Προπαγάνδα εξαπάτησης από τον ΣΥΡΙΖΑ
Μνημόνιο και δανειακή σύμβαση πάνε «πακέτο»
Μπορεί να διαχωριστεί το Μνημόνιο από τη δανειακή σύμβαση; Μπορείς να καταργήσεις (νομοθετικά, φυσικά) το Μνημόνιο και να κρατήσεις τη δανειακή σύμβαση; Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εκείνη η πολιτική δύναμη που υποστηρίζει πως ναι, μπορεί να διαχωριστεί η δανειακή σύμβαση από το Μνημόνιο. Να «ακυρωθεί», όπως λέει, το Μνημόνιο, γιατί αυτό είναι ζήτημα της εσωτερικής ελληνικής «έννομης τάξης» και άπτεται των κυριαρχικών δικαιωμάτων της ελληνικής δημοκρατίας. Και να κρατηθεί η δανειακή σύμβαση, διότι είναι επωφελές και το περιβόητο PSI και η ανακεφαλαίωση των τραπεζών. Απλά, όπως εξηγεί στις ομιλίες του ο Αλ. Τσίπρας, ο ΣΥΡΙΖΑ «θα επαναδιαπραγματευθεί τους δυσμενείς όρους της δανειακής σύμβασης» και μετά θα κάνει και συνολική αναδιαπραγμάτευση του χρέους, στο πλαίσιο μιας ευρωπαϊκής λύσης που θ’ αφορά όλες τις χώρες.
Αφήνουμε στην άκρη το γεγονός ότι μέχρι και πριν τις τελευταίες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε για καταγγελία του Μνημόνιου και της δανειακής σύμβασης, την οποία έλουζε με διάφορα κοσμητικά, και μένουμε μόνο στην τωρινή του θέση, ότι μπορεί να ακυρώσει με νόμο το Μνημόνιο, χωρίς αυτό να θίξει τη δανειακή σύμβαση, η οποία θα συνεχίσει να εκτελείται κανονικά.
Μνημόνιο και δανειακή σύμβαση είναι ενιαία και αδιαίρετα. Το Μνημόνιο αποτελεί ΟΡΟ της δανειακής σύμβασης. Εκτός αυτού, το Μνημόνιο δεν αποτελεί μόνο νόμο της ελληνικής «έννομης τάξης», αλλά νόμο κοινοτικής ισχύος, καθώς περιλαμβάνεται σε σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου (μετά από αποφάσεις συνόδων κορυφής της ΕΕ). Ολ’ αυτά αναφέρονται αναλυτικά και στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχέδιου με το οποίο ψηφίστηκε το Μνημόνιο-2 και οι νέες δανειακές συμβάσεις (Ν. 4046/2012). Και είναι πραγματικά απορίας άξιο που κανένας δεν βγαίνει να πει στους ΣΥΡΙΖΑίους «λέτε ψέματα». Ας τα πάρουμε, όμως, με τη σειρά.
Το Μνημόνιο και οι νέες δανειακές συμβάσεις ψηφίστηκαν «πακέτο» και αποτελούν το νόμο 4046/2012. Φυσικά, «πακέτο» αποτελούν όχι γιατί περιλαμβάνονται στον ίδιο νόμο. Θα μπορούσε μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία να καταργήσει ένα τμήμα αυτού του νόμου και να κρατήσει το υπόλοιπο. Να καταργήσει, ας πούμε, το τμήμα που αφορά το Μνημόνιο. «Πακέτο» αποτελούν διότι το ένα εμπεριέχεται στο άλλο. Η ψήφιση και η εφαρμογή του Μνημόνιου αποτελούν όρο για την υλοποίηση της δανειακής σύμβασης και την εκταμίευση των δανειακών δόσεων. Αν το Μνημόνιο καταργηθεί, τότε είναι σαν να καταγγέλθηκε η δανειακή σύμβαση. Ας δούμε γιατί.
Στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχέδιου με το οποίο έγιναν νόμος του ελληνικού κράτους το Μνημόνιο-2 και οι νέες δανειακές συμβάσεις, αναφέρεται: «Το Μνημόνιο Συνεννόησης αποτελεί ξεχωριστό και συμπληρωματικό έγγραφο προς το αρχικό Μνημόνιο Συνεννόησης που υπεγράφη στις 3 Μαΐου 2010, όπως έχει πρόσφατα αναθεωρηθεί από από το συμπληρωματικό Μνημόνιο Συνεννόησης (Πέμπτο Παράρτημα) της 6ης Δεκεμβρίου 2011, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ελλάδας και της Τράπεζας της Ελλάδος
Η διαθεσιμότητα των Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης συναρτάται με την εφαρμογή από την Ελλάδα των μέτρων που περιλαμβάνονται στο Μνημόνιο Συνεννόησης, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σ’ αυτές».
Μας λέει, δηλαδή, η εισηγητική έκθεση, ότι για να «τρέξουν» οι δανειακές συμβάσεις θα πρέπει να εφαρμόζεται το Μνημόνιο. Οποιος, λοιπόν, λέει ότι θα καταργήσει το Μνημόνιο, θα πρέπει να καταργήσει ολόκληρο το σχετικό νόμο, επομένως να καταγγείλει και τις δανειακές συμβάσεις.
Μήπως όμως αυτά που αναφέρει η αιτιολογική έκθεση είναι μια τρομοκρατική προπαγάνδα του Βενιζέλου και της συγκυβέρνησης Παπαδήμου; Καλύτερα να μην τίθεται αυτό το ερώτημα, γιατί αυτά που αναφέρει η αιτιολογική έκθεση είναι αυτούσια αποσπάσματα από τις δανειακές συμβάσεις, όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω.
Για να μη λέμε πολλά, παραθέτουμε τι ακριβώς αναφέρει η δανειακή σύμβαση με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας:
«Το ΕΤΧΣ παρέχει στο Επωφελούμενο Κράτος Μέλος Χρηματοδοτική Ενίσχυση, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις του Μνημονίου Συνεργασίας και της παρούσας Σύμβασης» [Ορος 2(1) της Σύμβασης].
«Τα Μέρη που συμβάλλονται στην παρούσα Σύμβαση αναγνωρίζουν και αποδέχονται την ύπαρξη και τους όρους του Μνημονίου Συνεννόησης ως αυτό τροποποιείται, συμπληρώνεται ή ενημερώνεται κατά καιρούς» [Ορος 12(3)].
«Η διαθεσιμότητα αυτής της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης εξαρτάται από τη συμμόρφωση της Ελλάδας με τα μέτρα που εκτίθενται στο Μνημόνιο» [Προοίμιο (8) της Σύμβασης].
Οπως βλέπουμε, τα ίδια ακριβώς αναφέρει και η αιτιολογική έκθεση. Δεν εκταμιεύεται δεκάρα από τα δάνεια των συμβάσεων, εάν δεν τηρούνται με θρησκευτική ευλάβεια οι όροι του Μνημόνιου. Επειδή, δε, αυτοί που καταρτίζουν τόσο σημαντικές δανειακές συμβάσεις δεν είναι ερασιτέχνες, ούτε παίζουν, υπάρχουν και ρήτρες καταγγελίας της σύμβασης. Προβλέπεται, λοιπόν, ότι «το ΕΤΧΣ μπορεί, με γραπτή ενημέρωση του Επωφελούμενου Κράτους Μέλους, να ακυρώσει το Πρόγραμμα και/ή να κηρύξει το συνολικό ποσό κεφαλαίου κάθε Χρηματοδοτικής Ενίσχυσης, μαζί με τους δεδουλευμένους τόκους, ληξιπρόθεσμο και απαιτητό» [Ορος 8(1) της Σύμβασης].
Με απλά λόγια, αν η δανειακή σύμβαση καταγγελθεί, δεν σταματά μόνο η παραπέρα χρηματοδότηση, αλλά κηρύσσεται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό όλο το κεφάλαιο που έχει δοθεί, συν τους δεδουλευμένους τόκους. Θα πρέπει, δηλαδή, το ελληνικό κράτος να επιστρέψει και όλα όσα έχει πάρει στο παρελθόν, συν τους μέχρι στιγμής τόκους. Και βέβαια, όπως γνωρίζουμε, η υπόθεση θα δικαστεί από τα δικαστήρια του Λουξεμβούργο, με βάση το Αγγλικό Δίκαιο, ενώ η Ελλάδα έχει παραιτηθεί από κάθε δικαίωμα ασυλίας:
«Η παρούσα Σύμβαση και κάθε εξωσυμβατική αξίωση που γεννάται σε σχέση με αυτή θα διέπονται και θα ερμηνεύονται σύμφωνα με το Αγγλικό δίκαιο.
Τα Μέρη υποχρεούνται να υπαγάγουν κάθε διαφορά που ενδέχεται να προκύψει σε σχέση με τη νομιμότητα, εγκυρότητα, ερμηνεία ή εκτέλεση της παρούσας Σύμβασης στην αποκλειστική αρμοδιότητα των δικαστηρίων του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.
Το Επωφελούμενο Κράτος Μέλος και η Τράπεζα της Ελλάδος παραιτούνται με την παρούσα αμετάκλητα και ανεπιφύλακτα από κάθε δικαίωμα ασυλίαςπου ήδη έχουν ή μπορεί να δικαιούνται»[Ορος 13(1), (2), (4)].
Ας σημειωθεί ότι για να «δεθούν» νομικά όλ’ αυτά, οι δανειστές υποχρέωσαν τον υπουργό Οικονομικών να πάρει από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους στο υπουργείο Οικονομικών νομική γνωμοδότηση ότι η Σύμβαση είναι ικανοποιητική [όρος 3(3)(α)(i) της Σύμβασης], υπαγορεύοντας και το περιεχόμενο της γνωμοδότησης (το «Υπόδειγμα Νομικής Γνωμοδότησης» αποτελεί το Παράρτημα 5 του σχεδίου δανειακής σύμβασης). Δηλαδή, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους στο υπουργείο Οικονομικών γνωμοδότησε κατά παραγγελίαν!
Ας επανέλθουμε, όμως, στη δυνατότητα των δανειστών να καταγγείλουν τη σύμβαση και όχι μόνο να σταματήσουν την παραπέρα χρηματοδότηση, αλλά και να ζητήσουν αμέσως πίσω αυτά που έχουν ήδη δώσει ως δανεικά. Ποιους λόγους μπορούν να επικαλεστούν; Ενας από τους όρους που αναφέρονται είναι τόσο γενικός, ώστε να χωράει τα πάντα. Το ΕΤΧΣ μπορεί να ακυρώσει το Πρόγραμμα εάν:
«Το ΕΤΧΣ στείλει στο Επωφελούμενο Κράτος Μέλος μία δήλωση καταγγελίας στις περιπτώσεις που (i) έχει αποδειχθεί ότι αναφορικά με την παρούσα Σύμβαση, τη Σύμβαση Συγχρηματοδότησης ή το Μνημόνιο Συνεννόησης, το Επωφελούμενο Κράτος Μέλος ή η τράπεζα της Ελλάδος έχει εμπλακεί σε οποιαδήποτε πράξη απάτης ή διαφθοράς ή οποιαδήποτε άλλη παράνομη δραστηριότητα ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που είναι επιβλαβής για το ΕΤΧΣ…» [Ορος 8(δ) της Σύμβασης].
Αρα, όποιος καταγγείλει το Μνημόνιο, που αποτελεί όρο και αναπόσπαστο παρακολούθημα της δανειακής σύμβασης, θα θεωρηθεί ότι έχει καταγγείλει και τη σύμβαση. Το αποτέλεσμα θα είναι όχι μόνο να σταματήσουν οι παραπέρα εκταμιεύσεις, αλλά και να απαιτηθεί η επιστροφή των ήδη εκταμιευθέντων ποσών μαζί με τους δεδουλευμένους τόκους. Λέει ή όχι ψέματα ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν υποστηρίζει ότι θα έχει και την πίτα ολόκληρη (τα λεφτά από τη δανειακή σύμβαση) και το σκύλο χορτάτο (το λαό χωρίς τη βαρβαρότητα του Μνημόνιου);
Πέρα από τον ψεύτικο διαχωρισμό Μνημόνιου – δανειακής σύμβασης, που όπως είδαμε δεν ισχύει, ο ΣΥΡΙΖΑ επιστρατεύει και ένα άλλο επιχείρημα, το οποίο κατά κόρον αναφέρει ο Τσίπρας στις προεκλογικές του ομιλίες. Ελεγε, για παράδειγμα, την περασμένη Τρίτη, 5 Ιούνη, στην Πρέβεζα: «Το περιεχόμενο του Μνημονίου δεν συνιστά ευρωπαϊκή υποχρέωση της χώρας. Μόνον η δημοσιονομική σταθερότητα είναι πραγματική ανάγκη και ευρωπαϊκή υποχρέωση για τη συμμετοχή της χώρας στην Ευρωζώνη. Συνεπώς, η ακύρωση ενός νόμου του κράτους δεν είναι μονομερής ενέργεια».
Τόσα ψέματα σε λίγες λέξεις! Ας τα πάρουμε με τη σειρά, ανατρέχοντας και πάλι στην αιτιολογική έκθεση που συνόδευε το νομοσχέδιο «Μνημόνιο-δανειακές συμβάσεις»:
«Ολα τα εξαιρετικού χαρακτήρα μέτρα που λαμβάνει η χώρα στο πλαίσιο αυτό ενσωματώνονται σε αποφάσεις του Συμβουλίου της ΕΕ, οι οποίες εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος της ΕΕ, διαδικασία στην οποία ενταχθήκαμε τον Απρίλιο του 2009. Οι αποφάσεις αυτές του Συμβουλίου της ΕΕ, καθόσον μας αφορά, βρίσκουν διπλό έρεισμα στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της ΕΕ (ΣΛΕΕ):
– Αφενός στο άρθρο 126 παρ. 9 της ΣΛΕΕ, που αφορά σε μέτρα που καλείται να λάβει η χώρα μας στο πλαίσιο της διαδικασίας μείωσης του υπερβολικού ελλείμματός της…
– Αφετέρου στο άρθρο 136 παράγραφος 1 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, που προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης ειδικών μέτρων μόνο για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, προκειμένου να ενισχυθεί ο συντονισμός και η εποπτεία της δημοσιονομικής τους πειθαρχίας (…).
Συμπερασματικά, οι αποφάσεις του Συμβουλίου της ΕΕ, που προσδίδουν ενωσιακή νομιμότητα στα μέτρα που λαμβάνει η χώρα μας στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής της, τροποποιούνται και επικαιροποιούνται κατόπιν της αξιολόγησης της πορείας εφαρμογής του προγράμματός μας από την Τρόικα ενόψει της εκταμίευσης κάθε νέας δόσης από το πρόγραμμα χρηματοδότησης της οικονομίας μας.
Κατά συνέπεια, και τα νέα μέτρα (σ.σ. το Μνημόνιο-2) που η κυβέρνηση συμφώνησε να ληφθούν με τους εταίρους μας και το ΔΝΤ, στο πλαίσιο του νέου οικονομικού προγράμματος της χώρας, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί με το ποσό των 130 δισ. ευρώ περίπου, θα ενσωματωθούν σε νέα απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ, η οποία θα εκδοθεί στη βάση ακριβώς των άρθρων 126 παρ. 9 και 136 παρ. 1 α) της ΣΛΕΕ, καθιστώντας την νομιμότητα των μέτρων αυτών αδιαμφισβήτητη από την άποψη του ευρωπαϊκού δικαίου».
Ενα από τα δύο ισχύει. ‘Η η αιτιολογική έκθεση του Ν. 4046/2012 λέει ψέματα και δεν αποτελεί το Μνημόνιο νομικά δεσμευτικό κείμενο από άποψη κοινοτικού δικαίου, όπως ισχυρίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ή ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ψέματα, κρύβοντας από τον ελληνικό λαό την πραγματικότητα.
Η δωσιλογική συγκυβέρνηση Παπαδήμου, συνεχίζοντας το έργο της δωσιλογικής κυβέρνησης Παπανδρέου, κάρφωσε τον ελληνικό λαό στο βράχο του Μνημόνιου και της δανειακής σύμβασης πιο γερά απ’ όσο ο Ηφαιστος κάρφωσε τον Προμηθέα στο βράχο. Το Μνημόνιο (στη διαχρονική του εξέλιξη) δεν αποτελεί μόνο όρο της δανειακής σύμβασης, αλλά έχει περιβληθεί και με την ισχύ αποφάσεων του Συμβούλιου της ΕΕ. Για να το πούμε αλλιώς, ακόμα και αν καταργούνταν ο νόμος που περιλαμβάνει Μνημόνιο και δανειακές συμβάσεις, το Μνημόνιο θα παρέμενε με άλλη μορφή, γιατί αποτελεί απόφαση του Συμβούλιου της ΕΕ, στο πλαίσιο της διαδικασίας επιτήρησης στην οποία βρίσκεται το ελληνικό κράτος λόγω υπερβολικού ελλείμματος.
Η αιτιολογική έκθεση δεν λέει ψέματα. Δε θα μπορούσε, άλλωστε, διότι επικαλείται τα κείμενα των αποφάσεων του Συμβούλιου, τα οποία είναι στη διάθεση οποιουδήποτε πολίτη της ΕΕ. Ψέματα λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, εξαπατώντας και αποκοιμίζοντας τον ελληνικό λαό. Οι άλλοι, όμως, τα κόμματα της συγκυβέρνησης που ψήφισαν το Μνημόνιο, ο Κουβέλης που δεν το ψήφισε αλλά λέει πως «πρέπει να σεβαστούμε την υπογραφή μας», τα ΜΜΕ που στήριξαν και στηρίζουν τη «μνημονιακή» πολιτική, κάνουν τουμπεκί ψιλοκομμένο και δεν ξεμπροστιάζουν τον ΣΥΡΙΖΑ για τα ψέματά του, γιατί έχουν πιο λερωμένη τη φωλιά τους με το δωσιλογικό αίσχος που διέπραξαν ή καλύπτουν.
Για να μη μείνουμε μόνο στα όσα αναφέρει η αιτιολογική έκθεση, παραθέτουμε το ιστορικό των αποφάσεων του Συμβούλιου της ΕΕ.
Στις 8 Ιούνη 2010, το Συμβούλιο της ΕΕ εκδίδει την απόφαση 2010/320/ΕΕ, «απευθυνόμενη προς την Ελλάδα με σκοπό την ενίσχυση και εμβάθυνση της δημοσιονομικής εποπτείας, διά της οποίας ειδοποιείται η Ελλάδα να λάβει τα μέτρα μείωσης του ελλείμματος που κρίνονται αναγκαία για την αντιμετώπιση της κατάστασης υπερβολικού ελλείμματος». Η απόφαση αυτή περιλαμβάνει όλα τα μέτρα του πρώτου Μνημόνιου. Οχι γενικά και αόριστα, αλλά ένα προς ένα, όπως ακριβώς συμφωνήθηκαν με την τρόικα και με το χρονοδιάγραμμα που συμφωνήθηκε.
Στις 7 Σεπτέμβρη 2010, το Συμβούλιο εκδίδει την απόφαση 2010/486/ΕΕ στην οποία ενσωματώνονται τα μέτρα που αποφασίστηκαν με την τρόικα με την πρώτη επικαιροποίηση του Μνημόνιου.
Στις 20 Δεκέμβρη 2010, το Συμβούλιο εκδίδει την απόφαση 2011/57/ΕΕ, στην οποία αποτυπώνονται αναλυτικότατα οι νέες αλλαγές που έγιναν στο Μνημόνιο, μετά τη νέα επικαιροποίησή του από την τρόικα.
Ανάλογες αποφάσεις εκδίδονται από το Συμβούλιο στις 7 Μάρτη 2011 (2011/257/ ΕΕ), στις 12 Ιούλη 2011 (2011/734/ ΕΕ) και στις 8 Νοέμβρη 2011 (2011/791/ΕΕ). Κάθε φορά που έρχεται η τρόικα και επικαιροποιεί το Μνημόνιο, ακολουθεί μια απόφαση του Συμβούλιου της ΕΕ, που ενσωματώνει αναλυτικά όλες τις αλλαγές. Για παράδειγμα, το χαράτσι μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ περιλαμβάνεται στην απόφαση της 8ης Νοέμβρη του 2011: «Αρθρο 1 β): μόνιμη εισφορά στα ακίνητα που εισπράττεται μέσω των τιμολογίων παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, με στόχο την είσπραξη τουλάχιστον 1.667 εκατ. ευρώ το 2011 και 1750 εκατ. ευρώ από το 2012 και εξής».
Τέλος, στις 13 Μάρτη 2012, το Συμβούλιο εκδίδει την απόφαση 2012/211/ΕΕ, στην οποία περιλαμβάνονται τα μέτρα του Μνημόνιου-2. Το Μνημόνιο, όχι μόνο δεν είναι κάτι ξέχωρο από τις υποχρεώσεις της Ελλάδας ως προς το ύψος του ελλείμματος, όπως ψευδώς διακηρύσσει από τις προεκλογικές εξέδρες ο Τσίπρας, αλλά αποτελεί κοινοτική υποχρέωση, στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος. Γι’ αυτό και στις 30 Μάη 2012, πριν μια βδομάδα δηλαδή, το Συμβούλιο εξέδωσε την υπ’ αριθμ. SWD(2012)307 «Σύσταση σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Ελλάδας του 2012», η οποία, αφού θυμίσει τα σχετικά με την καινούργια δανειακή σύμβαση και το Μνημόνιο-2, καταλήγει: «Το ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΕ ΣΥΝΙΣΤΑ στην Ελλάδα: Να εφαρμόσει τα μέτρα που θεσπίζονται στην απόφαση 2011/734/ΕΕ του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου 2011, όπως τροποποιήθηκε στις 8 Νοεμβρίου 2011 και στις 13 Μαρτίου 2012, και στο Μνημόνιο συνεννόησης για τους ειδικούς όρους της οικονομικής πολιτικής, το οποίο υπεγράφη στις 14 Μαρτίου 2012».
Τα πράγματα είναι καθαρά. Το Μνημόνιο αποτελεί κοινοτικό δίκαιο και είναι πολιτικός απατεώνας όποιος λέει ότι θα το καταργήσει, κρατώντας τη δανειακή σύμβαση, επειδή αυτό δεν αφορά την ΕΕ και γι’ αυτό η κατάργηση δεν αποτελεί μονομερή ενέργεια. Μετά, βέβαια, θα έρθει η κωλοτούμπα, «αν σπάσει ο διάολος το ποδάρι του» και ο ΣΥΡΙΖΑ σχηματίσει κυβέρνηση (το απεύχεται με όλη του την ψυχή). Με την επίκληση των «άδειων ταμείων», στο όνομα της «συνέχισης της χρηματοδότησης», θα παραμείνει το Μνημόνιο, με κάποιες ενδεχομένως ασήμαντες αλλαγές, που θ’ αποτελούν το «τυράκι» για τη συνέχιση της βάρβαρης «κινεζοποίησης».Το «μικρότερο κακό», όπως θεωρείται ο ΣΥΡΙΖΑ, θα φέρει ένα πολύ μεγαλύτερο κακό.
Μέσα στην ΕΕ, μέσα στον καπιταλισμό, δεν υπάρχει λύση για την εργαζόμενη κοινωνία και τη νεολαία της. Η λύση ή θα είναι ανατρεπτική ή δε θα υπάρξει.
Πηγή: Εφημερίδα “Κόντρα”
Αφήστε μια απάντηση