Πολύ νωρίς, πολύ αργά- Μαθηµατικά και διακυβέρνηση

sp0503soiblejjjΣαράντα ημέρες μετά τον εκλογικό θρίαμβο του ΣΥΡΙΖΑ καλό θα ήταν να επιχειρηθεί ένας πρώτος απολογισμός.

Ο πολιτικός χρόνος, άλλωστε, ήταν και εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά πυκνός και οι εξελίξεις τόσο δραματικές που θα έλεγε κανείς πως έχουμε ζήσει πολλά περισσότερα απ΄ ότι σε ανάλογα μετεκλογικά χρονικά διαστήματα.
Θεμελιώδες, αρχικώς, το γεγονός ότι η κυβέρνηση πολιτεύεται «εν ου παικτοίς».
Με πρωτοφανή στήριξη ή ανοχή από περίπου το 70% του ελληνικού λαού και δίχως να διαθέτει πολιτικό αντίπαλο.

Η Ν.Δ του Αντώνη Σαμαρά δεν μπορεί να προσφέρει εναλλακτική διέξοδο: ποιος πολίτης, άραγε, θα επέστρεφε στην κυβέρνηση που αποκήρυξε πριν μερικές εβδομάδες επειδή η τωρινή (του ΣΥΡΙΖΑ) τείνει να αποδεχθεί ένα πρόγραμμα που κατά ένα μέρος του ανακυκλώνει πολιτικές του προηγούμενου μνημονίου;
Σ

τα παραπάνω πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του πως η «θητεία» του ΣΥΡΙΖΑ αποκτά πολύ ισχυρά χαρακτηριστικά μιας αρχηγικής διακυβέρνησης. Ο Αλέξης Τσίπρας ήταν το αδιαμφισβήτητο προεκλογικό ατού και έχει μετατραπεί σε ένα πολύ ισχυρό πολιτικό πλεονέκτημα με χαρακτηριστικά ενός «φρέσκου» ηγέτη ευρωπαϊκών προδιαγραφών.
Όμως, τα θετικά σταματούν κάπου εδώ.

Στις 25 Ιανουαρίου το 37% των Ελλήνων δεν ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ μόνο επειδή ήθελε έναν άλλο, εξυπνότερο, εντιμότερο και σκληρότερο διαπραγματευτή. Επέλεξε (και) κυβέρνηση.

Μέχρις ώρας, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ ναι μεν διαπραγματεύεται αλλά δεν έχει ακόμα αρχίσει να κυβερνά.

Η αδράνεια, η χρονική μετατόπιση κρίσιμων θεμάτων, ακόμα και η σύγχυση αρμοδιοτήτων είναι προφανή συμπτώματα.
Για παράδειγμα, ο Γιάνης Βαρουφάκης.

Είναι, δίχως άλλο, το δυνατό πολιτικό και επικοινωνιακό χαρτί στο ευρωπαϊκό «πόκερ» με τους δανειστές και ένας εξαιρετικός εμψυχωτής της κοινής γνώμης που απεγνωσμένα ζητά ψήγματα εθνικής αξιοπρέπειας. Τείνει, όμως, να μετατραπεί σε ανασταλτικό παράγοντα της εικόνας κυβερνησιμότητας που διεκδικεί ο ΣΥΡΙΖΑ.

Παράδειγμα: την επομένη της συνέντευξης (μιας από τις δεκάδες μετεκλογικά) που έδωσε στο Νίκο Χατζηνικολάου, άπαντες είχαν κατανοήσει και συζητούσαν πως είχε αφήσει σαφώς να εννοηθεί ότι θα πληρώσουμε ΕΝΦΙΑ και το 2015 και πως το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ θα εφαρμοστεί σταδιακά από το 2016. Κάτι τέτοιο, όμως, θα αποτελούσε σοβαρότατη διάψευση κεντρικών υπεσχημένων της κυβέρνησης.

Σαράντα οκτώ ώρες αργότερα, η αναπληρωτής υπουργός Νάντια Βαλαβάνη «διόρθωνε» τις δηλώσεις Βαρουφάκη λέγοντας πως ο ΕΝΦΙΑ καταργείται και πως το αφορολόγητο θα εφαρμοστεί φέτος.

Οι περιπτώσεις, όσον αφορά τις παροχές προς τους εργαζόμενους της ΔΕΗ με την άγνοια των αρμοδίων υπουργών, και η κόντρα για τα κέντρα κράτησης παράνομων μεταναστών ή οι αντιπαλότητες υπουργού και αναπληρωτή υπουργού στο υπουργείο Παιδείας είναι ενδεικτικές του γεγονότος ότι η κυβέρνηση δεν έχει βρει βηματισμό και δεν διαθέτει στρατηγική. Ως πότε το κεντρικό αφήγημα θα είναι η διαπραγμάτευση και η 4μηνη παράταση;

Το χειρότερο, όμως, που αντανακλά και στην κυβερνητική πολιτική είναι ότι μεταφέρονται στη διακυβέρνηση οι ποσοστώσεις του εσωτερικού του ΣΥΡΙΖΑ.

Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι ο Παναγιώτης Λαφαζάνης ελέγχει το 40% της Κ.Ε του κόμματος φαίνεται ότι του δίνει τη δυνατότητα να ελέγξει και το 40% -ή κάτι λιγότερο- των κεντρικών κυβερνητικών πολιτικών –π.χ οι ιδιωτικοποιήσεις.

Εδώ πρέπει να ειπωθεί πως η αίσθηση του εσωκομματικού μικρόκοσμου του ΣΥΡΙΖΑ για τα…μαθηματικά, δεν έχει καμία σχέση με την αντιστοίχηση στην κοινωνία.

Είναι άραγε δύσκολο να καταλάβουν κάποιοι πως το 40% του παλαιού 4%, ήτοι του μικρού ΣΥΡΙΖΑ που ως άθροισμα συνιστωσών αγωνιούσε για την είσοδό του στη Βουλή, δεν αντιστοιχεί στο 40% του μεγάλου ΣΥΡΙΖΑ που συγκέντρωσε 37% και ηγεμονεύει πολιτικά;

Εχουν την αίσθηση κάποιοι πως οι απόψεις της κυρίας Τασίας Χριστοδουλοπούλου για το μεταναστευτικό αντιστοιχούν σε όσα θέλουν ή πιστεύουν όσοι ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές;

Και, πράγματι, θεωρούν κάποιοι πως η επίκληση της εσωκομματικής δημοκρατίας στο περίκλειστο μικροσύστημα εξουσίας του παλαιού μικρού ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στην ανάγκη ουσιαστικής διακυβέρνησης που έχει ο τόπος;
Πόσοι, εν κατακλείδι, απ΄ όλους αυτούς που κομπορρημονούν ως «οπλαρχηγοί του τίποτα» θα επιβίωναν πολιτικά εάν δεν υπήρχε ο Τσίπρας; Και ποια είναι η πραγματική επιρροή στην κοινωνία καθενός εκάστου;

Ας αφήσει, λοιπόν, στην άκρη ο πρωθυπουργός τα σενάρια υπονόμευσης. Τον εξωτερικό «εχθρό» (Σόϊμπλε και άλλους) τον γνωρίζει. Ας διαχειριστεί, παράλληλα, τους εσωτερικούς μικρούς «εχθρούς». Αλλιώς το «πολύ νωρίς» για κριτική στην κυβέρνηση, όπως λένε ορισμένοι, μπορεί να αποδειχθεί «πολύ αργά» για δάκρυα…

Πηγή: Σεραφείμ Κοτρώτσος – εφημερίδα Επένδυση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *