Ο Καπιταλισμός ως παγκόσμιο σύστημα (μέρος Γ)

Η συνέχεια του αφιερώματος μας στο βιβλίο του Immanuel Wallerstein “World-Systems Analysis” που εκδόθηκε το 2004 – εδώ το προηγούμενο μέρος, και εδώ η πηγή του κειμένου:

Οι πατέντες δεν είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο τα κράτη μπορούν να φτιάξουν οιωνεί-μονοπώλια. Οι κρατικοί περιορισμοί σε εισαγωγές και εξαγωγές (τα λεγόμενα προστατευτικά μέτρα) είναι ένας άλλος τρόπος. Κρατικές επιδοτήσεις και φοροαπαλλαγές είναι ένας τρίτος τρόπος. Η ικανότητα των ισχυρών κρατών να χρησιμοποιούν την δύναμή τους για να εμποδίζουν τα ανίσχυρα κράτη να παίρνουν αντι-προστατευτικά μέτρα είναι ακόμη ένας τρόπος. Ο ρόλος των κρατών ως μεγάλων αγοραστών συγκεκριμένων προϊόντων με την προθυμία να πληρώνουν υψηλές τιμές είναι κι αυτός ένας άλλος τρόπος. Και τέλος οι ρυθμίσεις που επιβάλλουν περιορισμούς ή βάρη στους παραγωγούς, μπορούν ευκολότερα να απορροφηθούν απο τους μεγάλους παραγωγούς αλλά να παραλύουν τους μικρούς, μια ασσυμετρία που εξαφανίζει τους μικρούς παραγωγούς απο την αγορά κι έτσι ενισχύει το ολιγοπώλιο. Οι τρόποι με τους οποίους τα κράτη παρεμβαίνουν στην εικονική αγορά είναι τόσο εκτεταμένοι, που συνιστούν θεμελιώδη παράγοντα στον προσδιορισμό των τιμών και των κερδών. Χωρίς αυτές τις παρεμβάσεις το καπιταλιστικό σύστημα δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί, ούτε καν να επιβιώσει.

Παρόλα αυτά υπάρχουν δύο σύμφυτα αντι-μονοπωλιακά στοιχεία στην καπιταλιστική παγκόσμια οικονομία. Πρώτα απόλα η πρόοδος ενός μονοπωλίου σημαίνει την οπισθοχώρηση ενός άλλου παραγωγού. Οι χαμένοι θα παλέψουν φυσικά με πολιτικά μέσα να αφαιρέσουν τα προνόμια των νικητών. Μπορούν να το κάνουν αυτό με πολιτική πάλη εντός των κρατών όπου έχουν έδρα οι μονοπωλιακοί παραγωγοί, επικαλούμενοι το δόγμα της ελεύθερης αγοράς και προσφέροντας στήριξη σε πολιτικούς που είναι διατεθειμένοι να σταματήσουν ένα συγεκριμένο μονοπωλιακό προνόμιο. Ή μπορούν να πείσουν άλλα κράτη να αγνοήσουν το παγκόσμιο μονοπώλιο, και να κάνουν χρήση της κρατικής τους ισχύος ενισχύοντας ανταγωνιστικούς παραγωγούς στο εσωτερικό τους. Και οι δυό μέθοδοι χρησιμοποιούνται ευρέως. Συνεπώς, σε βάθος χρόνου, κάθε οιωνεί-μονοπώλιο αποδυναμώνεται με την είσοδο κι άλλων παραγωγών στην αγορά.

Τα οιωνεί-μονοπώλια είναι λοιπόν, αυτο-διαλυόμενα μετά απο κάποιο χρόνο. Ωστόσο διαρκούν για αρκετό χρόνο (ας πούμε τριάντα χρόνια), τόσο όσο να διασφαλίσουν αξιοσημείωτη συσσώρευση κεφαλαίου γι αυτούς που τα ελέγχουν. Όταν ένα οιωνεί-μονοπώλιο παύει να λειτουργεί, οι μεγάλοι αποθησαυριστές κεφαλαίου απλά μεταφέρουν το κεφάλαιό τους σε ένα νέο πρωτοποριακό προϊόν ή σε ολότελα νέες πρωτοποριακές βιομηχανίες. Το αποτέλεσμα είναι ένας κύκλος πρωτοποριακών προϊόντων. Τα πρωτοποριακά προϊόντα έχουν σχετικά μικρή ζωή, αλλά ακολουθούνται συνεχώς απο άλλες πρωτοποριακές βιομηχανίες. Έτσι το παιχνίδι συνεχίζεται διαρκώς. Όταν οι πρωτοποριακές βιομηχανίες χάνουν την «πρωτοπορία» τους, γίνονται όλο και πιο «ανταγωνιστικές», που σημαίνει, όλο και λιγότερο επικερδείς. Βλέπουμε αυτό το μοντέλο στην πράξη συνέχεια.

Οι εταιρίες είναι οι κύριοι πρωταγωνιστές στην αγορά. Οι εταιρίες είναι κανονικά οι ανταγωνιστές άλλων εταιριών που λειτουργούν στην ίδια εικονική αγορά. Είναι επίσης σε σύγκρουση με τις εταιρίες απο τις οποίες αγοράζουν τις εισροές τους και με τις εταιρίες στις οποίες πουλούν τα προϊόντα τους. Σκληρή ενδοκαπιταλιστική αντιπαλότητα είναι το όνομα του παιχνιδιού. Και μόνο ο δυνατότερος κι ο πιο ευέλικτος θα επιβιώσει. Κάποιος πρέπει να γνωρίζει πως η χρεωκοπία ή η απορρόφηση απο μια πιό ισχυρή εταιρία είναι το καθημερινό ψωμί των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Δεν επιτυγχάνουν όλοι οι επιχειρηματίες καπιταλιστές στην συσσώρευση κεφαλαίου. Κάθε άλλο. Αν όλοι επιτύγχαναν, τότε θα κατέληγαν να αποκτάει ο καθένας ένα πολύ μικρό κεφάλαιο. Έτσι, οι επαναλαμβανόμενες «αποτυχίες» των εταιριών, όχι μόνο αποψιλώνουν την περιοχή απο αδύναμους ανταγωνιστές, αλλά είναι και μια συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ για την ασταμάτητη συσσώρευση κεφαλαίου. Αυτό εξηγεί και την συνεχή διαδικασία συγκεντροποίησης του κεφαλαίου.

Είναι βέβαιο οτι υπάρχει μια καθοδική πορεία στην ανάπτυξη του αριθμού των εταιριών, είτε οριζόντια (στο ίδιο προϊόν), κάθετα (σε διαφορετικά στάδια στην αλυσίδα παραγωγής) ή όπως θα λέγαμε «ορθογώνια» (σε σχέση με άλλα προϊόντα όχι στενά συνδεόμενα). Το μέγεθος μειώνει το κόστος μέσω των λεγόμενων οικονομιών κλίμακας. Όμως το μέγεθος προσθέτει κόστος στην διεύθυνση και τον συντονισμό, και πολλαπλασιάζει τα ρίσκα διευθυντικών ατελειών. Σαν αποτέλεσμα αυτής της αντίφασης, υπάρχει μια συνεχής διαδικασία ζίγκ-ζάγκ όπου εταιρίες γίνονται μεγαλύτερες κι ύστερα γίνονται πάλι μικρότερες. Όμως δεν πρόκειται για ένα κύκλο πάνω και κάτω. Παγκόσμια έχει παρατηρηθεί, σε μακρό χρόνο, η αύξηση των εταιριών σε μέγεθος, με την ιστορική διαδικασία να παίρνει μια μορφή μηχανισμού δυό οδοντοτών τροχών, με δυό βήματα μπρός κι ένα πίσω συνεχόμενα. Το μέγεθος των εταιριών έχει άμεσες πολιτικές συνέπειες. Το μεγάλο μέγεθος δίνει στις εταιρίες μεγαλύτερη πολιτική επιρροή, αλλά τις κάνει επίσης και πιο ευάλωτες σε πολιτικές επιθέσεις, απο τους ανταγωνιστές, τους υπαλλήλους και τους καταναλωτές. Αλλά κι εδώ πάλι η γενική τάση είναι ένας μηχανισμός προς τα πάνω, πρός την μεγαλύτερη πολιτική επιρροή σε βάθος χρόνου.

Ο κάθετος καταμερισμός εργασίας της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας χωρίζει την παραγωγή σε «πυρηνικά» και σε περιφερειακά προϊόντα. Πυρήνας και περιφέρεια είναι μια σχεσιακή έννοια. Αυτό που εννοούμε με την έννοια πυρήνας-περιφέρεια είναι ο βαθμός κερδοφορίας της διαδικασίας παραγωγής. Εφόσον η κερδοφορία είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον βαθμό μονοπωλιακής συσσώρευσης, αυτό που ουσιαστικά εννοούμε λέγοντας πυρηνικές διαδικασίες παραγωγής είναι αυτές που ελέγχονται απο τα οιωνεί-μονοπώλια. Περιφερειακές είναι οι διαδικασίες που είναι πραγματικά ανταγωνιστικές. Όταν συμβαίνει ανταλλαγή, τα πραγματικά ανταγωνιστικά προϊόντα βρίσκονται σε αδύναμη θέση, ενώ τα οιωνεί-μονοπωλιακά προϊόντα βρίσκονται σε ισχυρή θέση. Σαν αποτέλεσμα, υπάρχει μια συνεχής ροή υπεραξίας απο τους παραγωγούς των περιφερειακών προς τους παραγωγούς των πυρηνικών προϊόντων. Αυτό έχει ονομαστεί άνιση ανταλλαγή.

Φυσικά, η άνιση ανταλλαγή δεν είναι ο μόνος τρόπος για την μετακίνηση συσσωρευμένου κεφαλαίου απο τις πολιτικά ανίσχυρες στις πολιτικά ισχυρές περιοχές. Υπάρχει επίσης και η λεηλασία, που χρησιμοποιήθηκε ευρέως κατα την περίοδο της αφομοίωσης νέων χωρών στην παγκόσμια οικονομία (λόγου χάρη ό,τι έκαναν οι Ισπανοί κατακτητές με τον χρυσό της Νότιας Αμερικής). Όμως η λεηλασία είναι μια αυτο-διαλυόμενη διαδικασία: γρήγορα τελειώνει. Είναι σαν να σκοτώνεις την χήνα που γεννάει τα χρυσά αυγά. Βέβαια, όταν οι συνέπειες είναι μεσοπρόθεσμες αλλά τα κέρδη βραχυπρόθεσμα, υπάρχει ακόμα αρκετή λεηλασία στον σύγχρονο κόσμο, όσο κι αν σκανδαλιζόμαστε να το ακούμε αυτό. Όταν η Enron χρεωκοπεί αμέσως ύστερα απο την μεταβίβαση τεράστιων ποσών σε ελάχιστους διευθυντές της με μορφή μπόνους, αυτό είναι στην πραγματικότητα λεηλασία. Όταν μέσω ιδιωτικοποιήσεων πρώην κρατικής ιδιοκτησίας μαφιόζοι-επιχειρηματίες θησαυρίζουν και την αφήνουν ύστερα χρεωκοπημένη και κατεστραμένη, αυτό είναι μια σύγχρονη μορφή λεηλασίας. Αυτο-διαλυόμενη διαδικασία ναί, αλλά μόνο εφόσον έχει γίνει μια καταστροφή στο παγκόσμιο παραγωγικό σύστημα και τελικά και στην ίδια την καπιταλιστική παγκόσμια οικονομία.

Εφόσον τα οιωνεί-μονοπώλια εξαρτώνται απο την προστασία ισχυρών κρατών, έχουν έδρα κατά κανόνα –νομικά, φυσικά και ιδιοκτησιακά- μέσα σε αυτά τα κράτη. Υπάρχει συνεπώς μια γεωγραφική επίπτωση απο την σχέση πυρήνα και περιφέρειας. Οι διαδικασίες του πυρήνα έχουν την τάση να συγκεντρώνονται σε λίγα κράτη και να αποτελούν το κύριο μέρος της παραγωγικής δραστηριότητας σε αυτά τα κράτη. Οι περιφερειακές διαδικασίες έχουν την τάση να διασκορπίζονται σε μεγάλο αριθμό κρατών, και να αποτελούν το κύριο μέρος της παραγωγικής δραστηριότητας σε αυτά τα κράτη. Έτσι, χάριν συντομίας μπορούμε να μιλάμε για πυρηνικά και περιφερειακά κράτη, αρκεί να θυμόμαστε οτι μιλάμε στ’ αλήθεια για μια σχέση μεταξύ διαδικασιών παραγωγής. Ορισμένα κράτη έχουν μια σχεδόν ισορροπημένη μίξη μεταξύ πυρηνικών και περιφερειακών διαδικασιών παραγωγής. Μπορούμε να αποκαλούμε αυτά τα κράτη ημι-περιφερειακά κράτη. Έχουν, όπως θα δούμε, ειδικά πολιτικά χαρακτηριστικά. Είναι ωστόσο χωρίς νόημα να μιλάμε για ημι-περιφερειακές διαδικασίες παραγωγής.

Εφόσον, όπως είδαμε, τα οιωνεί-μονοπώλια κάποτε εξαντλούνται, αυτό που είναι σήμερα πυρηνική διαδικασία, αύριο θα γίνει περιφερειακή. Η οικονομική ιστορία του σύγχρονου παγκόσμιου συστήματος είναι γεμάτη με μεταστροφές, ή υποβαθμίσεις προϊόντων πρώτα προς τις ημιπεριφερειακές και ύστερα προς τις περιφερειακές χώρες. Γύρω στα 1800 η παραγωγή υφασμάτων ήταν πιθανόν η πιο σημαντική πυρηνική διαδικασία παραγωγής, ενώ το 2000 ήταν σαφώς μια απο τις λιγότερο επικερδείς περιφερειακές διαδικασίες παραγωγής. Το 1800 αυτά τα υφάσματα παράγονταν κυρίως σε πολύ λίγες χώρες (βασικά στην Αγγλία και κάποιες άλλες χώρες της βορειοδυτικής Ευρώπης). Το 2000 τα υφάσματα παράγονταν σε κάθε γωνιά του παγκόσμιου συστήματος, ειδικά τα φτηνά υφάσματα. Η διαδικασία έχει επαναληφθεί με πάρα πολλά άλλα προϊόντα. Σκεφτείτε το ατσάλι, τα αυτοκίνητα, ακόμα και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Αυτού του είδους η μεταστροφή δεν έχει καμμιά επίπτωση στην δομή του συστήματος καθεαυτού. Το 2000 υπήρχαν άλλες πυρηνικές παραγωγές (πχ. αεροσκάφη και γενετική μηχανική) που ήταν συγκεντρωμένες σε πολύ λίγες χώρες. Υπήρχαν πάντα νέες πυρηνικές παραγωγές να αντικαταστήσουν τις παλιές που είχαν γίνει πιο “ανταγωνιστικές” (δηλαδή πραγματικά ανταγωνιστικές, δηλαδή λιγότερο επικερδείς) και είχαν μετακινηθεί έξω απο τα κράτη όπου είχαν αρχικά αναπτυχθεί.

Ο ρόλος του κάθε κράτους είναι πολύ διαφορετικός απέναντι στις παραγωγικές διαδικασίες, εξαρτώμενος πάντα απο την μίξη πυρηνικών-περιφερειακών διαδικασιών παραγωγής στο εσωτερικό του. Τα ισχυρά κράτη που έχουν ένα δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό πυρηνικών διαδικασιών στο εσωτερικό τους, δίνουν έμφαση στο ρόλο της προστασίας των οιωνεί-μονοπωλίων που εκτελούν αυτές τις διαδικασίες. Τα πολύ αδύναμα κράτη που έχουν δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό περιφερειακών διαδικασιών παραγωγής στο εσωτερικό τους είναι συνήθως ανίκανα να κάνουν κάτι για να επηρρεάσουν τον κάθετο καταμερισμό εργασίας, και στην ουσία υποχρεώνονται να τον αποδεχτούν.

Τα ημιπεριφερειακά κράτη που έχουν μια σχετικά ίση αναλογία με πυρηνικές και περιφερειακές διαδικασίες, βρίσκονται στην πιό δύσκολη θέση. Δεχόμενα πίεση απο τα πυρηνικά κράτη και ασκώντας τα ίδια πίεση στα περιφερειακά, κάνουν ό,τι μπορούν για να μην γλιστρήσουν προς την περιφέρεια, και αν είναι δυνατόν να προσεγγίσουν τον πυρήνα. Καμμιά απο τις δυό προσπάθειες δεν είναι εύκολη, και οι δύο απαιτούν μεγάλη εμπλοκή του ενδιαφερόμενου κράτους με την παγκόσμια αγορά. Είναι αυτά τα ημιπερειφερειακά κράτη που βάζουν σε εφαρμογή και υπερασπίζονται δημόσια τα λεγόμενα προστατευτικά μέτρα με σκοπό να «προστατέψουν» την παραγωγή τους απο ξένες εταιρίες και παράλληλα να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των εγχώριων εταιριών για να είναι πιό ανταγωνιστικές στην παγκόσμια αγορά. Είναι πρόθυμοι υποδοχείς για την μετεγκατάσταση πρώην πρωτοποριακών βιομηχανιών, την οποία την βαφτίζουν αυτή την εποχή «οικονομική ανάπτυξη». Σε αυτήν την περίπτωση ανταγωνιστές τους δεν είναι τα πυρηνικά κράτη, αλλά άλλα ημιπεριφερειακά κράτη που επίσης θέλουν να υποδεχτούν την μετεγκατάσταση παραγωγής πρώην πρωτοποριακών προϊόντων στο εσωτερικό τους. Αυτές οι βιομηχανίες δεν πάνε παντού ταυτόχρονα, ούτε μετεγκαθίστανται στον ίδιο βαθμό. Στην αρχή του 21ου αιώνα τέτοιες ημιπεριφερειακές χώρες μπορούν να χαρακτηρισθούν η Νότιος Κορέα, η Βραζιλία και η Ινδία –χώρες με ισχυρές επιχειρήσεις που εξάγουν προϊόντα (για παράδειγμα ατσάλι, αυτοκίνητα, φάρμακα) σε περιφερειακές ζώνες, αλλά ταυτόχρονα σχετίζονται με τις ζώνες του πυρήνα ως εισαγωγείς πιο «εξελιγμένων» προϊόντων.

(Συνεχίζεται…)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *