ΕΝΙΑΙΟ ΑΜΥΝΤΙΚΟ ΔΟΓΜΑ ΣΤΙΣ ΜΙΖΕΣ ΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ-ΚΥΠΡΟΥ

Σε μερικά κρίσιμα ερωτήματα επιχειρούμε να απαντήσουμε διαμέσου δύο σημαντικών κειμένων από την Κύπρο:

Πρώτον, τελικά, τι ήταν η κρίση των Ιμίων που κόστισε τρις δραχμές και τρείς ζωές, αλλά και γιατί στήθηκε το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας-Κύπρου, αυτή η τεράστια και εξίσου επικίνδυνη πολιτική και επιχειρησιακή μούφα; Δεύτερον, ποιος ο πραγματικός ρόλος των Σημίτη, Κληρίδη, Τσοχατζόπουλου, των κυπριακών κομμάτων ΔΕΚΟ-ΕΔΕΚ-ΔΗΣΥ-ΝΕΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ (τώρα ΕΥΡΩΚΟ) και του δικηγορικού γραφείου του Τ.Παπαδόπουλου; Τρίτον, ποιος ο ρόλος του Βατοπεδίου και του σκανδάλου του Χρηματιστηρίου;

Μήπως τελικά ο πατριωτισμός και οι «εθνικές ανάγκες»   σκεπάζουν τη μπόχα της μίζας, της διαπλοκής πολιτικών-στρατιωτικών-επιχειρηματιών-καναλιών και της πραγματικής ουσίας του αστικού συστήματος εξουσίας;    

Άκης – Κύπρος: Ενιαίο αμυντικό δόγμα εθνικοπατριωτικών μιζών (Τετάρτη, 18 Απρίλιος 2012)

Οι αληθείς απαντήσεις σε θέματα … βαθιάς πολιτικής έχουν ως ένα και μοναδικό προαπαιτούμενο την διατύπωση των ορθών (λογικών) ερωτημάτων. Εάν γίνει κατανοητή η (μία και μοναδική) προ-υπόθεση (εργασίας), ότι δηλαδή πατριωτική δεξιά σημαίνει (όπου γης) τεράστιες μπίζνες και κέρδη για τους … εκπροσώπους της, η διατύπωση των ορθολογικών ερωτημάτων καθίσταται μάλλον αυτονόητη υπόθεση. Δεν απαιτείται παρά στοιχειώδης ρεαλισμός, ή αλλιώς δυνατότητα “δεύτερης ανάγνωσης” πίσω και μέσα από τις γραμμές των “μέσων” που καθαγίασαν και καθαγιάζουν (προφανώς με το αζημίωτο) τις πατριωτικές μπίζνες.

Τα ορθολογικά ερωτήματα για τις πολυσυζητημένες τις τελευταίες μέρες σχέσεις συνεργασίας του Ελλαδίτη πατριώτη “αμυντικού” υπουργού Άκη Τσοχατζόπουλου με τις εθνικο-πατριωτικές “αδελφές δυνάμεις” της Κύπρου, θέτει η ψαγμένη “Δεύτερη Ανάγνωση” που υπογράφει ο κοινωνιολόγος Α. Παναγιώτου.

Ομολογουμένως, ο επιλεγείς τίτλος για την διατύπωση των ερωτημάτων – Οι μίζες του ενιαίου αμυντικού δόγματος: Και αν ανοίξει το στόμα του και ο Άκης ή οι Ρώσοι για τους S-300; – είναι ευρηματικός υπό την έννοια ότι διευκολύνει τον δρόμο της πολιτικής σκέψης προς τις αληθείς απαντήσεις. Με δεδομένο ότι ο Τσοχατζόπουλος δε μπορεί να ήταν ο μόνος “που τα μάζεψε” από την τσόχα του άθλιου “παιχνιδιού” των εθνικοπατριωτικών μιζών ούτε βέβαια τα “μάζεψε μονάχος” ελέω … ονόματος, τώρα που … τον μαζέψανε υπέρ πίστεως και πατρίδας (γράψτε λάθος: παρτίδας) καλείται ως σοβαρός παίκτης να παίξει ηρωικά τα πατριωτικά ρέστα του αξιώνοντας την συμπαράσταση της φάμπρικας που επί χρόνια εισέπραττε την πατριωτική γκανιότα. Εμ, να συλλαμβάνεται ο “παίκτης” και να (ή για να) … σφυράει κλέφτικα η λέσχη στην οποία μετείχε, αυτό δεν το θέλει ούτε ο ίδιος ο θεός (των εθνικοπατριωτικών μιζών), ούτε ακόμα και αυτοί οι επί της γης ιερο-μόναχοι εκπρόσωποί του.

Τέρμα οι πρόλογοι, με το μήνυμα Άκη Τσόχα ψηλά το κεφάλι, οι φίλοι σου (φίλοι της τσόχας) βλέπουν τα ρέστα σου, προχωράμε στο κυρίως τραπέζι (συγγνώμη: θέμα), δηλαδή στην Δεύτερη Ανάγνωση όπου διατυπώνονται τα ορθολογικά ερωτήματα:

Όταν ανακοινώθηκε η σύλληψη του Άκη Τσοχατζόπουλου για τις μίζες που είχε πάρει ως υπουργός άμυνας, τα κυπριακά ΜΜΕ ανάφεραν βέβαια ότι «εμπλεκόταν» και η Κύπρος. Ο Φιλελεύθερος έκανε αναφορές για «ξέπλυμα βρώμικου χρήματος» μέσω εταιρείας, την Torcaso, η οποία ιδρύθηκε στην Κύπρο, και πιο διστακτικά λόγω του γεγονότος ότι μια από τις υποθέσεις με μίζες αφορούσε τους ρωσικούς πυραύλους ΤΟR-M1 μέρος των οποίων [14 από τους 21] είχε σταλεί Κύπρο. Ο Πολίτης έδωσε περισσότερη έμφαση στους πυραύλους TOR και προσπάθησε να το παίξει «τα είχαμε πει» με μια αποσπασματική εστίαση: επανέφερε το ζήτημα του σύριου επιχειρηματία/τζογαδόρου, F. Al-Zayat, στον οποίο άνηκε η off shore εταιρεία μέσω της οποίας έγινε η ρωσική πληρωμή, η οποία κατέληξε τελικά στον Τσοχατζόπουλο. Παραβλέπει, βέβαια, εντελώς το ότι οι TOR ήταν η δεύτερη αγορά ρωσικών πυραύλων του τότε «ενιαίου αμυντικού δόγματος» [της μυθολογικής αλλά και συμφεροντολογικής τελικά στρατιωτικής συμμαχίας Κύπρου-Ελλάδας την δεκαετία του 90]. Αν είχαν δοθεί μίζες για τους TOR πρέπει αναπόφευκτα να είχαν δοθεί μίζες και για τους S-300: αν η ρωσική πολεμική βιομηχανία βρισκόταν, τότε, στην ανάγκη να πληρώνει μίζες για να εξασφαλίζει συμβόλαια, τότε, προφανώς, το να εξασφαλίσει το πρώτο βασικό συμβόλαιο [των S – 300] οποίο τελικά οδήγησε και στο δεύτερο [των TOR] ως αναπλήρωση, ήταν νευραλγικό και θα πλήρωνε ακριβά για να το πάρει. Αλλά βέβαια, αυτό το θέμα θα άνοιγε δύσκολες ερωτήσεις για τα κυπριακά ΜΜΕ – για τον μεν Φιλελεύθερο, για το κύκλωμα των «πατριωτικών» μιζών και για το Πολίτη, για τις διαδικασίες που οδήγησαν στην εκλογή Κληρίδη το 1998, αλλά και τις μετέπειτα διαδικασίες στο υπουργείο άμυνας της τότε κυβέρνησης.

Ας δούμε, λοιπόν, την ευρύτερη εικόνα της περιόδου 1996-2001, κατά την οποία φαίνεται ότι πληρώθηκαν οι μίζες και διαμορφώθηκε και το πλαίσιο των στρατιωτικών αγορών, στο οποίο εμπλέκεται ο Τσοχατζόπουλος. Σύμφωνα με τις συνεντεύξεις του Τσοχατζόπουλου στον Λάλα και τον Τέλλογλου, επόπτευσε ο ίδιος μιας τεραστίας εκστρατείας επενδύσεων [άξιας 4 τρις δραχμών] σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς αμέσως μετά τα Ίμια το 1996. Εκείνο το επεισόδιο, το οποίο κατασκευάστηκε από τα ΜΜΕ, αμέσως μετά την επικράτηση του Σημίτη στο ΠΑΣΟΚ, οδήγησε σε μια «πολιτική κρίση», η οποία με την σειρά της οδήγησε στην απόφαση να επενδυθούν τα τεράστια κονδύλια στην άμυνα επειδή υποτίθεται η κρίση έδειξε την «αδυναμία» της Ελλάδας. Αν υπήρξαν συνειδητά συμφέροντα που έσπρωξαν στην κατασκευή εκείνου του θεαματικού επεισοδίου, τότε θα άνηκαν, σαφώς, στο «πατριωτικό ΠΑΣΟΚ», του οποίου ο Τσοχατζόπουλος ήταν τότε  εκπρόσωπος – είχε αντικαταστήσει ένα άλλο εκπρόσωπο της τάσης, τον Γ. Αρσένη, στο υπουργείο άμυνας. Αυτό το «πατριωτικό ΠΑΣΟΚ» ήταν σε άμεση σχέση με την ΕΔΕΚ στην Κύπρο, της οποίας ο τότε ηγέτης, ο Β. Λυσσαρίδης, είχε φαντασιώσεις να το παίξει «εθνικός ηγέτης», με προεκτάσεις και στην Ελλάδα. Η ΕΔΕΚ, παρά τον απορριπτικό της προσανατολισμό στήριξε στον δεύτερο γύρο των εκλογών του 1998, τον υποτιθέμενο αντίπαλο της «γραμμής» της, τον κ. Κληρίδη, τον οποίο ο ίδιος ο Λυσσαρίδης είχε ονομάσει εκπρόσωπο του «ενδοτισμού» από την δεκαετία του 1970.

Αυτή η σύμπλευση «πατριωτικών» κυκλωμάτων και ρουσφετολογικών κυκλωμάτων της κυπριακής δεξιάς, φαίνεται να αποκορυφώθηκε την περίοδο 1997-98 κατά την διάρκεια των προεδρικών εκλογών, όταν ο μεν Κληρίδης έκανε εκστρατεία με τους S-300, ενώ το «πατριωτικό κύκλωμα» σε Κύπρο και Ελλάδα φαίνεται να συνεργάστηκε για την επανεκλογή του – και στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας οι οικονομικές μίζες πρέπει να έπαιξαν τον καθοριστικό ρόλο. Η πιο χαρακτηριστική δημόσια παραδοχή εκείνης της παρασκηνιακής σύμπλευσης ήταν το «Ευχαριστώ για όλα Άκη» του Γ. Κληρίδη προς την Α. Τσοχατζόπουλο την νύχτα της επανεκλογής του το 1998: Μπροστά στις κάμερες, ο Κληρίδης απάντησε σε τηλέφωνο από τον κ. Τσοχατζόπουλο και τον ευχαρίστησε δημόσια με την γνωστή πια ατάκα. Είναι εκείνες τις μέρες που ο Λυσσαρίδης δήλωνε ότι θα επεκτείνει και στην Ελλάδα την  «εθνική ενότητα». Προφανώς, η πατριωτική πολιτική δεν υπήρξε συνεπής. Δεν μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι απορρίπτει κάτι και ταυτόχρονα να στηρίζει τον εκπρόσωπο της γραμμής που απορρίπτει. Υπήρχαν και άλλα συμφέροντα που ήταν προσφιλή στην τσέπη των μελών του απορριπτικού μετώπου.

Η διασύνδεση των θεαμάτων «ενότητας» υποτιθέμενων αντίπαλων στην επιφάνεια, με τις υπόγειες διαδρομές του «ξεπλύματος» των μιζών, είναι ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική: η παραγγελία των S 300 [η οποία στοίχισε μισό δις ευρώ] συμβάδισε το 1997 με την ετερόκλητη συμμαχία απορριπτικών και Κληρίδη στις προεδρικές. Στην νέα κυβέρνηση Κληρίδη, το 1998  και μέχρι τις αρχές του 1999, υπουργός άμυνας ανάλαβε ο μετέπειτα διάδοχος του Λυσσαρίδη στην ΕΔΕΚ, Γ. Ομήρου, ο οποίος πρέπει να διεκπεραίωσε ουσιαστικά την όλη διαδικασία της αγοράς και ίσως και της κατανομής των μιζών. Και αυτή ακριβώς η περίοδος είναι  και η περίοδος που ο Τσοχατζόπουλος και ο κύκλος γύρω του αρχίζει να χαλαρώνει σε σχέση με την διαχείριση των μιζών και του ξεπλύματος χρημάτων: «Και ενώ μέχρι το 1997, ο κ. Τσοχατζόπουλος και οι συνεργάτες του, όπως προκύπτει από το εισαγγελικό πόρισμα, εμφανίζονται να τηρούν κάποιες ουσιαστικές προφυλάξεις στο να διαχειρίζονται τα χρήματα και τις αγοραπωλησίες με νομιμοφάνεια, μετά το 1998 τα πράγματα εξελίσσονται τελείως διαφορετικά. Τα χρήματα που πέφτουν στις off shore είναι πολλά, οι αγοραπωλησίες περισσότερες και η κίνηση πολλών λογαριασμών ξεφεύγει από κάθε όριο.» [Τέλλογλου, Καθημερινή, 14/4/2012]. Μέρος της κίνησης στους λογαριασμούς αποδίδεται και στο ότι ο βασικός διαχειριστής, ο ξάδελφος του Τσοχατζόπουλου, αρρώστησε. Αλλά «πέφτουν και πολλά λεφτά» γιατί άρχισαν και οι μίζες της άμυνας  και προφανώς το «πατριωτικό μέτωπο» τρώει με χρυσά κουτάλια και στην Λευκωσία και στην Αθήνα σε βάρος του Δημοσίου, με την ανοχή και του Κληρίδη και του Σημίτη – αν όχι με την έγκριση τους για να ξεφορτωθούν τους εθνικιστές με την εξαγορά.

Ο τρόπος ξεπλύματος δείχνει και πάλι ότι η Κύπρος και τα τοπικά κυκλώματα είχαν άμεση εμπλοκή στην διακίνηση και το ξέπλυμα. Ήδη, η Κύπρος και το δικηγορικό γραφείο του Τ. Παπαδόπουλου είχαν δείξει από την περίοδο των γιουγκοσλαβικών πολέμων, στις αρχές της δεκαετίας του 90, ότι μπορούσαν να διαχειριστούν μυστικά ποσά και να συγκαλύψουν την πηγή και την διακίνηση τους. [Οι πληρωμές της ρωσικής εταιρείας στον Σύριο μεσολαβητή έγιναν, σύμφωνα με την καταγραφή του Πολίτη, μέσω της Λαϊκής Τράπεζας, δικηγόρος της οποίας ήταν το δικηγορικό γραφείο Παπαδόπουλου, το οποίο  είχε αυτονόητα την «τεχνογνωσία» του ξεπλύματος]. Υπήρχε, όμως, μια πιο άμεση σύνδεση με τα παρακλάδια του κυπριακού πατριωτικού μετώπου: Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα έρευνες των ανακριτών στην Αθηνά, το ξέπλυμα γινόταν μέσω των λογαριασμών της μονής Βατοπαιδίου:

«Σύμφωνα με τον ελεγκτή Μάϊτο, η παρουσία του Σαπχατζίδη [επιχειρηματία και ιδιοκτήτη της  off shore εταιρείας Torcaso, η οποία χρησιμοποιείτο για το ξέπλυμα], που συμμετέχει στην τελική φάση είσπραξης του τμήματος από τις πωλήσεις των ακίνητων της Torcaso στην Ιερή Μονή Βατοπαιδίου, δείχνει ότι μαύρο χρήμα επενδύθηκε σε ακίνητα για να ξεπλυθεί.» [Βήμα, 15/4/2012, σ. 9].

Η Μονή Βατοπαιδίου συνδέεται άμεσα με το απορριπτικό εθνικιστικό μπλοκ στην Κύπρο: ο ηγούμενος Εφραίμ είναι αδελφός του ιδρυτή και ηγέτη του ακροδεξιού απορριπτικού κόμματος «Νέοι Ορίζοντες» [το οποίο έχει μετονομαστεί σήμερα σε ΕΥΡΩΚΟ]. Και αυτό το απορριπτικό κόμμα στήριξε την υποψηφιότητα Κληρίδη, το 1998. Η παράδοξη σύγκλιση των ετερογενών φαινομενικά τάσεων, είχε προφανώς, υπόγειες οικονομικές διασυνδέσεις.

Αξίζει να διερευνηθεί και η πιθανότητα να χρησιμοποιήθηκε και η χρηματιστηριακή φούσκα του 1999, για να ολοκληρωθεί το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος. Διότι αν υποθέσουμε ότι οι μίζες ήταν κατά αναλογία, τότε αν οι TOR, οι οποίοι είχαν στοιχίσει πέραν από το ένα δις, είχαν 78 εκατομμύρια μίζες, τότε οι S300 θα πρέπει να είχαν γύρω στα 40 εκατομμύρια. Αν προστεθούν σε αυτά και τα εκατομμύρια σε μίζες για τους TOR [ο Τσοχατζόπουλος υπολογίζεται ότι πήρε 25 από τα 78 εκατομμύρια των μιζών για τους πυραύλους] που δεν είναι γνωστό που έχουν καταλήξει, τότε προφανώς υπήρχε ένα πόσο, το οποίο θα μπορούσε εύκολα να ξεπλυθεί με διάφορες «τοποθετήσεις» και αγοραπωλησίες μετοχών, σε εκείνο το επίσης κατασκευασμένο σκηνικό. Και από ότι φαίνεται, οι πληρωμές των μιζών για τους ρωσικούς πυραύλους γίνονται σε δόσεις και η διαδικασία κράτησε τουλάχιστον μέχρι το 2001. Οπότε εμπλέκονταν ενδεχομένως διάφοροι υπουργοί άμυνας στην Κύπρο.

Δυστυχώς, δεν μπορεί κάποιος να περιμένει σε αυτό το στάδιο σοβαρή ερευνά από την κυπριακή δημοσιογραφία με δεδομένα τα συμφέροντα: εμπλέκεται από την μια η κυβέρνηση Κληρίδη, η οποία κατασκεύασε και χρησιμοποίησε το σκάνδαλο των S-300, αλλά και διάφοροι από τα εθνικιστικά απορριπτικά κυκλώματα. Το ότι η όλη ιστορία αποκαλύπτει και τα πραγματικά συμφέροντα πίσω από τις εθνικιστικές κορώνες, είναι επιπρόσθετος λόγος λογοκρισίας.

Από την άλλη, οι πιθανότητες να λογοκριθεί το σκηνικό, είναι, επίσης, περιορισμένες με δεδομένες τις διαρροές που γίνονται –  και τις αυτονόητες συνδέσεις που θα γίνουν και στην Αθήνα και στην Κύπρο. Οπότε, για μερικούς είναι και θέμα καθυστέρησης των αποκαλύψεων.

Οι εθνικοπατριωτικές συντεταγμένες των σκανδάλων του Μιζ – Άκη (Τρίτη, 24 Απρίλιος 2012) 

Επιλέγοντας τον χαρακτηριστικό τίτλο “Αναζητώντας τα κυπριακά ίχνη των σκανδάλων του Τσοχατζόπουλου: η ανακύκλωση των υπουργών άμυνας και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα” και με τον εύλογο εντός παρένθεσης υπότιτλο (από τον Ηλιάδη, στον Ομήρου, στον Χάσικο ..στην Telepassport και την Siemens) η ψαγμένη Δεύτερη Ανάγνωση μοιάζει να χαράσσει έναν εξαιρετικά ενδιαφέροντα οδικό χάρτη που οδηγεί στο επίκεντρο των εθνικοπατριωτικών μιζών. Όσοι πατριώτες πιστοί της απάτριδος αλήθειας, είστε κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτοι στην μελέτη των συντεταγμένων. Έπεται ανάγνωση:

Έχει αρχίσει διστακτικά η αναφορά στο σκάνδαλο των μιζών στα κυπριακά ΜΜΕ: ο Πολίτης είχε μια γενική αναφορά στα σκάνδαλα της άμυνας [με μια ενδιαφέρουσα παραπομπή στην σύνδεση των εξόδων για εξοπλισμούς με το δημόσιο χρέος], ενώ ο Άστρα την Δευτέρα είχε μια συνέντευξη με τον Τ. Χατζηδημητρίου, επικεφαλής της επιτροπής άμυνας της βουλής την δεκαετία του 1990, ο οποίος αναφέρθηκε σε δύο σκάνδαλα με την αγορά εξοπλισμού, τα οποία κατήγγειλε στον τότε πρόεδρο – χωρίς προφανώς να γίνει τίποτα. Όμως, η αναφορά στους άμεσα εμπλεκόμενους πολιτικούς, όπως λ.χ. οι υπουργοί άμυνας και τα πολιτικά κυκλώματα που τους στήριξαν, παραμένει ακόμα ένα συγκεκαλυμμένο, αν όχι λογοκρινόμενο, θέμα. Όπως καταγράφηκε ήδη, λ.χ. στο κύκλωμα των μιζών,  εμπλεκόταν όλο το απορριπτικό-εθνικιστικό μπλοκ: ο Τσοχατζόπουλος έκανε την εποπτεία μαζί με τον Ομήρου στο υπουργείο άμυνας, οι πληρωμές γίνονταν μέσω ενός Σύριου επιχειρηματία, τον οποίο είχε υπό την προστασία του ο Ντίνος Μιχαηλίδης, ενώ το ξέπλυμα γινόταν με εταιρείες του Βατοπαιδίου, στις οποίες διαπλέκεται η ακροδεξιά με τους Νέους Ορίζοντες.

Ένα από τα ουσιώδη ζητούμενα, είναι ο βαθμός εμπλοκής των πολιτικών ηγεσιών Κύπρου και Ελλάδας [του κύκλου γύρω από τον Κληρίδη στην Κύπρο με κύριο άξονα τον Σ. Χάσικο και το κύκλο γύρω από τον  Κ. Σημίτη στην Ελλάδα]. Ήδη υπόνοιες έχουν εκφραστεί για τον βαθμό που ήξεραν ή δεν ήξεραν τι γινόταν.

Σε αυτό το δεύτερο κείμενο εξέτασης του σκανδάλου, θα εστιάσουμε στην διερεύνηση των σχετικά ιλιγγιωδών εναλλαγών στο κυπριακό υπουργείο άμυνας την επίμαχη περίοδο, αλλά και ενδιαφερουσών διαπλοκών – χρονολογικών [όσον αφορά την έναρξη του σκανδάλου], αλλά και οικονομικών [όσον αφορά την εμπλοκή των εναλλασσόμενων υπουργών σε διαπλεκόμενες εταιρείες και ύποπτες, για ξέπλυμα, επενδύσεις].

Την περίοδο 1997 -1999, η Κυπριακή Δημοκρατία άλλαξε πέντε υπουργούς άμυνας – ποτέ δεν είχε και ούτε έχει ξανασυμβεί τέτοια εναλλαγή. Μέχρι το 1997, υπουργός άμυνας ήταν ο Κ. Ηλιάδης από το ΔΗΚΟ, ο οποίος παραιτήθηκε το φθινόπωρο μετά την αποχώρηση του κόμματος του από την κυβέρνηση. Ακολούθησε μια σύντομη υπηρεσιακή θητεία από τον Γ. Χαραλαμπίδη και μετά τις εκλογές του Φεβρουαρίου του 1998 ανέλαβε ο  Γ. Ομήρου της ΕΔΕΚ. Ο Ομήρου  διένυσε όλη την χρονική περίοδο του 1998, επιμένοντας δημόσια «ότι θα έρθουν οι πύραυλοι» – είναι η περίοδος όπου πέφτουν «πολλά λεφτά» στους λογαριασμούς του Τσοχατζόπουλου]. Ακολούθως ανέλαβε για ένα εξάμηνο ο Γ. Χρυσοστομής και τελικά ανέλαβε τον Αύγουστο ο Σ. Χάσικος, στέλεχος του ΔΗΣΥ με αρκετά κοινά με τον Τσοχατζόπουλο – ιδιαίτερα στο σενάριο “from rags to riches”. Η δική του άνοδος, έγινε μέσα από γάμο στην οικογένεια Κουλέρμου. Οι φήμες θέλουν τον κ. Χάσικο να είχε εμπλοκή και στην φούσκα του Χρηματιστηρίου και όπως θα δούμε η διασταύρωση με τον πρώτο εμπλεκόμενο υπουργό, τον κ. Ηλιάδη,, αλλά και με τις εταιρείες ξεπλύματος των μιζών Τσοχατζόπουλου, είναι ενδιαφέρουσες και ενδεχομένως αποκαλυπτικές .

Η πρώτη αναφορά για εμπλοκή του Τσοχατζόπουλου στην διαδικασία αγοράς των S300 έγινε τον Νοέμβριο του 1996. Σύμφωνα με το άρθρο του Φιλελεύθερου, τότε στην Κύπρο βρισκόταν και η ρωσική αντιπροσωπεία για συζήτηση της αγοράς των S300. Ο τότε υπουργός άμυνας λοιπόν, ο κ. Ηλιάδης, είχε άμεση εμπλοκή με την διαπραγμάτευση των πυραύλων, αλλά από ότι φαίνεται η ελληνική επένδυση μαμούθ στους εξοπλισμούς που ξεκινούσε υπό την σκιά των Ιμίων, θα περνούσε άμεσα από την Κύπρο. Ήδη, στο κείμενο του Φιλελευθέρου αναφερόταν ότι το ελληνικό κράτος ενδιαφερόταν, επίσης, για αγορά ρωσικών συστημάτων – κάτι το παράδοξο αφού είναι δεδομένο ότι μια νατοϊκή χώρα θα είχε πρόβλημα ένταξης ρωσικών συστημάτων στα δικά της.

Όταν ένα χρόνο μετά, το φθινόπωρο του 1997, το ΔΗΚΟ εγκατέλειψε την κυβέρνηση Κληρίδη ο Ηλιάδης αποχώρησε – σε αντίθεση με τον Ντίνο Μιχαηλίδη, ο οποίος ως ο βασικός προστάτης του μεσάζοντα για τις πληρωμές, του Σύριου επιχειρηματία, προτίμησε τις μίζες από το κόμμα του. Αυτή η επιλογή είναι ενδιαφέρουσα από μόνη της και δείχνει ότι όντως τα λεφτά πρέπει να ήταν πολλά – δεν εγκαταλείπεται έτσι εύκολα η συμμετοχή στην ηγεσία ενός κόμματος κλειδιού για την διακυβέρνηση.

Αφού έγιναν οι εναλλαγές στο υπουργείο εξασφάλισε και η ΕΔΕΚ τις μίζες της. Εδώ υπάρχει ένα κοινό μυστικό: Όλοι ξέρουν ότι η ΕΔΕΚ είχε δημιουργήσει ένα καθεστώς μέσα από το οποίο εξασφάλιζε ένα ποσοστό μιζών από όλες τις συναλλαγές με την Λιβύη μέσω της εταιρείας Cypro-Libyan. Οπότε στην προκείμενη περίπτωση η ΕΔΕΚ δεν είχε ανάγκη την τεχνογνωσία του δικτύου του δικηγορικού γραφείου του Τάσσου Παπαδόπουλου για εξαφάνιση κεφαλαίων μέσα από την Λαϊκή τράπεζα και ανάλογα δίκτυα. Όμως, η εμπλοκή της ΕΔΕΚ στην διαχείριση τέτοιων ποσών από μίζες από το πόστο του υπουργού άμυνας έγινε για πρώτη φορά το 1998. Και αξίζει να σημειωθεί ότι η σχέση της ηγεσίας της ΕΔΕΚ τότε με τον Τσοχατζόπουλο ήταν κάτι περισσότερο από θερμή – ο Β. Λυσσαρίδης θεωρούσε αυτήν την σχέση ως εκφραστική της σχέσης του με το ΠΑΣΟΚ. Ο Γ. Ομήρου, κατά συνέπεια, ο οποίος επιλέχθηκε και ως διάδοχος, διαχειριζόταν όχι απλά ένα υπουργείο, αλλά και μια σχέση με μια ολόκληρη πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ με επικεφαλής τον Τσοχατζόπουλο.

Η εμφάνιση του Χάσικου στο υπουργείο άμυνας από το 1999 μέχρι το 2001 όταν φαίνεται να ολοκληρώθηκαν οι πληρωμές των μιζών [μετά τους S300 ακολούθησαν οι TOR], δεν μπορεί να ήταν τυχαία. Τους αμέσως επόμενους μήνες [μετά τον διορισμό του Χάσικου στο υπουργείο άμυνας], ξέσπασε και η κυπριακή φούσκα του χρηματιστηρίου, στην οποία συμμετείχαν ενεργά διάφορα στελέχη του ΔΗΣΥ.

Το 2000, η εταιρεία Sharelinks και η θυγατρική της White knight Ηoldings ltd στις οποίες εμπλέκονται τα κεφάλαια της οικογένειας Κουλέρμου, άρχισαν να αγοράζουν μετοχές εκατομμυρίων σε ακίνητα. Τελικά, οι αγορές κατέληξαν στην εταιρεία Ledra [SFS Ledra Properties Ltd], η οποία βρέθηκε με τουλάχιστον «100 τεμάχια ιδιοκτησίας/properties» στην Παλιά Λευκωσία. Υπολογίζεται από παρατηρητές της αγοράς στην περιοχή ότι επενδύθηκαν 30 εκατομμύρια. Ένας διευθύνων σύμβουλος, απέδιδε τα κεφάλαια σε ξένους επενδύτες, αν και οι φήμες, οι οποίες κυκλοφορήσαν παρέπεμπαν στο ότι πίσω που τις επενδύσεις σε ακίνητα βρίσκονταν τα κεφάλαια της οικογένειας Κουλέρμου, της οικογένειας του υπουργού άμυνας.

Γιατί να επενδυθούν, ξαφνικά, τόσα λεφτά στην παλιά Λευκωσία και σε ακίνητα; Είναι τυχαίο ότι τα ακίνητα ήταν και ο τρόπος ξεπλύματος ύποπτων χρημάτων όπως το κωδικοποίησε και η μέχρι τώρα έρευνα για τον Τσοχατζόπουλο; Μπορεί να είναι, μπορεί  και όχι, αλλά σαφώς αυτές οι συναλλαγές και μάλιστα την ίδια περίοδο όπου διαπλέκονται δύο σκάνδαλα, στα οποία υπήρχε η ανάγκη ξεπλύματος χρημάτων [οι μίζες και το χρηματιστήριο] θέτουν, σαφώς, θέμα διερεύνησης.

Διότι ο κ. Χάσικος εμπλέκεται και άμεσα με εταιρείες, όπως την Telepassport, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για διακίνηση χρημάτων στα σκάνδαλα μιζών, τα οποία είναι υπό διερεύνηση στην Ελλάδα – όπως το σκάνδαλο της Siemens στο οποίο εμπλέκεται το όνομα του Τσοχατζόπουλου μέσω του «κολλητού του», Π. Νικολαΐδη. Φαίνεται ότι ο εισαγγελέας Αθανασίου, ο οποίος διερευνά το σκάνδαλο της Siemens κατέληξε ότι τα «μαύρα ταμεία» φαίνεται να διαπλέκονται με την εταιρεία Telepassport «που κατά σύμπτωση ιδρύθηκε το 1998», δηλαδή τον επόμενο χρόνο που άρχισε η διαπλοκή του ΟΤΕ με την Siemens, αλλά και τον επόμενο χρόνο της οριστικοποίησης της συμφωνίας για τους S300. Ο Σ. Χάσικος, ηγετικό στέλεχος του ΔΗΣΥ και υπουργός άμυνας, την περίοδο 1999-2003, βρέθηκε, το 2006, να είναι ένας από τους συμμετέχοντες στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας στην Ελλάδα. Αλλά ήδη από το 2004 υπάρχουν δηλώσεις του[1][1] όπου εμφανίζεται σαν εκπρόσωπος της εταιρείας στην Κύπρο – και κατηγορεί μάλιστα την ΑΤΗΚ, υποσχόμενος ότι η εταιρεία, την οποία εκπροσωπεί, θα προσφέρει καλύτερες τιμές. Και σύμφωνα με τις δηλώσεις του η  Telepassport ξεκίνησε τις επιχειρήσεις της στην Κύπρο από το 2002 – όταν ο κ. Χάσικος ήταν ακόμα υπουργός άμυνας. Και προφανώς χειριζόταν και ζητήματα μιζών στα οποία εμπλέκονταν διάφοροι οργανισμοί [όπως η Telepassport] και άτομα.

Η  Telepassport απορροφήθηκε το 2006 από μια άλλη εταιρεία, την Lannet, η οποία έκλεισε το 2007. Είναι συμπτωματικό ότι η εταιρεία στην οποία συμμετείχε ο Χάσικος και οι άλλοι εμπλεκόμενοι «ξαφνικά έμεινε από λεφτά» λίγο πριν ξεσπάσει δημόσια το σκάνδαλο της Siemens [και άρα θα γίνονταν έρευνες για τις διακινήσεις χρημάτων μέσω των ταμείων της] – και ενώ είχαν αρχίσει σχετικές έρευνες στο Λιχτενστάιν; Αναφέρεται, χαρακτηριστικά, σε ένα κείμενο στην εφημερίδα Παρών, το 2008: «Τι μπορεί να συνδέει πρόσωπα φαινομενικά ετερόκλητα, όπως ο Σ. Αποστολόπουλος και ο  Σ. Χάσικος, με μια ελληνική εταιρεία τηλεπικοινωνιών, όπου έχουν το πρώτο λόγο ένα πρώην στέλεχος του ΟΤΕ και ένα της Siemens;»[2][2] Ο Σ. Αποστολόπουλος ήταν «ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ». Είναι δυνατόν να είναι τυχαίες όλες αυτές οι; Η διερεύνηση αυτών των «συμπτώσεων» και διασυνδέσεων είναι, το λιγότερο, αναγκαία.

Και αρχές του 2002, φαίνεται να «δένει το γλυκό», με την διασύνδεση του υπουργού άμυνας του 1997, του Ηλιάδη, με τον μετέπειτα υπουργό του 1999, τον Χάσικο, σε μια άλλη ενδιαφέρουσα «συνεργασία»: Με ανακοίνωση της, η εταιρεία SFS [Sharelink Financial Services Limited] πληροφορεί το κοινό ότι ο «Κώστας Ηλιάδης, πρώην υπουργός Άμυνας της Δημοκρατίας, έχει διοριστεί ως Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας». Ήδη, πάντως, φαίνεται ότι η σχέση του Ηλιάδη με την Sharelink χρονολογείτο από το προηγούμενο έτος, αφού η εταιρεία στην οποία ήταν πρόεδρος [η Kyknos investments] παρέπεμπε σε σχέση με την Sharelink.  Έτσι, ο υπουργός, ο οποίος ξεκίνησε την επίβλεψη [και άρα και την κατανομή των μιζών] για την αγορά των S300, βρέθηκε σε μια επενδυτική, στην οποία βασικοί παίκτες είναι τα κεφάλαια της οικογένειας του υπουργού άμυνας, που έκλεισε την διαδικασία της κατανομής των μιζών, του Χάσικου.

Μια άλλη ενδιαφέρουσα διάσταση, η οποία μπορεί να είναι αποκαλυπτική τελικά, είναι το πώς έγινε η αγορά των TOR. Η προθυμία της Ελλάδας να αγοράσει οπλικά συστήματα για να δωριθούν στην Κύπρο, ακούγεται παράδοξη. Σε αυτό το πλαίσιο, η διερεύνηση των διαπλεκόμενων συμφερόντων των τέως υπουργών [αλλά και άλλων αξιωματούχων οι οποίοι γνώριζαν ή εμπλέκονταν], θα πρέπει να συμπληρωθεί με μια ευρύτερη διερεύνηση των κονδυλίων που ξοδεύτηκαν για την άμυνα. Η προσπάθεια να γίνει ένας σε βάθος έλεγχος του δημόσιου χρέους, τόσο σε Ελλάδα όσο και Κύπρο, από ανεξάρτητες ομάδες με άξονα ευρωπαϊκές δικλείδες έρευνας, μπορεί να οδηγήσει και σε αυτό το μονοπάτι των χαμένων χρημάτων.

Σύμφωνα με την εφημερίδα «Το Έθνος» η Κύπρος αναδεικνύεται ως σταθμός για τη διακίνηση των χρημάτων από την εταιρεία Ferristaall για τη σύμβαση που αφορά στα υποβρύχια.

Τελικά, μετά από όλα αυτά, μήπως δικαιώνονται όσοι τονίζουν την ανάγκη ανάπτυξης ενός εργατικού διεθνιστικού κινήματος στις δύο ακτές του Αιγαίου και στην Κύπρο, που να επιβάλλει το μπλοκάρισμα των εξοπλισμών μέσω της πάλης ενάντια στο σύνολο της ασκούμενης αντεργατικής πολιτικής των αστικών κυβερνήσεων, παλεύοντας για την ανατροπή τους και των ταξικών συμφερόντων που εκπροσωπούν.

 

ΔΙΚΤΥΟ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΦΑΝΤΑΡΩΝ ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ

ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ

ΤΗΛ. ΕΠΙΚ. 6932 955437

diktiospartakos.blogspot.com

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *