«Αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο: Καυγάς περί όνου σκιάς

antiratsistikoΞεχείλισε η υποκρισία απ’ όλο το φάσμα των αστικών κομμάτων, που με τη συμπεριφορά τους φρόντισαν ν’ αποδείξουν ότι το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο δεν τα ενδιέφερε καθόλου. Εκείνο για το οποίο κόπτονταν και κόπτονται είναι η πολιτική τους εικόνα, η ενίσχυση της κομματικής τους προπαγάνδας.

Η ΝΔ είχε συμφωνήσει στην εκπόνηση ενός τέτοιου νόμου (το ρετουσάρισμα της σχετικής νομοθεσίας είναι και κοινοτική επιταγή), αλλά μετά από πιο ώριμη σκέψη διαπίστωσε ότι δεν τη συμφέρει, διότι οποιαδήποτε αναφορά σε αντιρατσισμό ενοχλεί ένα τμήμα του ακροδεξιού ακροατήριου στο οποίο απευθύνεται. Γι’ αυτό και στήλωσε τα πόδια, ενώ ο Σαμαράς πήρε πάνω του την ευθύνη για «ρήξη» με τους κυβερνητικούς του εταίρους. Είναι η πρώτη φορά που μια σύσκεψη του τρίο ξεφτίλα δεν κατέληξε σε συμβιβαστική συμφωνία. Οταν ο Σαμαράς είδε ότι οι δυο κυβερνητικοί εταίροι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να επιχειρήσουν την κατάθεση μιας ηρωικής πρότασης νόμου, έδωσε εντολή να πέσουν οι τόνοι, να μην υπάρξει καμιά απάντηση σε οξείς τόνους και η εκπρόσωπος Τύπου της ΝΔ ν’ αφήσει ακόμα και ανοιχτό παράθυρο για την ψήφιση του νόμου. Αμέσως μετά τις δηλώσεις της εκπροσώπου Τύπου, βγήκαν άλλα στελέχη και «μάζεψαν» τις δηλώσεις της, μιλώντας όμως ανώνυμα. Μ’ άλλα λόγια, η ΝΔ το παίζει «μια στο καρφί και μια στο πέταλο», έχοντας ξεκάθαρη άποψη κατά του νομοσχέδιου.

Το ΠΑΣΟΚ στην αρχή ανακοίνωσε ότι θα ζητήσει την πρόταξη της δικής του πρότασης νόμου (την έχει καταθέσει από το Μάρτη και αραχνιάζει σε κάποιο συρτάρι της Βουλής). Οταν, όμως, είδε πως η ΔΗΜΑΡ δεν έχει και μεγάλη όρεξη να παίξει στο ίδιο ταμπλό μαζί του, έκανε στροφή και πρότεινε την κατάθεση του νομοσχέδιου Ρουπακιώτη ως κοινή πρόταση νόμου των δυο κομμάτων. Ο Κουβέλης, που βγαίνοντας από το Μαξίμου αρνιόταν να πει ακόμα και τη λέξη «διαφωνία», θέλοντας ν’ αφήσει ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με τον Σαμαρά, δεν είχε άλλη λύση από το ν’ αποδεχτεί την πρόταση του ΠΑΣΟΚ. Η επιλεκτική συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ δεν του αρέσει, βέβαια, καθόλου (ενισχύει τη γραμμή Βενιζέλου περί συνεργασίας των δύο κομμάτων σε στρατηγική βάση και αποδυναμώνει τη δική του γραμμή περί συσπείρωσης προσώπων γύρω από τη ΔΗΜΑΡ), όμως δεν μπορούσε και ν’ αρνηθεί, δεδομένου ότι το νομοσχέδιο έχει φτιάξει ο δικός του Ρουπακιώτης. Εκανε, λοιπόν, την ανάγκη φιλοτιμία, βάζοντας τα στελέχη του να τονίζουν με έμφαση πως πρόκειται για ad hoc συνεργασία, η οποία δεν προδικάζει τίποτα για γενικότερη συνεργασία ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, που είχε σηκώσει τις παντιέρες όλες τις προηγούμενες μέρες, μόλις ανακοινώθηκε η κατάθεση πρότασης νόμου από ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ έκανε στροφή 180 μοιρών και ανακοίνωσε ότι θα καταθέσει δική του πρόταση νόμου, την οποία θα ψηφίσει όταν γίνει κυβέρνηση. Επιβεβαίωσε, έτσι, όσους τον κατηγορούσαν για πολιτική σπέκουλα. Κυρίως επιβεβαίωσε τη ΝΔ, η οποία είχε αποκαλύψει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ το 2011 είχε καταψηφίσει στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή ίδιο νομοθέτημα του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Μ. Παπαϊωάννου.

Ετσι, διευκολύνθηκε και το κόμμα του Καμμένου, τα στελέχη του οποίου είχαν πάθει… αφωνία όλες αυτές τις μέρες. Πλέον, με δεδομένη την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, δε θα βρεθούν στη στριμόκωλη θέση να πρέπει να δηλώσουν υπέρ ή κατά.

Τι μέλλει γενέσθαι; Αν ο ΣΥΡΙΖΑ τρέξει να καταθέσει αμέσως πρόταση νόμου, τότε αυτή θα προηγηθεί της πρότασης νόμου ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, ως προερχόμενη από την αξιωματική αντιπολίτευση, οπότε ο Σαμαράς θα διευκολυνθεί ακόμη περισσότερο. Αν πάρει πρώτη σειρά η πρόταση νόμου των ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, θα πρέπει να εκπονηθεί και έκθεση του Γενικού Λογιστήριου του Κράτους για το αν προκαλεί δαπάνη στον προϋπολογισμό (το νομοσχέδιο Ρουπακιώτη δεν συνοδευόταν από τέτοια έκθεση). Αν το ΓΛΚ αποφανθεί ότι προκαλείται δαπάνη (αυτό έλεγε η έκθεση που συνόδευε την πρόταση νόμου του ΠΑΣΟΚ), τότε η νεοδημοκρατική κοινοβουλευτική ομάδα διευκολύνεται περισσότερο να απορρίψει την πρόταση για τυπικούς λόγους στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής κι αυτή να μη φτάσει καν στην Ολομέλεια (κι αν φτάσει, θα γίνει απλά συζήτηση, χωρίς ψηφοφορία).

Ολ’ αυτά θέλουν το χρόνο τους: να κατατεθεί η πρόταση νόμου, ν’ αποφασίσει η διάσκεψη των προέδρων πότε θα συζητηθεί, να γίνει η έκθεση του ΓΛΚ (προθεσμία 15 ημερών). Θα πάμε έτσι κατά τα τέλη Ιούνη, χρόνος που κρίνεται επαρκής και για να πέσουν οι τόνοι και για να επιχειρηθούν νέες διευθετήσεις ανάμεσα στους κυβερνητικούς εταίρους. Γιατί το μόνο βέβαιο είναι πως οι τρεις εταίροι θέλουν να εξακολουθήσουν να συγκυβερνούν, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Ο Σαμαράς γιατί δεν είναι σίγουρος, ακόμη κι αν κερδίσει την πρωτιά, ότι θα έχει συμμάχους που θα του επιτρέπουν να σχηματίσει κυβέρνηση. Ο Βενιζέλος με τον Κουβέλη γιατί όχι μόνο θα βρεθούν με πολύ μικρότερες κοινοβουλευτικές ομάδες, αλλά και γιατί μπορεί να βρεθούν στη ζώνη του λυκόφωτος και να παλεύουν για το 3%.

Το μόνο που δε βγήκε από το (υποτιθέμενο) ναυάγιο του μεγάρου Μαξίμου είναι έστω και υπόνοια διασάλευσης της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Κυβερνητικές πηγές δήλωναν, μετά τη συνάντηση του τρίο ξεφτίλα, ότι ναι μεν «δεν υπάρχει καμία συμφωνία και δεν προτίθεται η κυβέρνηση να καταθέσει αυτό το νομοσχέδιο», όμως αυτό «δεν είναι θέμα που μπορεί να επηρεάσει το βασικό άξονα λειτουργίας της κυβέρνησης. Ολα τα υπόλοιπα προχωρούν κανονικά». Ο αστικός Τύπος, βέβαια, αρέσκεται στη σεναριολογία και στους υψηλούς τόνους, διότι αυτό «πουλάει» ενώ ταυτόχρονα λειτουργεί και αποπροσανατολιστικά. Αυτοί δεν έσπασαν τη συμμαχία τους όταν αποφάσισαν νέα εφιαλτικά μέτρα κατά του ελληνικού λαού, θα τη σπάσουν απ’ αφορμή το ψευδεπίγραφο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο; Παιχνιδάκια παίζουν (κυρίως ο Βενιζέλος με τον Κουβέλη), σε μια προσπάθεια να αλλάξουν λίγο τις ενδοκυβερνητικές ισορροπίες που είναι καταθλιπτικά υπέρ του Σαμαρά. Ασε που αυτοί οι δύο (κυρίως ο Κουβέλης) προσπαθούν να ξεπλυθούν, χρησιμοποιώντας το «αντιρατσιστικό» σαν κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Η νέα «φιλία των 3» θα διακηρυχτεί μάλλον με τον ανασχηματισμό, όταν τον κάνει ο Σαμαράς.

Ας προσέχουμε, λοιπόν, την ουσία της πολιτικής και όχι τις καντρίλιες των αστικών κομμάτων. Κι ας προσέξουμε, κυρίως, το γεγονός ότι και αυτή η συζήτηση γίνεται ερήμην της εργατικής τάξης, η οποία δεν είναι συγκροτημένη πολιτικά, δεν έχει πολιτικό λόγο και απλά παρακολουθεί την αστική πολιτική και τους φορείς της να καθορίζουν τα πάντα. Τα μεγάλα και τα μικρά.

ΚΟΝΤΡΑ ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ 1 ΙΟΥΝΗ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *