ΚΚΕ: επαναστατική συνέπεια ή κεκαλυμμένη συνθηκολόγηση;

perissosτου Μιχάλη Χονδροκούκη – Σύλλογος Μαρξιστικής σκέψης “Γ. Κορδάτος”

«Την επόμενη ημέρα χρειάζεσαι δυνατό ΚΚΕ!

Δυνατή λαϊκή αντιπολίτευση, συμμαχία και πάλη για την ανατροπή.»

(Από το κάλεσμα της ΚΕ του ΚΚΕ για τις βουλευτικές εκλογές του 2015)

Μερικά ερωτήματα προκύπτουν από την ουσία της πολιτικής τοποθέτησής του τα τελευταία κρίσιμα χρόνια και από το κάλεσμα του ΚΚΕ για τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, όπου δηλώνεται ότι στόχος του είναι η αντιπολίτευση και όχι η κυβέρνηση.

– Γιατί το ΚΚΕ ζητά από το λαό να το εκλέξει στην αντιπολίτευση;

-Είναι ζήτημα ρεαλισμού που προκύπτει από την εκτίμηση των δυνάμεων του κόμματος ή νέα πολιτική στάση και αντίληψη;

– Γιατί το ΚΚΕ δεν επιδιώκει το σχηματισμό κυβέρνησης μιας λαϊκής συμμαχίας με αντιιμπεριαλιστικά και αντιμονοπωλιακά χαρακτηριστικά, όπως υποστήριζε παλαιότερα;

– Εάν η συμμετοχή του ΚΚΕ σε μια λαϊκή κυβέρνηση δεν μπορεί να ωφελήσει το λαό, διότι θεωρεί ότι κάτι τέτοιο στο έδαφος του καπιταλισμού θα καλλιεργούσε μόνο αυταπάτες, τότε γιατί η συμμετοχή του στην αντιπολίτευση δεν καλλιεργεί επίσης αυταπάτες και μπορεί να τον ωφελήσει;

– Από πότε άλλαξε πολιτική και γιατί το νέο ΚΚΕ δεν επιδιώκει το σχηματισμό αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής κυβέρνησης;

– Γιατί, τελικά, το νέο ΚΚΕ συμμετέχει στις εκλογές του αστικού κοινοβουλίου;

Α) Το προηγούμενο πρόγραμμα και η πολιτική του ΚΚΕ

Επί δεκαετίες το ΚΚΕ προωθούσε την πολιτική του με κάθε τρόπο, χωρίς αριστερίστικους ιδεοληπτικούς αυτοπεριορισμούς περί μη συμμετοχής στο αστικό κοινοβούλιο και χωρίς να μετασχηματίζεται σε ένα ρεφορμιστικό κόμμα αστικής συνδιαχείρισης, όπως συνέβη σε άλλα ευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα. Σε μη εμπόλεμες συνθήκες, η πολιτική πάλη, πέρα από όλα τα άλλα επίπεδα διεξαγωγής της, δινόταν και στο αστικό κοινοβούλιο. Έχοντας ως βάση τη θέση ότι «το αστικό κράτος είναι όργανο ταξικής κυριαρχίας» και όχι «μια στιγμή της ταξικής πάλης, όπου αποτυπώνεται ο εκάστοτε ταξικός συσχετισμός», η κοινοβουλευτική δράση του κόμματος διεξαγόταν χωρίς να καλλιεργούνται στο λαό η λογική της συμμετοχής σε αστικές κυβερνήσεις και οι αυταπάτες περί ειρηνικού και βαθμιαίου μεταρρυθμιστικού περάσματος στο σοσιαλισμό. Οι όποιες εξαιρέσεις πραγματοποιήθηκαν κατά παρέκκλιση από το πρόγραμμα του κόμματος και ως στρέβλωση της λενινιστικής αντίληψης περί τακτικής.

Στόχος της κοινοβουλευτικής δράσης του κόμματος ήταν το ξεσκέπασμα της αστικής πολιτικής των αστικών κομμάτων δια του κοινοβουλευτικού ελέγχου και η προπαγάνδα και προώθηση των θέσεων του κόμματος, δηλαδή οι κοινοβουλευτικές επερωτήσεις, καταγγελίες και προτάσεις ως έκφραση των λαϊκών συμφερόντων και ως μέσο πίεσης κατά των αστικών δυνάμεων.

Στο πλαίσιο αυτής της δράσης και υπό ορισμένες συνθήκες, το ΚΚΕ αναγνώριζε τη δυνατότητασχηματισμού μιας κυβέρνησης αντιιμπεριαλιστικών και αντιμονοπωλιακών δυνάμεων. Έχει σημασία να επισημανθεί ότι η θέση που καταγραφόταν στο προηγούμενο πρόγραμμα του κόμματος (που πρώτα ακυρώθηκε στην πράξη από την ηγετική φράξια και μετά διαγράφηκε επίσημα από το πρόγραμμα) δεν προσέγγιζε το ζήτημα του σχηματισμού αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής κυβέρνησης δογματικά, ως απαρέγκλιτη προοπτική, αλλά την αντιμετώπιζε ως δυνατότητα εξαρτημένη από συγκεκριμένες κοινωνικο-πολιτικές συνθήκες: 

Πρόγραμμα 15ου συνεδρίου

«Σε συνθήκες ταξικών αναμετρήσεων και μεγάλης φθοράς στην επιρροή των αστικών κομμάτων και των συμμάχων τους, μπορεί να προκύψει κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων με βάση το κοινοβούλιο χωρίς να έχουν διαμορφωθεί ακόμα οι όροι για το επαναστατικό πέρασμα.

Η δρομολόγηση κυβερνητικών μέτρων που στοχεύουν στην ανακούφιση του λαού, ενάντια στο πολυεθνικό κεφάλαιο, την εξάρτηση και τη συμμετοχή της χώρας στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, είναι δυνατόν να συσπειρώνει και να πείθει για την ανάγκη γενικότερης ρήξης.

Το ΚΚΕ επιδιώκει μια τέτοια κυβέρνηση, με τη δράση της και τη γενικότερη λαϊκή παρέμβαση, να συμβάλει στην έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας. Το διάστημα μέσα στο οποίο θα κριθεί αν η κυβέρνηση θα προχωρήσει προς τα εμπρός δε θα είναι μακρόχρονο. Η πείρα δείχνει ότι θα είναι βραχύχρονο. Αν οι εξελίξεις δεν πάρουν θετική πορεία, τότε η κυβέρνηση θα ανατραπεί, κάτω από την αντίδραση της κυρίαρχης τάξης και την ιμπεριαλιστική παρέμβαση. Η ανατροπή της δε σημαίνει υποχρεωτικά συνολικό πισωγύρισμα. Μπορεί να γίνει παράγοντας για να κατανοηθεί βαθύτερα η ανάγκη ριζικής ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος.»

 

 

Β) Η αντιστοιχία των σημερινών συνθηκών με εκείνες που περιγράφονται στο προηγούμενο πρόγραμμα του ΚΚΕ

«Σε συνθήκες ταξικών αναμετρήσεων…»

Η τελευταία πενταετία χαρακτηρίζεται κατά κύριο λόγο από την εντονότατη μεν εκδήλωση της απόγνωσης της πλειοψηφίας του λαού αλλά με αυθόρμητο και ανοργάνωτο τρόπο, τριάντα γενικές απεργίες, καθώς και κάποιες απεργιακές κινητοποιήσεις ορισμένων κλάδων. Η αυθόρμητη διαμαρτυρία δεν μπόρεσε να μπολιαστεί από τη συνειδητή πρωτοπορία και να μετεξελιχθεί σε ένα ισχυρό λαϊκό κίνημα με πολιτική πυγμή και οι όποιες απεργίες κατεστάλησαν με βία και τρομοκρατία από τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-(ΔΗΜΑΡ). Συνεπώς, η ταξική πάλη είναι οξυμένη, αλλά στις ταξικές αναμετρήσεις η αστική τάξη κυριαρχεί και επιβάλει τους όρους της. Στην ηγεμονία της αυτή συμβάλλει τόσο η προώθηση από μέρους της μιας απολίτικης και γενικόλογης εκδήλωσης της λαϊκής αγανάκτησης σε συνδυασμό με την προώθηση του φασιστικού παρακρατικού μορφώματος της ΧΑ, όσο και η αδυναμία των αριστερών δυνάμεων να παρέμβουν και να μετασχηματίσουν το αυθόρμητο σε συνειδητό. Η αδυναμία των οργανωμένων αριστερών δυνάμεων οφείλεται σε δύο εξίσου σοβαρούς παράγοντες. Από τη μία, ένα μέρος τους αποστασιοποιείται και απαξιώνει τις αυθόρμητες κινήσεις και ξεσπάσματα όντας δέσμιο ιδεοληπτικών αγκυλώσεων του τύπου «το κίνημα πρέπει να πάρει καθαρά αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά και στο βαθμό που δεν τα έχει, δεν είναι άξιο λόγου και αποτελεί παράγοντα ενσωμάτωσης» (νέο ΚΚΕ)· ένα άλλο μέρος προσπαθεί να ζυμωθεί με το αυθόρμητο, αλλά η χρόνια αυτοαναφορικότητα εντός των στενών ορίων του μικρόκοσμου της «καθαρής και συνεπούς» ή «άκρας» αριστεράς (και ενός μέρους του αντιεξουσιαστικού χώρου με κινηματικό προσανατολισμό) εμποδίζει την ουσιαστική επικοινωνία και αδυνατεί να εμπνεύσει. Από την άλλη, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η συστηματική και καταιγιστική αστική προπαγάνδα που λειτουργεί σαν εμβόλιο κατά της αμφισβήτησης της αστικής εξουσίας, καθώς και τα αντανακλαστικά συντηρητικής αναδίπλωσης του κόσμου μπροστά στην καταλήστευση του εισοδήματός του και τον εκφασισμό της κοινωνίας από την άγρια επίθεση της αστικής τάξης. Αλλά αυτή είναι η συνθήκη εντός της οποίας καλούμαστε όλοι να δράσουμε. Άρα, ταξική αναμέτρηση υπάρχει, και μάλιστα έντονη, αλλά εμείς είμαστε αυτοί που πρέπει να ορθώσουμε το ανάστημά μας και να υψωθούμε στις περιστάσεις.

«Σε συνθήκες […] μεγάλης φθοράς στην επιρροή των αστικών κομμάτων και των συμμάχων τους»

Το ΠΑΣΟΚ, που τις προηγούμενες δεκαετίες απετέλεσε το βασικότερο μοχλό προώθησης των αστικών συμφερόντων και ειδικότερα των διεθνών μονοπωλίων, έχει σήμερα υποστεί τεράστια φθορά, σε βαθμό που η εναπομείνασα επιρροή του στην κοινωνία δεν είναι βέβαιο ότι θα το βάλει στη Βουλή. Μπορεί τα διάφορα στελέχη του να κάνουν διάφορες κινήσεις εξαπάτησης του λαού με τη συγκρότηση νέων φορέων, ωστόσο η επιρροή τους είναι πια πολύ μικρή σε σχέση με το παρελθόν. Η ΝΔ καταγράφει τα χαμηλότερα ποσοστά στην ιστορία της. Είναι χαρακτηριστικό ότι την υπεράσπιση της μνημονιακής πολιτικής της αναλαμβάνουν εργολαβικά οι μεταγραφές της από τα φασιστοειδή του ΛΑΟΣ και οι δηλώσεις του Σαμαρά περί εξόδου από το μνημόνιο δεν πείθουν κανέναν, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του δημοσιογραφικού μηχανισμού εξαπάτησης και χειραγώγησης του λαού. Βέβαια, μπορεί ο φόβος και η ανασφάλεια κατορθώνουν αυτό που δεν μπορεί η πειθώ, ωστόσο παραμένει το γεγονός ότι ο πολιτικός λόγος της ΝΔ δεν πείθει πια παρά ελάχιστους.

Από εκεί και πέρα, ανοίγεται ένα ευρύ πεδίο πολιτικών αναχωμάτων διάσωσης της αστικής πολιτικής που καλύπτουν όλες τις αποχρώσεις. Από τη ΔΗΜΑΡ, την υπό εξαφάνιση «αριστερά της ευθύνης», έως τους παρακρατικούς φασίστες της ΧΑ, που διατηρούν μεν ένα υψηλό για τα ελληνικά δεδομένα ποσοστό, πλην όμως, δε δείχνουν μέχρι στιγμής κάποια άλλη προοπτική ανάπτυξης. Φυσικά, η ανάπτυξη τέτοιου τύπου μηχανισμών εξαρτάται κυρίως από τα σχέδια των κέντρων που τους χρηματοδοτούν. Το ΛΑΟΣ έχει ήδη παραμεριστεί μία φορά από ανάχωμα της ΝΔ και εάν επανέλθει, θα επανέλθει ως τέτοιο. Οι ΑΝΕΛ, παρότι έχουν μικρή πολιτική ιστορία, δείχνουν με σαφήνεια ότι πρόκειται για άλλο ένα ανάχωμα των δεξιών συντηρητικών ψηφοφόρων, και ως τέτοιο, σε συνθήκες πολιτικής πόλωσης αιμορραγεί προς τη ΝΔ, χωρίς κάποια άλλη δυνατότητα για την ώρα. Το Ποτάμι αποτελεί ένα ανάχωμα-πείραμα των μεγαλοεργολάβων και καναλαρχών που ο ρόλος του είναι να προσκολληθεί σε όποιο κόμμα πάρει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης και να υπηρετήσει την αστική φιλελεύθερη ατζέντα. Η εμβέλειά του περιορίζεται εν μέρει και από τη φαιδρότητα του αρχηγού του.

Ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ, που παραδοσιακά υποστηρίζει μια κεϋνσιανή εκδοχή της αστικής πολιτικής, έως το 2012 είχε σταθερά χαμηλά ποσοστά κάτω του 5% . Είναι ακριβώς η εκδήλωση της μεγάλης φθοράς της επιρροής των αστικών κομμάτων, σε συνδυασμό με την απουσία μιας πραγματικά ριζοσπαστικής πρότασης για την άμεση ανακούφιση του λαού και την αποτίναξη του ζυγού των ιμπεριαλιστικών κέντρων, που έδωσαν στο ΣΥΡΙΖΑ τη δυνατότητα να αλιεύσει την ελπίδα του λαού με συνθήματα που τελικά απεμπόλησε (π.χ. «Θα σκίσουμε τα μνημόνια!», «Θα επαναφέρουμε τους μισθούς στο επίπεδο του 2009» κ.ά.).

Από τα παραπάνω μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η πλειοψηφία του λαού συνεχίζει να εγκλωβίζεται σε αστικά κόμματα, όμως η ειδοποιός διαφορά από το παρελθόν είναι ότι η κινητικότητα είναι πολύ μεγαλύτερη και συχνότερη και η κομματική στήριξη δε συνοδεύεται από κάποια εμπεδωμένη ιδεολογική ταύτιση.

«[…] μπορεί να προκύψει κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων με βάση το κοινοβούλιο χωρίς να έχουν διαμορφωθεί ακόμα οι όροι για το επαναστατικό πέρασμα

Πράγματι, τα γεγονότα και οι εξελίξεις της τελευταίας πενταετίας επιβεβαιώνουν ότι δεν έχουν διαμορφωθεί ακόμη οι όροι για ένα επαναστατικό πέρασμα. Ο περιορισμός του συνειδητού σε ουρά του αυθορμήτου και η αδυναμία της πρωτοπορίας να προσανατολίσει πολιτικά τη λαϊκή δυσαρέσκεια και να οργανώσει το λαό, δείχνουν ότι οι προϋποθέσεις του επαναστατικού περάσματος απουσιάζουν. Όμως, αυτό που είναι επίσης έκδηλο και παρατηρείται παντού, είναι η αγωνία του κόσμου για το αύριο, η έντονη απορία μαζί με την αδυναμία να απαντήσουν στο ερώτημα «τί να κάνουμε;» και σε περίοδο εκλογών, πιο συγκεκριμένα, «τί να ψηφίσουμε;». Αυτό δεν υπήρχε τις τρεις προηγούμενες δεκαετίες. Μπορεί η κρίση και η επέλαση των ιμπεριαλιστικών κέντρων να μην έχουν συνειδητοποιηθεί ακόμη στην ουσία τους από την πλειοψηφία του λαού, όμως πατάμε σε ένα γόνιμο έδαφος όπου δίπλα στην ατομική ανασφάλεια και τη συντηρητική αναδίπλωση αναπτύσσεται παράλληλα η αγανάκτηση και η πολιτική αναζήτηση.

Η συνείδηση του λαού βρίσκεται ακόμη στη φάση της παραδοσιακής, παρωπιδικής και ατάραχης υποστήριξης των μεγάλων κομμάτων; Όχι, όπως δείχθηκε παραπάνω από τη φανερή φθορά της επιρροής τους. Σε ποιο επίπεδο έχει υψωθεί η συνείδηση του λαού; Έχει αντιληφθεί η πλειοψηφία της εργατικής τάξης, των αγροτών και των φτωχότερων μικροαστικών στρωμάτων την αναγκαιότητα ανατροπής του καπιταλισμού και το πέρασμα στο σοσιαλισμό; Όχι, όπως αποδεικνύει η εξαιρετικά χαμηλή οργανωτική δύναμη των κομμουνιστικών οργανώσεων και κομμάτων. Τι είναι αυτό που έχει αντιληφθεί η πλειοψηφία του λαού; Ότι η σημερινή πολιτική που υπαγορεύεται από το ΔΝΤ και την ΕΕ πλήττει βάναυσα τα συμφέροντά του, ματαιώνει κάθε προσδοκία του και τον οδηγεί στην εξαθλίωση. Ότι οι τράπεζες συνεχίζουν να πλουτίζουν, οι μεγάλες επιχειρήσεις αυξάνουν τα κέρδη τους, ενώ οι μισθοί, οι συντάξεις και οι κοινωνικές παροχές κατακρημνίζονται, οι άνεργοι αυξάνονται και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις βάζουν λουκέτο. Όλα αυτά είναι λίγα ως βήματα και κεκτημένα της λαϊκής συνείδησης; Όχι, διότι γεννούν άλλες δυνατότητες πολιτικής πάλης. Όμως, μόνο δυνατότητες, διότι, εάν δεν υπάρξει μια επαναστατική πρωτοπορία που να θέσει ως στόχο, σε πρώτη φάση, την άμεση ανακούφιση και ικανοποίηση των πιο επιτακτικών λαϊκών αναγκών, δηλαδή να προβάλει μια ενωτική και αγωνιστική πολιτική πρόταση στην οποία ο λαός να αναγνωρίζει τη λύση στο πρόβλημά του (στο όποιο βάθος το έχει συνειδητοποιήσει μέχρι στιγμής), τότε αφήνεται χώρος στις δυνάμεις της αστικής τάξης να εγκλωβίσουν το λαό σε μια παθητική στάση, καλλιεργώντας την ανασφάλεια δια της τρομοκρατίας των εκβιαστικών διλημμάτων («εμείς ή ολική καταστροφή»). Το σημερινό στοίχημα είναι αυτή η δυνατότητα, η δυνατότητα μιας πολιτικής πάλης που θα συσπειρώσει και θα ριζοσπαστικοποιήσει το λαό με ένα αντιιμπεριαλιστικό-αντιμονοπωλιακό πρόταγμα, να μετατραπεί σε πραγματικότητα. 

Και αφού, με βάση τα παραπάνω, επιβεβαιώνεται ότι οι σημερινές συνθήκες έχουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά που περιγράφονται στο παλαιό πρόγραμμα του ΚΚΕ (ως συνθήκες που γεννούν τη δυνατότητα σχηματισμού αντιιμπεριαλιστικής-αντιμονοπωλιακής κυβέρνησης με βάση το κοινοβούλιο), τότε το ΚΚΕ μπροστά στις εκλογές θα έπρεπε να καλεί το λαό λέγοντας:

«Χρειάζεσαι δυνατό ΚΚΕ!

Σήμερα ισχυρή λαϊκή αντιπολίτευση. Αύριο κυβέρνηση λαϊκής συμμαχίας και πάλη για την ανατροπή των κυβερνήσεων της υποταγής στα μονοπώλια, το ΔΝΤ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.»

Αντί γι’ αυτό, το σημερινό κάλεσμα του ΚΚΕ λέει:

«Την επόμενη ημέρα χρειάζεσαι δυνατό ΚΚΕ!

Δυνατή λαϊκή αντιπολίτευση, συμμαχία και πάλη για την ανατροπή.»

-Αγωνιστικό κάλεσμα υπερψήφισης ενός κόμματος που δηλώνει εμφατικά και κατ’ επανάληψη ότι θέλει να βρίσκεται μόνο στην αντιπολίτευση; Ποιος βλέπει την ανακούφισή του σε κάτι τέτοιο; (Όχι ότι πρέπει να ανακουφίζεται ο κόσμος μέσα από κούφιες υποσχέσεις, όπως αυτές που μοιράζει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά πρέπει να βλέπει και μια προοπτική νίκης και όχι αποδοχής της μόνιμης ήττας.)

-Καλλιεργεί αγωνιστικότητα ή ηττοπάθεια;

-Αξιοποιούνται οι δυνατότητες των εκλογικών μαχών ή απαξιώνονται;

-Επαναστατική συνέπεια ή κεκαλυμμένη συνθηκολόγηση;

 

Γ) Οι νέες θέσεις του Κόμματος ή οι θέσεις του νέου Κόμματος

Κατά το μαρξισμό-λενινισμό, η τακτική ως πολιτική διαμορφώνεται για μια ορισμένη περίοδο που καθορίζεται από συγκεκριμένες συνθήκες και εστιάζει σε έναν στόχο που κρίνεται κύριος, ως προϋπόθεση για την περαιτέρω προώθηση της πάλης για το στρατηγικό στόχο, την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη.  Γι’ αυτό είναι βασικό για τους κομμουνιστές να ξεχωρίζουν τα κυριότερα λαϊκά προβλήματα της περιόδου και να εστιάζουν στην πάλη για την επίλυσή τους, πάντα με τέτοιο τρόπο που να δείχνουν στο λαό την προοπτική για την πλήρη απελευθέρωσή του δια της ανατροπής της αστικής εξουσίας και του καπιταλισμού. Όμως, είναι άλλο πράγμα ο αγώνας για την επίλυση του κύριου προβλήματος της περιόδου (τακτική) και άλλο η αποτίναξη του ταξικού ζυγού (στρατηγική). Όποιος ταυτίζει τακτική και στρατηγική, και συγκεκριμένα για το νέο ΚΚΕ, όποιος εξαφανίζει την τακτική και δρα με μόνο πρόταγμα τη στρατηγική, δεν αντιλαμβάνεται ή εσκεμμένα παραβλέπει και τη διαλεκτική της κοινωνικής κίνησης και της ανάπτυξης της συνείδησης του λαού. Βασικό δίδαγμα της ιστορικής εμπειρίας που παρατήρησε ο Λένιν είναι ότι η εργατική τάξη και ο λαός πρέπει να δουν στην πρόταση και στα συνθήματά των κομμουνιστών τη λύση στα προβλήματά τους. Εάν δεν τη βλέπουν, ανεξαρτήτως αιτίας, δεν θα μπουν στον αγώνα και η πολιτική πρωτοπορία μείνει μόνη να καθοδηγεί τη βουλησιαρχία και τη φαντασία της. Η λογική «στραβός είναι ο γιαλός» δεν χαρακτηρίζει τους μαρξιστές-λενινιστές. Χαρακτηρίζει τους αριστεριστές και τους αναρχικούς, οι οποίοι ορίζουν μια ιδεατή κοινωνία ως στόχο και επιδιώκουν πεισματικά με διάφορους τρόπους να πείσουν το λαό για την «αλήθεια» τους, για την ιδεατή κοινωνία που δεν υπάρχει (ουτοπία)· έτσι, μετατρέπονται σε «ιεροκήρυκες» αυτής της ουτοπίας δια ενός «αποκαλυπτικού» λόγου. Οι μαρξιστές-λενινιστές στηρίζουν σε επιστημονική βάση την πολιτική τους, όχι σε συλλήψεις της φαντασίας, λαμβάνουν υπόψη τους ιστορικούς νόμους κίνησης της κοινωνίας και τη διαδικασία συνειδητοποίησης των τάξεων. Θέτουν ως προτεραιότητα όχι να πείσουν τους εργαζόμενους για έναν ιδεατό κόσμο, αλλά να συνειδητοποιήσουν οι εργαζόμενοι την εκμετάλλευση που υφίστανται ως τάξη στο σημερινό κόσμο και τα διακριτά ταξικά τους συμφέροντα από την αστική τάξη. Και είναι αυτή η πάλη των εργαζομένων για την ικανοποίηση των αναγκών τους που προοπτικά μπορεί να ανατρέψει την κυριαρχία της αστικής τάξης και να αλλάξει τον τρόπο παραγωγής και τις κοινωνικές σχέσεις. Όμως, η συνείδηση των αναγκών των εργαζομένων και του λαού δεν έρχεται αιφνιδίως και με μιας σε όλο της το βάθος. Οι κοινωνικές συνθήκες καθορίζουν το βαθμό συνειδητοποίησης των ανθρώπων και σε κάθε περίοδο η συνείδηση αυτή χαρακτηρίζεται από την αντανάκλαση ορισμένων πλευρών της κοινωνικής πραγματικότητας. Οι κομμουνιστές οφείλουν πάντα να μην υποτάσσονται, αλλά να λαμβάνουν υπόψη τους το επίπεδο της λαϊκής συνείδησης στο σχεδιασμό της πολιτικής πάλης. Εάν υποταχθούν σε αυτό, δε θα είναι πρωτοπορία και δε θα βοηθούν το λαό να επαναστατικοποιηθεί. Εάν το αγνοήσουν, θα ματαιοπονούν εντός μιας βουλησιαρχικής και ανωφελούς πρακτικής και τελικά θα απομονωθούν.

Οι κομμουνιστές, προκειμένου να πετύχουν το στρατηγικό τους στόχο, οφείλουν:

-Να αναπτύσσουν την κατάλληλη τακτική στην κατάλληλη στιγμή

-Να είναι πάντα μέσα στις λαϊκές μάζες και να παλεύουν για τη δημιουργία κοινωνικού και πολιτικού μετώπου ενάντια στον κύριο ταξικό αντίπαλο

-Να βοηθούν το αυθόρμητο να γίνει συνειδητό και να μην το απορρίπτουν

-Να εμπνέουν αγωνιστικότητα και αισιοδοξία και όχι ηττοπάθεια

-Να αξιοποιούν τα όρια της πάλης για το επιμέρους, για να συνειδητοποιείται από το λαό η ανάγκη της όλο και βαθύτερης ρήξης με την αστική εξουσία

Ας δούμε τώρα σχετικά με τα παραπάνω πώς τοποθετείται το νέο ΚΚΕ (Ενδεικτική είναι η κριτική του ΚΚΕ στον αριστερίστικο αντικαπιταλισμό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ από τη σκοπιά ενός γνήσιου και συνεπούς αριστερίστικου αντικαπιταλισμού και όχι από τη σκοπιά του λενινισμού):

α) Άρνηση της τακτικής:

«Η ριζοσπαστικοποίηση της συνείδησης και της δράσης δεν επιτυγχάνεται με την προβολή μίνιμουμ-ενδιάμεσων στόχων[!] που σε τελευταία ανάλυση οδηγούν στο χαμήλωμα των απαιτήσεων και στον εξωραϊσμό του καπιταλιστικού συστήματος.»

«Η παραπομπή του ζητήματος της εξουσίας και της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής σε δεύτερο χρόνο δεν προετοιμάζει την εργατική τάξη για την κατάκτησή της.»

(Μακρή Μ., «2η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ: «Πρόγραμμα μεταβατικό» στην ενσωμάτωση…», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 4/2013) 

β) Άρνηση της δυνατότητας επιμέρους κατακτήσεων στον καπιταλισμό από το εργατικό κίνημα (οι κατακτήσεις γίνονται δεκτές μόνο ως υπόθεση εργασίας!) και αντιδιαλεκτική αντίληψη για τη σχέση κοινωνικής κίνησης και ανάπτυξης της συνείδησης:

«Ακόμα όμως και αν –προς χάριν της συζήτησης– υποθέσουμε ότι οι κατακτήσεις εντός του καπιταλισμού είναι συνεχόμενες και διευρυνόμενες, τότε αυτό δεν μετατρέπεται σε «κρίκο» πυροδότησης των επαναστατικών διαθέσεων των μαζών.»

(Μακρή Μ. και Μπαλωμένου Χρ., «Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην πορεία αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος», ΚΟΜΕΠ, τ. 4/2014)

γ) Το Μέτωπο ως σύμπτωση και όχι ως στόχος και επιδίωξη:

«Η σύμπτωση σε σχέση με τη στήριξη ενός αγώνα, σε ορισμένα αιτήματα, σε μια απεργία για την υπεράσπιση των ΣΣΕ, δε συνιστά πολιτική συμμαχία, δεν προϋποθέτει καμιά πολιτική προγραμματική συμφωνία, ούτε κοινή δράση.»
(ό.π.)

δ) Το Μέτωπο όχι ως ζητούμενο, αλλά ως επιζήμιο και αποφευκτέο:

«Η ενότητα σε ένα επιμέρους αμυντικό αίτημα, η διαμόρφωση κοινής δράσης με βάση αυτό, στην πραγματικότητα οδηγεί στον εγκλωβισμό στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής.»
(ό.π.) 

ε) Το Μέτωπο ως αυτοαναφορικότητα (για να μην πει κανείς ότι το ΚΚΕ δεν κάνει μέτωπο):

«… το ΚΚΕ παλεύει για την ανάπτυξη της εργατικής-λαϊκής συμμαχίας. Στηρίζει την κοινή δράση ΠΑΜΕ-ΠΑΣΥ-ΠΑΣΕΒΕ-ΜΑΣ-ΟΓΕ…»

(Παππά Α., «AΝΤΑΡΣΥΑ: «αντικαπιταλιστική γραμμή» ή νέος οπορτουνιστικός πόλος;»,ΚΟΜΕΠ, τεύχος 4-5/12)

 

στ) Ενάντια στο λαϊκό αίτημα για κατάργηση του μνημονίου, εάν δε γίνει μαζί με τη συνολική ανατροπή του καπιταλισμού(!):

«Η κατάργηση των μνημονίων είναι αποπροσανατολισμός, γιατί  «έχουν αμφισβητηθεί ανοιχτά από την ίδια την αστική τάξη […] Ο στόχος για διαγραφή του χρέους με άμεση στάση πληρωμών στους πιστωτές χωρίς ανατροπή της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας αποτελεί την «ριζοσπαστική» εκδοχή ενός νέου «κουρέματος» του χρέους από το οποίο ωφελημένοι βγαίνουν οι καπιταλιστές…» (Μακρή Μ., ό.π.)

ζ) Ενάντια στο λαϊκό αίτημα για διαγραφή του χρέους, εάν δε γίνει μαζί με τη συνολική ανατροπή του καπιταλισμού(!):

«… στη βάση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας η διαγραφή του χρέους ή η παύση πληρωμών προς τους δα­νειστές του «δημοσίου» δεν οδηγεί σε βελτίωση της κατάστασης της ερ­γατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, αντίθετα μπορεί να οδηγή­σει σε επιδείνωση με ταχύτερο ρυθμό, συνοδευόμενη με αλλαγές στο νόμισμα.» (Παππά Α., ό.π.)

η) Ενάντια στην έξοδο από την ΕΕ και το ευρώ, εάν δε γίνει μαζί με τη συνολική ανατροπή του καπιταλισμού(!):

«Ο λαός δεν έχει να περιμένει τίποτα από μια αριστερή κυβέρνηση που θα βγάλει την Ελλάδα από το ευρώ στη βάση της καπιταλιστικής ιδιο­κτησίας.» (ό.π.)

«Ο στόχος για έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ […] στην ουσία ενσωματώνεται στο πλαίσιο που προβάλλουν αστικές δυνάμεις του λεγόμενου ευρωσκεπτικισμού…»(Μακρή Μ., ό.π.)

 

θ) Αντιδιαλεκτική-μηχανιστική αντίληψη για τη σχέση βάσης και εποικοδομήματος, οικονομίας και πολιτικής:

«…κάθε κυβέρνηση στα πλαίσια της καπιταλιστικής εξουσίας και ιδιοκτησίας θα είναι όργανο της δικτατορίας της αστικής τάξης…»

(Παππά Α., ό.π.)

 

ι) Άρνηση της δυνατότητας και σκοπιμότητας του σχηματισμού κυβέρνησης αντιιμπεριαλιστικών-αντιμονοπωλιακών δυνάμεων:

«Υπάρχουν δηλαδή συγχύσεις ότι τα μονοπώλια θα επιτρέψουν το σχη­ματισμό μιας κυβέρνησης, βγαλμένης από το αστικό κοινοβούλιο, που θα αμφισβητήσει την εξουσία τους. Υπάρχουν συγχύσεις ότι μια «κυ­βέρνηση της αριστεράς ή μια κυβέρνηση με συμμετοχή της αριστεράς» μπορεί να γίνει αφετηρία επαναστατικών αλλαγών…» (ό.π.)

«Αλήθεια, όμως, γιατί η ανατροπή μιας αστικής κυβέρνησης και η αντικατάστασή της από μια άλλη σε μη επαναστατικές συνθήκες αποτελεί ρήγμα και όχι ανάσα στην αστική πολιτική και σταθερότητα;» (Μακρή Μ. και Μπαλωμένου Χρ., ό.π.)

Αφού, λοιπόν, κατά το ΚΚΕ, μια αντιιμπεριαλιστική-αντιμονοπωλιακή κυβέρνηση δεν μπορεί να καταφέρει τίποτε ουσιαστικό για το λαό στο πλαίσιο του καπιταλισμού, τότε, με την ίδια λογική, το ίδιο ισχύει και σε μεγαλύτερο βαθμό για την αντιπολίτευση. Εάν στο πλαίσιο του καπιταλισμού μια κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών-αντιμονοπωλιακών δυνάμεων δεν μπορεί να αποτελέσει «ρήγμα» αλλάγίνεται «ανάσα για την αστική πολιτική», τότε μια αντιπολίτευση (είτε αντιιμπεριαλιστική είτε αντικαπιταλιστική) τί μπορεί να αποτελέσει; Στις μέρες μας «το ξεσκέπασμα των αστικών κομμάτων και της επιχειρηματολογίας τους» γίνεται εύκολα και χωρίς την παρουσία στη βουλή. Δε ζούμε σε μια εποχή που μόνο η φυσική παρουσία εξασφαλίζει την πληροφόρηση για τη στάση των κομμάτων και των βουλευτών. Εν πάση περιπτώσει, το ΚΚΕ λέει στο λαό: «Μπαίνω στη βουλή για να καταγγέλλω και όχι για να διεκδικήσω την κυβέρνηση». Συνεπώς: «Μην περιμένετε κάτι άλλο από μένα. Εγώ θα ηγηθώ της επανάστασης» (όταν αυτή έρθει με το καλό). Αυτό, σε συνδυασμό με την πολλάκις διατυπωμένη θέση του ότι «δεν μπορούν να υπάρξουν επιμέρους νίκες στον καπιταλισμό», καταλήγουν πρακτικά στο εξής: Όσο ο λαός δε συνειδητοποιεί την ανάγκη μιας επανάστασης, το ΚΚΕ δεν του δίνει καμία προοπτική για βελτίωση της ζωής του στο σήμερα και γι’ αυτό ο λαός δεν βλέπει σε αυτό την εκπροσώπηση των συμφερόντων του και τη λύση των οξύτατων προβλημάτων του. Έτσι, το ΚΚΕ ούτε αναπτύσσεται οργανωτικά από την ανύπαρκτη εισροή των λαϊκών μαζών που τελικά του γυρίζουν την πλάτη, ούτε ανεβάζει το εκλογικό ποσοστό του, έστω ως ψήφος διαμαρτυρίας-καταγγελίας.

Επομένως, ποια είναι τα οφέλη μιας ανώφελης πολιτικά κοινοβουλευτικής δράσης; Ό,τι κι αν είναι, πάντως, δε θυμίζουν την παραδοσιακή αριστερίστικη πρακτική, αλλά τη δεξιά πρακτική, της οποίας πρώτο μέλημα είναι η υλική αναπαραγωγή του μηχανισμού.

 

Δ) Πολιτικές μεταλλάξεις και χρονικές συμπτώσεις

«Γνωρίσατε το ΚΚΕ ως σταθερή, αλύγιστη δύναμη σε κάθε αντεργατική-αντιλαϊκή επίθεση. Γνωρίζετε τι έκανε το ΚΚΕ 96 χρόνια, ποιος ήταν η μοναδική δύναμη εργατικής-λαϊκής αντιπολίτευσης, μέσα κι έξω από τη Βουλή […] Το ΚΚΕ ποτέ δεν είπε ψέματα στο λαό.»

(Από το κάλεσμα της ΚΕ του ΚΚΕ για τις βουλευτικές εκλογές του 2015) 

Ισχύει πράγματι κάτι τέτοιο; Το ΚΚΕ το 2013 άλλαξε πρόγραμμα και καταστατικό. Το περιεχόμενο και η σημασία των αλλαγών αυτών έχουν κατανοηθεί από το λαό ή τουλάχιστον από τους υποστηρικτές του; Η νέα αντίληψη και στάση για τα συνδικαλιστικά («Δεν μπορούν να υπάρχουν επιμέρους νίκες στο πλαίσιο του καπιταλισμού», «βγαίνουμε από τα αντιδραστικά σωματεία και ιδρύουμε μόνοι μας καινούργια και καθαρά») και τα εθνικά θέματα («Ο σύγχρονος πατριωτισμός είναι η πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού», «σε περίπτωση εμπλοκής της χώρας σε πόλεμο, ανεξάρτητα εάν πρόκειται για αμυντικό ή επιθετικό (!), οι κομμουνιστές μετατρέπουν τον πόλεμο σε εμφύλιο») έχουν καμία σχέση ιδεολογικά και πρακτικά με ό,τι υποστήριζε και έκανε το ΚΚΕ τα προηγούμενα 96 χρόνια που επικαλείται σήμερα το κάλεσμα; Τι απέγιναν τα «Πάντα και με κάθε θυσία, οι κομμουνιστές δρουν όπου είναι και οι μάζες» ή το «Η εργατική τάξη είναι ο φρουρός της ανεξαρτησίας των λαών».

Η ηγεσία του ΚΚΕ σήμερα λέει παραπλανεί και το λαό και στα μέλη του! Προβάλλει την αγωνιστική παράδοση του παρελθόντος, για να επενδύσει με αγωνιστικό κύρος τον αναχωρητισμό του παρόντος. Και μάλιστα, μεταχειρίζεται αυτήν την παράδοση ακρωτηριάζοντάς τη: προβάλλει τη μαζικότητα και την αυτοθυσία των αγωνιστών, αλλά απορρίπτει τις ιδέες και τους στόχους για τους οποίους πολέμησαν. Ο αγώνας του ΕΑΜ, μια από τις κορυφαίες στιγμές της ταξικής πάλης στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, η αντίληψη και πρακτική που εκτόξευσε τις δυνάμεις του ΚΚΕ, πώς μπορεί να συνυπάρξει ως πολιτική παράδοση με τις νέες σεχταριστικές αντιλήψεις και πρακτικές του; Είπε ποτέ το ΚΚΕ ανοιχτά στο λαό ότι η νέα ιστορική του εκτίμηση για το ΕΑΜ είναι ότι χαρακτηριζόταν από οπορτουνιστικά χαρακτηριστικά και γι’  αυτό και απέτυχε; Ότι το ΕΑΜ κακώς μιλούσε για λαοκρατία και πως έπρεπε να μιλά για σοσιαλισμό; Πόσο θα αναπτυσσόταν το ΕΑΜ εάν περιελάμβανε μόνο όσους συμφωνούσαν με το στόχο του σοσιαλισμού; Πόσο θα αναπτυσσόταν κατά συνέπεια και το ΚΚΕ; Μήπως θα συνέβαινε αυτό που συμβαίνει σήμερα; Δηλαδή, συρρίκνωση και απομόνωση;

Η ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα «αρνητών του μετώπου», «υπερασπιστών της αυτάρκειας και της ιδεολογικής καθαρότητας», «βολονταριστών υπερπήδησης του βαθμού συνείδησης της εργατικής τάξης και του λαού» και «βολονταριστών υπερπήδησης κάθε μεταβατικής φάσης και σταδίου στην ιστορική κίνηση», οι οποίοι πάντα έκαναν μια μεγαλοπρεπή… τρύπα στο νερό, υπηρετώντας στην ουσία την αστική τάξη.

Τα τελευταία χρόνια η νέα ηγεσία του Κόμματος, και δυστυχώς με την άκριτη παθητική αποδοχή μεγάλου μέρους της βάσης, εισήγαγε μη λενινιστικές αντιλήψεις που αρχικά καλλιεργήθηκαν φραξιονιστικά, αντιπρογραμματικά και αντικαταστατικά και τελικά κυριάρχησαν στο ΚΚΕ (όταν οι φραξιονιστές κατέλαβαν υψηλές στελεχικές θέσεις-κλειδιά, μεταχειρίστηκαν για λογαριασμό τους τα μεσαία επαγγελματικά-εξαρτημένα στελέχη και διαμόρφωσαν-μαγείρεψαν τις πλειοψηφίες στα διάφορα όργανα). Το νέο πρόγραμμα του 19ου συνεδρίου άλλαξε τη θέση που προέβλεπε τη δυνατότητα σχηματισμού μιας αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής κυβέρνησης, καθώς και πολλές άλλες θέσεις που σχετίζονται με το περιεχόμενο και το χαρακτήρα του ΑΑΔ Μετώπου.

Η διαμόρφωση των σημερινών κοινωνικο-πολιτικών συνθηκών και δυνατοτήτων, όπως τις είχε προβλέψει το ΚΚΕ, συμπίπτει χρονικά (δυστυχώς) με την απόφαση του ΚΚΕ να αλλάξει θέσεις και να απορρίψει τη δυνατότητα και το καθήκον που για χρόνια υποστήριζε:

-Τώρα που η φθορά των αστικών κομμάτων είναι μεγάλη και ο λαός αναζητά αλλού ανακούφιση και λύση, το ΚΚΕ υιοθετεί τη ρητορεία του ακίνδυνου υπερεπαναστατικού αντικαπιταλιστικού βερμπαλισμού και την πρακτική του αριστερίστικου σεχταρισμού και απομονωτισμού;

-Τώρα που η συνείδηση του κόσμου κάνει βήματα και δημιουργείται η δυνατότητα βαθμιαίας αποδέσμευσης από την κυρίαρχη αστική ιδεολογία, το ΚΚΕ διακηρύσσει ότι μόνο ο στόχος της ανατροπής του καπιταλισμού είναι αγωνιστικός και όλα τα άλλα αποτελούν ενσωμάτωση;

-Τώρα που το Αντιιμπεριαλιστικό Αντιμονοπωλιακό Δημοκρατικό Μέτωπο μπορεί να αναπτυχθεί, καθώς όλο και περισσότερος κόσμος βλέπει τη λύση στα προβλήματά του σε ένα πρόγραμμα αποδέσμευσης από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα με αντιμονοπωλιακά μέτρα ανακούφισης του λαού, το ΚΚΕ δηλώνει ότι όλα αυτά είναι ανώφελα όταν δεν μπαίνει μαζί και η ανατροπή του καπιταλισμού;

-Τώρα που ο λαός βλέπει στην πράξη ότι η εκμετάλλευση μιας εξαρτημένης χώρας είναι διπλή, μία από τα ντόπια και μία από τα διεθνή μονοπώλια, το ΚΚΕ ξαφνικά αρνείται την εξάρτηση της Ελλάδας και υποστηρίζει ότι είναι ιμπεριαλιστική;

-Τώρα που αρκετές δυνάμεις της αριστεράς αρχίζουν να αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα και υιοθετούν ένα αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό μεταβατικό πρόγραμμα, το ΚΚΕ απορρίπτει κάθε πολιτική συμφωνία και συνεργασία;

-Τώρα που καταργούνται όλα τα εργασιακά δικαιώματα και κεκτημένα των προηγούμενων δεκαετιών, ακόμη και σε συνδικαλιστικό επίπεδο, π.χ. στη διεκδίκηση των συλλογικών συμβάσεων και την υπεράσπιση απολυμένων, το ΚΚΕ αρνείται να συνδιαμορφώσει μέτωπο;

Ακριβώς σε αυτήν την κρίσιμη φάση είναι καθοριστική η στάση του ΚΚΕ, διότι, εάν δεν είχε μεταμορφωθεί έτσι, τότε δε θα φαινόταν τόσο ακατανόητο και αυτιστικό στα μάτια του κόσμου και δε θα αυτοακυρωνόταν ως πολιτική επιλογή. Σε σχέση με τις εκλογές είναι χαρακτηριστική η στάση του που συμπυκνώνεται στο «Εμείς δε θέλουμε να κυβερνήσουμε!» και σε σχέση με τις συνδικαλιστικές διεκδικήσεις η εκτίμηση ότι «Δεν μπορούν να υπάρξουν επιμέρους νίκες στο πλαίσιο του καπιταλισμού(!)». Τα πολύ χαμηλά για τις συνθήκες εκλογικά ποσοστά του κόμματος στο κοινοβούλιο και οι μικρές συνδικαλιστικές δυνάμεις σε σχέση με το πλήθος των εργαζομένων, επιβεβαιώνουν και στον πιο πεισματάρη ότι το ΚΚΕ έχασε πολιτικά από την αλλαγή των θέσεων και της τακτικής του. Η ολοφάνερη σχέση της αποτυχίας του ΚΚΕ, να πείσει και να πάρει το λαό με το μέρος του, με τη θεωρητική και πρακτική απεμπόληση των λενινιστικών χαρακτηριστικών του, επιβεβαιώνει με τη σειρά του και στον πιο καλοπροαίρετο ότι εσκεμμένα η ηγεσία του κόμματος θέτει το κόμμα και τα μέλη του εκτός του επίκεντρου των πολιτικών εξελίξεων. 

Εάν είχε επιμείνει στην επί χρόνια θέση του για συγκρότηση Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου, εάν είχε επιμείνει στη θέση για την ανάγκη ενός λαϊκού και πατριωτικού αγώνα ενάντια στην εξάρτηση από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα ΗΠΑ-ΕΕ και των φορέων τους ΝΑΤΟ-ΔΝΤ-ΕΚΤ, εάν προωθούσε τη θέση του για μια κυβέρνηση λαϊκής συμμαχίας που θα έπαιρνε μέτρα ανακούφισης του λαού και ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας, τότε, δεδομένης της αγανάκτησης και της πολιτικής αναζήτησης, η ελπίδα του λαού δε θα αλιευόταν από τον όποιο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η λαϊκή του απήχηση του ΚΚΕ θα αυξανόταν κατακόρυφα. 

Όμως, το νέο ΚΚΕ επέλεξε να αλλάξει την πολιτική του και προτίμησε τα χαμηλά ποσοστά, την απλή αναπαραγωγή και την «ησυχία» του. Έτσι, υπονομεύει από μόνο του τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης αντιιμπεριαλιστικών-αντιμονοπωλιακών δυνάμεων, μετατρέποντας τον εαυτό του σε μη επιλογή ή καλύτερα, σε επιλογή αποκλειστικά των μελών (και όχι όλων) και των στενών επιρροών του. Για όποιον δε θέλει να κλείνει τα μάτια του μπροστά στην πραγματικότητα, ο ιδιόμορφος αυτός αναχωρητισμός είναι στην ουσία μια κεκαλυμμένη συνθηκολόγηση.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *