Ο εφιάλτης της «μετα-μνημονιακής» εποχής

του Παναγιώτη Κακαλή

Το συμπέρασμα που αβίαστα εξάγεται από τη συζήτηση και την ψηφοφορία στη Βουλή με αφορμή την πρόταση εμπιστοσύνης που προκάλεσε η κυβέρνηση, είναι πως ξεκινά μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδος άγριας πόλωσης μεταξύ των κομμάτων της συγκυβέρνησης από τη μια και του ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη, με κυρίαρχο διακύβευμα ποιος από τους δύο θα βρίσκεται στο τιμόνι της εξουσίας στη «μετα-μνημονιακή» φάση της καπιταλιστικής κρίσης και βέβαια ποιος θα καρπωθεί τη λεία της εξουσίας.

 Στη «σκιά» αυτής της πολύμηνης προεκλογικής πόλωσης ή καλύτερα με καταλύτη την πόλωση αυτή, θα επιταχυνθούν οι διεργασίες για την αναδιαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού και της συγκρότησης κυβερνητικών πλειοψηφιών με βασικούς πυλώνες τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Στις εκλογές που, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, θα διεξαχθούν το αργότερο το Μάρτη, ο λαός θα κληθεί να διαλέξει ποιος είναι ο καταλληλότερος να διαπραγματευτεί το χρέος, με δεδομένο βέβαια ότι  όποιος και να εκλεγεί θα συνεχίσει την πολιτική της άγριας λιτότητας και των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων με ή χωρίς «μνημόνιο», πάντως σε καθεστώς  «ενισχυμένης εποπτείας».

Θα προηγηθεί μια ανελέητη διαμάχη, δημόσια και παρασκηνιακά, ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα για τη διαμόρφωση ή αποτροπή της λεγόμενης προεδρικής πλειοψηφίας των 180 βουλευτών. Η ψηφοφορία στη Βουλή έδειξε ότι η επίτευξη της προεδρικής πλειοψηφίας είναι σχεδόν αδύνατη, (αλλά όχι ακατόρθωτη), και πως οι εκλογές είναι αναπόφευκτες. Μπορεί ο Α. Σαμαράς να δηλώνει ότι οι εκλογές θα γίνουν το 2016, όμως δεν τον πιστεύει ούτε ο Ευ. Βενιζέλος που προετοιμάζεται για εκλογές το 2015. Την ίδια στιγμή κερδίζουν έδαφος, ιδιαίτερα μεταξύ των ανεξάρτητων βουλευτών, τα σενάρια για μια κυβέρνηση «ειδικού σκοπού», μια νέα κυβέρνηση Παπαδήμου δηλαδή, που όπως ήταν αναμενόμενο απορρίπτονται κατηγορηματικά, στη φάση αυτή, από ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.

Η κυβέρνηση, όπως φάνηκε από τις πρωτοβουλίες που πήρε για να κερδίσει χρόνο μετά την «άκαρπη» συνάντηση του Α. Σαμαρά με τη Α. Μέρκελ, δεν πρόκειται να καταθέσει εύκολα τα όπλα ούτε να παραδόσει αμαχητί την κυβέρνηση στον ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα θα εξαντλήσει κάθε μέσο που έχει στη διάθεσή της για να δρομολογήσει τις εξελίξεις εκεί που βολεύουν την ίδια και τους συμμάχους της.

Απαραίτητη προϋπόθεση όμως είναι να ολοκληρώσει μέχρι το τέλος του χρόνου η ίδια τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές για τη διαχείριση του χρέους. Μόνο έτσι θα μπορούσε να γίνει πιο πιστευτό το παραμύθι περί του «τέλους της εποχής των μνημονίων» και της «εξόδου από την κρίση», επιτρέποντας στην κυβέρνηση να αλλάξει το κλίμα προς όφελός της, να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και να πάει από πλεονεκτική θέση στη διαδικασία των ψηφοφοριών για την ανάδειξη του Προέδρου της Δημοκρατίας, αποτρέποντας τις πρόωρες εκλογές ή προχωρώντας στη διεξαγωγή τους αν εκτιμήσει ότι θα τις κερδίσει. Ακριβώς αυτό το σχέδιο επιχείρησε να ακυρώσει ο Α. Τσίπρας δηλώνοντας στη Βουλή ότι δεν πρόκειται να αναγνωρίσει καμία συμφωνία με τους δανειστές που δεν θα έχει τη συναίνεση του ΣΥΡΙΖΑ.

Η αλήθεια είναι ότι οι δανειστές τηρούν «στάση αναμονής» έχοντας επιλέξει να διαπραγματευτούν για το χρέος με όποιον κερδίσει τις επικείμενες εκλογές. Αυτή τη φορά αποφεύγουν να ταυτιστούν πλήρως με την κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, ενώ ταυτόχρονα διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι «δεν ανησυχούν» αν στην κυβέρνηση ανέβει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτό φάνηκε καθαρά από τα αποτελέσματα που είχε η συνάντηση του Α. Σαμαρά με την Α. Μέρκελ. Η Γερμανίδα καγκελάριος και στη συνέχεια οι εκπρόσωποι της ΕΕ και του ΔΝΤ, επέμειναν στην εφαρμογή όλων ανεξαιρέτως των μέτρων του μνημονίου, μη δίνοντας έτσι τις «ανάσες» (διάβαζε περισσότερο χρόνο) που ζήτησε ο Έλληνας πρωθυπουργός, προκειμένου να διευκολυνθεί η ανανέωση της αντιλαϊκής επέλασης ή με τα λόγια του πρωθυπουργού να «δοθεί νέα ώθηση στις μεταρρυθμίσεις». Ταυτόχρονα δεν συναίνεσαν στο σχέδιο «έξοδο από το μνημόνιο», διαμηνύοντας είτε ότι «μόνο με επιτήρηση θα υπάρξει ρευστότητα» (Ντράγκι) είτε ότι «θα ήταν καλή μια προληπτική στήριξη» (Λαγκάρντ) –και άρα νέο μνημόνιο– εν όψει της «εξόδου στις αγορές».

Η εμμονή των δανειστών στην πλήρη εφαρμογή του συνόλου των συμφωνηθέντων μέτρων στην πράξη σημαίνει ότι δεν δίνουν το «πράσινο φως» στην κυβέρνηση να ξετυλίξει το σχέδιό της, που θα παρατείνει την παραμονή της στην εξουσία. Με δεδομένη λοιπόν την αρνητική στάση των δανειστών (ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ) η κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει στην υλοποίηση των συμφωνηθέντων μεταρρυθμίσεων, αν θέλει να είναι αυτή που θα κλείσει τη συμφωνία για τη διαχείριση του χρέους μέχρι το τέλος του 2014. Στην πράξη αυτό, μεταξύ άλλων, σημαίνει:

  1. Να ψηφιστεί μέχρι το τέλος του χρόνου και να εφαρμοστεί από 1.1.2015 το νέο ασφαλιστικό, το οποίο θα κατεβάσει τις συντάξεις –που δεν πρέπει να διαφεύγει ότι «τρέφουν» το 45% του λαού– στο επίπεδο των προνοιακών επιδομάτων, μέσω της αλλαγής του τρόπου υπολογισμού της βασικής σύνταξης, της «εξαϋλωσης» των επικουρικών και των εφάπαξ χάρη στην ρήτρα του μηδενικού ελλείμματος, της κατάργησης των πρόωρων συντάξεων, με ταυτόχρονη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής ιδιωτικής ασφάλισης όπως προτείνει το ΔΝΤ.
  2. Να εφαρμόσει τις προαποφασισμένες μεταρρυθμίσεις στο εργασιακό, δηλαδή να προχωρήσει στην πλήρη απελευθέρωση των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα, να ψηφίσει τον αντισυνδικαλιστικό νόμο που αχρηστεύει στην πράξη  το δικαιώμα της απεργίας,  να καταργήσει την προσαύξηση (70%) για την εργασία τις Κυριακές και τις αργίες.
  3. Να προχωρήσει από την αρχή του χρόνου στην άρση της «προστασίας» της πρώτης κατοικίας, ξεκινώντας πρόγραμμα μαζικών πλειστηριασμών, τουλάχιστον στο ½ της αντικειμενικής αξίας, προκειμένου να κλείσει η «τρύπα» των κόκκινων δανείων στις τράπεζες και να μειωθεί δραστικά το «υψηλό ποσοστό» ιδιοκατοίκησης, όπως προκλητικά συνηγόρησε ο ΥΠΟΙΚ Γκ. Χαρδούβελης.
  4. Να πετύχει τον στόχο των 6.500 απολύσεων στο δημόσιο μέχρι το τέλος του 2014 και ταυτόχρονα να ψηφίσει το νέο μισθολόγιο, που θα αναδιανέμει το ήδη δραματικά συρρικνωμένο «μισθολογικό κόστος» στο δημόσιο με βάση την αρχή «διαίρει και βασίλευε».

 Τα ζόρια της κυβέρνησης, είναι προφανές, ότι είναι μεγάλα και οι πιθανότητες να τα αντιμετωπίσει δίχως να θέσει σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη των κομμάτων που την στηρίζουν, διαρκώς λιγοστεύουν. Ωστόσο αυτό δεν θα σημάνει κατ’ ανάγκη και «αποσταθεροποίηση» του αστικού πολιτικού συστήματος, αφού η αστική τάξη, όπως και ιστορικά έχει αποδειχθεί, έχει τη δύναμη να το ανασυντάσσει «από τις στάχτες του», όσο παραμένουν άθικτες οι οικονομικές βάσεις της.

Ο καταλληλότερος διαπραγματευτής

 Από τη μεριά του ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως καταλληλότερος διαπραγματευτής με τους δανειστές και αυτό για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον γιατί  η κυβέρνηση και ο Α. Σαμαράς «είναι απόλυτα ταυτισμένοι με την πολιτική Μέρκελ» (Α. Τσίπρας στη Βουλή) και δεύτερον γιατί συμφωνεί ότι το χρέος είναι βιώσιμο, άρα δεν μπορεί να καθίσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Την ίδια στιγμή όμως η σκόπιμα θολή συνεδριακή θέση του ΣΥΡΙΖΑ για το χρέος –κούρεμα του μεγαλύτερου μέρους– έχει υποστεί αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις για να καταλήξει στο «απόσυρση» και «πάγωμα» (Δραγασάκης) και στην παραπομπή του σε ατέρμονες διαπραγματεύσεις, κυρίως με τους Ευρωπαίους δανειστές, προσδοκώντας την αλλαγή συσχετισμών σε επίπεδο ΕΕ! «Η υπόθεση της διαπραγμάτευσης δεν είναι μια υπόθεση που θα λήξει ούτε σε μια μέρα, ούτε σε μια εβδομάδα. Είναι μια υπόθεση που προϋποθέτει συμμαχίες, προϋποθέτει κινήσεις, δημιουργία συσχετισμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο», δήλωσε χαρακτηριστικά πρόσφατα ο εκπρόσωπος Τύπου Π. Σκουρλέτης.

Από το βήμα της Βουλής ο Α. Τσίπρας προειδοποίησε την κυβέρνηση ότι δεν θα συναινέσει «σε καμία συμφωνία που θα περιλαμβάνει τη συνέχεια της λιτότητας με οποιοδήποτε επικοινωνιακό καμουφλάζ». Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για φραστικό λεονταρισμό και δημαγωγική κορόνα. Και αυτό γιατί την ίδια στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποδεχθεί πλήρως το ευρωπαϊκό πλαίσιο (δημοσιονομικό σύμφωνο, σύμφωνο σταθερότητας, κλπ)  και τα θεσμικά «εργαλεία» που εγγυώνται λιτότητα διαρκείας (ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί,  εξάλειψη ελλειμμάτων, πρωτογενή πλεονάσματα).

Δικαιολογημένα λοιπόν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εξοργίζονται όταν χαρακτηρίζονται ως «παροχές» οι εξαγγελίες που έκανε ο Α. Τσίπρας στη ΔΕΘ για την «αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης και επανεκκίνησης της οικονομίας». Όπως πλέον πανθομολογείται πρόκειται για μέτρα κοστολογημένα, ακριβώς για να είναι πλήρως συμβατά με την κυρίαρχη πολιτική και το ευρωπαϊκό πλαίσιο, ενώ η εφαρμογή τους προϋποθέτει τη συναίνεση των δανειστών. Σε κάθε περίπτωση πάντως δεν πρόκειται να προσφέρουν ούτε καν πρόσκαιρη ανακούφιση στα 6,3 εκατομμύρια των ανθρώπων που βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας ή κινδυνεύουν να βρεθούν κάτω από αυτό.

Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται από τη διαβεβαίωση που έδωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στην ομιλία του στο 3ο Φεστιβάλ της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ ότι «το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης θα είναι ο κορμός των προγραμματικών δηλώσεων της νέας κυβέρνησης κοινωνικής σωτηρίας που θα συγκροτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ αμέσως μετά την ισχυρή εντολή του λαού μας». Το μήνυμα είναι μάλλον εύληπτο: «ό,τι δώσαμε, δώσαμε»!

Παράλληλα επιδεικνύει με καμάρι την αποδοχή του από τα όργανα της ΕΕ, «η Ευρώπη ακούει τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν τον ξορκίζει» διακήρυξε ο Α. Τσίπρας, ενώ καλλιεργεί διαρκώς τις σχέσεις του με τα εγχώρια αφεντικά εμφανιζόμενος μάλιστα ως εγγυητής της ευρύτερης δυνατής κοινωνικής συναίνεσης. «Αυτό που έχει νόημα είναι να αναζητούμε την έξοδο από την καταστροφή με την ευρύτερη δυνατή κοινωνική συναίνεση», τόνισε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόσφατη ομιλία του σε εκδήλωση της Ελληνικής Ενωσης Επιχειρηματιών, υποσχόμενος μάλιστα ότι το κράτος θα είναι «αποτελεσματικός αρωγός του πραγματικού επενδυτή, του υγιούς επιχειρηματία»(!).

Η ζοφερή μεταμνημονιακή εποχή

 Οι υψηλοί τόνοι της αντιπαράθεσης και πόλωσης που θα επικρατήσουν τους επόμενους μήνες δεν μπορούν να κρύψουν τις ζοφερές προοπτικές που διαγράφονται για το λαό, όποια και αν είναι η έκβαση της διαπάλης για την εξουσία μεταξύ των αντιμαχόμενων πόλων, με βασικό κορμό τη ΝΔ από τη μία και τον ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη.

Η μόνη διαφορά ανάμεσα στην «εποχή των μνημονίων» που δήθεν τελειώνει και τη νέα μεταμνημονιακή εποχή που τάχα αρχίζει θα είναι ότι πλέον η πολιτική του μνημονίου δεν θα είναι «αναγκαστική επιλογή» που επιβάλλεται έξωθεν αλλά θα εμφανιστεί ως «εθελοντική» επιλογή που έχει μάλιστα «εθνική ιδιοκτησία». Με άλλα λόγια τα κόμματα της άρχουσας τάξης και οι επίδοξοι διαχειριστές της εξουσίας της, θα ιδιοποιηθούν και θα παρουσιάσουν την υλοποίηση των βάρβαρων «μεταρρυθμίσεων», ως πολιτική που ανταποκρίνεται στο συμφέρον του λαού για «έξοδο από το μνημόνιο και την κρίση». Αυτή άλλωστε είναι και η προτροπή που επίμονα κάνουν εδώ και δύο χρόνια οι δανειστές, για να διασφαλιστεί η παράταση τη ανοχής του λαού στη δυναστεία του κεφαλαίου. «Η εποχή των μνημονίων τελειώνει», όμως «η πορεία των μεταρρυθμίσεων δεν πρόκειται να σταματήσει», διακήρυξε στη Βουλή ο Α. Σαμαράς, συνοψίζοντας τη νέα στρατηγική για έξοδο από την κρίση προς όφελος του κεφαλαίου.

Η πείρα όμως των τελευταίων χρόνων έχει διδάξει με οδυνηρό τρόπο στο λαό ότι οι «μεταρρυθμίσεις» είναι πιο καταστροφικές από τη λιτότητα, για τη ζωή και τα δικαιώματά του και ταυτόχρονα διασφαλίζουν πιο βαθιά και μόνιμη λιτότητα.

Το άλλο δίδαγμα είναι ότι δεν πρόκειται να υπάρξει φιλολαϊκή διέξοδος από την κρίση, αν δεν υπάρχει ανατροπή της εφαρμοζόμενης πολιτικής από τον  οργανωμένο λαό που θα ξέρει όμως «πού» και «πώς» να πάει. Στη φάση αυτή ο λαός έχει υποστεί μια βαρειά ήττα και έχει «προδοθεί» από τις δυνάμεις εκείνες που υποτίθεται ότι είχαν σαν ιστορική αποστολή και καθήκον τους να τον οργανώσουν και να του δείξουν το δικό του δρόμο.

Από την άλλη, υπάρχει ευτυχώς μια «κρίσιμη μάζα» συνειδητοποιημένων ανένταχτων αριστερών, ριζοσπαστών, κομμουνιστών, που αδυνατεί βέβαια να παρέμβει στοιχειωδώς στις εξελίξεις, γιατί παραμένει ανοργάνωτη και πολυδιασπασμένη σε ολιγομελείς σεχταριστικές ομάδες-παρέες. Αν δεν αναληφθούν επειγόντως πρωτοβουλίες για να κάνει αισθητή την παρουσία της στις λαϊκές μάζες και την πολιτική, στη βάση ενός μεταβατικού προγράμματος ανατροπής της αντιλαϊκής πολιτικής και της εξουσίας του κεφαλαίου, το πιθανότερο είναι ότι θα γενικευτεί μια κατάσταση σαπίλας που ήδη έχει αρχίζει να απλώνεται στην κοινωνία. Όμως τίποτα δεν έχει κριθεί ακόμα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *