Προβολή ταινίας: Καπό (1960), του Τζίλο Ποντεκόρβο

Δελτίο Τύπου

1[…] Τα παιδιά ξέρουν καλά ότι το αδύνατο είναι η πιο ωραία λύση…
(Τάσος Λειβαδίτης, Τα μοναχικά βήματα)

Ο πολιτιστικός σύλλογος “ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ” επιλέγει για τον φετινό χειμώνα να παρουσιάσει στα Χανιά σε δύο κύκλους ταινιών ένα αντιπροσωπευτικό πανόραμα του φημισμένου ριζοσπαστικού ιταλικού κινηματογράφου με τον γενικό τίτλο: “Μικρά Αριστουργήματα Μεγάλων Ιταλών Σκηνοθετών”.

Στα πλαίσια του πρώτου κύκλου των προβολών θα προβληθούν σε συνεργασία με τη NEW STAR για πρώτη φορά στα Χανιά δύο ταινίες του φημισμένου Ιταλού σκηνοθέτη Τζίλο Ποντεκόρβο. Η αρχή θα γίνει την Κυριακή 15/11, στις 8.00 μ.μ. στη γνώριμη αίθουσα του Τ.Ε.Ε. Δυτικής Κρήτης (Νεάρχου 23) με την σπουδαία ταινία Καπό (Σκλάβοι Χωρίς Αλυσίδες) (1960), που ήταν υποψήφια για Όσκαρ καλύτερης Ξένης Ταινίας το 1961.

Λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου: Τους αποκαλούν ΚΑΠΟ» Σε αυτήν την κλασσική ταινία παρακολουθούμε την ιστορία μιας Εβραίας έφηβης που μαζί με την οικογένειά της καταλήγει σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Καταφέρνει να επιβιώσει με την παρέμβαση ενός Εβραίου γιατρού, ο οποίος την βοηθάει να υιοθετήσει την ταυτότητα μιας νεαρής γυναίκας που είχε πρόσφατα πεθάνει. Έτσι, η Έντιθ ξαναγεννιέται σαν Νικόλ και δεν είναι πλέον εβραία, τουλάχιστον όχι στα χαρτιά. Στην αρχή, βιώνει αβάστακτη λύπη για τον χαμό των γονιών της, καθώς όμως ο καιρός περνά, συνειδητοποιεί πως αυτή η στάση δεν θα την βοηθήσει να επιβιώσει. Έτσι, εμπλέκεται σε ερωτική σχέση με έναν γερμανό αξιωματικό παρόλο που είναι μόλις 14 χρονών και αρχίζει να αποκτά προνόμια έως ότου στο τέλος αποκτά την ιδιότητα μια Καπό, αποκτώντας εξουσία πάνω στις άλλες αιχμάλωτες γυναίκες. Έχει πλήρη επίγνωση ότι είναι ένας μονόδρομος προς την επιβίωση αλλά ταυτόχρονα βασανίζεται από τύψεις παρόλο που δεν δείχνει ποτέ το παραμικρό συναίσθημα ή αδυναμία. Μόνον αφού τελικά γίνεται μάρτυρας της αυτοκτονίας μια αγαπημένης της φίλης της, της Terese, και ενώ έχει ερωτευτεί έναν ρώσο αιχμάλωτο πολέμου, τον Sascha, καταφέρνει επιτέλους να αποκαταστήσει μέσα της τις ανθρώπινες αξίες που κάποτε ήταν αναπόσπαστο μέρος της ύπαρξής της… Την περιμένει ένα τραγικό τέλος όταν…

2Λίγα περισσότερα λόγια για την ταινία: «Το μαύρο τρίγωνο στο χιτώνιο είναι για τους εγκληματίες. Οι πολιτικοί κρατούμενοι έχουν κόκκινο. Οι εβραίοι έχουν ένα κίτρινο άστρο. Τα μαύρα τρίγωνα έχουν την καλύτερη μεταχείριση. Είναι η αφρόκρεμα. Ανάμεσά τους διαλέγουν οι SS τους επίλεκτους φρουρούς για τα στρατόπεδα… Τους αποκαλούν ΚΑΠΟ».

«Ο Ποντεκόρβο είναι ένας Μαρξιστής του πιο επικίνδυνου είδους: Ένας Μαρξιστής ποιητής», είχε γράψει η Pauline Kael, Αμερικανίδα κριτικός κινηματογράφου. «Η προβολή της ταινίας διακόπηκε 9 φορές από το έντονο, ομόφωνο και ατελείωτο χειροκρότημα του κοινού… το τελικό χειροκρότημα κράτησε 12 λεπτά καταρρίπτοντας όλα τα ρεκόρ στην Βενετία».

Μέσα στο μίσος, τη βία και την κτηνωδία, εκεί που άνθρωποι και συνειδήσεις εκμηδενίζονται. Μόνο ένα πράγμα δεν μπορεί να καταστραφεί: Η ΑΓΑΠΗ.

Στην υποψήφια για Βραβείο Καλύτερης Ξένης Ταινίας το 1961 και δεύτερη ταινία του Gillo Pontecorvo πρωταγωνιστεί η Σούζαν Στράσμπεργκ σε ένα ρόλο όπου κάνει τα πάντα για να επιβιώσει, ακόμα στο πλευρό του εχθρού, ως μέλος της Καμεραντενπολιτσάι του σώματος στην ουσία των καταδοτών-εποπτών των υπόλοιπων αιχμαλώτων προσδοκώντας σε προνόμια και εξουσίες, όπως είναι η απαλλαγή από την καταναγκαστική εργασία και φυσικά η ασυλία και η προστασία από τον ίδιο τον μαρτυρικό θάνατο.

Ο ίδιος ο Pontecorvo πολέμησε στην Ιταλική Αντίσταση ως μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και σε αυτήν την ταινία προσπαθεί να παρουσιάσει μια ρεαλιστική εικόνα της πραγματικότητας στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, κάτι που φυσικά καμία ταινία δεν μπορεί πλήρως να αποδώσει χωρίς να αγγίζει τα όρια του μελοδράματος.

Η Strasberg, που είχε προηγουμένως πρωταγωνιστήσει στο ημερολόγιο της Άννας Φρανκ αρκετά χρόνια πριν, στην ταινία υποδύεται την Έντιθ, που αφού έχει βιώσει τον θάνατο των γονιών της στους θαλάμους αερίων, και με την παρέμβαση της Σοφίας -μιας φίλης της- έρχεται σε επαφή με τον γιατρό του στρατοπέδου που της απλώνει μια σανίδα σωτηρίας. Της κόβει τα μαλλιά, την ντύνει με τα ρούχα της αιχμάλωτης κοπέλας που είχε πεθάνει το ίδιο πρωί και την στέλνει σε ένα στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας, όπου έχοντας πλέον μια νέα ταυτότητα γίνεται μάρτυρας τρομακτικών συμβάντων όπως ο απαγχονισμός μιας κοπέλας που είχε κριθεί ένοχη για σαμποτάζ.

Μέσα στην απόγνωσή της να παραμείνει ζωντανή, προσφέρει το κορμί της σε ένα γερμανό αξιωματικό. Παρόλο που αυτή η σχέση δεν προχωράει πολύ, οδηγεί την Νικόλ στο να αποδεχθεί τον ρόλο μιας Καπό, και να μεταμορφωθεί από θύμα σε θύτη που φροντίζει για την εφαρμογή των σκληρών κανονισμών του στρατοπέδου. Μόνον αφού τελικά γίνεται μάρτυρας της αυτοκτονίας μια αγαπημένης της φίλης της, της Terese, και ενώ έχει ερωτευτεί έναν ρώσο αιχμάλωτο πολέμου, τον Sascha, καταφέρνει επιτέλους να αποκαταστήσει μέσα της τις ανθρώπινες αξίες που κάποτε ήταν αναπόσπαστο μέρος της ύπαρξής της…

Λίγα λόγια για τον Ιταλό σκηνοθέτη: Γεννημένος στην Πίζα της κεντρικής Ιταλίας στις 19 Νοεμβρίου του 1919, ο Gillo ήταν γιος ενός ευκατάστατου εβραίου επιχειρηματία και αδελφός του διακεκριμένου φυσικού Βruno Pontecorvo. Διακρίνεται στη χημεία κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο πανεπιστήμιο της Πίζας. Εκεί για πρώτη φορά αντιλαμβάνεται τις πολιτικές αντιπαραθέσεις, όταν έρχεται σε επαφή με αριστερούς φοιτητές και καθηγητές. Το 1938, λίγο μετά την αποφοίτηση του και αντιμετωπίζοντας τον αυξανόμενο αντισημιτισμό, μετακομίζει στη Γαλλία όπου εργάζεται ως ανταποκριτής των Ιταλικών εφημερίδων La Republica και Paese Sera. Παράλληλα εργάζεται και ως καθηγητής τένις.

Στο Παρίσι έρχεται σε επαφή με τον κόσμο του κινηματογράφου και ξεκινά να γυρνάει μικρά ντοκιμαντέρ. Γίνεται βοηθός του Joris Ivens, γνωστού ντοκιμαντερίστα και Μαρξιστή. Ο Pontecorvo αρχίζει να συναναστρέφεται με κόσμο που διευρύνει τους ορίζοντες του, μεταξύ των οποίων, ο Πάμπλο Πικάσο, ο Ιγκόρ Στραβίνσκι και ο Ζαν-Πολ Σαρτρ. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου ο Pontecorvo αναπτύσσει τα πολιτικά του πιστεύω. Επηρεάζεται ιδιαίτερα όταν πολλοί φίλοι του από το Παρίσι πηγαίνουν στην Ισπανία για να πολεμήσουν στον Εμφύλιο Πόλεμο. Το 1948 γίνεται μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας.

3Ο ίδιος συνήθιζε να λέει: “Δεν είμαι ένας καθ’ αυτού επαναστάτης. Είμαι απλός ένας άνθρωπος της Αριστεράς, όπως πολλοί Ιταλοεβραίοι”. Παρόλο που ο σκηνοθέτης είχε αποχωρήσει από το Κομμουνιστικό Κόμμα ήδη από το 1956 ως ένδειξη διαμαρτυρίας της Σοβιετικής εισβολής στην Ουγγαρία, ωστόσο όπως είναι εμφανές στις ταινίες του, έμεινε πάντα αφοσιωμένος στις κοινωνικές αλλαγές: «Είμαι πάντα αριστερός» δήλωνε σε συνέντευξη του το 1992 «αναζητώντας …έναν τρόπο να αλλάξω τα φρικτά πράγματα στον κόσμο μας».

Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την επιστροφή του στην Ιταλία, αφήνει τη δημοσιογραφία για τον κινηματογράφο, αφού βλέπει το “Paisa” του Rossellini. Γυρίζει πολλά ντοκιμαντέρ, τα οποία χρηματοδοτεί μόνος του. Το 1957 γυρίζει την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, το “The Wide Blue Road’.

Από εκεί μπορούμε ήδη να διακρίνουμε την σκηνοθετική ωριμότητα που τον χαρακτηρίζει στις επόμενες ταινίες του. Η ταινία βραβεύεται στο Karlovy Vary International Film Festival.

Είναι γνωστό ότι συχνά επέλεγε να συμπεριλάβει ερασιτέχνες ηθοποιούς στις ταινίες του, όποτε κατά περίπτωση κάποιο άτομο είχε κατά τη γνώμη του το «σωστό» πρόσωπο ώστε να αποδώσει καλύτερα το χαρακτήρα του ρόλου. O Pontecorvo ξοδεύει μήνες και μερικές φορές χρόνια, προκειμένου να μαζέψει το υλικό χρειάζεται για τις ταινίες του. Τα επόμενα δυο χρόνια ετοιμάζει το Kapo, ένα δράμα που εκτυλίσσετε σε ένα ναζιστικό στρατόπεδο. Το 1961 είναι υποψήφιος για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.

Πέθανε από καρδιακή ανεπάρκεια τον Οκτώβριο του 2006 στην Ρώμη σε ηλικία 86 ετών. Παρόλο που γύρισε λιγότερες από 20 ταινίες, θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους Ιταλούς σκηνοθέτες ενώ κατέχει ξεχωριστή θέση στο παγκόσμιο σκηνοθετικό πάνθεον.

Φιλμογραφία (επιλεκτική):

2003 Firenze, il Nostro Domani
2001 Un Altro Mondo e Possibile
1980 Ogro
1969 Queimada
1966 La Battaglia di Algeri
1960 Kapo
1957 La Grande Strada Azzurra
1954 Porta Portese

Μερικές κριτικές για τον σκηνοθέτη και το έργο του

Ο Τζίλο Ποντεκόρβο
του Βασίλη Ραφαηλίδη

«…Ο Τζίλο Ποντεκόρβο είναι γιος του διάσημου ατομικού επιστήμονα που κατέφυγε στην Σοβιετική Ένωση αμέσως μετά τον πόλεμο, συναποκομίζοντας κάποια μυστικά. Ήταν λογικό ο θρύλος του πατέρα να συνοδεύει και τον γιο, πολύ περισσότερο όταν κι αυτός, όπως ο πατέρας, δεν έκρυβε την μαρξιστική του τοποθέτηση. Ο Ποντεκόρβο, άνθρωπος κολοσσιαίας κουλτούρας, χρησιμοποιεί τον κινηματογράφο κατά κάποιον τρόπο σαν χόμπι ή μάλλον όταν νομίζει πως έχει να πει κάτι το πολύ σημαντικό. Όντας μαθητής και φίλος του Γιόρις Ιβενς γύρισε πολλά ντοκιμαντέρ -και μόνον τέσσερις ταινίες μεγάλου μήκους από τις οποίες το Καπό (1960) τον έκανε διεθνώς γνωστό…»

4«Ο Ποντεκόρβο, ένας μανιακός περφεκτιονίστας που δουλεύει χρόνια πάνω σε ένα σενάριο, είναι ένας δημιουργός με στιλ απολύτως προσωπικό. Αρνούμενος κατηγορηματικά τις ευκολίες του στούντιο, γυρίζει πάντα σε φυσικούς χώρους, στους οποίους, όμως κάνει τόσες επεμβάσεις, ώστε αυτοί να μεταλλάσσουν σ’ ένα πελώριο ντεκόρ. Έτσι, ο Ποντεκόρβο-ντοκιμαντερίστας βρίσκεται πάντα στο οικείο του περιβάλλον ελέγχοντας και την τελευταία του λεπτομέρεια, σαν να επρόκειτο για ένα στημένο ντεκόρ λίγων τετραγωνικών μέτρων.»

…Βέβαια, έτσι γινόταν πάντα και ο Ποντεκόρβο δεν κομίζει γλαύκα εις Αθήνας. Όμως γνωρίζετε πολλούς κινηματογραφιστές που κατάφεραν να χρησιμοποιήσουν ταυτόχρονα το υποκείμενο της ιστορίας και ως αντικείμενό της; Ο Ποντεκόρβο δεν απλοποιεί την διαλεκτική για λόγους σκοπιμότητας και κατανοητότητας. Προτιμάει τη χεγκελιανή φόρμουλα «ταυτότητα της ταυτότητας και της μη ταυτότητας» παρά την υπεραπλουστευμένη της μορφή «θέση-αντίθεση-σύνθεση» που προκάλεσε τόσες συγχύσεις και τόσες παρανοήσεις με την έννοια της χρονικής διαδοχής που προϋποθέτει. Στο χεγκελιανό σχήμα, κάτι «είναι και ταυτόχρονα παύει να είναι» την ίδια στιγμή, η κατάφαση εμπεριέχει την άρνησή της. Στο εκλαϊκευτικό σχήμα , η άρνηση έπεται χρονικά της κατάφασης και σε ένα χρονικό στάδιο δημιουργεί μια νέα κατάφαση. Ο Ποντεκόρβο είναι ένας πολύ μεγάλος διαλεκτικός, και η φήμη του κάθε άλλο παρά μύθος είναι. Ο Γαβράς και οι όμοιοί του, αν τον πρόσεχαν λιγάκι (αν έπιαναν και κανένα βιβλίο στο χέρι τους), θα ντρέπονταν για ταινίες σαν την Κατάσταση πολιορκίας π.χ. με την οποία ο θεατής, αν βρει κάποιες ομοιότητες θα πρέπει να τις θεωρήσει εντελώς τυχαίες…»

Από το Βήμα 15/04/1975

Ο άνθρωπος, το κτήνος
του Γιάννη Ζουμπουλάκη

«Kapo» (Ιταλία, 1960) του Τζίλο Ποντεκόρβο, με τους Σούζαν Στράσμπεργκ, Εμμανουέλ Ριβά, Τζιάνι Γκάρκο, Λοράν Τερζιέφ.

Σε αντίθεση με το ντοκιμαντέρ του Αλέν Ρενέ «Νύχτα και καταχνιά» (1955), μια μνημειώδης μαρτυρία για τη λειτουργία των στρατοπέδων συγκέντρωσης των Εβραίων και τις μαζικές εκτελέσεις τους από τους ναζιστές στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το «Kapo» του Τζίλο Ποντεκόρβο, που γυρίστηκε πέντε χρόνια αργότερα και στις ημέρες μας επαναπροβάλλεται ύστερα από πολύ καιρό αποκλειστικά στον κινηματογράφο Ζέφυρο, εστιάζει στη ζωώδη προσπάθεια του ατόμου να επιβιώσει μπροστά στον κίνδυνο του θανάτου θυσιάζοντας με μια λέξη τα πάντα.

5Εν προκειμένω το πρόσωπο αυτό είναι μια 14χρονη Γαλλοεβραία, η Εντίθ (την υποδύεται η αμερικανίδα ηθοποιός Σούζαν Στράσμπεργκ, κόρη του μεγάλου δασκάλου της υποκριτικής Λι Στράσμπεργκ), η οποία πολύ σύντομα και με τη βοήθεια όχι μόνο της τύχης αλλά και κάποιων καλών ανθρώπων – μιας γυναίκας και ενός γιατρού – θα μετατραπεί σε Νικόλ, δηλαδή σε μια μη Εβραία.

Η απάρνηση της καταγωγής της θα είναι το πρώτο βήμα. Δεν θα περάσει πολύς χρόνος και ο θεατής θα έχει ξεχάσει τελείως ότι αυτή η σκληρή γυναίκα που βλέπει στην οθόνη δεν είναι παρά ένα παιδί μόλις 14 χρόνων. Η Εντίθ/Νικόλ θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι της, για να επιβιώσει μέσα στο στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας, όπου τη στέλνουν (η εκτέλεση των δικών της σε θάλαμο αερίων έχει προηγηθεί και την έχει δει με τα μάτια της): θα φάει το φαγητό άλλων κρατουμένων, θα συνάψει ερωτική σχέση με γερμανό αξιωματικό (Τζιάνι Γκάρκο) και εν τέλει θα αρχίσει να ασκεί εξουσία προς τις άλλες γυναίκες έχοντας αποκτήσει την ιδιότητα της Καπό, δηλαδή του μέλους της Καμεραντενπολιτσάι, ειδικού σώματος καταδοτών-εποπτών των υπόλοιπων αιχμαλώτων που είχαν μεγάλα προνόμια και εξουσίες, όπως η απαλλαγή από την καταναγκαστική εργασία, η ασυλία και η προστασία από τον θάνατο.

Ανθρώπινο κουρέλι σε σώμα και ψυχή, η κοπέλα θα αγγίξει τα όρια της αποκτήνωσης, αφού πολύ απλά θα αντιληφθεί ότι δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά προκειμένου να σώσει το τομάρι της. Το ερώτημα όμως που θέτει ο Ποντεκόρβο είναι αν τελικά ακόμη και μια μολυσμένη ψυχή όπως της Εντίθ/Νικόλ μπορεί να εξαγνισθεί.

6Το μεγαλείο αυτής της ταινίας είναι ότι επισημαίνει (και χωρίς να δικαιολογεί ερμηνεύει) με τρομερή ακρίβεια και με πολύ αμυδρές «πινελιές» (αναπόφευκτου) μελοδραματισμού το πόσο εύκολο είναι οι συνθήκες να κάνουν σε χρόνο μηδέν την καρδιά σου πέτρα, να σε μεταμορφώσουν κυριολεκτικά σε κάτι «άλλο» (προσωπικά η μεταμόρφωση της Εντίθ/Νικόλ μου θύμισε εκείνη του ρώσου φαντάρου Φλόρια ενώ βιώνει τη φρίκη του πολέμου σε ένα άλλο αριστούργημα του κινηματογράφου, το «Ελα να δεις» του Ελεμ Κλίμοφ).

Υποψήφιο για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας 1961, το «Kapo» έστρωσε τον δρόμο για μια αξιόλογη καριέρα στον Ποντεκόρβο, που λίγα χρόνια αργότερα θα γύριζε την πιο διάσημη ταινία του «Η μάχη της Αλγερίας». Το «Kapo» υπήρξε επίσης αντικείμενο μελέτης πολλών μεταγενέστερων σκηνοθετών, ανάμεσα στους οποίους και ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο οποίος με τη «Λίστα του Σίντλερ» άφησε το δικό του σχόλιο για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων.

Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 24/08/2014

7Λίγα λόγια για την Susan Strasberg: Θυγατέρα των πασίγνωστων δασκάλων υποκριτικής Lee & Paula Strasberg, η Σούζαν δεν παρακολούθησε μαθήματα, όπως πολλοί υπέθεταν στo φημισμένο Actors Studio του πατέρα της. Υπήρξε όμως επιστήθια φίλη με πολλούς από τους διάσημους μαθητές και μαθήτριες των γονιών της όπως η Μέριλυν Μονρόε, που ήταν και το κύριο θέμα στην ταινία «Η Μέριλυν και εγώ» της ίδιας (1992). Καθώς μεγάλωνε είχε σαν είδωλο την Μαρί Κιουρί και επιθυμούσε διακαώς να γίνει επιστήμονας, όμως οικογενειακοί φίλοι την προέτρεψαν να δοκιμάσει την τύχη της με την υποκριτική. Περισσότερο από περιέργεια έκανε το ντεμπούτο της στο Μπρόντγουεϊ το 1952 στην Μάγια. Δυο χρόνια μετά εμφανίζεται στην τηλεόραση στην Ιουλιέτα του Σαίξπηρ. Στα 17 είχε γίνει ήδη γνωστή για την ερμηνεία της στο Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ. Το 1957 ήταν γνωστή στους κύκλους των κριτικών ως η διάδοχος της Helen Hayes. Οι πρώτες της εμφανίσεις σε ταινίες το 1955 υποστήριζαν την έναρξη μιας καλής σταδιοδρομίας… Δυστυχώς ακολούθησαν κάποιες ατυχείς επιλογές που την ανάγκασαν να διαφύγει από την Αμερική και να εγκατασταθεί και πάλι στην Ευρώπη. Στις αρχές του 1960 ο Τζεφιρέλι την πείθει να γυρίσει στο Broadway για την Κυρία με τις Καμέλιες του Δουμά. Δυστυχώς και αυτή της η συμμετοχή κρίθηκε ατυχής και επιζήμια για την εικόνα της. Προσπάθησε με κάθε τρόπο να ξαναχτίσει την φήμη της με καλύτερο δείγμα αυτής της καλλιτεχνικής της περιόδου την εξαιρετική της ερμηνεία στην ταινία Καπό… H Strasberg συνέγραψε δύο βιβλία best seller: Στο Bittersweet, που είναι αυτοβιογραφικό, περιγράφει τις περιπετειώδεις σχέσεις της με τους ηθοποιούς Richard Burton και Christopher Jones, ενώ αναφέρεται και στα προβλήματα υγείας της κόρης της. Στο Marilyn and Me: Sisters, Rivals, Friends αναφέρεται στην φιλία της με την Marilyn Monroe, την οποία αποκαλεί “θετή αδερφή» και «μέλος» της οικογένειας Strasberg επί σειρά ετών…

8Λίγα λόγια για τον Laurent Terzieff (1935 – 2010): Τέκνο της κεραμίστριας Marina Terzieff και του Jean Terzieff, Ρώσου γλύπτη που μετανάστευσε στην Γαλλία κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Ως έφηβος έβρισκε συναρπαστική την Φιλοσοφία και την Ποίηση.

Ο γάλλος ηθοποιός εμφανίζεται πρώτη φορά στη σκηνή το 1952 στο Tous contre Tous πριν το κινηματογραφική του ντεμπούτο στην ταινία του Marcel Carne “Les Tricheurs” (1958) μια ταινία που τον έκανε γνωστό στο ευρύ κοινό ως τον νέο γοητευτικό αστέρα που σαγήνευε τα πλήθη με το οστεώδες του πρόσωπο και το όλο χάρη κορμί του.

Ο ίδιος για τον εαυτό του έλεγε «έχω την εικόνα ενός ηθοποιού που ερμηνεύει τους χαρακτήρες του Ντοστογιέφσκυ αλλά τρελαίνομαι για τον Jerry Lewis». Το 1959 συνεργάζεται με δύο Ιταλούς σκηνοθέτες, τον Pontecorvo στην ταινία Kapo, και τον Mauro Bolognini στην ταινία La Notte Brava.

Στην καριέρα του εξειδικεύτηκε σε ρόλους ποιοτικού κινηματογράφου, δουλεύοντας με τον Philippe Garrel (Le Révélateur- in 1968) και τον Jean-Luc Godard ( Détective- 1985) ενώ ταυτόχρονα αφιερώνει τον εαυτό του στο θέατρο, το πραγματικό του πάθος, μαζί με την ποίηση. Στα ώριμα χρόνια του, πρωταγωνιστούσε στη σκηνή και πιστός στις ποιητικές του δηλώσεις, συνήθιζε να λέει ότι δεν τον τρόμαζε η ιδέα του να ξεχάσει το ρόλο του αλλά η πιθανότητα να μην προφέρει καλά της λέξεις κι έτσι να «…πέσει, σαν ακροβάτης που ισορροπεί πάνω σε τεντωμένο σκοινί».

Παρόλο που ήταν γνωστός ως ένας μελαγχολικός εσωστρεφής τύπος, τον έβρισκε κανείς συχνά με την παρέα των φίλων του στο Café de Floreς στην Saint-Germain-des-Prés, μέρος όπου σύχναζε και ένα από τα είδωλά του, ο Jean-Paul Sartre. «Η μοναδική γυναίκα της ζωής του», η ηθοποιός Pascale de Boysson, σύντροφός του επί 40 χρόνια, απεβίωσε το 2002.

Λίγα λόγια για την Emmanuelle Riva: Η Εμανουέλ Ριβά (γαλλικά: Emmanuelle Riva), γεννημένη στις 24 Φεβρουαρίου 1927, είναι Γαλλίδα ηθοποιός. Είναι περισσότερο γνωστή για τους ρόλους της στις ταινίες Χιροσίμα, Αγάπη μου (Hiroshima mon amour, 1959), Ο Εφημέριος (Léon Morin, Prêtre, 1961), Τρία Χρώματα: Η Μπλε Ταινία (Trois Couleurs: Bleu, 1993) και Venus Beaute: Ινστιτούτο Ομορφιάς (Vénus Βeauté (institut), 1999). Το 2012 πρωταγωνίστησε στη δραματική ταινία Αγάπη (Amour). Για την ερμηνεία της έλαβε υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου. Στην ηλικία των 85 ετών είναι η γηραιότερη ηθοποιός που λαμβάνει υποψηφιότητα για το συγκεκριμένο βραβείο.

Η Ριβά γεννήθηκε στην πόλη Σενιμενίλ, στα Βοζ της Γαλλίας. Ξεκίνησε την καριέρα της στο Παρίσι, αφού πρώτα εργάστηκε ως μοδίστρα. Ένας από τους πιο γνωστούς της ρόλους είναι αυτός στην ταινία Χιροσίμα, Αγάπη μου (Hiroshima mon amour, 1959), για τον οποίο έλαβε υποψηφιότητα για το βραβείο BAFTA A’ Γυναικείου Ρόλου. Έχει εμφανιστεί επίσης στις ταινίες Ο Εφημέριος (Léon Morin, Prêtre, 1961), Τα Μάτια του Μίσους (Thérèse Desqueyroux, 1962) για την οποία βραβεύτηκε με το Κύπελλο Βόλπι Καλύτερης Ηθοποιού στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας, Thomas l’imposteur (1964), Τρία Χρώματα: Η Μπλε Ταινία (Trois Couleurs: Bleu, 1993) και Venus Beaute: Ινστιτούτο Ομορφιάς (Vénus Βeauté (institut), 1999). Το 2012 πρωταγωνίστησε στο αισθηματικό δράμα Αγάπη (Amour) σε σκηνοθεσία Μίχαελ Χάνεκε. Επίσης κέρδισε το BAFTA Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ίδια ταινία. Η Ριβά είναι επίσης ποιήτρια.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ/ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

Κυκλοφορία:
7/9/1960 (Ιταλία, Φεστιβάλ Βενετίας)
29/9/1960 (Ιταλία)
1/6/1964 (ΗΠΑ, Νέα Υόρκη)
21/8/2014 (Ελλάδα)

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ

Susan Strasberg … Edith, alias Nicole Niepas
Laurent Terzieff … Sascha
Emmanuelle Riva … Terese
Didi Perego … Sofia
Gianni Garko … Karl, German Soldier
Annabella Besi
Graziella Galvani
Paola Pitagora
Eleonora Bellinzaghi
Bruno Scipioni
Dragomir Felba
Mira Dinulovic
Semka Sokolovic-Bertok
Dirjana Dojic
Rastislav Jovic … Prisoner

· Είδος ταινίας: Δράμα, Ιστορική, Πολεμική
· Σκηνοθεσία: Gillo Pontecorvo
· Σενάριο: Gillo Pontecorvo, Franco Solinas
· Παραγωγή: Franco Cristaldi, Moris Ergas
· Μουσική: Carlo Rustichelli
· Φωτογραφία: Aleksandar Sekulovic
· Μοντάζ: Roberto Cinquini, Anhela Michelli
· Σχεδιασμός Παραγωγής: Aleksandar Milovic
· Καλλιτεχνική Διεύθυνση: Piero Gherardi
· Εταιρείες Παραγωγής: Cineriz Vides Cinematografica, Zebra Films, Francinex (coproduction), Lovcen Film (co-production)
· Διανομή: New Star (Ελλάδα), The Criterion Collection
Lionex Films Inc.
· Χρονολογία παραγωγής: 1960
· Χώρα παραγωγής: Ιταλία, Γαλλία, Γιουγκοσλαβία
· Γλώσσα: Ιταλικά, Γερμανικά, Πολωνικά, Ρώσικα
· Εικόνα: Ασπρόμαυρη 1.66 : 1
· Διάρκεια: 116′
· Ήχος: Mono

11

12

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Current ye@r *