Τα κριτήρια των πολιτικών συμμαχιών (με αφορμή τη Λαϊκή Ενότητα)

unnamed (1)Οπωσδήποτε ένα από τα επίμαχα ζητήματα των ημερών είναι η δημιουργία της Λαϊκής Ενότητας (ΛΑ.Ε.) –το προϊόν διάσπασης του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.–  και οι πολιτικές συμμαχίες που δημιουργούνται γύρω από αυτήν. Δυνάμεις που βρίσκονταν εντός ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αλλά δεν ανήκαν στην Αριστερή Πλατφόρμα, καθώς και δυνάμεις εκτός ΣΥ.ΡΙΖ.Α. συμφώνησαν με τη ΛΑ.Ε. για κοινή εκλογική κάθοδο. Τα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι πολλά και κατά τη γνώμη μας κρίσιμα. Ας δούμε μερικά καθώς και ορισμένες σκέψεις γύρω από αυτά.

I. Τι κόμμα είναι η ΛΑ.Ε.;

Έχουμε υποστηρίξει σε άλλο κείμενό μας πως υπάρχουν συγκεκριμένα κριτήρια για τον προσδιορισμό του χαρακτήρα ενός κόμματος [1]. Τα κριτήρια αυτά είναι α) η ιδεολογία του, β) το πρόγραμμά του, γ) η ταξική του σύνθεση, δ) η πρακτική του και ε) η στάση του συστήματος απέναντί του. Σε σχέση με προηγούμενο άρθρο μας [2] προσθέτουμε το κριτήριο της ιδεολογίας, κάνοντας μία λεπτότερη θεώρηση. Το πρόγραμμα και η ιδεολογία δεν ταυτίζονται απαραίτητα, αφού μπορεί να υπάρχουν αποκλίσεις και το πρόγραμμα να παρεκκλίνει της ιδεολογίας [3].

Με βάση αυτά τα κριτήρια και με όρους ταξικούς ένα κόμμα μπορεί να είναι αστικό, μικροαστικό ή εργατικό. Με όρους ιδεολογικούς μπορεί να είναι κεϋνσιανό, νεοφιλελεύθερο, αριστερίστικο, ρεφορμιστικό, λενινιστικό κ.λπ. Βεβαίως υπάρχουν και οι ενδιάμεσες ζώνες, αφού για παράδειγμα ένα μικροαστικό κόμμα μπορεί να έχει ριζοσπαστικά ή συντηρητικά χαρακτηριστικά, ένα εργατικό να μην είναι απαραίτητα επαναστατικό κ.λπ.

Όσον αφορά στην ιδεολογία, η ΛΑ.Ε. δεν έχει κάνει σαφές ποιο είναι το ιδεολογικό της στίγμα, δηλαδή αν οι ιδεολογικές της συντεταγμένες καθορίζονται από το μαρξισμό, τον ευρωκομμουνισμό, την «αριστερή» σοσιαλδημοκρατία ή ό,τι άλλο. Αν υποθέσουμε ότι υιοθετείται το προηγούμενο ιδεολογικό πλαίσιο του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., με βάση το οποίο ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στηρίζεται «στη μαρξική και χειραφετητική σκέψη και την ιστορία της και προσπαθεί να την επεξεργαστεί παραπέρα, αξιοποιώντας κάθε σημαντική θεωρητική συμβολή», τότε πιθανώς έχουμε να κάνουμε με ένα κόμμα που διαθέτει ένα αμάλγαμα απόψεων που συμπεριλαμβάνουν το Μαρξ, το Λένιν, το Μάο, τον Τρότσκι, τον Γκράμσι, το Λούκατς, τον Μπερλινγκουέρ, τον Πουλαντζά, τον Κάουτσκι κ.ά. [4]. Με μόνο ελαφρυντικό την ταχύτητα των ραγδαίων εξελίξεων, πρέπει να διευκρινίσουμε πως η μη αποσαφήνιση του ιδεολογικού χαρακτήρα της ΛΑ.Ε. δεν μπορεί να καταλογιστεί στα θετικά της. Από τις μέχρι τώρα σχετικές τοποθετήσεις προκύπτει πως η ΛΑ.Ε. δεν έχει ένα σαφές ιδεολογικό στίγμα και ρέπει στο να ενταχθεί σε ένα γενικό αντιμνημονιακό πλαίσιο[5].

Έχουμε εξηγήσει αλλού ότι η ταξική σύνθεση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ήταν και είναι κατά βάση σύνθεση μικροαστική (έχουμε εξηγήσει επίσης για ποιο λόγο η ταξική σύνθεση των ψηφοφόρων δεν είναι ορθό κριτήριο) [6]. Η ΛΑ.Ε. είναι ένα κομμάτι από τα σπλάχνα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., οπότε δε διαφοροποιείται στην ταξική της σύνθεση. Ακόμη κι αν εκφράζει μερικά τμήματα της εργατικής διανόησης, αυτό δεν αναιρεί την παραπάνω διαπίστωση.

Στον τομέα της πράξης μπορεί κάποιος να καταλογίσει πολλά στα στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας, προσάπτοντάς τους ευθύνες για την πορεία και το κατάντημα του σημερινού ΣΥ.ΡΙΖ.Α.. Για παράδειγμα δεν αμφισβητήθηκε ο ρόλος της Ε.Ε., παρά μόνο σε ελάχιστες στιγμές και δειλά. Η δήλωση Λαφαζάνη πως «δεν ψηφίζουμε μνημόνιο αλλά στηρίζουμε την κυβέρνηση», ήταν μία δήλωση απόρροια καιροσκοπισμού. Επίσης, η Αριστερή Πλατφόρμα προσέδωσε όλα αυτά τα χρόνια μία επίφαση ριζοσπαστισμού στο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. δημιουργώντας αυταπάτες, ενώ το 1991 τα στελέχη της κι ενώ ήταν ακόμη στο Κ.Κ.Ε., συμμάχησαν με τις πιο δεξιές και «ανανήψαντες» δυνάμεις (Ανδρουλάκης, Δραγασάκης, Δαμανάκη) που ως στόχο τους είχαν τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση του Κ.Κ.Ε..

Το Πρόγραμμα που παρουσιάστηκε σε πρώτη φάση από τη ΛΑ.Ε. περιέχει άξονες σε ριζοσπαστική κατεύθυνση με αντιιμπεριαλιστικά, αντιμονοπωλιακά και δημοκρατικά χαρακτηριστικά, αλλά έχει και αρκετά προβλήματα. Δύο είναι τα πιο σοβαρά κατά τη γνώμη μας:

Το ένα αφορά στην αποπληρωμή του χρέους: «Η αναστολή πληρωμών του χρέους, με στόχο τη διαγραφήτου μεγαλύτερου μέρους του. Η αναστολή πληρωμών του επαχθούς χρέους θα συνοδευτεί από πολιτικές και νομικές ενέργειες, στο επίπεδο του ΟΗΕ και της διεθνούς Δικαιοσύνης, οι οποίες θα αξιοποιήσουν και το σχετικό πόρισμα της Βουλής» [7]. Με βάση την παραπάνω θέση ανακύπτουν δύο προβληματικά σημεία. Το ένα σχετίζεται με την αποδοχή έστω μέρους του χρέους, ενός χρέους για το οποίο δεν ευθύνεται ο ελληνικός λαός, αλλά το δημιούργησε η πολιτική των αστικών πολιτικών κομμάτων και η εξαρτημένη φύση του ελληνικού καπιταλισμού. Το άλλο σχετίζεται με τη σπορά αυταπατών για το πώς θα δοθεί λύση στο ζήτημα του χρέους (νομική λύση). Κι αν οι συσχετισμοί και οι πιέσεις είναι τέτοιες που τα διεθνή δικαστήρια αποφανθούν ότι το χρέος ή ένα μεγάλο μέρος του πρέπει να αποπληρωθεί, τι θα κάνει μία κυβέρνηση η οποία θα έχει στο μεταξύ επιδιώξει τη δικαστική επίλυση του προβλήματος; [8]

Το άλλο προβληματικό σημείο αφορά στο ζήτημα της εξόδου: «Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι –σύμφωνα με το πρόγραμμα– η έξοδος από την ευρωζώνη είναι απαραίτητη, ενώ για την Ευρωπαϊκή Ένωση αρκείται στη “ρήξη”. Επισημαίνεται, δε, ότι “το ζήτημα της συμμετοχής ή αποχώρησης της Ελλάδας από την Ε.Ε. μπορεί να τεθεί εκ των πραγμάτων στην ημερήσια διάταξη. Σ’ αυτή την περίπτωση, την απόφαση πρέπει να την πάρει ο ίδιος ο λαός, με δημοψήφισμα”» [9]. Ειδικά για το ζήτημα της εξόδου θα αναφερθούμε εκτενώς λίγο παρακάτω.

Από την άλλη οφείλουμε να πούμε πως τα αστικά Μ.Μ.Ε. και το αστικό πολιτικό σύστημα δεν υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό τη δημιουργία της ΛΑ.Ε.. Μάλιστα γνωστοί και απόλυτα συστημικοί δημοσιογράφοι τονίζουν σε κάθε ευκαιρία πως ανάμεσα στη ΛΑ.Ε και το Κ.Κ.Ε. το «πρωτότυπο» είναι το δεύτερο και καλούνε εμμέσως πλην σαφώς σε στήριξη του «πρωτότυπου» εκείνον τον κόσμο που θα ταλαντευτεί ανάμεσα σε αυτούς τους δυο κομματικούς σχηματισμούς [10]. Πώς μπορεί να ερμηνευτεί αυτή η στάση λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω; Με βάση το σκεπτικό ότι «δεν είναι όλα στη ζωή άσπρο μαύρο», εικάζουμε πως το ελληνικό κατεστημένο ανησυχεί μήπως η δημιουργία της ΛΑ.Ε. σηματοδοτήσει στο μέλλον νέες εξελίξεις και μία ριζοσπαστικοποίηση ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων και πολιτικών σχημάτων. Επιπλέον, το σύστημα κατανοεί άριστα πως το Κ.Κ.Ε. έχει αποκτήσει συστημικά χαρακτηριστικά (είμαστε προσεκτικοί και δε χαρακτηρίζουμε το Κ.Κ.Ε. ως ένα «τελειωμένο» συστημικό κόμμα) και πως η δυσαρέσκεια είναι ωφέλιμο να συγκεντρώνεται εντός του [11].

Καταληκτικά μπορούμε να αποφανθούμε πως η ΛΑ.Ε. είναι ένα κόμμα μικροαστικό με ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά. Ένα κόμμα του ριζοσπαστικού ρεφορμισμού. Εκφράζει κατά κύριο λόγο μικροαστικά στρώματα, τα πιο «χτυπημένα» ίσως από την καπιταλιστική κρίση και όχι απαραίτητα εύπορα μεσαία στρώματα. Τα στρώματα αυτά (τα πλέον «χτυπημένα») από ιδεολογική άποψη έχουν δημοκρατικές ευαισθησίες ή υπέστησαν ελπιδοφόρες συνειδησιακές ρηγματώσεις με την έναρξη της κρίσης, ενώ κάποια υποστρώματα αυτών των στρωμάτων έχουν μαρξιστικές ή μαρξίζουσες καταβολές, προερχόμενα από το Κ.Κ.Ε., το Κ.Κ.Ε. εσωτερικού και την εξωκοινοβουλευτική αριστερά [12].

II. Ο μικροαστικός χαρακτήρας ενός κόμματος αποτελεί εμπόδιο για τις πολιτικές συμμαχίες με τον επαναστατικό φορέα;

Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι ένα κατηγορηματικό ΟΧΙ ή για να είμαστε πιο ακριβείς ο μικροαστικός χαρακτήρας ενός κόμματος δεν αποκλείει εξ’ ορισμού τη συμμαχία. Η συγκρότηση ή μη μιας τέτοιας συμμαχίας δεν είναι θέση αρχής. Πρέπει κάθε φορά να εξετάζουμε τη συγκεκριμένη περίπτωση με συγκεκριμένο τρόπο.

Πρώτα από όλα πρέπει να διευκρινίσουμε πως την πολιτική συμμαχιών με τα μικροαστικά κόμματα την υπέδειξαν και την υλοποίησαν οι θεμελιωτές της επαναστατικής κοσμοθεωρίας του μαρξισμού λενινισμού. Στην 1η Διεθνή συμμετείχαν οι μαρξιστές, οι μπακουνιστές, οι προυντονιστές, οι οπαδοί των Trade Union και οι μπλανκιστές [13]. Η διάσπαση που επήλθε λόγω των σοβαρών διαφωνιών δε δικαιώνει σε καμία περίπτωση τους υπερασπιστές της «καθαρότητας». Η ταξική πάλη είναι μια ζωντανή διαδικασία που γίνεται μέσα από ζυμώσεις, αντιπαραθέσεις, διασπάσεις. Αυτό είναι αντικειμενικό γεγονός όχι μόνο για πολιτικούς συνασπισμούς αλλά και για τις διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα  εντός των μεμονωμένων κομμάτων ακόμη κι αν δε συμμαχήσουν ποτέ και με κανένα. Οι συμμαχίες μπορούν υπό προϋποθέσεις να ανεβάσουν το επίπεδο δράσης του κινήματος και να ενισχύσουν την επαναστατική άποψη, ακόμη κι αν η κατάληξή τους (των συμμαχιών) δεν είναι η επιθυμητή. Δεν υπάρχει, όμως, μόνο η εμπειρία της 1ης Διεθνούς, αλλά και η τακτική του Λένιν απέναντι στους Μενσεβίκους και τους Εσέρους που με διαλεκτικό τρόπο εμπεριείχε τόσο την αντιπαράθεση όσο και τις προτάσεις για συμπόρευση, η ενιαιομετωπική τακτική του 4ου συνεδρίου και η αντιφασιστική τακτική του 7ου συνεδρίου της Γ΄ Κομμουνιστικής Διεθνούς, η τακτική του Κ.Κ.Ε. στο μεσοπόλεμο και κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκόσμιου πολέμου με τη συγκρότηση του Ε.Α.Μ., αργότερα με την Ε.Δ.Α. κ.λπ.

Ποιοι είναι οι παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η συγκρότηση ενός συνασπισμού κομμάτων, εν γένει ενός συμμαχικού σχήματος; Κατ΄ αρχάς πρέπει να διευκρινίσουμε πως όλες οι συμμαχίες δε συγκροτούνται πάντα για τον ίδιο λόγο. Υπάρχουν συμμαχίες εντελώς πρόσκαιρου χαρακτήρα π.χ. μπορεί να συμμαχήσουν μεταξύ τους κόμματα, ακόμη κι ένα εργατικό με ένα αστικό για ένα επιμέρους θέμα εντός του κοινοβουλίου όπως η θέσπιση της απλής αναλογικής. Υπάρχουν συμμαχίες που μπορεί να είναι κινηματικού χαρακτήρα π.χ. συμμαχίες που να συγκροτούνται στη βάση ενός συνδικαλιστικού προγράμματος στο εργατικό, στο αγροτικό, στο φοιτητικό κ.λπ. κίνημα. Μπορεί η συμμαχία να είναι εκλογικού χαρακτήρα όπως για παράδειγμα αυτή που συγκροτήθηκε μεταπολιτευτικά ανάμεσα στο Κ.Κ.Ε., το Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού και την Ε.Δ.Α.. Μπορεί ακόμη να υπάρχουν στρατηγικές συγκλίσεις και διαδικασίες ενοποίησης κομματικών φορέων, σχημάτων κ.λπ. Τέλος, μπορεί να υπάρχει ένας συνδυασμός κάποιων από τις παραπάνω μορφές συμμαχίας.

III. Είναι εφικτή στην παρούσα φάση μία συμμαχία με τη ΛΑ.Ε.;

Έτσι, με βάση τα παραπάνω οι προϋποθέσεις συγκρότησης μιας συμμαχίας εξαρτώνται κάθε φορά από το χαρακτήρα αυτής. Μιλώντας για τη ΛΑ.Ε. μια συμφωνία στην παρούσα φάση δε θα μπορούσε παρά να είναι εκλογικού και κινηματικού χαρακτήρα. Σε μία συμφωνία εκλογικού χαρακτήρα αυτό που προέχει να διασαφηνιστεί είναι το εκλογικό πρόγραμμα. Το εκλογικό πρόγραμμα δεν ταυτίζεται με το Πρόγραμμα του κόμματος, το οποίο καθορίζει τη στρατηγική του που εδράζεται στις ιδεολογικές πηγές του κόμματος. Βεβαίως, δεν μπορούν τα δυο προγράμματα να είναι ασύνδετα μεταξύ τους. Το «εκλογικό» καθορίζεται από το «στρατηγικό», αλλά όχι με ένα τρόπο ανελαστικό και απόλυτης αντιστοίχισης. Το εκλογικό συμμαχικό πρόγραμμα έχει στοιχεία τόσο τακτικής όσο και στρατηγικής, είναι προϊόν αμοιβαίων υποχωρήσεων και συμβιβασμών.

Το ερώτημα δεν μπορεί να αποφευχθεί: σήμερα υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια εκλογική συμμαχία με τη ΛΑ.Ε. στην οποία θα συμμετείχαν (και) κόμματα ή ομάδες με αναφορά στο μαρξισμό; Μπορεί να αποτελέσουν κριτήρια μη συμμαχίας η φύση της ΛΑ.Ε., το παρελθόν της ή τα πρόσωπα που την απαρτίζουν;

Αν επιζητούμε πολιτικές δυνάμεις που να έχουν αψεγάδιαστο επαναστατικό παρελθόν και παρόν, ηθικά άμεμπτους ηγέτες, αμόλυντη επαναστατική θεωρία, δεν πρόκειται να τις βρούμε ποτέ και πουθενά. Τέτοιες δυνάμεις υπάρχουν μόνο στο φαντασιακό επίπεδο. Αυτό σημαίνει πρακτικά πως όποιος έχει στο μυαλό του ιδανικές καταστάσεις δεν υπάρχει καμία απολύτως πιθανότητα να συγκροτήσει κάποια πολιτική συμμαχία. Θα επιλέγει εσαεί το δρόμο της μοναχικότητας στο βασίλειο της επαναστατικής καθαρότητας, ευελπιστώντας ότι οι μάζες κάπου στο απόμακρο ή και στο εγγύς μέλλον, θα συνειδητοποιήσουν την ύπαρξη της συνεπούς δύναμης και τότε μαζικά θα ριζοσπαστικοποιηθούν οι συνειδήσεις ακολουθώντας το γνήσιο εκπρόσωπο της επανάστασης. Δε θα συμφωνήσουμε, λοιπόν, καθόλου με τη λογική που εξέπεμψαν ορισμένα άρθρα με βάση τα οποία πρέπει να κοπούν οι όποιοι δίαυλοι επικοινωνίας με τη ΛΑ.Ε., αφού πρόκειται για ένα οπορτουνιστικό μόρφωμα με αμαρτωλό παρελθόν. Αν ακολουθήσουμε αυτή τη λογική τότε θα περιμένουμε τη γένεση επαναστατικών σχημάτων προς την επίτευξη μιας πολιτικής συμμαχίας. Αλλά τότε μιλάμε για ένα Μέτωπο κομμουνιστικών και μόνο τέτοιων δυνάμεων, το οποίο πρακτικά και με βάση την ιστορική εμπειρία και την κοινή λογική δεν πρόκειται να προκύψει. Η ένστασή μας δε συνεπάγεται και μία άποψη με βάση την οποία η κριτική απέναντι στον εν δυνάμει σύμμαχο ή τον υπαρκτό σύμμαχο θα πρέπει να απουσιάζει. Κάθε άλλο. Δεν υπάρχει μόνο ο δρόμος του να κατακεραυνώνεις τον άλλο αποκαλύπτοντας σε κάθε ευκαιρία τον οπορτουνιστικό του χαρακτήρα. Ούτε βέβαια είναι αποδεκτή η τακτική σύμφωνα με την οποία αποκρύπτουμε επιμελώς τις διαφορές μας «βάζοντας κάτω από χαλί» τις ιδεολογικοπολιτικές διαφορές. Και οι δυο επιλογές είναι εξίσου καταστροφικές και αδιέξοδες. Υπάρχει και ο δρόμος της συντροφικής κριτικής που δεν αποκλείεται να γίνει και αυστηρή, όταν το απαιτήσουν οι περιστάσεις. Έχει σημασία, όμως και ο τρόπος άσκησης της κριτικής και η επιλογή του χρόνου για την άσκηση και την ένταση της κριτικής. Όταν για παράδειγμα υπάρχει πιθανότητα για μία εκλογική συνεργασία δεν μπορούν αμφότερες οι πλευρές να θυμηθούν ό,τι έχει συμβεί στο παρελθόν και μάλιστα αυτό να είναι το στοιχείο που προτάσσουν στη ρητορική τους [14]. Επίσης, δεν είναι αποδεκτός ένας τρόπος άσκησης της κριτικής που κλείνει κάθε πόρτα όχι απαραίτητα πολιτικής κεντρικής συμφωνίας, αλλά οποιουδήποτε συντονισμού στο κίνημα. Αναφερόμαστε στον τρόπο που ο γενικός γραμματέας της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. άσκησε κριτική στη ΛΑ.Ε., θυμίζοντας φθηνούς δεκάρικους σε φοιτητικά αμφιθέατρα περασμένων δεκαετιών. Απευθυνόμενος στον κόσμο που ακολούθησε το ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και ακολουθεί τώρα τη ΛΑ.Ε., είπε: «Ας αφήσουν λοιπόν τις λαφαζανιές! Και δεν αναφερόμαστε εδώ για όσους και όσες από τους απλούς ανθρώπους του λαού μας αγνά και ειλικρινά συγκινήθηκαν και πίστεψαν στην ελπίδα, στα συνθήματα και τους συμβολισμούς, που όμως αποδείχτηκαν “τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα”…» [15], η υπογράμμιση δική μας.

Μια τέτοια στάση αποκλείει στο διηνεκές τη συμμαχία με μικροαστικές δυνάμεις, γιατί οι μικροαστικές δυνάμεις από τη φύση τους θα έχουν πάντα προβλήματα, σύμφωνα με τα κριτήρια των επαναστατικών δυνάμεων.

Θεωρούμε πως σε αυτό το σημείο αξίζει να προσθέσουμε και το ζήτημα της ηθικής. Σύμφωνοι! Η πρότερη πορεία της ΛΑ.Ε. είναι μια πορεία οπορτουνισμού. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί πως διάσπαση κυβερνόντος κόμματος που μάλιστα οδηγεί σε εκλογές φρενάροντας τη μνημονιακή λαίλαπα, δεν έχει ξαναγίνει. Αυτοί που όντως έχουν σοβαρή ευθύνη για την πλήρη μετατροπή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σε μνημονιακό ή για να είμαστε πιο ακριβείς αστικό κόμμα [16] και με τον Αλέξη Τσίπρα να εκθειάζεται από τις Βρυξέλλες και μερίδα του ελληνικού συστήματος, είναι αυτοί οι ίδιοι που αφήσανε πίσω τους βουλευτικές έδρες και υπουργικές καρέκλες για το υπόλοιπο της τετραετίας. Αυτό δεν ό,τι πιο συνηθισμένο και δεν είναι καθόλου αμελητέα παράμετρος. Και βεβαίως δεν είναι ένα αμιγές ηθικό ζήτημα αλλά και βαθιά πολιτικό.

Τελικά, ίσως τα παραπάνω προϊδεάζουν για μια θετική τοποθέτηση  σχετικά με τις δυνατότητες συμμαχίας με τη ΛΑ.Ε.. Ωστόσο, στην παρούσα φάση, η απάντησή μας είναι αρνητική και αυτό για τρεις συγκεκριμένους λόγους: ο πρώτος σχετίζεται με τους κανόνες λειτουργίας που πρέπει να διέπουν μια εκλογική συνεργασία, ο δεύτερος με το κρίσιμο ζήτημα της Ε.Ε. και ο τρίτος με την ονομασία ενός τέτοιου σχήματος. Ας τα δούμε ένα ένα.

Οι κανόνες λειτουργίας πρέπει να εξασφαλίζουν τη δημοκρατική λειτουργία του σχήματος χωρίς καπελώματα, ηγεμονισμούς, μικρομεγαλισμούς, παραγοντισμούς, δεύτερες αναγνώσεις στις τοποθετήσεις. Οι παθογένειες του παρελθόντος πρέπει κάποια στιγμή να περιοριστούν ως την εξάλειψή τους. Μία συμφωνία θα προϋπέθετε: την αυτοτέλεια των πολιτικών κομμάτων και ομάδων που θα συναπάρτιζαν το κοινό εκλογικό σχήμα, την ύπαρξη ενός συντονιστικού οργάνου που θα εκπροσωπούνταν ισότιμα όλες οι συμμαχικές δυνάμεις κ.λπ. Μάλιστα, μια τέτοια συμφωνία θα είχε νόημα μόνον εφόσον δε θα υλοποιούνταν «κατόπιν εορτής» και ειλημμένων αποφάσεων. Στο πλαίσιο αυτής της δημοκρατικής λειτουργίας εντάσσεται και το ζήτημα της ονομασίας της εκλογικής συνεργασίας. Δεν πρόκειται για έλασσον θέμα, ούτε για κάποιο μικροεγωισμό και ιδεοληψία, αλλά για ουσιαστικό ζήτημα που δείχνει και τις ειλικρινείς προθέσεις μιας υγιούς συνεργασίας [17]. Ας δούμε τώρα ξεχωριστά, λόγω της κρισιμότητάς του το ζήτημα της εξόδου από την Ε.Ε..

IV. Γιατί είναι κρίσιμο το ζήτημα της εξόδου από την Ε.Ε.;

Η σημερινή κρίση που βιώνει ο ελληνικός καπιταλισμός δεν είναι απότοκη της συμμετοχής της Ελλάδας στην Ε.Ε., όμως η συμμετοχή αυτή σε συνδυασμό και με άλλους ιστορικούς και πολιτικούς παράγοντες, την υπερμεγεθύνει.

Υπάρχουν ορισμένα γεγονότα που πέρα από την πολιτική εκτίμηση που έχει ο καθένας, είναι αδιαμφισβήτητα. Από την ημέρα εισόδου της Ελλάδας στην Ε.Ο.Κ., οι εισαγωγές του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού και τεχνολογιών σε σχέση με την εγχώρια παραγωγή αυξήθηκε κατακόρυφα, το ισοζύγιο που αφορούσε στα αγροτικά προϊόντα από θετικό έγινε αρνητικό, οι εισαγωγές καταναλωτικών προϊόντων αυξήθηκαν σε βάρος της εγχώριας παραγωγής, το χρόνιο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου διογκώθηκε περαιτέρω, το κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων μειώθηκε σε σχέση με το μέσο όρο του κοινοτικού [18].

Οι «ευγενείς ιδέες» του Ζαν Μονέ ήταν εν τέλει η συνθήκη του Μάαστριχτ, η Λευκή Βίβλος, η συνθήκη της Λισαβόνας, η οδηγία Μπολκενστάιν και άλλα «υψηλών ιδανικών» κείμενα, αποφάσεις και πολιτικές…

Τα τελευταία χρόνια, όμως, η διείσδυση του ιμπεριαλισμού στην Ελλάδα, ειδικά του γερμανικού, μέσω της δανειακής σύμβασης και των μνημονίων, εντάθηκε με εκθετικό τρόπο. Η ληστρική δανειοδότηση της Ελλάδας έγινε από τρεις πυλώνες εκ των οποίων οι δυο είναι ευρωπαϊκοί: η Ε.Ε. και η Ε.Κ.Τ.. Ο κυκεώνας μέσα στον οποίο έχουν ρίξει τον ελληνικό λαό είναι δημιούργημα (και) της Ε.Ε.. Αυτό, επίσης, είναι ένα αναμφισβήτητο γεγονός και οφείλεται αποκλειστικά στη φύση της Ε.Ε.. Η Ε.Ε. δεν μπορεί να διορθωθεί γιατί υπήρξε δημιούργημα του ιμπεριαλισμού. Η γέννησή της εξυπηρετούσε τα αμερικανικά συμφέροντα που επιδίωκαν την ανάταξη της ευρωπαϊκής οικονομίας προς όφελος της αμερικανικής οικονομίας. Παράλληλα, εξυπηρετούσε και τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων που επιδίωκαν τόσο αυτή την οικονομική ανάταξη όσο και τη συγκρότηση μιας απάντησης στα δύο άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, το αμερικανικό και ιαπωνικό. Αν αυτό μοιάζει αντιφατικό, είναι πράγματι τέτοιο, αφού αυτές οι διαδικασίες δεν μπορούν παρά να εμπεριέχουν στα σπλάχνα τους ένα πλέγμα αντιθέσεων και αντιφάσεων. Για να επιτευχθούν οι προαναφερόμενοι στόχοι υπήρχαν δύο «κλειδιά»: η εξασφάλιση της κοινωνικής συναίνεσης μέσω της δημιουργίας ενός επίπλαστου ευρωπαϊκού οράματος αλλά και η ταυτόχρονη ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης.

Σήμερα, όμως, υπάρχουν κι άλλα δεδομένα, απολύτως αξεπέραστα και μη τροποποιήσιμα όσο μια χώρα βρίσκεται εντός της Ε.Ε..

Λαμβάνοντας υπόψη την «Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού 2015 της Ελληνικής Δημοκρατίας», παρατηρούμε πως πρόβλημα δεν είναι μόνο η εφαρμογή των μνημονίων, αλλά και το ίδιο αντεργατικό πλαίσιο που θέτει η ΕΕ ανεξάρτητα από την ύπαρξη μνημονίων. Τα μνημόνια κάνουν την κατάσταση πιο ασφυκτική για της εργατική τάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα. Συγκεκριμένα και με βάση το προαναφερθέν ντοκουμέντο, σύμφωνα με τη νέα οικονομική διακυβέρνηση της Ε.Ε., όλες οι οικο­νομίες των κρατών-μελών της Ε.Ε., υπόκεινται πλέον σε ενισχυμένη εποπτεία και υποχρεώ­σεις, οι οποίες απορρέουν από την υιοθέτηση του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, καθώς και τους κανονισμούς (six-pack και two-pack) για την ενίσχυση του Συμφώνου Σταθερότητας και Α­νάπτυξης και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο (fiscal pact) που τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2013. Ανάμεσα στα άλλα το νέο πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας καθορίζει τις υποχρεώσεις κάθε κράτους-μέλους, περιλαμβάνει την τήρηση του κανόνα του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, την εφαρμογή αντεργατικών πολιτικών, την πρόβλεψη για μηχανισμό αυτόματης διόρθωσης τυχόν αποκλίσεων από τους δημοσι­ονομικούς στόχους,  την προληπτική εποπτεία του εθνικού προϋπολογισμού, τον έλεγχο του προϋπολογισμού και των μακροοικονομικών προβλέψεων από ανεξάρτη­τες εθνικές αρχές, την υπαγωγή σε καθεστώς «ενισχυμένης εποπτείας» και τη σύναψη μνημονίου συνεννό­ησης όταν προσφεύγει στη χρηματοδοτική στήριξη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήρι­ξης. Μήπως, όμως, υπάρχει περιθώριο για ανατροπή αυτών των κατευθύνσεων εντός του ευρωενωσιακού πλαισίου; Φροντίζει η ίδια η Ε.Ε. να μας απαντήσει με περισσή καθαρότητα. Μία σύσταση αναιρείται μόνον αν συγκεντρωθούν υπέρ αυτής τουλάχιστο 255 σταθμισμένες ψήφοι (από σύνολο 345 ψήφων) οι οποίες να αντιπροσωπεύουν τουλάχιστο δύο τρίτα των μελών του Συμβουλίου [19].

Ας δούμε ακόμη μερικές πλευρές του ανελαστικού ευρωενωσιακού πλαισίου που όσο καλούς διαπραγματευτές κι αν διαθέτει κάποιος, όσο δομημένη και πειστική επιχειρηματολογία έχει διαμορφώσει, δεν αλλάζει επ΄ ουδενί γιατί απλώς είναι η αντανάκλαση των μονοπωλιακών συμφερόντων στη γηραιά ήπειρο. Μήπως μπορεί να υπάρξει μια θετική λύση για το χρέος εντός Ε.Ε.; Κατ΄ αρχάς πρέπει να σημειώσουμε πως παρά τις πιέσεις του αμερικανικού παράγοντα που για τους δικούς του λόγους πιέζει για αναδιάρθρωση του χρέους, η Γερμανία δε δείχνει να συγκινείται. Παράλληλα, σε επίπεδο θεσμικό σύμφωνα με τον κανονισμό του EFSF αν ένα κράτος μέλος αυτού του δανειοδοτικού μηχανισμού αθετήσει τις υποχρεώσεις του απέναντι σε άλλο μέλος, τότε η προκύπτουσα διαμάχη λύνεται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Δηλαδή, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η Ελλάδα θα συρθεί σε ένα μηχανισμό που περιμένουμε να δει με συμπάθεια το ελληνικό δράμα και να αντιμετωπίσει ανθρωπιστικά το χειμαζόμενο ελληνικό λαό. Κι έτσι τελικά να διευκολύνει την ελληνική οικονομία εις βάρος των μεγάλων παικτών. Πρόκειται για ένα σενάριο που μόνο αφελείς μπορούν να το υιοθετήσουν. Ας θυμηθούμε, επιπλέον, τους όρους με τους οποίους έγινε το περίφημο PSI και πόσο κόστισε στα ελληνικά δημόσια ταμεία, δηλαδή στον ελληνικό λαό.

Το ίδιο απελπιστικά είναι τα πράγματα και στον εργασιακό τομέα και ειδικά στο μισθολογικό κομμάτι. Από το 2011 ισχύει το νομοθετικό πλαίσιο για την οικονομική διακυβέρνηση της Ε.Ε. το οποίο έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή. Εκεί τίθενται όρια σχετικά με τη μισθολογική εξέλιξη των εργαζομένων. Γίνεται λόγος για «κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος». Το συγκεκριμένο μέγεθος ορίζεται ως ένα κλάσμα στο οποίο ο αριθμητής είναι ο ονομαστικός μισθός και παρονομαστής το Α.Ε.Π. ανά εργαζόμενο. Το κλάσμα αυτό δεν επιτρέπεται να αυξάνεται πάνω από 9% σε τρία χρόνια για τα μέλη της Ε.Ε. (φυσικά δεν τίθεται θέμα αν κατέβει προς τα κάτω). Ας δούμε τι σημαίνει αυτό για την περίπτωση της Ελλάδας. Το Α.Ε.Π. της Ελλάδας έχει μειωθεί από την έναρξη της κρίσης περίπου κατά 25%. Επομένως, ο παρονομαστής του κλάσματος έχει μειωθεί εντυπωσιακά άρα το κλάσμα δηλαδή το κόστος εργασίας αυξάνεται. Για να παραμείνει όμως το κλάσμα στην πρότερη κατάσταση ή ακόμη χειρότερα για να πέσει, ένας τρόπος υπάρχει: η καταβαράθρωση των μισθών.

Στο πρόγραμμά της η ΛΑ.Ε. θέτει το ζήτημα των εθνικοποιήσεων τραπεζών και άλλων μεγάλων επιχειρήσεων. Το αίτημα των εθνικοποιήσεων καλώς υπάρχει, αλλά πώς θα ξεπεραστεί το πρόβλημα που θέτει το άρθρο 107 της Συνθήκης της Ε.Ε. με βάση το οποίο «Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό δια της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά»;» [20].

Τέλος δε θα πρέπει να ξεχνάμε πως όσον αφορά στην Ελλάδα με βάση κοινοτική οδηγία θα βρισκόμαστε σε επιτήρηση μέχρι το 2050 κι εφόσον αποπληρώσουμε το 75% του χρέους (πράγμα που λίγο πολύ όλοι παραδέχονται πως είναι αδύνατο). Με άλλα λόγια θα βρισκόμαστε υπό επιτροπεία και μνημόνια για δεκαετίες και μάλιστα χωρίς καμία ελπίδα απαλλαγής από αυτή την κατάσταση.

V. ΛΑ.Ε. ΚΑΙ Ε.Ε.

Ας δούμε, όμως, πώς διατυπώνεται η πρόταση της ΛΑ.Ε. σχετικά με την Ε.Ε.: «Η έξοδος από την ευρωζώνη και η εφαρμογή ενός ριζοσπαστικού προγράμματος με πρωταγωνιστή τον οργανωμένο λαό, συνεπάγεται ένα δρόμο σύγκρουσης με τις επιλογές της ΕΕ και τα αντιδημοκρατικά, υπερεθνικά όργανά της. Γιατί ήδη από τη συνθήκη του Μάαστριχτ, η διαδικασία συγκρότησης της ΕΕ εξυπηρετεί το νεοφιλελεύθερο σχέδιο, ενισχύει ιμπεριαλιστικές βλέψεις των ηγετικών δυνάμεων και υπονομεύει τη λαϊκή κυριαρχία».

Απέναντι στην αναπόφευκτη επίθεση  του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και των πολιτικών του εκπροσώπων, ο λαός πρέπει να είναι έτοιμος για όλα. Το ζήτημα της αποχώρησης της Ελλάδας από την Ε.Ε. μπορεί να τεθεί εκ των πραγμάτων και ανά πάσα στιγμή στην ημερήσια διάταξη. Σ’ αυτή την περίπτωση, θα καλέσουμε το λαό να επιμείνει στην εφαρμογή του προοδευτικού προγράμματος που έχει επιλέξει, παίρνοντας την απόφασή του για παραμονή ή όχι στην Ε.Ε. με δημοψήφισμα, όπως άλλωστε έγινε και γίνεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες […]

»Σταθμό στην αντιδραστική μετάλλαξη της Ε.Ε. αποτελεί η επωαζόμενη Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων (ΤΤΙΡ) […]» [21].

Πρέπει να είμαστε αντικειμενικοί και ακριβείς σε σχέση με την παραπάνω θέση. Από τη μία πρέπει να πούμε πως συγκριτικά με την παλαιότερη θέση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σημειώνεται ένα σαφές προχώρημα. Οι ευρωλάγνες διακηρύξεις εκλείπουν πλέον [22]. Πού κατά τη γνώμη μας η θέση παρουσιάζει προβλήματα;

Πρώτον, η διαπίστωση με βάση την οποία «ήδη από τη συνθήκη του Μάαστριχτ, η διαδικασία συγκρότησης της ΕΕ εξυπηρετεί το νεοφιλελεύθερο σχέδιο», αφήνει να εννοηθεί πως η προ Μάαστριχτ κατάσταση μπορεί και να είχε θετικά χαρακτηριστικά ενώ παράλληλα το πρόβλημα λανθασμένα εντοπίζεται στο νεοφιλελεύθερο σχέδιο, αφού και αυτό με τη σειρά του μπορεί να υπονοεί τη δυνατότητα εφαρμογής μιας –αντικειμενικά ανεφάρμοστης–  νεοκεϋνσιανής συνταγής. Η κριτική μας αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι γίνεται αναφορά σε «αντιδραστική μετάλλαξη της ΕΕ» με αφορμή της ΤΤΙΡ. Το «μετάλλαξη» σημαίνει πως η Ε.Ε. σε μία πρότερη κατάσταση δεν ήταν αντιδραστική.

Δεύτερον, τι σημαίνει η θέση «Το ζήτημα της αποχώρησης της Ελλάδας από την Ε.Ε. μπορεί να τεθεί εκ των πραγμάτων»; Δηλαδή, το ζήτημα της αποχώρησης από την Ε.Ε., εφόσον εφαρμοστεί το κατά τα άλλα ριζοσπαστικό πρόγραμμα που προτείνει η ΛΑ.Ε., μπορεί και να μην οδηγήσει στη ρήξη και σύγκρουση με την Ε.Ε.; Γιατί, αν υπάρχει τέτοια πιθανότητα (να μην τεθεί το θέμα της αποδέσμευσης) αυτό σημαίνει επιστροφή στη λογική ΣΥ.ΡΙΖ.Α., δηλαδή στη λογική που λέει ότι η Ε.Ε. μέσω πολιτικών διεργασιών και καλών διαπραγματεύσεων είναι μετασχηματίσιμη.

Τρίτον, ένας πολιτικός φορέας για ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα όπως αυτό της εξόδου από την Ε.Ε. οφείλει να έχει θέση. Γιατί αν συντονιστούμε με τη λογική του δημοψηφίσματος, τότε δημοψήφισμα πρέπει να τεθεί και για την εθνικοποίηση των τραπεζών, για την έξοδο από την ευρωζώνη, για την έξοδο από το ΝΑΤΟ κ.λπ.

Πρέπει να σημειώσουμε ακόμη, πως εκτός από τις αμφισημίες στο πρόβλημα της εξόδου από την Ε.Ε., σε δηλώσεις και παρεμβάσεις των πρωτοκλασάτων στελεχών της ΛΑ.Ε. υπάρχει πλέον πρόβλημα και στο ζήτημα της εξόδου από την ευρωζώνη (πρώτη συνέντευξη Λαφαζάνη [23], άρθρο Στρατούλη στην Αυγή [24] και συνέντευξη Καλύβη στην ΕΡΤ1 [25]).

 

VΙ. Η ιστορική εμπειρία του Ε.Α.Μ. υποστηρίζει μία συμμαχία με τη ΛΑ.Ε.;

Συχνά σήμερα, η ανάγκη πολιτικών συμμαχιών υποστηρίζεται με βάση την ιστορική εμπειρία του Ε.Α.Μ.: «Να φτιάξουμε το σύγχρονο Ε.Α.Μ.», ακούγεται από πολλές πλευρές. Κατ’ αρχάς απαιτείται μία γενική θεωρητική παρατήρηση προτού εξετάσουμε συγκεκριμένα αυτή την αιτίαση. Η ιστορική εμπειρία πρέπει να λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπόψη, αλλά να μην αντιγράφεται μηχανιστικά. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να έχουμε μπροστά μας τα ιστορικά δεδομένα μιας εποχής, οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά, και να δούμε αν με διαλεκτικό τρόπο ο επαναστατικός φορέας τα έλαβε υπόψη του και με βάση αυτά χάραξε την τακτική του. Επομένως, μία ιστορική εμπειρία πρέπει να προσαρμόζεται με διαλεκτικό τρόπο στο σήμερα. Ποια είναι τα συμπεράσματα που μας προσφέρει η ΕΑΜική εμπειρία και πώς θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν; Ας δούμε μερικές παραμέτρους του ζητήματος:

α) Η προεργασία για τη συγκρότηση του Ε.Α.Μ. από το Κ.Κ.Ε. έγινε σε μία ιστορική περίοδο όπου βρισκόμασταν στον απόηχο της ισχυρότερης καπιταλιστικής κρίσης, της κρίσης του 1929, ο φασιστικός κίνδυνος και ο νέος παγκόσμιος πόλεμος βρίσκονταν προ των πυλών απειλώντας την ανθρωπότητα με ένα ιστορικό πισωγύρισμα και με έναν εφιάλτη (όπως και τον έζησε), απειλούνταν το πρώτο εργατικό κράτος όχι μόνο από το φασισμό αλλά και από τον ιμπεριαλισμό, το Κ.Κ.Ε. ήταν σε κατάσταση διάλυσης έπειτα από ένα ανελέητο κυνηγητό του αστικού κράτους.

β) Στη συνέχεια το άμεσο πολιτικό ζήτημα που ετίθετο αντικειμενικά ήταν η αντίσταση στην τριπλή κατοχή (ιταλική, βουλγαρική, γερμανική) και η απελευθέρωση της χώρας. Δεν έπρεπε και δεν μπορούσε να μπει ως άμεσο κι επιτακτικό το ζήτημα της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτό το δεύτερο το επιχείρησε ο ελληνικός τροτσκισμός, πράγμα που τον καταδίκασε να μείνει στο περιθώριο της ιστορίας. Η απελευθέρωση της Ελλάδας θα αποτελούσε μόνο ένα στιγμιότυπο του «συνολικού έργου» που θα ολοκληρωνόταν με την κοινωνική απελευθέρωση.

γ) Η φύση των προβλημάτων, ήταν αυτή που επέτασσε και τη φύση των αιτημάτων και συμμαχιών. Απαιτούνταν ένα μίνιμουμ πρόγραμμα και διευρυμένες συμμαχίες. Ως σκοποί του Ε.Α.Μ. ορίστηκαν η απελευθέρωση της Ελλάδας από τον ξένο ζυγό, ο σχηματισμός προσωρινής κυβέρνησης μετά την εκδίωξη του κατακτητή, η κατοχύρωση του κυριαρχικού δικαιώματος του λαού να επιβάλλει τη θέλησή του. Στο ιδρυτικό του διευκρινιζόταν πως οποιοδήποτε κόμμα ή οργάνωση που δέχεται τους παραπάνω σκοπούς γίνεται δεκτό στη βάση της ισοτιμίας. Μετά την υπογραφή της ιδρυτικής διακήρυξης προσχώρησαν στο Ε.Α.Μ. η Σοσιαλιστική Ένωση, οι Σοσιαλιστές Δημοκράτες, το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα και η Δημοκρατική Ένωση. Επίσης προσχώρησαν το Εργατικό Ε.Α.Μ., η Ε.Π.Ο.Ν., η Κεντρική Υπαλληλική Επιτροπή και η Παγκληρική Ένωση. Ακόμη με το Ε.Α.Μ. συνεργαζόταν το κόμμα των Αριστερών Φιλελεύθερων.

Σήμερα, δεν τίθεται ζήτημα στρατιωτικής κατοχής, τουλάχιστον στην παρούσα φάση. Αυτό που βιώνουμε είναι οι σοβαρότατες επιπτώσεις της τέταρτης μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης [26] και η παροξυμένη τους μορφή εξαιτίας των επιδιώξεων του ιμπεριαλισμού και του εξαρτημένου χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού. Επομένως, αντικειμενικά τα προβλήματα που τίθενται σήμερα είναι διαφορετικά από αυτά που είχε ο λαός και το κίνημα το 1940. Τούτο σημαίνει πρακτικά ότι οι κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες μπαίνουν σε άλλη βάση, χωρίς αυτό να υπονοεί σε καμία περίπτωση ότι πρέπει να προταχθεί το ζήτημα της δικτατορίας του προλεταριάτου. Σήμερα καλούμαστε να βρούμε τους βέλτιστους δρόμους που θα μας οδηγήσουν στην τελική ρήξη και σύγκρουση. Αυτοί οι δρόμοι χαράζονται με βάση τα κυρίαρχα προβλήματα της εποχής και αυτά δεν είναι άλλα από την άνευ προηγουμένου επίθεση στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα και την εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας με όρους οικονομίας και πολιτικής και όχι στρατιωτικούς. Σήμερα, οι καταστάσεις απαιτούν ένα πρόγραμμα με αντιιμπεριαλιστικά, αντιμονοπωλιακά και δημοκρατικά χαρακτηριστικά, αλλά για να είναι ένα πρόγραμμα τέτοιο δεν μπορεί παρά να εμπεριέχει και την αποτίμηση της φύσης του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού και της ίδιας της Ε.Ε. καθώς και ένα πολιτικό σχέδιο απαλλαγής από τα δεσμά τους. Ας κρατήσουμε, λοιπόν, από την ΕΑΜική εμπειρία την ανάγκη ενός ρηξικέλευθου μεταβατικού προγράμματος, την ανάγκη διευρυμένων συμμαχιών αλλά και την ανάγκη σύγκρουσης και ρήξης [27].

VIΙ. Τι κάνουμε από εδώ κι έπειτα;

Η φύση της Ε.Ε. δεν έχει αλλάξει και ούτε και πρόκειται. Αυτό, όμως, που αλλάζει είναι η συνείδηση του ελληνικού λαού. Οι εργαζόμενοι έχουν τροποποιήσει άρδην τη στάση τους απέναντι στο ευρώ και την Ε.Ε.. Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η απέχθεια προς το ευρώ ή την Ε.Ε. βρίσκεται σε υψηλότατα επίπεδα. Το 36% των Ελλήνων επιθυμεί την έξοδο της χώρας από το ευρώ, ενώ από το υπόλοιπο 64% μόλις το 41% επιθυμεί την παραμονή (το 23% ανήκει στην κατηγορία δεν ξέρω/δεν απαντώ) [28]. Παράλληλα, επτά στους δέκα θεωρούν πως κακώς η Ελλάδα εισήχθη στην ευρωζώνη. Όσον αφορά στο πιο «σκληρό» ερώτημα, δηλαδή το ερώτημα αν επιθυμείτε την παραμονή της χώρας στην Ε.Ε., το 51% απαντά μόνο «υπό προϋποθέσεις», το 24% απαντά «ναι» και το 24% απαντά «όχι». Δεν είναι καθόλου λίγο ένας στους τέσσερις Έλληνες να έχει πεισθεί για την έξοδο από την ΕΕ, με την προοπτική αυτό να γίνει πολύ μεγαλύτερο στο άμεσο ή μακροπρόθεσμο μέλλον. Δε θα πρέπει να ξεχάσουμε ακόμη πως στο πρόσφατο δημοψήφισμα το ΟΧΙ κατήγαγε μία συντριπτική νίκη υπό τις εξής συνθήκες: ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. έθεσε ένα θολό ερώτημα, το Κ.Κ.Ε. επέλεξε το άκυρο, ενώ η Ν.Δ. και οι Ευρωπαίοι είπαν με σαφήνεια πως το ΟΧΙ σημαίνειGREXIT. Ειδικά αυτό το τελευταίο δείχνει και μία άνευ προηγουμένου διάθεση σύγκρουσης από την πλευρά του ελληνικού λαού [29]. Όλα αυτά δεν υπονοούν πως επειδή στην παρούσα φάση οι συνθήκες είναι ωριμότερες σε σχέση με το παρελθόν, τώρα είναι η στιγμή που πρέπει να τεθεί το ζήτημα της εξόδου. Το ζήτημα της εξόδου από την Ε.Ε. έτσι κι αλλιώς έπρεπε να τίθεται για τους λόγους που ήδη έχουμε παραθέσει. Όταν όμως υπάρχει και μία μεταστροφή του κόσμου και αμφισβήτηση από την πλευρά του για την υποτιθέμενη σιγουριά που μας προσφέρει η Ε.Ε., τότε έχει προκύψει μία παράμετρος ενισχυτική για το  ζήτημα της εξόδου.

Σε κάθε περίπτωση πρέπει στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα να ληφθούν πρωτοβουλίες προκειμένου α) να αναδειχθεί η ιμπεριαλιστική φύση της Ε.Ε.,  β) να αναλυθεί με επιστημονικό τρόπο το μεταβατικό πρόγραμμα, γ) να ξεκινήσει συζήτηση για το συνδικαλιστικό συντονισμό διάσπαρτων δυνάμεων που αγωνιούν για την ανασυγκρότηση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος, δ) να συνεχιστούν οι διεργασίες για τη συγκρότηση ενός Μετώπου, κοινωνικού και πολιτικού, που θα αλλάξει την πορεία του τόπου. Σε αυτές τις διαδικασίες δεν πρέπει και δεν μπορεί να αποκλειστούν δυνάμεις όπως η ΛΑ.Ε..


[1]. Βλέπε αναλυτικότερα Λιόσης Βασίλης, «Η αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων και η ιδεολογική τράπεζα του ΣΥΡΙΖΑ» στο:

http://www.kordatos.org/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B9%CE%BA%CE%AE/tabid/4213/Post/16239/και στο περιοδικό Αριστερή Συσπείρωση, τ. 29.

[2]. Ό.π.

[3]. Ο πανεπιστημιακός Θεόδωρος Γεωργίου προτείνει ως κριτήρια την ιδεολογία, τη στρατηγική και τη συγκυρία. Θεωρούμε πως αυτά τα κριτήρια είναι ελλιπή αλλά και ορισμένα εξ’ αυτών ασαφή. Για παράδειγμα τι ακριβώς σημαίνει συγκυρία; Βλέπε αναλυτικότερα Γεωργίου Θεοδώρου, «Ο ΣΥΡΙΖΑ ως “κυβερνώσα Αριστερά”», 27/8/2015.

[4]. Βλέπε χαρακτηριστικά http://www.syriza.gr/page/idrytikh-diakhryksh.html#.VRUbKPmsVLo

[5]. Ο Δ. Στρατούλης σε συνέντευξη που έδωσε στην Αυγή και στην ερώτηση «Ποιο θα είναι το πολιτικό στίγμα της Λαϊκής Ενότητας;», απάντησε:

«Θέλουμε πρώτα απ’ όλα να εκφράσουμε πολιτικά το “Όχι” του λαού στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου και κυρίως της νεολαίας, που για πρώτη φορά μπήκε τόσο δυναμικά, μαζικά και αγωνιστικά στο πολιτικό προσκήνιο.

»Μπορεί η κυβέρνηση να μετέτρεψε αυτό το “Όχι” του λαού και της νεολαίας σε “Ναι”, αλλά ο ίδιος ο λαός δεν έκανε το ίδιο. Κρατάει το “Όχι” του ζωντανό και δεν μπορεί κανείς να το σβήσει από τη μνήμη του ως μια πράξη υπεράσπισης της αξιοπρέπειάς του, της δημοκρατίας και της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Σε αυτό το περήφανο “Όχι” μένουμε πιστοί θεωρώντας ότι αυτό αποτελεί μια από τις λαμπρότερες στιγμές στην Ιστορία της χώρας μας, ότι δεν ηττήθηκε και ότι στο τέλος θα νικήσει.

»Προτείνουμε ένα εναλλακτικό σχέδιο απέναντι στα Μνημόνια και τη λιτότητα, που θα περιλαμβάνει την κατάργησή τους, την αμφισβήτηση και διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του δημοσίου χρέους, την εθνικοποίηση των τραπεζών, τη φορολόγηση των υψηλών κερδών και του μεγάλου πλούτου, τον έλεγχο των συστημικών ΜΜΕ, τη μη ιδιωτικοποίηση αλλά αξιοποίηση ως μοχλών ανάπτυξης των δημόσιων επιχειρήσεων και υποδομών της χώρας, τον ενεργειακό πλουραλισμό, τις πολυμερείς οικονομικές συμφωνίες εντός και εκτός της Ε.Ε., τη χρηματοδότηση αναπτυξιακού σχεδίου για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την αποκατάσταση των λεηλατημένων από τα Μνημόνια εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων.

»Εάν για να προωθήσουμε το πρόγραμμά μας απαιτηθεί να συγκρουστούμε με την Ευρωζώνη και να επανέλθουμε στο εθνικό νόμισμα, δεν θα διστάσουμε να το κάνουμε, με βασικό μας κριτήριο τη διασφάλιση των συμφερόντων του λαού, της νεολαίας και της χώρας.

»Με την προώθηση αυτού του συνολικού εναλλακτικού σχεδίου οι δυσκολίες που θα υπάρξουν θα διαρκέσουν για ένα ολιγόμηνο χρονικό διάστημα. Υπάρχουν, όμως, πολλές μελέτες που επιβεβαιώνουν ότι μετά θα υπάρξουν ενίσχυση των εξαγωγών, μείωση εισαγωγών, αύξηση της παραγωγής του πρωτογενούς τομέα, εκτίναξη του τουρισμού, καθώς και εξασφάλιση της αναγκαίας ρευστότητας στην οικονομία, για να μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν μεγάλες δημόσιες και κοινωνικές επενδύσεις, που θα προωθούν την ανάπτυξη, με αύξηση των θέσεων εργασίας και αναδιανομή εισοδημάτων και δικαιωμάτων προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων.

»Η επαναφορά σε εθνικό νόμισμα δεν είναι για εμάς αυτοσκοπός, αλλά εργαλείο, που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την προώθηση της συνολικής εναλλακτικής λύσης μας».

[6]. Λιόσης Βασίλης, «Η αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων και η ιδεολογική τράπεζα του ΣΥΡΙΖΑ» στο:

http://www.kordatos.org/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B9%CE%BA%CE%AE/tabid/4213/Post/1623.9/και στο περιοδικό Αριστερή Συσπείρωση, τ. 29.

[7]. http://www.efsyn.gr/arthro/oi-programmatikoi-axones-toy-neoy-shimatos

[8]. Με βάση το πόρισμα της Επιτροπής Αλήθειας για το χρέος, το χρέος προς το ΔΝΤ, την ΕΚΤ, το ΕΤΧΣ και τους ιδιώτες πιστωτές είναι παράνομο, αθέμιτο και επονείδιστο. Για τον ορισμό του παράνομου, αθέμιτου και επονείδιστου χρέους καθώς και για τη νομική στήριξη των σχετικών συμπερασμάτων βλέπε αναλυτικότερα ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΧΡΕΟΥΣ, «Προκαταρκτική Έκθεση», ΕΠΙΚΑΙΡΑ, τ. 297.

[9]. http://www.efsyn.gr/arthro/oi-programmatikoi-axones-toy-neoy-shimatos

[10]. Όσον αφορά στην πριμοδότηση του Κ.Κ.Ε. από δημοσιογράφους αναφέρουμε χαρακτηριστικά τις παρεμβάσεις του Χατζηνικολάου και του Τράγκα στο REAL FM καθώς και εκπομπές στο FLASH και στην ΕΡΤ1.

[11]. Τα συστημικά αυτά χαρακτηριστικά καθορίζονται από τη θέση του για έξοδο από την Ε.Ε. που συνδέεται με το μακρινό στόχο της δικτατορίας του προλεταριάτου οπότε η πάλη μετατίθεται επί της ουσίας στο μακρινό μέλλον, από την εδώ και χρόνια απόφασή του να πορεύεται μόνο του αποκλείοντας την όποια μορφή συντονισμού με άλλες δυνάμεις στο κίνημα, από την ταύτιση τακτικής με τη στρατηγική κ.λπ. Άλλωστε, στο παρελθόν είναι χαρακτηριστικά τα καλά λόγια για το Κ.Κ.Ε. του Άδωνη Γεωργιάδη, της Ντόρας Μπακογιάννη κ.ά.

[12]. Δε θα συμφωνήσουμε με την εκτίμηση που ακούγεται συχνά πως η ΛΑ.Ε. είναι ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Νο 2 (Ν.Δ., ΠΟΤΑΜΙ, Κ.Κ.Ε., μέρος της ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α.). Δε θα συμφωνήσουμε όχι γιατί δεν μπορεί να μετατραπεί σε ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Νο 2, αλλά γιατί είναι πολύ νωρίς για ένα τέτοιο συμπέρασμα. Βέβαια οι φορείς που διατυπώνουν μία τέτοια άποψη ο καθένας το κάνει για τους δικούς του λόγους αλλά εν πάση περιπτώσει το αποτέλεσμα είναι κοινό. Είναι άλλο για παράδειγμα μια άποψη που θα έλεγε πως η ΛΑ.Ε. θα κριθεί για το αν θα μετατραπεί σε νέο ΣΤ.ΡΙΖ.Α. ή πως είναι ανησυχητικό όταν στελέχη της αφήνουν ανοικτό το ζήτημα της κυβερνητικής συνεργασίας με το ΣΥ.ΡΙΖ.Α.: «Δεν θα απέκλεια το ενδεχόμενο να στηριχτεί μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά θα έδινα συγκατάθεση, μόνο αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τη λογική της απεμπλοκής από τα μνημόνια», δήλωσε η Δέσποινα Χαραλαμπίδου, έτοιμη να δώσει διέξοδο στο ενδεχόμενο επικείμενο αστικό πολιτικό αδιέξοδο, http://newpost.gr/politiki/483924/xaralampidoy-den-apokleiw-meteklogikh-synergasia-me-ton-syriza.

[13]. Βλέπε αναλυτικότερα Φόστερ Ουίλιαμ, Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ, τ.1, σελ. 45-130, ΑΘΗΝΑ, χ.χ.

[14]. Βλέπε χαρακτηριστικά Νάνος Βαγγέλης, «Όταν το ΟΧΙ κοιμάται στις διάφορες αγκαλιές του ΝΑΙ»,www.pandiera.gr και την ομιλία του Δημήτρη Κουτσούμπα στην προεκλογική συγκέντρωση του Κ.Κ.Ε.. Είπε χαρακτηριστικά ο γραμματέας του Κ.Κ.Ε. στην ομιλία του: «Η πρώην “Αριστερή Πλατφόρμα”, ο ΣΥΡΙΖΑ νούμερο 2 του Λαφαζάνη και των υπολοίπων, μπορούν να διεκδικήσουν σημαντικό μερίδιο, εύσημα και επαίνους, για τη συνεισφορά τους.

  • Ποιος έπαιξε βασικό ρόλο στην εξαπάτηση των αριστερών ριζοσπαστικών ανθρώπων της χώρας μας;
  • Ποιος έδωσε αριστερό ή και κομμουνιστικό άλλοθι στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, αν όχι όλοι αυτοί, από τη θέση μάλιστα κορυφαίων υπουργών και πολιτειακών παραγόντων;
  • Ποιοι εδώ και 25 χρόνια δίνουν «αριστερό» άλλοθι στην πορεία ενσωμάτωσης της Ελλάδας στην ΕΕ και την ΟΝΕ, στην επίθεση στο σοσιαλισμό;
  • Ποιος στήριξε, από κυβερνητικές θέσεις, όλα τα βήματα προς το νέο μνημόνιο (τη συμφωνία 20ής Φλεβάρη, την πρόταση Τσίπρα των 47 και μετά συν 8 σελίδων, την οποία μάλιστα χαρακτήρισαν έντιμο συμβιβασμό) και τόσες άλλες;
  • Ποιος εφησύχαζε το λαό, προσπαθούσε να τον αποκοιμίσει, όταν μέχρι και την 12η Ιούλη έλεγαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δε θα υπογράψει ποτέ μνημόνια;
  • Τι έκαναν οι δήθεν “αριστεροί αντιμνημονιακοί” του ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο Τσίπρας δήλωνε ότι η θέση της Ελλάδας στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ είναι δεδομένη, όταν έδινε όρκους πίστης στον καπιταλισμό, στα διάφορα φόρα του διεθνούς κεφαλαίου και σήμερα εμφανίζονται ως «εξαπατημένοι»; Δεν έβγαλαν άχνα.
  • Τι έκαναν όταν η κυβέρνηση αναλάμβανε νέες δεσμεύσεις στα πλαίσια του ΝΑΤΟ και μάλιστα εξήγγειλε νέα Νατοϊκή βάση στην Κάρπαθο, που καμιά κυβέρνηση της μεταπολίτευσης δεν τόλμησε να κάνει;
  • Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για τη λεηλασία δήμων, ασφαλιστικών ταμείων κι οργανισμών έχει και την υπογραφή Λαφαζάνη εκτός από του Τσίπρα.
  • Η ΠΝΠ για τη διαγραφή προστίμων μεγαλοεπιχειρηματιών από τελωνειακές και φορολογικές παραβάσεις έχει και τη δική τους υπογραφή.
  • Όλοι τους, μαζί κι η πρόεδρος της Βουλής που το παίζει θεματοφύλακας της αστικής δημοκρατίας, αρνήθηκαν ή δε ζήτησαν καν να έρθει για συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή η πρόταση νόμου του Κ.Κ.Ε. για κατάργηση των μνημονίων και των αντιλαϊκών νόμων, για την επαναφορά του κατώτερου μισθού, του 13ου και 14ου μισθού, της 13ης και 14ης σύνταξης, των Συλλογικών Συμβάσεων.
  • Μήπως δεν είναι σε πλήρη ισχύ οι περίπου 500 εφαρμοστικοί νόμοι των προηγούμενων κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ;

Κι αφού μας απαντήσουν “με άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε” στα προηγούμενα, ας μας πουν:

Αλήθεια, η 7μηνη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στην οποία είχαν πιάσει στασίδια όλα τα πρωτοκλασάτα στελέχη της “Αριστερής Πλατφόρμας”, ήταν τελικά μνημονιακή ή αντιμνημονιακή; Ποιον κοροϊδεύουν;», http://www.rizospastis.gr/page.do?publDate=28/8/2015&id=15952&pageNo=9.

[15]. http://www.902.gr/eidisi/politiki/74094/hairetismos-toy-d-koytsoympa-stin-ekdilosi-gia-ta-71-hronia-apo-mploko-tis#/0

[16]. Η διαφορά στην πολιτική ανάμεσα στην κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και τις προηγούμενες είναι πλέον στη θεώρηση των μνημονίων. Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ισχυρίζεται ότι δεν είναι υπέρ των μνημονίων και ότι πρόκειται για προϊόν εκβιασμού και ότι θα έχει προσωρινό χαρακτήρα. Επιπλέον προπαγανδίζει ότι θα «τρέξει» ένα παράλληλο πρόγραμμα ισοδυνάμων που θα αναιρέσει μερικώς το νέο μνημόνιο. Αντίθετα οι προηγούμενοι θεωρούσαν με διαβαθμίσεις πως το μνημόνιο είναι ένα αναγκαίο καλό κι ότι αν δεν υπήρχε η τρόικα θα έπρεπε να την εφεύρουμε. Είναι σαφές ότι πρόκειται για μια διαφορά τριτεύουσας σημασίας που δεν αναιρεί στο παραμικρό τον αντιλαϊκό χαρακτήρα και του τρίτου μνημονίου. Το αφήγημα του Σταθάκη ότι δεν προβλέπονται μείωση μισθών και ότι η μείωση των συντάξεων είναι οριακή όχι μόνο δεν πείθουν αλλά θεωρούμε πως είναι προκλητικό. Είναι τοις πάση γνωστό ότι μείωση μισθών και συντάξεων δε γίνεται μόνο ονομαστικά, αλλά και έμμεσα όπως για παράδειγμα με τη φοροεπιδρομή.

[17]. «Μόνο που αυτό (σ.σ. η κοινή συμπόρευση) απαιτεί και μια διαφορετική κουλτούρα μετωπικής συγκρότησης. Δεν μπορούμε να πάμε μπροστά με τη λογική συγκροτήθηκε ο φορέας και όλοι οι άλλοι απλώς συμμετέχουν ως συνεργαζόμενοι. Δεν χωρούν δυσπιστίες, αντιπάθειες, αποκλεισμοί. Δεν μπορούμε να πάμε μακριά με επάλληλους κύκλους πολιτικής εμπιστοσύνης. Δεν μπορεί να υπάρξει μετωπική συνεργασία χωρίς το αυτονόητο που είναι οι ανοιχτές, συντροφικές διαδικασίες και στη βάση και στην «κορυφή», συμμετοχή όλων όσων μπορούν να είναι κομμάτι αυτής της προσπάθειας, εξασφάλιση ότι το νέο εγχείρημα στην παρουσία, στο λόγο, στη φυσιογνωμία, στην εκπροσώπησή του προς τα έξω εκφράζει το σύνολο – ακόμη και εάν αυτό σημαίνει και αναπόφευκτη «πολυφωνία» – των ρευμάτων που συμμετέχουν», Σωτήρης Παναγιώτης στο: http://ektosgrammis.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=2166:2015-08-24-17-46-58&catid=77:epikairothta&Itemid=513.

[18]. Βλέπε μία σύνοψη των επιπτώσεων της ένταξης στο: Λιόσης Βασίλης, Ιμπεριαλισμός και εξάρτηση Η προσέγγιση του Λένιν, η περίπτωση της Ελλάδας και κριτική στο σχήμα της αλληλεξάρτησης, σελ. 185-189, εκδ. ΚΨΜ, Γ΄ έκδοση, 2013.

[19]. Βλέπε αναλυτικότερα Μαυροειδής Παναγιώτης, «Εντός  εκτός (ευρώ) και επί τα αυτά (ΕΕ) ή ρήξη για την ανατροπή;», www.pandiera.gr.

[20]. Για όλα τα παραπάνω βλέπε αναλυτικότερα Βασσάλος Γιώργος, Μπορεί να εφαρμοστεί ένα αριστερό κυβερνητικό πρόγραμμα μέσα στην ΕΕ; στο: Συλλογικό, Ποιος χρειάζεται την Ευρωπαϊκή Ένωση; Καταστροφή η ένταξη, σωτηρία η αποδέσμευση, σελ. 220-229, εκδ. ΚΨΜ, 2015.

[21]. http://iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=21947:programmatikh-diakhryjh-laikis-enotitas&catid=83:aristera&Itemid=200

[22]. Στην πολιτική απόφαση του ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αναφέρεται: «Προβάλλουμε την ανάγκη και διεκδικούμε με όλα τα πρόσφορα μέσα την ανατροπή της σημερινής μορφής ολοκλήρωσης της Ευρώπης, της σημερινής αρχιτεκτονικής του ευρώ και της νεοφιλελεύθερης λογικής που διέπει το κοινό νόμισμα, ώστε να επαναθεμελιωθεί συνολικά η Ευρώπη στην κατεύθυνση της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και του σοσιαλισμού. Μέσα από το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, με τη δράση μας στο ευρωκοινοβούλιο και όλα τα ευρωπαϊκά και διεθνή φόρα, συνεργαζόμαστε με άλλες αριστερές δυνάμεις και αναπτύσσουμε θερμές συντροφικές σχέσεις με τις πολιτικές δυνάμεις και τα κοινωνικά κινήματα στις διάφορες χώρες της Ευρώπης που αντιμετωπίζουν τα θέματα με ανάλογους τρόπους», http://www.syriza.gr/page/politikes-apofaseis-synedriwn.html.

[23]. Ο Π. Λαφαζάνης δεν έκανε κάποια νύξη για την ευρωζώνη, παρά μόνο όταν ρωτήθηκε από τους δημοσιογράφους. Βλέπε αναλυτικότερα http://laiki-enotita.gr/index.php/component/k2/item/73-synentefksi-typou-tou-proedrou-tis-laikis-enotitas-panagioti-lafazani-stis-18-08-2015.

[24]. Ο Στρατούλης είπε χαρακτηριστικά «Εάν για να προωθήσουμε το πρόγραμμά μας απαιτηθεί να συγκρουστούμε με την Ευρωζώνη και να επανέλθουμε στο εθνικό νόμισμα, δεν θα διστάσουμε να το κάνουμε, με βασικό μας κριτήριο τη διασφάλιση των συμφερόντων του λαού, της νεολαίας και της χώρας», η υπογράμμιση δική μας. Βλέπε χαρακτηριστικά http://www.avgi.gr/article/5787825/an-xreiastei-tha-sugkroustoume-me-tin-eurozoni-kai-tha-pame-se-ethniko-nomisma.

[25]. Ο Καλύβης είπε χαρακτηριστικά: «Το τρίτο που ήθελα να πω και είναι η μητέρα ας το πούμε όλων των προηγούμενων είναι το θέμα τη ευρωζώνης. Εδώ εμείς θέτουμε καθαρά ότι μέσα στα πλαίσια της ευρωζώνη είναι εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατον να μπορέσεις να εφαρμόσεις μια άλλη πολιτική. Συνεπώς το συνολικό πρόγραμμα με αυτό το οποίο θέτουμε, βάζουμε ταυτόχρονα ότι σε περίπτωση που χρειαστεί θα πρέπει να εξετάσουμε και αυτή την περίπτωση της εξόδου από την ευρωζώνη αυτό δεν σημαίνει έλλειψη ευρωπαϊκής πολιτικής υπάρχουν πολλές χώρες όπως η Νορβηγία και η Σουηδία που είναι στην Ε.Ε. αλλά όχι στην Ευρωζώνη», η υπογράμμιση δική μας.

[26]. Οι τέσσερις μεγάλες καπιταλιστικές κρίσεις σημειώθηκαν το 1873, το 1929, το 1973 και το 2008.

[27]. Για το Ε.Α.Μ. Βλέπε αναλυτικότερα α) Η ίδρυση του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ), το ΚΚΕ ΕΠΙΣΗΜΑ ΚΕΙΜΕΝΑ, τ. 5, 1940-1945, σελ. 54-56, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1981, β) Γληνός Δημήτρης, ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΙ ΘΕΛΕΙ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ, εκδ. Ο ΡΗΓΑΣ, 1944, ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗ: ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΠΟΓΟΝΩΝ ΚΑΙ ΦΙΛΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ, γ) Χαραλαμπίδης Μενέλαος, Η εμπειρία της κατοχής και της αντίστασης στην Αθήνα, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2012, δ) Συλλογικό, ΕΑΜ 70 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ 27 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1941, Ε ΙΣΤΟΡΙΚΑ, 2011.

[28]. http://www.bridgingeurope.net/nationwide-poll-on-political-developments-in-greece—july-2015.html

[29]. http://www.bridgingeurope.net/nationwide-poll-on-political-developments-in-greece—july-2015.html

Πηγή: του Βασίλη Λιόση – “Σύλλογος Γ. Κορδάτος”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *