Τι σχέση έχουν οι τραπεζικές κρίσεις με την κατανάλωση;

Δημοσιεύουμε μεταφρασμένο ένα άρθρο του Μ. Pettis, γνωστού παπαγάλου της άρχουσας τάξης, που πάντως έχει οξυδέρκεια και βάθος στη σκέψη του, άλλο αν την αξιοποιεί για όφελος της ολιγαρχίας. Δεν είναι τυχαίο που στο άρθρο του καταλήγει στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να ρημαχθούν οι λαοί για χάρη των τραπεζών, ή να ιδιωτικοποιηθούν “τα πάντα όλα” σε παγκόσμια κλίμακα, για χάρη -και πάλι- των τραπεζών. Γενικώς, ότι και να γίνει, ο Pettis υλοποιεί το δόγμα “Τράπεζες uber alles”:

“Για τα επόμενα χρόνια, όπως μας υπενθύμισε ο Keynes στη δεκαετία του 1930, η αποταμίευση δε θα θεωρείται ως προτέρημα στην παγκόσμια οικονομία. Είναι πιο πιθανό να θεωρείται ως κάτι το κακό [σημ: Εννοεί πως θέλουν το κεφάλαιο να επενδύεται, όχι να αποταμιεύεται]. Για να ανακτηθεί η ανάπτυξη του κόσμου χρειάζεται μικρότερη αποταμίευση και περισσότερη ιδιωτική κατανάλωση, αλλά πιστεύω ότι δεν θα έχουμε αρκετή προκειμένου να παράγει ανάπτυξη. Γιατί; Διότι σε όλες τις μεγάλες οικονομίες τα τραπεζικά συστήματα είναι σε μεγάλο βαθμό χρεωκοπημένα, ή πρόκειται να γίνουν χρεωκοπημένα στο μέλλον, και χρειάζονται απεγνωσμένα νέα κεφάλαια. Για λόγους που εξετάζουμε παρακάτω, αυτό θα έχει μεγάλο αρνητικό
αντίκτυπο στην ιδιωτική κατανάλωση.

Ας ρίξουμε μια ματιά στα μεγάλα τραπεζικά συστήματα. Πρώτον, η κρίση ξεκίνησε στις ΗΠΑ και άρα, ίσως, οι τράπεζες των ΗΠΑ να έχουν ήδη εντοπίσει πολλά από τα προβληματικά τους δάνεια, και να έχουν κινητοποιηθεί πιο πολύ για την ανοικοδόμηση της κεφαλαιακής βάσης τους. Έχουν όμως ακόμα πολύ δρόμο μπροστά τους, έστω και αν ένα μεγάλο μέρος το πρόβλημα των επισφαλών δανείων, μεταφέρθηκε, άμεσα ή έμμεσα, στην κυβέρνηση των ΗΠΑ [σημ.: Μέσω των πακέτων σωτηρίας, που ξεχρέωσε τις τράπεζες σε μεγάλο βαθμό, αλλά χρέωσε τα κρατικά ταμεία, και, σε τελική ανάλυση, τους φορολογούμενους]. Με την ευκαιρία, η μεταφορά των επισφαλών δανείων στην κυβέρνηση μπορεί να είναι καλή για τις τράπεζες, αλλά θα έχει την ίδια αρνητική επίπτωση στην κατανάλωση. Θα εξηγήσω το γιατί παρακάτω.

Δεύτερον, στην Ιαπωνία, κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια, η ιαπωνική κυβέρνηση και τα «ταλαίπωρα» ιαπωνικά νοικοκυριά έχουν επιφορτιστεί με την διατήρηση του τραπεζικού συστήματος στη ζωή. Δεν ξέρω κατά πόσο ή όχι το τραπεζικό σύστημα έχει τελικά καθαριστεί, αλλά για τους σκοπούς της υπολογισμούς μου, δεν μας ενδιαφέρει αυτό τώρα. Η ιαπωνική κυβέρνηση έχει επιβαρυνθεί με ένα τεράστιο ονομαστικό χρέος, το οποίο είναι υποφερτό μόνο και μόνο επειδή τα επιτόκια διατηρούνται τεχνητά χαμηλά. Το να διατηρείς χαμηλά τα επιτόκια των καταθετών και των κατόχων ομόλογων σημαίνει ότι οι δανειολήπτες κερδίζουν (αν και δεν είναι άμεσα ορατό), σημαντικά ποσά που χρηματοδοτούνται από τους καταθέτες των νοικοκυριών [σημ.: εννοεί πως όσοι καταθέτουν τα λεφτά τους, λαμβάνουν λίγα λεφτά ως τόκο, ενώ όσοι δανείζονται λεφτά, τα βρίσκουν μέσω των καταθέσεων των άλλων (των καταθετών), που είναι τελικά «τα κορόιδα» της υπόθεσης].

Τρίτον, στην Κίνα, ακόμη και αν πιστεύετε ότι όλα τα NPLs σήμερα στο τραπεζικό σύστημα έχουν εντοπιστεί (κάτι που ελάχιστοι κινέζοι τραπεζίτες πιστεύουν πάντως), κανείς δεν αμφιβάλλει ότι είμαστε έτοιμοι να δούμε μια αύξηση των NPLs χάρη στην εκτός ελέγχου επέκταση του δανεισμού των τελευταίων δύο ετών. Αλλά τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα από ότι δείχνουν οι αριθμοί. Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο άρθρο μου, όταν προσπαθούμε να εκτιμήσουμε το κόστος μιας τραπεζικής κρίσης θα πρέπει να σκεφτούμε κάτι περισσότερο από την ικανότητα των δανειοληπτών να καλύψουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις.

Αυτό συμβαίνει διότι, όπως στην περίπτωση των χρεών της ιαπωνικής κυβέρνησης, όταν οι δανειολήπτες μπορούν να επωφεληθούν από τα τεχνητά χαμηλά επιτόκια, το αποτέλεσμα είναι κρυμμένη άφεση του χρέους τους που πρέπει να καταβάλλεται από τους δανειστές, οι οποίοι, όπως στην περίπτωση της Ιαπωνίας, είναι τα νοικοκυριά [σημ.: μέσω των αποταμιεύσεων τους]. Με άλλα λόγια, εάν θέλετε να ξέρετε πόσο πραγματικά «κακό χρέος» υπάρχει εκεί έξω που θα πρέπει να «καθαριστεί», θα πρέπει να υπολογίσετε το ποσοστό των δανείων που θα πάνε άσχημα, αν τα επιτόκια αυξηθούν κατά τουλάχιστον 300-400 μονάδες βάσης, το ελάχιστο που απαιτείται για να φέρει τα κινεζικά επιτόκια σε ένα σωστό επίπεδο. Αυτό δείχνει ότι οι κινεζικές τράπεζες, αν τα χρέη αυτά υπολογίζονται σωστά, θα μπορούσαν να έχουν πολύ μεγαλύτερα ποσά επισφαλών χρεών από ότι συνειδητοποιούμε, και αυτά τα χρέη πρέπει, άμεσα ή έμμεσα, να «καθαριστούν».

Τέλος, η Ευρώπη έχει ίσως το μεγαλύτερο τραπεζικό πρόβλημα. Οι Ευρωπαϊκές τράπεζες είναι γεμάτες με τα ομόλογα που εκδίδονται από την Ελλάδα, την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιταλία και ορισμένες χώρες που είτε είναι πρακτικά χρεωκοπημένες, ή κοντεύουν να γίνουν. Οι αριθμοί είναι τόσο μεγάλοι, που ο μόνος λόγος που πιθανόν προσποιούμαστε ότι οι χώρες αυτές δεν είναι χρεωκοπημένες είναι επειδή η αναγνώριση του προφανούς (της χρεωκοπίας τους) θα σήμαινε χρεωκοπία για τις τράπεζες της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας, και το μεγαλύτερο μέρος της υπόλοιπης Ευρώπης.

Ποιος θα καθαρίσει το χάος;

Τι σχέση έχουν αυτά με την κατανάλωση; Μεγάλη, δυστυχώς. Είτε μας αρέσει είτε όχι, θα περάσουμε τα επόμενα χρόνια «καθαρίζοντας» τα μεγάλα τραπεζικά συστήματα του κόσμου – και μαντέψτε ποιος θα πληρώσει για τον καθαρισμό τους… Ας δούμε τις επιλογές «καθαρισμού»:

1. Προκειμένου να αποφευχθεί η κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, η κυβέρνηση μπορεί να αναλάβει αυτή το «κακό χρέος» και να το ενσωματώσει στον προϋπολογισμό της κυβέρνησης. Μπορούν να το κάνουν αυτό με την αγορά του χρέους σε επίπεδο πολύ υψηλότερο από την τιμή αγοράς του χρέους, ή δίνοντας την τράπεζες δωρεάν κεφάλαιο, είτε με μια σειρά άλλων μηχανισμών το καθαρό αποτέλεσμα των οποίων είναι το ίδιο: αυτά τα κακά δάνεια πλέον έχουν μεταφερθεί από τις πλάτες των τραπεζών στις πλάτες της κυβέρνησης [σημ.: Προφανώς αυτό έχει γίνει σήμερα με τα διάφορα «πακέτα σωτηρίας» των τραπεζών]. Πώς αντιμετωπίζονται αυτά τα χρέη; Βασικά υπάρχουν τρεις τρόποι για τις κυβερνήσεις να αντιμετωπίσουν το κόστος της χρέους.

-Οι κυβερνήσεις μπορούν να κυρήξουν πτώχευση [σημ.: ή στάση πληρωμών] ή να αναδιαρθρώσουν το χρέος τους. Αυτό δεν επιλύει το πρόβλημα του χρέους, αλλά το μεταβιβάζει στις τράπεζες και τους επενδυτές [σημ.: Δηλαδή τους τοκογλύφους δανειστές]. Στην περίπτωση χωρών όπως η Ελλάδα, μεγάλο μέρος του βάρους θα πέσει στο εξωτερικό, στις γερμανικές και άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες [σημ.: Δηλαδή η στάση πληρωμών θα βλάψει τις τράπεζες που θα χάσουν λεφτά, και γι’ αυτό δεν τη θέλουν με τίποτα].

-Οι κυβερνήσεις μπορούν να επιβάλλουν φόρους για την εξόφληση του χρέους τους. Στην περίπτωση αυτή, το βάρος της εξυγίανσης του τραπεζικού συστήματος πηγαίνει απευθείας στους φορολογούμενους, οι οποίοι είναι τελικά τα νοικοκυριά (Οι φορολογούμενες εταιρείες προφανώς θα περάσουν και αυτές το κόστος τους επίσης στα νοικοκυριά). Η αύξηση των φόρων των νοικοκυριών μειώνει το διαθέσιμο εισόδημα, και έτσι θα μειώσει άμεσα τη μελλοντική κατανάλωση των νοικοκυριών.

-Οι κυβερνήσεις μπορεί να «κρύψουν» την φόρους, χαμηλώνοντας το επιτόκιο δανεισμού. Αυτό ουσιαστικά δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να παίρνει τις καταθέσεις με χαμηλό επιτόκιο δανεισμού από τους καταθέτες, που λαμβάνουν μικρό τόκο για τα λεφτά που καταθέτουν στο τραπεζικό σύστημα. Αυτό δεν λειτουργεί σε οικονομίες όπου οι επενδυτές έχουν τις αποταμιεύσεις και επενδύσεις διαφορετικές από τραπεζικές καταθέσεις, όπως η οικονομία των ΗΠΑ, αλλά είναι ο προτιμώμενος τρόπος σε χώρες όπως η Κίνα και η Ιαπωνία [σημ.: όπου όντως ο λαός έχει αποταμιεύσεις, και όντως τις αποταμιεύσεις αυτές τις βάζει στο τραπεζικό σύστημα], και τον χρησιμοποιούν για να καλύπτουν το κόστος του δανεισμού της κυβέρνησης. Αυτό σημαίνει απλά ότι το κόστος του δημοσίου χρέους μετακυλίεται στους αποταμιευτές – φυσικά του τομέα των νοικοκυριών – και έτσι μειώνει τον πλούτο τους. Όπως σχολιάζεται σε προηγούμενο άρθρο μου , η μείωση των επιτοκίων στην Κίνα οδήγησε στο να καταναλώνουν λιγότερο και να αποταμιεύουν περισσότερο.

2. Μπορούν να αναγκάσουν [οι κυβερνήσεις] τις τράπεζες για βρουν νέα κεφάλαια. Υπάρχουν μερικοί τρόποι που μπορούν να το κάνουν αυτό:

-Μπορούν να αναγκάσουν τις τράπεζες να μαζέψουν κεφάλαιο στις αγορές, αλλά αυτό είναι μόνο μια μερική λύση, καθώς οι επενδυτές δε θα είναι πρόθυμοι να παρέχουν το κεφάλαιο που απαιτείται για τον καθαρισμό των NPLs. Θα επενδύσει μόνο στο βαθμό που οι πραγματικές απώλειες θα βαρύνουν άλλους.

-Το πιο ισχυρό μέσο για να βρεθεί τραπεζικό κεφάλαιο είναι οι νομισματικές αρχές να καθορίσουν τα επιτόκια, έτσι ώστε οι τράπεζες να βγάζουν εύκολα χρήματα. Στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, ο τυπικός τρόπος είναι δημιουργήσουν μια απότομη καμπύλη αποδόσεων, με πολύ χαμηλά βραχυπρόθεσμα επιτόκια. Δεδομένου ότι οι εμπορικές τράπεζες λειτουργούν στη βάση ότι δε λήγουν όλα τα δάνεια ταυτόχρονα, μπορούν να επωφεληθούν από μια τεχνητή απότομη καμπύλη αποδόσεων, εις βάρος βέβαια των καταθετών. Αυτός είναι βασικά ο τρόπος με τον οποίο οι τράπεζες των ΗΠΑ ανέκτησαν τη φερεγγυότητα τους κατά τη διάρκεια της κρίσης τηςδεκαετίας του 1980. Φυσικά το κόστος της πολιτικής αυτής φορτώνεται στους βραχυπρόθεσμους δανειστές, οι οποίοι ως επί το πλείστον είναι οι καταθέτες των νοικοκυριών.

-Σε χώρες όπως η Κίνα και η Ιαπωνία, υπάρχει ένας πολύ πιο ισχυρός τρόπος για να κάνουν το ίδιο πράγμα. Δεδομένου ότι οι νομισματικές αρχές θέτουν τόσο το επιτόκιο δανεισμού και το επιτόκιο καταθέσεων, μπορούν πολύ απλά να τα θέσουν όσο το δυνατόν πιο κοντά μεταξύ τους; (δηλαδή το επιτόκιο δανεισμού να είναι σχεδόν ίδιο με το επιτόκιο καταθέσεων). Στην Κίνα, το μέγιστο επιτόκιο καταθέσεων είναι 300 μονάδες βάσης ή και περισσότερο κάτω από το ελάχιστο επιτόκιο δανεισμού. Συνδυάστε αυτό με την ανοδική κλίση της καμπύλης αποδόσεων, και έχετε τις κινεζικές τράπεζες να βγάζουν τεράστια κέρδη στην πλάτη των καταθετών τους, των νοικοκυριών που υποφέρουν, οι οποίοι δεν έχουν και πολλές εναλλακτικές λύσεις εκτός από το να καταθέτουν να λεφτά τους στην τράπεζα.

Νοικοκυριά, φυσικά

Οι έξυπνοι αναγνώστες θα έχουν παρατηρήσει ότι κάθε λύση σε μια κρίση του τραπεζικού συστήματος συνοψίζεται τελικά στην ίδια λύση: Τα νοικοκυριά χτυπιούνται για να εξυγιανθεί το τραπεζικό σύστημα, είτε με άμεσο είτε με έμμεσο τρόπο. Πριν γίνουμε πολύ κυνικοί για αυτό, αξίζει να θυμόμαστε ότι υπάρχουν τεράστια οφέλη στο να έχουμε ένα λειτουργικό τραπεζικό σύστημα [σημ.: Ναι, αν είσαι τραπεζίτης, ή δημοσιογράφος που γράφει για λογαριασμό τους], έτσι ώστε το υψηλό κόστος του καθαρισμού των τραπεζών πιθανώς να αξίζει τον κόπο [σημ.: Και γιατί όχι? Ο Πέτις θα τα πληρώσει? Ας είναι καλά «τα κορόιδα»]].

Είτε έτσι είτε αλλιώς, οι τραπεζικές κρίσεις οδηγούν σε αύξηση των απαιτήσεων των τραπεζών επί των μελλοντικών εισοδημάτων των νοικοκυριών και του πλούτου τους (των αποταμιεύσεων). Με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος στο μέλλον, αυτό επίσης οδηγεί αυτόματα σε πτωτικές πιέσεις για τη μελλοντική κατανάλωση των νοικοκυριών σημ.: Δηλαδή, σε απλά ελληνικά, αν μας ξαφρίσουν, μετά δε θα έχουμε λεφτά για κατανάλωση, και άρα θα έχουμε απούλητα προϊόντα, λουκέτα, ανεργία, νέα λουκέτα, κτλ – αποπληθωριστικός φαύλος κύκλος].

Εδώ είναι το πρόβλημα. Πλεονασματικές χώρες όπως η Γερμανία, η Ιαπωνία και η Κίνα αποταμιεύουν πάρα πολύ και ήδη έχουν σε μεγάλο βαθμό ανεπαρκή εγχώρια κατανάλωση. Στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στη ζήτηση των άλλων χωρών για τα προϊόντα τους, και, για λόγους που έχω αναφέρει πολλές φορές, θα είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει η δομή των οικονομιών τους ώστε να εξισορροπηθεί η ζήτηση [σημ. Δηλαδή να σταματήσουν να εξάγουν τόσο πολύ και να βασιστούν στην εγχώρια κατανάλωση – δες και εδώ]. Από την άλλη πλευρά, όπως εξηγώ σε παλαιότερο άρθρο μου, η ελλειμματική Ευρώπη θα έχει μια πολύ μεγάλη πτώση της κατανάλωσης, καθώς αγωνίζεται να διατηρήσει θετικές εισροές κεφαλαίων. Αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ παραμένει η μόνη μεγάλη οικονομία που παρέχει καθαρή ζήτηση, αλλά η υψηλή ανεργία θα την ωθήσει να μειώσει τη ζήτηση [σημ.: Με απλά λόγια, ούτε ο αμερικανός εργάτης μπορεί πλέον να καταναλώσει – πώς να το κάνει όταν τον έχουν χρεωκοπήσει?]

Ένας τρόπος για να σκεφτούμε για αυτές τις πλεονάζουσες αποταμιεύσεις είναι να σκεφτούμε την πίεση για την εξαγωγή κεφαλαίων. Η Κίνα, η Γερμανία και η Ιαπωνία εξάγουν τεράστια κεφάλαια και χρειάζονται απεγνωσμένα να συνεχίσουν να το πράττουν, αλλιώς θα δουν τις εξαγωγικές τους βιομηχανίες να καταρρέουν. Η ελλειμματική Ευρώπη έως τώρα εισήγαγε τεράστια κεφάλαια, αλλά αυτές οι εισαγωγές θα σταματήσουν, και μπορεί σύντομα να έχουμε ακόμη και εξαγωγές κεφαλαίων. Οι ΗΠΑ είναι ο μόνος μεγάλος εισαγωγέας κεφαλαίου που έχει απομείνει, αλλά θέλουν και αυτές απεγνωσμένα να μειωθούν οι εισαγωγές κεφαλαίου. Έτσι, πριν ανησυχήσουμε για τις επιπτώσεις των τραπεζικών κρίσεων, θα πρέπει να αναρωτηθούμε ποιος θα απορροφήσει όλες αυτές τις αποταμιεύσεις [αφού κανένας δεν έχει λεφτά να ψωνίσει];

Αλλά η τραπεζική κρίση κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα. Με όλες τις μεγάλες οικονομίες να αντιμετωπίζουν τραπεζικές κρίσεις, θα πρέπει να «καθαρίσουν» τις τράπεζες, επιβάλλοντας στα νοικοκυριά να πληρώσουν το λογαριασμό. Αυτό θα ασκήσει πτωτική πίεση στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και τις αποταμιεύσεις τους για πολλά χρόνια. Όμως, όλοι ποντάρουν στον καταναλωτή – και ανεξήγητα (για μένα τουλάχιστον), πολλοί ποντάρουν πλέον σε μεγάλο βαθμό στον…κινέζο άμοιρο καταναλωτή – να έρθει και να μας φέρει την ανάπτυξη που τόσο απελπισμένα χρειαζόμαστε.

Δε νομίζω ότι αυτό θα συμβεί. Υπάρχει ένα τεράστιο μέρος του τραπεζικού χάος που θα πρέπει καταρχήν να φορτωθεί στα νοικοκυριά πρώτα, και μόνο μετά τον καθαρισμό αυτού του χάους θα έρθει και η κατανάλωση. Δείτε την Ιαπωνία. Εδώ και είκοσι χρόνια η ιαπωνική αύξηση της κατανάλωσης ήταν σε επίπεδο πολύ κάτω του 2% κατά μέσο όρο, καθώς τα ιαπωνικά νοικοκυριά φορτώνονται των συνεπειών της τραπεζικής κρίσης της Ιαπωνίας. Η Κίνας είναι επίσης ανησυχητική. Η κινεζική κατανάλωση μειώθηκε από το πολύ χαμηλό 45% του ΑΕΠ πριν από δέκα χρόνια σε ένα εκπληκτικό 36% πέρυσι, την ίδια ώρα – δεν είναι τυχαίο – που τα κινεζικά νοικοκυριά αναγκάστηκαν [σημ.: Χωρίς καν να το πολυπάρουν χαμπάρι] να καθαρίσουν την πρόσφατη κρίση του τραπεζικού συστήματος.

Γιατί θα πρέπει το μέλλον να εξελιχθεί διαφορετικά; Μέχρι να καθαριστούν τα χρέη των τραπεζών, νομίζω ότι δεν πρέπει να υπολογίζουμε στην κατανάλωση των νοικοκυριών για να μας σώσει. Η μόνη λύση που μπορώ να σκεφτώ για αυτό το πρόβλημα είναι ότι αν οι κυβερνήσεις – ιδίως η Κίνα, η Γερμανία και η Ιαπωνία – χρησιμοποιήσουν τους πόρους τους, τον πλούτο τους για να καθαρίσει το τραπεζικό χάος χωρίς να αναγκάσουν τα νοικοκυριά να το κάνουν αυτά. Πώς; Χρειάζεται να ιδιωτικοποιήσουν τα τεράστια περιουσιακά τους στοιχεία [σημ.: εννοεί τα «ασημικά» του κράτους] και να χρησιμοποιούν τα έσοδα είτε για τον καθαρισμό των τραπεζών ή για να στηρίξουν τον πλούτο των νοικοκυριών. Αυτό θα απαιτήσει σημαντική πολιτική μεταρρύθμιση, ιδίως σε χώρες όπως η Κίνα, αλλά δεν έχω καμία αμφιβολία ότι τελικά θα τα καταφέρουμε.

Η ιδιωτικοποίηση είναι κάτι σαν κακή λέξη σήμερα, ιδιαίτερα σε μέρη όπως η Κίνα, αλλά εγώ στοίχημα ότι θα γίνει ξανά της μόδας σε λίγα χρόνια. Αλλά μέχρι τότε, και για όσο διάστημα οι τράπεζες βρίσκονται σε τόσο κακή κατάσταση, μην περιμένετε οι καταναλωτές να οδηγήσουν την ανάκαμψη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *