Του Δημήτρη Καζάκη*
Ολα δείχνουν ότι η αναδιαπραγμάτευση του ελληνικό, χρέους όχι μόνο έχει αρχίσει, αλλά βρίσκεται ήδη σε προχωρημένο στάδιο, παρά τις επίσημες διαβεβαώσεις της κυβέρνησης περί του αντιθέτου. Αυτή η αναδιαπραγμάτευση γίνεται υπό την άμεση εποπτεία του ΔΝΤ και κυρίως της ΕΚΤ, η οποία αγωνίζεται να απεξαρτήσει τις βασικές ευρωπαϊκές τράπεζες (κυρίως τις γαλλικές) από το ελληνικό χρέος έτσι ώστε μια επιμήκυνση του χρόνου εξυπηρέτησης των ομολογιακών δανείων της Ελλάδας να μην επηρεάσει την ήδη εύθραυστη κατάσταση τους.
Η αναδιαπραγμάτευση συνοδεύεται ήδη από μια σταδιακή παύση πληρωμών του ελληνικού Δημοσίου προς προμηθευτές και εργαζόμενους. Με ανακοίνωση του το Δημόσιο δήλωσε ότι αδυνατεί να εξοφλήσει μετρητοίς τις υποχρεώσεις του προς τους προμηθευτές των νοσοκομείων και προτείνει μια ρύθμιση των χρεών, ύψους 5,36 δισ. ευρώ, με εκδόσεις ομολόγων zero coupon (χωρίς κουπόνι), διάρκειας δύο έως τεσσάρων ετών, ανάλογα με την παλαιότητα των οφειλών (τα χρέη του 2007 θα εξοφληθούν με ομόλογα διετούς διάρκειας, του 2008 με τίτλους τριετούς διάρκειας και του 2009 με ομόλογα τετραετούς διάρκειας).
Σύμφωνα με πληροφορίες, με ομόλογα χωρίς κουπόνι, τριετούς ή τετραετούς διάρκειας, προσανατολίζεται να εξοφλήσει το Δημόσιο και τις τρέχουσες υποχρεώσεις του προς τις κατασκευαστικές εταιρείες, που έχουν ήδη εκτελέσει δημόσια έργα. Ανάλογες σκέψεις έχουν γίνει και για τις οφειλές προς μελετητές και εργολάβους δημοσίων έργων, οι οποίοι κατέχουν ανεξόφλητους λογαριασμούς από το 2007.
Την τακτική αυτή της «εξόφλησης» με ομόλογα αντί ρευστού έχει ακολουθήσει η κυβέρνηση και με τα ασφαλιστικά ταμεία, με τραγικά έως σήμερα αποτελέσματα. Ενώ η προσπάθεια να χρηματοδοτηθεί το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων με ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία δόθηκαν στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για να βρεθούν τα 900 εκατ. ευρώ και να δοθεί το εφάπαξ σε 20.000 συνταξιούχους του Δημοσίου, εγκαινιάζει μια πολύ επικίνδυνη πρακτική.
Δεν βρισκόμαστε μακριά από τη στιγμή που οι οφειλές του κράτους προς εργαζόμενους και συνταξιούχους θα υπολογίζονται ή και θα καταβάλλονται σε ομόλογα. Ενώ ο υπουργός Εργασίας Α. Λοβέρδος άφησε να εννοηθεί ότι από το 2011 θα δίνουν επικουρικές συντάξεις μόνο τα ταμεία που έχουν χρήματα. Δηλαδή δεν θα δίνουν επικουρικές συντάξεις τα περισσότερα ταμεία που έχουν ήδη λεηλατηθεί από κυβερνήσεις, διοικήσεις και αετονύχηδες της αγοράς.
Ταυτόχρονα το φαινόμενο των απλήρωτων εργαζομένων της ΕΘΕΛ και του ΟΣΕ δεν είναι τυχαίο, ούτε παροδικό. Η καταβολή των δεδουλευμένων του Ιουνίου αυτών των εργαζομένων μέσα στον Ιούλιο δεν έχει να κάνει μόνο με τις λογιστικές αλχημείες του υπουργείου Οικονομικών, που θέλησε να εμφανίσει μια πλασματική δημοσιονομική εικόνα του πρώτου εξαμήνου μεταθέτοντας πολλές πληρωμές μετά τον Ιούνιο, αλλά και για να δηλώσει ο υπουργός Οικονομικών ότι το Δημόσιο δεν θα εγγυάται πλέον τον δανεισμό των δημόσιων επιχειρήσεων.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι οι ελλειμματικές δημόσιες επιχειρήσεις που δεν διαθέτουν την απαιτούμενη ρευστότητα στο ταμείο τους για να πληρώσουν μισθούς δεν θα μπορούν να την αντλήσουν από τις τράπεζες. Κάτι που έκαναν μέχρι σήμερα με την εγγύηση του Δημοσίου. Ετσι πολύ σύντομα οι εργαζόμενοι στην ΕΘΕΛ, στον ΟΣΕ και σε άλλες δημόσιες επιχειρήσεις θα βρεθούν μπροστά στο δυσάρεστο ενδεχόμενο να μην μπορούν να πληρωθούν.
Όλα αυτά, μαζί με την τραγική κατάσταση των μεγάλων τραπεζών, όπου οι λαϊκές αποταμιεύσεις – όσες έχουν απομείνει στα ταμεία των τραπεζών – έχουν γίνει «προίκα» για τους πολυπόθητοι γάμους ανάμεσα στους τραπεζικούς κολοσσούς, υποδηλώνουν μια κλιμακούμενη παύση πληρωμών «τριτοκοσμικού» τύπου.
Τόσο η τρόικα όσο και η κυβέρνηση ελπίζουν να γενικεύσουν αυτή την παύση πληρωμών προς το τέλος του έτους, όπου η εκρηκτική αύξηση της ανεργίας (η οποία υπολογίζεται στο τέλος του έτους να έχει ξεπεράσει τους 1,2 εκατ. ανέργους) και η εφαρμογή των νέων εργασιακών ρυθμίσεων στον ιδιωτικό τομέα θα έχουν καταβάλει τις όποιες αντιδράσεις των εργαζόμενων και θα έχουν φέρει την απόγνωση στην κοινωνία.
Πιστεύουν ότι το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», που θεωρούν ότι θα κυριαρχήσει στα εργαζόμενα νοικοκυριά από τον Σεπτέμβρη, θα τους δώσει τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε μερική ή ολική δέσμευση των τραπεζικών καταθέσεων και σε γενίκευση της παύσης πληρωμών προς δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους για κάποιο χρονικό διάστημα.
Με τον τρόπο αυτό ελπίζουν ότι θα εμφανίσουν ως «μάννα εξ ουρανού» την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους μέσα από τη διεξαγόμενη αναδιαπραγμάτευση. Η αναδιάρθρωση αυτή θα αφορά στην επιμήκυνση του χρονικού διαστήματος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους κατά 10 με 2Ο χρόνια.
Ετσι θα ανακοινωθεί επίσημα ότι η Ελλάδα γλίτωσε τη χρεοκοπία και το ελληνικό χρέος θα μεταβληθεί σε «χρέος στο διηνεκές» (perpetual debt). Δεν γνωρίζουμε αν θα υπάρξει τελικά «κούρεμα» ή όχι, δηλαδή μείωση της τρέχουσας αξίας του χρέους. Αυτό εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από την κατάσταση των ευρωπαϊκών τραπεζών και της ευρωζώνης. Το σίγουρο είναι ότι η επιμήκυνση θα δώσει μια «περίοδο χάριτος» στην Ελλάδα έως ότου ξεκινήσει πάλι να εξυπηρετεί τα χρέη της. Τα δεδομένα αυτά θα επιτρέψουν στην ελληνική κυβέρνηση – όποια κι αν είναι αυτή – να ισχυριστεί ότι η χημειοθεραπεία πέτυχε και να εμφανίσει την τυπική λήξη της παύσης των πληρωμών και τη διάσωση των τραπεζών, έστω κι αν κάποιες από τις καταθέσεις έχουν γίνει καπνός, ως απαρχή μιας νέας περιόδου ευημερίας της χώρας.
Φυσικά τα μέτρα που έχουν υιοθετηθεί δεν θα παρθούν πίσω, ούτε θα λήξει η περίοδος άγριας λιτότητας που έχει εγκαινιαστεί. Αντίθετα η εξυπηρέτηση του αναδιαρθρωμένου χρέους θα μεταβληθεί σε τέτοιο άβατο της πολιτικής, όπου θα πρέπει να θυσιαστούν τα πάντα προκειμένου δήθεν να μην επανέλθει η χώρα σε κατάσταση χρεοκοπίας. Ακόμη και οι δημοκρατικές ελευθερίες.
Κάθε τι που διαταράσσει την εξυπηρέτηση του χρέους θα καταδικαστεί και θα διωχθεί βάναυσα. Άλλωστε οι δηλώσεις του κ. Παπανδρέου, του κ. Πάγκαλου και λοιπών αξιωματούχων εναντίον του ΚΚΕ, ότι επιχειρεί δήθεν με τη βία να ανατρέψει το Σύνταγμα της χώρας (αυτό δηλαδή που οι ίδιοι ποδοπάτησαν υιοθετώντας το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση), ότι επιδιώκει νεκρούς κ.ο.κ., προετοιμάζει το έδαφος για την επιβολή απαγορεύσεων στην ελεύθερη πολιτική και συνδικαλιστική δράση.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Αναγκαστικός Νόμος 509 που έθετε εκτός νόμου το ΚΚΕ και κάθε άλλη «συνοδοιπορούσα» οργάνωση έφερε τον τίτλο «Περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του Πολιτεύματος, του Κοινωνικού Καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Όποιος νομίζει ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από τις εποχές αυτές, θα βρεθεί προ εκπλήξεως. Όπου επιβλήθηκε καθεστώς κηδεμονίας του ΔΝΤ, οι δημοκρατικές ελευθερίες μπήκαν στον «γύψο».
Βέβαια το κόστος αυτής της αναδιαπραγμάτευσης και αναδιάρθρωσης του χρέους θα είναι πολλαπλάσιο από το σημερινό. Βλέπετε, δεν μπορεί να γίνει αναδιαπραγμάτευση και αναδιάρθρωση του χρέους προς όφελος του οφειλέτη. Γίνεται πάντα προς όφελος του δανειστή. Αυτός είναι που φευγει από τη διαπραγμάτευση με τα περισσότερα, με μεγαλύτερες αποζημιώσεις, μεγαλύτερα επιτόκια, περισσότερες εγγυήσεις. Πολύ περισσότερο όταν απέναντι στον οφειλέτη δεν βρίσκεται ένα πλήθος επενδυτών – κατόχων ομολόγων της διεθνούς αγοράς, όπου ένα κράτος θα μπορούσε να τους χειριστεί, αλλά κυρίως μεγάλα ισχυρά υπερκρατικά τραπεζικά συγκροτήματα της Ε.Ε., που έχουν με το μέρος τους την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ΕΚΤ, τις ίδιες τις διαδικασίες της ευρωζώνης, καθώς και το δικό τους νόμισμα, το ευρώ. Πρόκειται για μια κατάσταση εντελώς αδιέξοδη για τον οφειλέτη.
Με αυτή την έννοια η Ελλάδα βρίσκεται στη χειρότερη θέση που έχει βρεθεί ποτέ κράτος σε διαδικασία διαπραγμάτευσης δημόσιου χρέους. Δεν έχει κανένα περιθώριο ελιγμών, καμιά ελευθερία κινήσεων, διότι βρίσκεται υπό καθεστώς υποτέλειας σε έναν υπερκρατικό μηχανισμό, αυτόν της ευρωζώνης, ο οποίος όχι μόνο δεν αναγνωρίζει κανενός είδους εθνική κυριαρχία, αλλά έχει δημιουργηθεί για να διευκολύνει και να προστατεύει τις μεγάλες τράπεζες. Δηλαδή τους δανειστές του ελληνικού Δημοσίου. Τι τύχη μπορεί να έχει το ελληνικό κράτος σε μια αναδιαπραγμάτευση του χρέους του μέσα στα πλαίσια της ευρωζώνης, δηλαδή υπό την απόλυτη επικυριαρχία των δανειστών του; Ακόμη κι αν συνέβαινε να μην βρισκόταν υπό καθεστώς κηδεμονίας του ΔΝΤ, της Ε.Ε. και της ΕΚΤ.
Όσοι τάσσονται υπέρ της αναδιαπραγμάτευσης του ελληνικού χρέους με ή χωρίς παύση πληρωμών θα πρέπει να εξηγήσουν σε τι διαφέρει η πρόταση τους με αυτό που προετοιμάζεται από την τρόικα και την κυβέρνηση. Όχι σε επίπεδο προθέσεων, αλλά σε επίπεδο στυγνής πραγματικότητας. Κι αυτό γιατί σε όλους μπορεί να αρέσει η ιδέα να τα βρούμε με τους δανειστές μας, ήσυχα και ωραία, να πετύχουμε μια καλή συμφωνία με χαμηλότερα επιτόκια και βάρη εξυπηρέτησης για την Ελλάδα, αλλά είναι κάτι τέτοιο εφικτό; Ή πρόκειται για μια φαντασίωση κατά το γνωστό «αν η γιαγιά μου είχε ρουλεμάν… θα ήταν πατίνι»;
Πώς είναι δυνατό να πετύχει μια τέτοια συμφωνία η χώρα όταν βρίσκεται αιχμάλωτη του ευρώ, της ευρωζώνης, της Ε. Ε. και του ΔΝΤ; Όταν δεν διαθέτει ούτε ένα διαπραγματευτικό όπλο για να αποσπάσει παραχωρήσεις από τους δανειστές της;
Ορισμένοι πιστεύουν ότι αρκεί η απειλή ότι θα χάσουν οι δανειστές τα λεφτά τους για να τους καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αν οι δανειστές του ελληνικού κράτους ήταν ένα πλήθος μικρών και μεσαίων ομολογιούχων της διεθνούς αγοράς, αυτή η απειλή ίσως – λέμε ίσως – να έπιανε. Όμως έχουμε να κάνουμε κυρίως με τραπεζικούς κολοσσούς της ευρωζώνης και διαχειριστές κεφαλαίων από τα πιο ισχυρά επενδυτικά κεφάλαια παγκοσμίως. Κι όχι μονό αυτό. Έχουν τα μέσα να εξαφανίσουν την ελληνική οικονομία μέσα σε λίγες ώρες. Δεν έχουν π.χ. παρά να βάλουν την ΕΚΤ να στερήσει την ελληνική οικονομία από το αναγκαίο κυκλοφορούν χρήμα σε ευρώ που έχει ανάγκη για τις συναλλαγές της. Σε μια τέτοια περίπτωση η ελληνική οικονομία είναι ζήτημα αν μπορεί να αντέξει ένα 24ωρο…
Αλλά κι αυτό να μην γίνει, μόνο η διακοπή των ενέσεων ρευστότητας από την ΕΚΤ προς τις ελληνικές τράπεζες αρκεί για να βουλιάξει την ελληνική οικονομία μέσα σε λίγες ώρες. Γιατί οι δανειστές μας να συμφωνήσουν σε μια ευνοϊκή για τη χώρα ρύθμίση όταν έχουν όλα τα ατού;
Μήπως γιατί φοβούνται ότι θα χάσουν τα λεφτά τους; Μα η Ελλάδα έχει τεθεί υπό την κηδεμονία του ΔΝΤ και της Ε.Ε. μόνο και μόνο για να μην φτάσει στο σημείο να δηλώσει αδυναμία πληρωμής των υποχρεώσεων της. Δεν της επιτρέπουν να πτωχεύσει, εκτός κι αν τους συμφέρει. Αυτή είναι η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε.
Αν ήθελε κανείς να είναι συνεπής όταν προτείνει αναδιαπραγμάτευση του χρέους, θα έπρεπε να ξεκινά με την έξοδο όχι μόνο από την ευρωζώνη, αλλά και από την Ε.Ε., προκειμένου να ανακτήσει η Ελλάδα την εθνική της κυριαρχία και να έχει τουλάχιστον ελευθερία κινήσεων στη διαπραγμάτευση. Όμως αν προσέξει κανείς τις προτάσεις αναδιαπραγμάτευσης που κυκλοφορούν, όχι μόνο δεν θέτουν τέτοιο ζήτημα, αλλά το αγνοούν παντελώς μιλώντας με φανταστικά σενάρια για «το κρυφό διαπραγματευτικό χαρτί της Ελλάδας» και ότι δήθεν η «ελληνική κρίση χρέους είναι ιδιάζουσα με έναν τρόπο που δίνει στην Ελλάδα ορισμένα εξαιρετικά και σπάνια νομικά πλεονεκτήματα». Λες και η Ελλάδα δεν είναι χώρα του ευρώ και της Ε.Ε., λες και δεν έχει υπογράψει την περίφημη δανειακή σύμβαση με την οποία παραιτείται από κάθε ασυλία και αναγνωρίζει ως δίκαιο διακανονισμού το αγγλικό.
Όλες αυτές οι φαντασιοπληξίες, αν δεν προέρχονται από άσχετους που επενδύουν στην άγνοια του αναγνωστικού τους κοινού, πηγάζουν σίγουρα από κύκλους που έχουν σκοπό την προετοιμασία του εδάφους, την εξοικείωση του κοινού με την ιδέα της αναδιαπραγμάτευσης, με ό,τι συνεπάγεται για τον λαό και τη χώρα.
Το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα το κυρίαρχο δίλημμα που θα διατρέχει τις αντιπαραθέσεις γύρω από το χρέος είναι: αναδιαπραγμάτευση ή άρνηση του χρέους; Κι αυτό γιατί όταν σήμερα μιλάμε για απάντηση στο δημόσιο χρέος και κάποιοι προτάσσουν ως μετριοπαθές μέτρο την αναδιαπραγμάτευση του χρέους με ή χωρίς παύση πληρωμών, έναντι της πιο ριζοσπαστικής υποτίθεται λύσης της μη αναγνώρισης και της άρνησης της πληρωμής του χρέους, όπως προτείνει ο γράφων, στην καλύτερη περίπτωση δεν ξέρουν γιατί μιλάνε.
Τα λέμε όλα αυτά γιατί το χρέος της Ελλάδας δεν αντιμετωπίζεται με αναδιαπραγμάτευση, όπως κι αν την εννοεί κανείς. Είναι τέτοιο το χρέος και βρίσκεται σε τέτοια χέρια που δεν ξεμπερδεύει εύκολα κανείς με απειλές και διαπραγματεύσεις, ακόμη κι αν δεχτεί ότι αυτοί που το προτείνουν έχουν τις καλύτερες των προθέσεων. Κάθε προσπάθεια, απ’ όπου κι αν προέρχεται, να θολώσει το ζήτημα, να θολώσει το ζήτημα, να προτάξει ως μετριοπαθές μέτρο την αναδιαπραγμάτευση έναντι της άρνησης του χρέους, είναι πραγματικά εγκληματική. Ιδίως σε μια περίοδο όπου διεξάγεται ήδη η αναδιαπραγμάτευση του χρέους από τους επικυρίαρχους.
Μόνο η μη αναγνώριση και η άρνηση της πληρωμής του χρέους εδώ και τώρα, η άμεση παύση πληρωμών προς τους δανειστές, ώστε να σταματήσει ο φόρος αίματος τον οποίο καταβάλλαυν η χώρα και ο λαός στους διεθνείς τοκογλύφους και κερδοσκόπους, μπορεί να δώσει την ευκαιρία στον λαό και τη χώρα να ορθοποδήσει.
Αυτή είναι η μόνη λύση για να σωθεί η χώρα από την καταστροφή και να διασώσουν οι εργαζόμενοι τα εισοδήματα αυτός, τη δουλειά τους, τις συντάξεις και τα δικαιώματα τους. Είναι ο μόνος τρόπος για να υπάρξει προοπτική για τους νέους, τους αγρότες, τους επαγγελματίες, τους μικρομεσαίους. Είναι ο μόνος τρόπος για να γλιτώσει η χώρα από την πτώχευση και την καταστροφή που οργανώνουν ήδη η κυβέρνηση, η Ε.Ε. και το ΔΝΤ.
Αρνηση πληρωμής του χρέους εδώ και τώρα σημαίνει άμεση παύση πληρωμών προς δανειστές. Σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζουμε κανενός είδους απαίτηση που θα επιτρέψει στους δανειστές της χώρας να τη δημεύσουν, να την κατασχέσουν, να τη λεηλατήσουν. Σημαίνει ότι σταματάμε να πληρώνουμε δάνεια που έχουμε πληρώσει διπλά και τρίδιπλα. Σημαίνει ότι διαγράφουμε μονομερώς οφειλές που υπήρξαν προϊόν ρεμούλας και κερδοσκοπίας εις βάρος της χώρας και του λαού. Σημαίνει ότι αρνούμαστε επιτέλους να ματώνουμε για δάνεια που έρχονται από το 1880, αλλά οι αγορές και οι μεγάλοι «εταίροι» έχουν επιβάλει να τα πληρώνουμε έως σήμερα. Σημαίνει πολύ απλά ότι σταματάμε να πληρώνουμε τα κερατιάτικα στους διεθνείς και ντόπιους τοκογλύφους.
Ο ελληνικός λαός οφείλει να προχωρήσει σε άρνηση πληρωμής του χρέους, όχι γιατί θέλει να βλάψει κανέναν ή να «φάει» τα λεφτά των δανειστών του. Οφείλει να το κάνει γιατί δεν υπάρχει τρόπος για να σταθεί στα πόδια του, για να διεκδικήσει τη χώρα του από τις αγορές και τα αρπακτικά, για να εξασφαλίσει την επιβίωση του, για να λυτρωθεί επιτέλους από το διεφθαρμένο σύστημα που τον κυβερνά. Γι’ αυτό και αιτήματα που αφορούν δάνεια τα οποία συνήφθησαν καλή τη πίστει και συνέβαλαν αποδεδειγμένα στην ανάπτυξη της χώρας, ο λαός δεν πρέπει να αρνηθεί να συζητήσει την ικανοποίηση τους. Ιδίως αν συνδέονται με χρήματα μικροκαταθετών και ασφαλιστικών ταμείων, που έτσι κι αλλιώς δεν υπερβαίνουν το 15% του σημερινού δημόσιου χρέους. Αρκεί να γίνει στη βάση του αμοιβαίου οφέλους και όχι του δανειστή – οφειλέτη. Πάντα με βασική προϋπόθεση ότι καμιά απαίτηση δεν θα υπονομεύσει την πορεία της χώρας, δεν θα υποθηκεύσει το μέλλον της και ούτε θα θέσει τη χώρα υπό καθεστώς ομηρίας. Αν είναι να χάσει κάποιος, αυτός σίγουρα δεν πρέπει να είναι ο λαός και η χώρα.
*Ο Δημήτρης Καζάκης είναι οικονομολόγος – αναλυτής και το κείμενο του δημοσιεύτηκε στο “Ποντίκι”
Αφήστε μια απάντηση