Βέβαιη θεωρούν πλέον τη χρεοκοπία της Ελλάδας όλοι οι γνωστοί ξένοι οικονομολόγοι, προοδευτικοί και δεξιοί, από τη στιγμή που υπήχθη στο καθεστώς υποτέλειας του ΔΝΤ.
Με μαθηματικό πλέον τρόπο αποδεικνύουν το εξόφθαλμο: Δεν είναι δυνατόν να κατορθώσει η Ελλάδα να αποπληρώσει τα 110 δισ. ευρώ νέων δανείων από ΕΕ και ΔΝΤ μέσα σε τρία χρόνια με επιτόκιο 5%, πέρα από τις πρόσθετες υποχρεώσεις των παλαιών δανείων που δεν θα καλύπτονται με το νέο δάνειο. Οι όροι του δανεισμού από την ΕΕ και το ΔΝΤ προεξοφλούν τη χρεοκοπία της Ελλάδας.
«Τα μέτρα λιτότητας που προσυπέγραψε η Ελλάδα ως όρο για τη διάσωσή της απαιτούν δρακόντεια δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης του 10% του ΑΕΠ. Αυτό θα παρατείνει την ύφεση της χώρας και παρ’ όλα αυτά θα την αφήσει με ένα δημόσιο χρέος στο ύψος του 140% το 2016 (σ.σ. το 2009 ήταν 115%). Σε αυτά τα επίπεδα, ακόμη και ένα μικρό σοκ είναι πιθανό ότι θα πυροδοτήσει μια περαιτέρω κρίση χρέους» γράφει σε άρθρο του στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς ο Νουριέλ Ρουμπινί, αμερικανός οικονομολόγος που έγινε διάσημος επειδή πρόβλεψε το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Αναφερόμενος στα μέτρα εξοντωτικής λιτότητας που επέβαλαν στον ελληνικό λαό ΠΑΣΟΚ, ΕΕ και ΔΝΤ, ο Ρουμπινί τονίζει ότι «για την Ελλάδα μια τέτοια “σταθεροποίηση” βρίσκεται σε επίπεδα που είναι ανέφικτα», ενώ παράλληλα «μόνο καθυστερούν την αναπότρεπτη χρεοκοπία και κινδυνεύουν να την καταστήσουν άτακτη όταν θα έρθει». Η πρόταση του Ρουμπινί είναι να… χρεοκοπήσουμε από τώρα για να μην ξοδεύει τσάμπα λεφτά κι η ΕΕ! Είναι σαφέστατος: «Βεβαίως, θα ήταν καλύτερα να χρησιμοποιηθεί ένα μικρό ποσό δημόσιου χρήματος για να δελεαστούν οι πιστωτές σε μια προληπτική συμφωνία τώρα παρά να σπαταληθούν 110 δισ. ευρώ σε μια προσπάθεια να εμποδιστεί μια αναπότρεπτη αναδιάρθρωση του χρέους αργότερα» υπογράμμισε.
Το θέμα δεν είναι βεβαίως η όποια άποψη του Ρουμπινί και των ομοίων του, αλλά η ορθότητα ή όχι των επιχειρημάτων τους. Έχουν δίκιο σε αυτά που λένε. Αν περάσουν και εφαρμοστούν τα μέτρα, δεν τη γλιτώνουμε τη χρεοκοπία με τίποτα! Και για να είμαστε σοβαροί αναλυτές της πραγματικότητας, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι το επίπεδο αντιστάσεων του ελληνικού λαού είναι ακόμη πολύ κάτω από το αναγκαίο για να υποχρεώσει την κυβέρνηση Παπανδρέου να υποχωρήσει και να υποχρεωθεί να πάρει πίσω τα μέτρα προ του κινδύνου να ανατραπεί.
Μοναδική μας σωτηρία θα ήταν να υπήρχαν τόσο μαζικές διαδηλώσεις, ώστε ΠΑΣΟΚ, ΕΕ και ΔΝΤ να υποχρεώνονταν σε άτακτη οπισθοχώρηση. Αυτό δεν είναι καθόλου αδύνατο, απαιτεί όμως έστω και μια φορά να μαζευτούν στην Αθήνα πεντακόσιες χιλιάδες ή ένα εκατομμύριο κόσμος.
Αποδείχθηκε στην πράξη όχι μόνο ότι οι συνθήκες δεν ήταν ώριμες για κάτι τέτοιο (αυτό το γνωρίζαμε εκ των προτέρων άλλωστε), αλλά και ότι ούτε αυθόρμητα οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι νέοι και οι γυναίκες δεν αποφάσισαν να κάνουν απλώς μια βόλτα παρουσίας στο κέντρο της Αθήνας. Έτσι ο πρώτος και κρισιμότερος γύρος κατέληξε θριαμβευτικά υπέρ της κυβέρνησης, χωρίς αξιόλογες απώλειες.
Οι αναντίστοιχες με τις απαιτήσεις αντιδράσεις των εργαζομένων δεν συνεισέφεραν έστω στο να προκληθούν κάποια ρήγματα στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ και ειδικότερα στην κοινοβουλευτική του ομάδα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα περάσει όποια και όσο σκληρά μέτρα θέλει, καθιστώντας πιο δύσκολο καθήκον και έργο την αναίρεσή τους. Δυσχεραίνει επίσης κατά πολύ την αναμενόμενη από όλους κοινωνική έκρηξη του ερχόμενου φθινοπώρου και χειμώνα, καθώς της προσδίδει κυρίως χαρακτηριστικά κοινωνικής απελπισίας παρά πολιτικής προοπτικής και κοινωνικής ελπίδας για ανατροπή των μέτρων.
Το ίδιο το πέρασμα των μέτρων αυξάνει θεαματικά τις πιθανότητες χρεοκοπίας της χώρας. Το χειρότερο από όλα είναι ότι η ενδεχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους θα γίνει με όρους ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι θα τη ρυθμίσουν έτσι ώστε όχι μόνο να φτωχύνουν θεαματικά ακόμη περισσότερο όλα τα λαϊκά στρώματα των Ελλήνων, όπως είναι ο στόχος τους, αλλά και να δουλεύουμε για να αποπληρώνουμε τις τράπεζές τους!
Αν επιβάλουν αυτοί τους όρους της χρεοκοπίας και της αναδιάρθρωσης του χρέους, μπορεί ακόμη και το… 40% ή το 50% του ΑΕΠ να πηγαίνει κάθε χρόνο για τοκοχρεολύσια, με τη δημόσια υγεία, τη δημόσια παιδεία και τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας της χώρας να καταρρέουν σε τριτοκοσμικά επίπεδα.
Ο Παπανδρέου είναι απολύτως βέβαιο ότι δεν θα διστάσει να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους με όρους ΕΕ – ΔΝΤ πριν φτάσει ο κόμπος στο χτένι, αν διαπιστώσει ότι η αντίσταση των εργαζομένων διευρύνεται και εντείνεται σε επίπεδα που απειλούν να οδηγήσουν σε αποτυχία των μέτρων της ΕΕ και του ΔΝΤ.
Έχει πλέον γίνει πασιφανές ότι αυτή η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν πρέπει κατά κανένα τρόπο να αφεθεί να ολοκληρώσει το έργο της. Πρέπει να ανατραπεί όσο το δυνατόν συντομότερα. Και έχει επίσης αποδειχθεί πως μόνο οι εργαζόμενοι μπορούν, θεωρητικά, να την ανατρέψουν.
Θα γίνει όμως η θεωρία πράξη; Αυτό είναι το στοίχημα.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ: «Παιδί» του ευρώ και του ΔΝΤ
Ευρωλάγνα, κυβερνητική και βαθιά συντηρητική. Αυτά είναι τα τρία βασικά στοιχεία της Δημοκρατικής Αριστεράς, του κόμματος που δημιούργησαν ο Φώτης Κουβέλης και άλλα στελέχη της δεξιάς «ανανεωτικής πτέρυγας», τα οποία αποχώρησαν από τον Συνασπισμό, κατηγορώντας τον ανοιχτά για αριστερισμό και συμμαχία με εξτρεμιστικά στοιχεία μέσω του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτά ακριβώς τα στοιχεία προβάλλονται διαρκώς, με πανηγυρικούς τόνους και προκλητικά ευνοϊκό τρόπο, από την πλειοψηφία των έντυπων και ηλεκτρονικών ΜΜΕ.
Πρόκειται για μια στάση απολύτως λογική, καθώς το αστικό πολιτικό σύστημα έχει σήμερα ανάγκη ακριβώς από μια τέτοια «Αριστερά της ευθύνης» – που θα το στηρίζει στις δύσκολες στιγμές, ενώ θα αποτελεί δεξαμενή υποδοχής δυσαρεστημένων ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ και ταυτόχρονα ανάχωμα στην επικοινωνία τους με τα πιο ριζοσπαστικά τμήματα. Μια «Αριστερά» η οποία, όπως αναφέρεται στην ιδρυτική της διακήρυξη, θεωρεί «επιβεβλημένη τη μείωση του ελλείμματος και την αντιμετώπιση του χρέους», ενώ ξεκαθαρίζει ότι οι στόχοι της «μπορούν να υλοποιηθούν μόνο μέσα στην ΕΕ», η οποία συνιστά «στρατηγική επιλογή για τη χώρα, τους εργαζόμενους, τη δημοκρατία και τον πολιτισμό».
Σύμφωνα δε με τον ίδιο τον Κουβέλη, «η Αριστερά δεν κάνει καμία παραχώρηση, ούτε στον αριστερότροπο λαϊκισμό ούτε στο μυωπικό αριστερισμό, δεν θεωρεί άκριτα ως δίκαιο αίτημα την υπεράσπιση κάθε κεκτημένου και δεν χαϊδεύει συντεχνίες στο όνομα των μικροκομματικών σκοπιμοτήτων». Πραγματικά, με τέτοιες διαβεβαιώσεις, το νέο κόμμα του Κουβέλη –ο οποίος έσπευσε να προαναγγείλει αυτόνομη κάθοδο στις επόμενες εκλογές– θα μπορούσε να αποτελέσει τον ιδανικό κυβερνητικό εταίρο για το ΠΑΣΟΚ ή έναν ευρύτερο συνασπισμό, που θα περιλάμβανε ενδεχομένως και τον υπό εκκόλαψη πολιτικό σχηματισμό της Ντόρας Μπακογιάννη. Γι’ αυτό, άλλωστε, το σύστημα επέσπευσε τη δημιουργία της Δημοκρατικής Αριστεράς και θα την ενισχύσει με κάθε τρόπο, έστω κι αν γι’ αυτό χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει παλιά και φθαρμένα υλικά, ενώ η εκκωφαντική απουσία της νεολαίας μαρτυρά, αν μη τι άλλο, ότι τα δήθεν νεωτεριστικά στοιχεία και ο δυναμισμός που επικαλείται η ηγεσία του δεν είναι παρά αποκυήματα φαντασίας.
«Δεν ξέρουμε ακόμη το ακριβές ιδεολογικό στίγμα του ούτε το βαθμό επιρροής του. Αυτό που ξέρουμε όμως, μέχρι στιγμής, είναι αξιοπρόσεκτο και ενδεχομένως χρήσιμο σε ενδεχόμενες πολιτικές τρικυμίες», έγραφαν χωρίς περιστροφές τα Νέα, στο κεντρικό άρθρο του φύλλου της Δευτέρας, που περιείχε και δισέλιδο αφιέρωμα στο νέο κόμμα. «Είναι θετική η δημιουργία ενός νέου πολιτικού σχηματισμού που θα μπορέσει να εκφράσει το μοντέρνο, υγιές και φιλοευρωπαϊκό κομμάτι της Αριστεράς. Η χώρα έχει ανάγκη μιας υπεύθυνης αριστερής αντιπολίτευσης, σαν κι αυτή που γνώρισε παλαιότερα», έγραφε την επομένη η Καθημερινή, στο δικό της πρωτοσέλιδο κεντρικό σχόλιο.
Την ίδια στιγμή, τηλεοράσεις και ραδιόφωνα δίνουν απεριόριστο χρόνο στα στελέχη και τις απόψεις του νέου κόμματος – σε βαθμό που στην πιάτσα να κυκλοφορεί πλέον, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ότι καθημερινά αναμένεται ένα διάγγελμα Κουβέλη προς τον ελληνικό λαό!