Στην Αγία Παρασκευή, πριν από 4-5 μήνες, ξεκίνησε μια συζήτηση – καταρχάς σε διαπροσωπικό επίπεδο – για τη δημιουργία ενιαίου Σχήματος (Φυσάει Κόντρα) που θα κατέβαινε στις δημοτικές εκλογές ως 5ος πόλος στην πόλη μας. Το εγχείρημα φάνταζε (και ήταν) πολύ δύσκολο και οι αντιξοότητες πολλές. Η πρωτοβουλία ανήκε κυρίως σε δύο ομάδες που δρούσαν στην πόλη, με μικρή αλλά διαρκή επιρροή στα πολιτικά και πολιτιστικά δρώμενα του χώρου. Η Ανταρσύα Αγ. Παρ/κευής και η Ανοιχτή Συνέλευση των κατοίκων της ήταν οι δύο βασικοί πυλώνες πάνω στους οποίους στήθηκε το όλο εγχείρημα.
Είναι αλήθεια πως στο ξεκίνημα υπήρχε καχυποψία, δυσπιστία ως προς την παρέμβαση, προσωπικές πρωτοβουλίες κόντρα στη συλλογικότητα, συγκρούσεις στις Γενικές Συνελεύσεις κ.α. πολλά που βασανίζουν το χώρο της αριστεράς, εξωκοινοβουλευτικής και μη. Για να είμαι ειλικρινής, η οριστικοποίηση της δημιουργίας της ομάδας και η συνολική δράση της, φορτώθηκε στους ώμους συγκεκριμένων ατόμων οι οποίοι και τράβηξαν, χωρίς δισταγμό, το μεγαλύτερο βάρος της μετουσίωσης του φαντασιακού σε πραγματικότητα (οφείλω να ομολογήσω ότι δεν ήμουν μέσα σ΄αυτή την ομάδα, αν και – τουλάχιστον – προσπάθησα να βοηθήσω όσο μπορούσα).
Στην πορεία, διαπιστώθηκε ότι η ανταπόκριση που είχε το Σχήμα σε μια πόλη όπου έπρεπε να πεθάνει (!) κάποιος για να σταματήσει να είναι υποψήφιος των 3-4 κομματικών-δημοτικών σχηματισμών, ήταν μεγαλύτερη από τις αρχικές προβλέψεις. Στο σχήμα ενσωματώθηκαν πρώην οπαδοί του Πασοκ, ένα κομμάτι του τοπικού Συριζα (διαφωνώντας με την πάγια επιλογή συγκεκριμένου προσώπου ως υποψήφιου δήμαρχου αλλά και με τον τρόπο κατάρτισης του ψηφοδελτίου του συγκεκριμένου συνδυασμού), μέλη του Σχεδίου Β της περιοχής και πολλοί ανένταχτοι συναγωνιστές από τον χώρο της ευρύτερης αριστεράς και των αυτόνομων – αντιεξουσιαστικών ομάδων.
Η ιδρυτική διακήρυξη του συνδυασμού προβλέπει σημαντικότατες αρμοδιότητες στη Γ.Σ., ετήσια θητεία του εκλεγέντος δημ. συμβούλου, ανακλητότητα και ετήσια εναλλαγή με βάση την απόφαση της ΓΣ και όχι τη σταυροδοσία. Η διακήρυξη θέτει σαφέστατα τον στόχο και το πρόγραμμα του Σχήματος θέτοντας το στον χώρο της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Όσο κι αν αυτό φαίνεται, από πρώτη ματιά, εύκολο ή – τέλος πάντων – εφικτό, κάθε άλλο παρά ήταν. Η διαδικασία συγκρότησης ήταν αρκετά επώδυνη επειδή όλοι, λίγο-πολύ, κουβαλάμε στερεότυπα, προκαταλήψεις, εγωκεντρικές αναλύσεις και κομματικές «ταυτότητες». Δεν θέλω να σταθώ όμως σε πράγματα που τα γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά.
Το Σχήμα, ομολογουμένως με πολύ δουλειά των ομάδων που το πήραν στην πλάτη τους, κατάφερε όχι μόνο να ακουστεί στην περιοχή αλλά και να αποσπάσει ένα ποσοστό 4,47% των ψήφων [αν δεν κάνω λάθος το δεύτερο μεγαλύτερο για την αντικαπιταλιστική αριστερά πανελλαδικά σε επίπεδο δήμων] παίρνοντας 1032 ψήφους τη στιγμή που, αναλογικά, ο πρώτος συνδυασμός του νυν δημάρχου συγκέντρωνε περί τις 8000 ψήφους. Σε καταστάσεις πόλωσης και δυσμενών συνθηκών λόγω της ιδιαιτερότητας του χώρου και της παράδοσης των άλλων δημοτικών σχημάτων καταφέραμε να σταθούμε παραπάνω από ικανοποιητικά, θέτοντας τις βάσεις για ακόμη καλύτερες μέρες παρεμβάσεων και αγώνων.
Ας πάμε τώρα στην ουσία της συζήτησης. Η Αριστερά [εν γένει]κατάφερε να πετύχει αρκετές νίκες, μερικές από τις οποίες ήταν πολύ σημαντικές. Από την άλλη, ο εκλογικός χάρτης αποτυπώνει μια εμμονή του εκλογικού σώματος σε κόμματα ή ομάδες μνημονιακές, συνδιαχειριστικές, (επιφανειακά) αδιάφορες και αδέσμευτες και μια διασπορά ψήφων σε σχηματισμούς που είτε δεν δηλώνουν πολιτικό στίγμα είτε κινούνται στο χώρο της απαξίωσης των πάντων. Σημαντικότατη είναι και η πολιτική διάσταση του ποσοστού της αποχής, όσο κι αν κάποιοι αρνούνται επίμονα να το δουν ή το επιλέγουν συνειδητά. Όλα αυτά τα παραπάνω σημάδια είναι χαρακτηριστικά της εποχής αλλά και του τόπου στον οποίο ζούμε.
Η εμμονή σε κόμματα ή ομάδες που δεν απεγκλωβίζονται από τον χώρο της Ε.Ε. [και, ίσως, της ευρωζώνης] δεν είναι σημείο «πνευματικής» παρακμής ή αδιαφορίας. Αυτό άλλωστε αποτυπώνεται και στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χάρτη. Η Ε.Ε., για να χρησιμοποιήσουμε και μια έκφραση του Kuhn, είναι [μετά το 1989] το κυρίαρχο «παράδειγμα» στον ευρωπαϊκό χώρο. Από τη «λεκτική» κυριαρχία μέχρι την οικονομική εξάρτηση, η Ε.Ε. έχει καταφέρει να δημιουργήσει το κυρίαρχο ιδεολόγημα μιας «μοναδικότητας» που θα ήταν καταστροφικό αν την αμφισβητούσαμε. Η αντιπαράθεση σ’ αυτό το κυρίαρχο μοντέλο εξακολουθεί και γίνεται με πολιτικούς και οικονομικούς όρους του παρελθόντος που – στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων – παραπέμπουν σε καθεστώτα αυταρχικά, μονοκομματικά, δογματικά και, κυρίως, καθεστώτα που κατέρρευσαν από μόνα τους χάνοντας τη μάχη (ιδεολογική και οικονομική) απέναντι στον καπιταλισμό.
Αυτό το μοντέλο (όσο κι αν συσπειρώνει, αναλογικά, μια σχετικά μεγάλη ομάδα εργαζόμενων στις χώρες της Ε.Ε στο χώρο των παραδοσιακών Κ.Κ.) έχει σημαντικότατη φραγή ως προς τη δυνατότητα αντικατάστασης και υπέρβασης του κυρίαρχου παραδείγματος. Μπορεί, κατά περιόδους, να εμφανίζονται κάποιοι κομματικοί σχηματισμοί που – σε εκλογικό επίπεδο – έχουν πρόσκαιρες επιτυχίες αλλά, σε ιδεολογικό επίπεδο, η (γκραμσιανή) «κυριαρχία» του ιδεολογήματος της φιλελεύθερης, κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν έχει το λόγο να φοβάται ότι απειλείται από κάτι. Με λίγα λόγια, το σοβιετικό ή κινέζικο μοντέλο του σοσιαλισμού [αν μπορούμε να μιλήσουμε για σοσιαλισμό] είναι αποκρουστικό για την τεράστια πλειοψηφία των λαών μιας Ε.Ε. που μέχρι πρότινος ζούσε σε ένα ξέφρενο ρυθμό καταναλωτικής μανίας και συσσώρευσης κέρδους [τουλάχιστον σε ορισμένες χώρες].
Επομένως, η αντισυστημική δράση μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων στον ευρωπαϊκό χώρο οδηγείται συνειδητά ή όχι σε τυφλές αντιδράσεις (πλατείες κλπ), τοπικιστικές δράσεις και πρωτοβουλίες ή ακόμα και σε αυτονομιστικά κινήματα που κάτω από τον μανδύα της απόσχισης και της αυτοδιάθεσης κρύβουν «και» μια αντισυστημική δράση (Καταλωνία, Βάσκοι, Σκωτία, επαρχίες του Βελγίου κ.α.). Από την άλλη, ο εγκλωβισμός στο ευρωπαϊκό παράδειγμα αποδιαρθρώνει το όποιο προοδευτικό κίνημα με την ένταξή του σε ομάδες ή κόμματα που χρησιμοποιούν μια συγκρουσιακή ρητορική αλλά δεν αμφισβητούν το κυρίαρχο παράδειγμα (κίνημα 5 αστέρων/Ιταλία, Podemos/Ισπανία, Νέα Αριστερά/Βέλγιο, εργατικό κόμμα/Ολλανδία κ.α.).
Η λογική και η τακτική αυτών των ομάδων εμποδίζουν την έκφραση μιας άλλης εργατικής εναλλακτικής λύσης η οποία θα στηρίζεται σε μεθόδους οργάνωσης και δράσης του ευρύτερου αντισυστημικού-αντικαπιταλιστικού πόλου. Η μεθοδολογία των εκλογών είναι το ισχυρότερο όπλο στα χέρια της κυβερνώσας ευρωπαϊκής ολιγαρχίας και είναι αυτή που χρησιμοποιείται σαν καρότο (δυνατότητα έκφρασης) και σαν μαστίγιο (κάτσε καλά γιατί μόνο εγώ μπορώ να σε προστατεύσω από τρομοκρατικές ομάδες, φονταμενταλιστές ακόμη και από τον ανερχόμενο φασιστικό κίνδυνο). Σε αντίθεση με τις κυρίαρχες αναλύσεις, πιστεύουμε ότι η αύξηση των ποσοστών των ακροδεξιών και ευρωσκεπτιστικών κομμάτων είναι βούτυρο στο ψωμί της ευρωπαϊκής ελίτ που θα παίξει πολύ το παιχνίδι της φασιστικής απειλής απέναντι σε μια ενωμένη, δημοκρατική Ευρώπη.
Αδιέξοδο λοιπόν; Πιστεύουμε πως όχι, πιστεύουμε ότι οι ελληνικές εκλογές είχαν και μια πολύ σημαντική μεταβλητή στην οποία λίγοι στάθηκαν. Τα ευρύτερα σχήματα όπου λειτούργησαν αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, όπου δημιουργήθηκαν πυρήνες συσσωμάτωσης πολλών ετερόκλητων στοιχείων που, όμως, ανήκουν στον ευρύτερο αντισυστημικό και αντικαπιταλιστικό χώρο, όπου δημιουργήθηκε ένα «μοντέλο» ρήξης και ανατροπής του κυρίαρχου παραδείγματος, υπερφαλαγγίζοντας κομματικές αγκυλώσεις και μονοδιάστατες αναλύσεις και, κυρίως, όπου προτάθηκε ένα μοντέλο εφικτής, άμεσης απάντησης στην τραγικότητα της κατάστασης στην Ελλάδα, ένα μοντέλο που δεν παραπέμπει σε ένα μακρινό μέλλον ή σε μια διαδικασία βημάτων για την επίτευξη του τελικού στόχου, δηλαδή μιας κοινωνίας όπου η προσωπική ανάπτυξη, ελευθερία και ευημερία θα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη, ελευθερία και ευημερία όλης της κοινωνίας, μπορούν να λειτουργήσουν. Και το κυριότερο είναι ότι ο απλός κόσμος μας πλησιάζει πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι φανταζόμαστε.
Συμπέρασμα, η κίνηση που δημιουργήθηκε στην Αγία Παρασκευή – παρά τις όποιες αντιφάσεις, συγκρούσεις και μονομέρειες έδειξε – πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα για την αντικαπιταλιστική αριστερά τόσο σε επίπεδο μορφής αγώνα όσο και σε επίπεδο λαϊκής συσπείρωσης. Όσοι δεν μπορούν να το αντιληφθούν αυτό θα ξεπεραστούν από την Ιστορία εμμένοντας σε ένα ναρκισσισμό σε επίπεδο νεκροφιλίας που θα τους οδηγήσει στην περιθωριοποίηση και στη γραφικότητα. Δεν είναι απαραίτητο να συμφωνήσουμε όλοι για το μοντέλο της ουτοπικής κοινωνίας την οποία οραματιζόμαστε, είναι απαραίτητο, όμως, να βρούμε αυτά που μας ενώνουν, να ξεπεράσουμε (τους εαυτούς μας και τα κόμματά μας) και να προχωρήσουμε σε μια νέα σύνθεση της κοινωνίας όπου θα εξαφανιστεί η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Η Ιστορία έλεγε ο Μαρξ επαναλαμβάνεται σαν φάρσα, όμως ο Χέγκελ στη Φιλοσοφία της Ιστορίας του επέμενε ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται για να ολοκληρώσει ότι άφησε ατελείωτο. Μήπως είναι καιρός να αποδείξουμε το δεύτερο;
Αφήστε μια απάντηση