Λουκάς Θεοδωρακόπουλος: «Ο Καιάδας -Χρονικό μιας Πολιορκίας»

kaiadas-loukΓράφει ο kokkiniotis

Έφυγε πρόσφατα από τη ζωή ο Λουκάς Θεοδωρακόπουλος, πρωτοπόρος του ΛΟΑΤ κινήματος, αγωνιστής της ΕΠΟΝ, υπεύθυνος του περιοδικού Αμφί από το 1979 μέχρι το 1984 και ένας από τους ιδρυτές του Απελευθερωτικού Κινήματος Ομοφυλόφιλων Ελλάδας (ΑΚΟΕ).  Ήταν ποιητής και πεζογράφος, συγγραφέας μεταξύ άλλων έργων του αφηγήματος «Ο Καιάδας-χρονικό μιας πολιορκίας», εκδόσεις Εξάντας 1976.

Περιγράφει εκεί το κλίμα της δικτατορίας μέσα από μια προσωπική του περιπέτεια. Στο πλαίσιο των ‘Επιχειρήσεων Αρετή’ που καθοδηγούσε ο χουντικός γ.γ. του υπουργείου  Δημοσίας Τάξεως Ιωάννης Λαδάς, διασύρθηκαν και διαπομπεύτηκαν στις εφημερίδες τριάντα άνθρωποι με κριτήριο τις φιλικές τους σχέσεις και τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό.

Από το βιβλίο αυτό παραθέτουμε δύο μικρά αποσπάσματα.

Το Δημοσίευμα

Την Κυριακή 3 του Νοέμβρη 1968 οι εφημερίδες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης κυκλοφόρησαν μ’ ένα σκανδαλοθηρικό άρθρο: συνέχεια και, κατά κάποιον τρόπο, «κορωνίδα» των «επιτυχιών» της «Επιχειρήσεως Αρετή» που είχε αναλάβει, εκείνη την εποχή το αρμόδιο υπουργείο.

Οτι το άρθρο είχε τον ιδιαίτερο αυτό χαρακτήρα, αποδειχνόταν από το γεγονός ότι ο ίδιος ο επίσημος εκπρόσωπος του υπουργείου , είχε θεωρήσει αναγκαίο να καλέσει τους δημοσιογράφους σε Πρές Κόνφερανς για να τους ανακοινώσει το περιεχόμενό του και κατόπιν είχε προβεί σε δηλώσεις.

Επρόκειτο συγκεκριμένα (όπως οι τίτλοι και το κείμενο πληροφορούσαν το ανύποπτο κοινό), για τη σύλληψη τριάντα «ανωμάλων τύπων» πού είχαν συγκεντρωθεί σε κάποιο σπίτι στην Καλογρέζα και «ετοιμάζονταν» να προβούν ή «θα προέβαινον» σε «όργια». Δυστυχώς γι’ αυτούς, ή έγκαιρη επέμβαση της Αστυνομίας τους είχε εμποδίσει να πραγματοποιήσουν τούς ανόσιους σκοπούς τους και ο εκπρόσωπος του υπουργείου τούς παράδινε τώρα «στην κοινή περιφρόνηση» για παραδειγματισμό, με όλα τα στοιχεία της ταυτότητάς τους: όνομα, επώνυμο, πατρώνυμο, ηλικία και επάγγελμα. Σε μια τελευταία μάλιστα αποστροφή, απευθυνόμενος προς τους έλληνες γονείς, εφιστούσε την προσοχή τους στο γεγονός και προειδοποιούσε ότι σε ενδεχόμενη μελλοντική περίπτωση παρόμοιου είδους, θα θεωρούσε υπεύθυνους και τούς ίδιους!

Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι εκείνη την εποχή ο Νόμος περί Τύπου δεν είχε ακόμα δημοσιευτεί και ότι όλες οι εφημερίδες περνούσαν από προληπτική λογοκρισία. Αυτό σημαίνει ότι το κείμενο σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε ν’ αγνοηθεί, να αλλοιωθεί ή να στριμωχτεί στα ψιλά (αν υποθέσουμε ότι το δημοσιογραφικό όργανο διαφωνούσε με το περιεχόμενο), μια που τα δοκίμια των άρθρων έπαιρναν την τελική έγκριση για τύπωμα από την επιτροπή λογοκρισίας.

Φυσικά, όπως συμβαίνει πάντα και παντού, είχε κανείς την ελευθερία να υπερθεματίσει αν το επιθυμούσε, και μερικές εφημερίδες που υποστήριζαν κιόλας την στρατιωτική κυβέρνηση ή ήθελαν να κολακέψουν τον αρμόδιο του υπουργείου, επικροτούσαν και ενθάρρυναν την «εξυγιαντική του σταυροφορία» με «μπράβο» και φωτογραφίες, τονίζοντας έτσι ακόμα περισσότερο τον δημαγωγικό χαρακτήρα που είχε το δημοσίευμα και παρουσιάζοντάς το σαν προσωπικό του άθλο. Δε θάταν περιττό να υπενθυμίσουμε επίσης ότι την ίδια εποχή κυκλοφορούσαν επίμονες φήμες για εκλογές.

O συγγραφέας αυτού του βιβλίου είχε την ατυχία να είναι μεταξύ των τριάντα συλληφθέντων και, όπως και οι άλλοι ομοιοπαθείς του, χρειάστηκε να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του δημοσιεύματος. Σκοπός του εδώ είναι να εξιστορήσει, με όσο γίνεται μεγαλύτερη αντικειμενικότητα, τα πραγματικά περιστατικά πού οδήγησαν στη σύλληψή του, αυτά πού μεσολάβησαν μέχρι το δημοσίευμα, καθώς και όσα ακολούθησαν με τη δίκη του οικοδεσπότη, δυο χρόνια αργότερα.

Σε ό,τι τον αφορά ωστόσο, σπεύδει να δηλώσει από την αρχή ότι οποιαδήποτε ανασκευή των γεγονότων (η αποκάλυψη δηλαδή του μηχανισμού που τα διέστρεψε και τα μεγαλοποίησε) που θα προκύψει από την αφήγηση, δεν εξαντλεί τις επιδιώξεις του. Τα «γεγονότα» πού, σύμφωνα με το κείμενο όλων των εφημερίδων, δεν είχαν προλάβει να γίνουν στην Καλογρέζα, θα μπορούσαν την ίδια ώρα να γίνονται κάπου αλλού και υπάρχουν σίγουρα περιπτώσεις όπου πραγματικά γίνονται — είτε έρχονται στο φως της δημοσιότητας, είτε όχι. Το θέμα συνεπώς δεν βρίσκεται στην αλήθεια ή όχι των γεγονότων, αλλά στις αιτίες που τα προκαλούν και γενικότερα στο καθιδρυμένο σύστημα ηθικής συμπεριφοράς πάνω στο πρόβλημα του σεξ, τόσο ανάμεσα στα δυο φύλα, όσο και στις παραλλαγές του.

Από την άποψη αυτή, ο γράφων, δε βρίσκει (πλέον) καμιά δυσκολία να παραδεχτεί την βασική κατηγορία της «ανωμαλίας» που του αποδόθηκε με το δημοσίευμα — κατηγορία που, όπως θα έχει την ευκαιρία ο αναγνώστης να διαπιστώσει παρακάτω, μονάχος του και χωρίς καμιά πίεση παραδέχτηκε στην Αστυνομία και στο δικαστήριο.

Στη δήλωση αυτή δεν υπάρχει ούτε έπαρση, ούτε πρόκληση. (Δεν είναι προνόμιο να έρχεσαι σε σύγκρουση με την ομάδα, αλλά καταδίκη.) Το θέμα της ομοφυλοφιλίας (γιατί περί αυτού πρόκειται) έχει -καιρό τώρα- τοποθετηθεί από την επιστήμη στη σωστή του θέση και έχουν επισημανθεί οι αιτίες που την προκαλούν.

Δεν έχει σημασία αν, σύμφωνα με τις διάφορες θεωρίες, πρόκειται για «παρέκκλιση» ή για «παραλλαγή» του σεξουαλικού ενστίκτου, για «αρρώστια» ή για «φυσιολογική εκδήλωση». αν οφείλεται σε βιολογικούς ή ψυχολογικούς παράγοντες ή και στα δύο. αν είναι «έξη» ή «έμφυτη κλίση». Σημασία έχει ότι -εφόσον εκδηλωθεί- δεν αποτελεί πλέον αναστρέψιμο γεγονός και ότι καμιά θεραπευτική αγωγή, είτε ορμονική είναι αυτή, είτε ψυχαναλυτική, δεν έχει αποτελεσματικό χαρακτήρα. Το πρόβλημα είναι παγκόσμιο και άφορα μια μεγάλη μειονότητα ανθρώπων και των δύο φύλων. Ανεξάρτητα λοιπόν από το αν μας αρέσει ή όχι, από το αν έρχεται σε σύγκρουση με  τις ηθικές μας αντιλήψεις και με το νόημα του «ανδρισμού» (όπως τουλάχιστον το  αντιλαμβάνεται ο μέσος αρσενικός), το θέμα υπάρχει και δεν μπορεί παρά κάποτε ν’ αποτελέσει αντικείμενο σοβαρής μελέτης από μέρους της ίδιας της Πολιτείας όπως συνέβη σε πολλά πολιτισμένα κράτη.

Ο Σπαρτιάτικος Επίσημος

Ο Επίσημος τον κοίταζε επίμονα και μια καταφρονετική γκριμάτσα ζωγραφιζόταν στα λιπόσαρκα χείλη του. Ήταν φανερό πως δεν του έκανε όρεξη να συνεχίσει. Η κουρντισμένη φωνή και το παράξενα απόμακρο ύφος του Κερκυραίου που σού έδινε την εντύπωση ότι μιλάς για χρώματα σ’ έναν τυφλό, τον είχαν μάλλον αποθαρρύνει.

Έριξε μια ματιά στους επιτελείς του σα να τους έλεγε “Κοιτάχτε ρε έναν άνθρωπο!” κι ύστερα γύρισε πάλι βαριεστημένα προς το μέρος του. Περισσότερο για να του δώσει την ευκαιρία να μιλήσει παρά για να μάθει ο, τιδήποτε, άρχισε να ρωτάει ορισμένα πράγματα σχετικά με την επίσκεψη ή τη φιλία του με τον Κέκο και από καιρό σε καιρό άφηνε κάποιο σχόλιο που διασκέδαζε διακριτικά την ομήγυρη ή έκανε υπαινιγμούς που ο Κερκυραίος δεν αντιλαμβανόταν και προσπερνούσε αμήχανα.

Είχε μπλέξει τα άτσαλα χέρια του μπροστά, είχε λυγίσει το ‘να πόδι και μιλούσε ασταμάτητα (αν και μπερδεμένα) με την ένρινη φωνή του. Τον έβλεπα από το πλάι, με τα φαρδιά, κακοραμμένα παντελόνια του, και δεν ξέρω γιατί μου θύμιζε έντονα την πρώτη αριστερή φιγούρα από την “Αποκάλυψη της Πέμπτης Σφραγίδας” του Γκρέκο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *