Ο Κώστας Γουρνάς μιλάει για την Αναρχία, τo Σύριζα και τη «δουλειά του μερμηγκιού»

image002Πριν λίγους μήνες, ο κρατούμενος για τη συμμετοχή του στον Επαναστατικό Αγώνα Κώστας Γουρνάς * δημοσίευσε ένα κείμενο με τίτλο «Το στρατηγικό αδιέξοδο της κυβέρνησης της Αριστεράς και η μεγάλη ευκαιρία της Αναρχίας (μπορείτε να το διαβάσετε εδώ).

Το κείμενό του, ήταν η αφορμή να του ζητήσω αυτή τη συνέντευξη, καθώς εκτός από την αναλυτική κριτική του στην πολιτική επικαιρότητα, έθετε και κάποια άλλα ιδεολογικά και θεωρητικά ζητήματα/ερωτήματα, καίρια και ουσιαστικά.

Γι αυτό το λόγο, οι ερωτήσεις που στάλθηκαν στον Κώστα Γουρνά έχουν άμεση σχέση με το αρχικό κείμενο σε μια προσπάθεια να αναπτυχθούν περισσότερο οι σκέψεις του γύρω από το ζήτημα του αναρχικού κινήματος και του ρόλου που μπορεί να παίξει στον τόπο μας σε αυτή την κρίσιμη  περίοδο.

gournas

*Ο Κώστας Γουρνάς έχει αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή του στην πρώτη περίοδο δράσης του Επαναστατικού Αγώνα και εκτίει ποινή φυλάκισης 25 ετών.

  1. Το κείμενό σου, είναι αρκετά διαφορετικό από τα κείμενα που διαβάζουμε τελευταία από τον α/α χώρο, τόσο λόγω της λεπτομερούς οικονομικής/πολιτικής ανάλυσης , αλλά και σε ο,τι αφορά το κομμάτι που αναφέρεται στον αναρχικό χώρο,η κριτική που ίσως κάνεις, και οι προτάσεις σου…Το έγραψες με αφορμή κάποιο συγκεκριμένο γεγονός/συμβάν, ή ήταν κάτι που το δούλευες καιρό και ήρθε η στιγμή να το δημοσιεύσεις;

Ξεκίνησα να γράφω το κείμενο μερικές μέρες μετά τις εκλογές της 25ης Γενάρη, έχοντας όλες αυτές τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς για τη νέα κυβέρνηση και τη νέα κατάσταση, που ήταν διάχυτα στον καθένα μας μέσα στο κίνημα. Καθώς προχωρούσα, διαπίστωνα τη ζωντάνια που λάμβαναν οι προτάσεις μέσα από τις συνεχείς επιβεβαιώσεις. Μεσολάβησε ο Μάρτης με την απεργία πείνας των πολιτικών κρατουμένων, όπου υπήρξε μια εξαιρετικά ψυχοφθόρα διαδικασία για μένα, αλλά μου έδωσε τον απαραίτητο χρόνο να επεξεργαστώ σε “αληθινό χρόνο” τις νέες εξελίξεις. Επέλεξα να επιταχύνω τη γραφή του κειμένου και να το κλείσω με αυτή τη συνοπτική μορφή, παρόλο που σίγουρα χρίζει μεγαλύτερης ανάλυσης. Άλλωστε στην πολιτική, μια μόνο ημέρα μπορεί να χρειάζεται εκατοντάδες σελίδες για να κατανοηθεί και η αίσθηση του χρόνου είναι πολύτιμη.

 

Το κείμενο αυτό, κατά το πρώτο μέρος του, είναι μια σύνθεση και εμβάθυνση προηγούμενων γραπτών που είτε δημοσιεύτηκαν είτε όχι τα τελευταία δύο χρόνια και είχε ως στόχο να παρουσιάσει μια συνοπτική εικόνα της μνημονιακής εποχής και των συσχετισμών που αυτή διαμόρφωσε σε διάφορα επίπεδα.

Το δεύτερο μέρος του είναι ο αντίστοιχος χρονικά “πονοκέφαλος” που στριφογύριζε στο μυαλό μου ψάχνοντας μια εκδοτική αφορμή. Πιστεύω ότι εκτέθηκε την κατάλληλη στιγμή πάνω στην ώρα που έχει φουντώσει – και καλώς- η συζήτηση για όλα αυτά τα πράγματα. Η επιλογή μου να θέτω, κυρίως, τα ερωτήματα και όχι να δίνω ολοκληρωμένες απαντήσεις είναι συνειδητή. Ο καθένας μας είναι υπεύθυνος να θέτει τις απόψεις του σύμφωνα με αυτό που είναι, την ιστορία του και την αξιοπιστία που έχει κατακτήσει μέσα από την πάλη των ιδεών του στο εσωτερικό του κινήματος.

  1. Τα πέντε χρόνια που η χώρα μας έχει μπει στο μνημόνιο και έχει δεχτεί όλα αυτά τα σκληρά και εξοντωτικά μέτρα, οι δημόσιες συζητήσεις ή παρεμβάσεις του α/α χώρου πάνω στο ζήτημα του χρέους, της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και των σχετικών ζητημάτων ήταν ελάχιστες…Για κάποιο λόγο η «οικονομία» είναι ένα θέμα που η αναρχία δεν έχει προσεγγίσει ιδιαίτερα, πέραν των βασικών της αρχών ενάντια στον καπιταλισμό, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο κλπ. Πως το σχολιάζεις αυτό; Πιστεύεις ότι θα έπρεπε να έχει διαφορετική στάση;

Οι αναρχικοί έχουμε διάφορες αλλεργίες σε όρους και έννοιες, έτσι ώστε να θωρακιζόμαστε απέναντι στις απειλές. Η “οικονομία” είναι μία από αυτές. Τι είναι όμως, η οικονομία παρά η οργάνωση, η διαχείριση της παραγωγής και της κατανάλωσης. Θα σταματήσουν οι τελευταίες να αποτελούν πρωτογενή ανάγκη του ανθρώπου κατά τη διάρκεια μιας κοινωνικής επανάστασης ή μετά από αυτή; Δυστυχώς, πέρα από την καταστροφή του κράτους, θα πρέπει να εξασφαλίσουμε μια υγιή ζωή με τους δικούς μας όρους.

Η οικονομία είναι μια από τις πιο σημαντικές πτυχές της κοινωνικής ζωής. Είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζονται οι υπόλοιπες δραστηριότητες. Αν η εργασία μας είναι δημιουργική, αποδοτική και η κατανάλωση αντίστοιχα, τότε οι προϋποθέσεις για την περαιτέρω ανάπτυξη των δεξιοτήτων μας είναι ιδανικές. Με άλλα λόγια, μια κοινωνία χρειάζεται μια υγιή οικονομία για να χτίσει εναν σπουδαίο πολιτισμό.

Η απέχθεια του “χώρου” για κάθετι γύρω από την οικονομία έχει δυο αιτίες. Από τη μία, έχουμε την ταύτιση με τους ατσαλάκωτους χαρτογιακάδες των αγορών που και πολιτισμικά παράγουν μια αποκρουστική ώση. Από την άλλη, η απέχθεια μας για την Αριστερά και τον μαρξισμό στον οποίο έχουμε παραχωρήσει το μονοπώλιο της ενασχόλησης με το κεφάλαιο. Τέλος, είναι και αυτό το “κουσούρι” να βολευόμαστε με τα απλά, με τα θέσφατα και να μην “δουλεύουμε’ περισσότερο , προσπαθώντας να κατανοήσουμε έναν, σίγουρα, πιο πολύπλοκο από τον δικό μας μικρό κόσμο.

  1. Γράφεις για τον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά, και εξηγείς τον λόγο που ο κόσμος τον ψήφισε, σαν μια αντίδραση στις προηγούμενες νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις, σαν μια ανάγκη για κάτι «διαφορετικό». Για αντίστοιχους λόγους, πολλοί αναρχικοί ψήφισαν επίσης ΣΥΡΙΖΑ σε αυτές τις εκλογές, παρόλο που η συμμετοχή στις εκλογές είναι κόντρα στην ιδεολογία… Πως το κρίνεις αυτό; Πιστεύεις ότι μπορεί ο α/α χώρος να στηρίζει ενίοτε κόμματα της αριστεράς, είτε αυτά είναι στην αντιπολίτευση είτε αυτά προσπαθούν να γίνουν κυβέρνηση; Υπάρχουν «καλύτερες» και «χειρότερες» κυβερνήσεις, ή αυτή είναι μια διάκριση που δεν πρέπει να αφορά τον α/α χώρο;

Είμαστε αναρχικοί και ο στρατηγικός μας στόχος είναι ο ριζοσπαστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας με επαναστατικό τρόπο. Τέλος! Το μυαλό μας θα πρέπει να βρίσκεται, κάθε φορά, στην ανάλυση των νέων συνθηκών που δημιουργούνται και των ευκαιριών που αυτές παράγουν, έτσι ώστε να συμβάλουμε σε μια τέτοια επαναστατική διαδικασία. Στο δίλημμα μεταρρύθμιση ή επανάσταση έχουμε απαντήσει εδώ και πάνω από έναν αιώνα με το σωστό τρόπο. Γνωρίζοντας, ότι η άσκηση εξουσίας μέσω του κράτους ή τα ενδιάμεσα στάδια μέχρι την απόλυτη ελευθερία είναι ο αντίστροφος δρόμος που οδηγεί πάλι πίσω στις ανισότητες.

Η βασική μας αρχή είναι ότι όποιοι βρίσκονται στην κυβέρνηση ασκούν εξουσία, άρα είναι ίδιοι. Τι γίνεται, όμως, με μια πολιτική ανάλυση; Είναι ίδιοι οι φασίστες του Σαμαρά με την ευρωπαϊκή αριστερά του Τσίπρα; Στην εποχή των μνημονίων, σίγουρα κάπου τέμνονται. Δε μπορώ όμως να ισχυριστώ ότι αυτά τα δύο μέρη ταυτίζονται, σε καμιά περίπτωση. Θα αδικούσα την ίδια την Ιστορία. Όπως και να το δει κανείς, η μετεμφυλιακή Ελλάδα και η χούντα δεν είναι ίδιες με τη μεταπολίτευση του Ανδρέα και θα δυσκολευτούμε πάρα πολύ να πείσουμε κάποιον που έζησε σε εκείνο το μεταίχμιο με το επιχείρημα αυτό. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η κατάσταση πριν και μετά το μνημόνιο είναι ίδια, επειδή απλά το κράτος έχει συνέχεια; Ας πάρουμε το ζήτημα της καταστολής. Δεν έχει αλλάξει απλά επίπεδο, αλλά ολόκληρη φιλοσοφία. Το κεφάλι της απολυμένης καθαρίστριας μπορεί να το αντιληφθεί καλύτερα, νομίζω.

Όπως έγραψα και στο κείμενό μου, εκτός από πολιτικά υποκείμενα είμαστε και κοινωνία. Έχουμε αγωνίες για τους ανθρώπους που αγαπάμε, για τα παιδιά μας, για το μέλλον. Είναι απόλυτα φυσιολογικό να αποζητούμε μια μικρή ανακούφιση από μια πιο μετριοπαθή κυβέρνηση. Δεν είναι όμως φυσιολογικό να έχουμε ψευδαισθήσεις για το που μπορεί να φτάσει αυτή η κυβέρνηση ούτε να εναποθέτουμε τις ελπίδες μας σε κάτι άλλο πέρα από τον ίδιο τον αγώνα, τα ίδια τα χέρια μας. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για να ψηφίσει ο «χώρος» μια κυβέρνηση Σύριζα. Η σημερινή πραγματικότητα είναι η καλύτερη επιβεβαίωση αυτής της άρνησης. Την επόμενη φορά θα ξέρουμε καλύτερα.

  1. Πριν λίγο καιρό έγινε μια πορεία προς τη Γερμανική πρεσβεία, καλεσμένη από διάφορες συλλογικότητες, αναρχικές, αντιφασιστικές αλλά και αριστερές/κομμουνιστικές. Το κάλεσμα έγραφε (μεταξύ άλλων) ότι… «Η σύγκρουση, παρ’ όσα παραπλανητικά προπαγανδίζονται, δεν είναι ανάμεσα στην Ελλάδα και την Γερμανία, ανάμεσα στους Έλληνες και τους Γερμανούς · οι λαοί της Ευρώπης, οι Έλληνες, Ισπανοί, Ιταλοί, Γερμανοί, Γάλλοι κλπ εργάτες δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε. Αντίθετα, έχουμε έναν κοινό εχθρό : την ιμπεριαλιστική πολιτική του γερμανικού κεφαλαίου και των διεθνών και ντόπιων συμμάχων του. Το γερμανικό κεφάλαιο απομυζεί τους λαούς ειδικά του ευρωπαϊκού νότου, τους εξοντώνει -με την βοήθεια βεβαίως των ντόπιων αστών- προκειμένου να διασώσει τις δικές του τράπεζες και να συνεχίσει η χρηματιστηριακή συσσώρευση. Η πολιτική λιτότητας και η διαχείριση του χρέους, όπως πραγματοποιείται τα τελευταία χρόνια, συμφέρει το γερμανικό κεφαλαίο και η σύγκρουση μαζί της είναι προς το συμφέρον των εργαζομένων της Ε.Ε..»

Το κάλεσμα και η πορεία δέχτηκε σκληρή κριτική από άλλους αναρχικούς, που αναρωτιούνται τι δουλειά μπορεί να έχουν αναρχικοί σε μια τέτοια πορεία, αναρωτιούνται για την στοχοποίηση αποκλειστικά και μόνο της Γερμανίας, και για την υιοθέτηση μιας αριστερής ορολογίας…άλλοι πάλι, θεωρούν ότι δεν είναι ώρα τώρα να βάζουμε ως προτεραιότητα την πολιτική μας «καθαρότητα», και ότι πρέπει να αποκτήσουμε συμμαχίες και με άλλες ομάδες, άλλα κομμάτια της κοινωνίας ή του πολιτικού φάσματος (από την εξωκοινοβουλευτική αριστερά πχ.) προκειμένου να δημιουργηθεί ένα μαζικότερο κίνημα. Εσύ πως τοποθετείσαι σε αυτό το ζήτημα;

Καταρχάς, αυτό δεν είναι ένα ζήτημα. Είναι πολλά μαζί και δύσκολα. Δυστυχώς, δεν έχω παρακολουθήσει την αντιπαράθεση που υπήρξε, αλλά και αυτή που ακολούθησε και συνδέεται με την πρώτη. Έχω, όμως, άποψη που αναπτύσσεται καλύτερα στο κείμενό μου παρά στον περιορισμένο χώρο αυτής της συνέντευξης.

Όταν σκοτώνονται εργάτες στο Κατάρ κατά τη διάρκεια της κατασκευής γηπέδων για το παγκόσμιο κύπελλο, ποιον κατηγορούμε; Τον τοπικό εργολάβο του εμιράτου ή τη FIFA και τις μεγάλες πολυεθνικές χορηγούς; Αν δουλεύει κάποιος στην Ελλάδα σε μια κορυφαία πολυεθνική και στα πλαίσια εξορθολογισμού η επιχείρηση αναθέσει με outsourcing ένα συνολικό σχέδιο μείωσης του κόστους σε μια ελληνική εταιρία συμβούλων και αυτή επιβάλει την απόλυση του εργαζόμενου, ποιος θα φταίει; Ποιον θα προτιμήσουμε να χτυπήσουμε; τα εγχώρια ανερχόμενα golden boys or girls ή την κορυφαία πολυεθνική; Και στ’ αλήθεια, ποιος έχει τη μεγαλύτερη ευθύνη; Ας μεταφερθούμε τώρα σε πολιτικό επίπεδο. Γιατί στην περίπτωση της χρεοκοπίας της Αργεντινής όλος ο κόσμος κατηγορούσε τις ΗΠΑ; Ήταν λάθος; Γιατί στην περίπτωση της Ελλάδας είναι διαφορετικά τα πράγματα, δεν είναι προφανής η ευθύνη της Γερμανίας για το δράμα που ζούμε; Γιατί εδώ δεν βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα; Αυτή που πολύ εύκολα θα αντιλαμβανόμασταν αν συνέβαινε σε οποιαδήποτε χώρα του τρίτου κόσμου;

Ας εξετάσουμε το ζήτημα βήμα βήμα. Έχουμε μια ηγεμονική δύναμη στην Ε.Ε. που εκβιάζει μια νεοεκλεγείσα αριστερή κυβέρνηση για να επιβάλει τη συνέχεια των μνημονιακών μέτρων στον ελληνικό λαό. Τι κάνεις ως επαναστατικό κίνημα;

1ον) Τίποτα. Λες ότι δε μ’ αφορά η ενδοεξουσιαστική σύγκρουση.

2ον )Μια αντικρατική πορεία!!! Προφανώς υποδηλώνοντας τις θεμελιακές αρχές της ύπαρξής σου.

3ον )Μια πορεία προς τη γερμανική πρεσβεία.

Ανάμεσα σε άλλα, γιατί όχι; Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί τα γερμανικά συμφέροντα στη χώρα δεν είναι στρατηγικός στόχος στην περίοδο της κρίσης. Υπάρχει ο φόβος ότι στρεφόμενοι κατά της Γερμανίας αποκτούμε πατριωτικά χαρακτηριστικά ή ενισχύουμε την κυβέρνηση Σύριζα. Είναι εύλογες οι ανησυχίες. Όμως, γιατί δεν συμβαίνει αυτό όταν στρεφόμαστε ενάντια σε μια αμερικάνικη πολυεθνική; Γιατί τότε παραμένουμε διεθνιστές; Δεν έχει το κεφάλαιο εθνικά χαρακτηριστικά; Και γιατί, τέλος πάντων, μας πείραξε μια στοχευμένη πολιτικά πορεία από μια τελείως άστοχη ενάντια στο κράτος; Ακόμη κι αν κάποιος αναρχικός- δικαιολογημένα κατά τη γνώμη μου- διαφωνεί με το λόγο του καλέσματος, είτε στην ολότητά του είτε μερικώς ή έχει σοβαρές ανησυχίες για την ανάδειξη μιας τάσης που χρησιμοποιεί αριστερή ορολογία και εργαλεία ανάλυσης, δεν καταλαβαίνω γιατί δεν πρέπει να συμμετέχει σε μια πορεία που έχει σωστή στοχοθεσία με τον δικό του λόγο. Δεν καταλαβαίνω, από τον «αντι-ιμπεριαλισμό» κινδυνεύουμε ή από τη Γερμανία;

Είμαστε αναρχικοί και θα πολεμήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις την κυβέρνηση Σύριζα που θα συνεχίσει τις μνημονιακές πολιτικές και όσους τις υπαγορεύουν, ανάμεσά τους και τη γερμανική ελίτ. Χωρίς εκπτώσεις, χωρίς ελαφρυντικά, αλλά με τη συναίσθηση ότι μεγαλύτερη ευθύνη για το δράμα που ζούμε έχει ο λύκος και όχι ο σκύλος. Ανάμεσα στην αναρχική καθαρότητα που είναι παντελώς άστοχη και εκτός πραγματικότητας και στις προσδοκίες για αναβίωση του ΕΑΜ και του ΔΣΕ την εποχή των social media, τάσσομαι ανεπιφύλακτα με την Αναρχία που αγάπησα. Την Αναρχία των κινημάτων, που πρέπει μόνο να ξεπεράσει τις αλλεργίες της και να είναι πιο στοχευμένη και πιο στοχοπροσηλωμένη.

  1. Γράφεις στο κείμενό σου ότι «έχουμε ρίξει όλο το βάρος της απεύθυνσής μας στο οραματικό στοιχείο της θεώρησής μας» και ότι «Δεν αρκεί όμως για να συζητήσουμε σοβαρά αυτή τη στιγμή με τα σημερινά δεδομένα την οργάνωση μιας κοινωνικής επανάστασης στον τόπο μας που θα είναι βιώσιμη…»

Πως πιστεύεις ότι γίνεται αυτό; Έχεις κάποιες συγκεκριμένες ιδέες/προτάσεις που θα μπορούσαν να βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση;

Το κομβικό σημείο στο συνδυασμό της ουτοπίας με το ρεαλισμό είναι η διατήρηση ως στρατηγικού στόχου της επαναστατικής κατεύθυνσης. Το ένα πρέπει να μπει μέσα στο άλλο, αλλιώς είναι πολύ εύκολο να οδηγηθείς είτε σε έναν υπερεπαναστατικό δονκιχωτισμό είτε στον ρεφορμισμό. Καμία εξέγερση δεν πυροδοτήθηκε αν δεν υπήρχε η τρέλα κάποιων να υπερβούν τους εαυτούς τους και να οραματιστούν ένα καλύτερο αύριο, όμως καμία επανάσταση δεν μπορεί να στεριώσει αν αυτοί οι τρελοί δεν είναι ταυτόχρονα και στρατηγοί, οικονομολόγοι, επιστήμονες, μηχανικοί…

Με άλλα λόγια, ψάχνουμε για το «χώρο» μας εκείνο το πάντρεμα που θα μπορέσει να παραγάγει ένα βιώσιμο μοντέλο επικράτησης της επανάστασης πάνω στις συγκεκριμένες οικονομικές και κοινωνικές απαιτήσεις του τόπου μας. Δε συζητάμε, φυσικά, για πρωτοπορίες που θα επιβάλλουν το πρόγραμμά τους στο λαό. Όμως, ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό πρόγραμμα σίγουρα μας προσδίδει μεγαλύτερη αξιοπιστία ως κίνημα και διαμορφώνει μια αναγνωρίσιμη ταυτότητα που είναι, καμιά φορά, πιο σημαντική από τις μικρές μας δυνατότητες και ισοσκελίζει τις όποιες ελλείψεις μας.

Για να πλησιάσουμε σε μια επανάσταση στον τόπο μας χρειαζόμαστε πολύ περισσότερη δουλειά και δεσμεύσεις απ’ ότι έχουμε ήδη. Η κοινωνία δε μπορεί να εγκαταλείψει, έτσι απλά, το κράτος επειδή της το ζητάμε και φαντάζει ωραία ιδέα. Πρέπει να λάβει αποδείξεις ότι η ακρατική κοινωνία μπορεί να «δουλέψει». Ιδιαίτερα σήμερα, σε συνθήκες ανθρωπιστικής κρίσης ένα πιάτο ζεστό φαΐ είναι πολύ μεγάλη υπόθεση γι αυτόν που δεν το βρίσκει. Είναι απαραίτητο, λοιπόν, να αναπτύξουμε, εκ των προτέρων, εκείνες τις δομές αλληλοβοήθειας που θα παραμερίζουν το κράτος ή την εκκλησία και θα αποτελέσουν τις κυψέλες της αυριανής κοινωνίας. Και αυτό να επεκταθεί σε όλους τους τομείς. Όλες οι γνώσεις, οι δεξιότητες, ακόμα και τα «χαρίσματα» του καθενός μας πρέπει να αξιοποιηθούν για να καταρτίσουμε ένα σχέδιο που θα απαντά στα προβλήματα της κοινωνίας. Γιατί, ακόμη, κι αν φύγει το κράτος, τα προβλήματα θα είναι εκεί.

  1. Γιατί κατά τη γνώμη σου ο α/α χώρος δεν μπορεί να προσεγγίσει και να αγγίξει ένα μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας, μιας κοινωνίας που ΕΙΝΑΙ θυμωμένη και απογοητευμένη από το πολιτικό σύστημα; Υπάρχει έλλειμμα στον λόγο που βγάζει προς τα έξω; στα επικοινωνιακά «εργαλεία»; Ή τι άλλο;

Καταρχάς, ένα κομμάτι του «χώρου» δε θέλει να προσεγγίσει αυτό το αντίστοιχο της κοινωνίας. Το υποτιμά και ειλικρινά δεν καταλαβαίνω την αιτία. Ακόμη και πέρα από αυτό το μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που μπορεί να θεωρηθεί συντηρητικό ή και αντιδραστικό, θεωρείται υποτιμητική και μια προσέγγιση με κομμάτια που ψάχνουν τις ευκαιρίες και τους τρόπους να αγωνιστούν. Το είδαμε στις πλατείες των αγανακτισμένων όπου νομίζαμε ότι τα κοινωνικά υποκείμενα έρχονται «συστημένα» κατόπιν παραγγελίας, καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν μας. Και αυτό που είδαμε δε μας άρεσε, φυσικά.

Θα είμαι ο τελευταίος που θα τα «χώσει» στο «χώρο» για ανικανότητα και ανεπάρκειες, μετά από 17 χρόνια ισοβαρούς ευθύνης για την πορεία του. Είμαι όμως, υποχρεωμένος να γράφω τη γνώμη μου γιατί πονάω για την Αναρχία. Η ελληνική κοινωνία είναι πολύ ιδιαίτερη. Το 2010 έζησε την κατάρρευση της μεταπολιτευτικής ιδεολογίας της παραίτησης, της ανάθεσης, που την είχε βγάλει τελείως από το κάδρο της παραγωγής Ιστορίας. Αρχίζει να χωνεύει σιγά σιγά το γεγονός ότι χωρίς την ενεργή παρέμβασή της δε μπορεί να λυθεί το σύγχρονο δράμα που ζει.

Παράλληλα, βιώνει μια τρομερή οργή για το πολιτικό σύστημα που εδώ και 40 χρόνια παρασιτούσε στο σώμα της. Αυτό την κάνει εξαιρετικά αυστηρή με κάθε πολιτική κίνηση. Η ευρεία άποψη για το χώρο των αναρχικών ήταν για πολλά χρόνια αυτή μιας νεολαιίστικης αντίδρασης απέναντι στο σύστημα. Αυτό έχει, μερικώς, αλλάξει την τελευταία δεκαετία και ειδικά μετά το ’08.

Έχουμε καταφέρει να στερεοποιήσουμε μια πολιτική ταυτότητα που έχει λόγο στα πράγματα. Μας λείπει, όμως, η αξιοπιστία ενός σταθερού κεντρικού λόγου που θα είναι αναγνωρίσιμος. Ο λόγος μας πρέπει να αποκτήσει όγκο. Δεν υποστηρίζω, φυσικά, την ιδέα να γίνουμε κόμμα με γραμμή, αλλά είναι επιτακτικό σε κεντρικά ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία, όλοι να ξέρουν ότι οι αναρχικοί λένε «αυτό». Πολύ περισσότερο, να ξέρουν ότι αυτά που λέμε έχουμε τη βούληση και τη δύναμη να τα εφαρμόσουμε, ή έστω να τα παλέψουμε.

  1. Ποια ζητήματα, θέματα κοινωνικά πιστεύεις ότι πρέπει να γίνουν οι προτεραιότητες του «χώρου»; Ποια είναι τα «βασικά»;

Τα «βασικά» είναι τα ζητήματα που έχει αναδείξει η κρίση. Πρώτα απ΄ όλα, ποιο οικονομικό μοντέλο θα ακολουθήσει αυτός ο τόπος, έτσι ώστε να έχει μια βιώσιμη παραγωγή που να εναρμονίζεται με την ιδιοσυγκρασία του ελληνικού λαού και την παράδοση. Η δημιουργία ενός δικτύου αλληλοβοήθειας για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Η διαγραφή του χρέους και η αποδέσμευση από τους ευρωπαϊκούς και υπερατλαντικούς θεσμούς. Η χάραξη στρατηγικής για τις σχέσεις με χώρες από τις οποίες μπορούμε να εισάγουμε προϊόντα πρώτης ανάγκης. Η αξιοποίηση προς όφελος του λαού όλου του πλούτου που βρίσκεται στα χέρια των ελίτ. Μια μεταναστευτική πολιτική που να αποδέχεται και να αγκαλιάζει όσους θέλουν να μείνουν στον τόπο μας, με την αυστηρή προϋπόθεση να δουλεύουν για τη βιωσιμότητα της επανάστασης και να ενθαρρύνει την προώθηση όσων θέλουν να πάνε στη βόρεια Ευρώπη. Μια παιδεία που να επενδύει στην επιστημονική έρευνα και να παράγει πολιτισμό, έτσι ώστε η ελληνική κοινωνία να αποδεσμευτεί από το συντηρητισμό δεκαετιών.

Δε θα ισχυριστώ ότι λύνοντας αυτά, αυτομάτως θα κατέβει όλος ο κόσμος στο δρόμο. Ούτε ότι μόνο αυτά είναι τα σοβαρότερα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας. Είναι, όμως, επιτακτική η ανάγκη να αποκτήσουμε ένα συνεκτικό λόγο για τα καθημερινά προβλήματα κάνοντας αυτό που είναι προϋπόθεση για μια επανάσταση, τη «δουλειά του μυρμηγκιού». Δουλεύοντας για να έχουμε να πούμε κάτι σε αυτούς που θα κατέβουν στο δρόμο, παράλληλα με την καθαυτή προσπάθεια να κατέβουν.

  1.  «Να μπολιάσουμε την τέχνη του εφικτού με το πάθος της ουτοπίας μας.» Πως το εννοείς αυτό; πως απαντάς σε αυτούς που λένε ότι όλα όσα δεν αφορούν άμεσα την κατάργηση του κράτους και του κόσμου όπως τον ξέραμε, είναι «ρεφορμισμός»;

Αν εδώ και δεκαετίες οι αναρχικοί διεξάγουν έναν, κατά Κλαούζεβιτς, ολοκληρωτικό πόλεμο, κάποιος να με ξυπνήσει. Αν η καθαρότητα, η επαναστατικότητα του «χώρου» εξαντλείται στα ίδια και τα ίδια μίνιμουμ ανέξοδα πράγματα που δεν αρκούν όχι για την κατάργηση του κράτους, ούτε καν για μια αξιοπρεπή ρουτίνα, τότε προτιμώ να λερωθώ με λίγο πραγματισμό.

Δεν υπάρχουν πολλοί τρόποι να κάνεις επανάσταση και να καταργήσεις το κράτος και τον κόσμο όπως τον ξέρεις. Κυρίως, δεν υπάρχουν εύκολοι τρόπο. Δεν αρκεί ένας Δεκέμβρης, αυτό είναι προφανές.

Πρέπει να βουτήξεις στα σκατά αυτού του κόσμου, να μετρήσεις και να αφουγκραστείς τους φόβους και τις αγωνίες του, την αμορφωσιά και τη βαρβαρότητά του, να ψάξεις για τις ρωγμές του αντιπάλου σου και να τις εκμεταλλευτείς, να πας βήμα βήμα, να πας και ένα βήμα πίσω αν χρειαστεί.

Να πας με τη σεμνότητα του αγωνιστή, του ελεύθερου ανθρώπου και όχι με την αλαζονεία του ελιτιστή. Να πάρεις ό,τι καλύτερο έχει παραγάγει αυτός ο κόσμος και να το εξελίξεις, όχι να τα διαγράψουμε όλα ως τερατουργήματα του καπιταλισμού.

Η Αναρχία είναι παιδί του Διαφωτισμού, δε χρειάζεται να γυρίσουμε στην εποχή των σπηλαίων για να βιώσουμε την απόλυτη αποδέσμευση από τον καπιταλισμό, την απόλυτη ελευθερία. Ρεφορμισμός είναι να κάνεις εκπτώσεις στις αξίες, στο λόγο και τη δράση σου. Εγώ δε μιλώ για κάτι τέτοιο. Απλά, αποζητώ μια μέθοδο για να φτάσω στην ουτοπία.

  1. Έχεις αναλάβει την πολιτική ευθύνη για την συμμετοχή σου στην ένοπλη οργάνωση «Επαναστατικός Αγώνας». Είναι το «ένοπλο» μέρος ενός μαζικότερου κινήματος, ή λειτουργεί ανταγωνιστικά; Ποιος είναι ή πρέπει να είναι ο ρόλος της «βίας-αντι βίας» σε ένα τέτοιο κίνημα;

Ο ένοπλος αγώνας είναι ένα διαχρονικό μέσο ολόκληρου του επαναστατικού κινήματος. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, υπάρχει μια ευρεία παράδοση στο αντάρτικο πόλης, γεγονός που την κατατάσσει ως μια μοναδική περίπτωση ανάμεσα στις ευρωπαϊκές, αλλά και τις χώρες του νότου. Το ένοπλο είναι, σαφώς, κομμάτι του ευρύτερου κινήματος. Αυτό είναι κάτι κατακτημένο και αδιαπραγμάτευτο.

Όσοι θεωρούν το αντίθετο, πιστεύω ότι έχουν μια πολύ φτωχή άποψη για τη χρησιμότητά του και, κατ΄ επέκταση, του ίδιου του αγώνα. Η πάγια αντίληψη των πολέμιων του ένοπλου αγώνα είναι ότι τρέφει την καταστολή ή, στην καλύτερη περίπτωση, παράγει δυσανάλογη καταστολή σε σχέση με αυτή που μπορεί να σηκώσει το κίνημα. Είναι η κλασσική συζήτηση πάνω σ’ αυτό που ονομάζεται το «ζήτημα των δίδυμων πύργων». Θα ήταν οι ΗΠΑ και κατ’ επέκταση ολόκληρος ο κόσμος, ίδιος αν δεν είχε συμβεί η επίθεση την 11η Σεπτέμβρη του 2001; Θα είχε επιταχυνθεί τόσο ραγδαία ο ολοκληρωτισμός, θα είχε αναβιώσει ο βορειοαμερικάνικος ιμπεριαλισμός, που συνέπειά του στην Ελλάδα ήταν οι αντιτρομοκρατικές νομοθεσίες, οι ειδικές συνθήκες κράτησης, οι φυλακές τύπου Γ’ και οι χιλιάδες κάμερες στους δρόμους; Πιθανότατα να αργούσε λίγο ακόμη μια τέτοια εξέλιξη. Όμως το αληθινό ερώτημα είναι το εξής:

Μπορούν οι καταπιεσμένοι να υπομένουν καρτερικά τις καθημερινές εξοντώσεις τους και να μην περνούν στην αντεπίθεση φοβούμενοι τα αντίποινα; Ο ένοπλος αγώνας είναι αναγκαίος για να επιστρέφει ένα μικρό ποσοστό της βίας που ασκείται στην κοινωνία. Είναι ένα χρήσιμο εργαλείο, υπό την προϋπόθεση ότι χρησιμοποιείται με σύνεση και πολιτικό σχεδιασμό. Όπως και όλα τα μέσα που διαθέτουμε πρέπει να υπάγεται σε μια ενιαία στρατηγική του κινήματος και όχι το αντίστροφο. Στην Ελλάδα, δεν έχουμε πρόβλημα «λίγου» ένοπλου, έχουμε συνολικότερο πρόβλημα στρατηγικής, κάτι που ορισμένες οργανώσεις, ευτυχώς, υπερκεράζουν. Υπήρξαν, για παράδειγμα, ενέργειες τόσο καίριες που καθόρισαν τους πολιτικούς συσχετισμούς υπέρ του κινήματος. Έχουμε έναν ευγενή σκοπό ως κίνημα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι διεξάγουμε πόλεμο. Κι αυτό σημαίνει, απαραίτητα, ότι πρέπει να αποπνέουμε φόβο, γεγονός που αυξάνει την αξιοπιστία μας.

10. Στην παρουσίαση του βιβλίου του Δ. Κουφοντίνα, ένα μέλος των ερυθρών ταξιαρχιών, είχε μιλήσει για τους αγώνες που γίνονταν τότε στις φυλακές, και είχε πει πως τότε όλα ήταν αλλιώς, και «μέσα» και «έξω», γιατί η ταξικότητα των κρατουμένων αλλά και του κόσμου ήταν πιο συνειδητή…Σχετικά με το θέμα της ταξικότητας… τι ρόλο παίζει σήμερα, τόσο μέσα στις φυλακές, όσο και έξω στο κίνημα; Πιστεύεις ότι ο α/α χώρος έχει χάση τη σύνδεσή του με αυτό το ζήτημα;

Δεν ζούμε, φυσικά, στο μεσοπόλεμο ούτε, ακόμη, στις αρχές της μεταπολίτευσης όπου η εργατική τάξη είχε υψηλή συνείδηση της ταυτότητάς της. Σήμερα, υπάρχει μια τεράστια αποσάθρωση των δομών και των συνεκτικών στοιχείων που συντέλεσαν στο να ευδοκιμήσει εκείνη η συνείδηση. Οι λόγοι είναι γνωστοί και πολυγραμμένοι. Η αποθέωση της εξατομίκευσης, του lifestyle, της παραίτησης. Ο ίδιος ο μετασχηματισμός του καπιταλισμού και της παραγωγικής διαδικασίας δημιούργησε ένα νέο άνθρωπο χωρίς σημεία αναφοράς, ιστορικές καταβολές, χωρίς ένα κοινό αντικείμενο να τον ενώνει με άλλους. Όμως, η εργατική τάξη, ακόμη και με χαμηλή ταξικότητα, είναι υπαρκτή και πιο διευρυμένη από ποτέ. Σε αυτήν προστέθηκε το 1/3 της κοινωνίας των 2/3, το κομμάτι της μεσαίας τάξης που καταστράφηκε και οι ικανοποιητικά αμειβόμενοι μισθωτοί που έχασαν τις δουλειές τους μέσα στην κρίση. Έτσι, αν τα πράγματα δεν ήταν τόσο δραματικά, θα μπορούσαμε να αστειευτούμε ότι και οι δικές μας δυνατότητες παρέμβασης έχουν διευρυνθεί. Υπάρχουν πολλοί περισσότεροι άνθρωποι που δεν έχουν να χάσουν τίποτα.

Ανεξάρτητα όμως από το βαθμό της συνείδησης των ανθρώπων που βρίσκονται είτε στις φυλακές είτε στις διάφορες μορφές εργασίας, οι δυνατότητες παρέμβασης στις ακραίες συνθήκες της κρίσης είναι απεριόριστες. Μπορεί στην μικροκλίμακα του εργοστασίου ο εργαζόμενος να μην είναι διατεθειμένος να ρισκάρει για να διεκδικήσει δικαιώματα που κατακρεουργούνται, αλλά υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο να είναι έτοιμος να παλέψει για ανατροπές. Το ίδιο ισχύει και για τις φυλακές. Οι κρατούμενοι σε όλη τη χώρα ζουν σε άθλιες συνθήκες και δεν κάνουν τίποτα για να αλλάξει αυτό. Όταν, όμως, οι συνέπειες της κρίσης φτάσουν για τα καλά μέσα στις φυλακές, όταν δούμε ένα μνημόνιο για τους κρατούμενους τότε με ή χωρίς ταξική συνείδηση θα υπάρξουν αντιδράσεις.

11. Ποιες οι διαφορές που εσύ αλλά και οι συγκρατούμενοί σου βιώνετε στην φυλακή τύπου Γ’ στην οποία βρίσκεστε σε σχέση με τις φυλακές τύπου Β’;

Οι φυλακές τύπου Γ’ στο Δομοκό δε διέφεραν σε τίποτε από τις υπόλοιπες κλειστές φυλακές της χώρας, όσον αφορά τις συνθήκες διαβίωσης, τα ωράρια, τα επισκεπτήρια. Μπορώ να πω ότι, σίγουρα, ήταν πολύ καλύτερα από ορισμένες άλλες απαράδεκτες φυλακές. Κι εδώ βρίσκεται η μεγάλη παρερμηνεία γύρω από το νομοθετικό πλαίσιο για τις συγκεκριμένες φυλακές. Το πλαίσιο αυτό ήρθε να θεσμοθετήσει το άτυπο καθεστώς εξαίρεσης για τους πολιτικούς κρατούμενους που ισχύει εδώ και μερικά χρόνια, και είναι η προέκταση των ειδικών συνθηκών που επιχειρήθηκε να επιβληθούν στους κρατούμενους της 17Ν το 2002. Το άτυπο αυτό καθεστώς προβλέπει και εφαρμόζει στην πράξη την κατάργηση δικαιωμάτων, όπως άδειες και αναστολές. Με λίγα λόγια, η προηγούμενη κυβέρνηση, που είχε μια ευαισθησία σ΄ αυτά τα ζητήματα, ήρθε να διασφαλίσει μια δια βίου κράτηση για τους πολιτικούς κρατούμενους με τη βούλα του νόμου, βγάζοντας τους εισαγγελείς από τον κόπο να απορρίπτουν επανειλημμένα τα διάφορα αιτήματά μας. Αν και η προηγούμενη κυβέρνηση πολύ θα ήθελε να συμπληρώσει αυτό το πλαίσιο με συνθήκες Γκουαντάναμο, αντιλήφθηκε ότι αυτό το σχέδιο είναι πρώιμο. Έτσι, περιορίστηκε στο πρώτο σκέλος. Προς το παρών, αυτό τους το σχέδιο αποσύρθηκε από τη μαχητική απεργία πείνας του περασμένου Μάρτη.

12. Αυτή την περίοδο διεξάγεται το εφετείο της πρώτης δίκης του Επαναστατικού Αγώνα. Τι προσδοκάς από αυτό;

Πολιτική και ηθική δικαίωση, τίποτε άλλο.

Πηγή: hitandrun.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *