Η Αριστερά ανακαλύπτει ξανά τον πατριωτισμό (αφού έχει ήδη ανακαλύψει την Αμερική)

Στη φωτογραφία, ο Χριστόφορος Κολόμβος

Του Αρίστου Γιαννόπουλου

Επί τέσσερις δεκαετίες μας πιπίλαγαν την ιδέα της κοινής ευρωπαϊκής πολιτισμικής και πολιτικής ταυτότητας. Μόλις έσκασε η φούσκα, άρχισε το παλιό παιχνίδι των ευθυνών με βάση τα εθνικά στερεότυπα: οι «άπληστοι Γερμανοί», οι «επαναστάτες Ιρλανδοί», τα «λαμόγια Ιταλοί», οι «τεμπέληδες Έλληνες» και -αν χρειαστεί- οι «αδερφές Εγγλέζοι» και οι «ραδιούργοι Εβραίοι». Και η Αριστερά; Aυτή σα να μην έμαθε ποτέ τίποτε, τσιμπάει το δόλωμα και επικαλείται ξανά τον πατριωτισμό των Ελλήνων. 
Στα μέσα της δεκαετίας του ΄70, όταν πιτσιρικάδες πηγαίναμε στο σινεμά να χαζέψουμε τον Μπρους Λή, τον Τέρενς Χιλ ή την Ορνέλα Μούτι, έπρεπε να υποστούμε ως προκαταρκτικό βασανιστήριο ένα φιλμάκι που εκθείαζε το ιδανικό του Καρλομάγνου «για μιαν Ευρώπη Ενιαία, απ΄ τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια». Δεν ξέρω γιατί οι προπαγανδιστές της μετέπειτα Ε.Ε. είχαν μπει στον κόπο να σκυλεύσουν το νεκρό από τον καθεδρικό του Ακυίσγρανου – μάλλον επειδή ήταν  φευγάτος εδώ και σχεδόν 12 αιώνες. Και άλλοι όμως, πιο πρόσφατοι αυτοί, ονειρευτήκανε μιαν ενωμένη (υπό την εξουσία τους) Ευρώπη, αλλά υπήρχαν ακόμη ζώντες που αδυνατούσαν να ξεχάσουν τα έργα και τις ημέρες τους.

Όσον καιρό, βέβαια, στα μυαλά των υπηκόων (μελλοντικών και νυν) της Ε.Ε. καλλιεργούνταν η μυθολογία μιας κοινής Ευρώπης, τα απανταχού τραπεζικά λαμόγια είχαν ήδη ενοποιηθεί και απομυζούσαν το νέο διευρυμένο θηρευτικό κοινό τους των 325 εκατομμυρίων. Επί χρόνια ήμασταν όλοι Ευρωπαίοι και μοιραζόμασταν ένα κοινό σπίτι (με Φιλιππινέζες υπηρέτριες και Βούλγαρους κηπουρούς, εννοείται). Αλλά όταν τα σκατά χτύπησαν τον ανεμιστήρα, οι περιφερειακοί πολιτικοί παράγοντες (με την άμετρη υποστήριξη των εθνικών ΜΜΕ), ανέσυραν όλα τα παλαιά στερεότυπα που υποτίθεται είχανε ξεχαστεί. Οι Γάλλοι έγιναν και πάλι αναποτελεσματικοί πουρκουάδες, οι Γερμανοί άπληστοι τραπεζικοί, οι Ιταλοί γκομενιάρηδες μαφιόζοι και οι Έλληνες τεμπέληδες και τρακαδόροι Ζορμπάδες που χρωστάμε σε όλο τον κόσμο. Ώρες-ώρες, μου φαίνεται πως ακόμη και οι αριστεροί αλληλέγγυοι απ΄ όλη την Ευρώπη, που έρχονται στην Ελλάδα για να μάθουν και να μας συμπαρασταθούν, περιμένουν να μας δουν να πεταγόμαστε ξαφνικά επάνω και να αρχίζουμε να χορεύουμε συρτάκι, σπάζοντας πιάτα και αναφωνώντας «tzatziki, malaka, moussaka, agapi mou!».

Στην Ελλάδα, που ως χώρα μαζικής εισόδου μεταναστών ποτέ δεν απαλλάχτηκε από τον εθνικισμό και το ρατσισμό, η αντανακλαστική κίνηση της μάζας ήταν να κατηγορήσει τους πολιτικούς συλλήβδην ως προδότες. Αλλά ποιόν πρόδωσε ο ΓΑΠ; Το περιβάλλον του, που τόσον καιρό σπεκουλάριζε με το διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για το ενδεχόμενο ελληνικής χρεωκοπίας; Ποιόν πρόδωσε ο Παπαδήμος; Το τραπεζικό κατεστημένο, το οποίο πάντα υπηρετούσε; Ο Καραμανλής; Ο Σαμαράς; Η Ντόρα; Ο Σημίτης; Οι άνθρωποι αυτοί δεν πρόδωσαν ποτέ τα συμφέροντα που υπηρετούσαν. Μόνον όσοι πίστεψαν -έστω και για μια στιγμή- πως όλοι τούτοι και οι φίλοι τους υπηρετούσαν το λαό, έρχονται σήμερα και τους κατηγορούν ότι έχουν προδώσει την πατρίδα.

Κι επιπλέον, τι σημαίνει «πατριωτισμός»; Υπάρχουν αρκετά καλά τσιτάτα γι΄ αυτό το θέμα στη Wikiquote – θα σας συνιστούσα εκείνα της Έμμα Γκόλντμαν. Και πώς ορίζεται η πατρίδα; Στα πλαίσια του εθνικού κράτους; Συμπεριλαμβάνει και τους μηχανισμούς του;

Το γνωστό  τραγουδάκι «Τι είν΄ η πατρίδα μας», που  προσπαθούσε να εμπνεύσει στα μαθητούδια του Δημοτικού πατριωτικά αισθήματα (γι΄ αυτό άλλωστε κατέληγε με την παραινετική ιαχή «εμπρός παιδιά!»), και να διαμορφώσει εθνικές συνειδήσεις, αναφέρει ακρογιάλια και βουνά, ήλιους και μνημεία – όμως πουθενά δεν αναφέρει ανθρώπους. Τίποτε, κανέναν, ούτε ρουθούνι!

Κι αν αγαπάω την πατρίδα μου, πρέπει να αγαπάω και μέρη που δεν επισκέφθηκα ποτέ; Και τον Ασωπό με το εξασθενές χρώμιό του; Τα καμένα δάση της Ηλείας; Την οπλομανία της Κρήτης; Το σεξισμό της Αμαρύνθου; Τον επαρχιακό νεοπλουτισμό; Την εγκατάλειψη των αστικών κέντρων; Τα μαγαζιά που κλείνουν; Τη ραγδαία αύξηση των αστέγων;

Αν όχι, τότε γιατί εκτός από τους διάφορους (περισσότερο ή λιγότερο) αγανακτισμένους που κατεβαίνουν στο δρόμο κραδαίνοντας ελληνικές σημαίες, βλέπουμε και την Αριστερά να αναφέρεται όλο και περισσότερο σε έναν απροσδιόριστο πατριωτισμό, φτάνοντας μέχρι στα τσιτάτα του …Κολοκοτρώνη, και αποδεχόμενη έμμεσα τη διάκρισή του πατριωτισμού απ’ τον εθνικισμό;

***

Πιστεύω πως η εμπειρία από τις περιπτώσεις που η Αριστερά επικαλέστηκε τον πατριωτισμό προκειμένου να πυκνώσει τις τάξεις της, δεν είναι ακριβώς θετική. Η κινητοποίηση των ορεσίβιων και αγροτικών πληθυσμών από τον ΕΛΑΣ είχε θεαματικά αποτελέσματα, όχι όμως και τα επιθυμητά πολιτικά οφέλη. Το ίδιο -και χειρότερο- αποτέλεσμα είχε η απεύθυνση του ΔΣΕ προς τους Μακεδόνες και τους μουσουλμάνους της Θράκης, προκειμένου να αντλήσει στρατιώτες για τους μαθητευόμενους μάγους – συγγνώμη: στρατηγούς του. Διαθέτοντας προφανώς μνήμη χρυσόψαρου, 15 μόλις χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου και με το σύνθημα «1-1-4» για το ακροτελεύτιο (τότε) άρθρο του Συντάγματος, ήταν η ίδια η Αριστερά που θα υποστήριζε έμμεσα τον πολιτικό που την είχε αιματοκυλίσει στα Δεκεμβριανά, τον παππού του σημερινού ΓΑΠ, τον  αποκαλούμενο και «παπατζή».

Αντί, λοιπόν, η Αριστερά να θυμίσει στο αγανακτισμένο πλήθος τη δύσκολη λεξούλα που αρχίζει από «τά-» και τελειώνει σε «-ξη», μπας και βελτιώσει την ποιότητα της δημόσιας συζήτησης, περιορίζει τον ευρύτερο δημόσιο λόγο της σε γενικότητες περί «πατρίδας» και «προδοτών», χορεύοντας στους ναρκισιστικούς σκοπούς γηραλέων μουσικοσυνθετών. Δεν είμαι κατά των μαζικών κινητοποιήσεων, των «Αγανακτισμένων» ή της διεκδίκησης των πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία. Κάθε άλλο. Θα προτιμούσα, όμως, η Αριστερά να εμπλούτιζε τη δημόσια συζήτηση με τα εργαλεία, που υποτίθεται ότι κατέχει καλύτερα: της ταξικής ανάλυσης και της ταξικής πάλης.

Ποτέ δεν πίστεψα πως η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη. Ανήκω στην παράταξη του πολιτικού πανκ που θεωρεί ότι τούτη η χώρα και ο λαός της ανήκουν στην Εγγύς Ανατολή. Άντε και λίγο στα Βαλκάνια. Για μένα, πατρίδα είναι η παιδική μου ηλικία. Τότε που ανακάλυπτα τα πάντα και νόμιζα πως θα ζήσω για πάντα. Δυστυχώς, αυτή η πατρίδα έχει πάψει να υπάρχει πια.

Πηγή: http://rednotebook.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *