ΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ ΔΥΟ ΚΡΑΤΗ ΚΑΙ ΔΙΧΟΤΟΜΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ;

Ιδιαίτερη αίσθηση και επιτιμητικά σχόλια προκάλεσαν σε Ελλάδα και Κύπρο, οι δηλώσεις για τη δημιουργία στην Κύπρο, «δύο κρατών, δύο κυβερνήσεων και δύο κοινοβουλίων» του Τούρκου υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Εγκεμέν Μπαγκίς -προσπαθώντας συγχρόνως να διασκεδάσει τις εντυπώσεις που προκάλεσαν οι πρόσφατες απειλές της Άγκυρας για προσάρτηση των κατεχομένων στη βόρεια Κύπρο – σε δηλώσεις του σε Αυστριακούς και Δανούς δημοσιογράφους, στις οποίες αναφέρονται πρόσφατα δημοσιεύματα στις αυστριακές εφημερίδες «Κουρίρ» και «Ντερ Στάνταρντ».

Η τοποθέτηση του τούρκου αξιωματούχου αποτελεί συνέχεια της στρατηγικού χαρακτήρα πολιτικής επιλογής για Διχοτόμηση της Κύπρου, βρίσκει ολοένα και περισσότερους οπαδούς επίσης στο ελληνικό και ελληνοκυπριακό αστικό κατεστημένο, σημαντικοί εκπρόσωποι των οποίων την υιοθετούν για τελείως διαφορετικούς λόγους από την Τουρκία. Με κάποιες παραλλαγές έχει προταθεί από τους Γ.Βαληνάκη(με άρθρο του στον τύπο το 1989), Β.Θεοδωρόπουλο, Ευ.Λαγάκο, Γ.Παπούλια, Ι.Τζούνη (1995) και το Στέφανο Μάνο, με άρθρο του στον τύπο το 2002.

Ξεχωριστή βαρύτητα και ανάγκη επισήμανσης αποκτά η πολιτική αυτή πρόταση όταν προβάλλεται όχι από εκπροσώπους ενός κοσμοπολίτικου αστικού ρεύματος, αλλά από το Γ.Λιλλήκα, πρώην ΥΠΕΞ της Κύπρου, σε κυβερνήσεις του Τ.Παπαδόπουλου και υποψήφιου προέδρου στις επόμενες προεδρικές εκλογές. Το πολιτικό διαβατήριο του Γ.Λιλλίκα έχει σφραγιστεί από τον ακραίο εθνικισμό του και δεν αφήνει περιθώριο δημιουργίας παρεξηγήσεων. Το κριτήριο του είναι η εξυπηρέτηση των αναγκών της ελληνοκυπριακής αστικής τάξης και αντιστρατεύεται κάθε προοπτική προσέγγισης και συμφιλίωσης. Ο πρώην Κύπριος ΥΠΕΞ αντιμετωπίζει το Κυπριακό ως ζήτημα κατοχής και τουρκικής εισβολής, έχει ως αφετηρία του τα δίκαια του «ελληνισμού». Εκτιμά ότι η πολιτική-διπλωματική προσπάθεια που άρχισε το 1974, μετά την τουρκική εισβολή, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, αντιμετώπισε την τουρκική άρνηση να βρεθεί λύση, οδήγησε σε υποχωρήσεις την ελληνική πλευρά (συνομιλίες ανάμεσα στις δύο κοινότητες που υποβάθμισε το ζήτημα της ξένης εισβολής και κατοχής, φτάνοντας στο απαράδεκτο σχέδιο Ανάν, που κατά τη γνώμη του ικανοποίησε όλες τις τουρκικές απαιτήσεις: «ο κυπριακός ελληνισμός αντιστάθηκε και , ως όφειλε, απέρριψε το Σχέδιο Ανάν, το οποίο θα μετέτρεπε την Κύπρο σε τουρκικό προτεκτοράτο και επέτρεπε, σε βάθος 19 χρόνων, τον εκτουρκισμό του νησιού με νόμιμες διαδικασίες»!

Η πίστη του Γ.Λιλλίκα είναι ότι η Άγκυρα έχει ως απώτερο στόχο τον πλήρη πολιτικό έλεγχο ολόκληρου του νησιού και τον εκτουρκισμό του διαμέσου ενός μαζικού εποικισμού. Ενδιάμεσος στρατηγικός στόχος της Τουρκίας είναι η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας που εμπεριέχεται στην πρόταση της για «ένα νέο συνεταιριστικό κράτος, που θα συσταθεί από δύο συνιστώντα-ιδρυτικά κράτη. Ο ίδιος θεωρεί ότι δικαιώνεται από το βιβλίο ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΒΑΘΟΣ του Αχμέτ Νταβούτογλου, που εντάσσει τον έλεγχο της Κύπρου σε ένα ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό για την ανασύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ανάληψη της ηγεσίας του ισλαμικού κόσμου.

Για όλους αυτούς τους λόγους ο Γ.Λιλλίκας αρνείται τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία και διεκδικεί μια λύση που να συνάδει με τα σύγχρονα δεδομένα. Ποια είναι αυτά; Στον πρόλογο του βιβλίου του Α.Στεργίου ΚΥΠΡΙΑΚΟ Η ΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΚΡΑΤΩΝ ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για τις ΑΟΖ και τα ενεργειακά κοιτάσματα, την ανάγκη σύμπτυξης στρατηγικών συμμαχιών στη βάση σύγκλισης κοινών οικονομικών-ενεργειακών συμφερόντων και την ανάγκη αξιοποίησης της γεωστρατηγικής θέσης της Κύπρου και εμμέσως για την ανάγκη νέων εξοπλιστικών προγραμμάτων και ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων. Απειλεί ότι «η συνέχιση της επεκτατικής και αδιάλλακτης τουρκικής πολιτικής θα της κοστίσει την απώλεια άλλων στρατηγικής αξίας στόχων της», φωτογραφίζοντας ουσιαστικά το θέμα εισόδου της Τουρκίας στην Ε.Ε.

Εδώ αξίζει να κάνουμε μια παρένθεση και να επιστρέψουμε στις δηλώσεις Μπαγίς, καθώς υπάρχει αντικειμενικά αλληλεπίδραση στα δύο αυτά σημαντικά ζητήματα της διεθνούς πολιτικής: «Ο Τούρκος υπουργός τονίζει πως η Άγκυρα δεν αναμένει τίποτε από την προεδρία που θα ασκεί η Κύπρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την 1η Ιουλίου μέχρι τέλος του χρόνου, ενώ αναφερόμενος στην απαίτηση της ΕΕ από την Τουρκία να επεκτείνει την Τελωνειακή Ένωση στην Κύπρο και να ανοίξει τουρκικά λιμάνια και αεροδρόμια για την Κυπριακή Δημοκρατία, σημειώνει πως αυτό η Τουρκία θα το έκανε αμέσως εάν και η ΕΕ άρχιζε το απευθείας εμπόριο με τη Βόρεια Κύπρο. Αναρωτιέται, γιατί μπορεί να είναι πρόβλημα για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας, η επανένωση του νησιού, τη στιγμή που δεν αποτέλεσε πρόβλημα για την ένταξη του «ελληνικού τμήματος» στην ΕΕ. Επίσης, κατηγορεί τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ότι χρησιμοποιούν «δύο μέτρα και δύο σταθμά» και τους Ευρωπαίους πολιτικούς πως, με την αντίθεσή τους στην ένταξη, επιδιώκουν εσωκομματικά οφέλη και είναι υπεύθυνοι για την επιθετική στάση πολλών Ευρωπαίων κατά της Τουρκίας. Υπενθυμίζοντας, πως η Τουρκία είναι γνωστή για τη «μεγάλη υπομονή» της, προειδοποιεί στη συνέχεια ότι η Άγκυρα δεν πρόκειται ούτε να υποχωρήσει ούτε και να εγκαταλείψει τις προσπάθειες για την ένταξη, σημειώνοντας χαρακτηριστικά πως μια χώρα που περίμενε 40 χρόνια για να λάβει ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την προσπάθεια επειδή ένας πολιτικός, όπως ο Νικολά Σαρκοζί, λέει κάποιες αγένειες»!

Επιστρέφοντας στην πρόταση Γ.Λιλλίκα για Διχοτόμηση της Κύπρου και δημιουργία Δύο Κρατών να θυμίσουμε τους όρους που είχε θέσει στο βιβλίο του ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΎ: να μην επιτρέπεται η εγκατάσταση στη ΤΔΒΚ πολιτών από τρίτες χώρες (Τουρκία) σε ποσοστό πέραν του 5% του πληθυσμού και δεύτερον, ενσωμάτωση ρήτρας στη συνθήκη προσχώρησης του τουρκοκυπριακού κράτους στην Ε.Ε. που να αποκλείει μελλοντική ένωση με άλλο.

ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΚΥΠΡΙΑΚΟ ΚΑΤΕΣΤΗΜΈΝΟ ΚΑΙ Η ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΝΙΜΗΣ ΔΙΧΟΤΟΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Ουσιαστικά βρισκόμαστε μπροστά σε μια ιστορικής σημασίας εξέλιξη καθώς για πρώτη φορά ο ελληνικός αστικός κόσμος δείχνει να προβληματίζεται σοβαρά με την ιδέα όχι Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, όχι πολιτικού-οικονομικού ελέγχου ολόκληρης της νήσου μέσω της Ομοσπονδίας, αλλά επίσημης Διχοτόμησης της με δική του πρωτοβουλία. Στο γιατί η ελληνοκυπριακή αστική τάξη φλερτάρει με τη ιδέα των Δύο Κρατών στην Κύπρο, και μάλιστα με παράλληλη είσοδο στο ΝΑΤΟ, ανατρέποντας όλη την πορεία που άρχισε από το 1977 με τις υψηλές συμφωνίες Μακάριου-Ντενκτάς, αναλαμβάνει να απαντήσει πιο ολοκληρωμένα ο Α.Στεργίου.

Καταρχήν, ο Στεργίου καταγράφει ένα ισχυρό ρεύμα ρατσισμού ιδιαίτερα μεταξύ των νέων Ελληνοκυπρίων που διακατέχονται από την αντίληψη ότι «οι κάτοικοι του Ψευδοκράτους υπολείπονται πολιτιστικά, πνευματικά και φυσικά οικονομικά από τους Ελληνοκύπριους», σε συνδυασμό με την εκτιμώμενη «έλλειψη βούλησης των δύο λαών να συνυπάρξουν». Η σημερινή οικονομική κατάσταση με την ελληνοκυπριακή οικονομία να αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα και την τουρκοκυπριακή να είναι πλήρως εξαρτημένη από την Τουρκία, κάνουν το βάρος της οικονομικής σύγκλισης που πρέπει να αναλάβει η Κυπριακή Δημοκρατία δυσβάστακτο. Η δυνατότητα εκμετάλλευσης πολιτικά-οικονομικά-διπλωματικά-στρατιωτικά (παραμονή Τουρκικών στρατευμάτων) από τη ΤΔΒΚ των ευεργετημάτων της Συνομοσπονδίας και μετά το ενδεχόμενο αποχώρησης, σε ένα διεθνές περιβάλλον που ολοένα περισσότερο δείχνει να μη δικαιώνει τις ελληνοκυπριακές θέσεις προσδοκίες. Σε συνδυασμό με τα δυσεπίλυτα δημογραφικά προβλήματα (εποικισμός, γεννητικότητα κλπ). Ωθούν το ελληνοκυπριακό αστικό κατεστημένο να μην αντιμετωπίζει τη «Μη Λύση, ως Λύση και να αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό πλέον την Συνομοσπονδία.

Πλέον, προβάλλεται η ανάγκη δημιουργίας Δύο Κρατών όπου οι ελληνοκύπριοι θα προσφέρουν τη διεθνή αναγνώριση στη ΤΔΒΚ έναντι εδαφικών παραχωρήσεων (80%-20%). Μια πολιτική επιλογή που διεθνώς δίνει την εικόνα μιας ελληνοκυπριακής κοινότητας που επιθυμεί τη λύση (κάτι που είχε ανατραπεί με την καταψήφιση του σχεδίου Ανάν) και αφαιρεί όλα τα τουρκικά επιχειρήματα. Πρόκειται για μια τεράστια ανατροπή που επιπλέον αναθεωρεί τα δεδομένα τω συνθηκών Λονδίνου-Ζυρίχης, αμφισβητεί το καθεστώς των Εγγυητριών δυνάμεων που θέτει ευθέως ζήτημα παραμονής ή όρων λειτουργίας των βρετανικών βάσεων, αλλά και της σχέσης της Κύπρου με τις «Μητέρες Πατρίδες».

Καθοριστικός ο παράγοντας οι ΑΟΖ και η εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων, ενώ παράλληλα η ελληνοκυπριακή αστική τάξη παίζει και το χαρτί της Ε.Ε. Ο Α.Στεργίου εντοπίζει δύο πολύ σημαντικές παραμέτρους. Πρώτον, «μετά την πρόσφατη ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων διατυπώνεται η άποψη ότι η γεωστρατηγική αξία της Κύπρου θα επανεξεταστεί λόγω του κομβικού της ρόλου στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη. Η συνακόλουθη οικονομική αναβάθμιση εκτιμάται ότι θα επιφέρει αναθεώρηση του status που επικρατεί σήμερα στη νήσο και αλλαγή της στάσης των μεγάλων δυνάμεων στην υφιστάμενη ισορροπία δυνάμεων στην Κύπρο. Σε αυτό το πλαίσιο οι κυρίαρχες δυνάμεις ενδέχεται να διαφοροποιήσουν την άποψη τους για τον χαρακτήρα του κυπριακού κράτους και να επιβάλουν προς χάρη της ασφάλειας στην περιοχή μια διαφορετική λύση του Κυπριακού. Δεύτερον, «η λύση των δύο κρατών θα δημιουργήσει πιθανότατα καλύτερες συνθήκες για την εξόρυξη του φυσικού αερίου και του πετρελαίου στα νότια της Κύπρου. Αφ΄ ης στιγμής η κυπριακή κυβέρνηση δεν πρόκειται να προβεί προφανώς για λόγους ασφάλειας σε εξόρυξη υδρογονανθράκων στη θαλάσσια περιοχή πέριξ των Κατεχομένων και δεδομένης της μόνιμα επαπειλούμενης τουρικής επιθετικότητας, θα ήταν προς όφελος της κυπριακής κυβέρνησης μια οριοθέτηση της ΑΟΖ με το αναγνωρισμένο αλλά και συρρικνωμένο σε σχέση με τη σημερινή περιοχή των Κατεχόμενων κράτος, που θα διασφάλιζε εσαεί τα Ελληνοκυπριακά συμφέροντα. Μια τέτοια διευθέτηση θα στερούσε ακόμα από την τουρκική πλευρά το επιχείρημα ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ενεργεί στον τομέα της εξόρυξης του φυσικού πλούτου του νησιού ερήμην ενός μέρους των νομίμων κατοίκων του, των Τουρκοκυπρίων».

Σε καμιά περίπτωση δεν υποστηρίζουμε ότι έτσι θα εξελιχθεί η κατάσταση στην Κύπρο και δεν συμμεριζόμαστε τις ιδεοληψίες του κυπριακού κατεστημένου. Η προσπάθεια μας αφορά την ανάδειξη τάσεων της ελληνοκυπριακής αστικής πολιτικής που για μια ακόμη φορά αποκαλύπτεται ότι ως μοναδικό διακύβευμα είχε και έχει την κυριαρχία στο νησί και την επιβολή των συμφερόντων της, είτε εκμεταλλευόμενη την ανάγκη και την ελπίδα επανένωσης των δύο λαών προβάλλοντας την λογική της Συνομοσπονδίας, είτε επιχειρώντας να θέσει ζήτημα Διχοτόμησης. Τώρα πλέον, παρανομαστής των εξελίξεων γίνονται οι ΑΟΖ και οι ενεργειακοί πόροι που όχι μόνο απειλούν τους λαούς της περιοχής με αιματοκύλισμα, αλλά τείνουν να σφραγίσουν το μέλλον τους με οριστικό Διαζύγιο.

ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ

ΤΗΛ. ΕΠΙΚ. 6932 955437

diktiospartakos.blogspot.com

Μία απάντηση στο “ΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ ΔΥΟ ΚΡΑΤΗ ΚΑΙ ΔΙΧΟΤΟΜΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ;”

  1. Αγαπητοί Κυρίες και κύριοι,
    νομίζω ότι αδικείτε το βιβλίο και τον συγγραφέα ότοαν τον παρουσιάζετε ως εκφραστή των συμφερόντων της κυπριακής αστικής τάξης. Το βιβλίο, αν το διαβάσετε προσεκτικά, περιγράφει τους όρους με τους οποίους μπορεί να επέλθει άτυπη πλην όμως ουσιαστική ένωση του νησίου και μετρόπο που να αποτρέπει την ποδηγέτη΄ση της μίας κοινότητας από την άλλη. Στα πολύ χρήσιμα ερωτήματα που θέτετε το βιβλίο δίνει απάντηση, η οποία κινείται στον αντίποδα του αυτών που ισχυρίζεστε.
    Με εκτίμηση
    Ανδρέας Στερ΄γιου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *