Μέρα με την μέρα όλο και περισσότερος κόσμος πείθεται ότι η κάλπη δεν θα φέρει την πολυπόθητη λύτρωση ή ακόμα και την ελάχιστη ανακούφιση από τα τελευταία δεινά. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι εντάσσεται στην προσπάθεια συνολικής ανατροπής του συστήματος ή ακόμα και ότι θα γυρίσει την πλάτη στα αστικά κόμματα που συνέτριψαν κάθε δικαίωμα του.
Ο καλλιεργούμενος, από το σύνολο της εξουσίας, φόβος, προσπαθεί να διαμορφώσει ένα ελεγχόμενο πλαίσιο σκέψης και λειτουργίας στον μέσο πολίτη. Προσπαθεί να διαμορφώσει βαθύτερα κριτήρια ανάλυσης της πραγματικότητας, που θα δεσμεύουν μονιμότερα τον λαό και όχι μόνο για τις εκλογές και την ψήφο.
Τα καθημερινά «πολεμικά ανακοινωθέντα» των ΜΜΕ και του κυβερνητικού πολιτικού προσωπικού, για αναστολή πληρωμής συντάξεων, μισθών, οι ασκήσεις πανικού αναστολής παροχής φαρμάκων, αποτελούν την καθημερινή, σύγχρονη, εκδοχή της χουντικής «Εθνικής Ηθικής Διαπαιδαγώγησης», με σκοπό να καθορίσουν όχι μόνο την ψήφο αλλά και τη στάση του λαού στους αγώνες που θα ακολουθήσουν. Γιατί, πάνω και πριν απ’ όλα, αυτό που φοβούνται είναι η ανεξέλεγκτη εξέγερση των καταπιεσμένων που μόνη αυτή μπορεί να απειλήσει την κυριαρχία τους.
Με κάθε τρόπο το άγχος της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και οι συνέπειες, πρέπει να περάσουν στο δύσμοιρο λαό. Η πολιτική αυτή γραμμή έχει φέρει αποτελέσματα ειδικά στις ποιο ευάλωτες κατηγορίες όπως οι συνταξιούχοι τους οποίους τρομοκρατούν καθημερινά επιδιώκοντας να τους προσθέσουν πανικόβλητους στην εκλογική πελατεία των αστικών κομμάτων.
‘Όλα τα παραπάνω αποτελούν εύκολες παρατηρήσεις και διαπιστώσεις. Όμως η επίσημη πολιτική γραμμή της άρχουσας τάξης οικοδομείται πάνω σε «μη αμφισβητούμενες» θεωρητικές βάσεις. Αυτές οι βάσεις, θέλουν να μείνουν εκτός πεδίου αντιπαράθεσης.
Η πρώτη βάση: «Η χώρα αποτελεί μια ενιαία και αδιαίρετη ενότητα πού όλα της τα μέλη έχουν κοινά προβλήματα και όλοι μαζί θα συν-υποφέρουν για την λύση τους». Η συζήτηση για εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, για αυτούς που μέσα στην κρίση κερδίζουν πακτωλούς ευρώ (εφοπλιστές, βιομήχανους, τραπεζίτες κτλ) και για τους άλλους που δουλεύουν με 300 ευρώ ή είναι άνεργοι και πεινάνε, δεν ακούγεται πουθενά. Οι πρώτοι, οι εκμεταλλευτές, αυτοί που γεμίζουν τα ταμεία της Ελβετίας με χρήμα, είναι οι βασικοί συντελεστές της νέας ανάπτυξης, αυτοί που πρέπει να ενισχυθούν και όχι τα «λαμόγια», ενώ οι δεύτεροι, οι εκμεταλλευόμενοι, πρέπει να ενισχύσουν (και όχι να ανατρέψουν) τους πρώτους στην προσπάθεια τους για την «εθνική» και οικονομική ανάταξη της χώρας. Έτσι βγαίνει και το επίσημο κατά κεφαλήν εισόδημα της χώρας στα 22.000 ευρώ ή 1834 ευρώ/μήνα. Γιατί αν αντιμετωπίζεις την χώρα ενιαία, τότε ο μέσος όρος από τα δις του Λάτση και το επίδομα ανεργίας ενός ανθρώπου, δίνει σαν αποτέλεσμα δύο εκατομμυριούχους (στα χαρτιά) και όχι έναν δισεκατομμυριούχο και έναν πεινασμένο (στην πράξη). .
Η δεύτερη βάση: «τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα προέρχονται από την λάθος διαχείριση του συστήματος και όχι από το ίδιο το σύστημα», άντε και από τις ακρότητες διαφόρων εκπροσώπων ή από την εφαρμογή ακραίων θεωριών. Η αλλαγή διαχειριστών, ή η απομάκρυνση των «κλεφτών» θα φέρει την νέα εποχή και αυτή θα είναι η μέγιστη ανατροπή της πολιτικής κατάστασης. Επόμενα πρέπει να συνταχθούμε με τους πιο τίμιους από αυτούς, που έχουν τις καλύτερες προτάσεις διαχείρισης του συστήματος. Γεννάται λοιπόν το ερώτημα: Στους τίμιους και συνετούς στυλοβάτες του συστήματος δεν ανήκει και ο Σύνδεσμος Ελλήνων βιομηχάνων, που κρυφά πίεζε την τρόικα για σκληρότερα μέτρα ενάντια στους εργαζόμενους (για την Ελλάδα ρε γαμώτο!); Στους καλούς και τίμιους δεν ανήκει ο Παπαδήμος, που πίεζε τον Μπαρόζο να απειλήσει τον λαό με μέτρα αν δεν ψηφίσει κατά το δοκούν; Στην πραγματικότητα βέβαια, δεν υπάρχουν τίμιοι και άτιμοι, προδότες και πατριώτες, υπάρχουν εκφραστές συμφερόντων, υπερασπιστές των κερδών των λίγων. Βέβαια ο τρόπος αλλάζει, αλλά η ουσία μένει η ίδια.
Η συζήτηση για την ανάγκη εξέγερσης των λαϊκών μαζών και συνολικής ανατροπής του συστήματος, έχει περάσει στην παρανομία (ως και οι απεργίες επιχειρείται να ταυτιστούν με την φασιστική βία, αφού δεν είναι ούτε κρατική βία ούτε κοινοβουλευτική «συζήτηση»). Η προσπάθεια που ξεκίνησε με τις μεγάλες απεργίες, το καλοκαίρι του 2011 στο Σύνταγμα, τις λαϊκές συνελεύσεις αμέσως μετά στις γειτονιές και τις εκατοντάδες δράσεις επιτροπών αγώνα ενάντια στα χαράτσια και την ανεργία για την ανάγκη συνολικής ανατροπής του συστήματος που βασίζεται στην εκμετάλλευση και θεωρεί το κέρδος από την εκμετάλλευση των ανθρώπων σαν το υπέρτατο αγαθό, επιδιώκεται να αντικατασταθεί από τη λογική της ανάθεσης και της αντιπροσώπευσης, εν όψει των εκλογών. Επιδιώκεται η υποκατάσταση ενός συνολικού κινήματος ρήξης και ανατροπής και ο περιορισμός της ορμής του μέσα απο τη διαδικασία της κάλπης.
Η τρίτη βάση: «η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι «το σπίτι μας», αδιαπραγμάτευτα, το μόνο μέλλον για το λαό.». Αυτό διανθίζεται με την αξιωματική βεβαιότητα ότι η συντριπτική πλειοψηφία του λαού είναι με την ΕΕ και το ευρώ. Και βέβαια όταν το ερώτημα τίθεται εξ αρχής πλαστά: «προτιμάς να ζήσεις μέσα στην Ε.Ε. ή να πεθάνεις από την πείνα εκτός», η απάντηση είναι μάλλον αυτονόητη.
Η θέση αυτή αντανακλά την προσπάθεια των κρατούντων να ταυτίσουν την γνώμη του λαού με το στρατηγικό τους συμφέρον, που δεν είναι άλλο από την ενεργητική συμμετοχή τους στην καπιταλιστική υπερεθνική ολοκλήρωση που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση και είναι το καλύτερο και πιο σταθερό περιβάλλον για τα κέρδη τους. Στην λυκοσυμμαχία Κυβερνήσεων, τραπεζιτών, βιομηχάνων, που στόχο έχει να εξασφαλίσει την διατήρηση της εκμετάλλευσης και την μεγιστοποίηση των κερδών τους. Στην ΕΕ της SIEMENS και της Ferrostal, της DeutscheBank και της ΕΚΤ, των μνημονίων και των πανευρωπαϊκών αντιλαϊκών μέτρων, του ρατσισμού και του πολέμου.
Όμως, η Ε.Ε. της ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων, αλλά της εκμετάλλευσης και της εξαθλίωσης των ανθρώπων, δεν αλλάζει ούτε μεταρρυθμίζεται. Γιατί συγκροτήθηκε από τους εκμεταλλευτές, διοικείται από τους εκπροσώπους τους και καθορίζεται από τα συμφέροντά τους. Κανένας άνεμος αλλαγής, για τα συμφέροντα των εργαζόμενων, δεν μπορεί να φυσήξει στα επιτελεία των Βρυξελλών. Κι αν η παραδοσιακή γραμμή Μέρκελ, σημαίνει απογείωση της εκμετάλλευσης των εργαζόμενων, η γραμμή της «ανάπτυξης» του Ολάν σημαίνει δις ευρώ των ευρωπαίων εργαζόμενων, στους τραπεζίτες και τους βιομήχανους (για να αναπτυχθούν, ρε γαμώτο!). Το αποτέλεσμα για τους λαούς το ίδιο, ο τρόπος αλλάζει.
Αυτή η συζήτηση «πρέπει» να αποτραπεί-απαγορευτεί με κάθε τρόπο στις λαϊκές μάζες. Όλοι οι μηχανισμοί προπαγάνδας του συστήματος, κατασκευάζουν καθημερινά την εικονική πραγματικότητα της εξω-ΕΕ κόλασης και του εσω-ΕΕ παράδεισου (μεταθανάτιου όπως πάντα).
Είναι αναμφίβολο ότι «οι πάνω» διάμεσου των εκλογών, κατόρθωσαν να αλλάξουν την ατζέντα της συζήτησης, που είχε αρχίσει να διαμορφώνεται μέσα στις κινητοποιήσεις και τις λαϊκές συνελεύσεις. Κατόρθωσαν να αμβλύνουν το μίσος και την οργή του λαού και να διοχετεύσουν τις τάσεις κοινωνικής χειραφέτησης και αμφισβήτησης σε πιο ανώδυνα και ελεγχόμενα μονοπάτια. Κατόρθωσαν να προστατεύσουν τους πυλώνες του συστήματος.
Όλα τα αστικά κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και φτωχοί συγγενείς) διαγκωνίζονται για το ρόλο του καλύτερου σωτήρα, υποσχόμενα, οψίμως, επαναδιαπραγμάτευση, διατηρώντας όμως καθαρή τη θέση τους για συνέχιση της βάρβαρης εξαθλίωσης του λαού, στο όνομα της «εθνικής σωτηρίας»! Μιας «εθνικής σωτηρίας» που «κινδυνεύει» από μετανάστες, ιερόδουλες και την Αριστερά που βγαίνει στο δρόμο. Τη διακηρυγμένη από τα «δημοκρατικά» αστικά κόμματα «εθνική σωτηρία», αναλαμβάνουν να κάνουν πράξη οι φασίστες της Χ.Α., ξυλοφορτώνοντας μετανάστες και αριστερούς. Για τραπεζίτες, βιομήχανους και εφοπλιστές βέβαια, ούτε λόγος. Άλλωστε, βρε αδελφέ, όλοι Έλληνες είμαστε….
Σ’ αυτό το σκοτεινό τοπίο, μια κυβέρνηση «της αριστεράς», που καλοδέχεται τις παραπάνω θεωρητικές βάσεις, «της καλής διαχείρισης του συστήματος, για την ανάπτυξη της χώρας, εντός της Ε.Ε.» μπορεί να αποτελέσει ελπίδα, έστω ανακούφισης, για το λαό που υποφέρει;
Οι ηγεσίες κομμάτων της αριστεράς που ενέδωσαν στον αστικό πλασματικό διάλογο των τηλε-παραθύρων, προβάλλοντας σαν μια συνεπή δύναμη καλύτερης διαχείρισης του συστήματος, ή συμπληρωματική δύναμη «οικουμενικών λύσεων» απαντούν καταφατικά. Διολισθαίνοντας μέρα με την μέρα, σε όλο και πιο συστημικές θέσεις. Πώς μπορεί να χαρακτηρίσει κάποιος τη συνεχή διακήρυξη περί της Ευρωενωσιακής προοπτικής της χώρας, των επαναλαμβανόμενων ομολογιών «η ΕΕ είναι ο χώρος μας, το ευρώ το εθνικό μας νόμισμα, ΕΚΤ η εθνική μας τράπεζα»;. Πώς να εξηγηθεί η «κατάργηση του μνημονίου» σε «διαπραγμάτευση των όρων».
Πώς να εξηγηθεί η μετατροπή της θέσης για διαγραφή του χρέους ή έστω αυτή της επαναδιαπραγμάτευσης με το «αναστολή πληρωμής των τόκων μέχρις ότου ανακάμψει η οικονομία» και «Η εν λόγω ρύθμιση θα επιδιωχθεί στο πλαίσιο μιας κοινής ευρωπαϊκής λύσης για το δημόσιο χρέος όλων των κρατών και, αν αυτό δεν καταστεί δυνατό, στη βάση διμερών διαπραγματεύσεων».
Τι ελπίδα μπορούν να έχουν οι χιλιάδες εργαζόμενοι που περίμεναν την κατάργηση των χαρατσιών και ακούν τώρα «για τις ασθενέστερες εισοδηματικές τάξεις»; Ποιοι είναι οι ασθενέστεροι και με ποια κριτήρια θα επιλεγούν; Οι άνεργοι είναι ασθενέστεροι από τους υποαπασχολούμενους, ο υποαπασχολούμενος είναι ασθενέστερος από τον εργαζόμενο των 500 ευρώ, ο άγαμος εργαζόμενος των 500 ευρώ είναι ασθενέστερος από τον εργαζόμενο των 900 ευρώ που έχει δύο παιδιά; Κι αν ο άνεργος έχει μπαμπά με μεγάλη σύνταξη; Για ποιους από αυτούς θα καταργηθεί το χαράτσι; Πού θα φτάσει το κυνήγι του ασθενέστερου; Είναι ή δεν είναι τα χαράτσια απαράδεκτα και για όλους; Πρέπει ή δεν πρέπει να καταργηθούν οριστικά, αμετάκλητα και για όλους;
Τι ελπίδα έχει αυτός που δανείστηκε από την τράπεζα για το σπίτι του και τώρα ακούει για «αριστερά» μέτρα που θα τον υποχρεώνουν να πληρώνει μόνο το 30% των εισοδημάτων του; Και όταν το εισόδημα είναι 500 €; Και όταν είναι 0;
Τι ελπίδα για τον μισθωτό και τον άνεργο, είναι αυτή που λέει «να αποτρέψουμε την περαιτέρω πτώχευση της κοινωνίας» ή το «το πάγωμα των μέτρων που προβλέπουν περαιτέρω μειώσεις μισθών και κοινωνικών δαπανών». Πώς μπορεί να ονομάζεται «ελπίδα» η ευχή «να σταματήσουν τα μέτρα εδώ»; Το «εδώ» είναι το 1.200.000 ανέργων που πληθαίνουν καθημερινά χωρίς νέα μέτρα. Το «εδώ» είναι τα χρέη μας που αυξάνονται χωρίς να χρειάζονται νέα μέτρα. Το «εδώ» είναι τα παιδιά που πεινάνε σήμερα και όχι αύριο. Το «εδώ» είναι το σχέδιο των τραπεζών να πάρουν όλα τα σπίτια του κόσμου που δεν έχει να πληρώσει το δάνειο και να ανοίξουν μπίζνες «real estate», και δεν χρειάζονται νέα μέτρα.
Τι διαφορά έχει η θέση «…. για σύναψη προγραμματικών συνεργασιών ανάμεσα στον δημόσιο τομέα και ιδιωτικές επιχειρήσεις, εγχώριες ή και αλλοδαπές, ….» με τις πολιτικές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ τα γνωστά ΣΔΙΤ (συμπράξεις δημοσίου ιδιωτικού τομέα); Οι εγχώριες και αλλοδαπές επιχειρήσεις δεν θα στοχεύουν στο κέρδος και την εκμετάλλευση; Αυτές τις προγραμματικές συνεργασίες ζήσαμε με τον Μπόμπολα και τους εργολάβους, με το ρεύμα και τις ιδιωτικές εταιρίες παρόχων, με την ανάθεση του δημοτικού έργου στους ιδιώτες που θησαυρίζουν, με την υγεία κτλ.
Στην πραγματικότητα, η φύση των προβλημάτων και της κρίσης έχει να κάνει με το ίδιο το σύστημα. Αυτό το παραδέχεται πια και ο τελευταίος Ευρωπαίος αξιωματούχος. Είναι καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης και μάλιστα δομική. Για τους καπιταλιστές, στρατηγική επιλογή είναι το ξεπέρασμά της, μέσω της βάρβαρης εκμετάλλευσης και καταπίεσης του λαού. Μέσω της αποστέρησής του από κάθε δικαίωμα, τώρα και στο μέλλον. Για να απαλλαγούν αυτοί και το κράτος τους, από κάθε κοινωνική υποχρέωση, για να αναπτυχθούν εμπορευόμενοι κάθε στιγμή της ανθρώπινης ζωής.
Με λίγα και καθαρά λόγια δεν περισσεύουν πια ξεροκόμματα για τους εργαζόμενους. Το σύστημα δεν παρέχει πια την πολυτέλεια της πολιτικής «του πατάω σε δύο βάρκες». Γι’ αυτό και δεν υπάρχουν πολιτικές «καλής διαχείρισης» του συστήματος. Δική μας στρατηγική επιλογή, δεν μπορεί παρά να είναι το μπλοκάρισμα της «κρεατομηχανής» τους που παράγει κέρδος από τη ζωή και το θάνατό μας. Η όξυνση της κρίσης τους. Η ακύρωση των σχεδίων τους για «ανάπτυξη» που είναι πάντα των κερδών τους.
Και αυτή η στρατηγική επιλογή, δεν μπορεί παρά να έχει όλα όσα μισούν και άλλο τόσο φοβούνται. Την οργάνωσή μας σε συλλογικότητες «των κάτω», στη δουλειά, στη γειτονιά, σε μέτωπα, σε στέκια. Τη συζήτηση και παραγωγή πολιτικής από εμάς για μας και για όλη την κοινωνία συνολικά. Τη δημιουργία των δικών μας θεσμών, που θα αμφισβητούν και θα συγκρούονται με τους δικούς τους. Την οργάνωση και ανάπτυξη αγώνων που θα επιβάλουν το σύνολο των αναγκών και των δικαιωμάτων μας, όχι με βάση τις δικές τους, πλαστές, στατιστικές του «εφικτού», αλλά με βάση τις εκρηκτικές δυνατότητες της εποχής μας που οι εκμεταλλευτές κρατούν για τον εαυτό τους. Και τελικά για την εξέγερση και ανατροπή της κυριαρχίας τους, τη συνολική κοινωνική απελευθέρωση. Αυτό είναι το δικό μας «εδώ» και απ’ αυτό θα αποφασίσουμε συλλογικά το δικό μας μέλλον.
Για αυτό λέμε όποιο και να είναι το αποτέλεσμα την Κυριακή ένα είναι σίγουρο: Την Δευτέρα πρέπει να είμαστε όλοι και πάλι στους δρόμους. Στους δρόμους και τους αγώνες έχουμε χιλιάδες σημεία που μας ενώνουν. Εκεί θα συναντιόμαστε καθημερινά, εκεί θα σχεδιάζουμε τις δράσεις μας, εκεί θα κερδίσουμε νίκες.
Δυστυχώς ο κόσμος δεν μπορεί να είναι επ’ αόριστον στο δρόμο. Σύντροφοι, χάσαμε. Ο Σαμαράς με τον Κουβέλη (αυτός είναι το νέο Πασόκ, όχι ο Σύριζα) θα φτιάξουν μια κυβέρνηση ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ και ΣΙΓΗΣ, μια κυβέρνηση τύπου Παπαδήμου όπου δεν θ’ ακούγεται κιχ παρά μόνο οι εκρήξεις των δακρυγόνων της καταστολής στις ισχνές διαδηλώσεις ηρωικών και αγνών επαναστατών. Εθνική Συμφιλίωσις, Τάξις, Ασφάλεια. Και ο Λοβέρδος με την Ντόρα και τον Ψαριανό θα αποφασίζουν πάλι. Καληνύχτα.