Για το βιβλίο ιστορίας της Στ’ Δημοτικού


Με αφορμή την κυκλοφορία του στα βιβλιοπωλεία ξαναήρθε στην επικαιρότητα το βιβλίο ιστορίας της Στ’ Δημοτικού. Ξανακούστηκαν οι ανούσιες αντιπαραθέσεις. Στην πραγματικότητα όμως είναι μια διαμάχη χωρίς καμιά ουσία αφού κι αυτό το βιβλίο δεν ξεφεύγει από τα ιδεολογικά και πολιτικά στερεότυπα που ακολουθούν τη διδασκαλία της Ιστορίας, έτσι όπως την έχουν γράψει οι νικητές. Κι αυτό το βιβλίο εξακολουθεί να έχει ιδεολογικά στοιχεία με τα οποία επιδιώκεται η ένταξη των εκπαιδευόμενων στο κυρίαρχο σύστημα αξιών και εννοιών , υπηρετώντας την εδραίωση και αναπαραγωγή της εθνικής συνείδησης ως μέρους μιας συνολικότερης συμβολής της εκπαίδευσης στην αναπαραγωγή της κυρίαρχης κοινωνικής δομής. Χαρακτηριστικά, μπορούμε να αναφέρουμε ότι στις σελίδες κι αυτού του βιβλίου οι επαναστάσεις δεν εμφανίζονται ως αποτέλεσμα κοινωνικών διεργασιών, δεν έχει τη θέση του ο ρόλος του λαού σε αυτές, αλλά εμφανίζονται μάλλον ως διπλωματικά γεγονότα.

Πριν προχωρήσουμε να σχολιάσουμε πιο αναλυτικά το συγκεκριμένο μαθητικό βιβλίο ας δούμε τι διδάσκονται τώρα στο μάθημα ιστορίας Έλληνες και Τούρκοι μαθητές.
H κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1453 απ’ τα τούρκικα στρατεύματα στα ελληνικά σχολικά βιβλία αναφέρεται σαν γεγονός που σήμανε τη «σκλαβιά» του έθνους. «H σκλαβιά άρχισε να σκεπάζει τον ελληνισμό» αναφέρεται χαρακτηριστικά. Αντίθετα, στα τουρκικά βιβλία χαρακτηρίζεται μια σημαντική «κατάκτηση» της Βαλκανικής, η οποία «ήταν επιθυμητή από τους λαούς της σε κοινωνικό επίπεδο, με την προσδοκία μιας δικαιότερης διοίκησης».

Για την επανάσταση των Ελλήνων ενάντια στους Τούρκους το 1821 οι Έλληνες μαθητές διδάσκονται ότι η Ελληνική Επανάσταση και ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Ελλήνων της εποχής «οδήγησε στη δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους και έτσι τέθηκε τέλος σε μια εποχή σκλαβιάς και καταπίεσης». Σε εντελώς άλλο μήκος κύματος οι Τούρκοι μαθητές διδάσκονται ότι πρόκειται για μια από τις «εξεγέρσεις» στον χώρο των Βαλκανίων και αντιμετωπίζεται ως «εκδήλωση αγνωμοσύνης προς τους Οθωμανούς οι οποίοι κυβερνούσαν με δικαιοσύνη και ανοχή».

Παρόμοιες είναι και οι αναφορές για την Μικρασιατική καταστροφή το 1922 αφού για τα ελληνικά βιβλία ιστορίας «ελληνικά στρατιωτικά τμήματα αποβιβάστηκαν στην Ιωνία για την τήρηση της τάξης και την προστασία των χριστιανικών πληθυσμών». H Μικρασιατική Καταστροφή που ακολούθησε οδήγησε στον «ξεριζωμό» χιλιάδων Ελλήνων από τα παράλια της Μικράς Ασίας.

Για τα τουρκικά βιβλία ιστορίας πρόκειται για «επιθέσεις των ελληνικών στρατευμάτων κατά των αμάχων» και ο «απελευθερωτικός αγώνας του Κεμάλ Ατατούρκ» οδήγησε στη δημιουργία της τουρκικής δημοκρατίας. «Στις 9.9.1922 στη Σμύρνη οι Έλληνες ρίχτηκαν στη θάλασσα». Απ’ τα παραπάνω είναι ολοφάνερο ότι οι αστικές τάξεις των δυο χωρών υποδαυλίζουν το μίσος ανάμεσα στους δυο λαούς …

Ας έρθουμε τώρα στο συγκεκριμένο βιβλίο ιστορίας της Στ’ Δημοτικού που κυκλοφόρησε τώρα. Οι επικριτές του, εμφανίζονται λάβροι κατά του βιβλίου γιατί δεν είναι αρκετά «πατριωτικό», με «Ελληνοχριστιανικά ιδανικά» και οι υποστηρικτές του βιβλίου παίρνοντας αφορμή από αυτές τις κραυγές, μιλούν για ένα βιβλίο που προάγει τη φιλία ανάμεσα στους λαούς και αντιπαλεύει τον εθνικισμό. Και οι δυο πλευρές όμως αποφεύγουν να αναφερθούν στην καθαρά αντιεπιστημονική θεώρηση της Ιστορίας μέσα από αυτό, στην καθαρά εχθρική αντιμετώπιση των λαϊκών διεκδικήσεων.

Ενα και μόνο απόσπασμα απ’ αυτό το βιβλίο, αρκεί για να επιβεβαιώσει αυτή την τοποθέτηση. Διαβάζουμε στην σελίδα 106 του βιβλίου στο κείμενο που αναφέρεται στην εγκαθίδρυση φασιστικών καθεστώτων στην Ευρώπη την εποχή του Μεσοπολέμου: «(…) Μεγάλος αριθμός εργατών και υπαλλήλων μένει άνεργος και οι περισσότεροι πολίτες αντιδρούν με πορείες, διαδηλώσεις και απεργίες. Πολλά δημοκρατικά πολιτεύματα, κάτω απ’ αυτήν την πίεση, σταδιακά καταρρέουν. Τα διαδέχονται δικτατορίες»!
Τους επικριτές όμως του βιβλίου δεν τους ενδιαφέρουν τέτοιες ανιστόρητες και αντιεπιστημονικές διαπιστώσεις. Γ’ αυτούς το βασικό είναι ότι το βιβλίο δεν δίνει τις εθνοχριστιανικές διαστάσεις που θα ήθελαν δεν έχει την θεοκρατική-αντιεπιστημονική αντίληψη για την ιστορία που χαρακτηρίζει αυτούς. Αρκούνται σε υπερπατριωτικές και θρησκόληπτες κραυγές.

Ας δούμε τα σημεία του βιβλίου όπου επικεντρώνουν την κριτική τους. «Χιλιάδες Έλληνες συνωστίζονται στο λιμάνι της Σμύρνης για να φύγουν για την Ελλάδα» αναφέρεται στη σελίδα 100 του βιβλίου, στο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Μικρασία: εκστρατεία και καταστροφή», και εξιστορεί την αντεπίθεση των τουρκικών δυνάμεων και την υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων τον Αύγουστο του 1922. Γ’ αυτούς υποβαθμίζονται οι βαρβαρότητες που διέπραξαν οι Τούρκοι σε βάρος των Ελλήνων την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Και έτσι είναι.

Αν όμως θέλουμε να μιλήσουμε για πραγματικά βιβλία ιστορίας κι όχι για βιβλία προπαγάνδας, η καταγραφή των βιαιοτήτων δεν μπορεί να είναι μονόπλευρη. Δίπλα στις σφαγές των Ελλήνων από τους κεμαλικούς πρέπει ν’ αναφέρονται οι λεηλασίες και οι βιασμοί που συνόδευσαν την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, στην συστηματική καταστροφή των τουρκικών χωριών και στα εγκλήματα πολέμου που διέπραξε στο πέρασμα του ο ελληνικός στρατός.

Δεν σταματούν όμως εδώ οι επικριτές του βιβλίου. Το ότι δεν υπάρχει αναφορά στο βιβλίο στην ύπαρξη «κρυφών σχολείων» στα χρόνια της τούρκικης κατοχής είναι ένα άλλο σημείο που τους βρίσκει κάθετα αντίθετους. Μάλιστα γι’ αυτό το θέμα ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος «βλέπει» πολιτικές σκοπιμότητες και δηλώνει πως θυσιάζεται η αλήθεια στον βωμό της ελληνοτουρκικής φιλίας.

Φυσικά όλα αυτά είναι αστειότητες αφού λίγη σημασία έχει για τους ταγούς της εθνικοφροσύνης μας πλήθος ιστορικών μελετών που αποδεικνύουν ότι «κρυφά σχολεία» δεν υπήρξαν ποτέ την περίοδο της τουρκοκρατίας. «Το “κρυφό σχολειό“ αποτελεί έναν από τους πιο γοητευτικούς και συνάμα και από τους πιο ανθεκτικούς και πιο διαδεδομένους μύθους της εθνικής μας ιστορίας».αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιστορικός Παναγιώτης Στάθης, στο βιβλίο του «Το κρυφό σχολειό: διαδρομές του μύθου, διαδρομές της ιστορίας».

Στην ίδια κατεύθυνση οι επικριτές του βιβλίου ισχυρίζονται ότι υποτιμάται ο ρόλος της εκκλησίας στην επανάσταση του 1821 και η βοήθεια που πρόσφερε, όταν στις σελίδες του βιβλίου βρίσκονται εκτιμήσεις όπως: «Λόγιοι και μορφωμένοι Έλληνες υποστηρίζουν και μεταφέρουν το νέο πνεύμα του Διαφωτισμού. Κεντρική μορφή ανάμεσά τους ο Αδαμάντιος Κοραής με το σημαντικό έργο του. Οι διαφωτιστικές ιδέες, όμως, συναντούν και αντιδράσεις. Αντιδρούν κυρίως μέλη κοινωνικών ομάδων που κατέχουν υψηλά αξιώματα και επιθυμούν να διατηρήσουν τη δύναμη και την εξουσία τους».

Θα είχε όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον να μας έλεγαν οι ίδιοι που ισχυρίζονται αυτά πως θα αντιδρούσαν αν στο ίδιο βιβλίο υπήρχε αναφορά στον ρόλο που κράτησε ο ανώτατος εκκλησιαστικός κύκλος στην επανάσταση του 1821. Εδώ ακόμα και αστοί διανοούμενοι ξεσκέπασαν το ρόλο του παπαδαριού στην επανάσταση του 1821. Να τι γράφει ο διανοούμενος Ν. Δήμου στις ιστοσελίδες του στο δυαδίκτιο: “Αντε τώρα να εξηγήσεις στους Ελληνες ότι στις 25 Μαρτίου 1821, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ΔΕΝ ήταν στην Αγία Λαύρα. (Ποιο λάβαρο;) Πως δεν υπήρξε ποτέ “κρυφό σχολειό” και πως η επίσημη Εκκλησία δεν στήριξε την Επανάσταση. Αντίθετα αφόρισε και τον Ρήγα και τους Φιλικούς και τον Υψηλάντη”.

Πριν αναφερθούμε σε όσους υποστηρίζουν ότι το βιβλίο προάγει τη φιλία ανάμεσα στους λαούς και αντιπαλεύει τον εθνικισμό να τονίσουμε ότι στο μέτωπο που αντιδράει στο συγκεκριμένο βιβλίο συνυπάρχουν τα πιο ετερόκλητα στοιχεία. Από το ΚΚΕ μέχρι το ακροδεξιό κόμμα ΛΑΟΣ, μέχρι τον κατά δήλωση του αντιεξουσιαστή Καραμπελιά.
Στο στρατόπεδο τώρα όσων υποστηρίζουν ότι το βιβλίο ιστορίας της Στ’ Δημοτικού δίνει μια νέα εκπαιδευτική θεώρηση των ιστορικών γεγονότων, οξύνει το κριτικό πνεύμα των μαθητών, αποθαρρύνει την αποστήθιση και καθιστά τον δάσκαλο αληθινό παιδαγωγό υπάρχει το κόμμα του Συνασπισμού, οργανώσεις τις εξωκοινοβουλευτικής αριστερός και πανεπιστημιακοί δάσκαλοι. Ούτε κι αυτούς τους απασχολεί όμως το γεγονός ότι το βιβλίο όταν αναφέρεται στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο 1946-49 πουθενά δεν εμφανίζεται ο ρόλος των ΗΠΑ, αλλά εξιστορούνται τα γεγονότα σα να είχαν να μοιράσουν κάτι οι Έλληνες μεταξύ τους κι έτσι προέκυψε ο εμφύλιος. Ότι δεν αναδεικνύονται οι πραγματικές αιτίες που οδήγησαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ούτε αναφέρεται πουθενά ο προοδευτικός ρόλος της ΕΣΣΔ.

Ολοκληρώνοντας να γράψω ότι θα ήταν αυταπάτη να περιμέναμε ότι στο καπιταλιστικό σύστημα που ζούμε θα είχαμε ένα σχολείο που θα έδινε πραγματικά εφόδια για τη ζωή, θα απαιτούσε το μάθημα της Ιστορίας να εξετάζει την κοινωνική εξέλιξη, να κάνει τους μαθητές να κατανοήσουν την πραγματική κινητήρια δύναμη της Ιστορίας, τις αντιθέσεις και την πάλη των τάξεων, να αναδεικνύει την ουσία των πολέμων.

Είναι δεδομένο ότι στον καπιταλισμό δεν μπορεί να υπάρξει ένα σχολείο που – όχι μόνο από το μάθημα της Ιστορίας – θα δημιουργεί ανθρώπους που θα είναι οχυρωμένοι απέναντι σε αντιδραστικές απόψεις θα τους δημιουργεί την διάθεση να συνδέσουν διαλεκτικά τον προλεταριακό διεθνισμό με τον πατριωτισμό, θα τους καλλιεργεί το κριτικό πνεύμα και τα οράματα για μια πανανθρώπινη κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *