Οφείλω να ομολογήσω ότι το να γίνεται κανείς πενήντα χωρίς πανικό δεν έχει κανένα ιδιαίτερο ηρωισμό. Οι προδιαγραφές του μέλλοντός μας, το οποίο σχεδιάζεται ερήμην μας, δείχνουν πως περισσότερος ηρωισμός θα χρειαστεί για να γεράσει κανείς. Κι ανάλογος ηρωισμός θα απαιτηθεί για να είναι κανείς νέος χωρίς να έχει γεράσει εντός του. Σκέφτομαι την κόρη μου – μόλις έκλεισε τα έντεκα.
Υπερασπίζεται απεγνωσμένα την ανεμελιά της παιδικής της ηλικίας που φεύγει. Όχι μόνο γιατί το βιολογικό της ρολόι θα κτυπήσει όπου να ’ναι εφηβεία. Αλλά και γιατί ο προστατευμένος κόσμος της υφίσταται τα πρώτα ρήγματα, από τα οποία εισβάλλουν έννοιες νέες και βίαιες.
Όσο και να αυτολογοκριθείς, όσο και να στεγανοποιήσεις τον παιδικό μικρόκοσμο, είναι αδύνατο να κλείσεις απ’ έξω τις λέξεις των ημερών: κρίση, χρέος, ανεργία, απολύσεις, εγκράτεια, οικονομία, ακρίβεια, σπατάλη, φτώχεια. Και το χειρότερο, είναι αδύνατο να εξηγήσεις όλα αυτά στον κώδικα των παιδιών, χωρίς μάλιστα να την κηδεμονεύσεις ιδεολογικά.
Η γενιά της κόρης μου, αν δεν αλλάξει κάτι ριζικά και ανατρεπτικά, θα έχει το θλιβερό προνόμιο να ζήσει μια περίοδο που η κλασική γραμμή της προόδου κάμπτεται, σπάει, αφήνοντας χώρο στην καθαρή οπισθοδρόμηση. Θα ζήσει σε μια χώρα παραδομένη στην παρακμή, σε έναν κόσμο γερασμένο που αντιδρά με σπασμούς πάρκινσον στις ασύλληπτες πιέσεις για αλλαγή του.
Η μάνα μου το ’λεγε πως ήμουν γκρινιάρης. Δεν αντιλέγω, το προσωπικό μου ισοζύγιο αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας έγερνε πάντα υπέρ της δεύτερης. Αλλά, για να είμαστε ειλικρινείς, αυτή η απαισιοδοξία δεν διαψεύδεται από τα πράγματα. Αν κάνω έναν πρόχειρο απολογισμό πεντηκονταετίας με όρους οικονομίας, κυκλικών κρίσεων ή μακρών κυμάτων, η γραμμή της ζωής θα βγει τρελά τεθλασμένη. Η πρώτη δεκαετία της ζωής μου μπορεί να μην περιέχει μια κανονική οικονομική κρίση, αλλά διαθέτει μια χούντα, που στρέβλωσε όσο δεν παίρνει την αναπτυξιακή φορά της χώρας. Η δεύτερη δεκαετία έχει φυσικά τις πετρελαϊκές κρίσεις και τη μακρά περίοδο του στασιμοπληθωρισμού που ψαλίδιζε το εισόδημα και καθιστούσε το Δημόσιο παράδεισο της απασχόλησης και της πολιτικής πελατείας.
Η δεκαετία του ’80 είχε φυσικά πολύ ΠΑΣΟΚ, που από μόνο του αρκούσε, αλλά είχε και μια χρηματιστηριακή κρίση του ’87, αν και δεν την πήραμε πολύ πρέφα. Η κρίση των ακινήτων της Ιαπωνίας το 1990 δεν έστειλε τσουνάμι κατά δω, αλλά η κατάρρευση των ασιατικών τίγρεων το 1997 κάπως μας ταρακούνησε. Το ίδιο και η φούσκα των dot.com το 1997 -εμείς τότε ζούσαμε στον πυρετό της σύγκλισης, του ευρώ, του εκσυγχρονισμού, του λαϊκού καπιταλισμού, της δημοκρατίας των μετόχων και του ολυμπιακού έπους-, πού να πάρουμε είδηση; Η πέμπτη δεκαετία της ζωής μου, στη διάρκεια της οποίας κατάφερα να αναρριχηθώ στα στρώματα της μεσαίας μισθωτής εργασίας, με ενυπόθηκο σπίτι, πιστωτική κάρτα, ενάμισι αυτοκίνητο, οικογένεια, παιδί, μου επεφύλασσε αυτόν τον ντουβρουτζά που ζούμε σήμερα.
Αν το καλοσκεφτείτε, είναι ανατριχιαστική η ακρίβεια των δεκαετών ραντεβού των κρίσεων, αλλά υπάρχει μια ποιοτική διαφορά της τελευταίας από τις προηγούμενες. Το σχέδιο ζωής, αν υποθέσουμε ότι καθένας μας έχει ένα τέτοιο, ακυρώνεται. Καμιά από τις προηγούμενες κρίσεις δεν αμφισβήτησε τις στοιχειώδεις σταθερές της ζωής, έστω στον μικρομεσαίο εγχώριο καπιταλισμό. Τώρα, οι σταθερές αυτές δεν αντικαθίστανται από άλλες, υποδεέστερες. Απλώς καταργούνται. Βαρβαρότητα. Και μάλιστα χωρίς εγγυημένη ημερομηνία λήξης. Γιατί στην πραγματικότητα δεν συντελείται απλώς μια οικονομική ανατροπή. Η ανατροπή είναι πολιτισμική. Σε βαθμό που αν γύριζα τριάντα χρόνια πίσω, αν ξαναγινόμουν είκοσι, να μην είμαι σίγουρος αν θέλω να το υποστώ αυτό. Πρόκειται για ένα κολοσσιαίο επίτευγμα της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας. Φορτώνουν στη νιότη του κόσμου την ανασφάλεια του γήρατός του.
Αλλά, είπαμε. Η ζωή είναι μια σειρά από απρόοπτα. Φιλοδοξώ να διαψεύσω τις στατιστικές. Δεν πρόκειται να πάθω κατάθλιψη. Δεν θα κάνω το σκατό μου παξιμάδι. Δεν θα κλειστώ στο καβούκι της εγκράτειας, της αυτάρκειας και της συντήρησης. Δεν θα γίνω ένας φοβισμένος μεσήλικας. Και την επόμενη δεκαετία λέω να γίνω ακόμη πιο ριζοσπάστης. Μακάρι να με βοηθήσουν και οι ορμόνες μου… Τι έχω να φοβηθώ εκτός από τον εαυτό μου και τη συνήθεια να αυτοδιαψεύδομαι;
Αναδημοσίευση μέρους ανάρτησης του blog “ΚΙΜΠΙ“
Αφήστε μια απάντηση