Πρόγραμμα ΣΥΡΙΖΑ: Από τον «κινηματικό» κυβερνητισμό στα σαλόνια

Του Πάνου Χουντή, μέλος της εκλογικής συνεργασίας ΚΚΕ(μ-λ) και Μ-Λ ΚΚΕ

Παρουσιάστηκε πριν λίγες μέρες το «επικαιροποιημένο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ» από τον επικεφαλής του κόμματος Αλ. Τσίπρα. Περιληπτικά, θα λέγαμε, ότι το πρόγραμμα αυτό αποτελεί την παρουσίαση ενός «νέου» ΣΥΡΙΖΑ που έχει μετακινηθεί με ταχύτητα από το προ της 6ης Μάη προφίλ του. Και που οι προηγούμενες αναφορές του στο λαϊκό κίνημα έχουν δώσει ολοκληρωτικά τη θέση τους σε υπευθυνότητες προς το σύστημα, σε ασάφειες προς το λαό και συνολικά σε τεχνικές, στις οποίες είναι πολύ καλά εκπαιδευμένοι πρώην και επόμενοι διαχειριστές της εξουσίας. Το πρόβλημα, βέβαια, για το ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι οι εποχές διακρίνονται από ρεαλιστική ωμότητα και οι επικοινωνιακές ικανότητες είναι τόσο ανεπαρκείς όσο και οι προϋπάρχουσες συνταγές για έναν καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο, συνταγές που βρίσκονται κυριολεκτικά στον αέρα. Θα κάνουμε μια αναφορά και ένα σχολιασμό σε κάποια βασικά σημεία του προγράμματος αυτού, ενώ όποιος αναγνώστης επιθυμεί να το δει ολόκληρο, μπορεί να το βρει στην ιστοσελίδα www.syriza.gr.
Η «αποτυχία του μνημονίου» – «Ποιοι φταίνε» – «Ποιοι κέρδισαν από το μνημόνιο»
Ας δούμε τα παρακάτω αποσπάσματα:
«…το Μνημόνιο απέτυχε να αντιμετωπίσει το θεμελιώδη λόγο επιβολής του: την κρίση δανεισμού της χώρας από τις αγορές. Και απέτυχε γιατί κατέστησε το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μη βιώσιμο. Παρέτεινε τον αποκλεισμό της χώρας από τις αγορές. Είναι μηχανισμός οριστικής χρεοκοπίας και εξώθησης της χώρας σε οικειοθελή αποχώρηση από την Ευρωζώνη.»
Σύμφωνα με το πρόγραμμα, φταίει…
«Ένα κλειστό σύστημα εξουσίας που οργάνωσε το σάπιο, εξαρτημένο, διεφθαρμένο και ανυπόληπτο πολιτικό κατεστημένο του μεταπολιτευτικού δικομματισμού της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Το πραγματικό πελατειακό κράτος των ανεξέλεγκτων ιδιοκτητών ΜΜΕ, των κρατικοδίαιτων τραπεζιτών και του πολιτικού προσωπικού που διασφάλιζε την εξουσία τους. Και που την τελευταία διετία συναρθρώνει τα συμφέροντά του με το Μνημόνιο και τους δανειστές.»
Ενώ, πάλι σύμφωνα με το ΣΥΡΙΖΑ, από το μνημόνιο κέρδισαν:
«Όσοι είχαν ακίνητα μέσω υπεράκτιων εταιρειών… Οι φοροφυγάδες…
Όσοι είχαν κέρδη από συναλλαγές στο Χρηματιστήριο Αθηνών… Όσοι εισπράττουν μεγάλα μερίσματα από Α.Ε. και Ε.Π.Ε… Όσοι είχαν πραγματικά μεγάλα εισοδήματα… Όσοι έβγαλαν τα χρήματά τους στο εξωτερικό…»
Ώστε έτσι, λοιπόν. Το Μνημόνιο απέτυχε γιατί παρέτεινε τον αποκλεισμό της χώρας από τις αγορές και γιατί οδηγεί τη χώρα εκτός Ευρωζώνης. Για την κατάσταση φταίει ένα κλειστό σύστημα εξουσίας και από το μνημόνιο κέρδισαν διάφοροι… κακοί πολίτες.

Αν βγάζαμε τον τίτλο και βάζαμε ένα κουίζ να φανταστεί κάποιος από ποιο κομματικό φορέα έχουν γραφτεί οι παραπάνω απόψεις για κεφαλαιώδη ζητήματα του σήμερα (στόχοι και κερδισμένοι του μνημονίου), είμαστε σίγουροι ότι θα παίρναμε μια γκάμα απαντήσεων που θα καταχωρούσαν τα παραπάνω αποσπάσματα από την άκρα δεξιά μέχρι την ευρωπαϊκή (ολαντική) «αριστερά».

Κεφάλαιο, ιμπεριαλισμός, σχέσεις εξάρτησης, εργατική τάξη, εργαζόμενοι, ταξική επίθεση είναι όροι που λείπουν παντελώς. Το πρόβλημα, σύμφωνα με το ΣΥΡΙΖΑ, είναι η ανορθολογική λειτουργία της ελληνικής κοινωνίας, το αδιέξοδο του μνημονίου και η απουσία ελέγχου σε αυτούς τους… «όσους».

Δεν τα λέμε αυτά από κάποια εμμονή μας στην περιβόητη «ξύλινη γλώσσα» και σε μαρξιστικούς όρους. Αλλά έχουν τη (μεγάλη) σημασία τους για δύο λόγους:
Α) Γιατί, γενικά, ο τρόπος που αναλύει κάποιος την πραγματικότητα (ή που παρουσιάζει αυτή την ανάλυση) συνδέεται αντικειμενικά με αυτό που θέλει να κάνει, με τις κοινωνικές και πολιτικές αναφορές του, με τα στηρίγματα και τους εχθρούς του.

Β) Γιατί ο απολίτικος και αταξικός τρόπος που ορίζει ο ΣΥΡΙΖΑ τους «υπεύθυνους» και τους «κερδισμένους» αυτής της κατάστασης , στην ουσία κλείνει το μάτι σε εκείνους που δεν πρόκειται να ενοχλήσει: το κεφάλαιο και την ΕΕ.

Οι «δεσμεύσεις»
Ας δούμε τις «δεσμεύσεις» του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με το Μνημόνιο:
«πρώτη πράξη της κυβέρνησης της Αριστεράς, αμέσως μόλις συγκροτηθεί η νέα Βουλή, θα είναι η ακύρωση του Μνημονίου και των εφαρμοστικών νόμων του. Θα το αντικαταστήσουμε με το Εθνικό Σχέδιο Ανόρθωσης για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, την παραγωγική ανασυγκρότηση και τη δίκαιη δημοσιονομική εξυγίανση, που έχουμε επεξεργαστεί. Αμέσως μετά την ακύρωση του Μνημονίου, η νέα κυβέρνηση θα καταγγείλει τους επαχθείς όρους και θα ζητήσει την επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης. Ειδικότερα, σε ότι αφορά τη βιώσιμη αντιμετώπιση της κρίσης δημόσιου χρέους της χώρας θα αναζητήσει ευρωπαϊκή λύση. Χωρίς κοινή ευρωπαϊκή λύση στο πρόβλημα του συσσωρευμένου χρέους και της χρηματοδότησης της ανάπτυξης, η Ελλάδα δεν μπορεί να επιτύχει ταυτόχρονα τη δημοσιονομική προσαρμογή και την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, την πληρωμή των τόκων για το συσσωρευμένο χρέος, και τη χρηματοδότηση δημοσίων επενδύσεων και δημοσίων πολιτικών.

Πρόκειται για μια άλυτη εξίσωση.

Για αυτό και θα διεκδικήσουμε νέα αναδιαπραγμάτευση του χρέους, με στόχο τη δραστική μείωσή του, ή ένα μορατόριουμ για το χρέος και αναστολή πληρωμών των τόκων, έως ότου διαμορφωθούν συνθήκες σταθεροποίησης και ανάκαμψης της οικονομίας…»
Πράγματι, θα λέγαμε, τα «μαθηματικά» του ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν άλυτες εξισώσεις. Η νέα κυβέρνηση θα ακυρώσει το Μνημόνιο (ΤΟ όχι ΤΑ), θα καταγγείλει τους επαχθείς όρους και θα επαναδιαπραγματευτεί ένα νέο μνημόνιο. Και όλα αυτά με την αναζήτηση συμμαχιών εντός ΕΕ! Σε μια ΕΕ που παρά τις ρεφορμιστικές φαντασιώσεις της καθοδήγησης του ΣΥΡΙΖΑ ήταν, είναι και θα είναι ένας ιμπεριαλιστικός μηχανισμός, που σαν τέτοιος, έχει στο DNA του τη μεταφορά πλούτου από τις εξαρτημένες χώρες στις μητροπόλεις και, σε κάθε χώρα, από τους εργαζόμενους στο κεφάλαιο. Η άδοξη κατάληξη του ευρωπαϊκού ταξιδιού του Τσίπρα δε τους δίδαξε τίποτα. Με τον ίδιο τρόπο, ακριβώς, που αυτό το πολιτικό δυναμικό (το οποίο έχει μεγάλη ιστορία δεξιών αντιλήψεων και αυταπατών και δεν είναι νέο, όπως θέλει να παρουσιάζεται) δε διδάχθηκε τίποτα από τους «επαχθείς όρους» που φορτώθηκε η χώρα και ο λαός της από την ένταξη στην ΕΟΚ.

Όμως η ζωή δεν καθορίζεται ούτε από πρόσωπα ούτε από προθέσεις. Την ΕΕ δεν την καθορίζει η Μέρκελ ως άτομο ούτε το μορατόριουμ θα συμφωνηθεί κάτω από τη «γοητεία» ή τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ. Η ζωή καθορίζεται από σχέσεις. Και οι σχέσεις από συσχετισμούς. Οι σχέσεις εξάρτησης της χώρας δεν «αναστέλλονται» με προεδρικά διατάγματα. Αποτελούν πραγματικές, υλικές υποστάσεις. Καθρεφτίζονται στην πλήρη εξάρτηση της αγροτικής παραγωγής από μονοπωλιακά (βασικά αμερικάνικα) αγροτικά προϊόντα και λιπάσματα. Εκφράζονται στην πλήρη εξάρτηση της τεχνογνωσίας ακόμα και των εναλλακτικών μορφών ενέργειας από τους ευρωπαίους (κύρια γερμανούς) ιμπεριαλιστές. Υλοποιούνται από τα ποικίλα εμπάργκο φαρμάκων -όπως πρόσφατα ζήσαμε σε μια χοντροκομμένη απόπειρα παραγωγής εκλογικών πιέσεων του συστήματος στην πλάτη των καρκινοπαθών. Καθορίζουν τη σύσταση των επιτελείων των ενόπλων δυνάμεων, τις αγορές όπλων και τα διάφορα «κοινά στρατιωτικά γυμνάσια».

Αυτές οι σχέσεις σπάνε βέβαια. Αλλά σπάνε με συγκρούσεις στις οποίες πρέπει να μπει μπροστά ο λαός. Η πλατφόρμα ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τη δανειακή σύμβαση και το Μνημόνιο απευθύνεται στην αστική τάξη της χώρας και ζητάει το εισιτήριο για να «διεκδικήσει» ένα χαλάρωμα της θηλιάς. Για να… διεκδικήσει ένα «Μνημόνιο 3» με «αριστερές» πινελιές.

Ας πάμε, όμως και στις άλλες δεσμεύσεις. Ξεπερνάμε με μια απλή αναφορά το πλήθος συστημικών (ανάμεσά τους και κακόφημων) κοινοτοπιών του προγράμματος: «πάγωμα των μειώσεων σε κοινωνικές δαπάνες, μισθούς και συντάξεις, επανεξέταση και ανακατανομή των δημόσιων δαπανών, κοστολόγηση των αγαθών και υπηρεσιών που αγοράζει το κράτος, διαύγεια, ηλεκτρονική συνταγογράφηση, πληροφοριακό σύστημα παρακολούθησης του συνόλου των δημόσιων δαπανών, περιουσιολόγιο, αλλαγή των φορολογικών συντελεστών, εκσυγχρονισμό και στελέχωση των εφοριών με ειδικευμένο προσωπικό, συμφωνία με τον κλάδο της ναυτιλίας και τον εφοπλιστικό κόσμο κοκ.»
Μετά, λοιπόν, από άπειρες ασάφειες και κοινοτοπίες 4.500 λέξεων, το πρόγραμμα καταλήγει σε μιάμιση δέσμευση με ουσία: Η νέα κυβέρνηση, λοιπόν…
«I.   θα καταργήσει άμεσα την Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου με αριθμό 6-28/2/2012, με την οποία μειώθηκαν ο κατώτερος μισθός κατά 22% (32% για τους νέους μέχρι 25 ετών), καθώς και τα επιδόματα ανεργίας, ασθένειας και μητρότητας και καταργήθηκαν οι συλλογικές συμβάσεις. Θα επαναφέρει τον κατώτατο μισθό στα €751 ευρώ και το επίδομα ανεργίας στα €461,5 ευρώ. Το επίδομα ανεργίας θα χορηγείται για διπλάσιο χρόνο από το σημερινό (δύο χρόνια). Θα άρει την κατάργηση της μετενέργειας και θα επαναφέρει την υποχρεωτική επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων,
II.   θα καταργήσει τις ειδικές επιβαρύνσεις (χαράτσια) για τα μικρομεσαία εισοδήματα και πρώτα απ’ όλα για τους άνεργους, τους χαμηλόμισθους, τους χαμηλοσυνταξιούχους και όσους ζουν στα όρια της φτώχειας,»
Εδώ θα κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις:
Α) Καταρχήν δεν είμαστε εμείς εκείνοι που θα υποτιμήσουμε οποιαδήποτε μέτρα ανακούφισης των εργαζομένων και των ανέργων, οι οποίοι βρίσκονται σε πραγματική απόγνωση.

Β) Παρόλα αυτά, δεν ξεχνάμε ότι ο λαός είναι εδώ και δύο χρόνια στους δρόμους απαιτώντας την ανατροπή όλου του θεσμικού πλαισίου των μνημονίων. Η παραπάνω δέσμευση (ή ίσως αποδειχτεί «δέσμευση») για τον κατώτατο μισθό και τη μετενέργεια του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κάποια εκδούλευσή του προς το λαό αλλά αποτέλεσμα (και μάλιστα μικρό) των μεγάλων αυτών αγώνων.

Γ) Ακόμα και μια τέτοια κίνηση θα προσκρούει στον πραγματικό ταξικό συσχετισμό σε κάθε εταιρία, σε κάθε ξεσαλωμένη εργοδοσία. Θα θυμίσουμε άλλωστε ότι η παραβίαση συμβάσεων είχε πολύχρονη ιστορία πριν την ψήφιση της παραπάνω υπουργικής απόφασης του Φλεβάρη του 12. Χωρίς και πάλι να υποτιμάμε ότι αυτή η ψήφιση δημιούργησε νέες ραγδαίες επιδεινώσεις στον κόσμο της δουλειάς.

Δ) Η δεύτερη (η μισή που λέγαμε) δέσμευση για κατάργηση των χαρατσιών ουσιαστικά περιορίζεται στο πιο εξαθλιωμένο τμήμα της κοινωνίας και δεν ξέρουμε πόσο διαφορετική είναι από τις «δεσμεύσεις» της προηγούμενης κυβέρνησης για «εξαίρεση των αποδεδειγμένα μη εχόντων τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στα χαράτσια».

Ε) Υπάρχει ένα ολόκληρο πλέγμα φορομπηξίας (αλληλεγγύης, επιτηδεύματος, ΕΤΑΚ κλπ) που συνθέτει μια πραγματική ληστεία των λαϊκών εισοδημάτων. Το πλέγμα αυτό θα δείξει τα αποτελέσματά του τις επόμενες βδομάδες. Ακριβώς αυτά τα επώδυνα για το λαό αποτελέσματα είναι που ανάγκασαν την παρούσα κυβέρνηση να δώσει ένα μήνα παράταση στην κατάθεση των φορολογικών δηλώσεων για να μην εκφραστεί κι άλλη οργή στις κάλπες. Αυτό το πλέγμα φορομπηξίας αποτελεί πεδίο «συνομωσίας σιωπής» για όλους – και ο ΣΥΡΙΖΑ ανάμεσά τους.

Ο κόμπος της εξωτερικής πολιτικής
Αν τα προηγούμενα ήταν τα δύσκολα, εδώ πάμε στα πολύ δύσκολα:
«- Να προωθήσουμε μια νέα ανεξάρτητη, πολυδιάστατη, ενεργητικά φιλειρηνική εξωτερική πολιτική, στηριγμένη στις αρχές του διεθνούς δικαίου. Η υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής ανεξαρτησίας της πατρίδας μας, αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα. Η χώρα μας είναι ισότιμο μέλος της Ε.Ε. Από αυτή τη σχέση απορρέουν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Η χώρα μας, όμως, είναι ταυτόχρονα και ένας σημαντικός πολιτισμικός, εμπορικός και ενεργειακός κόμβος τριών ηπείρων στο Νότιο και Ανατολικό άκρο της Ευρώπης.  Το παρωχημένο δόγμα «ανήκομεν εις τη Δύση» που μετατράπηκε σταδιακά σε «παραδινόμαστε εις τους ισχυρούς», δε μπορεί να συνεχίζει να αποτελεί πυξίδα της εξωτερικής μας πολιτικής.»
Οι αοριστίες, μπορούν να προσφέρουν προεκλογικά, αλλά στη σημερινή φάση δεν σε γλιτώνουν –ούτε για λίγο- από πραγματική τοποθέτηση σε πραγματικά ζητήματα. Ξεπερνάμε τα φληναφήματα για τη χώρα μας «ισότιμο μέλος της ΕΕ». Ξεπερνάμε και την επιστροφή των «αντρεϊκών» προσεγγίσεων για τον κομβικό ρόλο της χώρας για τις τρεις ηπείρους. Και μένουμε σε μια σημαντική παρατήρηση: Ότι ο ρόλος των αμερικάνων ιμπεριαλιστών και κατ’ επέκταση του ΝΑΤΟ δείχνει να μην προβληματίζει καθόλου τους ιθύνοντες του ΣΥΡΙΖΑ. Δείχνουν –ακόμα χειρότερα- ότι εκτιμούν ότι μπορεί και να χρησιμοποιήσουν τις αντιθέσεις ανάμεσα στον αμερικάνικο και το γερμανικό ιμπεριαλισμό!
Δεν καταλήγουμε στην εκτίμηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί την επιλογή των πέραν του Ατλαντικού κέντρων, ούτε και είμαστε θιασώτες της συνομωσιολογίας. Θέτουμε όμως το κρίσιμο ερώτημα τι μπορεί να κάνει μια κυβέρνηση που δεν αντλεί τη δύναμή της από το λαό, σε ποιον θα τα ακουμπήσει όταν βρεθεί κάτω από καθεστώς ασφυκτικών πιέσεων από τα ευρωπαϊκά ιμπεριαλιστικά κέντρα. Και για να θέσουμε το ερώτημα με μεγαλύτερη σαφήνεια: γιατί οι πιο αριστερές θέσεις για μη συμμετοχή σε πόλεμο στη Συρία και για αντίθεση στη στρατιωτική συνεργασία με το Ισραήλ αφήνονται στο Θ. Δρίτσα να τις παρουσιάσει (αρκετά σε δεύτερη μοίρα) και εξαφανίζονται από την παρουσίαση του προγράμματος από τον Τσίπρα – ενώ είναι κεφαλαιώδη ζητήματα για τη χώρα; Γιατί ακόμα και στη σχετικά αριστερή εκδοχή του Θ. Δρίτσα υπάρχει η επικίνδυνη θέση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «ζητεί να εξαντληθεί κάθε δυνατότητα να αποτραπεί νέος πόλεμος στη Μ. Ανατολή με πρόσχημα το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν»;
Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει ότι δεν καταλαβαίνει ότι «ανεξάρτητη, πολυδιάστατη, ενεργητικά φιλειρηνική εξωτερική πολιτική» δεν μπορεί να υπάρξει μέσα σε ΕΕ και ΝΑΤΟ; Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει ότι δεν καταλαβαίνει ότι τα ζητήματα αυτά είναι ζητήματα – φωτιά για τη χώρα και το λαό της; Ελπίζουμε να μη χρειαστεί να αποδειχτεί πόσο επικίνδυνη είναι η ματαιοδοξία ότι τάχα παίζεις με τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς σε μια περίοδο που παντού μυρίζει μπαρούτι! Γιατί ο φόρος της απόδειξης θα είναι πολύ βαρύς…

«Κίνημα; Ποιο κίνημα;»
Μετά την εκτίναξη στο 17%, και τις προκλήσεις μπροστά στις οποίες βρέθηκε, μετά τη στήριξη που του έδωσε απλόχερα ο λαός, ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε (αλλά, τελικά… δε θα μπορούσε με βάση τα πολιτικά χαρακτηριστικά του) να κάνει δύο πράγματα:
Το πρώτο θα ήταν να στραφεί στο κίνημα. Να καλέσει τον κόσμο στους δρόμους, να εκμεταλλευτεί τον ευνοϊκό «άνεμο» για να στήσει δεσμούς με το λαό σε εργασιακούς χώρους και γειτονιές. Να προσπαθήσει να καλύψει το «κενό αέρα» ανάμεσα στο 17% από τη μία και στους ελάχιστους δεσμούς του με το λαό και τους εργαζόμενους από την άλλη.

Το δεύτερο θα ήταν να προετοιμάσει με ειλικρίνεια τη συγκρότηση του λαού για τις πραγματικές συγκρούσεις στις οποίες θα βρεθεί. Για το πώς θα απαντήσει ο λαός σε ασφυκτικές πιέσεις που θα δημιουργήσει η ΕΕ και τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Για το πώς θα απαντήσει ο λαός σε περίπτωση που σκάσει η βόμβα στα χέρια μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Για το γεγονός ότι οι απαιτούμενες συγκρούσεις φτάνουν –θέλουμε δε θέλουμε- στο καθήκον να στηθεί η χώρα από την αρχή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε τίποτα από τα δύο. Και δε θα μπορούσε άλλωστε με βάση την πολιτική του. Δεν προσπάθησε να αντλήσει δυνάμεις από το λαό αλλά έτρεχε στην Ευρώπη να πάρει το κυβερνητικό εισιτήριο. Δεν ανέδειξε τις συγκρούσεις που έρχονται αλλά έσπειρε ανοησία και άνεση ότι «όλα είναι εύκολα και άνετα». Υπονόμευσε την αποστοίχιση και την εχθρότητα του λαού προς την ΕΕ και -για να δώσει πιστοποιητικά νομιμότητας- δημιούργησε πισωγύρισμα και υποχώρηση (προσωρινή εκτιμάμε) σε αυτό το αντιΕΕ κύμα στους κόλπους του λαού.

Όσο για το πού θα στηριχτεί ο ΣΥΡΙΖΑ; Ας δούμε:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ διαθέτει το άξιο και εξειδικευμένο στελεχικό δυναμικό, κορυφαίους επιστήμονες και πανεπιστημιακούς, με διεθνή καταξίωση, πολιτική εμπειρία και αγωνιστική ετοιμότητα να εφαρμόσουν με επιτυχία αυτό το κυβερνητικό πρόγραμμα.»
Ο περίφημος ΣΥΡΙΖΑ «των κινημάτων, των απεργιών, των πλατειών και των αντιστάσεων» πήγε μέσα σε δεκαπέντε μέρες περίπατο. Εδωσε τη θέση του στο «άξιο, επιστημονικό δυναμικό… με διεθνή καταξίωση»!

Συμπερασματικά
Η «ειρηνική επανάσταση» του ΣΥΡΙΖΑ ευτυχώς δε θυμίζει τις μοναδικές «ειρηνικές επαναστάσεις» που έγιναν στον πλανήτη. Και εννοούμε τα πορτοκαλί πραξικοπήματα της Δύσης στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Ισως θυμίζει λιγάκι την «επανάσταση» του ΚΚΕ, στην οποία «δε θα σπάσει ούτε ένα τζάμι» – και η οποία, σε αντίθεση με τη θερμή υποδοχή των δηλώσεων Τσίπρα, λοιδωρήθηκε αρκετά – και δικαίως.
Ο μετεκλογικός ΣΥΡΙΖΑ με το πρόγραμμά του επιβεβαιώνει την ταχύτατη μετάλλαξή του σε κόμμα υπευθυνότητας (που λέει κι ο Κουβέλης). Αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πιστωθεί την επιτυχία (έστω μέσω της εκλογικής εξαργύρωσης των δίχρονων λαϊκών αγώνων) της εκλογικής αποστοίχισης λαϊκών μαζών από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, έχει χρεωθεί μέσα στον τελευταίο μήνα τρεις αρνητικές εξελίξεις:
1) Την παροχή αριστερής βούλας στο συστημικό εκβιασμό «ΕΕ ή χάος»,
2) Τη μετακύλιση τους στόχου από την ακύρωση των μνημονίων στην –«μετά από συνεννόηση με την ΕΕ»- προετοιμασία για ένα μνημόνιο 3 με «αριστερές» πινελιές και
3) Την αρπαγή της πρωτοβουλίας από τους δρόμους και τον αγωνιζόμενο λαό και τη μεταφορά της στην «υψηλή πολιτική» των επιτελείων και στην κυβερνησιολογία.

Παρόλα αυτά, δε βρισκόμαστε στο 1980. Ούτε το σύστημα ούτε ο λαός. Ακόμα και ο κόσμος που θα στηρίξει το ΣΥΡΙΖΑ (και σε μεγάλο βαθμό χωρίς να περιμένει τίποτα σοβαρό από αυτόν) δεν πρόκειται να τρώει σα χάνος τους νέους ελιγμούς της ηγεσίας του, ελιγμοί που δε θα είναι καθόλου εύκολοι στο ασφυκτικό περιβάλλον του εξαρτημένου και σε άγρια κρίση ελληνικού καπιταλισμού.

Κατά συνέπεια, η στάση των αριστερών δυνάμεων απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι αποκαλυπτική για το πού οδηγεί τα πράγματα αλλά να μην έχει τον υστερικό φόβο για τη γέννηση ενός νέου ΠΑΣΟΚ που θα καθίσει στο σβέρκο του κόσμου τα επόμενα τριάντα χρόνια – γιατί κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί σήμερα. Η απολίτικη υστερία του ΚΚΕ για παράδειγμα υπονομεύει την ίδια την έννοια της πολιτικής αντιπαράθεσης, ενώ είναι κουραστικό κάποιος να κουνάει συνεχώς τιμωρητικά το δάχτυλο στον κόσμο ενώ ο ίδιος έχει τις σοβαρότερες ευθύνες για τις δυσκολίες του κινήματος της τελευταίας αγωνιστικής περιόδου.

Πάνω από όλα οι αριστερές δυνάμεις έχουν το καθήκον να ανοίξουν τους δικούς τους δρόμους, να συναντηθούν με το λαό που θα συνεχίζει να αγωνίζεται και να παράξουν τη δική τους  πραγματική συμβολή τους στα πεδία της ταξικής πάλης. Στο κάτω κάτω και η αποθέωση των εκλογικών αυταπατών ήταν και αποτέλεσμα των ελλειμμάτων και των ανεπαρκειών των αριστερών δυνάμεων να χρωματίσουν τη διετία των λαϊκών αγώνων.
Η εκλογική συνεργασία ΚΚΕ(μ-λ) και Μ-Λ ΚΚΕ είναι ίσως το μόνο σχήμα που δε νιώθει αμηχανία για την εκλογική της παρέμβαση – ίσως γιατί η άποψή της δε γειτνιάζει με την άποψη του ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει άμεσα μετά τις εκλογές, οι δύο οργανώσεις να βάλουν αποφασιστικά μπροστά την πρωτοβουλία για ένα ταξικό μετωπικό σχήμα με αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά σε όσο το δυνατόν περισσότερους εργασιακούς χώρους, γειτονιές χώρους σπουδών. Να δώσουν χώρο και λόγο σε πολλούς αγωνιστές που ανεξάρτητα από το τι θα ψηφίσουν στις εκλογές, έχουν το κέφι να στηρίξουν μια τέτοια πολιτική, κινηματική πρωτοβουλία.
Γιατί οι όποιες αυταπάτες υπάρχουν στο λαό θα σπάσουν στην πράξη όσο το κίνημα παλεύει και ψηλαφεί τις πραγματικές απαντήσεις του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *