουν να είναι στο προσκήνιο και τα φώτα της δημοσιότητας είναι περιορισμένα και φευγαλέα. Αλλά το Occupy δεν είναι το πρώτο κίνημα που έχει χρήματα ή που χρειάζεται τα χρήματα. Αν και στα προηγούμενα κινήματα η επίδραση του χρήματος δεν είναι μεγάλη σε σχέση με την επίδραση στην οικοδόμηση του οριζόντιου κινήματος. Ένας από τους λόγους που οι κινητοποιήσεις ενάντια στις συνόδους κορυφής λειτούργησαν περισσότερο οριζόντια από ό,τι τα Κοινωνικά Φόρουμ ήταν εν μέρει λόγω των διαφορετικών στάσεων σε σχέση με το χρήμα. Στις κινητοποιήσεις ενάντια στις συνόδους κορυφής, τα χρήματα συχνά αντιμετωπίζονταν ως κάτι δευτερεύων – πρώτα αποφασίζεις τι θέλεις να επιτύχεις πολιτικά, και μετά υπολογίζεις πόσα χρήματα χρειάζεσαι και πού μπορείς να τα βρεις. Με αυτόν τον τρόπο, οι πολιτικές συζητήσεις χωρίστηκαν από τις οικονομικές.
Σε έντονη αντίθεση με αυτό, στις Γενικές Συνελεύσεις στις οποίες παραβρέθηκα στη Νέα Υόρκη, τα πολιτικά και οικονομικά ζητήματα ήταν ισοδύναμα και ως εκ τούτου η συζήτηση ήταν συγκεχυμένη. Κάποιος έκανε ένα πολιτικό σχόλιο για τη στήριξη μιας συγκεκριμένης δράσης και η ”ανησυχία” που εγείρονταν ή το μπλοκάρισμα της δράσης μπορεί να βασιζόταν στην έλλειψη χρημάτων – ή στην ”ανάγκη για έσοδα” – η οποία δεν μπορεί πάντα να καλυφθεί. Οι άνθρωποι δεν φαίνεται να το αναγνωρίζουν, αλλά αυτό είναι μια καπιταλιστική λογική. Η ιδέα ότι μπορείς να ενεργείς μόνο όταν έχεις τα χρήματα βασίζεται στην αντίληψη του χρήματος ως δύναμη και ως μια περιοριστική μορφή εξουσίας. Σίγουρα, αν δεν υπάρχουν χρήματα υπάρχει πρακτικό πρόβλημα, αλλά αυτό μάλλον λύνεται εύκολα και σπάνια έχει εμποδίσει τους ανθρώπους να αναλάβουν δράση στο παρελθόν. (Αν και όταν το κίνημα χρειάζεται περισσότερα χρήματα, μπορεί να γίνει έκκληση και οι άνθρωποι θα δωρίσουν περισσότερα, ή το κίνημα θα βρει τρόπους για τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων χωρίς χρήματα, όπως έκαναν στην αρχή και όπως και άλλοι συνεχίζουν να κάνουν σε όλο το κόσμο).
Στο Όκλαντ, από την άλλη πλευρά, οι πολιτικές συζητήσεις χωρίστηκαν από τις οικονομικές. Πρώτα ολοκληρώνεται η συζήτηση για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του αν πρέπει ή όχι να αναληφθεί μια συγκεκριμένη δράση, ή για το πώς να υλοποιηθεί, και στη συνέχεια, σε χωριστές συναντήσεις γίνονται προτάσεις για τη χρηματοδότηση της δράσης αυτής. Στην περίπτωση των προτάσεων χρηματοδότησης, γίνονται μόνο διευκρινιστικές ερωτήσεις και στη συνέχεια η ψηφοφορία. Αυτή η δομή φάνηκε να λειτουργεί πολύ καλύτερα από ό,τι το να συζητιούνται τα πλεονεκτήματα/μειονεκτήματα της δράσης ταυτόχρονα με το κόστος της δράσης. Αυτό είχε το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι οι συναντήσεις γίνονταν πολύ πιο ενδυναμωτικές, διότι κάθε συνεδρίαση δεν ήταν για τη χρηματοδότηση (η οποία πλαισιώνει ως όριο τη δράση), αλλά πολλές ήταν για τις δυνατότητες δράσης και δημιουργούσαν ένα συλλογικό ενεργητικό πνεύμα.
Η δεύτερη επιζήμια πτυχή της αντιμετώπισης των πόρων ως περιορισμένων (όταν στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένας αληθινός λόγος γι’ αυτό) είναι ότι οδηγεί σε ανταγωνισμό μεταξύ των δρώντων. Εάν οι πόροι, είτε πρόκειται για χρήματα, φήμη, πολιτικές επιλογές, ή αποφάσεις, θεωρείται ότι είναι περιορισμένοι, τότε μεγάλης κλίμακας οριζόντιες διαδικασίες λήψης αποφάσεων δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Αυτό οφείλεται στην κεντρική σημασία της πολυμορφίας στη λειτουργία της οριζοντιότητας. Εάν εκείνοι που συμμετέχουν στην οριζόντια διαδικασία αντιλαμβάνονται ότι η δυνατότητά τους να πάρουν χρηματοδότηση για τις δραστηριότητές τους απειλείται από το αίτημα άλλων για χρηματοδότηση μιας άλλης δραστηριότητας (λόγω πενιχρών πόρων), τότε θα ψηφίσουν φυσικά εναντίον της, αντί να σκεφτούν την αξία της δραστηριότητας καθαυτή. Ο στόχος της οριζόντιας λήψης αποφάσεων πρέπει να είναι να αναζητήσουμε τρόπους για να είναι όλες οι δραστηριότητες δυνατές, ενδεχομένως χωρίς χρήματα, έτσι ώστε να μην ανακύπτει αυτή η ανταγωνιστική στάση.
Ο λόγος που η δικτυακή δημοκρατία είναι πιο περιεκτική (χωρίς αποκλεισμούς) από ό,τι η βασισμένη στο έθνος-κράτος δημοκρατία είναι, σε μεγάλο βαθμό, η έλλειψη αναγκαστικής κεντρικής ενότητας. Το έθνος-κράτος είναι μια πολιτική δομή που βασίζεται στην οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής εντός της οποίας πρέπει όλοι να μοιραστούμε μερικές πτυχές της εθνικής ταυτότητας και εντός της οποίας ο καθένας υπόκειται στα ίδια νομικά δικαιώματα και ευθύνες. Αυτό μπορεί να φαίνεται αναπόφευκτο σε μια πολιτεία, αλλά σε ένα δίκτυο δεν υπάρχει σαφής αρχή ή τέλος και ως εκ τούτου δεν οριοθετείται, επίσης, με σαφήνεια η ομάδα ανθρώπων που υπόκεινται στην αρμοδιότητα των αποφάσεων που λαμβάνονται – ακόμη και από τη γενική συνέλευση. Αν και αυτό μπορεί να φαίνεται ”εκτός ελέγχου” μερικές φορές, αυτό είναι πραγματικά η δύναμη της οριζόντιας λήψης αποφάσεων. Τα δίκτυα μπορούν να πολλαπλασιαστούν και να διαιρεθούν χωρίς να δημιουργούν διασπάσεις.
Ευελιξία, όχι γραφειοκρατία
Για να μην καταστεί η γενική συνέλευση μία συγκεντρωτική μορφή εξουσίας που προσπαθεί να ”ελέγξει” τη συμπεριφορά των άλλων (και ως εκ τούτου να επανεισάγει την ιεραρχία), πρέπει να είναι κατανοητό ότι όταν κάποιος ή μια ομάδα ανθρώπων διαφωνεί με μια απόφαση, μπορούν να κάνουν το δικό τους, μπορούν να δημιουργήσουν μια νέα υποομάδα, ένα νέο κόμβο του δικτύου στο πλαίσιο των υφιστάμενων δομών. Προκειμένου οι περισσότεροι άνθρωποι, ειδικά εκείνοι από εμάς που είναι συνηθισμένοι στο σύστημα της βασισμένης στο έθνος-κράτος δημοκρατίας, να αισθάνονται άνετα αποποιούμενοι ένα τέτοιο έλεγχο, απαιτείται να σκεφτούμε μέσω μερικών ερωτήσεων, όπως για παράδειγμα: γιατί θέλουμε να ελέγχουμε τις ενέργειες άλλων ανθρώπων; Βλέπουμε τις ενέργειές τους ως προβληματισμό σχετικά με τον εαυτό μας κατά κάποιο τρόπο; Τέλος, ένα σημαντικό ερώτημα είναι πού σταματάει αυτή η επιθυμία να ελέγχουμε τις πράξεις των άλλων; Θα προσπαθήσουμε να ελέγξουμε τις πράξεις του καθενός; Αν ναι, το έργο είναι, ούτως ή άλλως, μάταιο. Αν όχι, τότε θα χρειαστούν κριτήρια για να γίνει διάκριση μεταξύ εκείνων που πρέπει να ελέγχονται και εκείνων που δεν πρέπει, καθώς επίσης και ένας τρόπος επιβολής αυτού του αυθαίρετου ορίου ένταξης/αποκλεισμού. Το προκείμενο είναι ότι για να χρησιμοποιήσετε την οριζόντια διαδικασία λήψης αποφάσεων, οι συμμετέχοντες πρέπει να είναι πρόθυμοι να παραιτηθούν από την επιθυμία τους να ελέγχουν τους άλλους.
Αυτό σημαίνει ότι η γενική συνέλευση δεν θα είναι ένας χώρος για τον έλεγχο, την παρακολούθηση, ή την έγκριση των δράσεων των συμμετεχόντων, αλλά θα είναι ένα μέρος για συζήτηση, συνεργασία και δημιουργία αυτών των δράσεων – θα είναι ένας χώρος για συντονισμό και επικοινωνία για τη βελτίωση των δράσεων που έχουν αναληφθεί. Οι διαδικασίες και οι δομές μέσω των οποίων επιτυγχάνεται ο συντονισμός και η επικοινωνία λειτουργούν καλύτερα όταν διατηρούν ένα βαθμό ρευστότητας. Όταν υπάρχει μια ”απόφαση” για το πώς πρόκειται να εξελιχθούν οι συναντήσεις, και η απόφαση αυτή είναι δεσμευτική για όλες τις συνεδριάσεις, όλες τις αποφάσεις, όλες τις περιστάσεις, όλες τις ομάδες, όλα τα θέματα, τότε μεγάλο μέρος της ευελιξίας χάνεται. Αυτό κάνει τη διαδικασία να φαίνεται άκαμπτη και συχνά υπονομεύει την αποτελεσματικότητά της ως προς την αντιμετώπιση των διαφορών των ανθρώπων και ως προς την προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Και δεδομένου ότι τα κοινωνικά κινήματα συνήθως προσπαθούν να επιφέρουν αλλαγές στις περιστάσεις, αυτό αποτελεί σημαντικό μειονέκτημα.
Πιο σημαντικά από τα πρακτικά μειονεκτήματα που προκύπτουν από τις άκαμπτες διαδικασίες είναι τα πολιτικά. Το βασικό δίδαγμα από μια δεκαετία (ή και περισσότερο) κινητοποιήσεων ενάντια σε συνόδους κορυφής και κοινωνικών φόρουμ ήταν ότι η ουσιαστική πολιτική συμμετοχή πρέπει να περιλαμβάνει τη δυνατότητα επηρεασμού όχι μόνο του ποιες και τι αποφάσεις λαμβάνονται, αλλά κυρίως του πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις. Στις διαδικασίες για το πώς, χαράζονται οι γραμμές της συμπερίληψης και του αποκλεισμού, και έτσι η συνεχής προσοχή στα ζητήματα του πώς αποφασίζουμε και ένας ορισμένος βαθμός ευελιξίας στον τρόπο λήψης των αποφάσεων είναι απαραίτητα για να εξασφαλιστεί ότι η οριζόντια λήψη αποφάσεων σε μεγάλη κλίμακα είναι ενδυναμωτική για τους συμμετέχοντες.
* Η Marianne Maeckelbergh είναι λέκτορας στο Τμήμα Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας και Κοινωνιολογίας της Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο του Leiden, στην Ολλανδία. Έχει 15 χρόνια εμπειρίας ως ακτιβίστρια, οργανώνοντας και βοηθώντας τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που βρίσκονται στο επίκεντρο της μελέτης της. Είναι συγγραφέας του βιβλίου The Will of the Many: How the Alterglobalisation Movement is Changing the Face of Democracy, εκδόσεις Pluto Press.
Μετάφραση: Κ.Χ.
Αφήστε μια απάντηση