Του Γιώργου Σαρρή
Πως γίνεται να λές στον εαυτό σου τέτοια ψέμματα;
Σκέψου λιγάκι
Σαν περιέργεια μαχαιριού που από ένα χερι ξεγλιστράει και καρφώνεται
στριφογυρνάει σε μιας αλήθειας το βυθό κι ανακαλύπτει
σε μια γελοία επιφάνεια από κάτω, σε κάποιο δέρμα γερασμένο
σωβατισμένα ψεύτικα αξιώματα…
Πως γίνεται να κρύβεται η θάλασσα
Τόσο απέραντο γαλαζιο, τόσο νερένιο άπειρο
τόσο δικός σου κόσμος
να σε κυκλώνει από παντού
και συ να συναινείς να πάει χαράμι
Τόση ασπρίλα όπως σπάει πάνω στην πέτρα
τόσα μηνύματα πως δεν τα παίρνεις, δεν τ’ ακούς;
Στον πανικό σου πες λιγάκι να σωπάσει
να βγάλει το σκασμό να γαληνέψει κι άκου:
Δεν κρύβεται η θάλασσα
χωρίς εσύ να το επιτρέπεις
Απλά είναι το παραθυρο κλειστό
κι οι χαραμάδες σφραγισμένες
Κι εσύ εθίστηκες στη νύχτα
κι όλο τη βγάζεις με φλασακια ψευτοόνειρα
Κι όταν ανάβει που και που κανένα φώς
γλεντοκοπάς και το γιορτάζεις για ξημέρωμα
Δεν είναι βέβαια τόσο απλό
μετά από τέτοιο μούδιασμα και τέτοιο παραμύθι
να απλώσεις χέρια ξαφνικά και να τ’ ανοίξεις
Αλλά κι αυτή η αλυσίδα που φοράς
και για συνέχεια του κορμιού σου τη λογάριασες
ειναι μονάχα μια συνήθεια από πάγο
που λιώνει οταν χτυπάει κατακέφαλα η άνοιξη
Δεν είναι βέβαια θέμα χρόνου να σωθείς
κι από το βούρκο αυτό να ξεκολλήσεις
Ποτέ δεν ήταν
Το ξέρεις, θέμα αίματος πως είναι
Μην πας λοιπόν να το φορτώσεις σε άλλες πλάτες
Ετούτη τη φορά δε θα μπορέσεις να ξεφύγεις
Πάρτο απόφαση λοιπόν
κι αρνήσου επιτέλους το χειμώνα
Απλά αρνήσου επιτέλους το χειμώνα
Αφήστε μια απάντηση