Μικρές ιστορίες


Ηταν κάποτε ένα πρεζάκι…Στέλιο θαρρώ τον έλεγαν…πέθανε.

Είναι ένα τσιγγανάκι…Νίκο το λεν…αργοπεθαίνει κάθε μέρα…

Είναι μια κοπελιά…Κατερίνα την φωνάζουν…επιβιώνει στον κόσμο της με τα “χάπια της ευτυχίας”.

Τρία ονόματα, τρεις άνθρωποι, τρία δράματα, που έμειναν δυο…

Ο Στέλιος πρέπει να ήταν στο λούκι της “παραμύθας” χρόνια. Βλέμμα απλανές, ρακένδυτος, ζητιάνευε στα φανάρια για την δόση της πρέζας του. Θα ‘ταν γύρω στα 25.

Ο Νικολάκης – ο πιτσιρικάς μου όπως τον λέω πάντα- πούλαγε χαρτομάντιλα στο ίδιο στέκι που σύχναζε και ο Στέλιος. Ένα μικροκαμωμένο παιδάκι είναι και όσο και να ψάξεις στα μάτια δεν θα βρεις αθωότητα μα μόνο παράπονο ίσως και μίσος. Και είναι μόλις δώδεκα χρονών. Δεν ξέρω γιατί αλλά αυτό το παιδάκι μου δίνει την εντύπωση ότι μισεί τους πάντες και τα πάντα. Την κοινωνία τους γονείς του, ακόμα και τον εαυτό του. Σχολείο δεν πάει, μορφώνετε στο πανεπιστήμιο του πεζοδρομίου.

Με τούτους τους δυο είχαμε γίνει σχεδόν φιλαράκια αν και δεν έλαχε ποτέ να μοιραστούμε ένα μπουκάλι κρασί με τον Στέλιο, ούτε ποτέ βρήκαμε καιρό να μου χαρίσει τα όνειρα του ο πιτσιρικάς. Αλλωστε η επαφή μας κρατούσε όσο ένα κόκκινο φανάρι.

Κάποια στιγμή με τα παιδιά αυτά χαθήκαμε εντελώς. Δεν σύχναζαν στο ίδιο φανάρι, αλλά ούτε εμένα η απουσία τους μου έγινε αισθητή.

Σιγά τώρα…ένα πρεζόνι ήταν που ζητιάνευε για την δόση του, ένα τσιγγανάκι είναι όπως τόσα στα φανάρια. Και εγώ έχω τόσα άλλα να με απασχολούν.

Εντελώς τυχαία συνάντησα εχτές τον πιτσιρικά στα Λιόσια. Ούτε που τον γνώρισα. Μου φάνηκε ότι οι μερικοί μήνες που είχα να τον δω του πρόσθεσαν χρόνια. Τώρα κρατούσε τσιγάρο και τα λόγια του δεν έβγαζαν ικεσία όπως τότε που πουλούσε χαρτομάντιλα. Μάλλον οργισμένος μιλούσε. Μου είπε για τον Στέλιο, το πρεζάκι που πέθανε στην αγκαλιά του, έτσι ξαφνικά καθώς του ζητούσε ένα πεντακοσάρικο για να συμπληρώσει τα λεφτά για την δόση του. Ηταν ο μόνος που τον έκλαψε, ήταν ο μόνος που στερήθηκε την παρέα του. Ηταν ο μοναδικός και αληθινός φίλος του. Η νεκροφόρα του δήμου δεν έπαιρνε από δίπλα του ένα πτώμα, αλλά τον άνθρωπο με τον οποίο μοιραζόταν τα πάντα του. Τον μοναδικό άνθρωπο που αγαπούσε στην ζωή του.

Τώρα πια ο πιτσιρικάς έχει φύγει απ’ το σπίτι του και απ’ τα φανάρια. Κοπροσκυλιάζει στα χαμένα μέχρι να τον πάρει κοντά του στην Αγία Βαρβάρα ο ομόφυλος του Βασίλης, όπως μου είπε για να κάνουν συνεταιρικά “μπίζνες”. Και είναι μόλις 12 χρονών παιδάκι….

Πήρα στην σκέψη μου τον πιτσιρικά και ψυχοπλακωμένος γύρισα σπίτι. Εφτιαξα καφέ και άνοιξα τον υπολογιστή να περιπλανηθώ στο διαδίκτυο μήπως απροσανατολίσω την σκέψη μου απ’ τις ενοχές που ένιωθα σκεπτόμενος την ιστορία του πιτσιρικά και του Στέλιου. Ναι, νιώθω ενοχές γιατί ίσως δεν κάνω όσα πρέπει για να γκρεμίσω αυτό το σύστημα που είναι η μήτρα που γεννάει τέτοια δράματα.

Στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο μου με περίμενε ένα μήνυμα από μια κοπελιά. Την Κατερίνα. Δεν έχει τύχει ποτέ να την συναντήσω αν και αρκετές φορές έχουμε κάνει συζητήσεις μέσα από το ιντερνέτ. Είναι κι αυτή ένα από τα εκατό τόσες χιλιάδες νέα παιδιά που ψάχνουν ερωτική γνωριμία μέσα από μια ιστοσελίδα του διαδικτύου και είχε ενοχληθεί από ένα καυστικό σχόλιο που της είχα πει για τους διαδυκτιακούς έρωτες. Στο τέλος του μηνύματος της μου έδινε το τηλέφωνο της και μου πρότεινε να την πάρω για μια ποιο άμεση κουβέντα.

Το έκανα φυσικά. Για να διαπιστώσω ακόμα κάτι πιο τραγικό. Ότι όσοι δοκίμασαν να αντικαταστήσουν την έλλειψη ανθρώπινης επικοινωνίας που είχαν με “χάπια της ευτυχίας” -έτσι λένε στην γλώσσα τους τα αντικαταθλιπτικά συσκευάσματα, Tavor , Tranxene , Xanax κ.λ.π.- βρέθηκαν πιο μόνοι από ότι ήταν πριν. Οσοι, όπως η Κατερίνα, προσπάθησαν να πολεμήσουν την κατάθλιψη και μελαγχολία τους μ’ αυτό τον τρόπο βρέθηκαν εξαρτημένοι απ’ αυτά τα παρασκευάσματα και είδαν τα αδιέξοδα τους να μεγαλώνουν.

Γαμώτο, ο Στέλιος, ο Νικολάκης, η Κατερίνα και τόσοι άλλοι είναι θύματα. Και τους θύτες τους ξέρουμε. Πότε θα τους τιμωρήσουμε;

2 απαντήσεις στο “Μικρές ιστορίες”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *