Δυνάμει κάτοικοι του περιθωρίου. Το πλήθος των διαβατών στα συνωστισμένα πεζοδρόμια του κέντρου. Πόσο να απέχει άραγε; Μήπως όσο και ένα βλέμμα στην πίσω αυλή της καθημερινής συμβατικότητας; Για κάποιους τόσο. Για άλλους λιγότερο ή περισσότερο. Ίσως να φταίει και η οπτική γωνία που δεν το αγγίζει καν. Μα ίσως να μην είναι κι αυτό ο λόγος της άγνοιας. Αν το βιώνεις ως καθημερινότητα τότε πολύ πιθανόν να το ταυτίζεις με την πραγματικότητα. Άλλωστε κυρίαρχο ρόλο στη βιωματική αυτή αντίληψη παίζει η επέκταση του ζωτικού χώρου του εσωτερικού περιθωρίου. Αυτής της διαδικασίας που διευρύνει συνεχώς τις αποστάσεις με το κοινωνικό σώμα, αλλοιώνει την ταυτότητα και πολλαπλασιάζει τα αδιέξοδα. Στο όνομα ασφαλώς της διεξόδου.
Ίσως γι αυτό το περιθώριο δεν είναι μόνο, ή κυρίως, αυτό που γνωρίζουμε με την ανέχεια σε πρώτο πλάνο και την πλήρη κοινωνική απομόνωση των μοντέρνων αθλίων σε κατά τόπους σύγχρονες κοινωνικές Σπιναλόγκες. Ζώντας παρέα με τις παραλυτικές συνέπειες του φόβου της απώλειας ενός παραδείσου που δεν κατακτήθηκε ποτέ. Την επίπλαστη αυτή εικόνα στέκονται ανίκανες να διαλύσουν οι ανθρώπινες χωματερές που αναπτύσσονται παράλληλα με τους γιγάντιους αστικούς σκουπιδότοπους. Κάπως έτσι συμπτώματα τρομερά αναπτύσσονται στο κοινωνικό σώμα. Η απώλεια της συλλογικής μνήμης μοιάζει με βασανιστικό Αλτσχάιμερ. Η αλλοίωση της συλλογικής ταυτότητας μοιάζει με εκφυλισμό των νευρικών κυττάρων. Μοναχά εκλάμψεις και αναλαμπές φωτίζουν ώρες ώρες τις κουρασμένες συνειδήσεις πριν σβήσουν κι αυτές σαν αστραπές σε καταιγίδα και ξαναγυρίσει ο νους στο πρότερο σκοτάδι.
Ποιος μπορεί με βεβαιότητα να αξιολογήσει ποια κατάσταση περιθωρίου είναι η πλέον επικίνδυνη; Οι ζώνες με τα κρησφύγετα περιθωριοποιημένων αστέγων; Οι πιάτσες της αθλιότητας με τους τοξικομανείς και τις πόρνες και από δίπλα τις κάθε λογής μαφίες; Ή μήπως τα γκετοποιημένα διαμερίσματα με τους αναπαυτικούς καναπέδες σε όποια περιοχή κι αν βρίσκονται που φιλοξενούν σε οθόνες υψηλής ευκρίνειας τηλεοπτικούς κανιβάλους, επαγγελματίες ψευδολόγους, Φαρισαίους και υποκριτές νέας κοπής; Θέλει κόπο και τέχνη είναι η αλήθεια για να εξομοιωθούν θύτες και θύματα. Ακόμη μεγαλύτερα μπόνους δε εάν οι θύτες εξαγνιστούν σε κοινή θέα από το αίμα των ίδιων των θυμάτων. Πάντα στο όνομα του δημοσίου συμφέροντος και μιας κάποιας αδιόρατης σωτηρίας, κάτι σαν την ανάσταση των νεκρών και τη Δευτέρα παρουσία. Η βαναυσότητα και η σκληρότητα προς τον αδύναμο δεν χαρακτηρίζονται ως περιθωριακά φαινόμενα σύμφωνα με τα ισχύοντα. Αντιθέτως είναι η γονιδιακή φύση ενός συστήματος ολοένα και ακληρότερου. Αυταρχικότερου και καταστροφικού. Περιτυλιγμένου με τις απαραίτητες δόσεις λάιφ στάιλ και υπογεγραμμένο με βαριές υπογραφές. Τόσο που να μην αμφισβητείται ότι ναι, σίγουρα, περιθώριο είναι οι οροθετικές πόρνες και όχι ο υπουργός που τις διαπομπεύει και ταυτόχρονα κλείνει νοσοκομεία. Διατάζοντας μάλιστα σε όσα έχουν μείνει ανοιχτά να μην νοσηλεύονται οι άνθρωποι – φαντάσματα, αυτοί που δεν έχουν χαρτιά. Αυτοί οι οποίοι αναγορεύονται σε εχθρό του περιβόητου «μέσου πολίτη» Ποιος θα αμφισβητήσει ότι είναι περιθωριακοί και επικίνδυνοι οι εξαθλιωμένοι μετανάστες και όχι, μα φυσικά για όνομα του Θεού, οι υπουργοί που σχεδιάζουν και υλοποιούν τα μοντέρνα στρατόπεδα συγκέντρωσης…
Πόσο ασφυκτικός γίνεται ο κλοιός… Σφίγγει σα θηλιά τους διαβάτες των πολυσύχναστων οδών. Μαθημένοι να περπατούν βιαστικά εν μέσω διασταυρούμενων ηλεκτρομαγνητικών πεδίων, οπτικών ινών και κεραιών κινητής τηλεφωνίας. Διαβάτες που ανταλλάσσουν δεδομένα με υψηλές ταχύτητες και βλέμματα εχθρότητας. Με το πέπλο της ανωνυμίας και της μάζας προστατευτικό κάλυμμα και ταυτόχρονο δυνάστη και καθημερινό τιμωρό όσων υπέκυψαν αγόγγυστα όχι απλώς στην ατομοκεντρική αυτοτέλεια αλλά στην ιδιώτευση. Κάπως έτσι το εντός μας περιθώριο γίνεται όλο και πιο οικείο. Εχθρός είναι ο άλλος. Όμοιος με την κόλαση του Σάρτρ σε έναν αέναο αγώνα, ένα αδυσώπητο κυνήγι μιας θέσης κάτω από τον ήλιο της πιο άθλιας εκμετάλλευσης που ανατροφοδοτεί τις ψευδαισθήσεις. Με ευκολία χάνεται η μνήμη και η προσδοκώμενη απελευθέρωση από την απώλεια της ταυτότητας καταλήγει σε μία νέα υποδούλωση κάτω από βιομηχανικά σίριαλ νάμπερ και γραμμωτούς κώδικες μέσα στο αδηφάγο παρόν του καταναλωτισμού. Καταλήγει σαν ένα παιχνίδι όλο αυτό. Σαν μια τραμπάλα στο χείλος της χαράδρας έτοιμη να σπάσει στη μέση. Η ισορροπία της κρέμεται πάνω σε μια λεπτή κλωστή, αλλά τη τρομερό, εσύ να είσαι πάντα με την πλάτη στο χείλος της χαράδρας. Χωρίς να ανακαλείς μνήμες, εμπειρίες ή παραστάσεις του παρελθόντος. Η ελεύθερη πτώση γίνεται ίσως πιο συναρπαστική αν έχεις την άγνοια του κινδύνου… Κάποιος όμως πρέπει να προτάξει μια λύση. Τόσο απλή όσο να σφίξεις ένα χέρι. Τόσο ζεστή όπως μια μεγάλη αγκαλιά. Τόσο εύηχη και γλυκιά όσο η αλληλεγγύη. Παράλληλα όμως και η διέξοδος απαιτεί θυσία. Καμιά φορά ίσως και αυτοθυσία. Σε κάθε περίπτωση η ζωή, η κάθε ζωή και όλες μαζί, πρέπει να κερδηθεί. Εδώ και το μεγάλο στοίχημα γιατί τίποτα δεν κερδίζεται χωρίς μάχη, Πολύ περισσότερο που η ζωή για να κερδηθεί πρέπει να ανατραπεί…
Μάκης Γεωργιάδης
XXIX –V – 2012
Αφήστε μια απάντηση